Τεμαχισμένα ζαρκάδια, καρχαρίες στη φορμόλη και εκατομμύρια δολάρια: Έχει η τέχνη όρια;
31.05.2020
19:31
Η «Λάλκα» και το σκοτωμένο ελάφι επανέφεραν στην επικαιρότητα το debate για τα όρια της τέχνης
Υπάρχουν όρια στην τέχνη κι αν ναι, ποιος τα καθορίζει; Οφείλει ο καλλιτέχνης, όταν δημιουργεί, να λαμβάνει υπόψιν του αρχές θρησκευτικές, ανθρωπιστικές, ηθικές ή μήπως τελικά δοκιμάζονται οι αντοχές της ελευθερίας μπροστά στην πρόκληση που δημιουργεί ενίοτε η τέχνη;
Τα παραπάνω ερωτήματα, που επί αιώνες ζητούν απαντήσεις, επανήλθαν στην επικαιρότητα με αφορμή μια ταινία μικρού μήκους της Λένας Κιτσοπούλου η οποία προβλήθηκε διαδικτυακά, στο πλαίσιο της σειράς ENTER του Ιδρύματος Ωνάση, και ξεσήκωσε αντιδράσεις για τις φυσικές κατά την ίδια, σοκαριστικά σκληρές και ωμές, σύμφωνα με αρκετούς άλλους, εικόνες της.
Η «Λάλκα», η μικρού μήκους ταινία καραντίντας που γύρισε η σκηνοθέτις, ηθοποιός και συγγραφέας στην ομώνυμη ορεινή περιοχή της Ναυπακτίας, επιχειρεί να παρουσιάσει την αρμονική υγιή και απενοχοποιημένη συνύπαρξη του ανθρώπου με τη φύση προβάλλοντας όμως, κατά κύριο λόγο, τις βίαιες πλευρές της και μάλιστα σε γκρο πλαν.
Στη θέα του ελαφιού που αιμορραγεί λαβωμένο από την σφαίρα της καραμπίνας και του τεμαχισμού του, σε ζωντανή μετάδοση, πολλοί ήταν εκείνοι που δήλωσαν πως ένιωσαν αποστροφή έως και θυμό με αποτέλεσμα να ξεκινήσει στα social media ένας νέος διάλογος, δυστυχώς όχι κόσμιος σε όλες τις περιπτώσεις, σχετικά με τις προθέσεις, το τελικό αποτέλεσμα ακόμη και την συνολική καλλιτεχνική εικόνα της....ηθικής αυτουργού.
«Η επίθεση και ο σκοτωμός, όταν θες να φας, δεν είναι κακιά, είναι μια βία της φύσης με την οποία οφείλουμε να είμαστε συμφιλιωμένοι. Κάποιος που επιλέγει να φάει το καλύτερο κρέας για τον οργανισμό του σίγουρα δεν είναι χειρότερος από τον οικολόγο που έχει ένα σκυλί στο μπαλκόνι του στην Αθήνα» υποστηρίζει σθεναρά η ίδια προσθέτοντας πως το βασικό μήνυμα που επιθυμούσε να περάσει ήταν πως πρέπει «να αγαπήσουμε τα ένστικτά μας, να τα γιορτάσουμε, τουλάχιστον να μην τα καταπιέζουμε άλλο στον βωμό μιας δήθεν πολιτισμένης και ανελεύθερης ζωής».
Πρώτο «θύμα» η Καπέλα Σιξτίνα
Τα παραπάνω μηνύματα, ωστόσο, ή μάλλον οι τρόποι και οι πρακτικές που επιλέχθηκαν προκειμένου να υπηρετηθούν, έτυχαν αρνητικής κριτικής από μια μεγάλη μερίδα του κοινού. Αποτέλεσμα ήταν να προστεθεί ένα ακόμη επεισόδιο στην διαχρονική συζήτηση σχετικά με τον ορισμό, τους στόχους και τις υπερβατικές διαστάσεις της τέχνης.
Μια συζήτηση η οποία παραμένει επίκαιρη μέχρι σήμερα, περισσότερους από τέσσερις αιώνες μετά την αριστουργηματική αποτύπωση από τον Μιχαήλ Άγγελο στην Καπέλα Σιξτίνα της «Δευτέρας Παρουσίας» η οποία ξεσήκωσε πλήθος αντιδράσεων από τους αυστηρούς κύκλους της εποχής εξαιτίας των γυμνών μορφών της.
Κι αν σ' ένα μεγάλο μέρος τους οι αντιδράσεις απέναντι σε έργα τέχνης βασίζονταν σε θρησκευτικές και ηθικολογικές αντιλήψεις υπήρξαν κι εκείνες που προήλθαν, κατά κύριο λόγο από δύο απαραίτητα στοιχεία της τέχνης, αυτά της πρόκλησης και του αιφνιδιασμού, που άλλοτε άνοιξαν νέους, ρηξικέλευθους δρόμους στην καλλιτεχνική δημιουργία κι άλλοτε πάλι έμειναν απλά στον εκ του πονηρού επιτηδευμένο εντυπωσιασμό. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η τέχνη και η λογοκρισία είναι ή τουλάχιστον θα πρέπει να είναι δύο έννοιες εντελώς ασύμβατες μεταξύ τους.
Ο Ντάμιαν Χίρστ έβαλε τον καρχαρία στη φορμόλη
Τα παραπάνω ερωτήματα, που επί αιώνες ζητούν απαντήσεις, επανήλθαν στην επικαιρότητα με αφορμή μια ταινία μικρού μήκους της Λένας Κιτσοπούλου η οποία προβλήθηκε διαδικτυακά, στο πλαίσιο της σειράς ENTER του Ιδρύματος Ωνάση, και ξεσήκωσε αντιδράσεις για τις φυσικές κατά την ίδια, σοκαριστικά σκληρές και ωμές, σύμφωνα με αρκετούς άλλους, εικόνες της.
Η «Λάλκα», η μικρού μήκους ταινία καραντίντας που γύρισε η σκηνοθέτις, ηθοποιός και συγγραφέας στην ομώνυμη ορεινή περιοχή της Ναυπακτίας, επιχειρεί να παρουσιάσει την αρμονική υγιή και απενοχοποιημένη συνύπαρξη του ανθρώπου με τη φύση προβάλλοντας όμως, κατά κύριο λόγο, τις βίαιες πλευρές της και μάλιστα σε γκρο πλαν.
Στη θέα του ελαφιού που αιμορραγεί λαβωμένο από την σφαίρα της καραμπίνας και του τεμαχισμού του, σε ζωντανή μετάδοση, πολλοί ήταν εκείνοι που δήλωσαν πως ένιωσαν αποστροφή έως και θυμό με αποτέλεσμα να ξεκινήσει στα social media ένας νέος διάλογος, δυστυχώς όχι κόσμιος σε όλες τις περιπτώσεις, σχετικά με τις προθέσεις, το τελικό αποτέλεσμα ακόμη και την συνολική καλλιτεχνική εικόνα της....ηθικής αυτουργού.
«Η επίθεση και ο σκοτωμός, όταν θες να φας, δεν είναι κακιά, είναι μια βία της φύσης με την οποία οφείλουμε να είμαστε συμφιλιωμένοι. Κάποιος που επιλέγει να φάει το καλύτερο κρέας για τον οργανισμό του σίγουρα δεν είναι χειρότερος από τον οικολόγο που έχει ένα σκυλί στο μπαλκόνι του στην Αθήνα» υποστηρίζει σθεναρά η ίδια προσθέτοντας πως το βασικό μήνυμα που επιθυμούσε να περάσει ήταν πως πρέπει «να αγαπήσουμε τα ένστικτά μας, να τα γιορτάσουμε, τουλάχιστον να μην τα καταπιέζουμε άλλο στον βωμό μιας δήθεν πολιτισμένης και ανελεύθερης ζωής».
Πρώτο «θύμα» η Καπέλα Σιξτίνα
Τα παραπάνω μηνύματα, ωστόσο, ή μάλλον οι τρόποι και οι πρακτικές που επιλέχθηκαν προκειμένου να υπηρετηθούν, έτυχαν αρνητικής κριτικής από μια μεγάλη μερίδα του κοινού. Αποτέλεσμα ήταν να προστεθεί ένα ακόμη επεισόδιο στην διαχρονική συζήτηση σχετικά με τον ορισμό, τους στόχους και τις υπερβατικές διαστάσεις της τέχνης.
Μια συζήτηση η οποία παραμένει επίκαιρη μέχρι σήμερα, περισσότερους από τέσσερις αιώνες μετά την αριστουργηματική αποτύπωση από τον Μιχαήλ Άγγελο στην Καπέλα Σιξτίνα της «Δευτέρας Παρουσίας» η οποία ξεσήκωσε πλήθος αντιδράσεων από τους αυστηρούς κύκλους της εποχής εξαιτίας των γυμνών μορφών της.
Κι αν σ' ένα μεγάλο μέρος τους οι αντιδράσεις απέναντι σε έργα τέχνης βασίζονταν σε θρησκευτικές και ηθικολογικές αντιλήψεις υπήρξαν κι εκείνες που προήλθαν, κατά κύριο λόγο από δύο απαραίτητα στοιχεία της τέχνης, αυτά της πρόκλησης και του αιφνιδιασμού, που άλλοτε άνοιξαν νέους, ρηξικέλευθους δρόμους στην καλλιτεχνική δημιουργία κι άλλοτε πάλι έμειναν απλά στον εκ του πονηρού επιτηδευμένο εντυπωσιασμό. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η τέχνη και η λογοκρισία είναι ή τουλάχιστον θα πρέπει να είναι δύο έννοιες εντελώς ασύμβατες μεταξύ τους.
Ο Ντάμιαν Χίρστ έβαλε τον καρχαρία στη φορμόλη
Αν υπάρχει μία φιγούρα στην σύγχρονη τέχνη που μπορεί να διεκδικήσει, ταυτόχρονα, τον τίτλο του «Αγγέλου» και του «Διαβόλου» αυτός δεν είναι άλλος από τον Βρετανό Ντάμιαν Χίρστ.
Ήταν εκείνος μάλιστα που, πριν από τρεις δεκαετίες, εισήγαγε την σκανδαλώδη αποδόμησή της με έργα στα οποία πρωταγωνιστούσαν σκοτωμένα ζώα. Ξεκινώντας με το έργο «Χίλια Χρόνια» και το κομμένο κεφάλι της αγελάδας σε αποσύνθεση που καλυπτόταν από μύγες και σκουλήκια, συμβολίζοντας τον αέναο κύκλο της ζωής, οδηγήθηκε σύντομα στο έργο σήμα – κατατεθέν του «Η φυσική ανικανότητα να αντιληφθεί τον θάνατο όσο ζεις», με πρωταγωνιστή έναν καρχαρία, βάρους 22 τόνων, μέσα σε μια βιτρίνα με φορμαλδεΰδη ο οποίος μάλιστα έφθασε μέχρι το περίφημο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης.
Το εν λόγω έργο, προφανώς, δίχασε, τόσο το κοινό όσο και τους κριτικούς. Άλλοι έκαναν λόγο για ένα σύγχρονο εικαστικό θαύμα κι άλλοι για ένα ψάρι για το οποίο σπαταλήθηκαν 50.000 λίρες. Ένα ήταν το μόνο σίγουρο: Πως ο ανατρεπτικός και σκανδαλωδώς προκλητικός ενίοτε νεαρός Βρετανός εμπνευστής και δημιουργός του πρόσθεσε μία νέα σελίδα στο βιβλίο της σύγχρονης τέχνης και μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να γίνει ένας από τους πλουσιότερους καλλιτέχνες σε ολόκληρο τον κόσμο. Αρκεί να αναφέρουμε πως το έργο του με τον καρχαρία πωλήθηκε έναντι 12.000.000 δολαρίων!
Και φυσικά δεν έμεινε σε αυτό. Το 1993 επανήλθε με ένα αντίστοιχης λογικής και σημειολογίας έργο, το «Μητέρα και παιδί», με μία αγελάδα και ένα νεαρό μοσχάρι, κομμένα στη μέση και εκτεθειμένα μέσα σε τέσσερις διαφορετικές βιτρίνες με φορμαλδεΰδη. Αυτό για το οποίο ο ίδιος ήθελε να μιλήσει, μέσα από το συγκεκριμένο έργο, ήταν η σημασία και η ένταση του συναισθηματικού κοψίματος αλλά και η σχέση του εσωτερικού με το εξωτερικό. Το μήνυμα βεβαίως δεν ελήφθη απ' όλους, παρόλα αυτά το έργο απέσπασε, το 1995, το σημαντικό βραβείο Τέρνερ.
Ανάμεσα στα πιο πολυσυζητημένα αλλά και αμφιλεγόμενα έργα του Ντάμιεν Χίρστ συγκαταλέγεται επίσης η «Αγάπη του Θεού», ένα ανθρώπινο κρανίο καλυμμένο από 8.500 περίπου διαμάντια. Κάποια από αυτά μάλιστα είχε την ευκαιρία να δει από κοντά και το ελληνικό στο πλαίσιο της έκθεσης με τίτλο «Νέα Θρησκεία» που φιλοξενήθηκε το 2011, στο Μουσείο Μπενάκη.
Η θρησκεία σε διαμάχη με την τέχνη
Η διαφορετική, πέραν της παραδοσιακής εικονογραφίας, αποτύπωση θρησκευτικών θεμάτων λειτουργούσε ανέκαθεν ως κόκκινο πανί ξεσηκώνοντας συχνά έντονες αντιδράσεις οι οποίες αγγίζουν, σε αρκετές περιπτώσεις, τα όρια του θρησκευτικού δογματισμού. Κι αν στο παρελθόν κάτι τέτοιο φάνταζε αναμενόμενο η εμφάνιση παρόμοιων αντιδράσεων στη σύγχρονη εποχή αποδεικνύουν πως η σχέση της θρησκείας με την τέχνη παραμένει στενή μεν και εκρηκτική δε.
Από τα πλέον χαρακτηριστικά αντίστοιχα παραδείγματα αποτελεί το έργο του διάσημου φωτογράφου Αντρές Σεράνο με τίτλο «Piss Christ» (1987) στο οποίο απεικονίζεται ο Εσταυρωμένος βυθισμένος μέσα σε ένα δοχείο με ούρα και αίμα. Το έργο χαρακτηρίστηκε ως βλάσφημο και μέγιστη προσβολή έναντι των απανταχού χριστιανών, άποψη την οποία ασπάστηκαν επισήμως και μέλη της αμερικανικής Γερουσίας.
Παρόλα αυτά, ο ίδιος ο καλλιτέχνες υποστήριζε σθεναρά πως στόχος του ήταν «να υπογραμμίσει την απαξίωση της μορφής του Χριστού και την υποκρισία όλων εκείνων που χρησιμοποιούν τη θρησκεία προς όφελός τους». Έκθεση με έργα του γνωστού Αμερικανού φωτογράφου, μάλιστα, είχε φιλοξενηθεί, το 2003, και σε γκαλερί της Θεσσαλονίκης αλλά χάρη στην έγκαιρη και ψύχραιμη παρέμβαση του ιδιοκτήτη της, ο οποίος είχε προειδοποιήσει πως κάποιοι ενδεχομένως να επιχειρήσουν να αντιδράσουν αλλά καλό θα ήταν υπερισχύσει η λογική, δεδομένου πως η τέχνη γίνεται για να δημιουργεί προβληματισμούς, αποφεύχθηκαν οι εντάσεις.
Στα πιο αμφιλεγόμενα έργα τέχνης με θρησκευτική θεματική συγκαταλέγεται και ο πίνακας «Η Αγία Παρθένος Μαρία» που φιλοτεχνήθηκε το 1996 από τον Βρετανό ζωγράφο Κρις Οφίλι όπου παρουσιάζεται μια αφρικανική εκδοχή της Παναγίας φτιαγμένη από κοπριά ελέφαντα. Όταν, το 1999, το έργο φιλοξενήθηκε στο Μουσείο του Μπρούκλιν ξεσήκωσε πλήθος αντιδράσεων ενώ ανάμεσα στους διαμαρτυρόμενους ήταν και ο τότε δήμαρχος της Νέας Υόρκης Ρούντι Τζουλιάνι. Παρόλα αυτά συμπεριλαμβάνεται ανάμεσα στα πιο ακριβά έργα σύγχρονης τέχνης καθώς το 2015 βγήκε στο σφυρί από τον οίκο Κρίστις και πωλήθηκε στην τιμή των 2.882.500 λιρών!
Αντιδράσεις αλά ελληνικά
Ήταν το 2003 όταν το έργο του Βέλγου καλλιτέχνη Τιερί ντε Κορντιέ, με τίτλο «Πότισέ με», στο οποίο συνυπήρχε ένας σταυρός με ένα ανδρικό γεννητικό όργανο, φιλοξενήθηκε στην έκθεση «Outlook» που διοργανώθηκε στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας. Η αντίδραση της Ιεράς Συνόδου και μιας μερίδας πολιτών υπήρξε έντονη – ο επιμελητής της έκθεσης σύρθηκε στα δικαστήρια αλλά αθωώθηκε - με αποτέλεσμα την απόσυρση του έργου. «Πρόκειται για μια δύσκολη εικόνα και αυτή τη στιγμή σημειώνεται μια αναβίωση του σκοταδισμού» είχε δηλώσει τότε ο ίδιος ο καλλιτέχνης.
Αρκετά χρόνια μετά, το 2015, η βίντεο περφόρμανς «Stills», που υπέγραφε ο επίσης Βέλγος Κρις Βερντόνκ, με τις γυμνές κολοσσιαίες ανθρώπινες φιγούρες που προβάλλονταν σ΄ έναν μεγάλο τοίχο κτηρίου, κοντά στην Πλατεία Κλαυθμώνος, αποκαθηλώθηκαν πρόωρα μετά από καταγγελία ιερωμένου στην αστυνομία. Το εν λόγω έργο είχε δημιουργηθεί με στόχο να αποτυπωθεί η ασφυξία που νιώθουν όσοι ζουν στην Αθήνα της οικονομικής κρίσης.
Ήταν εκείνος μάλιστα που, πριν από τρεις δεκαετίες, εισήγαγε την σκανδαλώδη αποδόμησή της με έργα στα οποία πρωταγωνιστούσαν σκοτωμένα ζώα. Ξεκινώντας με το έργο «Χίλια Χρόνια» και το κομμένο κεφάλι της αγελάδας σε αποσύνθεση που καλυπτόταν από μύγες και σκουλήκια, συμβολίζοντας τον αέναο κύκλο της ζωής, οδηγήθηκε σύντομα στο έργο σήμα – κατατεθέν του «Η φυσική ανικανότητα να αντιληφθεί τον θάνατο όσο ζεις», με πρωταγωνιστή έναν καρχαρία, βάρους 22 τόνων, μέσα σε μια βιτρίνα με φορμαλδεΰδη ο οποίος μάλιστα έφθασε μέχρι το περίφημο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης.
Το εν λόγω έργο, προφανώς, δίχασε, τόσο το κοινό όσο και τους κριτικούς. Άλλοι έκαναν λόγο για ένα σύγχρονο εικαστικό θαύμα κι άλλοι για ένα ψάρι για το οποίο σπαταλήθηκαν 50.000 λίρες. Ένα ήταν το μόνο σίγουρο: Πως ο ανατρεπτικός και σκανδαλωδώς προκλητικός ενίοτε νεαρός Βρετανός εμπνευστής και δημιουργός του πρόσθεσε μία νέα σελίδα στο βιβλίο της σύγχρονης τέχνης και μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να γίνει ένας από τους πλουσιότερους καλλιτέχνες σε ολόκληρο τον κόσμο. Αρκεί να αναφέρουμε πως το έργο του με τον καρχαρία πωλήθηκε έναντι 12.000.000 δολαρίων!
Και φυσικά δεν έμεινε σε αυτό. Το 1993 επανήλθε με ένα αντίστοιχης λογικής και σημειολογίας έργο, το «Μητέρα και παιδί», με μία αγελάδα και ένα νεαρό μοσχάρι, κομμένα στη μέση και εκτεθειμένα μέσα σε τέσσερις διαφορετικές βιτρίνες με φορμαλδεΰδη. Αυτό για το οποίο ο ίδιος ήθελε να μιλήσει, μέσα από το συγκεκριμένο έργο, ήταν η σημασία και η ένταση του συναισθηματικού κοψίματος αλλά και η σχέση του εσωτερικού με το εξωτερικό. Το μήνυμα βεβαίως δεν ελήφθη απ' όλους, παρόλα αυτά το έργο απέσπασε, το 1995, το σημαντικό βραβείο Τέρνερ.
Ανάμεσα στα πιο πολυσυζητημένα αλλά και αμφιλεγόμενα έργα του Ντάμιεν Χίρστ συγκαταλέγεται επίσης η «Αγάπη του Θεού», ένα ανθρώπινο κρανίο καλυμμένο από 8.500 περίπου διαμάντια. Κάποια από αυτά μάλιστα είχε την ευκαιρία να δει από κοντά και το ελληνικό στο πλαίσιο της έκθεσης με τίτλο «Νέα Θρησκεία» που φιλοξενήθηκε το 2011, στο Μουσείο Μπενάκη.
Η θρησκεία σε διαμάχη με την τέχνη
Η διαφορετική, πέραν της παραδοσιακής εικονογραφίας, αποτύπωση θρησκευτικών θεμάτων λειτουργούσε ανέκαθεν ως κόκκινο πανί ξεσηκώνοντας συχνά έντονες αντιδράσεις οι οποίες αγγίζουν, σε αρκετές περιπτώσεις, τα όρια του θρησκευτικού δογματισμού. Κι αν στο παρελθόν κάτι τέτοιο φάνταζε αναμενόμενο η εμφάνιση παρόμοιων αντιδράσεων στη σύγχρονη εποχή αποδεικνύουν πως η σχέση της θρησκείας με την τέχνη παραμένει στενή μεν και εκρηκτική δε.
Από τα πλέον χαρακτηριστικά αντίστοιχα παραδείγματα αποτελεί το έργο του διάσημου φωτογράφου Αντρές Σεράνο με τίτλο «Piss Christ» (1987) στο οποίο απεικονίζεται ο Εσταυρωμένος βυθισμένος μέσα σε ένα δοχείο με ούρα και αίμα. Το έργο χαρακτηρίστηκε ως βλάσφημο και μέγιστη προσβολή έναντι των απανταχού χριστιανών, άποψη την οποία ασπάστηκαν επισήμως και μέλη της αμερικανικής Γερουσίας.
Παρόλα αυτά, ο ίδιος ο καλλιτέχνες υποστήριζε σθεναρά πως στόχος του ήταν «να υπογραμμίσει την απαξίωση της μορφής του Χριστού και την υποκρισία όλων εκείνων που χρησιμοποιούν τη θρησκεία προς όφελός τους». Έκθεση με έργα του γνωστού Αμερικανού φωτογράφου, μάλιστα, είχε φιλοξενηθεί, το 2003, και σε γκαλερί της Θεσσαλονίκης αλλά χάρη στην έγκαιρη και ψύχραιμη παρέμβαση του ιδιοκτήτη της, ο οποίος είχε προειδοποιήσει πως κάποιοι ενδεχομένως να επιχειρήσουν να αντιδράσουν αλλά καλό θα ήταν υπερισχύσει η λογική, δεδομένου πως η τέχνη γίνεται για να δημιουργεί προβληματισμούς, αποφεύχθηκαν οι εντάσεις.
Στα πιο αμφιλεγόμενα έργα τέχνης με θρησκευτική θεματική συγκαταλέγεται και ο πίνακας «Η Αγία Παρθένος Μαρία» που φιλοτεχνήθηκε το 1996 από τον Βρετανό ζωγράφο Κρις Οφίλι όπου παρουσιάζεται μια αφρικανική εκδοχή της Παναγίας φτιαγμένη από κοπριά ελέφαντα. Όταν, το 1999, το έργο φιλοξενήθηκε στο Μουσείο του Μπρούκλιν ξεσήκωσε πλήθος αντιδράσεων ενώ ανάμεσα στους διαμαρτυρόμενους ήταν και ο τότε δήμαρχος της Νέας Υόρκης Ρούντι Τζουλιάνι. Παρόλα αυτά συμπεριλαμβάνεται ανάμεσα στα πιο ακριβά έργα σύγχρονης τέχνης καθώς το 2015 βγήκε στο σφυρί από τον οίκο Κρίστις και πωλήθηκε στην τιμή των 2.882.500 λιρών!
Αντιδράσεις αλά ελληνικά
Ήταν το 2003 όταν το έργο του Βέλγου καλλιτέχνη Τιερί ντε Κορντιέ, με τίτλο «Πότισέ με», στο οποίο συνυπήρχε ένας σταυρός με ένα ανδρικό γεννητικό όργανο, φιλοξενήθηκε στην έκθεση «Outlook» που διοργανώθηκε στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας. Η αντίδραση της Ιεράς Συνόδου και μιας μερίδας πολιτών υπήρξε έντονη – ο επιμελητής της έκθεσης σύρθηκε στα δικαστήρια αλλά αθωώθηκε - με αποτέλεσμα την απόσυρση του έργου. «Πρόκειται για μια δύσκολη εικόνα και αυτή τη στιγμή σημειώνεται μια αναβίωση του σκοταδισμού» είχε δηλώσει τότε ο ίδιος ο καλλιτέχνης.
Αρκετά χρόνια μετά, το 2015, η βίντεο περφόρμανς «Stills», που υπέγραφε ο επίσης Βέλγος Κρις Βερντόνκ, με τις γυμνές κολοσσιαίες ανθρώπινες φιγούρες που προβάλλονταν σ΄ έναν μεγάλο τοίχο κτηρίου, κοντά στην Πλατεία Κλαυθμώνος, αποκαθηλώθηκαν πρόωρα μετά από καταγγελία ιερωμένου στην αστυνομία. Το εν λόγω έργο είχε δημιουργηθεί με στόχο να αποτυπωθεί η ασφυξία που νιώθουν όσοι ζουν στην Αθήνα της οικονομικής κρίσης.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr