Ζήστε τη μαγεία των Χριστουγέννων στο νέο Flagship Store της Toys-Shop στην Αριστοτέλους
«Σκοτεινό Νερό»: Προδημοσίευση του νέου αστυνομικού μυθιστορήματος του Ρόμπερτ Μπρίντζα
«Σκοτεινό Νερό»: Προδημοσίευση του νέου αστυνομικού μυθιστορήματος του Ρόμπερτ Μπρίντζα
Πρόκειται για το τρίτο βιβλίο της αστυνομικής σειράς «Έρρικα Φόστερ»
Σκοτεινό, συναρπαστικό, γεμάτο εκπλήξεις και ανατροπές είναι το «Σκοτεινό Νερό», το τρίτο βιβλίο της αστυνομικής σειράς «Έρρικα Φόστερ» του γνωστού από το παγκόσμιο μπεστ σέλερ «Κορίτσι στον Πάγο», Ρόμπερτ Μπρίντζα, που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος, σε μετάφραση Χρήστου Μπαρουξή. Αυτή τη φορά η υπαστυνόμος Φόστερ βρίσκεται αντιμέτωπη με την εξιχνίαση της εξαφάνισης ενός ανήλικου κοριτσιού που σημειώθηκε πριν από 26 ολόκληρα χρόνια.
Η πλοκή εκτυλίσσεται σε ένα εγκαταλειμμένο λατομείο του Λονδίνου το οποίο ερευνάται για μια σοβαρή υπόθεση ναρκωτικών. Ο ανθρώπινος σκελετός όμως που θα βρεθεί οδηγεί στην άκρη του νήματος μιας άλλης, παλιάς, ανεξιχνίαστης εξαφάνισης. Τα στοιχεία πρέπει να συνδυαστούν με χειρουργικό τρόπο προκειμένου να συμπληρωθεί το πάζλ. Θα καταφέρει η Έρικα Φόρστερ να δει ολόκληρη την εικόνα;
Το protothema.gr προδημοσιεύει ένα απόσπασμα του βιβλίου που έχει εντυπωσιάσει τους ξένους κριτικούς, κυρίως με το απρόσμενο φινάλε του.
«Η Έρικα στάθηκε νευρικά στη βαριά ξύλινη εξώπορτα του σπιτιού στον αριθμό 7 της Άβοντεϊλ Ρόουντ με τον Τζον και την απόστρατη αστυφύλακα Νάνσι Γκριν, μια μικροκαμωμένη, δυναμική γυναίκα, που είχε τα γκρίζα της μαλλιά κομμένα καρφάκια. Είχαν παρκάρει επί της Άβοντεϊλ Ρόουντ και είχαν κατηφορίσει στο μακρύ ιδιωτικό δρομάκι που οδηγούσε σε μια μικρή αυλή γεμάτη μεγάλες πήλινες γλάστρες με ξεραμένες ορτανσίες που θρόιζαν στον αέρα. Μια σειρά θάμνοι στο τέρμα του μπροστινού κήπου έκρυβαν το σπίτι από τον υπερυψωμένο δρόμο πίσω του και μέσα από τα γυμνά κλαδιά τους άναψε ένας πορτοκαλί φανοστάτης.
«Έχει αρχίσει να βραδιάζει νωρίς», είπε η Νάνσι σπάζοντας τη σιωπή και πρόσθεσε: «Κάποιος είναι στο σπίτι· βλέπω φως απ’ το μπροστινό παράθυρο.» Η πόρτα άνοιξε μόλις ξαναχτύπησε το κουδούνι. «Γεια σου, Μαριάν», είπε η Νάνσι χαμογελώντας άτονα.
Η Έρικα δεν είχε ξαναδεί γυναίκα με τόσο χλωμό, άχρωμο πρόσωπο. Είχε ωχρό, ρυτιδιασμένο δέρμα. Τα μάτια της ήταν γκριζογάλανα με έντονους μαύρους κύκλους. Τα γκρίζα μαλλιά της, στο χρώμα του ατσαλιού, έφταναν στους γοφούς της, ήταν χωρισμένα στη μέση και στρωμένα προς τα πίσω, καλύπτοντας τα αυτιά της. Φορούσε ένα γκρίζο μακρυμάνικο ζιβάγκο, μαύρη μάλλινη πλεχτή ζακέτα και μια μαύρη φούστα σε γραμμή Α. Στον λαιμό της κρεμόταν μια αλυσίδα με έναν μεγάλο ξύλινο σταυρό. Έριχνε κοφτές νευρικές ματιές στη Νάνσι, στην Έρικα και στον Τζον.
«Μαριάν, αποδώ η υπαστυνόμος Έρικα Φόστερ και ο αστυφύλακας Τζον ΜακΓκόρι», είπε η Νάνσι. Ο Τζον και η Έρικα έδειξαν τις υπηρεσιακές τους ταυτότητες. Η Μαριάν δεν τις κοίταξε σχεδόν καθόλου. «Νάνσι; Τι θες εδώ; Έπαθε κάτι η Λάουρα ή ο Τόμπι… είναι όλοι καλά;» Η φωνή της είχε μια σκληράδα και μια νότα ιρλανδικής προφοράς. «Όλοι είναι μια χαρά», απάντησε η Νάνσι. «Όμως…» «Σας παρακαλώ, κυρία Κόλινς, μπορούμε να περάσουμε μέσα;» ρώτησε η Έρικα. «Είναι πολύ σημαντικό να σας μιλήσουμε ιδιαιτέρως. Η αστυφύλακας Γκριν, η Νάνσι, μας συνόδευσε επειδή ήταν η αστυνομικός-σύνδεσμος με την οικογένεια. Όταν η κόρη σας εξαφανίστηκε…» «Τι είναι; Πες μου», είπε η Μαριάν απλώνοντας το χέρι της προς τη Νάνσι. «Μαριάν, μπορούμε, παρακαλώ, να περάσουμε μέσα;» ρώτησε η Νάνσι πιάνοντάς της το χέρι.
Εκείνη έγνεψε καταφατικά και έκανε στην άκρη για να περάσουν. Η Μαριάν τούς συνόδευσε στο ευρύχωρο σαλόνι. Ήταν κομψό αλλά ψυχρό, με σκούρα ξύλινα έπιπλα, μπορντό ταπετσαρία και χοντρές κυπαρισσί κουρτίνες που ταίριαζαν με τα έπιπλα. «Καθίστε, παρακαλώ. Θέλει κανείς τσάι; Μόλις έφτιαξα ένα φλιτζάνι», είπε η Μαριάν, που πίεζε τον εαυτό της για να φανεί εύθυμη και κεφάτη. «Όχι, ευχαριστώ», είπε η Νάνσι. Κάθισαν στον μακρύ καναπέ κάτω από το παράθυρο.
Η Έρικα παρατήρησε έναν μεγάλο πίνακα της Παρθένου πάνω από το σκαλιστό ξύλινο πλαίσιο του τζακιού και ρίχνοντας μια γρήγορη ματιά στο σαλόνι μέτρησε τέσσερις σταυρούς σε διάφορα μεγέθη να κρέμονται στους τοίχους. Σε κάθε επιφάνεια υπήρχαν φωτογραφίες της Τζέσικα σε επίχρυσες κορνίζες: διάσπαρτες στα μικρά τραπέζια, αραδιασμένες στο περβάζι του παραθύρου και μια ολόκληρη συλλογή στο μικρό πιάνο με ουρά σε μια από τις γωνίες. Παρ’ όλα αυτά, το σαλόνι δεν φαινόταν να χρησιμοποιείται. Δεν υπήρχαν περιοδικά, τηλεόραση ή βιβλία. Η Μαριάν στεκόταν όρθια και με τα δάχτυλά της στριφογύριζε τις χάντρες του ροζάριου που κρατούσε.
«Προσπαθήσαμε να τηλεφωνήσουμε στην οικογένειά σου, αλλά δεν καταφέραμε να τους βρούμε», είπε η Νάνσι. «Είναι όλοι στην Ισπανία. Ο Τόμπι και η Λάουρα έχουν πάει να δουν τον πατέρα τους και τη νέα του… βασικά, δεν είναι γυναίκα του…» «Πρέπει να τους μιλήσουμε…» είπε η Νάνσι. Τα δάχτυλα της Μαριάν άρχισαν να περιστρέφουν γρηγορότερα τις χάντρες, που χτυπούσαν μεταξύ τους· ο μικρός ασημένιος σταυρός που κρεμόταν από το χέρι της κουνιόταν πέρα δώθε πάνω στη φούστα της. Το κάτω χείλος της άρχισε να τρέμει και δάκρυα φάνηκαν στα μάτια της. «Πάω να φτιάξω τσάι· θέλετε τσάι;» «Μαριάν, κάθισε κάτω, σε παρακαλώ», είπε η Νάνσι. «Στο δικό μου το σπίτι εγώ θα κάνω ό,τι θέλω!» φώναξε εκείνη απότομα. «Εντάξει, Μαριάν. Ηρέμησε, σε παρακαλώ· πρέπει να ακούσεις αυτό που έχω να σου πω», είπε η Νάνσι, που σηκώθηκε και της έπιασε τα χέρια. «Όχι! Όχι! ΟΧΙ!» «Η υπαστυνόμος Φόστερ, αποδώ, μου τηλεφώνησε νωρίτερα γιατί ήμουν στο πλευρό σου, όταν…» «Όχι!» «Όταν η Τζέσικα…» «Όχι. Μη λες το όνομά της. Δεν έχεις το δικαίωμα!»
Η Έρικα κοίταξε τον Τζον. Ήταν κατάχλωμος και ξεροκατάπιε. Η Νάνσι συνέχισε χαμηλόφωνα: «Όταν η Τζέσικα εξαφανίστηκε…» «Όχι. Όχι…» Η Νάνσι γύρισε το κεφάλι προς τα πίσω και έκανε νόημα στην Έρικα να συνεχίσει. «Κυρία Κόλινς, την Παρασκευή το βράδυ, κατά τη διάρκεια μιας έρευνας ρουτίνας που κάναμε εγώ και ο αστυφύλακας ΜακΓκόρι στο λατομείο Χέιζ ανακαλύψαμε ένα ανθρώπινο πτώμα. Έναν σκελετό.» Εκείνη τη στιγμή η Μαριάν σώπασε. Τα μάτια της ήταν ορθάνοιχτα και ανέκφραστα. Κούνησε το κεφάλι αρνούμενη να ακούσει κι άρχισε να οπισθοχωρεί μέχρι που η πλάτη της χτύπησε στον τοίχο. Η Νάνσι έμεινε δίπλα της. «Ο σκελετός ανήκει… Ήταν της Τζέσικα», είπε χαμηλόφωνα η Έρικα.
Η Μαριάν κούνησε με δυσπιστία το κεφάλι· δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλά της. «Όχι. Κάνετε λάθος! Θα γυρίσει· κάποιος θα τη βρει. Είναι εκεί έξω. Μάλλον δεν θυμάται την πραγματική της οικογένεια. Να, μόλις πήρα το παλτό της απ’ το καθαριστήριο…» Η Έρικα και ο Τζον παρέμειναν καθισμένοι.
«Λυπάμαι, Μαριάν. Τη βρήκαν.» Και η Νάνσι είχε δάκρυα στα μάτια. «Την αναγνώρισαν από τα οδοντιατρικά αρχεία.» Η Μαριάν συνέχισε να κουνάει το κεφάλι, δάκρυα έτρεχαν στο πρόσωπό της, ενώ παρέμενε βουβή. «Κυρία Κόλινς», είπε μαλακά η Έρικα. «Πρέπει να ενημερώσουμε τον σύζυγο, την κόρη σας τη Λάουρα και τον γιο σας τον Τόμπι. Βρίσκονται όλοι στην Ισπανία, έτσι δεν είναι; Έχετε κάποιο τηλέφωνο που μπορούμε να τους καλέσουμε; Θέλουμε να ενημερώσουμε όλη την οικογένεια προτού κάνουμε επίσημη ανακοίνωση στον Τύπο.»«Ναι», είπε χαμηλόφωνα η Μαριάν. Τα ορθάνοιχτα μάτια της ήταν γεμάτα δυσπιστία.
«Τι μπορώ να κάνω, Μαριάν;» ρώτησε η Νάνσι. Εκείνη γύρισε προς το μέρος της και ξαφνικά τράβηξε πίσω το χέρι της και της έριξε μια γροθιά στο πρόσωπο. Η Νάνσι παραπάτησε προς τα πίσω, με τη μύτη της να τρέχει αίμα, και έπεσε πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού. «Έξω απ’ το σπίτι μου! Όλοι σας!» έσκουξε η Μαριάν. «Έξω! ΕΞΩ!» Ο Τζον και η Έρικα πετάχτηκαν όρθιοι και έτρεξαν προς τη Νάνσι, που το πρόσωπό της είχε γεμίσει αίματα. Η Μαριάν έσκουξε και, ακουμπισμένη όπως ήταν στον τοίχο, χαμήλωσε σιγά σιγά στο πάτωμα. Από το μπροστινό προεξέχον παράθυρο ακούστηκαν αυτοκίνητα να καταφθάνουν και φώτα άρχισαν να αστράφτουν. Οι δημοσιογράφοι είχαν μάθει τα νέα και είχαν περικυκλώσει και πάλι το σπίτι».
Ειδήσεις σήμερα:
Τραμπ: Από ιστό εμβρύου τα κύτταρα της «θεραπείας» για τον κορωνοϊό - Φάουτσι: Τα αντισώματα βοήθησαν
Ευτέρπη Κουτζαμάνη: Μου έστειλαν «μήνυμα» με σφαίρες όταν ανέλαβα την υπόθεση της Χρυσής Αυγής - Δεν φοβήθηκα ποτέ
Κτηνωδία στην Κρήτη: «Το έκανα για να ηρεμήσει» λέει ο άντρας που κακοποίησε τον σκύλο
Η πλοκή εκτυλίσσεται σε ένα εγκαταλειμμένο λατομείο του Λονδίνου το οποίο ερευνάται για μια σοβαρή υπόθεση ναρκωτικών. Ο ανθρώπινος σκελετός όμως που θα βρεθεί οδηγεί στην άκρη του νήματος μιας άλλης, παλιάς, ανεξιχνίαστης εξαφάνισης. Τα στοιχεία πρέπει να συνδυαστούν με χειρουργικό τρόπο προκειμένου να συμπληρωθεί το πάζλ. Θα καταφέρει η Έρικα Φόρστερ να δει ολόκληρη την εικόνα;
Το protothema.gr προδημοσιεύει ένα απόσπασμα του βιβλίου που έχει εντυπωσιάσει τους ξένους κριτικούς, κυρίως με το απρόσμενο φινάλε του.
«Η Έρικα στάθηκε νευρικά στη βαριά ξύλινη εξώπορτα του σπιτιού στον αριθμό 7 της Άβοντεϊλ Ρόουντ με τον Τζον και την απόστρατη αστυφύλακα Νάνσι Γκριν, μια μικροκαμωμένη, δυναμική γυναίκα, που είχε τα γκρίζα της μαλλιά κομμένα καρφάκια. Είχαν παρκάρει επί της Άβοντεϊλ Ρόουντ και είχαν κατηφορίσει στο μακρύ ιδιωτικό δρομάκι που οδηγούσε σε μια μικρή αυλή γεμάτη μεγάλες πήλινες γλάστρες με ξεραμένες ορτανσίες που θρόιζαν στον αέρα. Μια σειρά θάμνοι στο τέρμα του μπροστινού κήπου έκρυβαν το σπίτι από τον υπερυψωμένο δρόμο πίσω του και μέσα από τα γυμνά κλαδιά τους άναψε ένας πορτοκαλί φανοστάτης.
«Έχει αρχίσει να βραδιάζει νωρίς», είπε η Νάνσι σπάζοντας τη σιωπή και πρόσθεσε: «Κάποιος είναι στο σπίτι· βλέπω φως απ’ το μπροστινό παράθυρο.» Η πόρτα άνοιξε μόλις ξαναχτύπησε το κουδούνι. «Γεια σου, Μαριάν», είπε η Νάνσι χαμογελώντας άτονα.
Η Έρικα δεν είχε ξαναδεί γυναίκα με τόσο χλωμό, άχρωμο πρόσωπο. Είχε ωχρό, ρυτιδιασμένο δέρμα. Τα μάτια της ήταν γκριζογάλανα με έντονους μαύρους κύκλους. Τα γκρίζα μαλλιά της, στο χρώμα του ατσαλιού, έφταναν στους γοφούς της, ήταν χωρισμένα στη μέση και στρωμένα προς τα πίσω, καλύπτοντας τα αυτιά της. Φορούσε ένα γκρίζο μακρυμάνικο ζιβάγκο, μαύρη μάλλινη πλεχτή ζακέτα και μια μαύρη φούστα σε γραμμή Α. Στον λαιμό της κρεμόταν μια αλυσίδα με έναν μεγάλο ξύλινο σταυρό. Έριχνε κοφτές νευρικές ματιές στη Νάνσι, στην Έρικα και στον Τζον.
«Μαριάν, αποδώ η υπαστυνόμος Έρικα Φόστερ και ο αστυφύλακας Τζον ΜακΓκόρι», είπε η Νάνσι. Ο Τζον και η Έρικα έδειξαν τις υπηρεσιακές τους ταυτότητες. Η Μαριάν δεν τις κοίταξε σχεδόν καθόλου. «Νάνσι; Τι θες εδώ; Έπαθε κάτι η Λάουρα ή ο Τόμπι… είναι όλοι καλά;» Η φωνή της είχε μια σκληράδα και μια νότα ιρλανδικής προφοράς. «Όλοι είναι μια χαρά», απάντησε η Νάνσι. «Όμως…» «Σας παρακαλώ, κυρία Κόλινς, μπορούμε να περάσουμε μέσα;» ρώτησε η Έρικα. «Είναι πολύ σημαντικό να σας μιλήσουμε ιδιαιτέρως. Η αστυφύλακας Γκριν, η Νάνσι, μας συνόδευσε επειδή ήταν η αστυνομικός-σύνδεσμος με την οικογένεια. Όταν η κόρη σας εξαφανίστηκε…» «Τι είναι; Πες μου», είπε η Μαριάν απλώνοντας το χέρι της προς τη Νάνσι. «Μαριάν, μπορούμε, παρακαλώ, να περάσουμε μέσα;» ρώτησε η Νάνσι πιάνοντάς της το χέρι.
Εκείνη έγνεψε καταφατικά και έκανε στην άκρη για να περάσουν. Η Μαριάν τούς συνόδευσε στο ευρύχωρο σαλόνι. Ήταν κομψό αλλά ψυχρό, με σκούρα ξύλινα έπιπλα, μπορντό ταπετσαρία και χοντρές κυπαρισσί κουρτίνες που ταίριαζαν με τα έπιπλα. «Καθίστε, παρακαλώ. Θέλει κανείς τσάι; Μόλις έφτιαξα ένα φλιτζάνι», είπε η Μαριάν, που πίεζε τον εαυτό της για να φανεί εύθυμη και κεφάτη. «Όχι, ευχαριστώ», είπε η Νάνσι. Κάθισαν στον μακρύ καναπέ κάτω από το παράθυρο.
Η Έρικα παρατήρησε έναν μεγάλο πίνακα της Παρθένου πάνω από το σκαλιστό ξύλινο πλαίσιο του τζακιού και ρίχνοντας μια γρήγορη ματιά στο σαλόνι μέτρησε τέσσερις σταυρούς σε διάφορα μεγέθη να κρέμονται στους τοίχους. Σε κάθε επιφάνεια υπήρχαν φωτογραφίες της Τζέσικα σε επίχρυσες κορνίζες: διάσπαρτες στα μικρά τραπέζια, αραδιασμένες στο περβάζι του παραθύρου και μια ολόκληρη συλλογή στο μικρό πιάνο με ουρά σε μια από τις γωνίες. Παρ’ όλα αυτά, το σαλόνι δεν φαινόταν να χρησιμοποιείται. Δεν υπήρχαν περιοδικά, τηλεόραση ή βιβλία. Η Μαριάν στεκόταν όρθια και με τα δάχτυλά της στριφογύριζε τις χάντρες του ροζάριου που κρατούσε.
«Προσπαθήσαμε να τηλεφωνήσουμε στην οικογένειά σου, αλλά δεν καταφέραμε να τους βρούμε», είπε η Νάνσι. «Είναι όλοι στην Ισπανία. Ο Τόμπι και η Λάουρα έχουν πάει να δουν τον πατέρα τους και τη νέα του… βασικά, δεν είναι γυναίκα του…» «Πρέπει να τους μιλήσουμε…» είπε η Νάνσι. Τα δάχτυλα της Μαριάν άρχισαν να περιστρέφουν γρηγορότερα τις χάντρες, που χτυπούσαν μεταξύ τους· ο μικρός ασημένιος σταυρός που κρεμόταν από το χέρι της κουνιόταν πέρα δώθε πάνω στη φούστα της. Το κάτω χείλος της άρχισε να τρέμει και δάκρυα φάνηκαν στα μάτια της. «Πάω να φτιάξω τσάι· θέλετε τσάι;» «Μαριάν, κάθισε κάτω, σε παρακαλώ», είπε η Νάνσι. «Στο δικό μου το σπίτι εγώ θα κάνω ό,τι θέλω!» φώναξε εκείνη απότομα. «Εντάξει, Μαριάν. Ηρέμησε, σε παρακαλώ· πρέπει να ακούσεις αυτό που έχω να σου πω», είπε η Νάνσι, που σηκώθηκε και της έπιασε τα χέρια. «Όχι! Όχι! ΟΧΙ!» «Η υπαστυνόμος Φόστερ, αποδώ, μου τηλεφώνησε νωρίτερα γιατί ήμουν στο πλευρό σου, όταν…» «Όχι!» «Όταν η Τζέσικα…» «Όχι. Μη λες το όνομά της. Δεν έχεις το δικαίωμα!»
Η Έρικα κοίταξε τον Τζον. Ήταν κατάχλωμος και ξεροκατάπιε. Η Νάνσι συνέχισε χαμηλόφωνα: «Όταν η Τζέσικα εξαφανίστηκε…» «Όχι. Όχι…» Η Νάνσι γύρισε το κεφάλι προς τα πίσω και έκανε νόημα στην Έρικα να συνεχίσει. «Κυρία Κόλινς, την Παρασκευή το βράδυ, κατά τη διάρκεια μιας έρευνας ρουτίνας που κάναμε εγώ και ο αστυφύλακας ΜακΓκόρι στο λατομείο Χέιζ ανακαλύψαμε ένα ανθρώπινο πτώμα. Έναν σκελετό.» Εκείνη τη στιγμή η Μαριάν σώπασε. Τα μάτια της ήταν ορθάνοιχτα και ανέκφραστα. Κούνησε το κεφάλι αρνούμενη να ακούσει κι άρχισε να οπισθοχωρεί μέχρι που η πλάτη της χτύπησε στον τοίχο. Η Νάνσι έμεινε δίπλα της. «Ο σκελετός ανήκει… Ήταν της Τζέσικα», είπε χαμηλόφωνα η Έρικα.
Η Μαριάν κούνησε με δυσπιστία το κεφάλι· δάκρυα έτρεχαν στα μάγουλά της. «Όχι. Κάνετε λάθος! Θα γυρίσει· κάποιος θα τη βρει. Είναι εκεί έξω. Μάλλον δεν θυμάται την πραγματική της οικογένεια. Να, μόλις πήρα το παλτό της απ’ το καθαριστήριο…» Η Έρικα και ο Τζον παρέμειναν καθισμένοι.
«Λυπάμαι, Μαριάν. Τη βρήκαν.» Και η Νάνσι είχε δάκρυα στα μάτια. «Την αναγνώρισαν από τα οδοντιατρικά αρχεία.» Η Μαριάν συνέχισε να κουνάει το κεφάλι, δάκρυα έτρεχαν στο πρόσωπό της, ενώ παρέμενε βουβή. «Κυρία Κόλινς», είπε μαλακά η Έρικα. «Πρέπει να ενημερώσουμε τον σύζυγο, την κόρη σας τη Λάουρα και τον γιο σας τον Τόμπι. Βρίσκονται όλοι στην Ισπανία, έτσι δεν είναι; Έχετε κάποιο τηλέφωνο που μπορούμε να τους καλέσουμε; Θέλουμε να ενημερώσουμε όλη την οικογένεια προτού κάνουμε επίσημη ανακοίνωση στον Τύπο.»«Ναι», είπε χαμηλόφωνα η Μαριάν. Τα ορθάνοιχτα μάτια της ήταν γεμάτα δυσπιστία.
«Τι μπορώ να κάνω, Μαριάν;» ρώτησε η Νάνσι. Εκείνη γύρισε προς το μέρος της και ξαφνικά τράβηξε πίσω το χέρι της και της έριξε μια γροθιά στο πρόσωπο. Η Νάνσι παραπάτησε προς τα πίσω, με τη μύτη της να τρέχει αίμα, και έπεσε πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού. «Έξω απ’ το σπίτι μου! Όλοι σας!» έσκουξε η Μαριάν. «Έξω! ΕΞΩ!» Ο Τζον και η Έρικα πετάχτηκαν όρθιοι και έτρεξαν προς τη Νάνσι, που το πρόσωπό της είχε γεμίσει αίματα. Η Μαριάν έσκουξε και, ακουμπισμένη όπως ήταν στον τοίχο, χαμήλωσε σιγά σιγά στο πάτωμα. Από το μπροστινό προεξέχον παράθυρο ακούστηκαν αυτοκίνητα να καταφθάνουν και φώτα άρχισαν να αστράφτουν. Οι δημοσιογράφοι είχαν μάθει τα νέα και είχαν περικυκλώσει και πάλι το σπίτι».
Ειδήσεις σήμερα:
Τραμπ: Από ιστό εμβρύου τα κύτταρα της «θεραπείας» για τον κορωνοϊό - Φάουτσι: Τα αντισώματα βοήθησαν
Ευτέρπη Κουτζαμάνη: Μου έστειλαν «μήνυμα» με σφαίρες όταν ανέλαβα την υπόθεση της Χρυσής Αυγής - Δεν φοβήθηκα ποτέ
Κτηνωδία στην Κρήτη: «Το έκανα για να ηρεμήσει» λέει ο άντρας που κακοποίησε τον σκύλο
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα