Vangelis: Ο Έλληνας που άλλαξε τους δρόμους της μουσικής
Vangelis: Ο Έλληνας που άλλαξε τους δρόμους της μουσικής
Η ζωή και οι σημαντικότεροι σταθμοί της διεθνούς καριέρας του μεγάλου καλλιτέχνη που βρέθηκε να συγκλονίζει με την ερμηνεία του σε ηλικία μόλις 4 ετών τον Στράτη Μυριβήλη, να κερδίζει βραβεία και ένα Οσκαρ, να στέλνει τους ήχους του πέρα από τη Γη και να εμπνέει τους αστροφυσικούς ώστε να χαρίσουν το όνομά του σε έναν πλανήτη απ’ όπου θα φωτίζει πλέον τις μουσικές μας νύχτες
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Μπορεί η μουσική του Φρανκ Σινάτρα να μην έχει καμία σχέση με αυτή του Βαγγέλη Παπαθανασίου, αλλά ο τίτλος του τραγουδιού «My way» ταιριάζει γάντι στον διεθνή καλλιτέχνη που, όσο ζούσε, δεν έκανε καμία έκπτωση στις επιθυμίες και την πάντοτε αστείρευτη ορμή και δημιουργικότητά του: βίωσε κάθε στιγμή μέχρι το μεδούλι, έστειλε τα μουσικά του μηνύματα στο Διάστημα, έγινε ιππότης και είδε ένα Οσκαρ να στολίζει το σαλόνι του από νωρίς, κάνοντας πάντοτε τα πράγματα με τον δικό του τρόπο.
Η διεθνής καριέρα του ξεκίνησε όταν έφτασε στο Παρίσι το 1968, την εποχή που ξεσπούσε το κίνημα των φοιτητών, στους οποίους χάρισε μερικά από τα πιο διάσημα κομμάτια της εξέγερσής τους, συμπυκνώνοντας έκτοτε το επιβλητικό ονοματεπώνυμο Ευάγγελος-Οδυσσέας Παπαθανασίου στο ευσύνοπτο Vangelis, με το οποίο έγινε γνωστός. Εκτός όμως από τις συνεργασίες, πολλά ήταν τα ιστορικά όχι που είπε στη ζωή και την καριέρα του όπως στον Μελ Γκίμπσον, όταν εκείνος του ζήτησε να γράψει το soundtrack για την ταινία του «Τα πάθη του Χριστού» αλλά και στον Αλαν Πάρκερ, τον σκηνοθέτη του πολυβραβευμένου «Εξπρές του Μεσονυχτίου». Δεν το μετάνιωσε, όμως, ποτέ γιατί για εκείνον η ζωή έπρεπε να υπακούει πάντα στα δικά της μέτρα, να ακολουθεί την πλατωνική αρμονία για την οποία επανειλημμένως μιλούσε στις συνεντεύξεις του.
Για χάρη αυτής της αρμονίας φρόντισε να μη θυσιάσει καμία από τις απολαύσεις του και να χαρεί τα ταξίδια, την περιπέτεια και τις αμέριμνες περιπλανήσεις με το σκάφος του. Οχι ότι δεν ήταν αφοσιωμένος στο έργο του, για το οποίο απαιτούσε υψηλή ποιότητα και απόλυτες προϋποθέσεις, αλλά η ελληνική σιέστα και τα ταξίδια που δεν έπαυε να κάνει σε όλο τον κόσμο ήταν ύψιστες προτεραιότητες, όπως το διάβασμα επιστημονικών βιβλίων και οι έξοδοι με τους φίλους. Η καριέρα, άλλωστε, ήταν για εκείνον φυσικό αποτέλεσμα και όχι επιδίωξη. Από τότε που αντιλήφθηκε ότι πάντοτε θα κινείται με την ίδια περιστροφική δύναμη που κατηύθυνε τους πιο αγαπημένους του πλανήτες, όλα γίνονταν με τους δικούς του συμπαντικούς ρυθμούς. Και τα κατάφερε.
Περίπου σαν ένας μικρός Πλάτων, ο οποίος στον «Τίμαιο» έλεγε: «Ο δημιουργός, ως άριστος, επέλεξε το υπόδειγμα, το οποίο, επειδή συγκεντρώνει κάθε είδους ωραιότητα και τελειότητα, είναι ποιοτικώς υπέρτερο και συνεπώς αιώνιο και αμετάβλητο. Δημιουργήθηκε, λοιπόν, ο αισθητός κόσμος ως εικόνα του αιωνίου και αρίστου υποδείγματος». Και αυτός το πίστευε μέχρι τέλους όταν στις συνεντεύξεις του έλεγε ότι η μουσική έρχεται σε αυτόν γιατί προϋπήρχε ως απόλυτο αγαθό κάπου από παλιά και ότι οι συνθέσεις συμβαίνουν σχεδόν σαν επιφοίτηση. Ηταν άλλος ένας τρόπος για να ορίσει με έναν συγκεκριμένο τρόπο τον χαρακτήρα της ευφυΐας και να θέσει τον εαυτό του στη θέση του δημιουργού. Η μετριοπάθεια δεν ταίριαζε, εξάλλου, ποτέ στους μεγάλους.
Το παιδί-θαύμα
Ως άνθρωπος που γεννήθηκε για να ξεχωρίζει, ο γεννημένος στις 29 Μαρτίου του 1943 στην Αγριά Βόλου Ευάγγελος-Οδυσσέας Παπαθανασίου, την ώρα που τα άλλα παιδάκια δοκίμαζαν τα πρώτα τους βήματα, εκείνος άκουγε για ώρες συμφωνίες και στα 4 του είχε ήδη συνθέσει το πρώτο του έργο, ενώ στα 6 είχε δώσει την πρώτη του δημόσια παράσταση χωρίς να χρειαστεί καμία μουσική εκπαίδευση. Αλλωστε, όπως είχε παραδεχθεί, χρόνια μετά το Οσκαρ για τους «Δρόμους της Φωτιάς», ήταν το το μουσικό αυτί που τον βοηθούσε να εμπνέεται τα πιο απαιτητικά κομμάτια, ένας αυτοδίδαχτος που προτιμούσε τη θεωρία από τις δύσκολες και απαιτητικές μουσικές σπουδές.
Το ταλέντο του ήταν τόσο ξεχωριστό που έκανε ακόμα και τον Στράτη Μυριβήλη να γράψει ένα κείμενο γι’ αυτό το παιδάκι που ενώ δεν είχε καν κλείσει τα 6, έπαιζε εκπληκτικό πιάνο: «Ανάμεσα στις ευχάριστες εκπλήξεις που με περίμεναν στον Βόλο ήταν και ένα παιδάκι 6 ή 6,5 ετών που ανακάλυψα προικισμένο με το θείο δώρο του ταλέντου», έγραφε σε κείμενό του ο σπουδαίος λογοτέχνης για τον μικρό Βάγγο. «Ο μικρός αυτός με τις ποδίτσες της πρώτης δημοτικού και τα γκρίζα γελαστά ματάκια του, είναι από τώρα ένας αυτοδίδακτος μικροσκοπικός συνθέτης. Μου έπαιξε στο πιάνο δύο συνθέσεις του που με κατέπληξαν. Τη μια την έλεγε “Οι καμπάνες” και την άλλη “Ο χορός”. Πρέπει να δει κανείς τα μικροσκοπικά δαχτυλάκια του να αγωνίζονται να πιάσουν τις θαυμάσιες συγχορδίες που κανείς δεν του δίδαξε, πρέπει να ακούσει τους χρωματισμούς και τα χαριτωμένα ευρήματά του, για να καταλάβει το νόημα του Ευαγγελιστού που είπε: “Πνεύμα ο Θεός και όπου θέλει πίνει”».
Από τότε φαινόταν το διαρκές θαύμα της μουσικής του μετέπειτα διεθνούς Vangelis, ο οποίος θα διανύσει μια τρελή πορεία από το μικρό χωριό του Βόλου, στην Αθήνα, όπου θα σπουδάσει στην Ακαδημία Καλών Τεχνών Μουσική, Καλές Τέχνες και Σκηνοθεσία, μεταβαίνοντας στη συνέχεια στο Παρίσι και από εκεί σε ολόκληρο τον κόσμο μέχρι το Διάστημα! Αν ο Ελον Μασκ φρόντισε να ανεβάσει στον λογαριασμό του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποχαιρετιστήριο μήνυμα στον Ελληνα μουσικό είναι γιατί ήταν από τους ελάχιστους που είχε μετατρέψει το Διάστημα σε πεδίο καλλιτεχνικής έμπνευσης.
Αλλωστε από μικρός ήξερε ότι δεν ανήκει στα επίγεια: επικοινωνούσε με τα άστρα διαβάζοντας ό,τι υπάρχει για τη ζωή σε άλλους πλανήτες και δίνοντας άλλη διάσταση στους παράξενους, πειραματικούς ήχους που ακούγονταν, για πρώτη φορά, τη δεκαετία του ’60 στην Ελλάδα. Από τότε έως πρόσφατα το όνομά του δεν έπαψε να βρίσκεται ποτέ στην πρώτη γραμμή δικαιώνοντας όλες τις απαιτήσεις ενός δύσκολου ηλεκτρονικού μουσικού οράματος αλλά και τη φιλοδοξία για μια μεγάλη καριέρα που έφτασε νωρίς. Ο ίδιος προτιμούσε, άλλωστε, να μιλάει με τους ήχους της μουσικής του που έτσι και αλλιώς δεν συνοδευόταν τόσο από λόγια όσο από ήχους και από παράξενες φωνές. Οι σιωπές που διαπερνούσαν τα μεγαλύτερα διαστήματα της μουσικής του συμφωνούσαν, επίσης, απόλυτα και με τη μυστική, σχεδόν συνωμοτική σιωπή γύρω από την προσωπική του ζωή.
Η διεθνής καριέρα του ξεκίνησε όταν έφτασε στο Παρίσι το 1968, την εποχή που ξεσπούσε το κίνημα των φοιτητών, στους οποίους χάρισε μερικά από τα πιο διάσημα κομμάτια της εξέγερσής τους, συμπυκνώνοντας έκτοτε το επιβλητικό ονοματεπώνυμο Ευάγγελος-Οδυσσέας Παπαθανασίου στο ευσύνοπτο Vangelis, με το οποίο έγινε γνωστός. Εκτός όμως από τις συνεργασίες, πολλά ήταν τα ιστορικά όχι που είπε στη ζωή και την καριέρα του όπως στον Μελ Γκίμπσον, όταν εκείνος του ζήτησε να γράψει το soundtrack για την ταινία του «Τα πάθη του Χριστού» αλλά και στον Αλαν Πάρκερ, τον σκηνοθέτη του πολυβραβευμένου «Εξπρές του Μεσονυχτίου». Δεν το μετάνιωσε, όμως, ποτέ γιατί για εκείνον η ζωή έπρεπε να υπακούει πάντα στα δικά της μέτρα, να ακολουθεί την πλατωνική αρμονία για την οποία επανειλημμένως μιλούσε στις συνεντεύξεις του.
Για χάρη αυτής της αρμονίας φρόντισε να μη θυσιάσει καμία από τις απολαύσεις του και να χαρεί τα ταξίδια, την περιπέτεια και τις αμέριμνες περιπλανήσεις με το σκάφος του. Οχι ότι δεν ήταν αφοσιωμένος στο έργο του, για το οποίο απαιτούσε υψηλή ποιότητα και απόλυτες προϋποθέσεις, αλλά η ελληνική σιέστα και τα ταξίδια που δεν έπαυε να κάνει σε όλο τον κόσμο ήταν ύψιστες προτεραιότητες, όπως το διάβασμα επιστημονικών βιβλίων και οι έξοδοι με τους φίλους. Η καριέρα, άλλωστε, ήταν για εκείνον φυσικό αποτέλεσμα και όχι επιδίωξη. Από τότε που αντιλήφθηκε ότι πάντοτε θα κινείται με την ίδια περιστροφική δύναμη που κατηύθυνε τους πιο αγαπημένους του πλανήτες, όλα γίνονταν με τους δικούς του συμπαντικούς ρυθμούς. Και τα κατάφερε.
Περίπου σαν ένας μικρός Πλάτων, ο οποίος στον «Τίμαιο» έλεγε: «Ο δημιουργός, ως άριστος, επέλεξε το υπόδειγμα, το οποίο, επειδή συγκεντρώνει κάθε είδους ωραιότητα και τελειότητα, είναι ποιοτικώς υπέρτερο και συνεπώς αιώνιο και αμετάβλητο. Δημιουργήθηκε, λοιπόν, ο αισθητός κόσμος ως εικόνα του αιωνίου και αρίστου υποδείγματος». Και αυτός το πίστευε μέχρι τέλους όταν στις συνεντεύξεις του έλεγε ότι η μουσική έρχεται σε αυτόν γιατί προϋπήρχε ως απόλυτο αγαθό κάπου από παλιά και ότι οι συνθέσεις συμβαίνουν σχεδόν σαν επιφοίτηση. Ηταν άλλος ένας τρόπος για να ορίσει με έναν συγκεκριμένο τρόπο τον χαρακτήρα της ευφυΐας και να θέσει τον εαυτό του στη θέση του δημιουργού. Η μετριοπάθεια δεν ταίριαζε, εξάλλου, ποτέ στους μεγάλους.
Το παιδί-θαύμα
Ως άνθρωπος που γεννήθηκε για να ξεχωρίζει, ο γεννημένος στις 29 Μαρτίου του 1943 στην Αγριά Βόλου Ευάγγελος-Οδυσσέας Παπαθανασίου, την ώρα που τα άλλα παιδάκια δοκίμαζαν τα πρώτα τους βήματα, εκείνος άκουγε για ώρες συμφωνίες και στα 4 του είχε ήδη συνθέσει το πρώτο του έργο, ενώ στα 6 είχε δώσει την πρώτη του δημόσια παράσταση χωρίς να χρειαστεί καμία μουσική εκπαίδευση. Αλλωστε, όπως είχε παραδεχθεί, χρόνια μετά το Οσκαρ για τους «Δρόμους της Φωτιάς», ήταν το το μουσικό αυτί που τον βοηθούσε να εμπνέεται τα πιο απαιτητικά κομμάτια, ένας αυτοδίδαχτος που προτιμούσε τη θεωρία από τις δύσκολες και απαιτητικές μουσικές σπουδές.
Το ταλέντο του ήταν τόσο ξεχωριστό που έκανε ακόμα και τον Στράτη Μυριβήλη να γράψει ένα κείμενο γι’ αυτό το παιδάκι που ενώ δεν είχε καν κλείσει τα 6, έπαιζε εκπληκτικό πιάνο: «Ανάμεσα στις ευχάριστες εκπλήξεις που με περίμεναν στον Βόλο ήταν και ένα παιδάκι 6 ή 6,5 ετών που ανακάλυψα προικισμένο με το θείο δώρο του ταλέντου», έγραφε σε κείμενό του ο σπουδαίος λογοτέχνης για τον μικρό Βάγγο. «Ο μικρός αυτός με τις ποδίτσες της πρώτης δημοτικού και τα γκρίζα γελαστά ματάκια του, είναι από τώρα ένας αυτοδίδακτος μικροσκοπικός συνθέτης. Μου έπαιξε στο πιάνο δύο συνθέσεις του που με κατέπληξαν. Τη μια την έλεγε “Οι καμπάνες” και την άλλη “Ο χορός”. Πρέπει να δει κανείς τα μικροσκοπικά δαχτυλάκια του να αγωνίζονται να πιάσουν τις θαυμάσιες συγχορδίες που κανείς δεν του δίδαξε, πρέπει να ακούσει τους χρωματισμούς και τα χαριτωμένα ευρήματά του, για να καταλάβει το νόημα του Ευαγγελιστού που είπε: “Πνεύμα ο Θεός και όπου θέλει πίνει”».
Από τότε φαινόταν το διαρκές θαύμα της μουσικής του μετέπειτα διεθνούς Vangelis, ο οποίος θα διανύσει μια τρελή πορεία από το μικρό χωριό του Βόλου, στην Αθήνα, όπου θα σπουδάσει στην Ακαδημία Καλών Τεχνών Μουσική, Καλές Τέχνες και Σκηνοθεσία, μεταβαίνοντας στη συνέχεια στο Παρίσι και από εκεί σε ολόκληρο τον κόσμο μέχρι το Διάστημα! Αν ο Ελον Μασκ φρόντισε να ανεβάσει στον λογαριασμό του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποχαιρετιστήριο μήνυμα στον Ελληνα μουσικό είναι γιατί ήταν από τους ελάχιστους που είχε μετατρέψει το Διάστημα σε πεδίο καλλιτεχνικής έμπνευσης.
Αλλωστε από μικρός ήξερε ότι δεν ανήκει στα επίγεια: επικοινωνούσε με τα άστρα διαβάζοντας ό,τι υπάρχει για τη ζωή σε άλλους πλανήτες και δίνοντας άλλη διάσταση στους παράξενους, πειραματικούς ήχους που ακούγονταν, για πρώτη φορά, τη δεκαετία του ’60 στην Ελλάδα. Από τότε έως πρόσφατα το όνομά του δεν έπαψε να βρίσκεται ποτέ στην πρώτη γραμμή δικαιώνοντας όλες τις απαιτήσεις ενός δύσκολου ηλεκτρονικού μουσικού οράματος αλλά και τη φιλοδοξία για μια μεγάλη καριέρα που έφτασε νωρίς. Ο ίδιος προτιμούσε, άλλωστε, να μιλάει με τους ήχους της μουσικής του που έτσι και αλλιώς δεν συνοδευόταν τόσο από λόγια όσο από ήχους και από παράξενες φωνές. Οι σιωπές που διαπερνούσαν τα μεγαλύτερα διαστήματα της μουσικής του συμφωνούσαν, επίσης, απόλυτα και με τη μυστική, σχεδόν συνωμοτική σιωπή γύρω από την προσωπική του ζωή.
Δεν έκανε παιδιά, καθώς, όπως έλεγε, ήταν αφοσιωμένος στο έργο του και οι πληροφορίες τον θέλουν να έχει παντρευτεί δύο φορές, τη μια τη Γαλλοπολωνή φωτογράφο και συγγραφέα Βερόνικα Σκαγουίνσκα, η οποία είχε, επίσης, συνεργαστεί με τον Ντέμη Ρούσσο και τη δεύτερη με τη Βάνα Βερούτη που του είχε κάνει φωνητικά στο «La Fête sauvage» και αργότερα, για το «Heaven and Hell». Είχε πάντα καλούς φίλους, όπως την πάντοτε πιστή σε αυτόν Ειρήνη Παππά αλλά και τον σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη, με τους οποίους είχε κάνει την αξέχαστη παράσταση «Ηλέκτρα». Hταν η ίδια εποχή, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν το Oσκαρ του είχε ανοίξει τον δρόμο για διάφορες συνεργασίες στο θέατρο, όπως το μπαλέτο «Φράνκεσταϊν ή ο Σύγχρονος Προμηθέας» (1985) αλλά και η «Πεντάμορφη και το τέρας» από το Royal Ballet στο Covent Garden του Λονδίνου.
Τα χρόνια στο Παρίσι και ο Νταλί
Σε μια εποχή όπου ο κόσμος μοιραζόταν ανάμεσα στους ακραία πολιτικοποιημένους και τους αδιάφορους στις κρίσιμες δεκαετίες ’60 και ’70, ο Παπαθανασίου επέλεξε το μοντέρνο. Χωρίς να ανήκει σε πολιτικά σχήματα ένιωσε, ωστόσο, τον άνεμο της εξέγερσης που ξεσήκωνε το Παρίσι, όταν βρέθηκε στην Πόλη του Φωτός μαζί με τον Ντέμη Ρούσσο και ενσωμάτωσε τους ήχους από τα γεγονότα στη γαλλική πρωτεύουσα σε τραγούδια του σε άλμπουμ των Aphrodite’s Child ανακατεμένα με τις μουσικές από ένα επικό σινθεσάιζερ που έγινε το σήμα-κατατεθέν του. Από ένα υποτιμημένο όργανο, άμεσα συνυφασμένο με τα δευτεροκλασάτα άσματα που έπαιζαν σε λαϊκά κέντρα στην Ελλάδα, εκείνος μετέτρεψε το σινθεσάιζερ σε μέσο ηλεκτρονικών συνθέσεων και ψυχεδελικών οραμάτων.
Στο Παρίσι, άλλωστε, του 1968 το έδαφος ήταν γόνιμο για κάθε είδους πειραματισμούς, κι έτσι κατάφεραν να υλοποιηθούν ακριβώς όπως τα είχαν στο μυαλό τα σχέδια των Ντέμη Ρούσσο, Λουκά Σιδερά και Αργύρη Κουλούρη, δηλαδή των φίλων και μελών του συγκροτήματος Aphrodite’s Child. Και τα τρία άλμπουμ του συγκροτήματος με τρελούς τίτλους όπως «End of the World», «It’s Five O Clock» και «666» με ψυχεδελικά ηχοχρώματα με έντονο το στοιχείο του πειραματισμού, έγιναν τρομερή επιτυχία με το καλημέρα ξεπερνώντας τα εκατομμύρια αντίτυπα και δίνοντας στον Βαγγέλη Παπαθανασίου την ευκαιρία να γίνει ένας μουσικός-πρότυπο για νέα σχήματα και εξορμήσεις. Η τεράστια επιτυχία του «666» του έδωσε, επίσης, την αφορμή για να συναντήσει από κοντά τον Σαλβαντόρ Νταλί, στην πρώτη παρουσίαση του δίσκου το 1971.
Με τον Ισπανό σουρεαλιστή μοιράζονταν, επίσης, κοινές εικαστικές ανησυχίες, αφού παράλληλα με τη μουσική ο Vangelis δεν έπαψε ποτέ να ζωγραφίζει. Μάλιστα ο Κώστας Φέρρης είχε κάποια στιγμή αφηγηθεί ότι ο Νταλί είχε προτείνει στον Παπαθανασίου να κάνουν μια μοναδική παρουσίαση στη Βαρκελώνη για τον δίσκο με ελέφαντες, βόμβες, και όλα τα τρελά που μπορούσε ο Νταλί να φανταστεί! Ωστόσο, η προτεραιότητα του Vangelis ήταν η ηχογράφηση και η μουσική όχι τα χάπενιγνκ. Γνωρίζοντας ότι η μουσική του δεν χωράει μόνο σε άλμπουμ, αλλά ότι χρειάζεται την εικόνα ως ιδανικό συμπλήρωμα, αναζητούσε διακαώς νέες ιδέες και νέα projects. Πρόσφορο έδαφος του έδωσε το ντοκιμαντέρ που τότε, τη δεκαετία του ’60, παρέμενε ένα άγνωστο ακόμα είδος, πόσο μάλλον για έναν μουσικό, αλλά του πρόσφερε ένα καλό έναυσμα ώστε να ντύσει μουσικά ταινίες: η αρχή έγινε το 1970 με τη μουσική για το ντοκιμαντέρ του Φρεντερίκ Ροσίφ «Η αποκάλυψη των Ζώων» που κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1973.
Επίσης, η βαθιά ενασχόληση του Vangelis με τη ζωή στο Διάστημα και το υπερ-κόσμιο σύμπαν τον ενέπνευσε ώστε να ντύσει μουσικά τη σειρά ντοκιμαντέρ «Cosmos: A Personal Voyage» που τότε παρακολουθούσαν 500 εκατομμύρια άνθρωποι! Θα ακολουθήσουν τα «Albedo 0.3», «Spiral» (1977) και μια σειρά από βραβεία. Το ενδιαφέρον του, βέβαια, για τα ντοκιμαντέρ και ειδικά για τη ζωή τόσο στο Διάστημα όσο και κάτω από τη θάλασσα δεν έπαψε ποτέ και μνημειώδεις είναι οι μουσικές με τις οποίες έντυσε μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του Ζακ Ιβ Κουστό. Αξιοπρόσεκτη και η μουσική για την ταινία «We cannot permit» που προβλήθηκε στην Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για το Περιβάλλον του 1992. Αυτό, όμως, που άνοιξε διάπλατα όλες τις πόρτες για τα μελλοντικά του μουσικά σχέδια και τον έκανε διάσημο στις άκρες του πλανήτη -και όχι μόνο- ήταν το Χόλιγουντ.
Το πέρασμα στο Χόλιγουντ
Μετά τα μουσικά ντοκιμαντέρ, το νέο άγνωστο είδος που θέλγει τον Vangelis είναι τα διαφημιστικά σποτ, ειδικά όταν τη σκηνοθεσία υπογράφει ένας αξιόλογος σκηνοθέτης. Η συνεργασία του με τον Ρίντλεϊ Σκοτ για το σύντομο διαφημιστικό φιλμάκι για το κλασικό άρωμα Chanel No 5 με τον χαρακτηριστικό και άκρως υποδηλωτικό για το κοινό τους όραμα τίτλο «Share the Fantasy» φέρνει κοντά τους δυο δημιουργούς, οι οποίοι συναντιούνται το καλοκαίρι του 1981 στο Λονδίνο και ανταλλάσσουν απόψεις για την πρωτοπορία, την τέχνη και το Διάστημα. Στο άκουσμα και μόνο της ταινίας «Blade Runner», που μόλις είχε ολοκληρωθεί όσον αφορά τα γυρίσματα και ήταν στην τελική φάση του μοντάζ, ως science fiction έργο, ακριβώς στα μέτρα του Vangelis, ενθουσιάζεται.
Δέχεται, μάλιστα, να γράψει τη μουσική κι έτσι γεννιέται μία από τις πιο όμορφες και αριστουργηματικές συνεργασίες όλων των εποχών. Παράλληλα, έναν χρόνο αργότερα και ανήμερα των 39ων γενεθλίων του καταφτάνει η χαρμόσυνη είδηση του Οσκαρ για τη μουσική της ταινίας του Χιου Χάντσον «Οι δρόμοι της Φωτιάς» (Chariots of Fire) με το soundtrack να συνοδεύει έκτοτε όλους τους Ολυμπιακούς Αγώνες και να καθίσταται μία από τις πιο διάσημες και χαρακτηριστικές μουσικές για την ιστορία του κινηματογράφου. Ο δίσκος θα πουλήσει κυριολεκτικά εκατομμύρια αντίτυπα και θα κάνει διάσημο το όνομα του Vangelis στο Χόλιγουντ και σε ολόκληρο τον κόσμο.
H μουσική εισαγωγή από τους «Δρόμους της φωτιάς»
Ο ίδιος είχε, ωστόσο, το θάρρος, αρκετά χρόνια αργότερα να παραδεχτεί ότι η σύνθεση έγινε απλώς λόγω του φυσικού ταλέντου του, που λέγεται μουσικό αυτί, και ότι δεν είχε γραφτεί προηγουμένως καμία παρτιτούρα: μόνο ένας καλλιτέχνης με το εκτόπισμα του Παπαθανασίου θα μπορούσε να είχε προβεί σε τέτοια δήλωση και θα είχε το θάρρος να την υποστηρίξει. Δεν είχε, άλλωστε, ποτέ ανάγκη από έξωθεν επιβεβαιώσεις: το έργο του ήταν αυτό που ξεπερνούσε τις μικροπολιτικές, τα κουτσομπολιά και τις αντιδράσεις. Ο Παπαθανασίου θα παίξει μάλιστα ζωντανά τους «Δρόμους της Φωτιάς» μπροστά τους συμπατριώτες του σε ένα κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο το 1997 στο πλαίσιο της τελετής έναρξης του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος στίβου της IAAF.
Η μουσική εισαγωγή από το «1492, Η κατάκτηση του Παραδείσου»
Θα ακολουθήσει η συνεργασία με τον Ολιβερ Στόουν για τον «Αλέξανδρο», άλλη μία επιτυχία που ξεπερνάει τα σύνορα. Οσο για τον Ρίντλεϊ Σκοτ, η συνεργασία τους δεν τελειώνει στο «Blade Runner» και η φιλία τούς κάνει να δουλεύουν από κοινού μια σειρά από projects. Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος που εμπνέονται τη μουσική για το κινηματογραφικό έπος «1492: Χριστόφορος Κολόμβος» ύστερα από κοινές συζητήσεις, οι οποίες συνοδεύονται με διάφορα πειράματα του Vangelis στο σινθεσάιζερ που καταλήγουν να γίνουν soundtrack. Σε μια συνέντευξή του ο Παπαθανασίου έλεγε πως ο Σκοτ είχε καταλάβει ότι η μουσική έχει παραδοθεί με το που χτύπησε τους πρώτους ήχους στο σινθεσάιζερ, προτού ακόμα το αντιληφθεί ο ίδιος.
Αλλά έτσι ήταν πάντα η έμπνευση για τον Vangelis: ερχόταν ακριβώς προτού προλάβει να τη συνειδητοποιήσει. Την ίδια εποχή συνεργάζεται με τον Ρόμαν Πολάνσκι για την ταινία «Bitter Moon», αλλά και για μια άλλη σειρά από πετυχημένες ταινίες όπως τον «Αγνοούμενο» του Κώστα Γαβρά, την «Ανταρσία του Μπάουντι» και το «Κάποιος να με προσέχει». Ωστόσο, η συνεργασία που τον κάνει πραγματικά περήφανο είναι αυτή με τη NASA, η οποία αντανακλά το μόνιμο και έντονο ενδιαφέρον που έδειχνε για το Διάστημα, την Αστροφυσική και τις Επιστήμες.
Η συνεργασία με τη ΝΑSA
Παράλληλα, λοιπόν, με τη μεγάλη του αγάπη για τη ζωγραφική, την οποία δεν εγκατέλειψε ποτέ, όπως δεν έπαψε να αποτίει φόρο τιμής στους αγαπημένους του ζωγράφους, όπως τον El Greco, γράφοντας τη μουσική για την ομώνυμη ταινία του Γιάννη Σμαραγδή, αυτό όμως που τον οδηγούσε ήταν ο δρόμος προς το Δάστημα, τα χνάρια που άφηναν οι πρώτοι κοσμοναύτες και που έκαναν, πολλά χρόνια αργότερα, τους αστρονόμους του Smithsonian Institute να δώσουν το όνομά του σε ένα αστέρι! Αλλά και η ΝΑSΑ, με την οποία διατηρούσε πάντα στενή συνεργασία, φτάνοντας να υποδέχεται συνέδριά της στην πατρίδα του, τον Βόλο, επέλεξε τον Βαγγέλη Παπαθανασίου για να στείλει τα δικά της σήματα στο Διάστημα, γνωστοποιώντας του κάθε βήμα της αποστολής του Juno προς τον αγαπημένο του πρωτόγονο, όπως τον αποκαλούσε, πλανήτη Δία.
Από τις κασέτες με τους ήχους της αποστολής εμπνεύστηκε διάφορα κομμάτια του απολύτως διαστημικού άλμπουμ με τον τίτλο «Juno to Jupiter» που κυκλοφόρησε μόλις πέρυσι από την αξιόλογη εταιρεία κλασικής μουσικής Decca Records. Εμπνευσμένο από τη συγκεκριμένη αποστολή της ΝΑSΑ στον Δία το άλμπουμ ανακατεύει μοναδικά ορχηστρικά κομμάτια, οπερατικές φωνές και ήχους... από το Διάστημα. Στο «Juno to Jupiter», δηλαδή, ακούγονται και πραγματικοί ήχοι από την εκτόξευση του Juno από τη Γη, από το σκάφος και από τα διαφορετικά στάδια του ταξιδιού του, ενώ συμμετέχει η διεθνούς φήμης ντίβα της όπερας Αντζελα Γκεοργκίου.
Χαρακτηριστική είναι η ανακοίνωση της Decca για το πρότζεκτ: «Οι ενορχηστρώσεις του Βαγγέλη Παπαθανασίου γι’ αυτό το νέο άλμπουμ διευρύνουν για άλλη μία φορά τους ορίζοντες της ηλεκτρονικής μουσικής “θολώνοντας” τη γραμμή μεταξύ αυτής και της ακουστικής συμφωνικής μουσικής που κορυφώνονται σε ένα συναρπαστικό και ταυτόχρονα χαλαρωτικό μουσικό ταξίδι. Η χαρακτηριστική χρήση σινθεσάιζερ, τολμηρών ορειχάλκινων ριφ και επεκτατικών χορδών του μεταφέρει μια αίσθηση μυστηρίου για τη ζωή πέρα από τον δικό μας κόσμο». Αλλά και ο ίδιος αποκάλυψε με ακρίβεια τις σκέψεις του για την υλοποίηση του project: «Σκέφτηκα να δώσω έμφαση στα χαρακτηριστικά του Δία και της Ηρας που, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, είχαν μια ιδιαίτερη σχέση. Ενιωσα ότι πρέπει να παρουσιάσω τον Δία μόνο με ήχο, καθώς οι μουσικοί κανόνες μετατρέπουν το χάος σε αρμονία, η οποία κινεί τα πάντα και την ίδια τη ζωή. Αντιθέτως, για την Ηρα ένιωσα την ανάγκη να διαθέτει φωνή, τη φωνή της Αντζελα Γκεοργκίου».
Aκούστε την «Μυθωδία» για την αποστολή της NASA στον Άρη
Γι’ αυτό και η ΝΑSΑ επέλεξε δικό του έργο για να στείλει τα δικά της μηνύματα στο Διάστημα, το οποίο παρουσιάστηκε το 2001 στους Στύλους του Ολυμπίου Διός για να συνοδεύσει την αποστολή «ΝΑSΑ 2001: Στον Aρη». Σε μια φαντασμαγορική συναυλία που είχε προβληθεί ταυτόχρονα σε όλο τον πλανήτη με τον τίτλο «Μυθωδία», οι Αθηναίοι είχαν τη δυνατότητα να την παρακολουθήσουν από τεράστιες γιγαντοοθόνες που είχαν στηθεί σε διαφορετικά μέρη της Αθήνας ακόμα και στο Ολυμπιακό Στάδιο, με τον Παπαθανασίου να αναλαμβάνει ρόλο μουσικού κοσμοναύτη που ελέγχει την πορεία των ήχων και του σύμπαντος.
Μέσω της συναυλίας το μήνυμα εστάλη με τον καλύτερο τρόπο στον αγαπημένο του πλανήτη, τον Αρη, και η γαλλική κυβέρνηση είχε ταυτόχρονα φροντίσει, με τότε υπουργό Πολιτισμού τον φιλέλληνα Τζακ Λανγκ, να του απονείμει την ύψιστη διάκριση του Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής, σε μια επιβλητική τελετή που έλαβε χώρα στο περιστύλιο του Ζαππείου. Οσο και αν κάποιοι νόμιζαν ότι ο Παπαθανασίου ήταν απλώς ένας συνθέτης, η Ιστορία που έχει ήδη γραφτεί αποδεικνύει ότι ήταν ένας ενδιάμεσος ανάμεσα στα άστρα και τη Γη, το λεπτό και το άπειρο, τη μουσική και το σύμπαν.
Οπως έλεγε και πίστευε πάντα ο ίδιος, δεν έγραφε μουσική, αλλά μεσολαβούσε ώστε αυτή να φτιάξει κόσμους και να ξεπεράσει τα όρια: «Η μουσική μάς καθορίζει πάντα, δεν την καθορίζουμε εμείς», όπως επαναλάμβανε διαρκώς. Γι’ αυτό είναι σίγουρο ότι η αστρόσκονή του θα σκορπιστεί στο Διάστημα που τόσο αγαπούσε, όπου έχουν φτάσει ήδη χρόνια πριν οι αστρικοί του ήχοι.
Τα χρόνια στο Παρίσι και ο Νταλί
Σε μια εποχή όπου ο κόσμος μοιραζόταν ανάμεσα στους ακραία πολιτικοποιημένους και τους αδιάφορους στις κρίσιμες δεκαετίες ’60 και ’70, ο Παπαθανασίου επέλεξε το μοντέρνο. Χωρίς να ανήκει σε πολιτικά σχήματα ένιωσε, ωστόσο, τον άνεμο της εξέγερσης που ξεσήκωνε το Παρίσι, όταν βρέθηκε στην Πόλη του Φωτός μαζί με τον Ντέμη Ρούσσο και ενσωμάτωσε τους ήχους από τα γεγονότα στη γαλλική πρωτεύουσα σε τραγούδια του σε άλμπουμ των Aphrodite’s Child ανακατεμένα με τις μουσικές από ένα επικό σινθεσάιζερ που έγινε το σήμα-κατατεθέν του. Από ένα υποτιμημένο όργανο, άμεσα συνυφασμένο με τα δευτεροκλασάτα άσματα που έπαιζαν σε λαϊκά κέντρα στην Ελλάδα, εκείνος μετέτρεψε το σινθεσάιζερ σε μέσο ηλεκτρονικών συνθέσεων και ψυχεδελικών οραμάτων.
Στο Παρίσι, άλλωστε, του 1968 το έδαφος ήταν γόνιμο για κάθε είδους πειραματισμούς, κι έτσι κατάφεραν να υλοποιηθούν ακριβώς όπως τα είχαν στο μυαλό τα σχέδια των Ντέμη Ρούσσο, Λουκά Σιδερά και Αργύρη Κουλούρη, δηλαδή των φίλων και μελών του συγκροτήματος Aphrodite’s Child. Και τα τρία άλμπουμ του συγκροτήματος με τρελούς τίτλους όπως «End of the World», «It’s Five O Clock» και «666» με ψυχεδελικά ηχοχρώματα με έντονο το στοιχείο του πειραματισμού, έγιναν τρομερή επιτυχία με το καλημέρα ξεπερνώντας τα εκατομμύρια αντίτυπα και δίνοντας στον Βαγγέλη Παπαθανασίου την ευκαιρία να γίνει ένας μουσικός-πρότυπο για νέα σχήματα και εξορμήσεις. Η τεράστια επιτυχία του «666» του έδωσε, επίσης, την αφορμή για να συναντήσει από κοντά τον Σαλβαντόρ Νταλί, στην πρώτη παρουσίαση του δίσκου το 1971.
Με τον Ισπανό σουρεαλιστή μοιράζονταν, επίσης, κοινές εικαστικές ανησυχίες, αφού παράλληλα με τη μουσική ο Vangelis δεν έπαψε ποτέ να ζωγραφίζει. Μάλιστα ο Κώστας Φέρρης είχε κάποια στιγμή αφηγηθεί ότι ο Νταλί είχε προτείνει στον Παπαθανασίου να κάνουν μια μοναδική παρουσίαση στη Βαρκελώνη για τον δίσκο με ελέφαντες, βόμβες, και όλα τα τρελά που μπορούσε ο Νταλί να φανταστεί! Ωστόσο, η προτεραιότητα του Vangelis ήταν η ηχογράφηση και η μουσική όχι τα χάπενιγνκ. Γνωρίζοντας ότι η μουσική του δεν χωράει μόνο σε άλμπουμ, αλλά ότι χρειάζεται την εικόνα ως ιδανικό συμπλήρωμα, αναζητούσε διακαώς νέες ιδέες και νέα projects. Πρόσφορο έδαφος του έδωσε το ντοκιμαντέρ που τότε, τη δεκαετία του ’60, παρέμενε ένα άγνωστο ακόμα είδος, πόσο μάλλον για έναν μουσικό, αλλά του πρόσφερε ένα καλό έναυσμα ώστε να ντύσει μουσικά ταινίες: η αρχή έγινε το 1970 με τη μουσική για το ντοκιμαντέρ του Φρεντερίκ Ροσίφ «Η αποκάλυψη των Ζώων» που κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1973.
Επίσης, η βαθιά ενασχόληση του Vangelis με τη ζωή στο Διάστημα και το υπερ-κόσμιο σύμπαν τον ενέπνευσε ώστε να ντύσει μουσικά τη σειρά ντοκιμαντέρ «Cosmos: A Personal Voyage» που τότε παρακολουθούσαν 500 εκατομμύρια άνθρωποι! Θα ακολουθήσουν τα «Albedo 0.3», «Spiral» (1977) και μια σειρά από βραβεία. Το ενδιαφέρον του, βέβαια, για τα ντοκιμαντέρ και ειδικά για τη ζωή τόσο στο Διάστημα όσο και κάτω από τη θάλασσα δεν έπαψε ποτέ και μνημειώδεις είναι οι μουσικές με τις οποίες έντυσε μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του Ζακ Ιβ Κουστό. Αξιοπρόσεκτη και η μουσική για την ταινία «We cannot permit» που προβλήθηκε στην Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για το Περιβάλλον του 1992. Αυτό, όμως, που άνοιξε διάπλατα όλες τις πόρτες για τα μελλοντικά του μουσικά σχέδια και τον έκανε διάσημο στις άκρες του πλανήτη -και όχι μόνο- ήταν το Χόλιγουντ.
Το πέρασμα στο Χόλιγουντ
Μετά τα μουσικά ντοκιμαντέρ, το νέο άγνωστο είδος που θέλγει τον Vangelis είναι τα διαφημιστικά σποτ, ειδικά όταν τη σκηνοθεσία υπογράφει ένας αξιόλογος σκηνοθέτης. Η συνεργασία του με τον Ρίντλεϊ Σκοτ για το σύντομο διαφημιστικό φιλμάκι για το κλασικό άρωμα Chanel No 5 με τον χαρακτηριστικό και άκρως υποδηλωτικό για το κοινό τους όραμα τίτλο «Share the Fantasy» φέρνει κοντά τους δυο δημιουργούς, οι οποίοι συναντιούνται το καλοκαίρι του 1981 στο Λονδίνο και ανταλλάσσουν απόψεις για την πρωτοπορία, την τέχνη και το Διάστημα. Στο άκουσμα και μόνο της ταινίας «Blade Runner», που μόλις είχε ολοκληρωθεί όσον αφορά τα γυρίσματα και ήταν στην τελική φάση του μοντάζ, ως science fiction έργο, ακριβώς στα μέτρα του Vangelis, ενθουσιάζεται.
Δέχεται, μάλιστα, να γράψει τη μουσική κι έτσι γεννιέται μία από τις πιο όμορφες και αριστουργηματικές συνεργασίες όλων των εποχών. Παράλληλα, έναν χρόνο αργότερα και ανήμερα των 39ων γενεθλίων του καταφτάνει η χαρμόσυνη είδηση του Οσκαρ για τη μουσική της ταινίας του Χιου Χάντσον «Οι δρόμοι της Φωτιάς» (Chariots of Fire) με το soundtrack να συνοδεύει έκτοτε όλους τους Ολυμπιακούς Αγώνες και να καθίσταται μία από τις πιο διάσημες και χαρακτηριστικές μουσικές για την ιστορία του κινηματογράφου. Ο δίσκος θα πουλήσει κυριολεκτικά εκατομμύρια αντίτυπα και θα κάνει διάσημο το όνομα του Vangelis στο Χόλιγουντ και σε ολόκληρο τον κόσμο.
H μουσική εισαγωγή από τους «Δρόμους της φωτιάς»
Ο ίδιος είχε, ωστόσο, το θάρρος, αρκετά χρόνια αργότερα να παραδεχτεί ότι η σύνθεση έγινε απλώς λόγω του φυσικού ταλέντου του, που λέγεται μουσικό αυτί, και ότι δεν είχε γραφτεί προηγουμένως καμία παρτιτούρα: μόνο ένας καλλιτέχνης με το εκτόπισμα του Παπαθανασίου θα μπορούσε να είχε προβεί σε τέτοια δήλωση και θα είχε το θάρρος να την υποστηρίξει. Δεν είχε, άλλωστε, ποτέ ανάγκη από έξωθεν επιβεβαιώσεις: το έργο του ήταν αυτό που ξεπερνούσε τις μικροπολιτικές, τα κουτσομπολιά και τις αντιδράσεις. Ο Παπαθανασίου θα παίξει μάλιστα ζωντανά τους «Δρόμους της Φωτιάς» μπροστά τους συμπατριώτες του σε ένα κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο το 1997 στο πλαίσιο της τελετής έναρξης του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος στίβου της IAAF.
Η μουσική εισαγωγή από το «1492, Η κατάκτηση του Παραδείσου»
Θα ακολουθήσει η συνεργασία με τον Ολιβερ Στόουν για τον «Αλέξανδρο», άλλη μία επιτυχία που ξεπερνάει τα σύνορα. Οσο για τον Ρίντλεϊ Σκοτ, η συνεργασία τους δεν τελειώνει στο «Blade Runner» και η φιλία τούς κάνει να δουλεύουν από κοινού μια σειρά από projects. Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος που εμπνέονται τη μουσική για το κινηματογραφικό έπος «1492: Χριστόφορος Κολόμβος» ύστερα από κοινές συζητήσεις, οι οποίες συνοδεύονται με διάφορα πειράματα του Vangelis στο σινθεσάιζερ που καταλήγουν να γίνουν soundtrack. Σε μια συνέντευξή του ο Παπαθανασίου έλεγε πως ο Σκοτ είχε καταλάβει ότι η μουσική έχει παραδοθεί με το που χτύπησε τους πρώτους ήχους στο σινθεσάιζερ, προτού ακόμα το αντιληφθεί ο ίδιος.
Αλλά έτσι ήταν πάντα η έμπνευση για τον Vangelis: ερχόταν ακριβώς προτού προλάβει να τη συνειδητοποιήσει. Την ίδια εποχή συνεργάζεται με τον Ρόμαν Πολάνσκι για την ταινία «Bitter Moon», αλλά και για μια άλλη σειρά από πετυχημένες ταινίες όπως τον «Αγνοούμενο» του Κώστα Γαβρά, την «Ανταρσία του Μπάουντι» και το «Κάποιος να με προσέχει». Ωστόσο, η συνεργασία που τον κάνει πραγματικά περήφανο είναι αυτή με τη NASA, η οποία αντανακλά το μόνιμο και έντονο ενδιαφέρον που έδειχνε για το Διάστημα, την Αστροφυσική και τις Επιστήμες.
Η συνεργασία με τη ΝΑSA
Παράλληλα, λοιπόν, με τη μεγάλη του αγάπη για τη ζωγραφική, την οποία δεν εγκατέλειψε ποτέ, όπως δεν έπαψε να αποτίει φόρο τιμής στους αγαπημένους του ζωγράφους, όπως τον El Greco, γράφοντας τη μουσική για την ομώνυμη ταινία του Γιάννη Σμαραγδή, αυτό όμως που τον οδηγούσε ήταν ο δρόμος προς το Δάστημα, τα χνάρια που άφηναν οι πρώτοι κοσμοναύτες και που έκαναν, πολλά χρόνια αργότερα, τους αστρονόμους του Smithsonian Institute να δώσουν το όνομά του σε ένα αστέρι! Αλλά και η ΝΑSΑ, με την οποία διατηρούσε πάντα στενή συνεργασία, φτάνοντας να υποδέχεται συνέδριά της στην πατρίδα του, τον Βόλο, επέλεξε τον Βαγγέλη Παπαθανασίου για να στείλει τα δικά της σήματα στο Διάστημα, γνωστοποιώντας του κάθε βήμα της αποστολής του Juno προς τον αγαπημένο του πρωτόγονο, όπως τον αποκαλούσε, πλανήτη Δία.
Από τις κασέτες με τους ήχους της αποστολής εμπνεύστηκε διάφορα κομμάτια του απολύτως διαστημικού άλμπουμ με τον τίτλο «Juno to Jupiter» που κυκλοφόρησε μόλις πέρυσι από την αξιόλογη εταιρεία κλασικής μουσικής Decca Records. Εμπνευσμένο από τη συγκεκριμένη αποστολή της ΝΑSΑ στον Δία το άλμπουμ ανακατεύει μοναδικά ορχηστρικά κομμάτια, οπερατικές φωνές και ήχους... από το Διάστημα. Στο «Juno to Jupiter», δηλαδή, ακούγονται και πραγματικοί ήχοι από την εκτόξευση του Juno από τη Γη, από το σκάφος και από τα διαφορετικά στάδια του ταξιδιού του, ενώ συμμετέχει η διεθνούς φήμης ντίβα της όπερας Αντζελα Γκεοργκίου.
Χαρακτηριστική είναι η ανακοίνωση της Decca για το πρότζεκτ: «Οι ενορχηστρώσεις του Βαγγέλη Παπαθανασίου γι’ αυτό το νέο άλμπουμ διευρύνουν για άλλη μία φορά τους ορίζοντες της ηλεκτρονικής μουσικής “θολώνοντας” τη γραμμή μεταξύ αυτής και της ακουστικής συμφωνικής μουσικής που κορυφώνονται σε ένα συναρπαστικό και ταυτόχρονα χαλαρωτικό μουσικό ταξίδι. Η χαρακτηριστική χρήση σινθεσάιζερ, τολμηρών ορειχάλκινων ριφ και επεκτατικών χορδών του μεταφέρει μια αίσθηση μυστηρίου για τη ζωή πέρα από τον δικό μας κόσμο». Αλλά και ο ίδιος αποκάλυψε με ακρίβεια τις σκέψεις του για την υλοποίηση του project: «Σκέφτηκα να δώσω έμφαση στα χαρακτηριστικά του Δία και της Ηρας που, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, είχαν μια ιδιαίτερη σχέση. Ενιωσα ότι πρέπει να παρουσιάσω τον Δία μόνο με ήχο, καθώς οι μουσικοί κανόνες μετατρέπουν το χάος σε αρμονία, η οποία κινεί τα πάντα και την ίδια τη ζωή. Αντιθέτως, για την Ηρα ένιωσα την ανάγκη να διαθέτει φωνή, τη φωνή της Αντζελα Γκεοργκίου».
Aκούστε την «Μυθωδία» για την αποστολή της NASA στον Άρη
Γι’ αυτό και η ΝΑSΑ επέλεξε δικό του έργο για να στείλει τα δικά της μηνύματα στο Διάστημα, το οποίο παρουσιάστηκε το 2001 στους Στύλους του Ολυμπίου Διός για να συνοδεύσει την αποστολή «ΝΑSΑ 2001: Στον Aρη». Σε μια φαντασμαγορική συναυλία που είχε προβληθεί ταυτόχρονα σε όλο τον πλανήτη με τον τίτλο «Μυθωδία», οι Αθηναίοι είχαν τη δυνατότητα να την παρακολουθήσουν από τεράστιες γιγαντοοθόνες που είχαν στηθεί σε διαφορετικά μέρη της Αθήνας ακόμα και στο Ολυμπιακό Στάδιο, με τον Παπαθανασίου να αναλαμβάνει ρόλο μουσικού κοσμοναύτη που ελέγχει την πορεία των ήχων και του σύμπαντος.
Μέσω της συναυλίας το μήνυμα εστάλη με τον καλύτερο τρόπο στον αγαπημένο του πλανήτη, τον Αρη, και η γαλλική κυβέρνηση είχε ταυτόχρονα φροντίσει, με τότε υπουργό Πολιτισμού τον φιλέλληνα Τζακ Λανγκ, να του απονείμει την ύψιστη διάκριση του Τάγματος της Λεγεώνας της Τιμής, σε μια επιβλητική τελετή που έλαβε χώρα στο περιστύλιο του Ζαππείου. Οσο και αν κάποιοι νόμιζαν ότι ο Παπαθανασίου ήταν απλώς ένας συνθέτης, η Ιστορία που έχει ήδη γραφτεί αποδεικνύει ότι ήταν ένας ενδιάμεσος ανάμεσα στα άστρα και τη Γη, το λεπτό και το άπειρο, τη μουσική και το σύμπαν.
Οπως έλεγε και πίστευε πάντα ο ίδιος, δεν έγραφε μουσική, αλλά μεσολαβούσε ώστε αυτή να φτιάξει κόσμους και να ξεπεράσει τα όρια: «Η μουσική μάς καθορίζει πάντα, δεν την καθορίζουμε εμείς», όπως επαναλάμβανε διαρκώς. Γι’ αυτό είναι σίγουρο ότι η αστρόσκονή του θα σκορπιστεί στο Διάστημα που τόσο αγαπούσε, όπου έχουν φτάσει ήδη χρόνια πριν οι αστρικοί του ήχοι.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα