Ζώντας με τις δασικές πυρκαγιές: Εργαστήριο του WWF Ελλάς στο Evia Film Project

«Αν η φύση δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνη της, τότε μπορεί να χρειαστεί τεχνητή αναδάσωση»

Ένα workshop για τις δασικές πυρκαγιές διοργανώθηκε την Παρασκευή 17 Ιουνίου, στο πλαίσιο της νέας πρωτοβουλίας του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Evia Film Project, από το WWF Ελλάς. Σε έναν υπέροχο ανοιχτό χώρο, στο θεατράκι Βαθύρεμα στη Λίμνη, ο Ηλίας Τζηρίτης, συντονιστής δράσεων για τις δασικές πυρκαγιές του WWF Ελλάς, ο Δρ Μιλτιάδης Αθανασίου, ειδικός στις δασικές πυρκαγιές και ο Δρ Νίκος Γεωργιάδης, συντονιστής δράσεων δασικής διαχείρισης του WWF Ελλάς μίλησαν για την επόμενη μέρα μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές στη Βόρεια Εύβοια.

Το κοινό καλωσόρισε ο Θάνος Σταυρόπουλος από την ομάδα του Φεστιβάλ. Ο Ιάσονας Κάντας, υπεύθυνος επικοινωνίας του WWF Ελλάς πήρε τον λόγο σημειώνοντας ότι είναι πολύ σημαντικό για το WWF Ελλάς να συνομιλεί με τους κατοίκους των περιοχών που πλήττονται από τις πυρκαγιές. Είπε ότι θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τις πυρκαγιές, να διαχειριζόμαστε μια απρόβλεπτη κατάσταση στα χρόνια της κλιματικής κρίσης και να ζούμε με το μετά. «Εύχομαι το Evia Film Project να γίνει θεσμός γιατί η περιοχή το χρειάζεται» σημείωσε και πρόσθεσε ότι το WWF Ελλάς θα βρίσκεται για αρκετά χρόνια ακόμα στην Βόρεια Εύβοια, προκειμένου να παρακολουθεί πώς πάει η φυσική αναγέννηση.

Ο κ. Τζηρίτης καλωσόρισε το κοινό, ανάμεσά τους και τα μέλη από τις εθελοντικές ομάδες δασοπροστασίας των Ψαχνών, του Προκοπίου και της Λίμνης, σημειώνοντας ότι είναι και ο ίδιος εθελοντής πυροσβέστης. Ανέφερε ότι σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ θα υπάρχει μέσα στα επόμενα χρόνια ένα διαρκώς αυξανόμενο πρόβλημα δασικών πυρκαγιών σε παγκόσμια κλίμακα, ενώ οι αντιπυρικές περίοδοι έχουν επιμηκυνθεί κατά 20% τα τελευταία χρόνια. Τόνισε ότι το 96% των αιτίων των δασικών πυρκαγιών είναι ανθρωπογενή και ότι οι πυρκαγιές είναι και κοινωνικό ζήτημα, καθώς προκαλούνται είτε από αμέλεια, είτε από πρόθεση. Αναφέρθηκε, παράλληλα, στη σημασία της πρόληψης των δασικών πυρκαγιών, σημειώνοντας ότι το 80% της χρηματοδότησης διατίθεται στην καταστολή και μόνο το 20% πηγαίνει στην πρόληψη.

Ο κ. Τζηρίτης είπε ότι τα τελευταία χρόνια έχουμε δει δασικές πυρκαγιές σε βόρειες χώρες όπως η Ρουμανία, η Σουηδία και η Πολωνία, οι οποίες δεν είχαν παραδοσιακά πρόβλημα με τις δασικές πυρκαγιές και πρόσθεσε ότι αυτές οι τάσεις σε παγκόσμια κλίμακα είναι ανησυχητικές. Ανέφερε ότι μεγάλο ζήτημα δεν είναι μόνο το πόσο καίγεται το δάσος, αλλά και το τι καίγεται και ανέφερε ως παράδειγμα δάση στη Σιβηρία, λέγοντας ότι καίγονται οικοσυστήματα που δεν μπορούν να επανέλθουν.

Χαρακτήρισε το πρόβλημα πολυπαραγοντικό, λέγοντας ότι δεν φταίει μόνο η κλιματική αλλαγή για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί. Στάθηκε ιδιαίτερα στον φαύλο κύκλο που δημιουργείται μεταξύ δασικών πυρκαγιών και αερίων του θερμοκηπίου, σημειώνοντας ότι το 20% των εκλύσεων διοξειδίου του άνθρακα προκαλείται από τις δασικές πυρκαγιές. «Αν δεν σπάσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο, τότε το πρόβλημα θα εντείνεται και θα αυξάνεται» είπε. Σημείωσε ότι τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί ότι οι αντιπυρικές περίοδοι αυξάνονται και ότι οι μεγαπυρκαγιές γίνονται όλο και πιο συχνές. Πρόσθεσε ότι δεν είναι μόνο η κλιματική αλλαγή το πρόβλημα, αναφερόμενος, μεταξύ άλλων, σε παράγοντες όπως η διαχείριση της καύσιμης ύλης, η απουσία σχεδιασμού πρόληψης, τα ανεπαρκή κονδύλια για διαχείριση και πρόληψη και η ελλιπής εκπαίδευση του πληθυσμού.

Στη συνέχεια αναφέρθηκε στα τέσσερα στάδια δασοπυροπροστασίας (πρόληψη, προκαταστολή, καταστολή και αποκατάσταση), λέγοντας ότι το 84% των πόρων διοχετεύονται στην καταστολή και μόνο το 16% στην πρόληψη. «Πρέπει να φτάσει στο 45% η πρόληψη, στο 35% η καταστολή και στο 20% η αποκατάσταση» επισήμανε. Είπε πάντως ότι εάν δεν έχουν διερευνηθεί τα αίτια μιας πυρκαγιάς, δεν μπορούν να δοθούν λύσεις σε τοπικό επίπεδο. «Οι δασικοί χάρτες θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην πρόληψη, γιατί δεν θα μπορεί κάποιος να αλλάξει τη χρήση γης και γιατί έτσι δημιουργείται ένα κοινωνικό αντικίνητρο» είπε. Αναφέρθηκε σε καινοτόμες δραστηριότητες πρόληψης των δασικών πυρκαγιών και σημείωσε ότι η εκπαίδευση αποτελεί μέρος της πρόληψης, καθώς όσο πιο εκπαιδευμένοι είμαστε πάνω σε αυτό το ζήτημα, τόσο καλύτερα μπορούμε να αναγνωρίσουμε το πρόβλημα. Η πρόληψη είναι ο αφανής ήρωας, κατέληξε.

Παίρνοντας τον λόγο, ο κ. Αθανασίου ανέφερε ότι οι πολίτες χρειαζόμαστε γνώσεις, για την προστασία μας από τις δασικές πυρκαγιές. Επισήμανε ότι είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε αν το σπίτι μας είναι ανθεκτικό στις δασικές πυρκαγιές ή όχι. Στην περίπτωση που δεν είναι, η μοναδική μας επιλογή είναι να απομακρυνθούμε από αυτό εγκαίρως, αν το πλησιάζει μια δασική πυρκαγιά.
Μίλησε για την ανάγκη καθαρισμού της στέγης και των υδρορροών από φύλλα και βελόνες καθώς και για την αραίωση της βλάστησης, στις αυλές γύρω από τα σπίτια. Παρατήρησε ότι τα περισσότερα από τα σημερινά σπίτια είναι ανθεκτικά στις δασικές πυρκαγιές, αλλά συχνά χρειάζεται να άρουμε κάποιες αδυναμίες τους, ώστε να γίνουν ακόμη πιο ανθεκτικά.

Επεσήμανε ότι ένα ανθεκτικό σπίτι με καθαρή αυλή μπορεί να αποτελέσει καταφύγιο, αν η απομάκρυνσή μας από αυτό δεν είναι εξασφαλισμένη.
Υπογράμμισε ότι για να είναι ασφαλής η απομάκρυνση, πρέπει να είναι έγκαιρη καθώς και το ότι η απόφαση που θα λάβουμε θα πρέπει να βασίζεται στα πραγματικά δεδομένα της κάθε περίπτωσης και όχι στον πανικό. Όπως χαρακτηριστικά είπε, όσο και αν φοβόμαστε, θα πρέπει να αναρωτηθούμε για το αν ο δρόμος που θέλουμε να ακολουθήσουμε θα είναι ανοιχτός όπως άλλωστε αναφέρει και η σχετική εγκύκλιος. Υπενθύμισε ότι δεν κινδυνεύουμε λιγότερο στη χαμηλή βλάστηση, αντίθετα είναι πολύ πιθανό να κινδυνεύσουμε περισσότερο, καθώς, συχνά, η πυρκαγιά εκεί δεν μας εντυπωσιάζει τόσο πολύ και τείνουμε να την υποτιμούμε.

Ο κ. Αθανασίου είπε ότι χρειάζεται να σχεδιάσουμε στρατηγικά, με βάση τα χαρακτηριστικά του φαινομένου και μίλησε για τη σημασία της δημιουργίας αγροδασικών μωσαϊκών και της μεθόδου της προδιαγεγραμμένης καύσης, μετά από τις απαραίτητες μελέτες, έτσι ώστε η αύξηση της ανθεκτικότητας των τοπίων να συνδέεται με την αναζωογόνηση του πρωτογενούς τομέα τοπικά και να είναι βιώσιμη.

Από την πλευρά του ο κ. Γεωργιάδης αναφέρθηκε στις επιπτώσεις των δασικών πυρκαγιών στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον και στις δράσεις αποκατάστασης. Σημείωσε ότι περίπου το 50% της Ελλάδας αποτελείται από δάση και δασικές εκτάσεις. Ανέφερε ότι η χώρα μας είναι πλούσια σε οικοσυστήματα και ότι το 13% των ειδών που ζουν στη χώρα μας είναι ενδημικά. Μάλιστα, τα 300 από αυτά τα είδη θεωρούνται σπάνια και απειλούμενα.

Οι πυρκαγιές έχουν άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στα οικοσυστήματα που σε κάποιες περιπτώσεις είναι σημαντικές. Σημείωσε ότι οι πυρκαγιές αποτελούν σημαντικό πρόβλημα για τα οικοσυστήματα και αναφέρθηκε αναλυτικά στις πολυποίκιλες επιπτώσεις. Μεταξύ αυτών είναι η καταστροφή οικισμών, οι επιπτώσεις στην πανίδα, η ερημοποίηση, η διάβρωση του εδάφους και οι έντονες πλημμύρες. Μια έμμεση επίπτωση είναι η αλλαγή χρήσης γης. Τόνισε ότι το πρόβλημα δεν θα σταματήσει εάν δεν κυρωθούν οι δασικοί χάρτες, λέγοντας ότι ευτυχώς είμαστε πολύ κοντά στο να κυρωθούν.

Οι δασικές πυρκαγιές έχουν και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις, όπως η ερημοποίηση. Σημείωσε ότι στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλος κίνδυνος ερημοποίησης και ότι οι πυρκαγιές εντείνουν το πρόβλημα. Αναφέρθηκε στις πλημμύρες και τη διάβρωση των εδαφών, λέγοντας ότι μετά την πυρκαγιά το στρώμα του εδάφους γίνεται συμπαγές, το νερό δεν περνάει και τρέχει με ταχύτητα, με αποτέλεσμα να έχουμε πλημμύρες.

Αναφερόμενος στην αποκατάσταση στη Βόρεια Εύβοια, σημείωσε ότι η φυσική αναγέννηση στην περιοχή πάει πολύ καλά. Τόνισε ότι η φυσική διαδοχή μπορεί να ανακοπεί και ένας τρόπος είναι η βόσκηση, η οποία θα πρέπει να ελέγχεται και όχι να απαγορεύεται. Μια σημαντική παράμετρος για τη φυσική αναγέννηση είναι να μην ξανακαεί η περιοχή που ήδη κάηκε μέσα στα επόμενα 15 έως 20 χρόνια, καθώς η αναπαραγωγική ωριμότητα για τα πεύκα έρχεται στα 15 – 20 χρόνια. Αν η ίδια περιοχή καεί πιο πριν δεν υπάρχει φυτευτικό υλικό, σημείωσε. Αναφερόμενος στα έλατα είπε ότι η φυσική διαδοχή θέλει χρόνο και ανέφερε ότι το ερώτημα που τίθεται είναι εάν η αποκατάσταση θα πρέπει να είναι φυσική ή ανθρωπογενής. Σε αυτό το ερώτημα, είπε, υπάρχουν τρεις απαντήσεις: μπορούμε να μην κάνουμε τίποτα και να αφήσουμε τη φύση να κάνει όλη τη δουλειά, μπορούμε να σιγουρέψουμε το έδαφος και να συγκρατήσουμε τα ύδατα, αφήνοντας τη φύση να κάνει τη δουλειά ή μπορούμε να κάνουμε τεχνητή αναδάσωση.

Ανέφερε ότι είναι πολύ σημαντικό μια περιοχή που έχει καεί, να κηρυχθεί αναδασωτέα, να ρυθμιστεί η βόσκηση και το κυνήγι, να γίνει μελέτη αντιδιαβρωτικών και αντιπλημμυρικών έργων, καθώς και μελέτη αναδάσωσης, να υπάρξει αστυνόμευση για τυχόν περιστατικά αλλαγής χρήσης γης και να γίνει προσπάθεια αποτροπής πυρκαγιάς για τα επόμενα 20 χρόνια.

Σημείωσε ότι είναι πολύ σημαντικές οι άκαυτες νησίδες, καθώς εκεί βρίσκονται τράπεζες σπέρματος των δέντρων και σε αυτές έχουν βρει καταφύγιο τα ζώα που γλίτωσαν. Σημείωσε, πάντως, ότι αν η φύση δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνη της, τότε μπορεί να χρειαστεί τεχνητή αναδάσωση.


Ειδήσεις σήμερα:

«Θρίλερ» στον αυριανό β' γύρο των γαλλικών εκλογών - Σκληρή μάχη για τον Μακρόν ενώ ο Μελανσόν καραδοκεί

Φωτιά σε δασική έκταση στη Σκόπελο

Αυτός είναι ο 71χρονος δράστης της αιματηρής επίθεσης σε εκκλησία της Αλαμπάμα με τρεις νεκρούς
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr