Σίκινος: Το αρχαιολογικό θαύμα του μνημείου της Επισκοπής
13.09.2022
06:26
Το εντυπωσιακό μνημείο που εδώ και 18 αιώνες ενώνει τον ρωμαϊκό με τον βυζαντινό πολιτισμό και βραβεύτηκε από τη Europa Nostra για τη μοναδικότητά του αναστηλώθηκε πλήρως και παραδίδεται στο κοινό - Το «ΘΕΜΑ» συνομιλεί με τον προϊστάμενο της Εφορείας Κυκλάδων, Δημήτρη Αθανασούλη, και αποκαλύπτει πολύτιμα μυστικά, μεταξύ των οποίων έναν ασύλητο τάφο αρχόντισσας των ρωμαϊκών χρόνων
Ενα πραγματικό αρχαιολογικό θαύμα που ενώνει διαφορετικούς αιώνες και φέρνει κοντά διαφορετικές στιγμές του παρελθόντος, το μνημείο της Επισκοπής της Σικίνου, που έχει βραβευτεί με την ύψιστη διάκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη Europa Nostra, παραδίδεται στο κοινό ύστερα από ειδική τελετή με επίσημους προσκεκλημένους. Πρόκειται για ένα μνημείο που στέκει στο ίδιο σημείο εδώ και 1.800 χρόνια, καθώς στην αρχή λειτούργησε ως αρχαιοελληνικός ναός, στα ρωμαϊκά χρόνια έγινε ένα επιβλητικό μαυσωλείο για μια ξεχωριστή αρχόντισσα και στη συνέχεια μετατράπηκε σε εκκλησία.
Διατηρώντας αυτούσια αυτές τις διαφορετικές μορφές και φέρνοντας μάλιστα στο φως μοναδικούς θησαυρούς από τον ασύλητο τάφο που βρέθηκε στο εσωτερικό του, το μνημείο της Επισκοπής κατάφερε να αναδειχθεί ένα από τα ξεχωριστά μνημεία-θαύματα της χώρας και ένας από τους λόγους για να επισκεφτεί κανείς το μικρό αυτό νησί των Κυκλάδων.
Σπάνιο αρχιτεκτόνημα
Ωστόσο η Επισκοπή δεν έγινε τυχαία τοπόσημο για ένα νησί που επέτρεψε να απλώνεται γύρω από αυτό μόνο η φύση, χωρίς να παρεμβάλλονται άλλα οικήματα που θα μπορούσαν να αποσπάσουν το βλέμμα από τον επισκέπτη, προσδίδοντας, επίσης, μια μοναδική ατμόσφαιρα σε όλη την περιοχή. Στο νότιο τμήμα της κεντρικής ράχης της Σικίνου, ανάμεσα στα άγρια βράχια, με τη θάλασσα να είναι πάντα ορατή από παντού, αφού πρώτα διασχίσει κανείς φαράγγια με μελίσσια και ανακαλύψει τα μοναδικά μονοπάτια, μπορεί να δει την Επισκοπή να προβάλλει. Πρόκειται για ένα μαυσωλείο των ρωμαϊκών χρόνων που ανοικοδομήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. και διατηρήθηκε μέχρι σήμερα σχεδόν ακέραιο λόγω της μετατροπής του σε βυζαντινό ναό με αδιάλειπτη χρήση.
Το αρχαίο οικοδόμημα συνδυάζεται με διαδοχικές επεμβάσεις κατά τον Μεσαίωνα και τα νεότερα χρόνια, προσφέροντας ένα μοναδικό παλίμψηστο ιστορικών περιόδων που σπάνια διασώζεται σε άλλες περιπτώσεις μνημείων και είναι από τα ελάχιστα όπου αυτές οι αρχιτεκτονικές δια- στρωματώσεις είναι εμφανείς με γυμνό μάτι. Είναι προφανές δηλαδή αμέσως στον επισκέπτη ότι πρόκειται ταυτόχρονα για εκκλησία αλλά και για δίστυλο ιωνικό ναό, χτισμένο με τις αρχές του Βιτρούβιου, αυτού του κορυφαίου Ρωμαίου αρχιτέκτονα, γεγονός που διευκόλυνε τη μετασκευή του σε χριστιανικό ναό. Ξεχωρίζουν, επίσης, οι πανέμορφοι δωρικού ρυθμού κίονες, ενώ το επιστύλιο αποτελεί τμήμα του γείσου το οποίο περιβάλλει τον ναό. Εσωτερικά ο ναός χωρίζεται στον πρόναο και τον σηκό.
Εδώ λοιπόν είναι που συναντιούνται οι διαφορετικοί αιώνες, αυτοί οι φαινομενικά εχθρικοί κόσμοι της παγανιστικής αρχαιότητας και της χριστιανικής λατρείας, που εδώ είναι εμφανείς και δεν κρύβονται, γεγονός που καθιστά το μνημείο ιδιαίτερα ξεχωριστό. Ενώ δηλαδή εξωτερικά δίνει την αίσθηση ρωμαϊκού οικοδομήματος, στο εσωτερικό ξεχωρίζει ο τρούλος ενώ στον ανατολικό τοίχο έχει δημιουργηθεί ένα άνοιγμα για να χτιστεί το ιερό. Δεν μπορούμε επομένως να μη ρωτήσουμε τον κ. Δημήτρη Αθανασούλη, προϊστάμενο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, ο οποίος οραματίστηκε την επαναλειτουργία του ναού, αν είναι από τα ελάχιστα μνημεία όπου είναι τόσο εμφανείς με εξωτερικό μάτι οι διαφορετικοί αρχιτεκτονικοί ρυθμοί αλλά και οι διαφορετικοί κόσμοι που έχουν εγγραφεί σε αυτό.
«Φυσικά, είναι αρκετά αυτά τα μνημεία, αλλά το θέμα είναι ότι η διαχείριση ήταν εδώ διαφορετική και αυτό το καθιστά σπάνιο», απαντά ο κ. Αθανασούλης μιλώντας στο «ΘΕΜΑ». «Καθώς ήταν κυρίαρχη η τάση να αποκαθάρονται αυτά τα μνημεία από μεταγενέστερες φάσεις και να αναδεικνύεται πάντα η αρχική τους λειτουργία, ήταν ακόμα μεγαλύτερη η πρόκληση για εμάς να σεβαστούμε το πολιτιστικό αμάγαλμα που έχει αυτό το μνημείο. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμα και ο Παρθενώνας δεν ήταν παρά μια σειρά από εκκλησίες που λειτουργούσαν αδιάκοπα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Γενικότερα, η τάση της αποκάθαρσης, σε πολλές περιπτώσεις, στέρησε από τα μνημεία τη δυνατότητα του να δούμε τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι τα είχαν ενσωματώσει στην κοινότητά τους. Στον βαθμό που στη Σίκινο αυτό διατηρήθηκε, εμείς το σεβαστήκαμε και προσπαθήσαμε να το αναδείξουμε παρά τις δυσκολίες».
Προσωπικό όραμα
Βέβαια το εγχείρημα έμοιαζε τεράστιο αλλά ο κ. Αθανασούλης δεν εγκατέλειψε την πίστη του ότι μπορεί να υλοποιηθεί. Τον ρωτάμε αν τελικά η Επισκοπή ήταν το προσωπικό του στοίχημα: «Η αλήθεια είναι ότι ήταν όντως ένα προσωπικό στοίχημα και ένας λόγος είναι ότι ήξερα το μνημείο και θαύμαζα τη σημασία του ήδη από το 1993, δηλαδή εδώ και είκοσι χρόνια. Οπότε όταν ανέλαβα την Εφορεία Αρχαιοτήτων, το 2014, από τις πρώτες επισκέψεις που έκανα στα νησιά ήταν στην Επισκοπή, καθώς θεωρούσα ότι ένας τέτοιας σημασίας μνημείο έπρεπε να είναι αποκατεστημένο και ανοιχτό στο κοινό - όχι μόνο για τους Σικινιώτες, αλλά γενικότερα για όλους τους επισκέπτες στο Αιγαίο. Επομένως, ήταν για μένα ταυτόχρονα ένα στοίχημα και μια πρόκληση, καθώς επρόκειτο για ένα εξαιρετικά δύσκολο τεχνικά έργο, κάτι που εξηγεί γιατί όλα αυτά τα χρόνια δεν είχε αποκατασταθεί.
Οι δυσκολίες ήταν τεράστιες, οι οποίες επιπλέον είχαν να κάνουν με το γεγονός ότι επρόκειτο για ένα νησί της άγονης γραμμής, όπου έπρεπε κανείς να διαχειριστεί διαφορετικής φύσεως προβλήματα. Για όλους αυτούς τους λόγους αλλά και για το ότι ήταν ένα από τα έργα τα οποία παρακολούθησα εξαρχής και κάθε πέτρα που καθαριζόταν περνούσε από τα χέρια μου, μπορεί κανείς να πει ότι ήταν, σε μεγάλο βαθμό, ένα προσωπικό στοίχημα, αλλά και ένα μνημείο με το οποίο έχω συνδεθεί προσωπικά». Οσο για το ποια ήταν η μεγαλύτερη πρακτική δυσκολία που είχε να αντιμετωπίσει ο κ. Αθανασούλης, μας θυμίζει ότι η τοποθεσία ήταν από μόνη της ένα στοίχημα: «Πρόκειται για ένα δυσπρόσιτο νησί, κάτι που σήμαινε ότι ήταν δύσκολο για τα συνεργεία να έρθουν στη Σίκινο, ενώ επιπλέον υπήρχε και θέμα τού πού θα μείνουν και πού θα σιτίζονται αφού τα πάντα είναι κλειστά τον χειμώνα.
Διατηρώντας αυτούσια αυτές τις διαφορετικές μορφές και φέρνοντας μάλιστα στο φως μοναδικούς θησαυρούς από τον ασύλητο τάφο που βρέθηκε στο εσωτερικό του, το μνημείο της Επισκοπής κατάφερε να αναδειχθεί ένα από τα ξεχωριστά μνημεία-θαύματα της χώρας και ένας από τους λόγους για να επισκεφτεί κανείς το μικρό αυτό νησί των Κυκλάδων.
Σπάνιο αρχιτεκτόνημα
Ωστόσο η Επισκοπή δεν έγινε τυχαία τοπόσημο για ένα νησί που επέτρεψε να απλώνεται γύρω από αυτό μόνο η φύση, χωρίς να παρεμβάλλονται άλλα οικήματα που θα μπορούσαν να αποσπάσουν το βλέμμα από τον επισκέπτη, προσδίδοντας, επίσης, μια μοναδική ατμόσφαιρα σε όλη την περιοχή. Στο νότιο τμήμα της κεντρικής ράχης της Σικίνου, ανάμεσα στα άγρια βράχια, με τη θάλασσα να είναι πάντα ορατή από παντού, αφού πρώτα διασχίσει κανείς φαράγγια με μελίσσια και ανακαλύψει τα μοναδικά μονοπάτια, μπορεί να δει την Επισκοπή να προβάλλει. Πρόκειται για ένα μαυσωλείο των ρωμαϊκών χρόνων που ανοικοδομήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. και διατηρήθηκε μέχρι σήμερα σχεδόν ακέραιο λόγω της μετατροπής του σε βυζαντινό ναό με αδιάλειπτη χρήση.
Το αρχαίο οικοδόμημα συνδυάζεται με διαδοχικές επεμβάσεις κατά τον Μεσαίωνα και τα νεότερα χρόνια, προσφέροντας ένα μοναδικό παλίμψηστο ιστορικών περιόδων που σπάνια διασώζεται σε άλλες περιπτώσεις μνημείων και είναι από τα ελάχιστα όπου αυτές οι αρχιτεκτονικές δια- στρωματώσεις είναι εμφανείς με γυμνό μάτι. Είναι προφανές δηλαδή αμέσως στον επισκέπτη ότι πρόκειται ταυτόχρονα για εκκλησία αλλά και για δίστυλο ιωνικό ναό, χτισμένο με τις αρχές του Βιτρούβιου, αυτού του κορυφαίου Ρωμαίου αρχιτέκτονα, γεγονός που διευκόλυνε τη μετασκευή του σε χριστιανικό ναό. Ξεχωρίζουν, επίσης, οι πανέμορφοι δωρικού ρυθμού κίονες, ενώ το επιστύλιο αποτελεί τμήμα του γείσου το οποίο περιβάλλει τον ναό. Εσωτερικά ο ναός χωρίζεται στον πρόναο και τον σηκό.
Εδώ λοιπόν είναι που συναντιούνται οι διαφορετικοί αιώνες, αυτοί οι φαινομενικά εχθρικοί κόσμοι της παγανιστικής αρχαιότητας και της χριστιανικής λατρείας, που εδώ είναι εμφανείς και δεν κρύβονται, γεγονός που καθιστά το μνημείο ιδιαίτερα ξεχωριστό. Ενώ δηλαδή εξωτερικά δίνει την αίσθηση ρωμαϊκού οικοδομήματος, στο εσωτερικό ξεχωρίζει ο τρούλος ενώ στον ανατολικό τοίχο έχει δημιουργηθεί ένα άνοιγμα για να χτιστεί το ιερό. Δεν μπορούμε επομένως να μη ρωτήσουμε τον κ. Δημήτρη Αθανασούλη, προϊστάμενο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, ο οποίος οραματίστηκε την επαναλειτουργία του ναού, αν είναι από τα ελάχιστα μνημεία όπου είναι τόσο εμφανείς με εξωτερικό μάτι οι διαφορετικοί αρχιτεκτονικοί ρυθμοί αλλά και οι διαφορετικοί κόσμοι που έχουν εγγραφεί σε αυτό.
«Φυσικά, είναι αρκετά αυτά τα μνημεία, αλλά το θέμα είναι ότι η διαχείριση ήταν εδώ διαφορετική και αυτό το καθιστά σπάνιο», απαντά ο κ. Αθανασούλης μιλώντας στο «ΘΕΜΑ». «Καθώς ήταν κυρίαρχη η τάση να αποκαθάρονται αυτά τα μνημεία από μεταγενέστερες φάσεις και να αναδεικνύεται πάντα η αρχική τους λειτουργία, ήταν ακόμα μεγαλύτερη η πρόκληση για εμάς να σεβαστούμε το πολιτιστικό αμάγαλμα που έχει αυτό το μνημείο. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμα και ο Παρθενώνας δεν ήταν παρά μια σειρά από εκκλησίες που λειτουργούσαν αδιάκοπα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Γενικότερα, η τάση της αποκάθαρσης, σε πολλές περιπτώσεις, στέρησε από τα μνημεία τη δυνατότητα του να δούμε τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι τα είχαν ενσωματώσει στην κοινότητά τους. Στον βαθμό που στη Σίκινο αυτό διατηρήθηκε, εμείς το σεβαστήκαμε και προσπαθήσαμε να το αναδείξουμε παρά τις δυσκολίες».
Προσωπικό όραμα
Βέβαια το εγχείρημα έμοιαζε τεράστιο αλλά ο κ. Αθανασούλης δεν εγκατέλειψε την πίστη του ότι μπορεί να υλοποιηθεί. Τον ρωτάμε αν τελικά η Επισκοπή ήταν το προσωπικό του στοίχημα: «Η αλήθεια είναι ότι ήταν όντως ένα προσωπικό στοίχημα και ένας λόγος είναι ότι ήξερα το μνημείο και θαύμαζα τη σημασία του ήδη από το 1993, δηλαδή εδώ και είκοσι χρόνια. Οπότε όταν ανέλαβα την Εφορεία Αρχαιοτήτων, το 2014, από τις πρώτες επισκέψεις που έκανα στα νησιά ήταν στην Επισκοπή, καθώς θεωρούσα ότι ένας τέτοιας σημασίας μνημείο έπρεπε να είναι αποκατεστημένο και ανοιχτό στο κοινό - όχι μόνο για τους Σικινιώτες, αλλά γενικότερα για όλους τους επισκέπτες στο Αιγαίο. Επομένως, ήταν για μένα ταυτόχρονα ένα στοίχημα και μια πρόκληση, καθώς επρόκειτο για ένα εξαιρετικά δύσκολο τεχνικά έργο, κάτι που εξηγεί γιατί όλα αυτά τα χρόνια δεν είχε αποκατασταθεί.
Οι δυσκολίες ήταν τεράστιες, οι οποίες επιπλέον είχαν να κάνουν με το γεγονός ότι επρόκειτο για ένα νησί της άγονης γραμμής, όπου έπρεπε κανείς να διαχειριστεί διαφορετικής φύσεως προβλήματα. Για όλους αυτούς τους λόγους αλλά και για το ότι ήταν ένα από τα έργα τα οποία παρακολούθησα εξαρχής και κάθε πέτρα που καθαριζόταν περνούσε από τα χέρια μου, μπορεί κανείς να πει ότι ήταν, σε μεγάλο βαθμό, ένα προσωπικό στοίχημα, αλλά και ένα μνημείο με το οποίο έχω συνδεθεί προσωπικά». Οσο για το ποια ήταν η μεγαλύτερη πρακτική δυσκολία που είχε να αντιμετωπίσει ο κ. Αθανασούλης, μας θυμίζει ότι η τοποθεσία ήταν από μόνη της ένα στοίχημα: «Πρόκειται για ένα δυσπρόσιτο νησί, κάτι που σήμαινε ότι ήταν δύσκολο για τα συνεργεία να έρθουν στη Σίκινο, ενώ επιπλέον υπήρχε και θέμα τού πού θα μείνουν και πού θα σιτίζονται αφού τα πάντα είναι κλειστά τον χειμώνα.
Να σημειώσουμε ότι η σύνδεση είναι πολύ δύσκολη και το πλοίο κάνει δώδεκα ώρες για να φτάσει, οπότε ήταν για εμάς μια περιπέτεια κάθε φορά που έπρεπε να έρθουμε στο νησί για να επιβλέψουμε τις εργασίες. Αυτό ήταν το ένα πρόβλημα, το άλλο ήταν το ίδιο το μνημείο και οι δυσκολίες τη αποκατάστασής του, καθώς δεν θέλαμε να αλλοιώσουμε μια εξαιρετική σύνθεση ως προς τη μορφή λόγω των αλλεπάλληλων φάσεων που έπρεπε να παραμείνουν ως έχουν. Ταυτόχρονα, όμως, έπρεπε να κάνουμε βαριές παρεμβάσεις αφού το μνημείο ήταν ετοιμόρροπο, αλλά αυτές δεν έπρεπε είναι εμφανείς στον επισκέπτη. Δεν θέλαμε δηλαδή ο επισκέπτης να αντιλαμβάνεται ότι πέρασε από εκεί ένα αναστηλωτικό έργο και στόχος μας ήταν να μείνει το μνημείο άθικτο και να προβάλλεται σε αυτό όλη του η ιστορία.
Και είμαι πολύ χαρούμενος που τα καταφέραμε. Ολα αυτά προφανώς συνεκτιμήθηκαν από την επιτροπή της Europa Nostra ώστε να μας δώσει το βραβείο». Τη μελέτη αποκατάστασης του μνημείου ανέλαβε το επιστημονικό προσωπικό της Εφορείας, εγχείρημα που υποστηρίχθηκε από την Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού και το Ιδρυμα Α. & Μ. Μαρτίνου με τη χρηματοδότηση της στατικής και γεωτεχνικής μελέτης. Το έργο αποκατάστασης, από την πλευρά του, χρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου.
Η αρχόντισσα Νεικώ
Ταυτόχρονα, το εντυπωσιακό αυτό μνημείο έκρυβε στο εσωτερικό του πολλούς θησαυρούς, πολύτιμους για την κατανόηση των διαφορετικών πολιτιστικών και θρησκευτικών δραστηριοτήτων ανά τους αιώνες αλλά και της σημασίας τους. Αρχικά λειτουργούσε ως Nαός του Πυθίου Απόλλωνα, κατόπιν μετατράπηκε σε αρχαίο μαυσωλείο που δημιουργήθηκε στους μεταβατικούς αιώνες της Yστερης Αρχαιότητας και αργότερα σε εκκλησία, Nαός της Θεοτόκου. Μάλιστα τον ναό που είχε ανακαινιστεί από τον Νικόλα Σερφιώτη, θείο του τότε αρχιεπισκόπου Σίφνου, Αθανασίου, είχε επισκεφτεί το 1771 ο Πας Φαν Κρίνεν και το 1837 ο Λούντβιχ Ρος, ο οποίος πραγματοποίησε αναλυτική περιγραφή του ναού και ήταν ο πρώτος που προέκρινε ότι παλιότερα λειτουργούσε ως Ναός του Απόλλωνα Πυθίου με βάση μια επιγραφή που βρήκε στην περιοχή. Το γεγονός ότι μετά λειτούργησε ως μαυσωλείο ενός Ρωμαίου προύχοντα για τη γυναίκα του ήταν κάτι που προτάθηκε αργότερα, το 1865 από τον Αλφρεντ Σιφ.
Γενικότερα, η αρχαιολογική έρευνα που έλαβε χώρα κατά την αναστήλωση του μνημείου εμπλούτισε τις γνώσεις μας για τα ταφικά μνημεία της ρωμαϊκής περιόδου στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς και για τη βυζαντινή ναοδομία στις Κυκλάδες. Κατά τις εργασίες αποκατάστασης της Επισκοπής αποκαλύφθηκαν πολύτιμα τεκμήρια του παρελθόντος, όπως επιγραφές και σπαράγματα ρωμαϊκών και βυζαντινών τοιχογραφιών, για τη διατήρηση των οποίων εγκαταστάθηκε σύστημα παρακολούθησης μικροκλίματος. Το σημαντικότερο, ωστόσο, εύρημα ήταν ο ερμητικά σφραγισμένος, ασύλητος τάφος μιας γυναίκας της ανώτερης τάξης, ονόματι Νεικώ, μία από τις σημαντικότερες ανακαλύψεις που έγιναν τα τελευταία χρόνια στις Κυκλάδες.
Από μόνη της η ανεύρεση της σορού μιας αρχόντισσας της ρωμαϊκής εποχής μαζί με όλα της τα πλούσια κτερίσματα συνιστούσε απόλυτο γεγονός - και όλοι θυμόμαστε τη συγκίνηση με την οποία ανακοίνωναν οι αρχαιολόγοι την ανεύρεση των πολύτιμων ευρημάτων: χρυσά βραχιόλια, δαχτυλίδια, ένα περιδέραιο, μια πόρπη με ανάγλυφη μορφή, ένα καθρεφτάκι, αγγεία και οργανικά σπαράγματα από την ενδυμασία της νεκρής είναι απλώς κάποιοι από τους ανεκτίμητους θησαυρούς που ήρθαν στο φως. Απ’ όλα αυτά μπορεί κανείς να συμπεράνει πολύτιμα στοιχεία για τον πολιτισμό των Κυκλάδων που άνθησε την 3η χιλιετία π.Χ. αλλά και να αντιληφθεί τη σπουδαιότητα αυτού του σπάνιου μνημείου. Ο κ. Αθανασούλης τα αναφέρει ως μέγιστης σπουδαιότητας αποδίδοντας τα εύσημα στους αρχαιολόγους και σε ολόκληρη την ομάδα που εργάστηκε σκληρά και υπό αντίξοες συνθήκες.
Η συμβολή των κατοίκων
Ολα αυτά ο κ. Αθανασούλης τα συνεκτιμά ως βασικούς λόγους για να οραματιστεί την επαναλειτουργία του ναού που ανοίγει πλέον τις πύλες του στο κοινό και αυτό θεωρούσε ότι τελικά ήταν το μεγαλύτερο στοίχημα απ’ όλα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Σικινιώτες έχουν αποκτήσει τη φήμη των πλέον συνειδητοποιημένων κατοίκων στις Κυκλάδες, αφού ήταν από τους πρώτους που υιοθέτησαν τους περιβαλλοντολογικούς νόμους και ήταν εκείνοι που προφύλαξαν τον ναό και τον προώθησαν ως σημείο-αναφοράς για όλους όσοι κατέφταναν στο νησί. Βέβαια, αυτό δεν σήμαινε ότι το μνημείο θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστο από τη μεταβολή των καιρικών συνθηκών, από τους κακόβουλους περαστικούς αλλά και από τους σεισμούς που απείλησαν σοβαρά την ύπαρξή του.
Στόχος είναι μάλιστα το μνημείο να συνδεθεί με μια σειρά από πολιτιστικές εκδηλώσεις, πάντα σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων και το υπουργείο Πολιτισμού, να το γιορτάζουν τον Δεκαπενταύγουστο και να μπορέσει η Επισκοπή να γίνει ξανά όχι μόνο το ξακουστό μνημείο του νησιού, αλλά της ίδιας της χώρας. «Οι κάτοικοι είχαν αντιληφθεί από νωρίς την τεράστια σημασία ενός μνημείου που ήταν τοπόσημο επί 1.800 χρόνια», καταλήγει ο κ. Αθανασούλης.
«Γι’ αυτό και ήταν αδιανόητο γι’ αυτό το μνημείο που ήταν επίκεντρο ζωής να είναι κλειστό. Το ότι καταφέραμε, λοιπόν, να το αποδώσουμε στο κοινό και τους Σικινιώτες είναι το πιο συγκλονιστικό απ’ όλα. Αυτό ήταν το πιο συγκινητικό, μαζί με όλες τις συγκινήσεις που μας προσέφερε μέσω των ανακαλύψεων: το ότι ανακαλύψαμε την αρχόντισσα για την οποία είχε φτιαχτεί ο εντυπωσιακός αυτός υπέργειος τάφος και το ότι παρακολουθήσαμε την αλληλουχία των επεμβάσεων και των διαφορετικών φάσεων που μας δίνουν την ιστορία όλου του ελληνικού αρχιπελάγους από τον 4ο αιώνα π.Χ. μέχρι σήμερα».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr