Είχαν χρώματα τα Γλυπτά του Παρθενώνα; Αλήθειες και (βρετανικά) ψέματα
28.10.2023
08:28
«Από το 1992 έχουμε αποδείξεις για την παρουσία χρωμάτων σε τμήματα των Γλυπτών», δηλώνει στο «ΘΕΜΑ» ο γενικός διευθυντής του Μουσείου της Ακρόπολης - Τι δείχνουν οι επιστημονικές μελέτες και γιατί το Βρετανικό Μουσείο παρουσιάζει στοιχεία παλαιότερων ερευνών ως νέα, δική του «μεγάλη ανακάλυψη»
Μπορεί στη σύγχρονη ανθρώπινη συνείδηση να έχει επικρατήσει ως δεδομένη η λαμπερή κατάλευκη μαρμάρινη εικόνα των Γλυπτών του Παρθενώνα, στην πραγματικότητα όμως ο εντυπωσιακός αρχαίος γλυπτός κόσμος ήταν εκθαμβωτικά πολύχρωμος. Το γεγονός αυτό δεν αποτελεί κάποια νέα ανακάλυψη, όπως ισχυρίζεται για επικοινωνιακούς λόγους το Βρετανικό Μουσείο μέσα από την πρόσφατη δημοσίευση συγκεκριμένης μελέτης επί των ελληνικών παρθενώνιων γλυπτών που εκθέτει, αλλά έχει καταγραφεί ανά τους αιώνες σε πλήθος γραπτών ιστορικών πηγών, έχει παρουσιαστεί σε σειρά αναπαραστάσεων και έχει μελετηθεί επισταμένως από Ελληνες και ξένους επιστήμονες.
Από τις πλέον χαρακτηριστικές ιστορικές αποδείξεις της πολυχρωμίας που χαρακτήριζε τον διάκοσμο του Παρθενώνα αποτελεί το τεράστιο άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου που φιλοτεχνήθηκε από τον Φειδία και τοποθετήθηκε εντός του ναού. Αν και το εν λόγω αριστούργημα έχει δυστυχώς καταστραφεί, ο αρχαίος ιστορικός Παυσανίας το περιγράφει ξεκάθαρα στα γραπτά του ως χρυσελεφάντινο, καλυμμένο δηλαδή με χρυσό και ελεφαντόδοντο.
Η πρωταγωνιστική παρουσία των χρωμάτων στα γλυπτά τεχνουργήματα του Παρθενώνα επιβεβαιώθηκε πλήρως πριν από αρκετά χρόνια. «Το 1992, όταν έγινε η αποξήλωση από το μνημείο των πλακών της ζωοφόρου της δυτικής πλευράς, διαπιστώσαμε ότι υπάρχουν χρώματα στα ενδύματα ορισμένων ιππέων και σε μορφές του δυτικού αετώματος, αλλά και κόκκινα χρώματα στις μετόπες, τόσο τις δυτικές όσο και τις ανατολικές. Αποδείχτηκε λοιπόν πως η παρουσία του χρώματος είναι γενικευμένη και όχι τμηματική», εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» ο γενικός διευθυντής του Μουσείου της Ακρόπολης, καθηγητής Αρχαιολογίας, Νικόλαος Σταμπολίδης, και προσθέτει: «Τα χρόνια που ακολούθησαν, Ελληνες αρχαιολόγοι και συντηρητές, με τη συνεργασία ξένων συναδέλφων τους, προχώρησαν σε πολλές εξειδικευμένες μελέτες σχετικά με την πολυχρωμία των Γλυπτών του Παρθενώνα, αρχής γενομένης από το 2007. Ηδη από το 2010 είχε δημοσιευτεί στην έκδοση “Circumlitio” σχετικό άρθρο της αρχαιολόγου Χριστίνας Βλασσοπούλου, ενώ ακολούθησαν και άλλες εμπεριστατωμένες μελέτες».
Ο κ. Σταμπολίδης αποκαλύπτει μάλιστα πως αυτή την περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη ένα νέο πρόγραμμα, υπό την ευθύνη του ίδιου και του ανώτερου συντηρητή αρχαιοτήτων του Μουσείου της Ακρόπολης, Κωνσταντίνου Βασιλειάδη, μέσα από το οποίο αποδεικνύεται πειραματικά όχι μόνο ποια ήταν, αλλά κυρίως πώς φαίνονταν τα αυθεντικά χρώματα του Παρθενώνα με την αρχαία μέθοδο. «Θέλουμε να αποδείξουμε ποια ακριβώς χρώματα υπήρχαν και πώς φαίνονταν. Γιατί το ότι υπήρχαν χρώματα είναι γνωστό. Αν επισκεφτεί κάποιος τον πρώτο όροφο του Μουσείου της Ακρόπολης, όπου φιλοξενούνται τα αρχαϊκά έργα, θα δει ότι έχουν σωθεί πλούσια χρώματα στα ενδύματα των Κορών και των Ιππέων. Από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα παρουσίας χρώματος αλλά επιζωγραφισμένων μορφών είναι η Πεπλοφόρος Κόρη με τα καστανά μαλλιά, τα κόκκινα χείλη και τα 15 ζώα που είναι ζωγραφισμένα στο ένδυμά της».
Μπλε, κόκκινο, πράσινο
Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και κατατοπιστικά ήταν τα στοιχεία που προέκυψαν από τη μακροχρόνια και συστηματική διερεύνηση της αρχαίας πολυχρωμίας του Παρθενώνα και των Προπυλαίων, που έχει ξεκινήσει από το 2015 και είναι σε εξέλιξη, της δρος Ελένης Αγγελακοπούλου, χημικού μηχανικού, προϊσταμένης του Τμήματος Συντήρησης της Υπηρεσίας Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ), μέρος των οποίων έχουν δημοσιευτεί στο έγκριτο διεθνές περιοδικό «Journal of Archaeological Science».
Οπως προκύπτει από την εν λόγω διερεύνηση, οι χρωστικές που χρησιμοποιήθηκαν για τη διακόσμηση των οριζόντιων γείσων του Παρθενώνα και διασώθηκαν έως σήμερα είναι χρώματος μπλε (αζουρίτης, αιγυπτιακό μπλε), κόκκινου (κόκκινη ώχρα, κόκκινο του μολύβδου) και πράσινου (κονιχαλκίτης). Επιπλέον, διαφορετικές χρωστικές του ίδιου χρώματος χρησιμοποιήθηκαν σκόπιμα από τους αρχαίους ζωγράφους για την απεικόνιση διαφορετικών σχεδίων στο ίδιο μοτίβο, με στόχο να επιτύχουν ιδιαίτερες χρωματικές και τονικές αποχρώσεις, ενισχύοντας έτσι το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα.
Σχετικά με την αρχαία τεχνική ζωγραφικής, προκύπτει ότι το πρώτο στάδιο ήταν η κατεργασία της επιφάνειας με λιθοξοϊκά εργαλεία, προκειμένου να αυξηθεί η επιφανειακή τραχύτητα και να ενισχυθεί η πρόσφυση των χρωμάτων με το υπόστρωμα. Στη συνέχεια, το σχέδιο χαρασσόταν με αιχμηρό εργαλείο. Ειδικά στην περίπτωση των γεωμετρικών μοτίβων, χαράσσονταν οριζόντιες και κάθετες γραμμές δημιουργώντας ένα πλέγμα τετραγωνικών σχημάτων, το οποίο διευκόλυνε τον χρωματισμό του μοτίβου.
Από τις πλέον χαρακτηριστικές ιστορικές αποδείξεις της πολυχρωμίας που χαρακτήριζε τον διάκοσμο του Παρθενώνα αποτελεί το τεράστιο άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου που φιλοτεχνήθηκε από τον Φειδία και τοποθετήθηκε εντός του ναού. Αν και το εν λόγω αριστούργημα έχει δυστυχώς καταστραφεί, ο αρχαίος ιστορικός Παυσανίας το περιγράφει ξεκάθαρα στα γραπτά του ως χρυσελεφάντινο, καλυμμένο δηλαδή με χρυσό και ελεφαντόδοντο.
Η πρωταγωνιστική παρουσία των χρωμάτων στα γλυπτά τεχνουργήματα του Παρθενώνα επιβεβαιώθηκε πλήρως πριν από αρκετά χρόνια. «Το 1992, όταν έγινε η αποξήλωση από το μνημείο των πλακών της ζωοφόρου της δυτικής πλευράς, διαπιστώσαμε ότι υπάρχουν χρώματα στα ενδύματα ορισμένων ιππέων και σε μορφές του δυτικού αετώματος, αλλά και κόκκινα χρώματα στις μετόπες, τόσο τις δυτικές όσο και τις ανατολικές. Αποδείχτηκε λοιπόν πως η παρουσία του χρώματος είναι γενικευμένη και όχι τμηματική», εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» ο γενικός διευθυντής του Μουσείου της Ακρόπολης, καθηγητής Αρχαιολογίας, Νικόλαος Σταμπολίδης, και προσθέτει: «Τα χρόνια που ακολούθησαν, Ελληνες αρχαιολόγοι και συντηρητές, με τη συνεργασία ξένων συναδέλφων τους, προχώρησαν σε πολλές εξειδικευμένες μελέτες σχετικά με την πολυχρωμία των Γλυπτών του Παρθενώνα, αρχής γενομένης από το 2007. Ηδη από το 2010 είχε δημοσιευτεί στην έκδοση “Circumlitio” σχετικό άρθρο της αρχαιολόγου Χριστίνας Βλασσοπούλου, ενώ ακολούθησαν και άλλες εμπεριστατωμένες μελέτες».
Ο κ. Σταμπολίδης αποκαλύπτει μάλιστα πως αυτή την περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη ένα νέο πρόγραμμα, υπό την ευθύνη του ίδιου και του ανώτερου συντηρητή αρχαιοτήτων του Μουσείου της Ακρόπολης, Κωνσταντίνου Βασιλειάδη, μέσα από το οποίο αποδεικνύεται πειραματικά όχι μόνο ποια ήταν, αλλά κυρίως πώς φαίνονταν τα αυθεντικά χρώματα του Παρθενώνα με την αρχαία μέθοδο. «Θέλουμε να αποδείξουμε ποια ακριβώς χρώματα υπήρχαν και πώς φαίνονταν. Γιατί το ότι υπήρχαν χρώματα είναι γνωστό. Αν επισκεφτεί κάποιος τον πρώτο όροφο του Μουσείου της Ακρόπολης, όπου φιλοξενούνται τα αρχαϊκά έργα, θα δει ότι έχουν σωθεί πλούσια χρώματα στα ενδύματα των Κορών και των Ιππέων. Από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα παρουσίας χρώματος αλλά επιζωγραφισμένων μορφών είναι η Πεπλοφόρος Κόρη με τα καστανά μαλλιά, τα κόκκινα χείλη και τα 15 ζώα που είναι ζωγραφισμένα στο ένδυμά της».
Μπλε, κόκκινο, πράσινο
Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και κατατοπιστικά ήταν τα στοιχεία που προέκυψαν από τη μακροχρόνια και συστηματική διερεύνηση της αρχαίας πολυχρωμίας του Παρθενώνα και των Προπυλαίων, που έχει ξεκινήσει από το 2015 και είναι σε εξέλιξη, της δρος Ελένης Αγγελακοπούλου, χημικού μηχανικού, προϊσταμένης του Τμήματος Συντήρησης της Υπηρεσίας Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ), μέρος των οποίων έχουν δημοσιευτεί στο έγκριτο διεθνές περιοδικό «Journal of Archaeological Science».
Οπως προκύπτει από την εν λόγω διερεύνηση, οι χρωστικές που χρησιμοποιήθηκαν για τη διακόσμηση των οριζόντιων γείσων του Παρθενώνα και διασώθηκαν έως σήμερα είναι χρώματος μπλε (αζουρίτης, αιγυπτιακό μπλε), κόκκινου (κόκκινη ώχρα, κόκκινο του μολύβδου) και πράσινου (κονιχαλκίτης). Επιπλέον, διαφορετικές χρωστικές του ίδιου χρώματος χρησιμοποιήθηκαν σκόπιμα από τους αρχαίους ζωγράφους για την απεικόνιση διαφορετικών σχεδίων στο ίδιο μοτίβο, με στόχο να επιτύχουν ιδιαίτερες χρωματικές και τονικές αποχρώσεις, ενισχύοντας έτσι το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα.
Σχετικά με την αρχαία τεχνική ζωγραφικής, προκύπτει ότι το πρώτο στάδιο ήταν η κατεργασία της επιφάνειας με λιθοξοϊκά εργαλεία, προκειμένου να αυξηθεί η επιφανειακή τραχύτητα και να ενισχυθεί η πρόσφυση των χρωμάτων με το υπόστρωμα. Στη συνέχεια, το σχέδιο χαρασσόταν με αιχμηρό εργαλείο. Ειδικά στην περίπτωση των γεωμετρικών μοτίβων, χαράσσονταν οριζόντιες και κάθετες γραμμές δημιουργώντας ένα πλέγμα τετραγωνικών σχημάτων, το οποίο διευκόλυνε τον χρωματισμό του μοτίβου.
Οι χρωστικές εφαρμόστηκαν απευθείας πάνω στο μάρμαρο χωρίς την εφαρμογή στρώματος προετοιμασίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα χρωματικά στρώματα που σώζονται παρουσιάζουν μέχρι σήμερα εξαιρετική πρόσφυση με το μαρμάρινο υπόστρωμα, χιλιετίες μετά την εφαρμογή τους. Παράλληλα, είναι η πρώτη φορά που ταυτοποιείται η παρουσία κεριού μέλισσας, ως συνδετικού υλικού σε χρωματικά στρώματα αρχαίου μνημείου, εκτεθειμένου σε υπαίθριο περιβάλλον. Η παρουσία κεριού μέλισσας συνάδει με τις αρχαίες επιγραφές, που αναφέρονταν στην εγκαυστική τεχνική για τη διακόσμηση των αρχαίων μνημείων.
Τα δεδομένα της μελέτης αυτής συγκρίθηκαν και επιβεβαιώνουν γραπτές πηγές και αναπαραστάσεις του 19ου αιώνα στις οποίες ο Παρθενώνας παρουσιαζόταν ως ένα εντυπωσιακό μνημείο με εκθαμβωτικά χρώματα και φανταχτερή ζωγραφική διακόσμηση. Οπως το έργο του βικτωριανού ζωγράφου Λόρενς Αλμα-Τάντεμα «Ο Φειδίας δείχνει τη ζωφόρο του Παρθενώνα στους φίλους του» (1868), στο οποίο αποκαλύπτεται πως το χρώμα είχε χαθεί από τα Γλυπτά λόγω των καιρικών φαινομένων και του πολέμου. Οσον αφορά δε τα Γλυπτά που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, ο βίαιος καθαρισμός τους με συρματόβουρτσες που έγινε το 1937 έφερε νέο, ανεπανόρθωτο πλήγμα στο αυθεντικό χρώμα των αρχαίων ελληνικών τεχνουργημάτων.
Στο μεταξύ, στην αναπαραγωγή των αρχαίων ελληνικών γλυπτών στα αυθεντικά τους χρώματα έχει αφιερωθεί επί σειρά ετών ο Γερμανός αρχαιολόγος Βίντσεντς Μπρίνκμαν, ο οποίος δημιούργησε αντίγραφα από γύψο ή μάρμαρο πλήρους κλίμακας που έχουν ζωγραφιστεί στο χέρι με τις ίδιες ορυκτές και οργανικές χρωστικές που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι: πράσινο από την πέτρα μαλαχίτη, μπλε από αζουρίτη, κίτρινο και ώχρα από ενώσεις αρσενικού, κόκκινο από κιννάβαρη και μαύρο από καμένο κόκαλο και κλήματα. Πλήθος τέτοιων αντιγράφων έχουν εκτεθεί σε μουσεία ανά τον κόσμο.
Ο κ. Σταμπολίδης, ωστόσο, εξηγεί στο «ΘΕΜΑ» γιατί τέτοιου είδους αναπαραστάσεις δεν μπορεί να είναι ακριβείς και απαιτείται περαιτέρω επιστημονική διερεύνηση επί του θέματος: «Διάφορες μελέτες που έχουν παρουσιαστεί πρόσφατα σε Ευρώπη και Αμερική δεν έχουν πλήρη επιστημονική βάση. Τα Γλυπτά του Παρθενώνα είχαν χρώματα, αυτό το γνωρίζουμε. Το πώς ακριβώς ήταν αυτά τα χρώματα όμως δεν μπορεί να διαφανεί βάφοντας με λαδομπογιά ένα εκμαγείο, έναν γύψο. Εδώ το μάρμαρο της Πάρου και το μάρμαρο το πεντελικό ή της Θάσου έχουν τελείως διαφορετικές δομές και διαφορετικό χρώμα. Εάν βάλεις το ίδιο χρώμα σε καθένα από αυτά τα μάρμαρα θα σου δώσει άλλη απόχρωση».
Βρετανικά κόλπα
Αλγεινή εντύπωση, πάντως, τόσο στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα όσο και στους απανταχού υποστηρικτές του πάγιου αιτήματος της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα προκάλεσε η πρόσφατη προώθηση στα ΜΜΕ, εκ μέρους του Βρετανικού Μουσείου, έρευνας σχετικά με την πολυχρωμία τους, η οποία παρουσιάζεται ως νέα και αποκαλυπτική, κάτι το οποίο δεν ισχύει.
Την ίδια «ανακάλυψη», μάλιστα, είχε κάνει το Βρετανικό Μουσείο και το 2009, όπως είχε καταγγείλει τότε η Βρετανική Επιτροπή για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα, στην οποία συμμετέχουν εξέχουσες προσωπικότητες της παγκόσμιας αρχαιολογίας. «Η ανακοίνωση μιας “τεράστιας ανακάλυψης” από το Βρετανικό Μουσείο, με την ανακάλυψη μπλε μπογιάς σε ορισμένες φιγούρες από τα Μάρμαρα του Παρθενώνα, μοιάζει ασυνήθιστα με προπαγανδιστικό κόλπο που χρησιμοποιείται για να αποσπάσει την προσοχή από τα εγκαίνια του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης στην Αθήνα», σχολίαζε τότε καυστικά σε ανακοίνωσή της η Επιτροπή, με τον πρόεδρό της, καθηγητή Αντονι Σνόντγκρας, να δηλώνει με νόημα: «Δεν χρειάζεται σχεδόν “μια νέα τεχνική απεικόνισης” για να μας πει τι μπορούμε να δούμε μόνοι μας. Αφήστε παρακαλώ τις συζητήσεις για τη σωστή φροντίδα των Γλυπτών του Παρθενώνα να συνεχιστούν - αλλά σε επίπεδο ενηλίκων, παρακαλώ».
Αντίστοιχη ήταν και η αντίδραση της Επιτροπής για τη νέα δημοσίευση της παλιάς έρευνας, στον απόηχο μάλιστα της διεθνούς κατακραυγής που έχει δεχτεί το Βρετανικό Μουσείο μετά την πρόσφατη αποκάλυψη του σκανδάλου της κλοπής περίπου 2.000 πολύτιμων αντικειμένων από τις αποθήκες του.
«Το ότι οι ελληνικοί ναοί και τα γλυπτά χρωματίζονταν, τόσο με εφαρμοσμένη πολυχρωμία (βαφή) όσο και με φυσική πολυχρωμία (χρήση φυσικά χρωματισμένων υλικών όπως ο χρυσός και το ελεφαντόδοντο), είναι γνωστό εδώ και αιώνες. Ηταν λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι είδαμε μια σειρά άρθρων την περασμένη εβδομάδα (σ.σ.: 11 Οκτωβρίου) που επαινούν το Βρετανικό Μουσείο για τη νέα έρευνα που κάνει αυτή την ανακάλυψη συναρπαστική», αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση της Επιτροπής.
Στην ίδια προσπάθεια επικοινωνιακής διαχείρισης της μεγαλύτερης κρίσης που διέρχεται το Βρετανικό Μουσείο στην ιστορία του εντάσσεται, προφανώς, και η δήλωση που έκανε την περασμένη Πέμπτη ο πρόεδρός του Τζορτζ Οσμπορν, ότι είναι ανοιχτός στην προσωρινή επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα αρχαία αντικείμενα που δεν έχουν δει ποτέ ξανά στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr