Coldplay: Η ιστορία του συγκροτήματος που γεμίζει το ΟΑΚΑ δύο φορές σε 24 ώρες
Coldplay: Η ιστορία του συγκροτήματος που γεμίζει το ΟΑΚΑ δύο φορές σε 24 ώρες
Οι «Beatles του 21ου αιώνα» ετοιμάζουν το Σαββατοκύριακο 8 και 9 Ιουνίου τη δυναμική τους κάθοδο, με στόχο να μαγέψουν το ελληνικό κοινό - Τα πρόσωπα και οι εκπλήξεις της Αθήνας
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Το κορυφαίο, ίσως, συγκρότημα του 21ου αιώνα, που κρατάει ζωντανή την κυριαρχία της ποπ με απανωτές επιτυχίες και απίστευτη διάρκεια στο πέρας των χρόνων, έχει διδάξει τι σημαίνουν ζωντανές εμφανίσεις σε μεγάλα στάδια: δεν μένει παρά να το διαπιστώσουμε από κοντά σε λίγες μέρες στην Αθήνα, στο Ολυμπιακό Στάδιο, όπου θα ανάψουν χιλιάδες led στην πιο φαντασμαγορική, ίσως, συναυλία που έχει δοθεί στη χώρα.
Αν, άλλωστε, κάποιος ξέρει να κατακτάει το κοινό διοργανώνοντας άψογα live, με ακούσματα συνώνυμα με τις εμφανίσεις στις μεγάλες γηπεδικές αρένες, αυτοί είναι σίγουρα οι Βρετανοί που μεγάλωσαν διαφορετικές γενιές και παραμένουν ανελλιπώς στην πρώτη γραμμή.
Το στούντιο-φούρνος!
Οταν ο Κρις Μάρτιν πήγαινε στο University College London του Λονδίνου, δεν μπορούσε με τίποτα να φανταστεί ότι στη φοιτητική εστία όπου σύχναζε θα συναντούσε, εκτός από τους Ελληνες συμφοιτητές του και από κάποιες κοπέλες που δοκίμαζαν τον ντροπαλό του χαρακτήρα με το να τον φλερτάρουν, τον φίλο που θα του άλλαζε για πάντα πορεία. Μέχρι να γνωρίσει τον κιθαρίστα Τζόνι Μπάκλαντ η αποκλειστική του προτεραιότητα ήταν τα φοιτητικά του μαθήματα και η κοινωνικοποίησή του ελάχιστη, ίσως και λόγω των τραυμάτων από τις μέρες που είχε περάσει οικότροφος στα σχολεία όπου συνήθιζαν να στέλνουν οι Βρετανοί της μεσοαστικής τάξης τα παιδιά τους. Μέχρι που έπεσε, «εντελώς τυχαία», όπως συνηθίζει να λέει, πάνω στον Μπάκλαντ και ήταν μουσικός έρωτας με την πρώτη ματιά: μαζί άρχισαν να σκαρώνουν τα πρώτα κομμάτια και να εμφανίζονται σε υπόγεια κλαμπ του Κάμντεν και του ανατολικού Λονδίνου με το περιπαικτικό όνομα Big Fat Noises, το οποίο άλλαξαν όταν η κατάσταση σοβάρεψε σε Starfish.
Επειδή, όμως, το όνομά τους φαινόταν αρκετά καταθλιπτικό για τα υγιή τους μέτρα, πολύ σύντομα έγιναν οι Coldplay, κατακτώντας τα εναλλακτικά φοιτητόπαιδα της εποχής.
Πολύ συνειδητά, σε μια εποχή που επικρατούσαν οι Radiohead με τον πιο ηλεκτρονικό χαρακτήρα και την καταθλιπτική ατμόσφαιρα, σε μια Αγγλία που προσπαθούσε να βγει από τα μεταθατσερικά της τραύματα, οι Coldplay δεν θέλησαν να πουλήσουν την εικόνα του καταραμένου συγκροτήματος με το οποίο ήταν σχεδόν αποκλειστικά συνδεδεμένη η γενιά τους. Ηξεραν ότι προέρχονται από μεσοαστικές οικογένειες, ότι είναι αρκετά διαβασμένοι για να παρατήσουν τις σπουδές τους και ότι απευθύνονται στον κόσμο της ποπ παρά της σκληροπυρηνικής ροκ. Δούλευαν, όμως, χωρίς σταματημό και είχαν μια ξεχωριστή εξυπνάδα να κάνουν τα σωστά βήματα, προσλαμβάνοντας, μάλιστα, και ως μάνατζερ τον φοβερό και τρομερό Φιλ Χάρλεϊ, που όλοι αποκαλούν «πέμπτο μέλος του συγκροτήματος».
Σε αντίθεση με άλλους συνομηλίκους τους φρόντισαν να ξεμπερδέψουν από νωρίς με τις ακρότητες και τις καταχρήσεις, έπαιζαν καλά όργανα και προτιμούσαν τους καθαρούς ήχους: αυτό φαίνεται ξεκάθαρα με το «Parachutes» που ήταν το δυναμικό πέρασμά τους στην πρώτη γραμμή. Τα «καλά παιδιά» της ποπ είχαν από τότε οικολογικές ανησυχίες, τις οποίες εξέφραζαν έντονα σε εποχές που δεν υπήρχε καν η έννοια «ευαισθησία για το περιβάλλον». Οι συναυλίες τους, από την πρώτη τους κιόλας εμφάνιση στο Glastonbury, ήταν σημείο αναφοράς, φροντίζοντας να τροφοδοτούν το κοινό με χιλιάδες χάρτινες καρδούλες, τις οποίες κράδαιναν αντί για τους αντι-οικολογικούς αναπτήρες.
Το πρώτο τους μεγάλο χιτ «Shiver» σκαρφάλωσε αμέσως στην κορυφή των τσαρτ, αν και η μεγάλη επιτυχία που έδειξε ότι γι’ αυτή τη βρετανική μπάντα υπάρχει μέλλον ήταν το «Yellow». Πρωτοπόροι από τον τρόπο που παρουσιάζουν τις συναυλίες μέχρι το πώς οργανώνουν τα άλμπουμ, το 2014 θα σταματήσουν, σε ένδειξη και πάλι οικολογικής συνείδησης, να μετακινούνται σε διαφορετικές πόλεις για να ηχογραφούν, αγοράζοντας έναν φούρνο τον οποίο θα μετατρέψουν σε ιδιωτικό στούντιο ηχογράφησης!
Αν, άλλωστε, κάποιος ξέρει να κατακτάει το κοινό διοργανώνοντας άψογα live, με ακούσματα συνώνυμα με τις εμφανίσεις στις μεγάλες γηπεδικές αρένες, αυτοί είναι σίγουρα οι Βρετανοί που μεγάλωσαν διαφορετικές γενιές και παραμένουν ανελλιπώς στην πρώτη γραμμή.
Το στούντιο-φούρνος!
Οταν ο Κρις Μάρτιν πήγαινε στο University College London του Λονδίνου, δεν μπορούσε με τίποτα να φανταστεί ότι στη φοιτητική εστία όπου σύχναζε θα συναντούσε, εκτός από τους Ελληνες συμφοιτητές του και από κάποιες κοπέλες που δοκίμαζαν τον ντροπαλό του χαρακτήρα με το να τον φλερτάρουν, τον φίλο που θα του άλλαζε για πάντα πορεία. Μέχρι να γνωρίσει τον κιθαρίστα Τζόνι Μπάκλαντ η αποκλειστική του προτεραιότητα ήταν τα φοιτητικά του μαθήματα και η κοινωνικοποίησή του ελάχιστη, ίσως και λόγω των τραυμάτων από τις μέρες που είχε περάσει οικότροφος στα σχολεία όπου συνήθιζαν να στέλνουν οι Βρετανοί της μεσοαστικής τάξης τα παιδιά τους. Μέχρι που έπεσε, «εντελώς τυχαία», όπως συνηθίζει να λέει, πάνω στον Μπάκλαντ και ήταν μουσικός έρωτας με την πρώτη ματιά: μαζί άρχισαν να σκαρώνουν τα πρώτα κομμάτια και να εμφανίζονται σε υπόγεια κλαμπ του Κάμντεν και του ανατολικού Λονδίνου με το περιπαικτικό όνομα Big Fat Noises, το οποίο άλλαξαν όταν η κατάσταση σοβάρεψε σε Starfish.
Επειδή, όμως, το όνομά τους φαινόταν αρκετά καταθλιπτικό για τα υγιή τους μέτρα, πολύ σύντομα έγιναν οι Coldplay, κατακτώντας τα εναλλακτικά φοιτητόπαιδα της εποχής.
Πολύ συνειδητά, σε μια εποχή που επικρατούσαν οι Radiohead με τον πιο ηλεκτρονικό χαρακτήρα και την καταθλιπτική ατμόσφαιρα, σε μια Αγγλία που προσπαθούσε να βγει από τα μεταθατσερικά της τραύματα, οι Coldplay δεν θέλησαν να πουλήσουν την εικόνα του καταραμένου συγκροτήματος με το οποίο ήταν σχεδόν αποκλειστικά συνδεδεμένη η γενιά τους. Ηξεραν ότι προέρχονται από μεσοαστικές οικογένειες, ότι είναι αρκετά διαβασμένοι για να παρατήσουν τις σπουδές τους και ότι απευθύνονται στον κόσμο της ποπ παρά της σκληροπυρηνικής ροκ. Δούλευαν, όμως, χωρίς σταματημό και είχαν μια ξεχωριστή εξυπνάδα να κάνουν τα σωστά βήματα, προσλαμβάνοντας, μάλιστα, και ως μάνατζερ τον φοβερό και τρομερό Φιλ Χάρλεϊ, που όλοι αποκαλούν «πέμπτο μέλος του συγκροτήματος».
Σε αντίθεση με άλλους συνομηλίκους τους φρόντισαν να ξεμπερδέψουν από νωρίς με τις ακρότητες και τις καταχρήσεις, έπαιζαν καλά όργανα και προτιμούσαν τους καθαρούς ήχους: αυτό φαίνεται ξεκάθαρα με το «Parachutes» που ήταν το δυναμικό πέρασμά τους στην πρώτη γραμμή. Τα «καλά παιδιά» της ποπ είχαν από τότε οικολογικές ανησυχίες, τις οποίες εξέφραζαν έντονα σε εποχές που δεν υπήρχε καν η έννοια «ευαισθησία για το περιβάλλον». Οι συναυλίες τους, από την πρώτη τους κιόλας εμφάνιση στο Glastonbury, ήταν σημείο αναφοράς, φροντίζοντας να τροφοδοτούν το κοινό με χιλιάδες χάρτινες καρδούλες, τις οποίες κράδαιναν αντί για τους αντι-οικολογικούς αναπτήρες.
Το πρώτο τους μεγάλο χιτ «Shiver» σκαρφάλωσε αμέσως στην κορυφή των τσαρτ, αν και η μεγάλη επιτυχία που έδειξε ότι γι’ αυτή τη βρετανική μπάντα υπάρχει μέλλον ήταν το «Yellow». Πρωτοπόροι από τον τρόπο που παρουσιάζουν τις συναυλίες μέχρι το πώς οργανώνουν τα άλμπουμ, το 2014 θα σταματήσουν, σε ένδειξη και πάλι οικολογικής συνείδησης, να μετακινούνται σε διαφορετικές πόλεις για να ηχογραφούν, αγοράζοντας έναν φούρνο τον οποίο θα μετατρέψουν σε ιδιωτικό στούντιο ηχογράφησης!
Δείχνοντας διαρκώς ότι μένουν όσο μπορούν πιστοί στις αξίες τους, για τις μετακινήσεις τους προτιμούν ακόμα και σήμερα το μετρό, φροντίζοντας βέβαια να μεταμφιέζονται για να μην τους αναγνωρίσουν οι φαν, ενώ κανείς πια δεν εκπλήσσεται όταν βλέπει τον μπασίστα Γκάι Μπέριμαν να κάνει βόλτες με το ποδήλατό του στο Αμστερνταμ όπου διαμένει μόνιμα, αφού εκεί είναι η έδρα της μάρκας ρούχων Applied Art Forms τα οποία σχεδιάζει ο ίδιος.
Δημοκρατική μοιρασιά
Οι κανόνες που θέσπισαν ως αξιακή βάση αλλά και ως αρχές για τη λειτουργία του συγκροτήματος οι Coldplay παραμένουν ίδιοι μέχρι σήμερα: ακολουθώντας κατ’ αρχάς το παράδειγμα των U2 και των R.E.M., αποφάσισαν να διώχνουν όποιο από τα μέλη παίρνει απαγορευμένες ουσίες, ενώ μοίρασαν και τις αρμοδιότητες και τα κέρδη από τις περιοδείες σε ίσα μερίδια.
Στην πρώτη κιόλας παγκόσμια τουρνέ τους το 2002, για το άκρως πετυχημένο άλμπουμ «A Rusch of Blood to the Head» και πάλι, κατά το παράδειγμα των επίσης οικολόγων U2, υιοθέτησαν τους ιδιαίτερους φωτισμούς και τα LED, τα οποία διατηρούν μέχρι σήμερα, ενώ μέρος των εσόδων αποφάσισαν να το διαθέτουν, από τότε, σε φιλανθρωπικούς σκοπούς, όπως την καμπάνια για τη διάσωση των δασών. Εναν χρόνο αργότερα, και συγκεκριμένα λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 2003, οι αναγνώστες του «Rolling Stone» θα ανακηρύξουν τους Coldplay ως το καλύτερο συγκρότημα της χρονιάς και στα βραβεία Grammy του 2004 θα κερδίσουν το βραβείο του τραγουδιού για το «Clocks», το οποίο άκουγες κυριολεκτικά παντού. Οσοι νομίζουν ότι πρόκειται για μια μπάντα που θα εξαντλήσει τη δυναμική της στα δύο πρώτα άλμπουμ διαψεύδονται καθώς το τρίτο τους δυναμικό «X & Y» δείχνει ότι ξέρουν να πειραματίζονται συνδυάζοντας τους ηλεκτρονικούς ήχους με τα μαθηματικά, τις αντιθέσεις ανάμεσα στην ποπ και τη ροκ με μια άκρως συμφιλιωτική διάθεση. Ολα σχεδόν τα τραγούδια σκαρφαλώνουν με το καλημέρα στο Billboard και η μπαλάντα «Fix You» γίνεται ένα από τα πιο πετυχημένα τραγούδια όλων των εποχών.
Αλλά αυτό που έκανε στην πραγματικότητα την τεράστια διαφορά και τη στροφή στην καριέρα τους ήταν το «Viva La Vida!», όπου θα πάρουν τα credits από τον ένδοξο θεό της ροκ Ντέιβιντ Μπόουι χρησιμοποιώντας τον καλό του φίλο και παραγωγό Μπράιαν Ινο για να τους φτιάξει ένα από τα καλύτερα άλμπουμ που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ στον χώρο της ποπ. Με το απρόσμενο «Viva La Vida or Death And All His Friend» και με τον χαρακτηριστικό πίνακα του Ντελακρουά, συνώνυμο της Γαλλικής Επανάστασης, στο εξώφυλλο, όχι μόνο δείχνουν τις ανατρεπτικές τους διαθέσεις, αλλά αλλάζουν και στυλ εισάγοντας τις πιο ηλεκτρονικές αποχρώσεις του Ινο στον ήχο τους. Αποδεικνύουν έτσι στην πράξη ότι όχι μόνο έχουν βαθιές καλλιτεχνικές ευαισθησίες, αλλά ότι ήρθαν για να αφήσουν για πάντα τη σφραγίδα τους στον χώρο της ποπ ως κάτι μοναδικό.
Ο γάμος και ο χωρισμός
Αν οι αρχές του 2000 βρήκαν τον φρόντμαν του συγκροτήματος, Κρις Μάρτιν, να διάγει την πιο ευχάριστη περίοδο της ζωής του με τον γάμο του με την Αμερικανίδα ηθοποιό Γκουίνεθ Πάλτροου, οι αρχές της δεύτερης δεκαετίας μάλλον θα είναι οι πιο δύσκολες. Για χάρη του, ωστόσο, η ηθοποιός θα μεταφερθεί στην αρχή του γάμου τους από την Καλιφόρνια στο ανήλιαγο Λονδίνο και οι δύο κόρες τους, Απλ και Μόουζες Μάρτιν, έμοιαζαν τότε να συμπληρώνουν την οικογενειακή ευτυχία.
Οι κοινές οικολογικές ανησυχίες κάνουν το ζεύγος να προμοτάρει, όσο μπορεί, εναλλακτικές μορφές διατροφής, τη χορτοφαγία, την ανακύκλωση, πράγματα σχεδόν άγνωστα σε μια κοινωνία που είχε αρχίσει τότε μόλις να μιλάει για την καταστροφή του περιβάλλοντος και να στρέφεται στα βιολογικά προϊόντα. Ωστόσο, τα σύννεφα άρχισαν να πυκνώνουν ύστερα από φήμες ότι η Πάλτροου είχε βρει παρηγοριά στην αγκαλιά ενός πλούσιου επιχειρηματία και ότι η διαρκής απουσία του συζύγου της, στο πλαίσιο των παγκόσμιων περιοδειών του, απομάκρυνε για τα καλά το ζευγάρι. «Ηταν προφανές ότι Μάρτιν είχε πέσει σε κατάθλιψη εξαιτίας αυτού», ομολογούσε ο ντράμερ Γουίλ Τσάμπιον στο ντοκιμαντέρ με την ιστορία του συγκροτήματος «A Head Full of Dreams».
Τα προσωπικά αδιέξοδα του φρόντμαν φάνηκαν να επηρεάζουν όλη την ομάδα, σε σημείο που οι φίλοι του πίστευαν ότι δεν πρόκειται να φύγουν από αυτή την ιστορία αλώβητοι. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν είναι να παροτρύνουν τον καλό τους φίλο και δυναμικό αρχηγό του συγκροτήματος να αρχίσει να γράφει. Υστερα από μεγάλη παρότρυνση ο Μάρτιν άρχισε να συνθέτει τα τραγούδια που αποτέλεσαν τη βάση για το «Ghost Stories», με εμφανείς τις επιρροές του χωρισμού του από την Πάλτροου: η μουσική, ωστόσο, ήταν και πάλι η σωτήρια οδός για τον Μάρτιν, ο οποίος εκ των υστέρων ομολογούσε πως αυτός ο δίσκος σήμανε το πέρασμα «από την απόλυτη μοναξιά στην αίσθηση του μαζί και της κοινότητας», που χαρακτηρίζει το συγκρότημα μέχρι σήμερα.
Σε αυτό το πλαίσιο σύμπνοιας με τη δοκιμασία που περνούσε τότε ο αρχηγός τους τα υπόλοιπα μέλη αρνούνται να ηχογραφήσουν το νέο τους άλμπουμ σε κάποιο ψυχρό στούντιο, προτιμώντας την ασφάλεια του σπιτιού του μπασίστα Γκάι Μπέριμαν. Στο άλμπουμ ήταν εμφανείς και οι μεταφυσικές επιρροές των διάφορων διαβασμάτων του Μάρτιν, ο οποίος έχει εμμονή με τους Γνωστικούς, τους Αλχημιστές και τους Σούφι, συγκεκριμένα τον ποιητή του 13ου αιώνα, Τζελαλεντίν Ρουμί. Με το προηγούμενο άλμπουμ τους «Mylo Xyloto» το 2012 έδειξαν πόσο αγαπούν τα κόμικς, ενώ τα τραγούδια τους άρχισαν να ντύνουν μουσικά τις ταινίες του Χάρι Πότερ.
Ακολούθησαν διάφορες συνεργασίες και μια εσωτερική κρίση κάποιων ετών, για να κάνουν την επιστροφή το 2019 στέλνοντας προσωπικά γράμματα στους φαν τους όπου ανακοίνωναν την κυκλοφορία του νέου τους άλμπουμ «Everyday Life». Σε συνέντευξή του στο BBC Radio 1 (υπάρχει στο αρχείο) ο Κρις ανακοινώνει ότι αυτό το άλμπουμ αντικατοπτρίζει το όραμα του συγκροτήματος για έναν νέο κόσμο και για να το κάνουν γνωστό δίνουν μια συναυλία στην Ιορδανία με δωρεάν απευθείας μετάδοση στο YouTube. Διστάζουν ωστόσο να προχωρήσουν σε περιοδεία γιατί, όπως λένε, θέλουν να έχει όσο το δυνατόν λιγότερο αποτύπωμα και να σέβεται όσο γίνεται το περιβάλλον. Το νέο τους άλμπουμ «Higher Power» και το «Music of the Spheres» επομένως συνιστά την οικολογική έκφραση του συγκροτήματος στη μετά Covid εποχή.
Music of the Spheres
Στο πλαίσιο της επικείμενης συναυλίας, τα μέλη του συγκροτήματος μας παρακαλούν, αντί για πλαστικά μπουκαλάκια, στη συναυλία να πάρουμε μαζί το παγούρι μας και να το γεμίσουμε με βρύσες που θα τοποθετηθούν σε εμφανή σημεία και να προτιμήσουμε το μετρό αντί για το αυτοκίνητο. Επίσης μας συστήνουν να αποφύγουμε τα backpacks και τις μεγάλες τσάντες και να έχουμε μόνο μικρά τσαντάκια.
Θα υπάρχουν, επίσης, παντού ποδήλατα που θα ηλεκτροδοτούν τη συναυλία, ενώ στην αρένα θα κατασκευαστεί μια κινητική πίστα για να μπορούμε να χορεύουμε παράγοντας ηλεκτρική ενέργεια. Εννοείται ότι θα υπάρχει πλήρης προσβασιμότητα με ειδικά διαμορφωμένους χώρους και τα κωφά και βαρήκοα άτομα θα έχουν τη δυνατότητα να νιώσουν τις δονήσεις της μουσικής μέσω subpacks (ηλεκτρονικών γιλέκων) που θα προσφερθούν δωρεάν.
Τέλος σε μία από τις πιο κεντρικές εισόδους του σταδίου θα λειτουργεί ένα άνετο, ήσυχο δωμάτιο, στο οποίο όποιος θέλει μπορεί εκεί να ηρεμεί και να απομονωθεί από ήχους και πολυκοσμία, ακολουθώντας το παράδειγμα του Κρις Μάρτιν, ο οποίος φροντίζει να κάνει meditation κάθε πρωί, παρασύροντας και την τωρινή του αγαπημένη, και μέλλουσα, όπως θέλουν οι φήμες, σύζυγό του, Ντακότα Τζόνσον.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα