Οι πολυάριθμες διακρίσεις καταδεικνύουν την προσήλωσή της εταιρείας στη βιώσιμη ανάπτυξη, την καινοτομία και την παροχή αξίας στους καταναλωτές, τους εργαζομένους και την κοινωνία.
Ελευθερία Αρβανιτάκη - Ελεωνόρα Ζουγανέλη στο protothema.gr: Λέμε «όχι» στην υπερέκθεση των social media
Ελευθερία Αρβανιτάκη - Ελεωνόρα Ζουγανέλη στο protothema.gr: Λέμε «όχι» στην υπερέκθεση των social media
Οι δύο ερμηνεύτριες ολοκληρώνουν την επιτυχημένη συνεργασία τους με μια μεγάλη συναυλία, στις 28 Σεπτεμβρίου, στο Θέατρο Λυκαβηττού
Δύο γυναίκες ξεχωριστές, δύο φωνές υπέροχες, άμεσα συνδεδεμένες με το σάουντρακ της ζωή μας. Η συνάντηση επί σκηνής της Ελευθερίας Αρβανιτάκη με την Ελεωνόρα Ζουγανέλη, «έδεσε», όπως αποδείχτηκε, σχεδόν αμέσως, και δημιούργησε όμορφες μουσικές στιγμές γεμάτες μελωδία, ρυθμό, ένταση αλλά και συγκίνηση.
Με αφορμή την αποχαιρετιστήρια κοινή συναυλία που θα δώσουν το Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου, στο Θέατρο Λυκαβηττού, οι δύο ερμηνεύτριες μίλησαν στο protothema.gr για το υπέροχο αυτό μουσικό ταξίδι τους και τις πολύτιμες αναμνήσεις που δημιούργησαν μαζί με το πολυπληθές κοινό τους αλλά και για τα τραγούδια, τις νέες μουσικές τάσεις και τον ρόλο των social media στη ζωή τους.
Ποια είναι τα συστατικά εκείνα μιας επί σκηνής συνεργασίας που κάνουν το «Μαζί» ουσιαστικό και όχι τυπικό;
Ελευθερία Αρβανιτάκη: Ο σεβασμός κατ' αρχήν. Αν δεν σέβεσαι την αξία και την πορεία του άλλου δε γίνεται να συνεργαστείς. Επίσης πρέπει να είσαι ανοιχτός σε νέες ιδέες, νέες προσεγγίσεις. Όποιος είναι άκαμπτος είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να συνεργαστεί. Έχω ευτυχήσει να έχω κάνει πολλές συνεργασίες με εξαιρετικούς συναδέλφους και ειλικρινά δεν έχω νιώσει ανταγωνισμούς κι εντάσεις. Με την Ελεωνόρα “δέσαμε” και μάλιστα για τα καλά, όσο απροσδόκητο και αν φάνηκε σε πολλούς στο πρώτο άκουσμα της συνεργασίας. Για εμάς ήταν αρμονικό και είχε μια ωραία αντίθεση που μόνο θετικά λειτούργησε. Αυτός ήταν άλλωστε ο λόγος της επιτυχίας και της διάρκειας της συνεργασίας μας.
Ελεωνόρα Ζουγανέλη: Συμφωνώ πως το πιο ουσιαστικό συστατικό είναι ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και στη διαδρομή του άλλου. Αυτό αισθάνθηκα με την Ελευθερία από την πρώτη στιγμή μέχρι και τώρα. Θέλησε η μια να γνωρίσει την άλλη παίρνοντας τον χρόνο που χρειάζεται μία σχέση για να συμβεί και να ευδοκιμήσει.
Σε τι μοιάζουν και σε τι διαφέρουν η Ελευθερία Αρβανιτάκη και η Ελεωνόρα Ζουγανέλη ως ερμηνεύτριες και ως γυναίκες;
Ε.Α: Εντάξει, είναι προφανές ότι ανήκουμε σε άλλες γενιές, αλλά αυτό σίγουρα δεν είναι αποτελεί πρόβλημα. Μοιάζουμε στο ότι μάς αρέσει η λεπτομέρεια, ότι δεν μάς ενδιαφέρει να κάνουμε κάτι για να το κάνουμε αλλά για να προσφέρουμε μια καλλιτεχνική πρόταση. Μοιάζουμε επίσης στο ότι είμαστε ανοιχτές σε συνεργασίες και μουσικές συνομιλίες, κάτι που ενώ στην δική μου γενιά είναι πιο συνηθισμένο δεν μπορώ να πω το ίδιο για την γενιά της Ελεωνόρας. Διαφέρουμε σαφώς και σε πολλά. Για παράδειγμα η Ελεωνόρα είναι πολύ πιο ομιλητική προς το κοινό σε σχέση με μένα και είναι μια περφόρμερ που κινησιολογικά είναι πιο, ας πούμε, δυναμική από εμένα. Εμένα με βοηθάει να μένω πιστή στο πρόγραμμα που έχουμε στήσει, ενώ την Ελεωνόρα δεν τη νοιάζει να κάνει μικρο-αλλαγές στο δικό της πρόγραμμα, πάντα βέβαια σε ένα συμβατό πλαίσιο.
Ε.Ζ: Δεν είμαι σίγουρη ότι μπορώ να απαντήσω σ’ αυτήν την ερώτηση. Τις διαφορές είναι πιο εύκολο να τις εντοπίσει κανείς από ότι τις ομοιότητες. Σίγουρα έχω εντοπίσει ότι πριν βγούμε στη σκηνή νιώθουμε και οι δύο αυτήν την μικρή συστολή και αγωνία. Αγαπάμε πολύ το τραγούδι και όταν πατάμε το πόδι μας στη σκηνή ξεχνάμε οτιδήποτε μάς προβληματίζει.
Ποιος είναι ο στόχος σας κάθε φορά που ανεβαίνετε στη σκηνή; Πότε φεύγετε με ένα χαμόγελο ικανοποίησης;
Ε.Α: Ο στόχος είναι να μεταφέρεις στο κοινό και να ζήσεις μαζί του αυτό που έχεις ονειρευτεί φτιάχνοντας το πρόγραμμα. Να περάσετε μαζί ένα δίωρο στο οποίο ό,τι απασχολεί τον καθένα έχει «μείνει εκτός» για λίγο. Στόχος είναι επίσης να υπάρχει μια ενέργεια πάνω στη σκηνή που να συναντιέται με εκείμη που υπάρχει από κάτω, με τον κόσμο που τραγουδάει με πάθος μαζί μας. Και στο δρόμο για το σπίτι, να έχει κανείς μια ωραία μνήμη από αυτό που συνέβη που θα την κουβαλάει για μέρες ή και για πάντα μαζί του.
Ε.Ζ: Στόχος είναι η επικοινωνία με τον κόσμο, η ανταλλαγή αισθήσεων και συναισθημάτων. Και το χαμόγελο της ικανοποίησης έρχεται όταν αυτό συμβεί.
Η ζωντανή επαφή με το κοινό «τρέφει» τον καλλιτέχνη ή είναι μια υποχρέωση για να διατηρείται ανοιχτός ο δίαυλος επικοινωνίας;
Ε.Α: Για μένα είναι ζωτικής σημασίας η επαφή με τον κοινό ακριβώς γιατί υπάρχει αυτή η ανταλλαγή ενέργειας που περιέγραψα παραπάνω. Ενώ το στούντιο είναι μοναχικό, είναι μια στιγμή γέννας. Σε μια ζωντανή παράσταση, όμως, το νιώθεις αλλιώς το τραγούδι. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ πολλά τραγούδια δεν παίζονται στο ραδιόφωνο, στις συναυλίες έχουν μεγάλη ανταπόκριση κι ότι από παραστάσεις προκύπτουν εκδοχές των τραγουδιών που μένουν στην ιστορία. Αυτό έχει συμβεί με το «Δυνατά».
Ε.Ζ: Την επαφή μου με το κοινό δεν την έχω δει ούτε την έχω νιώσει ποτέ σαν υποχρέωση. Έχω μεγάλη ανάγκη να βρίσκομαι μπροστά στο κοινό και να τραγουδώ. Είμαι λυπημένη τις μέρες που αυτό δε συμβαίνει.
Περιγράψτε μας πως είναι να περνάς ένα ολόκληρο καλοκαίρι ταξιδεύοντας και τραγουδώντας σε διαφορετικά μέρη της Ελλάδας
Ε.Α: Μπορεί να υπάρχει κούραση αλλά έχει μια μαγεία το να μετατρεπόμαστε τα καλοκαίρια σε περιπλανώμενους, να γνωρίζουμε τον τόπο μας καλύτερα και να παίζουμε τη μουσική μας σε ανθρώπους που πολλές φορές ζουν σε απομακρυσμένα μέρη και διψάνε κυριολεκτικά για παραστάσεις. Πολλές φορές συναντάμε τεχνικές δυσκολίες γιατί λείπουν οι υποδομές σε μεγάλο μέρος της υπαίθρου, αλλά κι αυτές τις προσπερνάς για χάρη αυτής της μαγικής επικοινωνίας με το κοινό.
Ε.Ζ: Από τα πρώτα χρόνια που ξεκίνησα να τραγουδάω λάτρευα τις καλοκαιρινές περιοδείες. Σαφώς υπάρχει κούραση, απρόοπτες συνθήκες, καταστάσεις και πράγματα που δεν περιμένεις, αλλά αυτό είναι και το γοητευτικό του πράγματος. Αυτή η γλυκιά κούραση και αναμονή του τι θα συναντήσεις, προς τα πού θα κινήσεις και πού θα ξυπνήσεις την επόμενη μέρα.
Σε μια εποχή που η ελληνική δισκογραφία λειτουργεί πλέον με διαφορετικούς όρους, εσείς νιώθετε άνετα; Στην επικοινωνία μέσω social media, για παράδειγμα, έχετε προσαρμοστεί;
Ε.Α: Σε όλες τις συνθήκες υπάρχουν πάντα τα θετικά και αρνητικά. Οι μεταβάσεις δεν είναι πάντα εύκολες. Έχω δεχτεί τη νέα συνθήκη σαν επαγγελματίας, αλλά ως κοινό δυσκολεύομαι λίγο. Προτιμώ την υλική υπόσταση του μουσικού προϊόντος, την προσεγμένη συσκευασία με ένα ωραίο artwork, το να σού δωρίζουν μουσική ή να κάνεις δώρο τη μουσική ως κάτι πολύτιμο. Και βέβαια νιώθω ότι η σύνδεσή μας με το υλικό που ακούγαμε από ένα βινύλιο ή ένα cd μας “έδενε” περισσότερο μαζί του. Κι ενώ το διαδίκτυο και οι πλατφόρμες το κάνουν άμεσο και εύκολο να κυκλοφορείς και να μοιράζεσαι την μουσική σου παντού – κι αυτό είναι σίγουρα σπουδαίο – από την άλλη νιώθω ότι μέσα σε έναν τεράστιο όγκο μουσικής παραγωγής και πληροφορίας μπορείς πολύ εύκολα να χαθείς. Ως προς τα social media, εντάξει, είμαι κι εγώ χρήστης και εξοικειώνομαι όλο και περισσότερο με αυτά, αλλά η αλήθεια είναι ότι θέλω να κρατάω μια απόσταση. Υπάρχει μια τάση για υπερέκθεση κι έναν τρόπο προώθησης που είναι μάλλον κόντρα στην διάθεσή μου για προβολή. Πάντα κράταγα χαμηλούς τόνους γιατί έτσι είμαι εγώ και ό,τι έκανα το έκανα με την δουλειά μου και μόνο. Τώρα δεν αρκεί αυτό και γι' αυτό προσπαθώ μαζί με τους συνεργάτες μου να είμαι παρούσα αλλά με έναν τρόπο που να μού ταιριάζει.
Ε.Ζ: Κι εγώ δεν θα έλεγα ότι έχω γίνει εξπέρ στα social media. Παρόλα αυτά προσπαθώ να είμαι ενήμερη. Προσπαθώ να εμφανίζομαι στα social media με τρόπους που μού ταιριάζουν και όσο αυτό με κάνει να νιώθω ελεύθερη και δε με καταπιέζει.
Η τεχνολογία μπορεί να προσφέρει χρήσιμα εργαλεία σε όλους τους τομείς, δεν αισθάνεστε όμως ότι «μάς» κλέβει παράλληλα πολύτιμες προσωπικές στιγμές συναντήσεων, σμιξίματος, ουσιαστικής επαφής;
Ε.Α: Είναι όλο αυτό που μόλις απάντησα. Πάντως, ακόμα και σε αυτή την συνθήκη, αν θέλει κανείς πραγματικά να κρατήσει τις στιγμές του ιδιωτικές, μπορεί να το κάνει. Είναι θέμα επιλογής.
Ε.Ζ: Πιστεύω πως όλα χρειάζονται μετρό. Φυσικά η τεχνολογία μάς προσφέρει νέους τρόπους επικοινωνίας, προώθησης, ενημέρωσης. Παρόλα αυτά πιστεύω πως μας στερεί κάποια πράγματα τα οποία θεωρώ απαραίτητα στη ζωή μας. Καλό θα είναι να υπάρχει μέτρο έτσι ώστε να χρησιμοποιούμε εμείς την τεχνολογία και όχι να μάς χρησιμοποιεί εκείνη.
Την κατάσταση στο ελληνικό τραγούδι σήμερα πως τήν βλέπετε; Ακούτε όμορφα τραγούδια από νέους δημιουργούς, καλές νέες φωνές;
Ε.Α: Πάντα υπάρχουν νέοι καλλιτέχνες, η δημιουργία δεν σταματάει ποτέ. Αντικατοπτρίζει απλώς την εποχή μέσα στην οποία γεννιέται. Κι ενώ πολλές φορές ακούς από τους παλιότερους να λένε «ε, σήμερα δεν γράφονται σπουδαία τραγούδια όπως κάποτε», εμένα αυτό μού ακούγεται κλισέ και κάπως ξεπερασμένο. Οι νέοι σήμερα έχουν άλλες ανάγκες και διαφορετικούς τρόπους έκφρασης και κάθε γενιά έχει τους δικούς της “ήρωες”. Οπότε, ναι, υπάρχουν πολύ ωραίες φωνές και γράφονται και ωραία τραγούδια, ασχέτως αν τα ραδιόφωνα δεν στηρίζουν απαραίτητα τη νέα δημιουργία. Αλλά αυτό είναι μάλλον μια άλλη συζήτηση.
Ε.Ζ: Σε όλες τις εποχές υπάρχουν καλές φωνές, δημιουργοί και καλλιτέχνες με νέες προτάσεις, νέες ιδέες. Εύχομαι να καταφέρνουν να βρίσκουν τον τρόπο να φτάνουν εύκολα και γρήγορα στα αυτιά μας.
Η μόδα της τραπ μουσικής, στην οποία έχει μυηθεί τα τελευταία χρόνια η νεολαία, από ποιες ανάγκες πιστεύετε ότι γεννήθηκε;
Ε.Α: Για να χρησιμοποιήσω έναν σύγχρονο όρο θα πω ότι υπάρχει μια συνθήκη “φλεξαρίσματος” και εφήμερης – ή μη - απόλαυσης που είναι πολύ χαρακτηριστικά στοιχεία μέσων όπως το τικ τοκ ή το ίνσταγκραμ. Δεν σημαίνει ότι όποιος είναι χρήστης επιζητά αυτό, δεν θέλω να παρεξηγηθώ. Αλλά η εποχή έχει και αυτό τον χαρακτήρα κι αυτό το επιφανειακό, το εφήμερο, ένα λεξιλόγιο που υποτιμά την γυναίκα κι έχει συχνά σεξιστικό περιεχόμενο έχει να κάνει με αυτή την πλευρά της κοινωνίας και είναι αυτό που γεννά την τραπ, με την οποία δεν έχω και δεν θέλω να έχω καμία σχέση. Υπάρχει όμως ταυτόχρονα μια άνθιση του χιπ χοπ, υπάρχουν καλλιτέχνες όπως ο Λεξ και οι Social Waste, υπάρχει ο Εισβολέας και πολλοί άλλοι που δεν μου έρχονται τώρα στο μυαλό που γεννάνε τραγούδια με έναν κοινωνικό προβληματισμό κι έναν τρόπο έκφρασης που δείχνει και βάθος και ουσία. Εγώ είμαι εκεί περισσότερο.
Ε.Ζ: Εγώ, πάλι, δεν ήμουν ποτέ ικανή να εξηγήσω τις τάσεις. Όπως επίσης ποτέ δεν ακολουθούσα πιστά καμία μόδα. Τις παρακολουθώ τις μόδες σαν παρατηρητής, άλλοτε είναι κοντά στην αισθητική μου και άλλοτε όχι. Δεν είμαι λάτρης της τραπ μουσικής οπότε δεν γνωρίζω σε βάθος τι ακριβώς εξυπηρετεί. Σε μια πρώτη ανάγνωση και κρίνοντας καθαρά από τον στίχο διαπιστώνω πως ίσως υπάρχει μια ανάγκη για έκφραση.
Ολοκληρώνετε την καλοκαιρινή σας συνεργασία με μια μουσική βραδιά στο Θέατρο Λυκαβηττού, έναν χώρο από τον οποίο έχουμε οι περισσότεροι πολλές όμορφες αναμνήσεις. Εσείς όταν ακούτε τη λέξη «Θέατρο Λυκαβηττού» τί σάς έρχεται στο μυαλό;
Ε.Α: Πέρυσι το φθινόπωρο που άνοιξε μετά από τόσα χρόνια ο Λυκαβηττός είχα τη χαρά και τη συγκίνηση να είμαι εκεί στην πρώτη ημέρα της επαναλειτουργίας του θεάτρου, στο πλευρό του σπουδαίου μας συνθέτη Σταύρου Ξαρχάκου. Και τότε και τώρα όταν σκέφτομαι τον Λυκαβηττό έχω να θυμάμαι ιστορικές συναυλίες που έχω κάνει αλλά και υπέροχες συναυλίες που έχω παρακολουθήσει. Μου έρχεται στο νου η συναυλία των Buena Vista Social Club που είχε έναν απίστευτό – κι όμως αληθινό – παλμό! Η αλήθεια είναι ότι ξεμάθαμε να ανεβαίνουμε στον Λυκαβηττό και πολλοί φίλοι μου λένε “μα που να ανεβαίνουμε τώρα…”. Η απάντησή μου είναι ότι αποτελεί ένα από τα ωραιότερα ανοιχτά θέατρα της πόλης, ότι η αίσθηση στον Λυκαβηττό είναι μοναδική κι ότι αξίζει τον κόπο να φτιάξουμε εκεί νέες αναμνήσεις μαζί με το κοινό και την Ελεωνόρα και τους καλούς μας φίλους, τον Shantel και τον Θωμά Κωνσταντίνου που είναι καλεσμένοι μας. Θα είναι άλλωστε και η τελευταία μας κοινή παράσταση με την Ελεωνόρα. Θα είναι κάτι σαν γιορτή και σάς θέλουμε μαζί μας.
Ε.Ζ: Αγαπούσα πάντα το θέατρο του Λυκαβηττού γιατί βρίσκεται μέσα στο κέντρο της Αθήνας και ένιωθα πάντα πολύ όμορφα όταν πήγαινα να δω συναυλίες οπότε σίγουρα έχω να θυμάμαι πάρα πολλές ,αμέτρητες συναυλίες που έχω δει από παιδί. Μία που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν αυτή των Buena Vista Social Club.
Με αφορμή την αποχαιρετιστήρια κοινή συναυλία που θα δώσουν το Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου, στο Θέατρο Λυκαβηττού, οι δύο ερμηνεύτριες μίλησαν στο protothema.gr για το υπέροχο αυτό μουσικό ταξίδι τους και τις πολύτιμες αναμνήσεις που δημιούργησαν μαζί με το πολυπληθές κοινό τους αλλά και για τα τραγούδια, τις νέες μουσικές τάσεις και τον ρόλο των social media στη ζωή τους.
Ποια είναι τα συστατικά εκείνα μιας επί σκηνής συνεργασίας που κάνουν το «Μαζί» ουσιαστικό και όχι τυπικό;
Ελευθερία Αρβανιτάκη: Ο σεβασμός κατ' αρχήν. Αν δεν σέβεσαι την αξία και την πορεία του άλλου δε γίνεται να συνεργαστείς. Επίσης πρέπει να είσαι ανοιχτός σε νέες ιδέες, νέες προσεγγίσεις. Όποιος είναι άκαμπτος είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να συνεργαστεί. Έχω ευτυχήσει να έχω κάνει πολλές συνεργασίες με εξαιρετικούς συναδέλφους και ειλικρινά δεν έχω νιώσει ανταγωνισμούς κι εντάσεις. Με την Ελεωνόρα “δέσαμε” και μάλιστα για τα καλά, όσο απροσδόκητο και αν φάνηκε σε πολλούς στο πρώτο άκουσμα της συνεργασίας. Για εμάς ήταν αρμονικό και είχε μια ωραία αντίθεση που μόνο θετικά λειτούργησε. Αυτός ήταν άλλωστε ο λόγος της επιτυχίας και της διάρκειας της συνεργασίας μας.
Ελεωνόρα Ζουγανέλη: Συμφωνώ πως το πιο ουσιαστικό συστατικό είναι ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και στη διαδρομή του άλλου. Αυτό αισθάνθηκα με την Ελευθερία από την πρώτη στιγμή μέχρι και τώρα. Θέλησε η μια να γνωρίσει την άλλη παίρνοντας τον χρόνο που χρειάζεται μία σχέση για να συμβεί και να ευδοκιμήσει.
Σε τι μοιάζουν και σε τι διαφέρουν η Ελευθερία Αρβανιτάκη και η Ελεωνόρα Ζουγανέλη ως ερμηνεύτριες και ως γυναίκες;
Ε.Α: Εντάξει, είναι προφανές ότι ανήκουμε σε άλλες γενιές, αλλά αυτό σίγουρα δεν είναι αποτελεί πρόβλημα. Μοιάζουμε στο ότι μάς αρέσει η λεπτομέρεια, ότι δεν μάς ενδιαφέρει να κάνουμε κάτι για να το κάνουμε αλλά για να προσφέρουμε μια καλλιτεχνική πρόταση. Μοιάζουμε επίσης στο ότι είμαστε ανοιχτές σε συνεργασίες και μουσικές συνομιλίες, κάτι που ενώ στην δική μου γενιά είναι πιο συνηθισμένο δεν μπορώ να πω το ίδιο για την γενιά της Ελεωνόρας. Διαφέρουμε σαφώς και σε πολλά. Για παράδειγμα η Ελεωνόρα είναι πολύ πιο ομιλητική προς το κοινό σε σχέση με μένα και είναι μια περφόρμερ που κινησιολογικά είναι πιο, ας πούμε, δυναμική από εμένα. Εμένα με βοηθάει να μένω πιστή στο πρόγραμμα που έχουμε στήσει, ενώ την Ελεωνόρα δεν τη νοιάζει να κάνει μικρο-αλλαγές στο δικό της πρόγραμμα, πάντα βέβαια σε ένα συμβατό πλαίσιο.
Ε.Ζ: Δεν είμαι σίγουρη ότι μπορώ να απαντήσω σ’ αυτήν την ερώτηση. Τις διαφορές είναι πιο εύκολο να τις εντοπίσει κανείς από ότι τις ομοιότητες. Σίγουρα έχω εντοπίσει ότι πριν βγούμε στη σκηνή νιώθουμε και οι δύο αυτήν την μικρή συστολή και αγωνία. Αγαπάμε πολύ το τραγούδι και όταν πατάμε το πόδι μας στη σκηνή ξεχνάμε οτιδήποτε μάς προβληματίζει.
Ποιος είναι ο στόχος σας κάθε φορά που ανεβαίνετε στη σκηνή; Πότε φεύγετε με ένα χαμόγελο ικανοποίησης;
Ε.Α: Ο στόχος είναι να μεταφέρεις στο κοινό και να ζήσεις μαζί του αυτό που έχεις ονειρευτεί φτιάχνοντας το πρόγραμμα. Να περάσετε μαζί ένα δίωρο στο οποίο ό,τι απασχολεί τον καθένα έχει «μείνει εκτός» για λίγο. Στόχος είναι επίσης να υπάρχει μια ενέργεια πάνω στη σκηνή που να συναντιέται με εκείμη που υπάρχει από κάτω, με τον κόσμο που τραγουδάει με πάθος μαζί μας. Και στο δρόμο για το σπίτι, να έχει κανείς μια ωραία μνήμη από αυτό που συνέβη που θα την κουβαλάει για μέρες ή και για πάντα μαζί του.
Ε.Ζ: Στόχος είναι η επικοινωνία με τον κόσμο, η ανταλλαγή αισθήσεων και συναισθημάτων. Και το χαμόγελο της ικανοποίησης έρχεται όταν αυτό συμβεί.
Η ζωντανή επαφή με το κοινό «τρέφει» τον καλλιτέχνη ή είναι μια υποχρέωση για να διατηρείται ανοιχτός ο δίαυλος επικοινωνίας;
Ε.Α: Για μένα είναι ζωτικής σημασίας η επαφή με τον κοινό ακριβώς γιατί υπάρχει αυτή η ανταλλαγή ενέργειας που περιέγραψα παραπάνω. Ενώ το στούντιο είναι μοναχικό, είναι μια στιγμή γέννας. Σε μια ζωντανή παράσταση, όμως, το νιώθεις αλλιώς το τραγούδι. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ πολλά τραγούδια δεν παίζονται στο ραδιόφωνο, στις συναυλίες έχουν μεγάλη ανταπόκριση κι ότι από παραστάσεις προκύπτουν εκδοχές των τραγουδιών που μένουν στην ιστορία. Αυτό έχει συμβεί με το «Δυνατά».
Ε.Ζ: Την επαφή μου με το κοινό δεν την έχω δει ούτε την έχω νιώσει ποτέ σαν υποχρέωση. Έχω μεγάλη ανάγκη να βρίσκομαι μπροστά στο κοινό και να τραγουδώ. Είμαι λυπημένη τις μέρες που αυτό δε συμβαίνει.
Περιγράψτε μας πως είναι να περνάς ένα ολόκληρο καλοκαίρι ταξιδεύοντας και τραγουδώντας σε διαφορετικά μέρη της Ελλάδας
Ε.Α: Μπορεί να υπάρχει κούραση αλλά έχει μια μαγεία το να μετατρεπόμαστε τα καλοκαίρια σε περιπλανώμενους, να γνωρίζουμε τον τόπο μας καλύτερα και να παίζουμε τη μουσική μας σε ανθρώπους που πολλές φορές ζουν σε απομακρυσμένα μέρη και διψάνε κυριολεκτικά για παραστάσεις. Πολλές φορές συναντάμε τεχνικές δυσκολίες γιατί λείπουν οι υποδομές σε μεγάλο μέρος της υπαίθρου, αλλά κι αυτές τις προσπερνάς για χάρη αυτής της μαγικής επικοινωνίας με το κοινό.
Ε.Ζ: Από τα πρώτα χρόνια που ξεκίνησα να τραγουδάω λάτρευα τις καλοκαιρινές περιοδείες. Σαφώς υπάρχει κούραση, απρόοπτες συνθήκες, καταστάσεις και πράγματα που δεν περιμένεις, αλλά αυτό είναι και το γοητευτικό του πράγματος. Αυτή η γλυκιά κούραση και αναμονή του τι θα συναντήσεις, προς τα πού θα κινήσεις και πού θα ξυπνήσεις την επόμενη μέρα.
Σε μια εποχή που η ελληνική δισκογραφία λειτουργεί πλέον με διαφορετικούς όρους, εσείς νιώθετε άνετα; Στην επικοινωνία μέσω social media, για παράδειγμα, έχετε προσαρμοστεί;
Ε.Α: Σε όλες τις συνθήκες υπάρχουν πάντα τα θετικά και αρνητικά. Οι μεταβάσεις δεν είναι πάντα εύκολες. Έχω δεχτεί τη νέα συνθήκη σαν επαγγελματίας, αλλά ως κοινό δυσκολεύομαι λίγο. Προτιμώ την υλική υπόσταση του μουσικού προϊόντος, την προσεγμένη συσκευασία με ένα ωραίο artwork, το να σού δωρίζουν μουσική ή να κάνεις δώρο τη μουσική ως κάτι πολύτιμο. Και βέβαια νιώθω ότι η σύνδεσή μας με το υλικό που ακούγαμε από ένα βινύλιο ή ένα cd μας “έδενε” περισσότερο μαζί του. Κι ενώ το διαδίκτυο και οι πλατφόρμες το κάνουν άμεσο και εύκολο να κυκλοφορείς και να μοιράζεσαι την μουσική σου παντού – κι αυτό είναι σίγουρα σπουδαίο – από την άλλη νιώθω ότι μέσα σε έναν τεράστιο όγκο μουσικής παραγωγής και πληροφορίας μπορείς πολύ εύκολα να χαθείς. Ως προς τα social media, εντάξει, είμαι κι εγώ χρήστης και εξοικειώνομαι όλο και περισσότερο με αυτά, αλλά η αλήθεια είναι ότι θέλω να κρατάω μια απόσταση. Υπάρχει μια τάση για υπερέκθεση κι έναν τρόπο προώθησης που είναι μάλλον κόντρα στην διάθεσή μου για προβολή. Πάντα κράταγα χαμηλούς τόνους γιατί έτσι είμαι εγώ και ό,τι έκανα το έκανα με την δουλειά μου και μόνο. Τώρα δεν αρκεί αυτό και γι' αυτό προσπαθώ μαζί με τους συνεργάτες μου να είμαι παρούσα αλλά με έναν τρόπο που να μού ταιριάζει.
Ε.Ζ: Κι εγώ δεν θα έλεγα ότι έχω γίνει εξπέρ στα social media. Παρόλα αυτά προσπαθώ να είμαι ενήμερη. Προσπαθώ να εμφανίζομαι στα social media με τρόπους που μού ταιριάζουν και όσο αυτό με κάνει να νιώθω ελεύθερη και δε με καταπιέζει.
Η τεχνολογία μπορεί να προσφέρει χρήσιμα εργαλεία σε όλους τους τομείς, δεν αισθάνεστε όμως ότι «μάς» κλέβει παράλληλα πολύτιμες προσωπικές στιγμές συναντήσεων, σμιξίματος, ουσιαστικής επαφής;
Ε.Α: Είναι όλο αυτό που μόλις απάντησα. Πάντως, ακόμα και σε αυτή την συνθήκη, αν θέλει κανείς πραγματικά να κρατήσει τις στιγμές του ιδιωτικές, μπορεί να το κάνει. Είναι θέμα επιλογής.
Ε.Ζ: Πιστεύω πως όλα χρειάζονται μετρό. Φυσικά η τεχνολογία μάς προσφέρει νέους τρόπους επικοινωνίας, προώθησης, ενημέρωσης. Παρόλα αυτά πιστεύω πως μας στερεί κάποια πράγματα τα οποία θεωρώ απαραίτητα στη ζωή μας. Καλό θα είναι να υπάρχει μέτρο έτσι ώστε να χρησιμοποιούμε εμείς την τεχνολογία και όχι να μάς χρησιμοποιεί εκείνη.
Την κατάσταση στο ελληνικό τραγούδι σήμερα πως τήν βλέπετε; Ακούτε όμορφα τραγούδια από νέους δημιουργούς, καλές νέες φωνές;
Ε.Α: Πάντα υπάρχουν νέοι καλλιτέχνες, η δημιουργία δεν σταματάει ποτέ. Αντικατοπτρίζει απλώς την εποχή μέσα στην οποία γεννιέται. Κι ενώ πολλές φορές ακούς από τους παλιότερους να λένε «ε, σήμερα δεν γράφονται σπουδαία τραγούδια όπως κάποτε», εμένα αυτό μού ακούγεται κλισέ και κάπως ξεπερασμένο. Οι νέοι σήμερα έχουν άλλες ανάγκες και διαφορετικούς τρόπους έκφρασης και κάθε γενιά έχει τους δικούς της “ήρωες”. Οπότε, ναι, υπάρχουν πολύ ωραίες φωνές και γράφονται και ωραία τραγούδια, ασχέτως αν τα ραδιόφωνα δεν στηρίζουν απαραίτητα τη νέα δημιουργία. Αλλά αυτό είναι μάλλον μια άλλη συζήτηση.
Ε.Ζ: Σε όλες τις εποχές υπάρχουν καλές φωνές, δημιουργοί και καλλιτέχνες με νέες προτάσεις, νέες ιδέες. Εύχομαι να καταφέρνουν να βρίσκουν τον τρόπο να φτάνουν εύκολα και γρήγορα στα αυτιά μας.
Η μόδα της τραπ μουσικής, στην οποία έχει μυηθεί τα τελευταία χρόνια η νεολαία, από ποιες ανάγκες πιστεύετε ότι γεννήθηκε;
Ε.Α: Για να χρησιμοποιήσω έναν σύγχρονο όρο θα πω ότι υπάρχει μια συνθήκη “φλεξαρίσματος” και εφήμερης – ή μη - απόλαυσης που είναι πολύ χαρακτηριστικά στοιχεία μέσων όπως το τικ τοκ ή το ίνσταγκραμ. Δεν σημαίνει ότι όποιος είναι χρήστης επιζητά αυτό, δεν θέλω να παρεξηγηθώ. Αλλά η εποχή έχει και αυτό τον χαρακτήρα κι αυτό το επιφανειακό, το εφήμερο, ένα λεξιλόγιο που υποτιμά την γυναίκα κι έχει συχνά σεξιστικό περιεχόμενο έχει να κάνει με αυτή την πλευρά της κοινωνίας και είναι αυτό που γεννά την τραπ, με την οποία δεν έχω και δεν θέλω να έχω καμία σχέση. Υπάρχει όμως ταυτόχρονα μια άνθιση του χιπ χοπ, υπάρχουν καλλιτέχνες όπως ο Λεξ και οι Social Waste, υπάρχει ο Εισβολέας και πολλοί άλλοι που δεν μου έρχονται τώρα στο μυαλό που γεννάνε τραγούδια με έναν κοινωνικό προβληματισμό κι έναν τρόπο έκφρασης που δείχνει και βάθος και ουσία. Εγώ είμαι εκεί περισσότερο.
Ε.Ζ: Εγώ, πάλι, δεν ήμουν ποτέ ικανή να εξηγήσω τις τάσεις. Όπως επίσης ποτέ δεν ακολουθούσα πιστά καμία μόδα. Τις παρακολουθώ τις μόδες σαν παρατηρητής, άλλοτε είναι κοντά στην αισθητική μου και άλλοτε όχι. Δεν είμαι λάτρης της τραπ μουσικής οπότε δεν γνωρίζω σε βάθος τι ακριβώς εξυπηρετεί. Σε μια πρώτη ανάγνωση και κρίνοντας καθαρά από τον στίχο διαπιστώνω πως ίσως υπάρχει μια ανάγκη για έκφραση.
Ολοκληρώνετε την καλοκαιρινή σας συνεργασία με μια μουσική βραδιά στο Θέατρο Λυκαβηττού, έναν χώρο από τον οποίο έχουμε οι περισσότεροι πολλές όμορφες αναμνήσεις. Εσείς όταν ακούτε τη λέξη «Θέατρο Λυκαβηττού» τί σάς έρχεται στο μυαλό;
Ε.Α: Πέρυσι το φθινόπωρο που άνοιξε μετά από τόσα χρόνια ο Λυκαβηττός είχα τη χαρά και τη συγκίνηση να είμαι εκεί στην πρώτη ημέρα της επαναλειτουργίας του θεάτρου, στο πλευρό του σπουδαίου μας συνθέτη Σταύρου Ξαρχάκου. Και τότε και τώρα όταν σκέφτομαι τον Λυκαβηττό έχω να θυμάμαι ιστορικές συναυλίες που έχω κάνει αλλά και υπέροχες συναυλίες που έχω παρακολουθήσει. Μου έρχεται στο νου η συναυλία των Buena Vista Social Club που είχε έναν απίστευτό – κι όμως αληθινό – παλμό! Η αλήθεια είναι ότι ξεμάθαμε να ανεβαίνουμε στον Λυκαβηττό και πολλοί φίλοι μου λένε “μα που να ανεβαίνουμε τώρα…”. Η απάντησή μου είναι ότι αποτελεί ένα από τα ωραιότερα ανοιχτά θέατρα της πόλης, ότι η αίσθηση στον Λυκαβηττό είναι μοναδική κι ότι αξίζει τον κόπο να φτιάξουμε εκεί νέες αναμνήσεις μαζί με το κοινό και την Ελεωνόρα και τους καλούς μας φίλους, τον Shantel και τον Θωμά Κωνσταντίνου που είναι καλεσμένοι μας. Θα είναι άλλωστε και η τελευταία μας κοινή παράσταση με την Ελεωνόρα. Θα είναι κάτι σαν γιορτή και σάς θέλουμε μαζί μας.
Ε.Ζ: Αγαπούσα πάντα το θέατρο του Λυκαβηττού γιατί βρίσκεται μέσα στο κέντρο της Αθήνας και ένιωθα πάντα πολύ όμορφα όταν πήγαινα να δω συναυλίες οπότε σίγουρα έχω να θυμάμαι πάρα πολλές ,αμέτρητες συναυλίες που έχω δει από παιδί. Μία που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν αυτή των Buena Vista Social Club.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα