Θεόδωρος Κουρεντζής: Μια βραδιά στην Αθήνα με έναν σταρ που αγγίζει τα όρια του μύθου
09.11.2024
07:42
Έκλεισε στόματα ο «αντιπολεμικός» μαέστρος στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Θεόδωρος Κουρεντζής λέγεται. Έχει «θείο δώρο» και στο όνομά του ακόμα…Τον χαρακτηρίζουν «Έλληνα Σταρ». Ποιοι; Όσοι θέλουν να τον …μειώσουν! Ανάμεσά τους και πολλά κορυφαία διεθνή ΜΜΕ, κυρίως γερμανικά (όπως Stern, der Spiegel κλπ). Δεν του συγχωρούν που σπούδασε μουσική διεύθυνση στη «μεγάλη των Ρώσων Μαέστρων Σχολή» αλλά δεν έχει πάρει ανοικτά θέση κατά του Πούτιν, για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Του «κολλάνε» τη στάμπα του lifestyle, γιατί είναι sui generis. Τον έχουν λοιδωρήσει -και σαμποτάρει- επανειλημμένως, με αιχμές και τίτλους πως είναι «Μαέστρος χάρη στον Πούτιν».
Τον αποθεώνουν όμως, γιατί είναι ίσως ο πιο ενδιαφέρων εν ζωή αρχιμουσικός του κόσμου, με τις πιο μεγαλουργηματικές μουσικές αναγνώσεις της εποχής μας «χάρη στο τεράστιο ταλέντο του», όπως λένε οι ίδιοι οι επικριτές του. Πριν συμπληρώσουν «…και στα εκατομμύρια από τον ρωσικό κρατικό μηχανισμό» όμως.
Γιατί τόσο μένος; Γιατί δεν μπορούν να τον κατατάξουν και να τον αποτιμήσουν, όπως αλλιώς θα ήθελαν! Τον κατηγορούν επειδή κάνει Τέχνη και ποίηση, όχι πολιτική όπως θα θέλανε. Ξεχνούν οι πολέμιοι της «αστράτευτης» Τέχνης, τι κακό έχει κάνει -και ειδικά στη Ρωσία πχ επί Στάλιν- το δόγμα ότι η Τέχνη πρέπει να «συστρατεύεται» με την πολιτική.
Όλα αυτά στέρησαν σίγουρα τον Κουρεντζή από κάποιες μεγάλες γερμανικές ή δυτικές ορχήστρες. Προσοχή όμως: στέρησε στις Ορχήστρες και τον κόσμο της Τέχνης -και λιγότερο στον Κουρεντζή- που δεν τις ανέλαβε.
Έδωσε πάντως ο ίδιος απάντηση σε αυτά, με την εμφάνισή του, το Σάββατο 2 Νοεμβρίου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Αρκούσαν 25 λεπτά από ένα έργο που γράφτηκε ειδικά για αυτόν (Passacaglia for Orchestra IX)! Ο Θόδωρος Κουρεντζής και η ορχήστρα UTOPIA (μια παρέα φίλων του δηλαδή και όχι κάποια διάσημη ορχήστρα) μετέφεραν «επί σκηνής» την εκκωφαντική φρίκη των πολέμων.
Ενώ στο β΄μέρος της συναυλίας, αρκούσαν 15 λεπτά μεγαλείου του Θεόδωρου Κουρεντζή στο πόντιουμ, τα οποία χάρισαν εξαιρετικές σελίδες μουσικής στο ελληνικό κοινό, με την απίστευτα «ορμητική» ερμηνεία του 2ου μέρους από την 5ης Συμφωνία του Μάλερ.
Μια τόσο εμπνευσμένη ανάγνωση πάντως, επισκίασε ενδεχομένως τα υπόλοιπα τέσσερα μέρη του έργου του Γκούσταβ Μάλερ. Και φαντάζει άδικο, ειδικά για το 4ο και πολυαγαπημένο μέρος, το περίφημο Adagieto! Ο Κουρεντζής έδωσε μια συγκλονιστική ανάγνωση του πολυακουσμένου αυτού μουσικού μέρους, αφού το οδήγησε σχεδόν σε πλήρη εξαΰλωση, τονίζοντας αναλυτικά -αλλά με πλήρη διαφάνεια και έλεγχο- την κάθε νότα του (αλλά ακόμα και… τη σιωπή δευτερολέπτων ανάμεσα στις φράσεις και στα μέτρα). Με το ερωτηματικό αν και κατά πόσον αυτό «λειτούργησε» στους θεατές που ήταν στην αίθουσα εκείνη τη βραδιά, ασφαλώς θα τη θυμούνται όλοι όσοι την έζησαν ως μια εξαιρετικά μακρόσυρτη, «χορταστική» αλλά και σχεδόν …εξαντλητική ανάγνωση (διάρκειας πάνω από 12 λεπτά), σε μια συνολικά σπάνιας αρτιότητας και υψηλών απαιτήσεων ερμηνεία της "Πέμπτης".
«Ηλεκτροσόκ»
Σχεδόν κινηματογραφικά πάντως, για πάνω από δύο ώρες στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, ο Κουρεντζής έπλαθε εικόνες με την Τέχνη και με τους πάνω από 100 μουσικούς της Ορχήστρας UTOPIA. Χωρίς μπαγκέτα, με την άκρη τους ενός δακτύλου του, αλλά και με κάθε κύτταρο του σώματός του να δονείται, υπέταξε τις νότες, τις έκανε να "ηλεκτρίζουν" το αυτί και την ψυχή του ακροατή, τις εξύψωσε σε κραυγή αγωνίας για την ζωή και τον θάνατο, για το παρόν και το μέλλον μιας ανθρωπότητας που βρίσκεται σχεδόν σε αφασία.
Ο λόγος για την «Πασσακάλια» του γερμανοαμερικανού Τζέι Σβάρτς, που ακούστηκε στο α΄μέρος. Όχι τυχαία ίσως, η «παγκόσμια πρώτη εκτέλεση» του έργου δόθηκε μόλις 10 μέρες πριν την «επίσημη πρώτη» της Αθήνας (στις 23 Οκτωβρίου) μέσα στο «σπίτι» της Φιλαρμονικής του Βερολίνου.
Για τα αθηναϊκά δεδομένα όμως, σε άλλες εποχές, ένα έργο του 21ου αιώνα ίσως δε θα ανέβαινε εύκολα στη μεγάλη Αίθουσα των Φίλων της Μουσικής «Χρήστου Λαμπράκη» , αλλά στα «υπόγεια» του Μεγάρου (στην Αίθουσα «Δημήτρη Μητρόπουλου») που ήταν -κατά βάση- η «στέγη» για τα πιο εναλλακτικά και πρωτοποριακά ρεύματα ή ακούσματα.
Του «κολλάνε» τη στάμπα του lifestyle, γιατί είναι sui generis. Τον έχουν λοιδωρήσει -και σαμποτάρει- επανειλημμένως, με αιχμές και τίτλους πως είναι «Μαέστρος χάρη στον Πούτιν».
Τον αποθεώνουν όμως, γιατί είναι ίσως ο πιο ενδιαφέρων εν ζωή αρχιμουσικός του κόσμου, με τις πιο μεγαλουργηματικές μουσικές αναγνώσεις της εποχής μας «χάρη στο τεράστιο ταλέντο του», όπως λένε οι ίδιοι οι επικριτές του. Πριν συμπληρώσουν «…και στα εκατομμύρια από τον ρωσικό κρατικό μηχανισμό» όμως.
Γιατί τόσο μένος; Γιατί δεν μπορούν να τον κατατάξουν και να τον αποτιμήσουν, όπως αλλιώς θα ήθελαν! Τον κατηγορούν επειδή κάνει Τέχνη και ποίηση, όχι πολιτική όπως θα θέλανε. Ξεχνούν οι πολέμιοι της «αστράτευτης» Τέχνης, τι κακό έχει κάνει -και ειδικά στη Ρωσία πχ επί Στάλιν- το δόγμα ότι η Τέχνη πρέπει να «συστρατεύεται» με την πολιτική.
Όλα αυτά στέρησαν σίγουρα τον Κουρεντζή από κάποιες μεγάλες γερμανικές ή δυτικές ορχήστρες. Προσοχή όμως: στέρησε στις Ορχήστρες και τον κόσμο της Τέχνης -και λιγότερο στον Κουρεντζή- που δεν τις ανέλαβε.
Έδωσε πάντως ο ίδιος απάντηση σε αυτά, με την εμφάνισή του, το Σάββατο 2 Νοεμβρίου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Αρκούσαν 25 λεπτά από ένα έργο που γράφτηκε ειδικά για αυτόν (Passacaglia for Orchestra IX)! Ο Θόδωρος Κουρεντζής και η ορχήστρα UTOPIA (μια παρέα φίλων του δηλαδή και όχι κάποια διάσημη ορχήστρα) μετέφεραν «επί σκηνής» την εκκωφαντική φρίκη των πολέμων.
Ενώ στο β΄μέρος της συναυλίας, αρκούσαν 15 λεπτά μεγαλείου του Θεόδωρου Κουρεντζή στο πόντιουμ, τα οποία χάρισαν εξαιρετικές σελίδες μουσικής στο ελληνικό κοινό, με την απίστευτα «ορμητική» ερμηνεία του 2ου μέρους από την 5ης Συμφωνία του Μάλερ.
Μια τόσο εμπνευσμένη ανάγνωση πάντως, επισκίασε ενδεχομένως τα υπόλοιπα τέσσερα μέρη του έργου του Γκούσταβ Μάλερ. Και φαντάζει άδικο, ειδικά για το 4ο και πολυαγαπημένο μέρος, το περίφημο Adagieto! Ο Κουρεντζής έδωσε μια συγκλονιστική ανάγνωση του πολυακουσμένου αυτού μουσικού μέρους, αφού το οδήγησε σχεδόν σε πλήρη εξαΰλωση, τονίζοντας αναλυτικά -αλλά με πλήρη διαφάνεια και έλεγχο- την κάθε νότα του (αλλά ακόμα και… τη σιωπή δευτερολέπτων ανάμεσα στις φράσεις και στα μέτρα). Με το ερωτηματικό αν και κατά πόσον αυτό «λειτούργησε» στους θεατές που ήταν στην αίθουσα εκείνη τη βραδιά, ασφαλώς θα τη θυμούνται όλοι όσοι την έζησαν ως μια εξαιρετικά μακρόσυρτη, «χορταστική» αλλά και σχεδόν …εξαντλητική ανάγνωση (διάρκειας πάνω από 12 λεπτά), σε μια συνολικά σπάνιας αρτιότητας και υψηλών απαιτήσεων ερμηνεία της "Πέμπτης".
«Ηλεκτροσόκ»
Σχεδόν κινηματογραφικά πάντως, για πάνω από δύο ώρες στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, ο Κουρεντζής έπλαθε εικόνες με την Τέχνη και με τους πάνω από 100 μουσικούς της Ορχήστρας UTOPIA. Χωρίς μπαγκέτα, με την άκρη τους ενός δακτύλου του, αλλά και με κάθε κύτταρο του σώματός του να δονείται, υπέταξε τις νότες, τις έκανε να "ηλεκτρίζουν" το αυτί και την ψυχή του ακροατή, τις εξύψωσε σε κραυγή αγωνίας για την ζωή και τον θάνατο, για το παρόν και το μέλλον μιας ανθρωπότητας που βρίσκεται σχεδόν σε αφασία.
Ο λόγος για την «Πασσακάλια» του γερμανοαμερικανού Τζέι Σβάρτς, που ακούστηκε στο α΄μέρος. Όχι τυχαία ίσως, η «παγκόσμια πρώτη εκτέλεση» του έργου δόθηκε μόλις 10 μέρες πριν την «επίσημη πρώτη» της Αθήνας (στις 23 Οκτωβρίου) μέσα στο «σπίτι» της Φιλαρμονικής του Βερολίνου.
Για τα αθηναϊκά δεδομένα όμως, σε άλλες εποχές, ένα έργο του 21ου αιώνα ίσως δε θα ανέβαινε εύκολα στη μεγάλη Αίθουσα των Φίλων της Μουσικής «Χρήστου Λαμπράκη» , αλλά στα «υπόγεια» του Μεγάρου (στην Αίθουσα «Δημήτρη Μητρόπουλου») που ήταν -κατά βάση- η «στέγη» για τα πιο εναλλακτικά και πρωτοποριακά ρεύματα ή ακούσματα.
Ο Κουρεντζής όμως έφερε τον «πόλεμο» στις μεγάλες αίθουσες της Ευρώπης: έπλασε ένα ανάγλυφο μουσικό έργο σε πανελλήνια πρώτη εκτέλεση, το οποία ξεκινά από μια υπόκωφη και απόκοσμη ταραχή που κορυφώνεται με σειρήνες και συριγμούς πολέμου, δημιουργώντας ένα καθηλωτικό αποτέλεσμα για το κοινό.
Πώς αποτιμάται το νέο έργο; Κανείς δε μπορεί ίσως, από ένα και μόνο «πρώτο άκουσμα» να συλλάβει και να κρίνει στην ολότητά του ένα "πρωτάκουστο" έργο, όπως ήταν η Πασσακάλια του Τζέι Σβάρτς εκείνη τη βραδιά.
Αν και σύγκριση με άλλα έργα άλλων εποχών πρέπει εκ προοιμίου να θεωρηθεί ατυχής και άδικη, πάντα μπαίνει στο αυτί και την ψυχή των ακροατών ο πειρασμός για αναγωγές, με βάση τις προσλαμβάνουσες καθενός. Κάποιοι ίσως θεώρησαν πως η εισαγωγή θύμιζε «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Ρίχαρντ Στράους Η δε ατέρμονη μυσταγωγική κλιμάκωση ενός μοτίβου ή μιας φράσης (βασισμένων σε ποιήματα μελοποιημένα από Σούμπερτ εν προκειμένω), θύμιζε ίσως στιγμιαία, ως ιδέα, το εκστασιακά επαναλαμβανόμενο μοτίβο ενός «μπολερό» του Ραβέλ.
Το μόνο σίγουρο πάντως -και κοινό με τα έργα εκείνα- είναι ότι η «ανάγνωση» του Κουρεντζή στην Πασσακάλια του Τζέι Σβάρτς φλόγισε τα σωθικά πολλών ακροατών, σαν να βίωναν τη δυστοπία ενός πολέμου. Και μετά την κορύφωση, σχεδόν μαγικά, οι ήχοι έσβησαν όπως ξεκίνησαν, καταλήγοντας στο υπόκωφο και απόκοσμο σύμπαν από το οποίο ξεπηδούν και στο οποίο πεθαίνουν οι πόλεμοι, με όσα παρασύρουν στο πέρασμά τους.
Σε αυτό το βασανιστικό φινάλε συντονίστηκε τόσο πολύ η αίθουσα που, σαν να ήξερε το έργο από πάντα, το κοινό ένοιωσε πότε πρέπει ακριβώς να τυλίξει με χειροκρότημα το έργο που του προσφέρθηκε. Η αποθέωση συνεχίστηκε, όταν ο μαέστρος κάλεσε στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών τον δημιουργό του έργου, για να υπογραμμίσει την αποδοχή του από το κοινό.
Σταρ… ή "μύθος";
Το συμπέρασμα της βραδιάς; Ή τι άφησε αυτή σε όσους συνάντησαν μουσικά τον Θεόδωρο Κουρεντζή; Ο Κουρεντζής ήταν συνολικά άριστος. Όχι τέλειος όμως. Πολλοί ασφαλώς θα διαφωνήσουν -και δικαίως.
«Τέλειος» ήταν αληθινά όμως, όταν έφτανε συνολικά κάθε έργο στα όρια της μέθεξης. Άριστος ήταν σε κάθε μέτρο και κάθε φράση, που ακουγόταν μεν υπέροχα, αλλά της έλλειψε το βάθος (που μπορούσε ίσως να ξεκινάει …από τα «υπόγεια» πάρκινγκ του Μεγάρου) ή η «σοφία» στην ευλυγισία και άρθρωση κάθε φράσης, που έλλειψε σε κάποιες.
Όπως και να’χει, ό,τι και να πούμε, η στόφα του Έλληνα αρχιμουσικού είναι τελικά εκείνη που θα αποδείξει κάποτε αν, είτε με μιαν άλλη (κορυφαία) ορχήστρα, είτε προϊόντος του χρόνου και ζυμώνοντας νέες εμπειρίες και βιώματα που ο ίδιος ακόμα συλλέγει μέσα (στα 52 χρόνια του μόλις ως τώρα) σε μία δεκαετία θα αγγίξει πραγματικά το «τέλειο». Τότε, και οι επικριτές του ακόμα δεν θα μιλάνε πια για τον "σταρ" με το τεράστιο ταλέντο. Αλλά για τον ζωντανό "Μύθο" -που θα τον κατατάξει και στο Πάνθεον των μεγάλων αρχιμουσικών της σύγχρονης ιστορίας- πέραν κάθε αμφιβολίας και αμφισβήτησης…
Ειδήσεις σήμερα:
Τόνι Τοντ: Πέθανε σε ηλικία 69 ετών ο ηθοποιός που υποδύθηκε τον «Candyman»
Ηλικιωμένη ανασύρθηκε νεκρή μετά από φωτιά σε κτίριο στην περιοχή του Ρέντη
Αυθεντικός Μαραθώνιος Αθήνας: Ποιοι δρόμοι θα είναι κλειστοί σήμερα - Πώς θα κινηθούν τα ΜΜΜ
Πώς αποτιμάται το νέο έργο; Κανείς δε μπορεί ίσως, από ένα και μόνο «πρώτο άκουσμα» να συλλάβει και να κρίνει στην ολότητά του ένα "πρωτάκουστο" έργο, όπως ήταν η Πασσακάλια του Τζέι Σβάρτς εκείνη τη βραδιά.
Αν και σύγκριση με άλλα έργα άλλων εποχών πρέπει εκ προοιμίου να θεωρηθεί ατυχής και άδικη, πάντα μπαίνει στο αυτί και την ψυχή των ακροατών ο πειρασμός για αναγωγές, με βάση τις προσλαμβάνουσες καθενός. Κάποιοι ίσως θεώρησαν πως η εισαγωγή θύμιζε «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» του Ρίχαρντ Στράους Η δε ατέρμονη μυσταγωγική κλιμάκωση ενός μοτίβου ή μιας φράσης (βασισμένων σε ποιήματα μελοποιημένα από Σούμπερτ εν προκειμένω), θύμιζε ίσως στιγμιαία, ως ιδέα, το εκστασιακά επαναλαμβανόμενο μοτίβο ενός «μπολερό» του Ραβέλ.
Το μόνο σίγουρο πάντως -και κοινό με τα έργα εκείνα- είναι ότι η «ανάγνωση» του Κουρεντζή στην Πασσακάλια του Τζέι Σβάρτς φλόγισε τα σωθικά πολλών ακροατών, σαν να βίωναν τη δυστοπία ενός πολέμου. Και μετά την κορύφωση, σχεδόν μαγικά, οι ήχοι έσβησαν όπως ξεκίνησαν, καταλήγοντας στο υπόκωφο και απόκοσμο σύμπαν από το οποίο ξεπηδούν και στο οποίο πεθαίνουν οι πόλεμοι, με όσα παρασύρουν στο πέρασμά τους.
Σε αυτό το βασανιστικό φινάλε συντονίστηκε τόσο πολύ η αίθουσα που, σαν να ήξερε το έργο από πάντα, το κοινό ένοιωσε πότε πρέπει ακριβώς να τυλίξει με χειροκρότημα το έργο που του προσφέρθηκε. Η αποθέωση συνεχίστηκε, όταν ο μαέστρος κάλεσε στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών τον δημιουργό του έργου, για να υπογραμμίσει την αποδοχή του από το κοινό.
Σταρ… ή "μύθος";
Το συμπέρασμα της βραδιάς; Ή τι άφησε αυτή σε όσους συνάντησαν μουσικά τον Θεόδωρο Κουρεντζή; Ο Κουρεντζής ήταν συνολικά άριστος. Όχι τέλειος όμως. Πολλοί ασφαλώς θα διαφωνήσουν -και δικαίως.
«Τέλειος» ήταν αληθινά όμως, όταν έφτανε συνολικά κάθε έργο στα όρια της μέθεξης. Άριστος ήταν σε κάθε μέτρο και κάθε φράση, που ακουγόταν μεν υπέροχα, αλλά της έλλειψε το βάθος (που μπορούσε ίσως να ξεκινάει …από τα «υπόγεια» πάρκινγκ του Μεγάρου) ή η «σοφία» στην ευλυγισία και άρθρωση κάθε φράσης, που έλλειψε σε κάποιες.
Όπως και να’χει, ό,τι και να πούμε, η στόφα του Έλληνα αρχιμουσικού είναι τελικά εκείνη που θα αποδείξει κάποτε αν, είτε με μιαν άλλη (κορυφαία) ορχήστρα, είτε προϊόντος του χρόνου και ζυμώνοντας νέες εμπειρίες και βιώματα που ο ίδιος ακόμα συλλέγει μέσα (στα 52 χρόνια του μόλις ως τώρα) σε μία δεκαετία θα αγγίξει πραγματικά το «τέλειο». Τότε, και οι επικριτές του ακόμα δεν θα μιλάνε πια για τον "σταρ" με το τεράστιο ταλέντο. Αλλά για τον ζωντανό "Μύθο" -που θα τον κατατάξει και στο Πάνθεον των μεγάλων αρχιμουσικών της σύγχρονης ιστορίας- πέραν κάθε αμφιβολίας και αμφισβήτησης…
Ειδήσεις σήμερα:
Τόνι Τοντ: Πέθανε σε ηλικία 69 ετών ο ηθοποιός που υποδύθηκε τον «Candyman»
Ηλικιωμένη ανασύρθηκε νεκρή μετά από φωτιά σε κτίριο στην περιοχή του Ρέντη
Αυθεντικός Μαραθώνιος Αθήνας: Ποιοι δρόμοι θα είναι κλειστοί σήμερα - Πώς θα κινηθούν τα ΜΜΜ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr