Υπάρχω: Ο Λιάνης, ο Μάστορας και ο Μελισσανίδης αναβιώνουν στην ταινία, τη ζωή του Στέλιου Καζαντζίδη - Συνέντευξη στον Δανίκα

Όλα όσα είπε ο Γιώργος Λιάνης στον Δημήτρη Δανίκα  για το σενάριο της ταινίας «Υπάρχω», που έκανε πρεμιέρα -Το 1968 ήταν η πρώτη συνέντευξη του Καζαντζίδη στον... Γιωργολιάνη

Για να πω τη μαύρη αλήθεια, δεν είμαι του ελληνικού τραγουδιού. Ομως, όταν βγήκα από την προβολή του «Υπάρχω», της ταινίας που προβάλλεται από την Πέμπτη, οι στίχοι του τραγουδιού κυκλοφορούσαν ανεμπόδιστα στα χείλη: «Υπάρχω/κι όσο υπάρχεις θα υπάρχω».

Ο Χρήστος Μάστορας ως Στελάρας θα αποθεωθεί. Ο σκηνοθέτης Γιώργος Τσεμπερόπουλος θα απογειωθεί. Η Κατερίνα Μπέη, η σεναριογράφος, ακόμα περισσότερο θα καθιερωθεί και ο Διονύσης Σαμιώτης, που συγκρότησε και συντόνισε την παραγωγή, θα εκτοξευτεί.

Και για να ολοκληρώσω αυτές τις σύντομες συστάσεις, τέσσερα ακόμα ονόματα: Η Κλέλια Ρενέση υποδύεται την Καίτη Γκρέυ που βαφτίστηκε με το όνομα Αθανασία Γκιζίλη, σήμερα 100 ετών, να τα χιλιάσει! Η Ασημένια Βουλιώτη υποδύεται τη Μαρινέλλα, που το πραγματικό όνομά της είναι Κυριακή Παπαδοπούλου, γι’ αυτό Κίτσα. Η Αγορίτσα Οικονόμου υποδύεται τη λατρεμένη του μάνα. Η ταλεντάρα ο Δημήτρης Καπουράνης, που σκίζει σε δύο παραστάσεις, «Brokeback Mountain» και «Μια άλλη Θήβα», παίζει τον νεαρό και δαιμόνιο ρεπόρτερ Γιώργο Λιάνη. Γι’ αυτό κι εγώ έσπευσα, του τηλεφώνησα, και με τον Γιώργο Λιάνη συναντήθηκα στην ίδια γωνιά, στο «Daily» στην Ξενοκράτους. Μάλιστα φρόντισα να εξασφαλίσω και τον πιτσιρικά Δημήτρη Καπουράνη. Ο «Γιωργολιάνης», όπως τον φώναζε ο Στελάρας, ένας από τους ελάχιστους που γνώρισαν τόσο καλά τα μέσα, τα έξω, τα φωτεινά, αλλά και τα σκοτεινά μονοπάτια του Στέλιου Καζαντζίδη (1931-2001).

Δείτε το τρέιλερ της ταινίας «Υπάρχω»


Απόδειξη, οι μαρτυρίες του που θα τις διαβάσετε κι έτσι θα αποκρυπτογραφήσετε αυτόν τον μύθο. Απόδειξη, το γεγονός ότι το σενάριο της ταινίας βασίζεται στις συνεντεύξεις και στο βιβλίο του. Απόδειξη, η διαπίστωση μιας εκ των δεκάδων γυναικών του Στελάρα, που είχε πει στον Λιάνη: «Ο Καζαντζίδης μεγάλος εραστής στο κρεβάτι». Ποια είναι; Δεν λέω. Ολα λοιπόν για τον Στελάρα. Από την Καίτη Γκρέυ, τη Μαρινέλλα, την Κορίνα τη γυμνάστρια, την Ελληνοαμερικανίδα που νυμφεύτηκε με εικονικό γάμο, μέχρι την ετυμηγορία του Μίκη Θεοδωράκη: «Α, ρε Στέλιο, ήσουν ο καλύτερος απ’ όλους»!

Ο Δημήτρης Καπουράνης με τον Γιώργο Λιάνη, τον οποίο υποδύεται στην ταινία «Υπάρχω»

Σκηνή 1η
Η Μαρινέλλα τού έλεγε: «Κι εγώ τι θα κάνω, θα οδηγάω το τρακτέρ;»

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ: Πότε συνάντησες τον Καζαντζίδη;
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΙΑΝΗΣ: Το 1968 ή το 1969 τον είδα για πρώτη φορά. Ντάλα χούντα. Είμαι δημοσιογράφος, μόλις ξεκινάω στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη», στον Βελλίδη...

Δ.Δ.: Προηγουμένως ήσουν ποδοσφαιριστής στον Ηρακλή.
Γ.Λ.: Πιο πριν, το 1963. Είμαι λοιπόν στη «Θεσσαλονίκη» και όλοι ψάχνουν γενικά εκείνη την εποχή να βρουν τον Καζαντζίδη να του πάρουν συνέντευξη. Εξαφανιζόταν. Κι εγώ μαθαίνω τυχαία ότι ο Καζαντζίδης ψαρεύει πολύ συχνά στη Χαλάστρα, που είναι έξω από τη Θεσσαλονίκη. Και παίρνω τον Κυριακίδη, τον θρύλο φωτορεπόρτερ, νοικιάζουμε ένα κοτεράκι, μεγαλύτερο από βάρκα, και πάμε ανοιχτά από τη Χαλάστρα. Και όπως ανοιγόμαστε κι εμείς αρκετά, βλέπω μια βάρκα και πλησιάζουμε. Εχω στο χέρι μου το Sony το μαγνητόφωνο, και του λέω: «Καλημέρα σας, κύριε Καζαντζίδη». «Καλημέρα». «Τι κάνετε;». «Ταΐζω τα ψαράκια. Εσείς τι θέλετε μ’ αυτό;». «Μια συνέντευξη», του λέω, «Είμαι νέος δημοσιογράφος και αυτή θα είναι η συνέντευξη της ζωής μου». «Εχεις υπομονή;» μου λέει. «Πολύ μεγάλη!». «Ωραία, περίμενέ με έξω να βγω». Εκανε εφτά ώρες να βγει.

Δ.Δ.: Και τον περίμενες εφτά ώρες;
Γ.Λ.: Ναι. Και βγήκε και μου μίλησε πέντε ώρες. Είχε να μιλήσει σε έντυπο πολλά χρόνια.

Δείτε το teaser της ταινίας «Υπάρχω»


Δ.Δ.: Η συνέντευξη πού έγινε;
Γ.Λ.: Σε ένα καφενεδάκι εκεί πέρα. Και συνεχίστηκε σε έναν φίλο του που του έδωσε τα ψάρια και τα έψησε. Ποταμός... Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στα «Επίκαιρα», ήμουν ανταποκριτής τους τότε εγώ. Ποιο ήταν το επιμύθιο της συνέντευξης; Μου μίλησε πρώτη φορά για τη Μαρινέλλα, και πολύ σκληρά.

Δ.Δ.: Τι σου είπε;
Γ.Λ.: Με ρώτησε «Πώς τη βλέπεις εσύ;». Του λέω, «καταπληκτική τραγουδίστρια, μύθος είσαστε και οι δύο, θρυλικό ζευγάρι» - είχαν χωρίσει τότε. «Στη ζωή δεν είναι έτσι τα πράγματα», μου λέει. «Πώς σε λένε;». «Γιώργο». «Το επώνυμο;». «Λιάνης». «Εγώ θα σε λέω Γιωργολιάνη». Σε όλη του τη ζωή μετά, μου ένωνε το όνομα.

Δ.Δ.: Και για τη Μαρινέλλα;
Γ.Λ.: Μου είπε ότι ουσιαστικά η σχέση τους ήταν μία πάνω, μία κάτω. Οτι ήταν τόσα τα βάσανα από τη σχέση αυτή που έκανε εγχείρηση για έλκος στομάχου και κόντεψε να πεθάνει με τον χωρισμό και με όσα συνέβαιναν.

Δ.Δ.: Πάντως για να πούμε την αλήθεια, η Μαρινέλλα δεν τον αγάπησε τον Στέλιο.
Γ.Λ.: Τον αγάπησε. Δεν τον αγάπησε παραπάνω απ’ όσο αγαπούσε αργότερα τη δουλειά της. Αλλά τον αγάπησε και ήταν ερωτευμένη στην αρχή. Ο γάμος ήταν καταστροφή. Αυτοί είχαν χωρίσει ουσιαστικά πριν από τον γάμο.

Δ.Δ.: Αυτός ήθελε να γίνει ανεξάρτητη η Μαρινέλλα;
Γ.Λ.: Ηθελε να πάρει τη Μαρινέλλα και να πάει σε ένα χωριό στη Βέροια και να μαζεύει πατάτες και φρούτα. Και η Μαρινέλλα τού έλεγε: «Κι εγώ τι θα κάνω, θα βάλω κάλτσες μπαρολέ και θα οδηγάω το τρακτέρ;». Τον ειρωνεύτηκε. Αυτή ήταν η σύγκρουση. Το ταμπεραμέντο της Μαρινέλλας ήταν πιο ισχυρό από το ταμπεραμέντο του Καζαντζίδη.

liannhs_dsc_2747

Σκηνή 2η

«Είναι λίγα για να ξεχάσεις τη Μαρινέλλα»

Δ.Δ.: Τι άλλο σου είπε για τη Μαρινέλλα;
Γ.Λ.: Ξέρω ότι την ερωτεύτηκε θανάσιμα. Θα σου πω για τη Μαρινέλλα κάτι που τα λέει όλα. Ο Καζαντζίδης πήγαινε στο καζίνο κάθε βράδυ και με έπαιρνε μαζί του. Επαιζε, και με ποιον έπαιζε απέναντι πάντα; Με τον Γκάτσο. «Καλησπέρα σας, κύριε Νίκο». «Καλησπέρα, Στέλιο, παιδί μου».

Δ.Δ.: Παίκτης και ο Γκάτσος;
Γ.Λ.: Μεγάλος παίκτης. Αυτά γίνονται όταν ξεκινάει το καζίνο 10 το βράδυ, ας πούμε. Το πρωί, ώρα 5, «καλημέρα σας, κύριε Νίκο». «Καλημέρα, Στέλιο, παιδί μου». Του λέω: «Σήμερα έχασες μια περιουσία, πώς παίζεις τόσα λεφτά;». Και μου λέει: «Γιωργολιάνη, είναι λίγα για να ξεχάσεις τη Μαρινέλλα».

Δ.Δ.: Τι ήταν αυτό που είπες τώρα! Και πόσα λεφτά έχανε δηλαδή;
Γ.Λ.: Κατά τη δική μου γνώμη; Είχε τις ομολογίες της ΔΕΗ περιουσία του και είχε ένα τσουβάλι με λεφτά στο σπίτι, από το οποίο έπαιρνε κάθε βράδυ και πήγαινε κι έπαιζε. Οταν τα έχανε, φώναζε τον Στάθη, τον αδερφό του -έτσι μου το έχει διηγηθεί- και έπαιρνε κι άλλα. Σπάνια κέρδιζε.

Δ.Δ.: Τα λεφτά τα έπαιρνε...;
Γ.Λ.: ... από τους δίσκους, τότε πια δεν τραγουδούσε σε μαγαζί. Εχασε πάρα πολλά λεφτά. Και στη ζωή του γενικά ο Καζαντζίδης, ενώ ήταν γενναιόδωρος με τους ανθρώπους, είχε και τις τσιγκουνιές του. Και αν κρατούσε τα λεφτά που έβγαζε από τα έστω και μειωμένα ποσοστά που, κατά τη γνώμη μου, έπαιρνε σε σχέση με άλλους, θα είχε αμύθητη περιουσία. Αλλά δεν άφησε τίποτα στη γυναίκα του τη Βάσω. Εκτός αν έχουν μείνει κτήματα. Οταν ήταν στη Γερμανία στο νοσοκομείο, λίγο προτού φύγει από τη ζωή, έστελναν χρήματα ομογενείς από όλα τα μέρη του κόσμου.


Σκηνή 3η
Πήγε Αμερική με τον έρωτα της ζωής του, την Κορίνα

Δ.Δ.: Τι αρρώστια είχε;
Γ.Λ.: Αρρώστια που δικαιολογεί κάποια πράγματα που μετέπειτα μας έκαναν και είδαμε έναν άλλο Καζαντζίδη από τον αγαπημένο και λατρεμένο που είχαμε. Καρκίνο στον εγκέφαλο. Γι’ αυτό άλλαξε και η συμπεριφορά του τα τελευταία χρόνια. Γι’ αυτό είχε αυτές τις μεταπτώσεις. Γι’ αυτό είχε εκείνες τις εκρήξεις στα δικαστήρια, που δεν τον αναγνωρίζαμε. Γι’ αυτό μίλησε τόσο άσχημα για τις συντρόφισσές του, τις γυναίκες της ζωής του, αν θυμάσαι, στη συνέντευξη που έδωσε. Γενικά, ήταν άλλος άνθρωπος. Και δεν το ξέραμε ότι είχε καρκίνο. Του τον είχαν διαγνώσει πολύ νωρίτερα σε μια κλινική στον Πειραιά, το έχω το χαρτί της διάγνωσης.

Δ.Δ.: Κι εκείνος δεν έδωσε σημασία;
Γ.Λ.: Εδωσε, όμως η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη. Αρχικά πήγε εδώ, στο Ιατρικό Κέντρο, μετά πήγε στη Γερμανία και γύρισε εδώ και «έφυγε» με τον τρόπο που «έφυγε». Στην κηδεία του στην Ελευσίνα, μη σου πω ότι ήταν και 100.000 - 150.000 άνθρωποι. Εγώ ήμουν εκεί, αλλά δεν τα ανέδειξα πολύ, έκλαιγα συνέχεια και πήγα σε μια γωνία, αλλά έβλεπα τα παιδιά τα νέα που πήγαιναν και απορούσα. Τόσοι νέοι άνθρωποι;

Δ.Δ.: Σταματάει να τραγουδάει το 1975;
Γ.Λ.: Το «Υπάρχω» το λέει το 1974.
Δ.Δ.: Αυτός είναι ο τελευταίος δίσκος;
Γ.Λ.: Οχι, ο τελευταίος είναι ο δίσκος με τον Σούκα.
Δ.Δ.: Στην ταινία νομίζω είναι το «Υπάρχω» τελευταίο.
Γ.Λ.: Η ταινία, όμως, δεν εξαντλεί τη ζωή του Καζαντζίδη. Τελειώνει με το «Υπάρχω», αλλά έχει άλλη μισή ζωή ο Καζαντζίδης. Μετά φεύγει στην Αμερική. Εκεί έμεινε τρία χρόνια. Πήγε έχοντας στο πλάι του τον έρωτα εκείνης της εποχής, που ήταν η Κορίνα, μια τραγουδίστρια πανέμορφη, καλή φωνή, που τραγουδούσε μαζί με τον Κοινούση στο Σύνταγμα. Και την πήρε μαζί όχι για να τραγουδήσουν, αλλά για να κάνει εκείνος δουλειές που του είχε υποσχεθεί ο Αρης Σαν, ένας Εβραίος, ο οποίος ήταν και κουμπάρος του, απ’ ό,τι ξέρω. Ηταν επιχειρηματίας σπουδαίος, η γυναίκα του είχε τότε την εφημερίδα «Πρωινή» στη Νέα Υόρκη, η Φανή Πεταλίδου, που πήρε την τελευταία συνέντευξη του Μακάριου.

Δ.Δ.: Και πάει στην Αμερική να κάνει μπίζνες με τον Αρη Σαν και παίρνει μαζί του την Κορίνα.
Γ.Λ.: Δεν του αρέσουν όμως αυτά που γίνονται. Και ξαφνικά βλέπει και μια Κορίνα που του λέει: «Εγώ θα τραγουδήσω!», είχε βρει ο Αρης Σαν ένα μαγαζί εκεί. Αυτό ήταν θάνατος για τον Καζαντζίδη. Του έταζαν θησαυρούς και δεν τραγουδούσε. Ο Αρης Σαν ενδεχομένως να είχε στο μυαλό του να τον πείσει να τραγουδήσει στην Αμερική ή να κάνει έστω μια συναυλία. Ο Καζαντζίδης είχε αποφασίσει να μην ξανατραγουδήσει σε κέντρο πολύ νωρίτερα από την Πρωτομαγιά του 1965.

Δ.Δ.: Τότε που μπήκε κάποιος με το κουμπούρι μέσα;
Γ.Λ.: Αυτή η ιστορία με τους Κατελάνους έγινε, αλλά πολύ πιο πριν. Οταν τραγούδαγε ο Καζαντζίδης, τα διπλανά κέντρα βαράγανε σιωπητήριο. Και κάποιοι μάγκες της νύχτας, με επικεφαλής τον Κατελάνο, πήγανε και τον απείλησαν, τον χτύπησαν: «Εσύ θα θησαυρίζεις κι εμείς θα μένουμε νηστικοί;». Ο Στέλιος είχε καρδιά, αλλά δεν αγαπούσε τους καβγάδες. Μου είπε μια μέρα: «H Μαρινέλλα είναι τόσο ικανή που με έχει σώσει πολλές φορές στη νύχτα, τα βγάζει πέρα με τους γκάνγκστερ». Τους έπειθε με την προσωπικότητά της. Πριν από τον Καζαντζίδη, όταν την έλεγαν Κίτσα, ξέρεις πού ήταν; Η οικογένειά της είχε ένα περίπτερο έξω από το γήπεδο του ΠΑΟΚ, το παλιό -εκεί που είναι σήμερα η πανεπιστημιούπολη. Η Κίτσα, λοιπόν, καθάριζε με τους μπράβους.


Σκηνή 4η
Ο εικονικός γάμος

Δ.Δ.: Οι γυναίκες της ζωής του λοιπόν ήταν η Καίτη Γκρέυ, η Μαρινέλλα, η Κορίνα με την οποία πάει στην Αμερική...
Γ.Λ.: Στην Αμερική κάνει και έναν γάμο εικονικό για να πάρει πράσινη κάρτα. Και μου στέλνει ένα γράμμα και μου γράφει: «Πήγαινε στον Λαμπράκη, σε παρακαλώ, και σε όσους φίλους έχεις, στον Μίκη και στον Μάνο, που ξέρω ότι τους ξέρεις, να μου γράψουν ένα χαρτί ότι είμαι καλός τραγουδιστής». Ακου τώρα, για να πάρει πράσινη κάρτα να του στείλω εγώ χαρτί από τον Μίκη, τον Χατζιδάκι, τον Λαμπράκη, ότι είναι ένας πολύ καλός τραγουδιστής στη χώρα μας! Δεν το έκανα. Δεν μπόρεσα. Και μου θύμωσε. Δεν μου ζήτησε όμως μόνο αυτό. Μου ζήτησε για κάποιες φωτογραφίες που είχαν βγει από τον γάμο του με την Ελληνοαμερικανίδα εκεί -δεν ξέρω το όνομά της, κανείς δεν το ξέρει- να μην κυκλοφορήσουν. Τον είχαν απειλήσει ότι θα τις έβαζαν στον «Θησαυρό» κι αυτός δεν ήθελε, μου είπε: «Πες στον Λαμπράκη να αγοράσει τις φωτογραφίες». Ούτε αυτό το είπα στον Λαμπράκη, δεν είχα τόσο θάρρος.

Δ.Δ.: Και την έφερε στην Ελλάδα αυτή τη γυναίκα;
Γ.Λ.: Την έφερε γιατί είχε γίνει ο εικονικός γάμος, τελείωσε σύντομα αυτή η ιστορία. Και μετά ήταν η τελευταία του γυναίκα, η Βάσω. Αλλά, κατά τη δική μου τη γνώμη, ο Καζαντζίδης ήταν ένας άνθρωπος που το ήθελε πολύ το ωραίο φύλο. Είναι κάποια άγνωστα πράγματα που δεν μπορώ να πω. Ενα που το ξέρω είναι για μια γυναίκα που ήταν γυμνάστρια και είναι σήμερα στην Αρτα. Στο βιβλίο που παρουσίασα έχω γράψει ολόκληρο κεφάλαιο γι’ αυτή και την είχα καλέσει στο «Παλλάς» που είχε γίνει η βραδιά Καζαντζίδη που έκανε ο Μελισσανίδης. Ο ΧρήστοςΝικολόπουλος μου επιβεβαίωσε ότι αυτή ήταν του Καζαντζίδη και πήγα και τη βρήκα εγώ. Ηταν μαζί του περίπου έναν χρόνο.

liannhs_dsc_5957

Σκηνή 5η

Βεζούβιος η Καίτη Γκρέυ

Δ.Δ.: Για την Καίτη Γκρέυ δεν μου είπες.
Γ.Λ.: Η Καίτη Γκρέυ στην ιστορία της, που την αφηγήθηκε στον Γιώργο Χρονά, είπε εκπληκτικά πράγματα. Ειλικρινέστατη. Και ήταν η γυναίκα που λάτρεψε τον Στέλιο.

Δ.Δ.: Πιο πολύ απ’ ό,τι η Μαρινέλλα;
Γ.Λ.: Δεν το συζητάω. Η Μαρινέλλα ήταν ερωτευμένη στην αρχή. Αλλά πιστεύω ότι είχε το δίλημμα μέσα της, το «θέλω να πάω μπροστά». Και μπροστά σε αυτό το δίλημμα, ο έρωτας ήταν δεύτερος. Αν ο Καζαντζίδης ζητούσε από την Καίτη Γκρέυ να σταματήσει τη δουλειά και να κάνουν οικογένεια, κατά τη γνώμη μου, θα τη σταματούσε τη δουλειά - κι ας ήταν τεράστια τραγουδίστρια.

Δ.Δ.: Πάντως στην ταινία φαίνεται βάναυσος μαζί της.
Γ.Λ.: Στην ταινία δόθηκε μια εκδοχή αληθινή, ότι περίμενε παιδί η Γκρέυ. Αυτό έχει αποσιωπηθεί από τους περισσότερους.
Δ.Δ.: Και το έριξε.
Γ.Λ.: Δεν το έριξε η Γκρέυ. Επεσε το παιδί. Δεν μπορώ να πω το πώς έπεσε, δεν θα το πω ποτέ το πώς χάθηκε. Αφορά πρόσωπο προσφιλές στον Καζαντζίδη που είναι εν ζωή. Είναι ατύχημα, αλλά έγινε. Και αυτό είναι η αιτία που δεν το είδαμε στο σινεμά.

Δ.Δ.: Την Καίτη Γκρέυ δεν την ήθελε η μάνα του, με την οποία ο Καζαντζίδης είχε τεράστια σχέση.
Γ.Λ.: Για να κλείσουμε το κεφάλαιο Καίτη Γκρέυ: ο Καζαντζίδης μού έλεγε για εκείνη: «Είναι Βεζούβιος».

Δ.Δ.: Εκρηκτική. Αλλά την έδιωξε.
Γ.Λ.: Η μητέρα του, η Γεσθημανή, είναι το πρόσωπο που αγάπησε περισσότερο απ’ όλες τις γυναίκες. Θυσίαζε τα πάντα για τη μάνα του. Η σχέση είναι απίστευτη, δεν μπορώ να τη χαρακτηρίσω. Είχε μια επιβολή επάνω του μέχρι το έσχατο όριο.

liannhs_dsc_5919

Σκηνή 6η

«Αν ο Στέλιος κατέβαινε στη Θεσσαλονίκη, θα πάτωνε ο Ακης»

Δ.Δ.: Ηταν αριστερός ο Καζαντζίδης;
Γ.Λ.: Ο Καζαντζίδης δεν είχε φανατισμό στην πολιτική. Σίγουρα η ζωή του, τα πιστεύω του, ο τρόπος που κινήθηκε, ήταν αριστερός. Η Μακρόνησος όπου πήγε...

Δ.Δ.: Πήγε στη Μακρόνησο;
Γ.Λ.: Πήγε, λένε την εκδοχή ότι για να τον στείλουν του βάλανε στο κρεβάτι, στο προσκεφάλι, όταν ήταν φαντάρος, λίγο χασίς. Επαιρνε άδειες από τον Στρατό που ήταν στον Διόνυσο χάρη στην Γκρέυ που άρεσε στον διοικητή - γιατί ήταν πολύ ωραία γυναίκα. Και ο διοικητής έδινε άδειες χωρίς να ξέρει ο Καζαντζίδης τίποτα, γιατί αν ήξερε... προφανώς δεν θα υπήρχε Γκρέυ. Δεν συγχωρούσε αυτά τα πράγματα. Και πιθανώς για να τον ξεφορτωθεί ο διοικητής και να πάει να κυνηγήσει την Γκρέυ έγινε η ιστορία με το χασίς. Και πήγε στη Μακρόνησο για κάποιους μήνες.

Δ.Δ.: Πολιτικά σε ποιον θεό πίστευε;
Γ.Λ.: Ηταν αριστερός σίγουρα. Ομως είχε συμπάθεια στον Ανδρέα, μεγάλη. Και του προτάθηκε να κατέβει. Ο Κώστας ο Λαλιώτης μού τα λέει αλλιώς, ότι δεν του προτάθηκε ακριβώς γιατί δεν ήθελε ο Καζαντζίδης. Εγώ ξέρω ότι του προτάθηκε και ήθελε. Και ότι έκοψε την ιστορία αυτή ο Ακης Τσοχατζόπουλος γιατί θα κατέβαινε στη Θεσσαλονίκη ο Καζαντζίδης και θα πάτωνε ο Ακης. Δεν σ’ το λέω μετά λόγου γνώσεως, το τελευταίο είναι η δική μου εκδοχή. Και για να κλείσω με το πολιτικό, θα σου πω ότι χάρη στον Καζαντζίδη και τον μύθο του έχει γίνει το πιο παράδοξο σκάνδαλο στο Κοινοβούλιο. Για να ξανατραγουδήσει ο Καζαντζίδης χρειάστηκε νόμος του ελληνικού κράτους, τον οποίο, εν γνώσει του Αντρέα, τον έφερε στη Βουλή ο Τρίτσης. Νόμος που φωτογράφιζε την περίπτωση. Δηλαδή: όταν ένας είναι σε μια εταιρεία πάνω από δύο χρόνια είναι ελεύθερος. Κι έτσι τέλειωσε η ιστορία με τη Minos.

Δ.Δ.: Στην εταιρεία χρωστούσε πολλά τραγούδια...
Γ.Λ.: Χρωστούσε 100 τραγούδια -το λένε και στην ταινία αυτό- και δεν ήθελε να τα πει. Είχε υπογράψει συμβόλαιο με τη Minos να παίρνει 8 -ας πούμε, δεν θυμάμαι ακριβώς- δραχμές στο 45άρι δισκάκι. Την περίοδο εκείνη ήταν τεράστιο ποσό. Περνώντας τα χρόνια, μπήκαν τα ποσοστά. Και οι τραγουδιστές, ο Νταλάρας, ο Βοσκόπουλος και άλλοι, παίρνανε πιο πολλά χρήματα. Ο Καζαντζίδης ήταν αδικημένος. Συν τοις άλλοις, είχε και μια δέσμευση, η μισή διαφήμιση που θα κάνει η εταιρεία να είναι γι’ αυτόν. Αλλά η εταιρεία δεν το έκανε.

liannhs_dsc_6037

Σκηνή 7η

Δεν ήξερε να γράφει, μιλούσε όμως υπέροχα

Δ.Δ.: Τότε έγραφες στα ρεπορτάζ σου ότι «στραγγαλίζουν το χρυσό λαρύγγι».
Γ.Λ.: Οι ρεπόρτερ σαφώς πήραμε το μέρος του Καζαντζίδη τότε. Μπορεί το «στραγγαλίζουν» να μην είναι η σωστή έκφραση, αλλά η αλήθεια είναι ότι σίγησε ο μεγαλύτερος τραγουδιστής της Ελλάδας. Εγώ το έβρισκα σχεδόν άτιμο να μην υπάρχει τρόπος να τραγουδάει ο μεγαλύτερος τραγουδιστής στην Ελλάδα. Σε ποια χώρα θα γινόταν αυτό;

Δ.Δ.: Θα μπορούσε να τραγουδήσει αν τηρούσε τους όρους του συμβολαίου.
Γ.Λ.: Εμείς θεωρήσαμε ότι οι εξηγήσεις που μας έδωσε ο Καζαντζίδης -και αυτές παίξαμε στους «Ρεπόρτερς»- ήταν επαρκείς για να φανεί ότι τον κυνηγάνε. Και η κορωνίδα ήταν ότι την αποκάλεσε «η εταιρεία του Εβραίου» - κακώς κατά τη γνώμη μου.

Δ.Δ.: Αθλιο, άθλιο, κάκιστο. Πάμε στη φωνή του.
Γ.Λ.: Η πιο μεγάλη φωνή που έβγαλε η Ελλάδα. Οταν του έλεγα: «Ρε παιδί μου, πώς τα βάζεις με τις εταιρείες; Με τη νύχτα; Με τα ποσοστά; Με το να καλυτερέψουν οι συνθήκες; Με το ένα, με το άλλο; Σταμάτα λίγο. Πώς θες να νικάς συνέχεια, τι είναι αυτό που σε σπρώχνει;». Και γυρίζει και μου λέει: «Εν τούτω νίκα» - και δείχνει το λαρύγγι του. Ελεγε κάτι τέτοιες φράσεις ενώ δεν είχε τελειώσει σχολείο. Δεν ήξερε να γράφει, μιλούσε όμως υπέροχα. Και ήταν φίλος καταπληκτικός. Δύο Καζαντζίδηδες υπάρχουν. Η πρώτη εποχή, που ήταν ένας μύθος, αλλά και ταυτόχρονα ένας άνθρωπος ανεξίκακος, ηρωικός, με την αβυσσαλέα του προσπάθεια να αλλάξει τις συνθήκες της νύχτας, με την αβυσσαλέα του προσπάθεια να πάρουν καλλιτέχνες μεγάλα μεροκάματα - πρέπει να του ανάβουν ένα κερί όλοι, κάθε μέρα. Επίσης, ο Καζαντζίδης έλεγε: «Θέλω να λέω πονεμένα τραγούδια. Δεν θέλω να λέω τραγούδια που να ’χουν δύσκολο στίχο. Θέλω να τα καταλαβαίνει και ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο. Δεν με πειράζει να μου λένε ότι δεν είμαι διανοούμενος».


Δ.Δ.: Τραγούδησε Θεοδωράκη.
Γ.Λ.: Ναι. Και υπέροχα. Και Χατζιδάκι και Σπανουδάκη. Και Κατσιμιχαίους. Λαϊκούς συνθέτες θεωρούσε μόνο τον Ακη Πάνου και τον Τσιτσάνη. Οταν κάναμε τους «Ρεπόρτερς», τον ρώτησα ποιο είναι το καλύτερο λαϊκό τραγούδι και μου είπε το «Η ζωή μου όλη». Και με στέλνει στον Ακη Πάνου και πάω κι αυτός μου κάνει έναν ύμνο για τον Καζαντζίδη, αλλά μέσα από σκέψεις που δεν μου τις είχε πει κανείς. Οτι ο Καζαντζίδης -αυτό που λέει στην ταινία- είναι ένας άνθρωπος που αν ξεκινήσει από τον Πειραιά και πει «πάμε να καταλάβουμε το Κοινοβούλιο», θα το καταλάβει. Θα τον ακολουθήσουν χιλιάδες Ελληνες αν θελήσει να κάνει μια επανάσταση. Τέτοια επιρροή είχε στον κόσμο.

Δ.Δ.: Υπάρχει κι ένας κόσμος που δεν τον θέλει τον Καζαντζίδη, που θεωρεί ότι είναι κλάψας.
Γ.Λ.: Αυτοί ξέρεις πόσοι είναι; Γύρω στους 1.000, 2.000, 3.000; Τα δέκα εκατομμύρια όχι απλώς τον λάτρευαν, έχω ζήσει στιγμές που δεν μπορώ να σου περιγράψω. Να πηγαίνουμε στο Ωραιόκαστρο, στη Θεσσαλονίκη και να τον ξέρει και ο τελευταίος άνθρωπος. Γιατί δεν ήθελε να πηγαίνουμε σε κόσμο, δεν περνούσε από την Ομόνοια ο Καζαντζίδης, είχε αγοραφοβία. Γι’ αυτό και δεν έκανε συναυλίες από κάποιο σημείο και πέρα. Δεν ήθελε πλήθος, ήθελε συντροφιά. Ηθελε τους ανθρώπους δίπλα του. Και όλοι οι άνθρωποι που γνώρισα ήταν κατά σύμπτωση λαός. Δεν γνώρισα έναν άνθρωπο που να είναι κάτι, που να είναι πλούσιος ή κάτι άλλο. Τα εννοούσε αυτά που τραγουδούσε. Και γι’ αυτό ο Θεοδωράκης τού γράφει στον πρόλογο του βιβλίου μου: «Α ρε Στέλιο, ήσουν ο καλύτερος απ’ όλους». Του είπα εγώ: «Μίκη μου, και από τον Μπιθικώτση;». «Ναι, και από τον Μπιθικώτση». Και του γράφει παρακάτω: «Τι άσχημο είναι αυτό που μου έκανες, να μην πεις μαζί μου το “Αξιον Εστί”. Που ήθελα να είσαι αριστερός ψάλτης εσύ, δεξιός ψάλτης ο Μπιθικώτσης... Θα έμενε στους αιώνες». Κι ο Καζαντζίδης δεν το δέχτηκε.

Δ.Δ.: Είχες γράψει ότι ο Στέλιος είναι η μεγαλύτερη φωνή στη Μεσόγειο.
Γ.Λ.: Δεν είναι απλώς μεγάλος τραγουδιστής. Ηταν ο μεγαλύτερος τραγουδιστής της Μεσογείου. Τους έχω ακούσει όλους. Τον Ζεκί Μουρέν, που τον λάτρευε ο Καζαντζίδης και τον θεωρούσε καλύτερο απ’ αυτόν. Δεν ήταν καλύτερος. Η Ουμ Καλσούμ είναι η μόνη που τη βάζω πλάι του, ισάξια. Η Εντίθ Πιάφ δεν είναι Καζαντζίδης, είναι μια φωνάρα τρομερή. Για να λέει ο Φρανκ Σινάτρα ότι «είναι καλύτερός μου» -δεν είναι καλύτερος του Φρανκ Σινάτρα, βέβαια, δεν θέλω να πω αυτό-, αυτό σημαίνει ότι είδε κάτι από ένα δισκάκι 45 στροφών.

liannhs_dsc_6135

Σκηνή 8η

Θα κάνουμε και τον Τόλη ταινία

Δ.Δ.: Κάτι μου έλεγες για τον άνθρωπο που είχε την ιδέα να γίνει η ταινία.
Γ.Λ.: Η ιδέα ήταν ενός τρελού. Να σου πως ποιος είναι; Ο Δημήτρης Μελισσανίδης. Αυτός είχε την ιδέα της ταινίας και δεν το ξέρει κανείς. Ακου ο τρελός ο πρόεδρος τι έκανε. Με φωνάζει στον 7ο όροφο στην Aegean και μου λέει: «Εγραψες βιβλίο για τον Καζαντζίδη;». Αυτός όμως έχει μανία με τον Καζαντζίδη, λόξα. Μου λέει: «Να το κάνουμε ταινία! Το θέλω! Εχω τέσσερα όνειρα: το γήπεδο της ΑΕΚ, το Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού, το Μουσείο της ΑΕΚ και την ταινία για τον Καζαντζίδη!». Και με ρωτάει: «Πες μου ποιος θα το κάνει;». «Αυτοί που έκαναν την “Ευτυχία”», του απαντάω.

Δ.Δ.: Ακριβώς. Tanweer. Ο Σαμιώτης.
Γ.Λ.: Μου λέει «φέρ’ τους μου εδώ». Και του πήγα εκεί τον Σαμιώτη και την Κατερίνα Μπέη (η σεναριογράφος). Τους γνωρίζει, τρελαίνεται. Στο σενάριο βοηθήσαμε την Κατερίνα εγώ κι ο Μπαλαχούτης που έχουμε γράψει βιβλία για τον Καζαντζίδη, αλλά έκανε άλλο πράγμα η Κατερίνα, πολύ κινηματογραφικό και πολύ ωραιότερο. Αλλά όλη η ιδέα είναι αυτού του τρελού. Και θα σου εμπιστευτώ τώρα τι μου είπε εχθές μόλις είδε την ταινία. «Θα κάνουμε τον Τόλη! Μετά τον Καζαντζίδη είναι αυτός. Οχι σε αξία. Τον προσκυνούσαν όλες οι γυναίκες!». Λοιπόν, όλη η ταινία για τον Καζαντζίδη είναι δική του. Και πέρασε από χίλια κύματα. Στην αρχή δεν συμφωνούσε καθόλου η Βάσω, δεν συμφωνούσε καθόλου ο Τζανιδάκης, που είναι ο κουμπάρος. Τα εμπόδια τα ξεπέρασε όλα ο Μελισσανίδης. Είχαμε σταματήσει τις επαφές. Είχαμε πάει στην Ελευσίνα, δεν τους πείσαμε, η Μπέη, εγώ ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος (ο σκηνοθέτης). Ο Μελισσανίδης τα ξεπέρασε όλα. Και έχει πολλές τέτοιες τρέλες. Τώρα του γράφω τη βιογραφία, και του λέω: «Δεν μπορεί να κυκλοφορήσει το βιβλίο αυτό, θα φάω εκατό μηνύσεις». Αρχισε να γελά. Αμα σου πω μια μέρα τι μου έχει πει για την ΑΕΚ, και πώς πήρε την ΑΕΚ και πώς έγινε πλούσιος, θα πάθει το μυαλό σου. Υπάρχουν άνθρωποι δηλαδή που δεν τους πιάνει το μυαλό σου και που κατεβάζουν 800 ιδέες το δευτερόλεπτο.


Επίλογος
Ο Δημήτρης Καπουράνης ως νεαρός Γιώργος Λιάνης

Δ.Δ.: Ακουγες Καζαντζίδη;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΠΟΥΡΑΝΗΣ: Εχω μια πολύ συγκεκριμένη ανάμνηση με τον Καζαντζίδη. Η μητέρα μου δούλευε στην κουζίνα στα ΤΕΙ, οπότε τελείωνε τη δουλειά της το βράδυ. Εγώ τότε ήμουν Δημοτικό και θυμάμαι τη διαδρομή από τη Νέα Χώρα στα Χανιά που πηγαίναμε με το αυτοκίνητο το βράδυ να πάρουμε τη μητέρα μου και ο πατέρας μου άκουγε Ράδιο Αμόρε ή κάτι τέτοιο και εκείνη την ώρα έπαιζε το «Κάτω απ’ το πουκάμισό μου». Και μου ’χει μείνει από τότε.

Δ.Δ.: Τι κάνεις στο θέατρο;
Δ.Κ.: Την «Αλλη Θήβα» και το «Brokeback Mountain».


Δ.Δ.: Εμφανίζεσαι και γυμνός εκεί.
Δ.Κ.: Ναι. Εμφανιζόμαστε αρκετές φορές γυμνοί.
Δ.Δ.: Μου κάνει εντύπωση αυτό, τόσο νέος άνθρωπος και να σου αρέσει ο Καζαντζίδης.
Δ.Κ.: Ολοι μας θαυμάζουμε τον Καζαντζίδη. Νομίζω ότι είναι κάτι υπεράνω, μεγάλωσα με αυτή την πεποίθηση βαθιά μέσα μου, με τον θαυμασμό αυτό.

Ο Στελάρας πέθανε, αλλά η φωνή και ο μύθος του μένουν!


ΓΙΑ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ
«Ο Καζαντζίδης έλεγε: “Θέλω να λέω πονεμένα τραγούδια. Δεν θέλω να λέω τραγούδια που να ’χουν δύσκολο στίχο. Θέλω να τα καταλαβαίνει και ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο. Δεν με πειράζει να λένε ότι δεν είμαι διανοούμενος”»

Ειδήσεις σήμερα:

Κύθηρα: Θρήνος για τον πρόεδρο κοινότητας - Ο καβγάς πριν την αυτοκτονία και η τελευταία του ανάρτηση με αιχμές

Καλαμάτα: Προκλητικός πριν την απολογία του ο Τούρκος που σκότωσε τον εργοδότη του

Λουκέτο μπαίνει στο European Philosophy of Schools στον Πειραιά - Λειτουργούσε στις εγκαταστάσεις του Ευρωπαϊκού Προτύπου που του είχε ανακληθεί η άδεια
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr