Η BSH σχεδιάζει προϊόντα βασισμένα στην καινοτομία, τη βιωσιμότητα και την ψηφιακή τεχνολογία προσφέροντας μοναδικές εμπειρίες και ξεχωριστές απολαύσεις.
Ντέμι Μουρ: Από το «Στριπτίζ», στην καθυστερημένη αποδοχή πως δεν υπάρχει «Το ελιξίριο της νιότης»
Ντέμι Μουρ: Από το «Στριπτίζ», στην καθυστερημένη αποδοχή πως δεν υπάρχει «Το ελιξίριο της νιότης»
Η πολυτάραχη διαδρομή της 62χρονης ηθοποιού μέχρι την αναγνώριση και τη «Χρυσή Σφαίρα»
Έχει διαγράψει μια κινηματογραφική διαδρομή που μετρά περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, έχει καθιερωθεί ως μια από τις πιο δημοφιλείς και σέξι πρωταγωνίστριες του Χόλιγουντ, έχει πάρει αμοιβές – ρεκόρ για τους ρόλους της, έχει φιγουράρει σε αμέτρητα εξώφυλλα και έχει αφιερώσει ένα πολύ μεγάλο μέρος της ζωής της προσπαθώντας, απεγνωσμένα, να νικήσει το χρόνο και τη φυσική φθορά. Κι όμως το πρώτο και μοναδικό σημαντικό βραβείο της καριέρας της η Ντέμι Μουρ το πήρε, στα 62 της χρόνια, για έναν ρόλο με τον οποίο τσαλακώνει την εικόνα της και διακωμωδεί σκληρά, αυτό για το οποίο τόσα χρόνια πάσχιζε πολεμώντας τον μεγαλύτερο ενδόμυχο φόβο της: να παραμείνει νέα.
Και είναι αυτή η αντίφαση, η οποία διαθέτει τα χαρακτηριστικά της τραγικής ειρωνείας, που καθιστά ακόμη πιο πολύτιμη τη Χρυσή Σφαίρα που απέσπασε, το βράδυ της Κυριακής, για την ερμηνεία της στην ταινία «The Substance» (Το ελιξίριο της νιότης), το εξωφρενικό body horror movie της Κοραλί Φαρζά στο οποίο απομυθοποιούνται, και μάλιστα με κρότο, τα παράλογα πρότυπα ομορφιάς που κάνουν τις γυναίκες, από μια ηλικία και πάνω, να αισθάνονται άχρηστες, ανεπιθύμητες, παντελώς ανίσχυρες απέναντι στη φυσική λάμψη και την ασύγκριτη ομορφιά της νεότητας.
Μια τέτοια γυναίκα υποδύεται και η Ντέμι Μουρ στην ταινία. Μια 50χρονη, διάσημη ηθοποιό με υποκριτικές περγαμηνές που είναι πλέον γυμνάστρια σε μια πρωινή τηλεοπτική εκπομπή η οποία μετά την απόλυσή της από τον σεξιστή διευθυντή της παίρνει μια ουσία που υπόσχεται να τής χαρίσει μια νεότερη, πιο λαμπερή και σίγουρα πιο... σφικτή εκδοχή του εαυτού της.
Ωστόσο, πίσω από το μεγάλο «ναι» της ηθοποιού σε αυτόν τον τόσο ταιριαστό με την ηλικία και το επαγγελματικό της προφίλ ρόλο αλλά και τόσο κόντρα, ταυτόχρονα, με την αγέραστη εικόνα που με κόπο και αρρωστημένη, ενίοτε, εμμονή, έχει καταφέρει να διατηρήσει, κρυβόταν κάτι πολύ περισσότερο από έναν ακόμη κινηματογραφικό χαρακτήρα στο βιογραφικό της. Ήταν η απόδειξη πως εάν καταφέρει να συμβιβαστεί με την ηλικία της και τις αλλαγές που έχει επιφέρει ο χρόνος πάνω της, έχει πολλά ακόμη να δώσει τόσο στην υποκριτή, μια τέχνη για την οποία ουδέποτε αναγνωρίστηκε κι είναι το επάγγελμά της, αλλά και στον ίδιο της τον εαυτό. Το τόλμησε λοιπόν και όχι μόνον τα κατάφερε αλλά βραβεύτηκε κιόλας γι΄ αυτό κάνοντας πραγματικότητα ένα όνειρο το οποίο από πολύ νωρίς κάποιοι τής είχαν απαγορεύσει.
Πριν από 30 χρόνια, μου είχαν πει ότι είμαι μια «ηθοποιός ποπ κορν», εξομολογήθηκε η ίδια παραλαμβάνοντας, συγκινημένη, τη Χρυσή Σφαίρα για τον Α΄ Γυναικείο Ρόλο. Και αυτήν την ταμπέλα, όπως αποδείχτηκε στη μετέπειτα πορεία της, η ίδια δεν προσπάθησε ποτέ να την πετάξει από πάνω της. Το αντίθετο, προσπαθούσε όλο και πιο σκληρά για την επιβεβαιώνει πανηγυρικά.
Ήταν πάντα η ηθοποιός που είχε τα πάντα, δόξα, χρήμα, ομορφιά, ωραίους και διάσημους συντρόφους, εκτός από την εκτίμηση των υποκριτικών δυνατοτήτων της. Όλοι τρελαίνονταν να τη βλέπουν, να σχολιάζουν το τέλειο σώμα και την ερωτική της ζωή και όχι να την παρακολουθούν να παίζει. Για την ακρίβεια υπήρξε το ιδανικό πρότυπο του Χόλιγουντ που επικράτησε από τη δεκαετία του ΄80 κι έπειτα, εκείνο ήθελε τις πρωταγωνίστριες πρωτίστως... κορμάρες!
Και είναι αυτή η αντίφαση, η οποία διαθέτει τα χαρακτηριστικά της τραγικής ειρωνείας, που καθιστά ακόμη πιο πολύτιμη τη Χρυσή Σφαίρα που απέσπασε, το βράδυ της Κυριακής, για την ερμηνεία της στην ταινία «The Substance» (Το ελιξίριο της νιότης), το εξωφρενικό body horror movie της Κοραλί Φαρζά στο οποίο απομυθοποιούνται, και μάλιστα με κρότο, τα παράλογα πρότυπα ομορφιάς που κάνουν τις γυναίκες, από μια ηλικία και πάνω, να αισθάνονται άχρηστες, ανεπιθύμητες, παντελώς ανίσχυρες απέναντι στη φυσική λάμψη και την ασύγκριτη ομορφιά της νεότητας.
Μια τέτοια γυναίκα υποδύεται και η Ντέμι Μουρ στην ταινία. Μια 50χρονη, διάσημη ηθοποιό με υποκριτικές περγαμηνές που είναι πλέον γυμνάστρια σε μια πρωινή τηλεοπτική εκπομπή η οποία μετά την απόλυσή της από τον σεξιστή διευθυντή της παίρνει μια ουσία που υπόσχεται να τής χαρίσει μια νεότερη, πιο λαμπερή και σίγουρα πιο... σφικτή εκδοχή του εαυτού της.
Ωστόσο, πίσω από το μεγάλο «ναι» της ηθοποιού σε αυτόν τον τόσο ταιριαστό με την ηλικία και το επαγγελματικό της προφίλ ρόλο αλλά και τόσο κόντρα, ταυτόχρονα, με την αγέραστη εικόνα που με κόπο και αρρωστημένη, ενίοτε, εμμονή, έχει καταφέρει να διατηρήσει, κρυβόταν κάτι πολύ περισσότερο από έναν ακόμη κινηματογραφικό χαρακτήρα στο βιογραφικό της. Ήταν η απόδειξη πως εάν καταφέρει να συμβιβαστεί με την ηλικία της και τις αλλαγές που έχει επιφέρει ο χρόνος πάνω της, έχει πολλά ακόμη να δώσει τόσο στην υποκριτή, μια τέχνη για την οποία ουδέποτε αναγνωρίστηκε κι είναι το επάγγελμά της, αλλά και στον ίδιο της τον εαυτό. Το τόλμησε λοιπόν και όχι μόνον τα κατάφερε αλλά βραβεύτηκε κιόλας γι΄ αυτό κάνοντας πραγματικότητα ένα όνειρο το οποίο από πολύ νωρίς κάποιοι τής είχαν απαγορεύσει.
Πριν από 30 χρόνια, μου είχαν πει ότι είμαι μια «ηθοποιός ποπ κορν», εξομολογήθηκε η ίδια παραλαμβάνοντας, συγκινημένη, τη Χρυσή Σφαίρα για τον Α΄ Γυναικείο Ρόλο. Και αυτήν την ταμπέλα, όπως αποδείχτηκε στη μετέπειτα πορεία της, η ίδια δεν προσπάθησε ποτέ να την πετάξει από πάνω της. Το αντίθετο, προσπαθούσε όλο και πιο σκληρά για την επιβεβαιώνει πανηγυρικά.
Ήταν πάντα η ηθοποιός που είχε τα πάντα, δόξα, χρήμα, ομορφιά, ωραίους και διάσημους συντρόφους, εκτός από την εκτίμηση των υποκριτικών δυνατοτήτων της. Όλοι τρελαίνονταν να τη βλέπουν, να σχολιάζουν το τέλειο σώμα και την ερωτική της ζωή και όχι να την παρακολουθούν να παίζει. Για την ακρίβεια υπήρξε το ιδανικό πρότυπο του Χόλιγουντ που επικράτησε από τη δεκαετία του ΄80 κι έπειτα, εκείνο ήθελε τις πρωταγωνίστριες πρωτίστως... κορμάρες!
Και η Ντέμι Μουρ το υπηρέτησε πιστά αυτό πρότυπο θέτοντας, κατά καιρούς, σε κίνδυνο ακόμη και την υγεία της. Ξεκίνησε τη διαδρομή της ως η νεαρή, καστανή bimbo που πόζαρε γυμνή σε περιοδικά, μπήκε στη βιομηχανία του θεάματος, το 1984 με το «Blame It on Rio», ως ο νεαρός «πειρασμός» που λικνιζόταν γυμνόστηθος στην παραλία, κάνοντας τους ηλικιωμένους φίλους του πατέρα της να τούς τρέχουν τα σάλια, έγινε το κορίτσι του sex symbol της εποχής, Ρομπ Λόου, στο «Χθες το βράδυ» του 1986, η στοιχειωμένη από το φάντασμα του πρόωρα χαμένου συζύγου της, Πάτρικ Σουέζι, στον πασίγνωστο «Αόρατο Εραστή» του 1990, το πανέμορφο μεν, παντρεμένο δε αντικείμενο του πόθου του πάμπλουτου, ώριμου και αρκούντως γοητευτικού Ρόμπερτ Ρέντφορντ στην «Ανήθικη πρόταση».
Τα φώτα της δημοσιότητας, ωστόσο, είχαν πέσει πάνω της κυρίως εξαιτίας του γάμου της με τον Μπρους Γουίλις, ο οποίος ήταν ήδη φτασμένος και περιζήτητος. Οπότε, για πολλά χρόνια, τα περιοδικά ήταν γεμάτα με φωτογραφικά κλικ από τις κοινές εμφανίσεις του ζευγαριού και τις μετέπειτα ευτυχισμένες οικογενειακές στιγμές τους τις οποίες η Μουρ πρόβαλε δημοσίως με τον δικό της, ιδιαίτερα προχωρημένο για την εποχή, τρόπο που έγινε μόδα στη συνέχεια, με εκείνο το περίφημο γυμνό εξώφυλλο που έκανε το 1991, στο Vanity Fair, ενώ βρισκόταν σε προχωρημένη εγκυμοσύνη.
Κι ύστερα ήρθε το...«Στριπτίζ». Το μακρινό πλέον 1996 δεν υπήρχε ανδρική παρέα που να μη σχολιάζει το καυτό, υπεργυμνασμένο κορμί της φτωχής πλην τίμιας Ντέμι Μουρ που αναγκαζόταν να βγάζει τα ρούχα της για να μεγαλώσει το παιδί της. Η ίδια είχε εξομολογηθεί τότε ότι λιμοκτονούσε για μήνες μέχρι να δημιουργήσει την απαιτούμενη για τον ρόλο στεγνή σιλουέτα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να θηλάσει επαρκώς την κόρη της. Οι απάνθρωπες αυτές στερήσεις βέβαια τήν έκαναν κατά 12,5 εκατομμύρια ευρώ πλουσιότερη καθώς για τη συγκεκριμένη ταινία πήρε τη μεγαλύτερη αμοιβή που είχε δοθεί έως τότε σε γυναίκα ηθοποιό.
Ακολούθησε, το 1997, η «Επίλεκτη» στην οποία καλούνταν να υποδυθεί την πρώτη γυναίκα νεοσύλλεκτη σε σώμα ειδικών δυνάμεων του αμερικανικού ναυτικού. Για χάρη αυτού του ρόλου μάλιστα ξύρισε τα μαλλιά της και ακολούθησε ένα αδιανόητα βαρύ πρόγραμμα γυμναστικής που δημιούργησε προβλήματα στην υγείας της.
Ήταν εκείνη η εποχή που έσπειρε βαθιά μέσα της το μικρόβιο του τέλειου, γυμνασμένου σώματος στον βωμό του οποίου θα θυσίαζε πολλά και σημαντικά τα επόμενα πολλά χρόνια φθάνοντας, κατά καιρούς, στα όρια της εμμονής. Κι όλα αυτά συνέβαιναν ενώ δεν είχε ποτέ ακούσει έναν καλό λόγο για τις υποκριτικές της ικανότητες, όχι γιατί δεν έπαιζε καλά, αλλά γιατί κανείς δεν έδινε σημασία στο παίξιμο της.
Πείστηκε λοιπόν πως η αψεγάδιαστη αυτή γυναικεία εικόνα της ήταν το μοναδικό πολύτιμο στοιχείο που διέθετε και αφοσιώθηκε με πάθος στη διατήρησή της. Κι όσο ο χρόνος περνούσε και ο χρόνος άφησε πιο έντονα τα σημάδια του πάνω της τόσο εκείνη πεινούσε περισσότερο, γυμναζόταν περισσότερο, έκανε διαρκείς αισθητικές επεμβάσεις…
Το κορίτσι που μεγάλωσε με πολλές δυσκολίες, με δύο αλκοολικούς γονείς, με μια μητέρα που έκανε απόπειρα αυτοκτονίας και που βιάστηκε βάναυσα στα 15 του μόλις χρόνια, μπορεί να είχε κατακτήσει φαινομενικά τα πάντα, αλλά δεν κατάφερε να νιώσει ποτέ καλά με τον ίδιο της τον εαυτό. Γι’ αυτό και το άγριο τσαλάκωμα της τέλειας εικόνας που μια ολόκληρη ζωή πάσχιζε απεγνωσμένα να συντηρήσει, μέσα από τον ρόλο της στο «Ελιξίριο της νιότης», τής χάρισε, πιθανότητα, εκτός από την πολυπόθητη Χρυσή Σφαίρα – γιατί όχι και ένα Όσκαρ σύντομα; - ένα πολύτιμο μάθημα ζωής που τόσο είχε ανάγκη.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα