Πες «ναι στο παιχνίδι» απολαμβάνοντας σούπερ προσφορές σε ένα σύγχρονο, γρήγορο και φιλικό περιβάλλον, με απόλυτη ασφάλεια για τις συναλλαγές σου και άμεση διευθέτηση
53 χρόνια από το θάνατο του Ernest Hemingway
53 χρόνια από το θάνατο του Ernest Hemingway
Η σχέση του με την Ελλάδα ξεκινάει όταν θα καλύψει δημοσιογραφικά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο με σημαντικές ανταποκρίσεις για την καταστροφή της Σμύρνης και την ανταλλαγή πληθυσμών στη Θράκη
Ήταν ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, γνωστός ακόμα και για το δημοσιογραφικό του έργο. Αποτέλεσε μέλος της αποκαλούμενης «Χαμένης Γενιάς» (Lost Generation) των Αμερικανών λογοτεχνών στο Παρίσι, στις δεκαετίες 1920 και 1930. Ανάμεσα στα πιο γνωστά έργα του συγκαταλέγονται Ο Γέρος και η Θάλασσα, Για ποιον χτυπά η καμπάνα και ο Αποχαιρετισμός στα όπλα. Το 1953 τιμήθηκε με το Βραβείο Πούλιτζερ, ενώ τον επόμενο χρόνο βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ο Έρνεστ Μίλλερ Χέμινγουέι ήταν μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες της λογοτεχνίας μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, μαζί με τον Ντος Πάσος και δύο τρεις άλλους αμερικανούς συγγραφείς, αντιπρόσωπος μιας “μάτσο” ηρωικής, έντιμης και γενναίας ανδρικής παρουσίας που ανήκει ίσως πια σε μια άλλη εποχή.
Ξεροκέφαλος, ρωμαλέος και με τρεις μεγάλες αγάπες: γυναίκες, αλκόολ και αίμα (είτε αυτό ήταν το κυνήγι ή ο πόλεμος) ο Χέμινγουει κάλυψε τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο με τρόπο μοναδικό, έζησε το Παρίσι στην καλύτερη του δεκαετία (1920-1930) και κατάφερε να λάβει και το Πούλιτζερ και το Νόμπελ μέσα σε ένα χρόνο.
Σε ηλικία δεκαοχτώ ετών, ο Χέμινγουεϊ, μετά από προτροπή του πατέρα του, προσπάθησε να καταταχθεί στον Αμερικανικό στρατό για να λάβει μέρος στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο. Τελικά απορρίφθηκε, πιθανά εξαιτίας προβλήματος όρασης του από το αριστερό του μάτι, ωστόσο δεν έχει διασωθεί ιατρικό αρχείο που να επιβεβαιώνει τον λόγο για τον οποίο απορρίφθηκε. Παρά την αδυναμία του να καταταγεί στο στρατό, το Δεκέμβριο του 1917, έγινε δεκτός ως εθελοντής οδηγός ασθενοφόρου του Ερυθρού Σταυρού και αφού αποχώρησε από την εφημερίδα όπου εργαζόταν, τον Απρίλιο του 1918 αναχώρησε για το ιταλικό μέτωπο.
Σύντομα ήρθε σε επαφή με την τραγικότητα και τις βαρβαρότητες του πολέμου, έχοντας ως αποστολή την περισυλλογή πτωμάτων. Λίγες εβδομάδες μετά την άφιξή του στην Ιταλία, στις 8 Ιουλίου του 1918, ο Χέμινγουεϊ τραυματίστηκε από θραύσματα, ενώ μετέφερε εφόδια στους στρατιώτες και τελικά παρασημοφορήθηκε από το ιταλικό κράτος για την ανδρεία του. Οι εμπειρίες του στο μέτωπο, η ανάρρωσή του σε νοσοκομείο του Μιλάνου μετά τον τραυματισμό του καθώς και η σχέση που ανέπτυξε με την εθελόντρια νοσοκόμα Άγκνες φον Κουρόφσκι αποτέλεσαν υλικό για το μεταγενέστερο μυθιστόρημά του Αποχαιρετισμός στα όπλα. Η αποτυχία του ειδυλλίου του με την Άγκνες τού προκάλεσε ένα βαρύ ψυχικό τραύμα που τον επηρέασε πολύ στη μετέπειτα ζωή του.
Με τη λήξη του πολέμου, ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Όουκ Παρκ. Το 1920 άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος και ανταποκριτής της εφημερίδας Toronto Star Weekly του Τορόντο. Τον επόμενο χρόνο, παντρεύτηκε την Χάντλυ Ρίτσαρντσον και για ένα διάστημα έζησαν στο Παρίσι, όπου ο Χέμινγουεϊ γνώρισε αρκετούς λογοτέχνες ενώ συνδέθηκε φιλικά με τον Σκοτ Φιτζέραλντ, τον Έζρα Πάουντ και τον Τζαίημς Τζόυς. Η σχέση του με την Ελλάδα ξεκινάει όταν θα καλύψει δημοσιογραφικά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο με σημαντικές ανταποκρίσεις για την καταστροφή της Σμύρνης και την ανταλλαγή πληθυσμών στη Θράκη.
Το έργο που θα του χαρίσει αναγνώριση είναι το Αποχαιρετισμός στα Όπλα (A Farewell to Arms, 1929), έργο με το οποίο γνώρισε και σημαντική αναγνώριση και εμπορική επιτυχία. το έργο θα γυριστεί σε ταινία με τον Γκάρι Κούπερ και τον Ροκ Χάντσον. Θα μείνει στο Παρίσι όπου εκεί γνωρίστηκε επίσης με την Γερτρούδη Στάιν η οποία τον εισήγαγε στον κύκλο των καλλιτεχνών με επίκεντρο την Μονμάρτρη και την λεγόμενη λογοτεχνική Χαμένη Γενιά (Lost Generation) των εξόριστων Αμερικανών συγγραφέων του Παρισιού και από τότε η καριέρα του είχε μια ιλιγγιώδη ανοδική πορεία.
Τον Μάρτιο του 1937 ο Χέμινγουεϊ ταξίδεψε στην Ισπανία προκειμένου να καλύψει δημοσιογραφικά τον ισπανικό εμφύλιο. Την περίοδο αυτή θα γνωρίσει μια γυναίκα που θα είναι η θηλυκή του βερζιόν σύμφωνα με μαρτυρίες και βιογράφους, την δημοσιογράφο Μάρθα Γκέλχορν, με την οποία θα ερωτευτεί παράφορά και θα παντρευτεί το 1940 (τρίτος του γάμος ήδη). Θα μετακομίσουν μαζί στην Κούβα, σε ένα σπίτι που θα αποτελέσει θρύλο μέχρι και σήμερα που λειτουργεί ως μουσείο από την Κουβανέζικη κυβέρνηση. Η Αβάνα, τα πούρα και τα mojitos θα είναι συνώνυμα του Χέμινγουει.
Η βίλλα Φίνκα Βίχια (Finca Vigia),κοντά στην Αβάνα θα αποτελέσει την βάση του, σχεδόν μέχρι το θάνατό του. Εκεί θα γράψει και ένα από τα αριστουργήματα του, το Για ποιον χτυπά η καμπάνα, το οποίο ολοκλήρωσε τον Ιούλιο του 1940. Το βιβλίο αναγνωρίζεται σήμερα ως ένα από τα σημαντικότερα έργα του Χέμινγουεϊ.
Ο Χέμινγουέι δεν θα καταφέρει να δαμάσει την Γκέλχορν, η οποία ως παθιασμένη δημοσιογράφος θα ταξιδεύει συνεχώς για πολεμικές ανταποκρίσεις. Οι καυγάδες τους θα είναι ομηρικοί και όταν και ο Χέμινγουει αφήνει το 1944 την Κούβα για να καλύψει τον 2ο παγκόσμιο, θα έρθει η οριστική ρήξη στη σχέση με τη σύζυγό του, καθώς γνωρίζει τη δημοσιογράφο του περιοδικού Time Μαίρη Γουέλς, με την οποία παντρεύτηκε τελικά – συνολικά για τέταρτη φορά – το 1946.
«Γράφε μεθυσμένος, διόρθωνε νηφάλιος» έλεγε πάντοτε και η αγάπη του με το αλκόολ όλο και μεγάλωνε καθώς το επόμενο βιβλίο του Across the River and Into the Trees, έλαβε κακές κριτικές και υπήρξε μία γενικότερη αμφισβήτηση της ικανότητάς του να συνεχίσει να δημιουργεί σημαντικά έργα.
Πεισματάρης και εγωιστής, απέδειξε σε όλους οτι βιάζονται να μιλήσουν, όταν έγραψε ένα από τα σημαντικότερα έργα της λογοτεχνίας ως σήμερα, μια ωδή στην ανθρώπινη ύπαρξη, το έργο Ο Γέρος και η Θάλασσα το 1951, βιβλίο που οδήγησε τελικά στη βράβευση του Χέμινγουεϊ με το Βραβείο Πούλιτζερ (1953) και το Νόμπελ Λογοτεχνίας (1954).
Οι βραβεύσεις όμως, ήταν απλώς μικρά “παυσίπονα” που δεν σίγαζαν τον εσωτερικό πόνο που του προκαλούσε η χρόνια κατάθλιψη και η υπερβολική χρήση αλκόολ. Παρά τις αντιξοότητες, κατάφερε να ολοκληρώσει το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Μία κινητή γιορτή (A Moveable Feast), έργο που τελικά εκδόθηκε μετά το θάνατό του.
Η επιδείνωση της υγείας του τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την πολυαγαπημένη του Κούβα τον Ιούλιο του 1960 και εγκαταστάθηκε στην πόλη Κίτσαμ (Ketchum) του Αϊντάχο. Τον ίδιο χρόνο, νοσηλεύτηκε στην κλινική Mayo λόγω της υψηλής του πίεσης αλλά κυρίως της κατάθλιψης και της παράνοιάς του. Εκεί υποβλήθηκε και σε θεραπείες με ηλεκτροσόκ (ECT). Δέχθηκε 11 έως 15 θεραπείες τέτοιου είδους, οι οποίες όμως, όχι μόνο δεν τον βοήθησαν αλλά αντιθέτως είχαν αρνητικά αποτελέσματα, προκαλώντας του απώλεια μνήμης και επιταχύνοντας πιθανά και τη μελλοντική του αυτοκτονία.
Αποπειράθηκε για πρώτη φορά να αυτοκτονήσει την άνοιξη του 1961, και τελικά στις 2 Ιουλίου αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι, λίγες ημέρες πριν τα εξηκοστά δεύτερα γενέθλιά του.
Μυθιστορήματα
(1925) The Torrents of Spring (Οι Χείμαρροι της Άνοιξης)
(1926) The Sun Also Rises (Ο ήλιος ανατέλλει ξανά)
(1929) A Farewell to Arms (Αποχαιρετισμός στα όπλα)
(1937) To Have and Have Not (Να έχεις και να μην έχεις)
(1940) For Whom the Bell Tolls (Για ποιον χτυπά η καμπάνα)
(1950) Across the River and Into the Trees
(1952) The Old Man and the Sea (Ο γέρος και η θάλασσα)
(1962) Adventures of a Young Man
(1970) Islands in the Stream (Νησιά της Καραϊβικής)
(1986) The Garden of Eden (Ο κήπος της Εδέμ)
(1932) Death in the Afternoon (Θάνατος το απομεσήμερο)
(1935) Green Hills of Africa (Πράσινοι λόφοι της Αφρικής)
(1960) The Dangerous Summer (Το επικίνδυνο καλοκαίρι)
(1964) A Moveable Feast (Αέναη γιορτή ή Μια κινητή γιορτή)
(2005) Under Kilimanjaro
Συλλογές διηγημάτων
(1923) Three Stories and Ten Poems
(1925) In Our Time
(1927) Men Without Women (Άντρες χωρίς γυναίκες)
(1932) The Snows of Kilimanjaro (Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο)
(1933) Winner Take Nothing
(1938) The Fifth Column and the First Forty-Nine Stories
(1947) The Essential Hemingway
(1953) The Hemingway Reader
(1972) The Nick Adams Stories
(1976) The Complete Short Stories of Ernest Hemingway
(1995) Collected Stories
Με τη λήξη του πολέμου, ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Όουκ Παρκ. Το 1920 άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος και ανταποκριτής της εφημερίδας Toronto Star Weekly του Τορόντο. Τον επόμενο χρόνο, παντρεύτηκε την Χάντλυ Ρίτσαρντσον και για ένα διάστημα έζησαν στο Παρίσι, όπου ο Χέμινγουεϊ γνώρισε αρκετούς λογοτέχνες ενώ συνδέθηκε φιλικά με τον Σκοτ Φιτζέραλντ, τον Έζρα Πάουντ και τον Τζαίημς Τζόυς. Η σχέση του με την Ελλάδα ξεκινάει όταν θα καλύψει δημοσιογραφικά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο με σημαντικές ανταποκρίσεις για την καταστροφή της Σμύρνης και την ανταλλαγή πληθυσμών στη Θράκη.
Το έργο που θα του χαρίσει αναγνώριση είναι το Αποχαιρετισμός στα Όπλα (A Farewell to Arms, 1929), έργο με το οποίο γνώρισε και σημαντική αναγνώριση και εμπορική επιτυχία. το έργο θα γυριστεί σε ταινία με τον Γκάρι Κούπερ και τον Ροκ Χάντσον. Θα μείνει στο Παρίσι όπου εκεί γνωρίστηκε επίσης με την Γερτρούδη Στάιν η οποία τον εισήγαγε στον κύκλο των καλλιτεχνών με επίκεντρο την Μονμάρτρη και την λεγόμενη λογοτεχνική Χαμένη Γενιά (Lost Generation) των εξόριστων Αμερικανών συγγραφέων του Παρισιού και από τότε η καριέρα του είχε μια ιλιγγιώδη ανοδική πορεία.
Τον Μάρτιο του 1937 ο Χέμινγουεϊ ταξίδεψε στην Ισπανία προκειμένου να καλύψει δημοσιογραφικά τον ισπανικό εμφύλιο. Την περίοδο αυτή θα γνωρίσει μια γυναίκα που θα είναι η θηλυκή του βερζιόν σύμφωνα με μαρτυρίες και βιογράφους, την δημοσιογράφο Μάρθα Γκέλχορν, με την οποία θα ερωτευτεί παράφορά και θα παντρευτεί το 1940 (τρίτος του γάμος ήδη). Θα μετακομίσουν μαζί στην Κούβα, σε ένα σπίτι που θα αποτελέσει θρύλο μέχρι και σήμερα που λειτουργεί ως μουσείο από την Κουβανέζικη κυβέρνηση. Η Αβάνα, τα πούρα και τα mojitos θα είναι συνώνυμα του Χέμινγουει.
Η βίλλα Φίνκα Βίχια (Finca Vigia),κοντά στην Αβάνα θα αποτελέσει την βάση του, σχεδόν μέχρι το θάνατό του. Εκεί θα γράψει και ένα από τα αριστουργήματα του, το Για ποιον χτυπά η καμπάνα, το οποίο ολοκλήρωσε τον Ιούλιο του 1940. Το βιβλίο αναγνωρίζεται σήμερα ως ένα από τα σημαντικότερα έργα του Χέμινγουεϊ.
Ο Χέμινγουέι δεν θα καταφέρει να δαμάσει την Γκέλχορν, η οποία ως παθιασμένη δημοσιογράφος θα ταξιδεύει συνεχώς για πολεμικές ανταποκρίσεις. Οι καυγάδες τους θα είναι ομηρικοί και όταν και ο Χέμινγουει αφήνει το 1944 την Κούβα για να καλύψει τον 2ο παγκόσμιο, θα έρθει η οριστική ρήξη στη σχέση με τη σύζυγό του, καθώς γνωρίζει τη δημοσιογράφο του περιοδικού Time Μαίρη Γουέλς, με την οποία παντρεύτηκε τελικά – συνολικά για τέταρτη φορά – το 1946.
«Γράφε μεθυσμένος, διόρθωνε νηφάλιος» έλεγε πάντοτε και η αγάπη του με το αλκόολ όλο και μεγάλωνε καθώς το επόμενο βιβλίο του Across the River and Into the Trees, έλαβε κακές κριτικές και υπήρξε μία γενικότερη αμφισβήτηση της ικανότητάς του να συνεχίσει να δημιουργεί σημαντικά έργα.
Πεισματάρης και εγωιστής, απέδειξε σε όλους οτι βιάζονται να μιλήσουν, όταν έγραψε ένα από τα σημαντικότερα έργα της λογοτεχνίας ως σήμερα, μια ωδή στην ανθρώπινη ύπαρξη, το έργο Ο Γέρος και η Θάλασσα το 1951, βιβλίο που οδήγησε τελικά στη βράβευση του Χέμινγουεϊ με το Βραβείο Πούλιτζερ (1953) και το Νόμπελ Λογοτεχνίας (1954).
Οι βραβεύσεις όμως, ήταν απλώς μικρά “παυσίπονα” που δεν σίγαζαν τον εσωτερικό πόνο που του προκαλούσε η χρόνια κατάθλιψη και η υπερβολική χρήση αλκόολ. Παρά τις αντιξοότητες, κατάφερε να ολοκληρώσει το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Μία κινητή γιορτή (A Moveable Feast), έργο που τελικά εκδόθηκε μετά το θάνατό του.
Η επιδείνωση της υγείας του τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την πολυαγαπημένη του Κούβα τον Ιούλιο του 1960 και εγκαταστάθηκε στην πόλη Κίτσαμ (Ketchum) του Αϊντάχο. Τον ίδιο χρόνο, νοσηλεύτηκε στην κλινική Mayo λόγω της υψηλής του πίεσης αλλά κυρίως της κατάθλιψης και της παράνοιάς του. Εκεί υποβλήθηκε και σε θεραπείες με ηλεκτροσόκ (ECT). Δέχθηκε 11 έως 15 θεραπείες τέτοιου είδους, οι οποίες όμως, όχι μόνο δεν τον βοήθησαν αλλά αντιθέτως είχαν αρνητικά αποτελέσματα, προκαλώντας του απώλεια μνήμης και επιταχύνοντας πιθανά και τη μελλοντική του αυτοκτονία.
Αποπειράθηκε για πρώτη φορά να αυτοκτονήσει την άνοιξη του 1961, και τελικά στις 2 Ιουλίου αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι, λίγες ημέρες πριν τα εξηκοστά δεύτερα γενέθλιά του.
Μυθιστορήματα
(1925) The Torrents of Spring (Οι Χείμαρροι της Άνοιξης)
(1926) The Sun Also Rises (Ο ήλιος ανατέλλει ξανά)
(1929) A Farewell to Arms (Αποχαιρετισμός στα όπλα)
(1937) To Have and Have Not (Να έχεις και να μην έχεις)
(1940) For Whom the Bell Tolls (Για ποιον χτυπά η καμπάνα)
(1950) Across the River and Into the Trees
(1952) The Old Man and the Sea (Ο γέρος και η θάλασσα)
(1962) Adventures of a Young Man
(1970) Islands in the Stream (Νησιά της Καραϊβικής)
(1986) The Garden of Eden (Ο κήπος της Εδέμ)
(1932) Death in the Afternoon (Θάνατος το απομεσήμερο)
(1935) Green Hills of Africa (Πράσινοι λόφοι της Αφρικής)
(1960) The Dangerous Summer (Το επικίνδυνο καλοκαίρι)
(1964) A Moveable Feast (Αέναη γιορτή ή Μια κινητή γιορτή)
(2005) Under Kilimanjaro
Συλλογές διηγημάτων
(1923) Three Stories and Ten Poems
(1925) In Our Time
(1927) Men Without Women (Άντρες χωρίς γυναίκες)
(1932) The Snows of Kilimanjaro (Τα χιόνια του Κιλιμάντζαρο)
(1933) Winner Take Nothing
(1938) The Fifth Column and the First Forty-Nine Stories
(1947) The Essential Hemingway
(1953) The Hemingway Reader
(1972) The Nick Adams Stories
(1976) The Complete Short Stories of Ernest Hemingway
(1995) Collected Stories
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα