Έφυγε από τη ζωή η Λουίζ Ράινερ σε ηλικία 104 ετών
31.12.2014
13:05
Έμεινε στην ιστορία ως η πρώτη ηθοποιός που κέρδισε δύο διαδοχικά Όσκαρ τη δεκαετία του 1930.
Η χολιγουντιανή σταρ Λουίζ Ράινερ, η οποία μεσουράνησε τη δεκαετία του ’30 στην κινηματογραφική βιομηχανία, έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 104 ετών. Έμεινε στην ιστορία ως η πρώτη ηθοποιός που κέρδισε δύο διαδοχικά Όσκαρ τη δεκαετία του 1930.
Η Ράινερ γεννήθηκε στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας το 1910 και πέρασε τα παιδικά της χρόνια στο Αμβούργο και τη Βιέννη. Ξεκίνησε τις σπουδές της στην υποκριτική σε ηλικία 16 ετών, με καθηγητή της, τον Αυστριακό σκηνοθέτη του θεάτρου Μαξ Ράινχαρντ. Αργότερα, αποτέλεσε μέλος της θεατρικής ομάδας του Ράινχαρντ και μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα κατάφερε να γίνει μια από τις πιο διακεκριμένες θεατρικές ηθοποιούς του Βερολίνου.
Οι διθυραμβικές κριτικές που λάμβαναν οι εμφανίσεις της στην γερμανική σκηνή καθώς και σε κάποιες γερμανικές ταινίες, οδήγησαν σε τριετές συμβόλαιο με την Metro-Goldwyn-Mayer, το 1935, και οι κριτικοί την καλωσόρισαν στο Χόλυγουντ, την ίδια χρονιά, αποκαλώντας την, νέα Γκρέτα Γκάρμπο.
Το «Γυμνό Μοντέλο» (Escapade, 1935), που αποτέλεσε την πρώτη της αμερικάνικη ταινία, ακολούθησε ένας μικρός ρόλος στην ταινία του 1936, «Ο Μέγας Ζίγκφελντ», βασισμένη στη ζωή του θρυλικού ιμπρεσάριου του Χόλιγουντ, Φλόρενς Ζίγκφελντ. Η ερμηνεία της στο ρόλο της Άννα Χελντ κατάφερε να συγκινήσει το κοινό και να αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές, χαρίζοντας τη το Όσκαρ Α΄ γυναικείου ρόλου.
Ο επόμενος ρόλος της, ήταν εκείνος της φτωχής κινέζας χωριατοπούλας στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος της Περλ Μπακ, «Υπό το βλέμμα του Βούδα», ο οποίος την οδήγησε στη δεύτερή της υποψηφιότητα για Όσκαρ. Η νίκη της Ράινερ την κατέστησε την πρώτη ηθοποιό με δυο Όσκαρ Α΄ γυναικείου ρόλου, καθώς και την πρώτη με διαδοχικές νίκες.
Η Ράινερ γεννήθηκε στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας το 1910 και πέρασε τα παιδικά της χρόνια στο Αμβούργο και τη Βιέννη. Ξεκίνησε τις σπουδές της στην υποκριτική σε ηλικία 16 ετών, με καθηγητή της, τον Αυστριακό σκηνοθέτη του θεάτρου Μαξ Ράινχαρντ. Αργότερα, αποτέλεσε μέλος της θεατρικής ομάδας του Ράινχαρντ και μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα κατάφερε να γίνει μια από τις πιο διακεκριμένες θεατρικές ηθοποιούς του Βερολίνου.
Οι διθυραμβικές κριτικές που λάμβαναν οι εμφανίσεις της στην γερμανική σκηνή καθώς και σε κάποιες γερμανικές ταινίες, οδήγησαν σε τριετές συμβόλαιο με την Metro-Goldwyn-Mayer, το 1935, και οι κριτικοί την καλωσόρισαν στο Χόλυγουντ, την ίδια χρονιά, αποκαλώντας την, νέα Γκρέτα Γκάρμπο.
Το «Γυμνό Μοντέλο» (Escapade, 1935), που αποτέλεσε την πρώτη της αμερικάνικη ταινία, ακολούθησε ένας μικρός ρόλος στην ταινία του 1936, «Ο Μέγας Ζίγκφελντ», βασισμένη στη ζωή του θρυλικού ιμπρεσάριου του Χόλιγουντ, Φλόρενς Ζίγκφελντ. Η ερμηνεία της στο ρόλο της Άννα Χελντ κατάφερε να συγκινήσει το κοινό και να αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές, χαρίζοντας τη το Όσκαρ Α΄ γυναικείου ρόλου.
Ο επόμενος ρόλος της, ήταν εκείνος της φτωχής κινέζας χωριατοπούλας στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος της Περλ Μπακ, «Υπό το βλέμμα του Βούδα», ο οποίος την οδήγησε στη δεύτερή της υποψηφιότητα για Όσκαρ. Η νίκη της Ράινερ την κατέστησε την πρώτη ηθοποιό με δυο Όσκαρ Α΄ γυναικείου ρόλου, καθώς και την πρώτη με διαδοχικές νίκες.
Ωστόσο, η Ράινερ, χρόνια αργότερα, τόνισε για τις συνεχόμενες νίκες της στα Όσκαρ ότι: «Τίποτα χειρότερο δε θα μπορούσε να μου έχει συμβεί, καθώς οι προσδοκίες του κοινού από τότε, ήταν υπερβολικά υψηλές για να τις εκπληρώσω».
Στη συνέχεια, της δόθηκαν ρόλοι σε ασήμαντες ταινίες που απογοήτευσαν τόσο τη Ράινερ, όσο και την εταιρεία της, που την αποδέσμευσε από το συμβόλαιό της. Έτσι, η Ράινερ επέστρεψε στην Ευρώπη και στους θεατρικούς ρόλους. Το 1943, έκανε μια αποτυχημένη προσπάθεια επανάκαμψης στον χώρο του κινηματογράφου με την ταινία «Πυρ!» (The Hostages), πλάι στην Κατίνα Παξινού. Δυο χρόνια αργότερα, μετά το γάμο της με το δεύτερό της σύζυγο Ρόμπερτ Νίτελ, δήλωσε ότι επρόκειτο να αποσυρθεί, ωστόσο συνέχισε κάνοντας σποραδικές εμφανίσεις σε θέατρο, τηλεόραση και κινηματογράφο. Από το δεύτερό της γάμο απέκτησε μια κόρη, ενώ από το 1945 ζούσε στο Λονδίνο.
Οι ιστορικοί του κινηματογράφου την αποκάλεσαν ως το πιο ακραίο θύμα του θεσμού των Όσκαρ, στη μυθολογία του Χόλυγουντ. Στην πτώση της καριέρας της, μετά τη δεύτερή της βράβευση με Όσκαρ, συνετέλεσαν ο θάνατος του Έρβιν Θάλμπεργκ μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της ταινίας «Υπό το βλέμμα του Βούδα», καθώς και ο πρώτος της γάμος με το δραματουργό Κλίφορντ Όντετς, ο οποίος έκανε την καριέρα της προσωπική του υπόθεση, δίνοντάς της λανθασμένες συμβουλές.
Στη συνέχεια, της δόθηκαν ρόλοι σε ασήμαντες ταινίες που απογοήτευσαν τόσο τη Ράινερ, όσο και την εταιρεία της, που την αποδέσμευσε από το συμβόλαιό της. Έτσι, η Ράινερ επέστρεψε στην Ευρώπη και στους θεατρικούς ρόλους. Το 1943, έκανε μια αποτυχημένη προσπάθεια επανάκαμψης στον χώρο του κινηματογράφου με την ταινία «Πυρ!» (The Hostages), πλάι στην Κατίνα Παξινού. Δυο χρόνια αργότερα, μετά το γάμο της με το δεύτερό της σύζυγο Ρόμπερτ Νίτελ, δήλωσε ότι επρόκειτο να αποσυρθεί, ωστόσο συνέχισε κάνοντας σποραδικές εμφανίσεις σε θέατρο, τηλεόραση και κινηματογράφο. Από το δεύτερό της γάμο απέκτησε μια κόρη, ενώ από το 1945 ζούσε στο Λονδίνο.
Οι ιστορικοί του κινηματογράφου την αποκάλεσαν ως το πιο ακραίο θύμα του θεσμού των Όσκαρ, στη μυθολογία του Χόλυγουντ. Στην πτώση της καριέρας της, μετά τη δεύτερή της βράβευση με Όσκαρ, συνετέλεσαν ο θάνατος του Έρβιν Θάλμπεργκ μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της ταινίας «Υπό το βλέμμα του Βούδα», καθώς και ο πρώτος της γάμος με το δραματουργό Κλίφορντ Όντετς, ο οποίος έκανε την καριέρα της προσωπική του υπόθεση, δίνοντάς της λανθασμένες συμβουλές.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr