Γιώργος Κοτανίδης: Ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος
Γιώργος Κοτανίδης: Ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος
Μια από τις πιο επιβλητικές αλλά και σεμνές παρουσίες του ελληνικού θεάτρου αλλά και του σύγχρονου κινηματογράφου - Πώς τον «σημάδεψε» η δολοφονία Λαμπράκη διαμορφώνοντας τη μετέπειτα πορεία του - Από πρωτεργάτης του «Ελεύθερου θεάτρου» πρωταγωνιστής στο σινεμά
Αρκεί να τον έβλεπες να διασχίζει τον δρόμο με τον ίδιο ντελικάτο τρόπο που επέβαλλε ανέκαθεν την παρουσία του: ντυμένος πάντα στην τρίχα με μελετημένη σε κάθε της σημείο την παραμικρή λεπτομέρεια-καπέλο, φουλάρι ή εσάρπα, καλοσιδερωμένο πουκάμισο, μαλλί που θύμιζε βρετανό αριστοκράτη και ανάλαφρο βάδισμα έτοιμο για απογείωση ή χορό. Αντίστοιχα επιβλητική και η φωνή ήταν φτιαγμένη για να ξεσηκώνει την παρέα, αυτή που όλοι θα ονόμαζαν αδαμάντινη που έμοιαζε να συμπληρώνει ιδανικά τη θεατρική φιγούρα του αείμνηστου Γιώργου Κοτανίδη. Δεν ήταν τυχαία ο ιδανικός συνένοχος της ελληνικής παρέας των δικών μας ντελικάτων θεατρανθρώπων-αυτό που κανείς με ευκολία θα ονόμαζε δανδή-δηλαδή του Κωνσταντίνου Τζούμα και του επίσης πρόσφατα χαμένου Τάκη Μόσχου.
Ευθυτενής, ευγενής υπήρξε μια από τις πιο επιβλητικές αλλά και σεμνές παρουσίες του Ελληνικού θεάτρου αλλά και του σύγχρονου κινηματογράφου. Συνώνυμος με την ιστορία της παρέας που οραματίστηκε το σύγχρονο θέατρο, το έβγαλε από τα αυστηρά του όρια και το αγάπησε ακριβώς γιατί ήξερε, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη, ότι ήταν μέλος της ίδιας της ζωής: την περίφημη ομάδα του «Ελεύθερου Θεάτρου» οι οποίοι ανέκυψαν σαν το νέο αίμα και αποδείχθηκαν ότι είναι σάρκα εκ της σαρκός της ιστορίας του σύγχρονου θεάτρου στην Ελλάδα. Ο ίδιος στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 2011 από Καστανιώτη με τον τίτλο «Όλοι μαζί τώρα!» επέμενε ότι το «Ελεύθερο Θέατρο» ήταν «ένας ομαδικός βηματισμός προς την ουτοπία», την οποία ωστόσο ποτέ δεν έπαψε να επικαλείται στα κρυφά και φανερά του όνειρα.
Αριστερός αλλά ποτέ οπαδός ενός κόμματος είχε μάθει από μικρός να πηγαίνει κόντρα στις επίσημες γραμμές: όταν η αριστερή, κατά τα άλλα, οικογένεια του αποφάσισε να τον «εκχριστιανίσει» εκείνος άρχισε να διαβάζει Νίτσε. Και όταν οι επιβλητικοί σκηνοθέτες που του έμαθαν συγκεκριμένη υποκριτική γραμμή στο Εθνικό Θέατρο, εκείνος βρήκε την ομάδα που θα τον έκανε όχι μόνο να οραματιστεί αλλά και να διαμορφώσει το θέατρο αλλιώς.
Παρών στη δολοφονία Λαμπράκη, κυνηγημένος από τη Χούντα
Αυτό ωστόσο που τον είχε σημαδέψει για πάντα δεν ήταν το καταπιεστικό εκπαιδευτικό σύστημα επί Χούντας-τελείωσε το δημοτικό στη Δράμα και το γυμνάσιο στη Θεσσαλονίκη-ούτε τα 'σιδηρά' Πανεπιστημιακά χρόνια όταν βρέθηκε, κάπως κατά λάθος όπως έλεγε ο ίδιος να φοιτά στα έδρανα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα στην Κτηνιατρική Σχολή. Το είχε δει άλλωστε και αυτό ως μια ευκαιρία για να οργανώσει πολιτικά και πολιτιστικά τους συμφοιτητές του και τα πλήθη οργανώνοντας ταυτόχρονα θεατρική ομάδα και κινηματογραφική λέσχη, τη λεγόμενη ΦΟΘΚ. Αυτό που θα έμενε για πάντα στη μνήμη του ήταν η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, στην οποία έτυχε να είναι παρών, και που θα τον σημαδέψει για πάντα και θα τον κάνει να βρεθεί στην πρώτη γραμμή κάθε πιθανού ξεσηκωμού.
Αφού το πρωί συμμετείχε στις πορείες με τους Λαμπράκηδες ήθελε κάτι πιο σκληροπυρηνικό και τότε ανακάλυψε μια μειοψηφική μαοική ομάδα-την περίφημη ΠΠΣΠ που διαλύθηκε σχεδόν ακριβώς όπως ξεκίνησε. Δοκίμασε το ΚΚΕ αλλά η απολυταρχική αρχή τους κατά του 'αστικού θεάτρου' και της καλλιτεχνικής ελευθερίας δεν μπορούσε να κρατήσει ένα πάντα ανήσυχο πνεύμα που ήταν ο ίδιος. Άρχισαν και τα κυνηγητά αφού η Θεσσαλονίκη ήταν γεμάτη «καταδότες», έτοιμοι να καταγγείλουν κάθε ύποπτη κίνηση. Το περιβάλλον είχε ήδη αρχίσει να φαντάζει-και όντως να είναι ασφυχτικό.
Για δημιουργικό διάλειμμα είχε τις ερασιτεχνικές παραστάσεις αλλά δεν του ήταν αρκετό-για να μπορέσει να κάνει κάτι πιο επαγγελματικό έπρεπε να κατέβει στην Αθήνα-εκεί άλλωστε εκτός από τη Σχολή του Εθνικού, υπήρχαν οι μεγάλες διαδηλώσεις, τα ξένα έντυπα, οι μπουάτ, η νέα σκηνή και οι καινοφανείς ιδέες. Κατέβηκε με κάθε διάθεση να προσφέρει τα πάντα στους αγώνες και την τέχνη καταφέρνοντας να ενταχθεί από πολύ νωρίς στους κλειστούς κύκλους των ανθρώπων που διάβαζαν με την ίδια μανία με την οποία γλεντούσαν, σύχναζαν στον Τσιτσάνη αλλά ήξεραν τον Ντοστογιέφσκι, τον Σαίξπηρ, τον Μαρξ και τον Μπρεχτ. Και η αλήθεια είναι ότι ελάχιστοι γνώριζαν τη διάκριση ανάμεσα στις «δυνάμεις» και τις «σχέσεις παραγωγής» που επικαλούταν ο Μαρξ όπως ο Κοτανίδης.
Πρωτεργάτης του Ελεύθερου Θεάτρου
Ειδικά τον Μπρεχτ, του οποίου τις αρχές του αυτοσχεδιασμού και της άμεσης επικοινωνίας με το κοινό υιοθέτησε μαζί με την παρέα του «Ελεύθερου Θεάτρου» η οποία τόλμησε να σπάσει τα αυστηρά του Εθνικού από το οποίο αποφοίτησε: για αυτο ακριβώς και τόλμησαν να ανεβάσουν την άγνωστη τότε «Όπερα του Ζητιάνου» του Τζον Γκέι, από το οποίο είχε εμπνευστεί ο Μπρεχτ την «Όπερα της Πεντάρας» χωρίς καθόλου σχεδόν μέσα αλλά με μια ζέση που έκανε θαύματα. Σκηνοθέτης ο Γιώργος Μιχαηλίδης. Η παράσταση ήταν, στην ουσία, η πρώτη δημόσια πράξη αμφισβήτησης της δικτατορίας καθώς όλα τα συμβολικά δεδομένα κατά των απολυταρχικών καθεστώτων ξεδιπλώθηκαν σε ένα μόλις βράδυ σε μια σκηνή-και αυτό ο κόσμος το εισέπραξε με το παραπάνω στις 3 Σεπτεμβρίου του 1970, δηλαδή το βράδυ της πρεμιέρας, οπότε θα χάριζε στους άγνωστους τότε ηθοποιούς το πιο θερμό του χειροκρότημα. Στο τέλος της παράστασης ωστόσο όλους τους συντελεστές τους περίμενε μια έκπληξη: οι ασφαλίτες συνέλαβαν τον σκηνογράφο Γιάννη Λεκκό ενώ τον υπεύθυνο της στατικής μελέτης, τον Δημήτρη Κωστάκη τον αναζητούσαν ως υπεύθυνο για βομβιστική απόπειρα στην αμερικανική πρεσβεία.
Αυτό ήταν περίπου το κλίμα στο οποίο γεννήθηκε αυτή η δυναμική ομάδα με τους Υβόνη Μαλτέζου, Αννέτα Μιχαλιτσιάνου, Κώστα Αρζόγλου, τον αείμνηστο τον Μηνά Χατζησάββα και όλα αυτά τα υπέροχα δημιουργικά μυαλά που έβαλαν στην ίδια παρέα και στο ίδιο τεραίν την υψηλή διανόηση και τον αυτοσχεδιασμό, την χαρά του κεφιού και του δράματος. Δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν απενοχοποιημένα κατάφεραν να επιβάλουν στον δύσκολο θεατρικό κόσμο ακόμα και τη δυναμική της επιθεώρησης ανεβάζοντας πιο ανάλαφρες παραστάσεις όπως Μποστ, Σκούρτη κλπ, λίγα χρόνια αργότερα, λίγο πριν το Πολυτεχνείο, το θερμό καλοκαίρι του 1973 στο Άλσος Παγκρατίου-ήταν και η πιο χαρούμενη συμβολή του Λουκιανού Κηλαηδόνη που έδωσε τη νότα. Ακόμα και αν δεν συμμετείχε σε όλες τις παραστάσεις ο Κοταρίδης ήταν αναμφίβολα ένα πνεύμα φτιαγμένο με αυτά ακριβώς τα υλικά: του ανοιχτού θεάτρου των «σαλτιμπάγκων» και του δρόμου, του Μπρεχτ και της «Όπερας της Πεντάρας» αλλά και του λαϊκού θεάτρου που δεν σνόμπαρε ποτέ τον κόσμο παρά τον ήθελε πάντοτε κοντά του. Ακόμα και όταν στην αρχή τους ήξεραν ότι συναναστρέφονταν τις πιο «δύσκολες» ομάδες διανοούμενων όπως της ΕΚΙΝ-με την οποία ο Κοτανίδης θα επιχειρήσει αρκετά αντιδικτατορικά «ενσταντανέ»- ήξεραν ότι παίζουν με τους όρους του κοινού αφού αυτό επέβαλλε το βασικότερο πρόσταγμα. Δοκίμασαν τις δυνάμεις τους και στη Θεσσαλονίκη όπου είχαν τους καλλιτέχνες που τους στήριζαν, όπως ο Θόδωρος Αγγελόπουλος αλλά η βασική εστία ήταν η Αθήνα.
Ευθυτενής, ευγενής υπήρξε μια από τις πιο επιβλητικές αλλά και σεμνές παρουσίες του Ελληνικού θεάτρου αλλά και του σύγχρονου κινηματογράφου. Συνώνυμος με την ιστορία της παρέας που οραματίστηκε το σύγχρονο θέατρο, το έβγαλε από τα αυστηρά του όρια και το αγάπησε ακριβώς γιατί ήξερε, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη, ότι ήταν μέλος της ίδιας της ζωής: την περίφημη ομάδα του «Ελεύθερου Θεάτρου» οι οποίοι ανέκυψαν σαν το νέο αίμα και αποδείχθηκαν ότι είναι σάρκα εκ της σαρκός της ιστορίας του σύγχρονου θεάτρου στην Ελλάδα. Ο ίδιος στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 2011 από Καστανιώτη με τον τίτλο «Όλοι μαζί τώρα!» επέμενε ότι το «Ελεύθερο Θέατρο» ήταν «ένας ομαδικός βηματισμός προς την ουτοπία», την οποία ωστόσο ποτέ δεν έπαψε να επικαλείται στα κρυφά και φανερά του όνειρα.
Αριστερός αλλά ποτέ οπαδός ενός κόμματος είχε μάθει από μικρός να πηγαίνει κόντρα στις επίσημες γραμμές: όταν η αριστερή, κατά τα άλλα, οικογένεια του αποφάσισε να τον «εκχριστιανίσει» εκείνος άρχισε να διαβάζει Νίτσε. Και όταν οι επιβλητικοί σκηνοθέτες που του έμαθαν συγκεκριμένη υποκριτική γραμμή στο Εθνικό Θέατρο, εκείνος βρήκε την ομάδα που θα τον έκανε όχι μόνο να οραματιστεί αλλά και να διαμορφώσει το θέατρο αλλιώς.
Παρών στη δολοφονία Λαμπράκη, κυνηγημένος από τη Χούντα
Αυτό ωστόσο που τον είχε σημαδέψει για πάντα δεν ήταν το καταπιεστικό εκπαιδευτικό σύστημα επί Χούντας-τελείωσε το δημοτικό στη Δράμα και το γυμνάσιο στη Θεσσαλονίκη-ούτε τα 'σιδηρά' Πανεπιστημιακά χρόνια όταν βρέθηκε, κάπως κατά λάθος όπως έλεγε ο ίδιος να φοιτά στα έδρανα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και συγκεκριμένα στην Κτηνιατρική Σχολή. Το είχε δει άλλωστε και αυτό ως μια ευκαιρία για να οργανώσει πολιτικά και πολιτιστικά τους συμφοιτητές του και τα πλήθη οργανώνοντας ταυτόχρονα θεατρική ομάδα και κινηματογραφική λέσχη, τη λεγόμενη ΦΟΘΚ. Αυτό που θα έμενε για πάντα στη μνήμη του ήταν η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, στην οποία έτυχε να είναι παρών, και που θα τον σημαδέψει για πάντα και θα τον κάνει να βρεθεί στην πρώτη γραμμή κάθε πιθανού ξεσηκωμού.
Αφού το πρωί συμμετείχε στις πορείες με τους Λαμπράκηδες ήθελε κάτι πιο σκληροπυρηνικό και τότε ανακάλυψε μια μειοψηφική μαοική ομάδα-την περίφημη ΠΠΣΠ που διαλύθηκε σχεδόν ακριβώς όπως ξεκίνησε. Δοκίμασε το ΚΚΕ αλλά η απολυταρχική αρχή τους κατά του 'αστικού θεάτρου' και της καλλιτεχνικής ελευθερίας δεν μπορούσε να κρατήσει ένα πάντα ανήσυχο πνεύμα που ήταν ο ίδιος. Άρχισαν και τα κυνηγητά αφού η Θεσσαλονίκη ήταν γεμάτη «καταδότες», έτοιμοι να καταγγείλουν κάθε ύποπτη κίνηση. Το περιβάλλον είχε ήδη αρχίσει να φαντάζει-και όντως να είναι ασφυχτικό.
Για δημιουργικό διάλειμμα είχε τις ερασιτεχνικές παραστάσεις αλλά δεν του ήταν αρκετό-για να μπορέσει να κάνει κάτι πιο επαγγελματικό έπρεπε να κατέβει στην Αθήνα-εκεί άλλωστε εκτός από τη Σχολή του Εθνικού, υπήρχαν οι μεγάλες διαδηλώσεις, τα ξένα έντυπα, οι μπουάτ, η νέα σκηνή και οι καινοφανείς ιδέες. Κατέβηκε με κάθε διάθεση να προσφέρει τα πάντα στους αγώνες και την τέχνη καταφέρνοντας να ενταχθεί από πολύ νωρίς στους κλειστούς κύκλους των ανθρώπων που διάβαζαν με την ίδια μανία με την οποία γλεντούσαν, σύχναζαν στον Τσιτσάνη αλλά ήξεραν τον Ντοστογιέφσκι, τον Σαίξπηρ, τον Μαρξ και τον Μπρεχτ. Και η αλήθεια είναι ότι ελάχιστοι γνώριζαν τη διάκριση ανάμεσα στις «δυνάμεις» και τις «σχέσεις παραγωγής» που επικαλούταν ο Μαρξ όπως ο Κοτανίδης.
Πρωτεργάτης του Ελεύθερου Θεάτρου
Ειδικά τον Μπρεχτ, του οποίου τις αρχές του αυτοσχεδιασμού και της άμεσης επικοινωνίας με το κοινό υιοθέτησε μαζί με την παρέα του «Ελεύθερου Θεάτρου» η οποία τόλμησε να σπάσει τα αυστηρά του Εθνικού από το οποίο αποφοίτησε: για αυτο ακριβώς και τόλμησαν να ανεβάσουν την άγνωστη τότε «Όπερα του Ζητιάνου» του Τζον Γκέι, από το οποίο είχε εμπνευστεί ο Μπρεχτ την «Όπερα της Πεντάρας» χωρίς καθόλου σχεδόν μέσα αλλά με μια ζέση που έκανε θαύματα. Σκηνοθέτης ο Γιώργος Μιχαηλίδης. Η παράσταση ήταν, στην ουσία, η πρώτη δημόσια πράξη αμφισβήτησης της δικτατορίας καθώς όλα τα συμβολικά δεδομένα κατά των απολυταρχικών καθεστώτων ξεδιπλώθηκαν σε ένα μόλις βράδυ σε μια σκηνή-και αυτό ο κόσμος το εισέπραξε με το παραπάνω στις 3 Σεπτεμβρίου του 1970, δηλαδή το βράδυ της πρεμιέρας, οπότε θα χάριζε στους άγνωστους τότε ηθοποιούς το πιο θερμό του χειροκρότημα. Στο τέλος της παράστασης ωστόσο όλους τους συντελεστές τους περίμενε μια έκπληξη: οι ασφαλίτες συνέλαβαν τον σκηνογράφο Γιάννη Λεκκό ενώ τον υπεύθυνο της στατικής μελέτης, τον Δημήτρη Κωστάκη τον αναζητούσαν ως υπεύθυνο για βομβιστική απόπειρα στην αμερικανική πρεσβεία.
Αυτό ήταν περίπου το κλίμα στο οποίο γεννήθηκε αυτή η δυναμική ομάδα με τους Υβόνη Μαλτέζου, Αννέτα Μιχαλιτσιάνου, Κώστα Αρζόγλου, τον αείμνηστο τον Μηνά Χατζησάββα και όλα αυτά τα υπέροχα δημιουργικά μυαλά που έβαλαν στην ίδια παρέα και στο ίδιο τεραίν την υψηλή διανόηση και τον αυτοσχεδιασμό, την χαρά του κεφιού και του δράματος. Δεν είναι τυχαίο ότι σχεδόν απενοχοποιημένα κατάφεραν να επιβάλουν στον δύσκολο θεατρικό κόσμο ακόμα και τη δυναμική της επιθεώρησης ανεβάζοντας πιο ανάλαφρες παραστάσεις όπως Μποστ, Σκούρτη κλπ, λίγα χρόνια αργότερα, λίγο πριν το Πολυτεχνείο, το θερμό καλοκαίρι του 1973 στο Άλσος Παγκρατίου-ήταν και η πιο χαρούμενη συμβολή του Λουκιανού Κηλαηδόνη που έδωσε τη νότα. Ακόμα και αν δεν συμμετείχε σε όλες τις παραστάσεις ο Κοταρίδης ήταν αναμφίβολα ένα πνεύμα φτιαγμένο με αυτά ακριβώς τα υλικά: του ανοιχτού θεάτρου των «σαλτιμπάγκων» και του δρόμου, του Μπρεχτ και της «Όπερας της Πεντάρας» αλλά και του λαϊκού θεάτρου που δεν σνόμπαρε ποτέ τον κόσμο παρά τον ήθελε πάντοτε κοντά του. Ακόμα και όταν στην αρχή τους ήξεραν ότι συναναστρέφονταν τις πιο «δύσκολες» ομάδες διανοούμενων όπως της ΕΚΙΝ-με την οποία ο Κοτανίδης θα επιχειρήσει αρκετά αντιδικτατορικά «ενσταντανέ»- ήξεραν ότι παίζουν με τους όρους του κοινού αφού αυτό επέβαλλε το βασικότερο πρόσταγμα. Δοκίμασαν τις δυνάμεις τους και στη Θεσσαλονίκη όπου είχαν τους καλλιτέχνες που τους στήριζαν, όπως ο Θόδωρος Αγγελόπουλος αλλά η βασική εστία ήταν η Αθήνα.
Μετά την πετυχημένη έναρξη της «Όπερας» στο Βέμπο ακολούθησε η σκέψη για την «μπρεχτική» συνέχεια με την ιστορία του Αλή Ρέτζο, μια πειραματική παράσταση που υπέγραφε ο Πέτρος Μάρκαρης για ένα χωριό της Τουρκίας όπου διαφέντευε ο αγάς Ρέτζος-με τους γνωστούς συνειρμούς για την καταπίεση, την εξουσία κλπ. Το αυτοσχεδιαστικό μπρίο και η δύναμη της φαντασίας αλλά και η χαρά της ομαδικότητας ανέδειξε την παράσταση σε μια από τις πιο αξιομνημόνευτες αντί-παραστάσεις στις μαύρες μέρες της Χούντας. Σκηνοθέτης ο Σπύρος Βραχωρίτης ενώ η περισσότερη δουλειά γινόταν εθελοντικά: ο ίδιος ο Κοτανίδης έλεγε πως το «κοινό» τους ήταν μια ομάδα εργατών από το Περιστέρι που την καλούσαν στις πρόβες για να παρακολουθούν και να τους λένε τη γνώμη τους. Πάνω από όλα η γνώμη του κόσμου.
Κατά τα άλλα το αίμα έβραζε στους δρόμους και στους χώρους του Πανεπιστημίου καθώς ο Κοτανίδης υπήρξε από τους πρωτεργάτες της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Ήταν και από εκείνους το 1972 που έκανε σύντομες «επιδρομές» κατά της Χούντας. Είχε συνηθίσει τις διώξεις και το ξύλο από τον καιρό της Θεσσαλονίκης. Κατέληξε τελικά να βρεθεί για πολιτικούς λόγους έγκλειστος στις Φυλακές Κορυδαλλού-»τα πιο ωραία χρόνια της ζωής του» όπως συνήθιζε να λέει. Όταν βγήκε δεν πρόλαβε να χαρεί πολλές ακόμα παραστάσεις με το «Ελεύθερο» αφού ολοκλήρωσε τη δράση του αμέσως μετά την «επικύρωση» της Μεταπολίτευσης, μόλις το 1975. Σάμπως να φτιάχτηκε με το ίδιο δυναμικό αίμα που γέννησε την ελεύθερη δράση του. Ωστόσο ακόμα και χωρίς το Ελεύθερο Θέατρο ο Γιώργος Κοτανίδης συνέχισε πάντα από την πρώτη γραμμή πρωταγωνιστώντας σε εμβληματικές παραστάσεις που τον έκαναν να είναι ενεργός μέχρι σήμερα όπως «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» του Ο Νιλ-η καλύτερη παράσταση του Χουβαρδά ή την «Πρόβα Νυφικού» της Γιαννακοπούλου σε σκηνοθεσία του φίλου του Σωτήρη Χατζάκη ή τη «Δυτική Αποβάθρα» του Κολτές σε σκηνοθεσία Ludovic Lagarde. Τις τελευταίες μέρες πρωταγωνιστούσε στο πολύ ξεχωριστό «Δείπνο» του Χέρμαν Κοχ μαζί με τους Κατερίνα Λέχου και Στέλιο Μάινα που δυστυχώς αποδείχθηκε το τελευταίο.
Έντονη παρουσία και στο σινεμά
Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 70 είναι η εποχή που ο Γιώργος Κοτανίδης αρχίζει να εμφανίζεται ως πρωταγωνιστής και στο σινεμά σε πιο πολιτικές ταινίες που έκαναν μεγάλη αίσθηση όπως η συμβολική «Από που πάνε για τη χαβούζα» (1978) του Θοδωρή Μαραγκού στο πλευρό του Θανάση Βέγγου και της Αννας Βαγενά και δύο χρόνια αργότερα στην πολυσυζητημένη «Παραγγελιά» του Παύλου Τάσσιου για την ιστορία του Νίκου Κοεμτζή. Σημαίνουσα είναι η παρουσία του στο «Βιος και Πολιτεία» του Νίκου Περάκη όπου έπαιζε τον νεο-γιάπη, ένας αντίστροφος ρόλος από αυτό που εξέφραζε ο ίδιος. Πάντοτε αυτάρκης ποτέ δεν ξέφυγε από τις λιτές αρχές της ζωής του και το όραμα του που ήταν συνώνυμο με την τέχνη. Τα τελευταία χρόνια υπήρξε και πολυγραφότατος: Το 1995 εκδόθηκε η νουβέλα του «Περί Μαιάνδρου» και το 1999 το μυθιστόρημα «Απρόσμενα αισθήματα» από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδη. Το 2004 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του «Οι σαλτιμπάγκοι» από τις Εκδόσεις Καστανιώτη όπως από τις ίδιες εκδόσεις κυκλοφόρησε το 2011 το αυτοβιογραφικό «Όλοι μαζί τώρα!». Το 2015 κυκλοφόρησε από Γαβριηλίδη το «Ηθοποιός σημαίνει φως».
Το κέντρο Κινηματογράφου εξέδωσε ανακοίνωση για τον θάνατο του σπουδαίου ηθοποιού επισημαίνοντας πως «Η απουσία του Γιώργου Κοτανίδη είναι ιδιαίτερα αισθητή στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, το οποίο πρόσφατα ενέκρινε την πρότασή του για το ντοκιμαντέρ «Αναζητώντας τον Νίκο», με θεματική από το θεατρικό του έργο γύρω από τον Νίκο Ζαχαριάδη.
Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου εκφράζει τα θερμά του συλλυπητήρια στους οικείους του».
Από πλευράς οικογένειας έγινε γνωστό πως «Ο Γιώργος Κοτανίδης δεν είναι πια μαζί μας. Φώτισε τις ζωές όλων όσων ήρθαν σε επαφή μαζί του. Αφήνει πίσω τις κόρες του Εύα και Αντιγόνη και τη σύντροφό του Ιωάννα». Ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος που όταν τον ρωτούσαν για τη φράση που χαρακτηρίζει το πνεύμα και τη ζωή του παρέπεμπε στο ρητό που είναι χαραγμένο στον τάφο του Καζαντζάκη: «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, Είμαι ελεύθερος». Ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος.
Κατά τα άλλα το αίμα έβραζε στους δρόμους και στους χώρους του Πανεπιστημίου καθώς ο Κοτανίδης υπήρξε από τους πρωτεργάτες της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Ήταν και από εκείνους το 1972 που έκανε σύντομες «επιδρομές» κατά της Χούντας. Είχε συνηθίσει τις διώξεις και το ξύλο από τον καιρό της Θεσσαλονίκης. Κατέληξε τελικά να βρεθεί για πολιτικούς λόγους έγκλειστος στις Φυλακές Κορυδαλλού-»τα πιο ωραία χρόνια της ζωής του» όπως συνήθιζε να λέει. Όταν βγήκε δεν πρόλαβε να χαρεί πολλές ακόμα παραστάσεις με το «Ελεύθερο» αφού ολοκλήρωσε τη δράση του αμέσως μετά την «επικύρωση» της Μεταπολίτευσης, μόλις το 1975. Σάμπως να φτιάχτηκε με το ίδιο δυναμικό αίμα που γέννησε την ελεύθερη δράση του. Ωστόσο ακόμα και χωρίς το Ελεύθερο Θέατρο ο Γιώργος Κοτανίδης συνέχισε πάντα από την πρώτη γραμμή πρωταγωνιστώντας σε εμβληματικές παραστάσεις που τον έκαναν να είναι ενεργός μέχρι σήμερα όπως «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» του Ο Νιλ-η καλύτερη παράσταση του Χουβαρδά ή την «Πρόβα Νυφικού» της Γιαννακοπούλου σε σκηνοθεσία του φίλου του Σωτήρη Χατζάκη ή τη «Δυτική Αποβάθρα» του Κολτές σε σκηνοθεσία Ludovic Lagarde. Τις τελευταίες μέρες πρωταγωνιστούσε στο πολύ ξεχωριστό «Δείπνο» του Χέρμαν Κοχ μαζί με τους Κατερίνα Λέχου και Στέλιο Μάινα που δυστυχώς αποδείχθηκε το τελευταίο.
Έντονη παρουσία και στο σινεμά
Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 70 είναι η εποχή που ο Γιώργος Κοτανίδης αρχίζει να εμφανίζεται ως πρωταγωνιστής και στο σινεμά σε πιο πολιτικές ταινίες που έκαναν μεγάλη αίσθηση όπως η συμβολική «Από που πάνε για τη χαβούζα» (1978) του Θοδωρή Μαραγκού στο πλευρό του Θανάση Βέγγου και της Αννας Βαγενά και δύο χρόνια αργότερα στην πολυσυζητημένη «Παραγγελιά» του Παύλου Τάσσιου για την ιστορία του Νίκου Κοεμτζή. Σημαίνουσα είναι η παρουσία του στο «Βιος και Πολιτεία» του Νίκου Περάκη όπου έπαιζε τον νεο-γιάπη, ένας αντίστροφος ρόλος από αυτό που εξέφραζε ο ίδιος. Πάντοτε αυτάρκης ποτέ δεν ξέφυγε από τις λιτές αρχές της ζωής του και το όραμα του που ήταν συνώνυμο με την τέχνη. Τα τελευταία χρόνια υπήρξε και πολυγραφότατος: Το 1995 εκδόθηκε η νουβέλα του «Περί Μαιάνδρου» και το 1999 το μυθιστόρημα «Απρόσμενα αισθήματα» από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδη. Το 2004 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του «Οι σαλτιμπάγκοι» από τις Εκδόσεις Καστανιώτη όπως από τις ίδιες εκδόσεις κυκλοφόρησε το 2011 το αυτοβιογραφικό «Όλοι μαζί τώρα!». Το 2015 κυκλοφόρησε από Γαβριηλίδη το «Ηθοποιός σημαίνει φως».
Το κέντρο Κινηματογράφου εξέδωσε ανακοίνωση για τον θάνατο του σπουδαίου ηθοποιού επισημαίνοντας πως «Η απουσία του Γιώργου Κοτανίδη είναι ιδιαίτερα αισθητή στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, το οποίο πρόσφατα ενέκρινε την πρότασή του για το ντοκιμαντέρ «Αναζητώντας τον Νίκο», με θεματική από το θεατρικό του έργο γύρω από τον Νίκο Ζαχαριάδη.
Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου εκφράζει τα θερμά του συλλυπητήρια στους οικείους του».
Από πλευράς οικογένειας έγινε γνωστό πως «Ο Γιώργος Κοτανίδης δεν είναι πια μαζί μας. Φώτισε τις ζωές όλων όσων ήρθαν σε επαφή μαζί του. Αφήνει πίσω τις κόρες του Εύα και Αντιγόνη και τη σύντροφό του Ιωάννα». Ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος που όταν τον ρωτούσαν για τη φράση που χαρακτηρίζει το πνεύμα και τη ζωή του παρέπεμπε στο ρητό που είναι χαραγμένο στον τάφο του Καζαντζάκη: «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβάμαι τίποτα, Είμαι ελεύθερος». Ένας πραγματικά ελεύθερος άνθρωπος.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα