Minas: Το ντοκιμαντέρ για την ζωή του και η επέλαση στο Μπακού
05.02.2020
06:48
Ο διάσημος σχεδιαστής που δημιουργεί «μουσική με τα σχήματα» όπως λέει ο κολλητός του Keith Richards τρέλανε τους εκατομμυριούχους του Αζερμπαϊτζάν
Όταν κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του Κιθ Ρίτσαρντς, ο δικός μας Minas είχε κάθε λόγο να χαμογελάει, αφού στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, o κιθαρίστας των Rolling Stones ποζάρει χαμογελαστός φορώντας στο δεξί του χέρι, το ρολόι του διάσημου Έλληνα σχεδιαστή. Αυτού που η χάρη του έφτασε εσχάτως στο μακρινό Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, χάρη σε μια γοητευτική και πάμπλουτη Αζέρα, την Τζαμίλα Ασκάροβα. Όταν το περασμένο καλοκαίρι διάβηκε την είσοδο της μπουτίκ του Minas στην Μύκονο, έμεινε άφωνη από τα κοσμήματα που αντίκρισε, τα οποία την έκαναν να μην ξέρει τι να αγοράσει. Πάντως και να ήθελε το ρολόι του Κιθ Ρίτσαρντς, δεν υπάρχει. Το συγκεκριμένο είναι ένα από τα χίλια που κατασκευάστηκαν σε όλο τον κόσμο, και διαθέτει αεραγωγό για να μην ιδρώνει το χέρι αυτού που το φοράει, δημιούργημα ενός επίμονου σχεδιαστή, που εξακολουθεί να δουλεύει, λίγο πριν κλείσει τα ογδόντα δύο του χρόνια.
Η ζωή του αποτυπώθηκε σε ένα ντοκιμαντέρ διάρκειας τριάντα λεπτών, το οποίο σκηνοθέτησε ο μεγάλος του γιος Αρίωνας που ήθελε να κάνει κάτι πολύ προσωπικό για τον πατέρα του. «Σπούδασα κινηματογράφο οπότε θέλησα να «γυρίσω» εγώ την συγκεκριμένη δουλειά, όπου ο Minas εξιστορεί διάφορα περιστατικά από την ζωή του, με τον δικό του μοναδικό τρόπο». Το ντοκιμαντέρ που έχει τίτλο «Pencil & Paper» θα παρουσιαστεί σε μια ειδική προβολή στην ερχόμενη Τετάρτη στην Gold Class των Village Cinemas στο The Mall.
Είναι ίσως η πρώτη φορά που αυτός ο επίμονος μεταλλουργός μιλάει για τα παιδικά του χρόνια, το βάπτισμα του στον χώρο, την μετακόμιση στην Νέα Υόρκη και ξεδιπλώνει άγνωστες ιστορίες από την μυθιστορηματική διαδρομή του. Αυτή που τον έχρισε ως έναν εκπληκτικό δημιουργό, ο οποίος είδε να φοράνε τα κοσμήματά του οι Ρόλινγκ Στόουνς, ο Λου Ριντ, ο Νόμπου Ματσουχίσα, ο Τονίνο Καροτόνε και πολλοί άλλοι που «υπέκυψαν» στα σχέδια του. Το ίδιο έπαθε και η Τζαμίλα Ασκάροβα, που έπεισε τον Minas να παρουσιάσει το σύνολο των κοσμημάτων του στο μακρινό Μπακού, τα οποία τοποθετήθηκαν στις κεντρικές βιτρίνες του Gazeli, ενός wellness center υψηλής αισθητικής που στεγάζεται σε ένα συγκλονιστικό νεοκλασικό.
Οι πάμπλουτοι Αζέροι τίμησαν δεόντως τις δημιουργίες του Έλληνα, επιλέγοντας κομμάτια από οξειδωμένο ασήμι με χρυσό ή και ολόχρυσα! Λόγω της ηλικίας του, ο σχεδιαστής απέφυγε να κάνει ένα τόσο μακρινό ταξίδι και έτσι Αρίων Σπυρίδης ανέλαβε να υλοποιήσει το συγκεκριμένο project. Υλοποίησε όμως και ένα άλλο, εντελώς προσωπικό, με την πρόταση γάμου που έκανε στην αγαπημένη του Άρτεμη, την οποία θα παντρευτεί το ερχόμενο φθινόπωρο στην Φλωρεντία και όχι όπως ανέμεναν φίλοι και γνωστοί στην Μύκονο.
Σαν αειθαλής ρόκερ
Όταν τον βλέπεις από κοντά δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι διανύει την όγδοη δεκαετία της ζωής του αφού κινείται στον χώρο με μια άνεση που παραπέμπει σε πολύ νεότερο άνθρωπο. Ο Minas όπως έχει γίνει ευρύτερα γνωστός, «εισέβαλε» πέρυσι σαν αειθαλής ρόκερ-λέγε με Κιθ Ρίτσαρντς-στο Μουσείο Μπενάκη με την βοήθεια του φωτογράφου Κώστα Κουτάγιαρ. Ο τελευταίος αποτύπωσε στον φακό του προσωπικότητες από διάφορους χώρους, τόπους και ηλικίες οι οποίες φοράνε όλες δημιουργίες του έλληνα σχεδιαστή. Αυτός είναι και ο συνδετικός κρίκος που τους ενώνει στην έκθεση «Clarity of Shapes» η οποία μετά το Μουσείο Μπενάκη, παρουσιάστηκε και στο Παρίσι, φόρος τιμής σε έναν πολύ ιδιαίτερο άνθρωπο. Έναν άνθρωπο που άφησε πίσω του την Ελλάδα, κυνηγώντας το δικό του όνειρο στο εξωτερικό, πριν επιστρέψει πίσω για να σχεδιάσει κοσμήματα ή αντικείμενα που είναι objects of desire.
Το ταξίδι του Μηνά Σπυρίδη ξεκίνησε από την Νέα Ιωνία εκεί όπου γεννήθηκε δυο τετράγωνα μακριά από το σπίτι του Στέλιου Καζαντζίδη και της Μαρίας Φαραντούρη. Μεγάλωσε όπως έχει πει στον γράφοντα σε μια γειτονιά καλλιτεχνών, απλώς αυτός ήταν ένας διαφορετικός καλλιτέχνης, αφού από μικρός λατρεψε το σχέδιο και μίσησε τα μαθηματικά. Μόλις έκλεισε τα δεκαπέντε του χρόνια, άφησε το γυμνάσιο για να ασχοληθεί με αυτό που ήθελε, το σχέδιο και τα κοσμήματα. Αρχίζει από τα χαμηλά το 1952 σαν παιδί για όλες τις δουλειές στον οίκο «Βουράκη», επίσημο προμηθευτή τότε της βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας. Είναι τόσο καλός και τόσο γρήγορος που του βγάζουν το παρατσούκλι «Σπίθας», χωρίς να φαντάζονται ότι χρόνια αργότερα οι δημιουργίες του θα φοριούνται από τους Ρόλινγκ Στόουνς και τον Λου Ριντ, με τους οποίους γίνεται φίλος.
Η ζωή του αποτυπώθηκε σε ένα ντοκιμαντέρ διάρκειας τριάντα λεπτών, το οποίο σκηνοθέτησε ο μεγάλος του γιος Αρίωνας που ήθελε να κάνει κάτι πολύ προσωπικό για τον πατέρα του. «Σπούδασα κινηματογράφο οπότε θέλησα να «γυρίσω» εγώ την συγκεκριμένη δουλειά, όπου ο Minas εξιστορεί διάφορα περιστατικά από την ζωή του, με τον δικό του μοναδικό τρόπο». Το ντοκιμαντέρ που έχει τίτλο «Pencil & Paper» θα παρουσιαστεί σε μια ειδική προβολή στην ερχόμενη Τετάρτη στην Gold Class των Village Cinemas στο The Mall.
Είναι ίσως η πρώτη φορά που αυτός ο επίμονος μεταλλουργός μιλάει για τα παιδικά του χρόνια, το βάπτισμα του στον χώρο, την μετακόμιση στην Νέα Υόρκη και ξεδιπλώνει άγνωστες ιστορίες από την μυθιστορηματική διαδρομή του. Αυτή που τον έχρισε ως έναν εκπληκτικό δημιουργό, ο οποίος είδε να φοράνε τα κοσμήματά του οι Ρόλινγκ Στόουνς, ο Λου Ριντ, ο Νόμπου Ματσουχίσα, ο Τονίνο Καροτόνε και πολλοί άλλοι που «υπέκυψαν» στα σχέδια του. Το ίδιο έπαθε και η Τζαμίλα Ασκάροβα, που έπεισε τον Minas να παρουσιάσει το σύνολο των κοσμημάτων του στο μακρινό Μπακού, τα οποία τοποθετήθηκαν στις κεντρικές βιτρίνες του Gazeli, ενός wellness center υψηλής αισθητικής που στεγάζεται σε ένα συγκλονιστικό νεοκλασικό.
Οι πάμπλουτοι Αζέροι τίμησαν δεόντως τις δημιουργίες του Έλληνα, επιλέγοντας κομμάτια από οξειδωμένο ασήμι με χρυσό ή και ολόχρυσα! Λόγω της ηλικίας του, ο σχεδιαστής απέφυγε να κάνει ένα τόσο μακρινό ταξίδι και έτσι Αρίων Σπυρίδης ανέλαβε να υλοποιήσει το συγκεκριμένο project. Υλοποίησε όμως και ένα άλλο, εντελώς προσωπικό, με την πρόταση γάμου που έκανε στην αγαπημένη του Άρτεμη, την οποία θα παντρευτεί το ερχόμενο φθινόπωρο στην Φλωρεντία και όχι όπως ανέμεναν φίλοι και γνωστοί στην Μύκονο.
Σαν αειθαλής ρόκερ
Όταν τον βλέπεις από κοντά δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι διανύει την όγδοη δεκαετία της ζωής του αφού κινείται στον χώρο με μια άνεση που παραπέμπει σε πολύ νεότερο άνθρωπο. Ο Minas όπως έχει γίνει ευρύτερα γνωστός, «εισέβαλε» πέρυσι σαν αειθαλής ρόκερ-λέγε με Κιθ Ρίτσαρντς-στο Μουσείο Μπενάκη με την βοήθεια του φωτογράφου Κώστα Κουτάγιαρ. Ο τελευταίος αποτύπωσε στον φακό του προσωπικότητες από διάφορους χώρους, τόπους και ηλικίες οι οποίες φοράνε όλες δημιουργίες του έλληνα σχεδιαστή. Αυτός είναι και ο συνδετικός κρίκος που τους ενώνει στην έκθεση «Clarity of Shapes» η οποία μετά το Μουσείο Μπενάκη, παρουσιάστηκε και στο Παρίσι, φόρος τιμής σε έναν πολύ ιδιαίτερο άνθρωπο. Έναν άνθρωπο που άφησε πίσω του την Ελλάδα, κυνηγώντας το δικό του όνειρο στο εξωτερικό, πριν επιστρέψει πίσω για να σχεδιάσει κοσμήματα ή αντικείμενα που είναι objects of desire.
Το ταξίδι του Μηνά Σπυρίδη ξεκίνησε από την Νέα Ιωνία εκεί όπου γεννήθηκε δυο τετράγωνα μακριά από το σπίτι του Στέλιου Καζαντζίδη και της Μαρίας Φαραντούρη. Μεγάλωσε όπως έχει πει στον γράφοντα σε μια γειτονιά καλλιτεχνών, απλώς αυτός ήταν ένας διαφορετικός καλλιτέχνης, αφού από μικρός λατρεψε το σχέδιο και μίσησε τα μαθηματικά. Μόλις έκλεισε τα δεκαπέντε του χρόνια, άφησε το γυμνάσιο για να ασχοληθεί με αυτό που ήθελε, το σχέδιο και τα κοσμήματα. Αρχίζει από τα χαμηλά το 1952 σαν παιδί για όλες τις δουλειές στον οίκο «Βουράκη», επίσημο προμηθευτή τότε της βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας. Είναι τόσο καλός και τόσο γρήγορος που του βγάζουν το παρατσούκλι «Σπίθας», χωρίς να φαντάζονται ότι χρόνια αργότερα οι δημιουργίες του θα φοριούνται από τους Ρόλινγκ Στόουνς και τον Λου Ριντ, με τους οποίους γίνεται φίλος.
Μεγαλώνοντας ανυπομονεί να υπηρετήσει-όχι επειδή του άρεσε ο στρατός-αλλά για να τελειώνει και να αρχίσει να ψάχνεται. Στους 27 μήνες της θητείας του στο ναυτικό, θα αποδειχτεί ο πλέον ιδανικός για να σχεδιάσει ολόκληρα τα συστήματα των πυροβόλων όπλων, από τους σωλήνες μέχρι τα υδραυλικά συστήματα. «Τυχαία έγινε. Ήταν μια δουλειά που έπρεπε να την κάνουν δύο υπαξιωματικοί, αλλά δεν τα κατάφερναν καθόλου καλά με τα σχέδια και όταν ο διοικητής μου είδε τι μπορώ να κάνω, δεν ασχολήθηκα με τίποτε άλλο μέχρι να απολυθώ». Τα ξαναείδε σε μια έκθεση που έκανε προς τιμήν του η Zoumboulakis Gallery, αφού ο παλιός του διοικητής, φρόντισε να εκτεθούν και οι τέσσερις τόμοι με την δουλειά και τα εκπληκτικά του σχέδια.
Όμως η ζωή μετά τον στρατό δεν είναι εύκολη. Ο ανήσυχος νεαρός ψάχνεται, ταξιδεύει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, βλέπει τις τάσεις και ανακαλύπτει συνεχώς καινούρια πράγματα περνώντας από την Γαλλία, την Ιταλία και την Ελβετία μεταξύ άλλων. Η επιστροφή στην Ελλάδα, θα φέρει στην δεκαετία του '60, τα πρώτα εργαστήρια. Φτιάχνει ένα μαζί με άλλους δύο κάπου στην Πλάκα, στο οποίο δεν θα πάει ποτέ μετά από μια διαφωνία με τους εν δυνάμει «συνεταίρους». 'Όταν επιτέλους θα καταφέρει να ανοίξει το δικό του, σχεδιάζοντας και φτιάχνοντας τα πάντα ο ίδιος, πηγαίνει με χαρά να το ανοίξει ένα πρωί του Απρίλη, το 1967.
«Οδηγούσα την βέσπα, όταν έπεσα πάνω στα μπλόκα και στα τανκς. Είχε γίνει το πραξικόπημα, την ημέρα που είχα εγκαίνια! Τελικά μετά από λίγους μήνες αποφάσισα να φύγω από την Ελλάδα όπου δεν κινούνταν τίποτε στον χώρο και να πάω στην Αμερική».
Εκεί θα δουλέψει για έντεκα χρόνια, δημιουργώντας κοσμήματα από ασήμι και χρυσό με φόρμες λιτές, από τα οποία όμως απουσιάζουν εντελώς οι πέτρες. Τα πρώτα μικρά άρθρα για τον επίμονο δημιουργό δημοσιεύονται και το όνομα Minas ακούγεται σε μια τεράστια αγορά, παρόλο που δεν υπογράφει ακόμη τα κομμάτια του. «Στην Αμερική βρήκα έναν άλλο κόσμο. Εκεί όταν ρωτάς αν τους άρεσαν τα κοσμήματα που έφτιαξες, η απάντηση ήταν «Τι θα κάνεις τώρα; Πότε θα δούμε τα νέα σχέδια;».
Η επιστροφή του στην Αθήνα το 1980, τον βρίσκει σε μια από τις πιο δημιουργικές φάσεις της ζωής του. Σχεδιάζει μια limited edition συλλογή και αρχίζει να υπογράφει πλέον κάθε κομμάτι, κάτι που συνεχίζεται αδιάλειπτα μέχρι σήμερα. Είναι ο μόνος Έλληνας σχεδιαστής που «έτρεξε» διαφημιστική καμπάνια στην βίβλο του lifestyle, το Vanity Fair, ενώ διαφημίσεις του υπήρχαν και στα λεωφορεία της Νέας Υόρκης, αφού οι δημιουργίες του προκαλούσαν ανέκαθεν με τις γραμμές και την απλότητά τους. Το περίφημο βραχιόλι με τις βίδες είναι ένα από τα πιο αντιγραμμένα σχέδια του Μηνά, εδικά στην Ιταλία, όπου χαίρει μεγάλης εκτίμησης εδώ και δεκαετίες.
«Τα κοσμήματα μου πωλούνταν σε πενήντα δύο πόλεις της Ιταλίας και εκτός από το βραχιόλι αντέγραψαν κι άλλα, αλλά όπως μου επισήμανε κάποτε ο Κιθ Ρίτσαρντς δεν μπορείς να πας την τέχνη στο δικαστήριο» μου είχε πει χαμογελώντας.
O Κιθ, η Μύκονος και ο Λου Ριντ
Ο κιθαρίστας των Στόουνς μπήκε στην ζωή του ένα βράδυ Αυγούστου, ένα από αυτά τα βράδια που ενίοτε σου αλλάζουν την ζωή εκεί που δεν το περιμένεις, κάτω από το φεγγάρι της Μυκόνου. «Αυτό το νησί έγινε το παγκόσμιο διαβατήριο για την δουλειά μου. Εκεί γνώρισα τον Κιθ, εκεί ξεκίνησε η συνεργασία με τον οίκο Georg Jensen-ήταν ο πρώτος μη Σκανδιναβός σχεδιαστής που υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας-και πολλά άλλα» επισημαίνει χαμηλόφωνα, σαν να ντρέπεται.
Είχε ήδη αρχίσει να ασχολείται με το βιομηχανικό σχέδιο από το 1983 και με την αρχιτεκτονική από το 1986, έχοντας στο μυαλό του την κατασκευή της δικής του κατοικίας στην Μύκονο. Σχεδίασε και έφτιαξε τα πάντα μόνος του σε αυτή την εξαιρετικής αισθητικής κατοικία. Από την πόρτα της κυρίας εισόδου μέχρι τις καρέκλες, τα τραπέζια και τους πάγκους από μάρμαρο όλα έχουν την υπογραφή του, ενώ το ίδιο έκανε και στο κατάστημα με τις δημιουργίες του στην Χώρα του αγαπημένου του νησιού. Εκεί όπου έμελλε να συναντήσει το Νο2 των Στόουνς έτσι ξαφνικά.
«Θυμάμαι ότι ήταν 15αύγουστος, λίγο πριν τα μεσάνυχτα και έλεγαν ότι εκείνο το βράδυ θα είχε βροχή αστεριών. Καθόμουν έξω από το σπίτι και κάπνιζα ένα τσιγάρο όταν είδα ένα αυτοκίνητο να ανεβαίνει τον δρόμο. Παραξενεύτηκα λίγο-η Μύκονος ήταν ακόμη σχετικά «παρθένα»-αλλά κατάλαβα ότι κατευθυνόταν στο σπίτι ενός ελληνοαμερικανού φίλου το οποίο είχα σχεδιάσει και κατασκευάσει εγώ».
Πράγματι το αυτοκίνητο σταματάει μπροστά από την συγκεκριμένη κατοικία, και κάποια άτομα κατεβαίνουν ενώ λίγα λεπτά αργότερα, ο Μηνάς βλέπει μπροστά του τον Μπάμπη Πασάογλου, ιδιοκτήτη του θρυλικού μπαρ «Astra» το οποίο διακόσμησε ο Minas. Αυτός του λέει ότι έφερε τον Kιθ Ρίτσαρντς με την οικογένειά του προσθέτοντας ότι το σπίτι δεν έχει τίποτε μέσα σε ότι έχει να κάνει με τρόφιμα και νερό. «Ξύπνησα την γυναίκα μου που είχε ξαπλώσει με τον γιο μας τον Αρίωνα, ετοίμασε μια πιατέλα με φρούτα, χυμούς και καφέ για να έχουν το πρωί και την πήγα εγώ στο σπίτι» μου εξηγεί.
Φτάνοντας στην είσοδο αντικρίζει έναν Ρίτσαρντς σκυφτό, να προσπαθεί να ενώσει τα καλώδια ενός ηχοσυστήματος για να ακούσει μουσική. Αφού γίνονται οι συστάσεις, οι δυο τους καταλήγουν στην κατοικία του Μηνά για ένα τσιγάρο με τον Keith να περπατάει ξυπόλητος στο μονοπάτι με τις πέτρες και τα αγκάθια. Δεν τον νοιάζει καθόλου.
Ο διάσημος κιθαρίστας βλέπει το περίφημο ηλιακό ρολόι από πεντελικό μάρμαρο που έχει κατασκευάσει ο Έλληνας και ρωτάει να μάθει τι είναι και από τι υλικό έχει φτιαχτεί. Ο Μηνάς του εξηγεί ότι ζυγίζει ενάμιση τόνο και ότι είναι από λευκό μάρμαρο Πεντέλης συμπληρώνοντας στα αγγλικά: «Είναι το ίδιο μάρμαρο που χρησιμοποιήθηκε και στα Ελγίνεια του Παρθενώνα». Ο Κιθ μόλις το ακούει γονατίζει μπροστά στο ρολόι και αναφωνεί με δέος «Elgin marbles, Elgin marbles!!», σκηνή που ακόμη και σήμερα προκαλεί συγκίνηση στον σχεδιαστή.
Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, ο κιθαρίστας αρχίζει να φοράει τα ιδιαίτερα κοσμήματα του Μηνά στα live των Rolling Stones και το ίδιο κάνει και ο Ρον Γουντ, που λατρεύει τις λιτές φόρμες στα βραχιόλια και τα περιδέραια του σχεδιαστή. Θα δώσουν και οι δύο το παρόν σε μια μεγάλη έκθεση προς τιμήν του στο Λονδίνο που ετοίμασε ο διάσημος οίκος Georg Jensen από την Δανία, με τον οποίο συνεργαζόταν για χρόνια ο Minas.
Κάποια στιγμή μάλιστα οι Δανοί του ζήτησαν να στείλει τα καλούπια και τις μήτρες όλων των αντικειμένων του του στα κεντρικά της Δανίας. Λίγο πριν γίνει αυτό λάνσαραν σε 1000 κομμάτια για όλο τον κόσμο, το ρολόι χειρός του Μηνά, το οποίο έχει αεραγωγό για να μην ιδρώνει το χέρι! Ένα κράτησε ο ίδιος και από ένα αγόρασαν οι Ρίτσαρντς και Γουντ.
Ο πρώτος ήταν αυτός που απέτρεψε τον Έλληνα φίλο του, από το να δώσει τις μήτρες των έργων του στους Δανούς. «Ήμουνα στο σπίτι του Kιθ στο Κονέκτικατ, όταν με ρώτησε πως πάει η δουλειά μου και του είπα ότι οι Δανοί ήθελαν να τους στείλω τα καλούπια μου στην Κοπεγχάγη. Γέλασε και αφού το είπε στην γυναίκα του δυνατά, γύρισε και μου είπε ότι δεν δίνουμε ποτέ τα master tapes σε κανέναν. Χρησιμοποίησε έναν μουσικό όρο, αλλά κατάλαβα. Όταν μετά από λίγες εβδομάδες ο οίκος Jensen μου έδωσε περιθώριο δύο εβδομάδων να αποφασίσω, δεν τους απάντησα ποτέ».
Στην Αθήνα του σήμερα εξακολουθεί να δουλεύει καθημερινά και να σχεδιάζει το επόμενο κόσμημα η αντικείμενο, όχι μόνο επειδή είναι η ζωή του, αλλά και για έναν άλλο λόγο. «Κάποτε ρώτησα τον Lou Reed τι του άρεσε πιο πολύ από αυτά που είχα σχεδιάσει και μου απάντησε με δύο λέξεις: Το επόμενο...»
Όμως η ζωή μετά τον στρατό δεν είναι εύκολη. Ο ανήσυχος νεαρός ψάχνεται, ταξιδεύει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, βλέπει τις τάσεις και ανακαλύπτει συνεχώς καινούρια πράγματα περνώντας από την Γαλλία, την Ιταλία και την Ελβετία μεταξύ άλλων. Η επιστροφή στην Ελλάδα, θα φέρει στην δεκαετία του '60, τα πρώτα εργαστήρια. Φτιάχνει ένα μαζί με άλλους δύο κάπου στην Πλάκα, στο οποίο δεν θα πάει ποτέ μετά από μια διαφωνία με τους εν δυνάμει «συνεταίρους». 'Όταν επιτέλους θα καταφέρει να ανοίξει το δικό του, σχεδιάζοντας και φτιάχνοντας τα πάντα ο ίδιος, πηγαίνει με χαρά να το ανοίξει ένα πρωί του Απρίλη, το 1967.
«Οδηγούσα την βέσπα, όταν έπεσα πάνω στα μπλόκα και στα τανκς. Είχε γίνει το πραξικόπημα, την ημέρα που είχα εγκαίνια! Τελικά μετά από λίγους μήνες αποφάσισα να φύγω από την Ελλάδα όπου δεν κινούνταν τίποτε στον χώρο και να πάω στην Αμερική».
Εκεί θα δουλέψει για έντεκα χρόνια, δημιουργώντας κοσμήματα από ασήμι και χρυσό με φόρμες λιτές, από τα οποία όμως απουσιάζουν εντελώς οι πέτρες. Τα πρώτα μικρά άρθρα για τον επίμονο δημιουργό δημοσιεύονται και το όνομα Minas ακούγεται σε μια τεράστια αγορά, παρόλο που δεν υπογράφει ακόμη τα κομμάτια του. «Στην Αμερική βρήκα έναν άλλο κόσμο. Εκεί όταν ρωτάς αν τους άρεσαν τα κοσμήματα που έφτιαξες, η απάντηση ήταν «Τι θα κάνεις τώρα; Πότε θα δούμε τα νέα σχέδια;».
Η επιστροφή του στην Αθήνα το 1980, τον βρίσκει σε μια από τις πιο δημιουργικές φάσεις της ζωής του. Σχεδιάζει μια limited edition συλλογή και αρχίζει να υπογράφει πλέον κάθε κομμάτι, κάτι που συνεχίζεται αδιάλειπτα μέχρι σήμερα. Είναι ο μόνος Έλληνας σχεδιαστής που «έτρεξε» διαφημιστική καμπάνια στην βίβλο του lifestyle, το Vanity Fair, ενώ διαφημίσεις του υπήρχαν και στα λεωφορεία της Νέας Υόρκης, αφού οι δημιουργίες του προκαλούσαν ανέκαθεν με τις γραμμές και την απλότητά τους. Το περίφημο βραχιόλι με τις βίδες είναι ένα από τα πιο αντιγραμμένα σχέδια του Μηνά, εδικά στην Ιταλία, όπου χαίρει μεγάλης εκτίμησης εδώ και δεκαετίες.
«Τα κοσμήματα μου πωλούνταν σε πενήντα δύο πόλεις της Ιταλίας και εκτός από το βραχιόλι αντέγραψαν κι άλλα, αλλά όπως μου επισήμανε κάποτε ο Κιθ Ρίτσαρντς δεν μπορείς να πας την τέχνη στο δικαστήριο» μου είχε πει χαμογελώντας.
O Κιθ, η Μύκονος και ο Λου Ριντ
Ο κιθαρίστας των Στόουνς μπήκε στην ζωή του ένα βράδυ Αυγούστου, ένα από αυτά τα βράδια που ενίοτε σου αλλάζουν την ζωή εκεί που δεν το περιμένεις, κάτω από το φεγγάρι της Μυκόνου. «Αυτό το νησί έγινε το παγκόσμιο διαβατήριο για την δουλειά μου. Εκεί γνώρισα τον Κιθ, εκεί ξεκίνησε η συνεργασία με τον οίκο Georg Jensen-ήταν ο πρώτος μη Σκανδιναβός σχεδιαστής που υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας-και πολλά άλλα» επισημαίνει χαμηλόφωνα, σαν να ντρέπεται.
Είχε ήδη αρχίσει να ασχολείται με το βιομηχανικό σχέδιο από το 1983 και με την αρχιτεκτονική από το 1986, έχοντας στο μυαλό του την κατασκευή της δικής του κατοικίας στην Μύκονο. Σχεδίασε και έφτιαξε τα πάντα μόνος του σε αυτή την εξαιρετικής αισθητικής κατοικία. Από την πόρτα της κυρίας εισόδου μέχρι τις καρέκλες, τα τραπέζια και τους πάγκους από μάρμαρο όλα έχουν την υπογραφή του, ενώ το ίδιο έκανε και στο κατάστημα με τις δημιουργίες του στην Χώρα του αγαπημένου του νησιού. Εκεί όπου έμελλε να συναντήσει το Νο2 των Στόουνς έτσι ξαφνικά.
«Θυμάμαι ότι ήταν 15αύγουστος, λίγο πριν τα μεσάνυχτα και έλεγαν ότι εκείνο το βράδυ θα είχε βροχή αστεριών. Καθόμουν έξω από το σπίτι και κάπνιζα ένα τσιγάρο όταν είδα ένα αυτοκίνητο να ανεβαίνει τον δρόμο. Παραξενεύτηκα λίγο-η Μύκονος ήταν ακόμη σχετικά «παρθένα»-αλλά κατάλαβα ότι κατευθυνόταν στο σπίτι ενός ελληνοαμερικανού φίλου το οποίο είχα σχεδιάσει και κατασκευάσει εγώ».
Πράγματι το αυτοκίνητο σταματάει μπροστά από την συγκεκριμένη κατοικία, και κάποια άτομα κατεβαίνουν ενώ λίγα λεπτά αργότερα, ο Μηνάς βλέπει μπροστά του τον Μπάμπη Πασάογλου, ιδιοκτήτη του θρυλικού μπαρ «Astra» το οποίο διακόσμησε ο Minas. Αυτός του λέει ότι έφερε τον Kιθ Ρίτσαρντς με την οικογένειά του προσθέτοντας ότι το σπίτι δεν έχει τίποτε μέσα σε ότι έχει να κάνει με τρόφιμα και νερό. «Ξύπνησα την γυναίκα μου που είχε ξαπλώσει με τον γιο μας τον Αρίωνα, ετοίμασε μια πιατέλα με φρούτα, χυμούς και καφέ για να έχουν το πρωί και την πήγα εγώ στο σπίτι» μου εξηγεί.
Φτάνοντας στην είσοδο αντικρίζει έναν Ρίτσαρντς σκυφτό, να προσπαθεί να ενώσει τα καλώδια ενός ηχοσυστήματος για να ακούσει μουσική. Αφού γίνονται οι συστάσεις, οι δυο τους καταλήγουν στην κατοικία του Μηνά για ένα τσιγάρο με τον Keith να περπατάει ξυπόλητος στο μονοπάτι με τις πέτρες και τα αγκάθια. Δεν τον νοιάζει καθόλου.
Ο διάσημος κιθαρίστας βλέπει το περίφημο ηλιακό ρολόι από πεντελικό μάρμαρο που έχει κατασκευάσει ο Έλληνας και ρωτάει να μάθει τι είναι και από τι υλικό έχει φτιαχτεί. Ο Μηνάς του εξηγεί ότι ζυγίζει ενάμιση τόνο και ότι είναι από λευκό μάρμαρο Πεντέλης συμπληρώνοντας στα αγγλικά: «Είναι το ίδιο μάρμαρο που χρησιμοποιήθηκε και στα Ελγίνεια του Παρθενώνα». Ο Κιθ μόλις το ακούει γονατίζει μπροστά στο ρολόι και αναφωνεί με δέος «Elgin marbles, Elgin marbles!!», σκηνή που ακόμη και σήμερα προκαλεί συγκίνηση στον σχεδιαστή.
Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, ο κιθαρίστας αρχίζει να φοράει τα ιδιαίτερα κοσμήματα του Μηνά στα live των Rolling Stones και το ίδιο κάνει και ο Ρον Γουντ, που λατρεύει τις λιτές φόρμες στα βραχιόλια και τα περιδέραια του σχεδιαστή. Θα δώσουν και οι δύο το παρόν σε μια μεγάλη έκθεση προς τιμήν του στο Λονδίνο που ετοίμασε ο διάσημος οίκος Georg Jensen από την Δανία, με τον οποίο συνεργαζόταν για χρόνια ο Minas.
Κάποια στιγμή μάλιστα οι Δανοί του ζήτησαν να στείλει τα καλούπια και τις μήτρες όλων των αντικειμένων του του στα κεντρικά της Δανίας. Λίγο πριν γίνει αυτό λάνσαραν σε 1000 κομμάτια για όλο τον κόσμο, το ρολόι χειρός του Μηνά, το οποίο έχει αεραγωγό για να μην ιδρώνει το χέρι! Ένα κράτησε ο ίδιος και από ένα αγόρασαν οι Ρίτσαρντς και Γουντ.
Ο πρώτος ήταν αυτός που απέτρεψε τον Έλληνα φίλο του, από το να δώσει τις μήτρες των έργων του στους Δανούς. «Ήμουνα στο σπίτι του Kιθ στο Κονέκτικατ, όταν με ρώτησε πως πάει η δουλειά μου και του είπα ότι οι Δανοί ήθελαν να τους στείλω τα καλούπια μου στην Κοπεγχάγη. Γέλασε και αφού το είπε στην γυναίκα του δυνατά, γύρισε και μου είπε ότι δεν δίνουμε ποτέ τα master tapes σε κανέναν. Χρησιμοποίησε έναν μουσικό όρο, αλλά κατάλαβα. Όταν μετά από λίγες εβδομάδες ο οίκος Jensen μου έδωσε περιθώριο δύο εβδομάδων να αποφασίσω, δεν τους απάντησα ποτέ».
Στην Αθήνα του σήμερα εξακολουθεί να δουλεύει καθημερινά και να σχεδιάζει το επόμενο κόσμημα η αντικείμενο, όχι μόνο επειδή είναι η ζωή του, αλλά και για έναν άλλο λόγο. «Κάποτε ρώτησα τον Lou Reed τι του άρεσε πιο πολύ από αυτά που είχα σχεδιάσει και μου απάντησε με δύο λέξεις: Το επόμενο...»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr