Προδημοσίευση: «Η Κίσσα» από την Ελίζαμπεθ Ντέι

Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος

Η Μαρίσα ζει τον απόλυτο έρωτα με τον Τζέικ. Κάθε μέρα που περνάει, η σχέση τους δυναμώνει και πολύ γρήγορα αποφασίζει να μείνει μαζί του σε ένα πολύ μεγάλο σπίτι αφήνοντας πίσω την παλιά της ζωή και κόβοντας το νήμα επικοινωνίας με τον πατέρα της.

Όταν μένει έγκυος, διαπιστώνουν ότι δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τα τεράστια έξοδα και αποφασίζουν να νοικιάσουν ένα δωμάτιο του σπιτιού σε μια κοπέλα, την Κέιτ.

Όμως κάτι δεν πάει καλά με την Κέιτ. Είναι ο τρόπος που κοιτάζει τον σύντροφο της Μαρίσα; Ότι κάθεται πολύ κοντά του στον καναπέ; Ότι ρωτάει διαρκώς για το μωρό που θα αποκτήσουν; Ή είναι όλα στο μυαλό της; Μερικές φορές, η Μαρίσα έχει την παράξενη εντύπωση ότι η Κέιτ έχει ξαναβρεθεί σ’ αυτό το σπίτι. Βολεύεται χωρίς ίχνος αμηχανίας. Βάζει την οδοντόβουρτσά της στο ράφι του μεγάλου μπάνιου δίπλα στις δικές τους…

Η Μαρίσα, όσο περνάει ο καιρός, βεβαιώνεται ότι η γυναίκα που κοιμάται στο σπίτι τους δεν θα σταματήσει μπροστά σε τίποτα, προκειμένου να πάρει αυτό που θέλει.

Τι είναι όμως αυτό; Και ως πού θα φτάσει η Μαρίσα για να βρει την απάντηση;



Διαβάστε ένα απόσπασμα από το βιβλίο «Η Κίσσα» που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος

Τώρα τελευταία κάνει παράξενες σκέψεις σχετικά με πράγματα που θα μπορούσαν να συμβούν. Αν γλιστρήσει το χέρι της ενώ κατσαρώνει τις βλεφαρίδες της; Βλέπει περίεργες εικόνες, βλέπει τις βλεφαρίδες της να κόβονται και να πέφτουν σαν να ήταν το μεταλλικό εργαλείο γκιλοτίνα. Δεν έχει καταφέρει να κό- ψει τα νύχια της για τον ίδιο λόγο. Κι αν τρυπηθεί με τη μύτη του ψαλιδιού; Αν καρφωθεί το ψαλίδι στο πέλμα της και αρχίσει να κυλάει αίμα στα πλακάκια του μπάνιου; Αυτές οι εικόνες είναι τόσο ζωντανές, που σχεδόν της φέρνουν λιποθυμία κι έπειτα πρέπει να καθίσει στο πάτωμα, με το κεφάλι ανάμεσα στα γόνατά της μέχρι να συνέλθει.

Για πολύ καιρό η Μαρίσα δεν έβλεπε τέτοια οράματα. Την τελευταία φορά που της είχε συμβεί… δεν θέλει να το σκέφτεται. Αρνείται να σκεφτεί την κατρακύλα, την αίσθηση ότι βούλιαζε σε κινούμενη άμμο. Είναι εντάξει τώρα. Έχει τον Τζέικ. Είναι ευτυ- χισμένη. Ζουν στο τέλειο σπίτι. Θα κάνουν παιδί.

Αυτά είναι τα χειροπιαστά πράγματα, οι σταθεροί γάντζοι διαύγειας, όπου μπορεί να κρεμάει τα συναισθήματα του τρόμου. Είναι τα καλά και σωστά δεδομένα. Και μόνο αυτά μετράνε.

Νομίζει ότι θα βρει τον Τζέικ στο καθιστικό όπου τον άφησε, αλλά όταν κατεβαίνει, δεν τον βλέπει εκεί. Υπάρχει ένα βα- θούλωμα στην πολυθρόνα και ένα μισοδιαβασμένο βιβλίο στο τραπεζάκι, αφημένο ανάποδα, ανοιχτό, γιατί ο Τζέικ δεν χρησι- μοποιεί ποτέ σελιδοδείκτη. Κοιτάζει τον τίτλο: «Ρεβέκκα», της Δάφνης Ντι Μοριέ. Ο Τζέικ δεν συνηθίζει να διαβάζει τίποτε άλ- λο εκτός από επαγγελματικά εγχειρίδια και περιοδικά. Προτιμά τα μη λογοτεχνικά βιβλία παρά τα μυθιστορήματα. Ίσως είναι της Κέιτ το βιβλίο.

Αφού ο Τζέικ δεν είναι εδώ και δεν είναι ούτε επάνω, τότε πρέπει να είναι στην κουζίνα. Η Μαρίσα κατεβαίνει τα σκαλοπάτια προς το υπόγειο. Το μυαλό της είναι ακόμη θολό από τον ύπνο και από την εντύπωση του ονείρου που παραμένει και δεν δίνει και πολλή σημασία όταν, μπαίνοντας στην κουζίνα, ακούει ένα σύρσιμο από τον καναπέ. Σκέφτεται φευγαλέα την κίσσα και μήπως μπήκε πάλι κανένα πουλί στο δωμάτιο.

«Σκέφτηκα να φτιάξω να φάω μια ψητή πατάτα», ανακοινώνει, γυρίζοντας προς τον κεντρικό πάγκο της κουζίνας, περιμένοντας να δει εκεί τον Τζέικ να ετοιμάζει φαγητό ή έναν χυμό μήλου για εκείνη, για να τον βρει έτοιμο όταν κατέβει. Θα του έλειψα, σκέφτεται. Θα θέλει να μιλήσουμε για το υπερηχογράφημα, να μοιραστεί μαζί μου τον ενθουσιασμό του, να συζητήσουμε για το όνομα του μωρού, για το χρώμα που θα βάψουμε το παιδικό δωμάτιο και πότε θα πούμε στη μητέρα του ότι περιμένω παιδί, τώρα που έχουν περάσει οι πρώτες δώδεκα εβδομάδες και είμαι προετοιμασμένη πια και σωματικά και πνευματικά γι’ αυτό. Κάνει συνειδητή προσπάθεια να μην αφήσει να την κατακλύσουν η κούραση και η ναυτία που αισθάνεται και, με την προσπάθεια, το μυαλό της καθαρίζει μεμιάς και συνειδητοποιεί ότι ο Τζέικ δεν βρίσκεται εκεί που νόμιζε ότι θα τον έβλεπε και ότι το σύρσιμο που ακούστηκε από τον καναπέ δεν ήταν φτερούγισμα πουλιού αλλά ο θόρυβος δύο αγκαλιασμένων ανθρώπων που χωρίζονται απότομα. Με την άκρη του ματιού της βλέπει δύο ενωμένες σιλουέτες να τινάζονται και να αποχωρίζονται, σπρώχνοντας η μία την άλλη. Θυμάται το υπερηχογράφημα· τις άσπρες και μαύρες κουκκίδες, πώς πύκνωναν και αμέσως μετά διαστέλλονταν.

«Ω, γαμώτο», ακούει την Κέιτ να μουρμουρίζει. Η Κέιτ τραβιέται γρήγορα στην άκρη του καναπέ, παίρνοντας απόσταση από τον Τζέικ, ο οποίος, όπως βλέπει τώρα η Μαρίσα, καθόταν τόσο κοντά της, που τα πόδια τους σίγουρα θα αγγίζονταν.

«Τέλεια», λέει ο Τζέικ. Σηκώνεται όρθιος, χτενίζει με τα δά- χτυλα τα μαλλιά του προς τα πίσω, με μια γρήγορη κίνηση.

«Η ψητή πατάτα, εννοώ». Προσπαθεί να της χαμογελάσει και το στήθος της Μαρίσα σφίγγεται. Μέσα στ’ αυτιά της ακούγεται ένα σιγανό σφύριγμα. Θυμάται εκείνο το καρτούν που έβλεπε μικρή: ένα κογιότ που τα πόδια του στριφογυρίζουν στον αέρα, καθώς τρέχει στο κενό πάνω από το χείλος ενός γκρεμού και είναι τόσο έντονη η κίνηση, που μένει μετέωρο για μερικά δευτερόλεπτα, ώσπου επανέρχεται στην πραγματικότητα και γκρεμοτσακίζεται.

Μέσα στο στήθος της, η καρδιά της τινάζεται και βροντοχτυπάει. Νιώθει ένα πετάρισμα κι ένα κενό στον λαιμό της, σαν να έγινε άξαφνα το λαρύγγι της μια μεγάλη τρύπα.

Ο Τζέικ κοκκινίζει. Κοκκινίζει ο μαλάκας. Η ματιά του τινάζεται, μια δεξιά, μια αριστερά, δεν μπορεί να την κοιτάξει στα μάτια. Το πουκάμισό του είναι σχεδόν ανοιχτό, τα τέσσερα επά- νω κουμπιά ξεκούμπωτα.

Η Κέιτ, αναστατωμένη, κάθεται τώρα στην άκρη του καναπέ, στο μισοσκόταδο, και έχει σταυρώσει τα πόδια της. Κοιτάζει επίμονα τη Μαρίσα, το βλέμμα της μοιάζει με πρόκληση. Το φως είναι τόσο χαμηλό, που η Μαρίσα δεν διακρίνει καθαρά το πρό- σωπό της, βλέπει μόνο τη λάμψη των ματιών και τα χείλη της Κέιτ, που είναι θαμπά ροζ, λες και κάτι τα έχει πιέσει. Λες και κάποιος τη φιλούσε.

Η Μαρίσα δεν έχει σαλέψει, στέκεται μπροστά από τον φούρνο της κουζίνας. Αναρωτιέται, βασικά, αν ονειρεύεται ακό- μη. Αν αυτό που βλέπει είναι κομμάτι του εφιάλτη της. Ή ένα από αυτά τα βίαια σουρεαλιστικά οράματα, που έρχονται απροει- δοποίητα στο μυαλό της τώρα τελευταία. Ό,τι κι αν είναι, ό,τι κι αν συνέβη –εάν όντως συνέβη–, είναι πολύ μεγάλο για να το επεξεργαστεί. Θα το αφήσει για αργότερα. Προς το παρόν θέλει απλώς τα πράγματα να είναι φυσιολογικά. Να ξαναγίνουν όπως ήταν πριν κατέβει στην κουζίνα. Άλλωστε δεν είδε και τίποτα.

Είπαν για το βιβλίο

«Ένα δυνατό μυθιστόρημα γεμάτο ανατροπές».
–Matt Haig, συγγραφέας του βιβλίου Μεσάνυχτα στη βιβλιοθήκη

«Δεν ήθελα να τελειώσει».
–Lisa Taddeo, συγγραφέας των βιβλίων Θηρίο και Τρεις γυναίκες

«Εξαιρετικά έντονο και καλογραμμένο, με ατμόσφαιρα φιλμ νουάρ και με μια μεγάλη, παλλόμενη καρδιά».
–Jessie Burton, συγγραφέας του βιβλίου Η εξομολόγηση

«Αδύνατον να το αφήσεις από τα χέρια σου».
–Daily Mail

«Έξυπνο και διαβολικό».
–Mail on Sunday

«Ένα υπέροχο θρίλερ γεμάτο δράση».
–Observer

«Λαμπερό».
–The Sunday Times, «Θρίλερ του μήνα»

Ποια είναι η συγγραφέας

Η Ελίζαμπεθ Ντέι ζει στην Αγγλία και είναι συγγραφέας τεσσάρων μυθιστορημάτων και ενός βιβλίου προσωπικής βελτίωσης (Πώς να αποτύχεις, υπό έκδοση από Εκδόσεις Κλειδάριθμος). Είναι πολυβραβευμένη δημοσιογράφος και παρουσιάστρια των εκπομπών Open Book στο Radio 4 του BBC και Book Club στο Sky Arts. Είναι επίσης η δημιουργός και εκφωνήτρια του podcast How to Fail, που είναι από τα πλέον δημοφιλή στο iTunes.

Ειδήσεις σήμερα: 

Μητσοτάκης μετά τη Σύνοδο στην Πράγα: Δεν θα αφήσουμε καμία πρόκληση αναπάντητη

Πόλεμος στην Ουκρανία - Άμεση ανάλυση της Bild: Τα τρία μέτωπα που θα χτυπήσει το ΝΑΤΟ εάν ο Πούτιν χρησιμοποιήσει πυρηνικά

Ιράν: Νέος θάνατος 16χρονης διαδηλώτριας - «Αυτοκτόνησε πέφτοντας από ταράτσα» λένε οι Αρχές
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr