«Περί Δημοσίου Χρέους», το νέο βιβλίο του Β. Πολύδωρα
19.11.2012
12:25
Ένα βιβλίο- άρθρο 67 σελίδων που - όπως υπογραμμίζει - «Δεν πωλείται-Χαρίζεται», κυκλοφόρησε ο βουλευτής και τέως Πρόεδρος της Βουλής. Πρόκειται για μια μπροσούρα που αναφέρεται στο χρέος του δημοσίου ανδρός για το χρέος του δημοσίου αλλά και την ευθύνη κυβερνώντων τα τελευταία 20 χρόνια.
Ένα βιβλίο- άρθρο 67 σελίδων που - όπως υπογραμμίζει - «Δεν πωλείται-Χαρίζεται», κυκλοφόρησε ο βουλευτής και τέως Πρόεδρος της Βουλής Βύρων Πολύδωρας με τίτλο «Περί Δημοσίου Χρέους».
Πρόκειται για μια μπροσούρα που αναφέρεται στο χρέος του δημοσίου ανδρός για το χρέος του δημοσίου αλλά και την ευθύνη κυβερνώντων τα τελευταία 20 χρόνια.
Είναι ένα μικρό πόνημα για τις πολιτικές που οδήγησαν στην υπερχρέωση και στο αδιέξοδο. Αποφεύγοντας τις προσωπικές επιθέσεις , στηλιτεύει αντιλήψεις, καταστάσεις, συμπεριφορές.
Με ύφος λογοτεχνικό, τόνο ευθυτενή και οπτική διανοούμενου, επικρίνει την αυθεντία των τεχνοκρατών, προτάσσοντας τον ποιητικό λόγο του Νίκου Εγγονόπουλου: «Τι δυστυχία οι τεχνοκράτες μέσα στην τύφλα απ΄ ολούθε που τους περιζώνει να παραμένουμε στις κούφιες πεποιθήσεις, τους ισχυρογνώμονες, πεισματωμένοι γινατζήδες (σσ:επίμονοι, προέρχεται από τη λέξη γινάτι)».
Στο προλογικό σημείωμα του εξηγεί:
«Γράφω εδώ κάποιες σκέψεις θέσεις για τα όσα περνάμε ως λαός και ως έθνος σήμερα. Δεν φυσάω τις καραμούζες του λαϊκισμού εγώ. Προτιμώ να σαλπίζω τις σάλπιγγες της Ιεριχούς. Που γκρεμίζουν τα τείχη της αναλγησίας και της απανθρωπιάς. Της ανομίας και της διαφθοράς. Γράφω όχι λογιστικά, αλλά ανθρώπινα. Η λογιστική γραφή δεν είναι Ευαγγέλιον σωτηρίας. Είναι οδός απωλείας».
Πρόκειται για μια μπροσούρα που αναφέρεται στο χρέος του δημοσίου ανδρός για το χρέος του δημοσίου αλλά και την ευθύνη κυβερνώντων τα τελευταία 20 χρόνια.
Είναι ένα μικρό πόνημα για τις πολιτικές που οδήγησαν στην υπερχρέωση και στο αδιέξοδο. Αποφεύγοντας τις προσωπικές επιθέσεις , στηλιτεύει αντιλήψεις, καταστάσεις, συμπεριφορές.
Με ύφος λογοτεχνικό, τόνο ευθυτενή και οπτική διανοούμενου, επικρίνει την αυθεντία των τεχνοκρατών, προτάσσοντας τον ποιητικό λόγο του Νίκου Εγγονόπουλου: «Τι δυστυχία οι τεχνοκράτες μέσα στην τύφλα απ΄ ολούθε που τους περιζώνει να παραμένουμε στις κούφιες πεποιθήσεις, τους ισχυρογνώμονες, πεισματωμένοι γινατζήδες (σσ:επίμονοι, προέρχεται από τη λέξη γινάτι)».
Στο προλογικό σημείωμα του εξηγεί:
«Γράφω εδώ κάποιες σκέψεις θέσεις για τα όσα περνάμε ως λαός και ως έθνος σήμερα. Δεν φυσάω τις καραμούζες του λαϊκισμού εγώ. Προτιμώ να σαλπίζω τις σάλπιγγες της Ιεριχούς. Που γκρεμίζουν τα τείχη της αναλγησίας και της απανθρωπιάς. Της ανομίας και της διαφθοράς. Γράφω όχι λογιστικά, αλλά ανθρώπινα. Η λογιστική γραφή δεν είναι Ευαγγέλιον σωτηρίας. Είναι οδός απωλείας».
Και – από τη αρχή- εξηγείται: «Δεν γράφω προτάσεις. Κουράστηκα από τον πληθωρισμό των προτάσεων, δήθεν μετρημένων και κοστολογημένων που προβάλλονται με βεβαιότητα ως ορθές και αλάνθαστες, ενώ αποδεικνύονται εξακολουθητικά ως λαθεμένες και ανεφάρμοστες ιδεοληψίες».
Στο πρώτο μέρος του πονήματος επισημαίνει ότι είμαστε στη μέση της πιο άγριας οικονομικής κρίσης που επωάστηκε για 20 χρόνια πριν από το 2009. Τα επακολουθήσαντα μνημόνια αντί να εξυγιάνουν τα πράγματα , τα ασθένησαν σοβαρότερα. Όλα τα μέτρα θεραπείας- ισχυρίζεται- μοιάζουν με τις επιθέσεις εκπολιτισμού που επεχείρησαν οι Άγγλοι στις Ινδίες, οι Γάλλοι στη Βόρειο Αφρική και οι Γερμανοί στην υποσαχάρεια Αφρική.
Κάνει αναφορά στις κρίσεις του 1893 επί Χαριλάου Τρικούπη, του 1987 με τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, του 1932 επί Ελευθερίου Βενιζέλου και υπογραμμίζει ότι ο λαός επιβίωνε μέχρι το 1960 με την αυτάρκεια της λιτότητας, ενώ σήμερα δεν μπορεί να επιζήσει, γιατί – κατά την άποψή του- «η κρίση βρήκε το λαό μας απροετοίμαστο, εξαρτημένο και κακομαθημένο».
Επισκοπώντας την περίοδο της μεταπολίτευσης μέχρι το 2010 τονίζει ότι είναι άδικο να καταριέται κανείς συλλήβδην αυτή την τριακονταπενταετία, έστω και αν εκεί – όπως λέει- βρίσκονται τα αίτια της σημερινής δυστυχίας. Ως βασική αιτία της κατάρρευσης θεωρεί τον αλόγιστο υπερδανεισμό, κυρίως στη δεκαετία του 80 , της αλλαγής και στην περίοδο του 1994- 2004, του εκσυγχρονισμού.
Ακολούθως μαστιγώνει την περίοδο που ακολούθησε, χαρακτηρίζοντάς την «κοινωνικό εκμαυλισμό» με επικρατούσα θρησκεία των Ελλήνων όχι απλώς τον νεοπλουτισμό αλλά το αρχοντοχωριατισμό του Μολιέρου σε μια ψευδαίσθηση «τα θέλω όλα».
Στην ενότητα «όχι ευπείθεια στους τοκογλύφους» επικαλείται τα λόγια του Δημοσθένη προς Ολυνθίους τους οποίους συμβουλεύει να προσέξουν τους μεγάλους τόκους γιατί στο τέλος θα χάσουν και αυτά που είχαν πριν δανεισθούν: «μικρόν ευπορίσαντες χρόνον ύστερον και των αρχαίων απέστησαν».
Όσον αφορά τα περί «ανταγωνιστικότητας , ανάπτυξης και καινοτομίας», θεωρεί τις έννοιες αυτές «αμερικανιές» που δεν επιβεβαιώνονται από την πραγματικότητα.
Στο τέλος, στο αυτοερώτημα «και εσύ τι έκανες στις μέρες της κραιπάλης», παραθέτει την ομιλία του στη Βουλή ως γενικού εισηγητή της ΝΔ για τον προϋπολογισμού του 2000- τον τελευταίο προϋπολογισμό της χιλιετίας- όπου ανάλυσε την αύξηση του δημοσίου χρέους επί ΠΑΣΟΚ, τότε που το χρέος αυξήθηκε από 675 το 1980 δις δρχ στα 7,6 τρις το 1989.
Το βιβλιαράκι- μανιφέστο καταλήγει με το ποίημα του Κώστα Ουράνη «Ταξίδι στα Κύθηρα», το οποίο, μεταξύ άλλων λέει: «κάτου απ ΄τους ουρανούς το πλοίο απόμεινε ακυβέρνητο στο κύμα αφρισμένο / με το φτωχό μας όνειρο στην πρύμνη πεθαμένο».
Στο πρώτο μέρος του πονήματος επισημαίνει ότι είμαστε στη μέση της πιο άγριας οικονομικής κρίσης που επωάστηκε για 20 χρόνια πριν από το 2009. Τα επακολουθήσαντα μνημόνια αντί να εξυγιάνουν τα πράγματα , τα ασθένησαν σοβαρότερα. Όλα τα μέτρα θεραπείας- ισχυρίζεται- μοιάζουν με τις επιθέσεις εκπολιτισμού που επεχείρησαν οι Άγγλοι στις Ινδίες, οι Γάλλοι στη Βόρειο Αφρική και οι Γερμανοί στην υποσαχάρεια Αφρική.
Κάνει αναφορά στις κρίσεις του 1893 επί Χαριλάου Τρικούπη, του 1987 με τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, του 1932 επί Ελευθερίου Βενιζέλου και υπογραμμίζει ότι ο λαός επιβίωνε μέχρι το 1960 με την αυτάρκεια της λιτότητας, ενώ σήμερα δεν μπορεί να επιζήσει, γιατί – κατά την άποψή του- «η κρίση βρήκε το λαό μας απροετοίμαστο, εξαρτημένο και κακομαθημένο».
Επισκοπώντας την περίοδο της μεταπολίτευσης μέχρι το 2010 τονίζει ότι είναι άδικο να καταριέται κανείς συλλήβδην αυτή την τριακονταπενταετία, έστω και αν εκεί – όπως λέει- βρίσκονται τα αίτια της σημερινής δυστυχίας. Ως βασική αιτία της κατάρρευσης θεωρεί τον αλόγιστο υπερδανεισμό, κυρίως στη δεκαετία του 80 , της αλλαγής και στην περίοδο του 1994- 2004, του εκσυγχρονισμού.
Ακολούθως μαστιγώνει την περίοδο που ακολούθησε, χαρακτηρίζοντάς την «κοινωνικό εκμαυλισμό» με επικρατούσα θρησκεία των Ελλήνων όχι απλώς τον νεοπλουτισμό αλλά το αρχοντοχωριατισμό του Μολιέρου σε μια ψευδαίσθηση «τα θέλω όλα».
Στην ενότητα «όχι ευπείθεια στους τοκογλύφους» επικαλείται τα λόγια του Δημοσθένη προς Ολυνθίους τους οποίους συμβουλεύει να προσέξουν τους μεγάλους τόκους γιατί στο τέλος θα χάσουν και αυτά που είχαν πριν δανεισθούν: «μικρόν ευπορίσαντες χρόνον ύστερον και των αρχαίων απέστησαν».
Όσον αφορά τα περί «ανταγωνιστικότητας , ανάπτυξης και καινοτομίας», θεωρεί τις έννοιες αυτές «αμερικανιές» που δεν επιβεβαιώνονται από την πραγματικότητα.
Στο τέλος, στο αυτοερώτημα «και εσύ τι έκανες στις μέρες της κραιπάλης», παραθέτει την ομιλία του στη Βουλή ως γενικού εισηγητή της ΝΔ για τον προϋπολογισμού του 2000- τον τελευταίο προϋπολογισμό της χιλιετίας- όπου ανάλυσε την αύξηση του δημοσίου χρέους επί ΠΑΣΟΚ, τότε που το χρέος αυξήθηκε από 675 το 1980 δις δρχ στα 7,6 τρις το 1989.
Το βιβλιαράκι- μανιφέστο καταλήγει με το ποίημα του Κώστα Ουράνη «Ταξίδι στα Κύθηρα», το οποίο, μεταξύ άλλων λέει: «κάτου απ ΄τους ουρανούς το πλοίο απόμεινε ακυβέρνητο στο κύμα αφρισμένο / με το φτωχό μας όνειρο στην πρύμνη πεθαμένο».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr