Οδυσσέας Ανδρούτσος: Ο ηρωικός οπλαρχηγός του '21 μέσα από ένα καινούργιο βιβλίο

Ένα νέο βιβλίο από τον Θωμά Κοροβίνη με τον τίτλο «Ολίγη μπέσα, ωρέ μπράτιμε! - Η τελευταία ώρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου» από εκδόσεις Άγρα αναδεικνύει την προσωπικότητα του ηρωικού οπλαρχηγού του 1821

Τον αγέρωχο οπλαρχηγό, τον ατιθάσευτο ήρωα με την μπέσα και το υψηλό σθένος-τον Οδυσσέα Ανδρούτσο- περιγράφει ο γνωστός συγγραφέας Θωμάς Κοροβίνης στο βιβλίο του «Ολίγη μπέσα ωρέ μπράτιμε!» δίνοντας ένα πλήρες ψυχογράφημα για τον άνθρωπο που πολέμησε τους Τούρκους, τα έβαλε με τους δωσίλογους και τους συμβιβασμένους, βρέθηκε μπροστάρης σε μεγάλες μάχες με κίνδυνο τη ζωή του. Για την ακρίβεια ο βραβευμένος συγγραφέας αποδίδει στο βιβλίο του ανάγλυφα την τελευταία ώρα του αγωνιστή στη φυλακή της Ακρόπολης, όπου κρατείται, μέσα από έναν μονόλογο και μια ουσιαστική ανασκόπηση στη ζωή του και μια γλώσσα που είναι χαρακτηριστική εκείνης της εποχής. Ο Ανδρούτσος ορίζει έτσι με τον δικό του τρόπο τι είναι μπαμπεσιά, περιγράφει τα μεγάλα γεγονότα υποστηρίζοντας εξαρχής πως οι Έλληνες πρέπει να δράσουν γιατί πρέπει «να γίνει συνείδησης η εθνική ανάγκη».

Μέσα από την φυλακή λοιπόν και ενώ εκείνος βλέπει να πλησιάζουν οι υποψήφιοι εκτελεστές του περιγράφει τις αντιδικίες με τους οπλαρχηγούς, τους ανταγωνιστές του, για το πως τα έβαλε με τους εχθρούς από εκεί «το κορύκειον άνδρον, αυτό είναι το λιμέρι μου, το παλάτσο μου, η Μαύρη Τρούπα, σπήλαιον θεόρατο» ακολουθώντας το πρόσταγμα που επέβαλε μέσα του η μπέσα. «Έχετε μπέσα ωρε φωνάζει και ξαναφωνάζει» ο ήρωας του Κοροβίνη διακηρύσσοντας έτσι μια πίστη που βιώνεται και ριζώνει στις κινήσεις του κορμιού αυτού του λεβέντη και του χαρίζει την ήρεμη ζωική βεβαιότητα που του επέτρεπε να διασχίζει τον κόσμο δίχως να αναταράζεται η καρδιά. Και αυτό γιατί ο πολυμήχανος Οδυσσέας-ένα όνομα κατευθείαν παρμένο από το νησί που δόξασε ο μυθικός ήρωας, ο γιος του Αρβανίτη Ανδρέα Βερούση από τις Λιβανάτες ο οποίος είχε λάβει μέρος στην επανάσταση του Λάμπρου Κατσώνη και είχε αποκεφαλιστεί από τους Τούρκους- δεν έδειξε να φοβάται ούτε τους προδότες, ούτε τους εχθρούς. Όταν επομένως ο ίδιος ο Κωλέττης και οι υποστηρικτές του τον πρόδωσαν και τον κλείδωσαν στη φυλακή της Ακρόπολης-από όπου στήνει λίγο πριν πεθάνει τον μονόλογο που μας μοναδικά ο Κοροβίνης-βάδισε προς την εκτέλεση σαν να πήγαινε καλεσμένος σε ένα δείπνο κάπως δυσάρεστο αλλά αναπόφευκτο. «Η ζωή θέλει γλέντι» λέει, άλλωστε, σε στιγμή στο βιβλίο «κι ο θάνατος ένα κομμάτι της είναι, το τελευταίο».



Όποιος επομένως αμφιβάλλει για τον εαυτό του, μοιάζει να λέει ο Ανδρούτσος, είναι χαμένος πιστεύοντας βαθιά σε ένα ηρωικό πλαίσιο που ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια: Ευτυχούμε όταν μαχόμαστε για την αλήθεια της πατρίδας, γιατί αυτό προστάζει το ύψιστο καθήκον όπως ευτυχούμε δίπλα στα πρόσωπα που μας κάνουν να νιώθουμε τη δοξαστική στιγμή του κόσμου, που απολαμβάνουν τις μάχες και τον έρωτα όπως εκείνοι οι εύρωστοι άνδρες με ευθυτενή θωριά που ζωγράφιζε ο Εγγονόπουλος-από όπου και το εξώφυλλο του βιβλίου του Κοροβίνη ή αυτοί οι ελεύθεροι, ανένταχτοι, «αυτά τα παληκάρια που προβάλλανε από την μπούκα μιας σπηλιάς και μοιάζανε με παληκάρια του Οδυσσέα Ανδρούτσου» που φανταζόταν ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Εκεί όπου οι μυρωδιές της ελευθερίας ανακατεύονται με αυτές από το πεύκο ή το θυμάρι, με τη μυρωδιά του αίματος και την ανάγκη για ελευθερία και αλήθεια. «Δυο είναι τα μεγάλα τα σεκλέτια μου, ένα η ραγιαδοσύνη όπου επέρασα και ένα ετούτη η φυλακή όπου περνώ» γράφει με πλήρη ειλικρίνεια ο Ανδρούτσος του Κοροβίνη, ανίκανος να σκεφτεί μια ζωή αιχμάλωτη σε έξωθεν κανόνες ή σε επιβολείς. Στο σύντομο βίο του αυτό που τον απειλούσε δεν ήταν οι Τούρκοι ή ο φόβος, ούτε οι λύκοι αφού με αυτούς ακόμα τα έβαζε αλλά η στέρηση του αέρα της λευτεριάς. Φυλακισμένος αλλά ουσιαστικά και εσωτερικά ελεύθερος, απαλλαγμένος από κάθε δέσμευση παρεκτός αυτή που τότε είχαν αρχίσει να αντιλαμβάνονται σαν πατρίδα, σε αυτή την μυστηριώδη επικράτεια στην οποία τόλμησε να ονειρευτεί χωρίς καν να γνωρίζει. «Η πατρίς είναι ιδέα, ωρέ είναι έρωτας» φωνάζει βροντερά από το εσωτερικό των σελίδων του Κοροβίνη. Ήταν και αυτός πεπεισμένος ότι το ζωτικό του σθένος πρέπει να στραφεί στον αγώνα για την ελευθερία.

Πολεμώντας λοιπόν ο Ανδρούτσος, όπως όλοι οι κλέφτες και οι αρματολοί για τη λευτεριά, μάχονταν έξω από τα όρια του νόμου με μοναδικό σκοπό να καταφέρουν να στήσουν την ενέδρα που θα τους έφερναν πιο κοντά στη μάχη κατά του εχθρού και υπέρ της πατρίδας. Και ένιωθαν βαθιά το χρέος: ας μην ξεχνάμε ότι ο Ανδρούτσος είχε περάσει από τη μυστικιστική τάξη των μπετκατζήδων, αυτών των παλιών σούφιδων που δεν πίστευαν ότι η ζωή, η γη και ο κόσμος είναι μονοσήμαντα. Για την ακρίβεια είχε θητεύσει στην αυλή του Αλη Πασά Τεπελενλή στα Ιωαννίνα τον καιρό που ο τελευταίος έδειχνε κατανόηση και ανοχή προς τις διεκδικήσεις των Ελλήνων. Ο Αλή Πασάς γνωρίζοντας τις ικανότητες του Ανδρούτσου τού συγχωρούσε κάθε παράπτωμα: η ανάγκη όμως του νεαρού οπλαρχηγού να ταχθεί υπέρ του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα τον έκανε να εγκαταλείψει την αυλή του Πασά και να μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία όπου ανέλαβε τον ρόλο του δερβέναγα στην ανατολική Στερεά. Έλαβε ενεργά μέρος στις μάχες του Βερατίου, Αργυροκάστρου και Γαρδικίου και μάλιστα ως οπλαρχηγός της Λιβαδιάς. Ήταν τότε που επίσης πήρε υπό την προστασία του τον Αθανάσιο Διάκο και του εμπιστεύτηκε την εξουσία της οπλαρχηγίας χρίζοντας τον πρωτοπαλίκαρο. Ωστόσο δεν ήταν μόνο γνήσιος μαχητής αλλά και βαθύς γνώστης της αρχαίας Ελλάδας: είχε μεταφράσει με συνέπεια Πλάτωνα και ίσως να σκεφτόταν πως το κώνειο που πότισε τον μεγάλο δάσκαλο από τους προδότες της ίδιας της δημοκρατίας ήταν αυτό που έμελλε να πάρει και τη δική του τη ζωή-άσχετα αν είχε την ποταπή και παγωμένη χροιά ενός σπαθιού.

Δεν είναι, ωστόσο, αυτή η μόνη σύμπτωση που δένει τον Οδυσσέα Ανδρούτσο με το σκηνικό της Αρχαίας Ελλάδας-χωρίς να εικάζει ότι είναι απόγονος των Αρχαίων Ελλήνων ωστόσο ήξερε ότι υπήρχε η δυνατότητα μιας άλλης άμεσης δημοκρατίας να τρέφει τα πολιτικά του όνειρα: δραγουμάνος, εραστής του οράματος του Ρήγα και πασιφιστής πίστευε στην αμεσότητα της Ισότητας και της ελευθερίας και αυτό το μαρτυρούσαν τα πάντα: ο τρόπος που αποφάσιζαν στη Φιλική Εταιρεία, που στήνει ο ίδιος την ομάδα με τα πρωτοπαλίκαρα του, που ενεργεί κάθε φορά που πρέπει να ορμίσει προς τη μάχη αλλά και το αδιαμεσολάβητο φρόνημα των ανθρώπων που δεν ήθελαν εξουσιαστές αλλά εκπροσώπους. Σε αντίθεση με τον Κωλέττη και τον Μαυρογορδάτο οι οποίοι επεδίωκαν το απόλυτο κράτος, ο Ανδρούτσος, όπως όλοι οι Κλέφτες και οι Αρματολοί, επέμεναν στην ουσία και τη δοξασία της συναπόφασης και του αγώνα. Όπως αποδείχθηκε, και από την περίπτωση του Ανδρούτσου οι προθέσεις των μετέπειτα κυβερνώντων μόνο αγαστές δεν ήταν καθώς διαφεντεύονταν μια νοοτροπία που βλέπουμε να διαιωνίζεται από κυβέρνηση σε κυβέρνηση και από τον τελευταίο βουλευτή έως τον ασήμαντο κυβερνήτη. Έριδες, φιλοδοξίες, μικρότητες ήταν οι μόνιμες αμαρτίες του σύγχρονου ελληνικού κράτους εξυπαρχής και αυτό είναι κάτι που διακρίνει πρώτα από όλα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος στο βιβλίο του Κοροβίνη. Αλλά εκείνος επέμενε ότι δεν ήταν ώρα για εμφυλίους: «το έγραψα δια τους δημογέροντας επέρσι εις το φίλτατον Υψηλάντη αυτοί είναι σαν την πανούκλα και πρέπει ο λαός να χωρισθεί από αυτούς».

Γι αυτό όλα αυτά που περιγράφει ο ίδιος ο Ανδρούτσος μέσα από τον φανταστικό μονόλογό του θα μπορούσε να τα έχει πει στα αλήθεια ο σπουδαίος αυτός αγωνιστής, πολέμαρχος και μαχητής της ελευθερίας. Και αυτός ο μονόλογος θα μπορούσε να σταθεί δίπλα δίπλα με το ιστορικό κείμενο του Μακρυγιάννη γιατί ο λόγος του είναι η ιστορία όλων. Γιατί όπως έλεγε ο ίδιος: «ο,τι έκαμα για τους Ρωμιούς το έκαμα, για της ελευθερίας το λάβαρο, να υψωθεί μια μέρα επάνω από τον μαύρον ουρανό του γένους».

Διαβάστε ακόμη:

Google: Αφιερωμένο στην Ελλάδα το σημερινό doodle

Διάγγελμα Σακελλαροπούλου: Για να πετύχει η εθνική προσπάθεια, το «εμείς» πρέπει να μπει πριν από το «εγώ»

Επέτειος 25ης Μαρτίου: Στο μνημείο Άγνωστου Στρατιώτη το πρωί της Τετάρτης ο Μητσοτάκης






Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr