Mια Μέριλιν Μονρόε ακατάλληλη για ανηλίκους
Mια Μέριλιν Μονρόε ακατάλληλη για ανηλίκους
Η νέα ταινία για τη ζωή της που πρόκειται να προβληθεί στο προσεχές Φεστιβάλ Βενετίας και στο Netflix ξεσηκώνει αντιδράσεις όχι τόσο επειδή υπαινίσσεται ότι ο θάνατός της δεν ήταν αυτοκτονία, αλλά για την επιλογή της Κουβανής ηθοποιού Ανα ντε Αρμας
«Η Μέριλιν δεν υπάρχει. Κάθε φορά που τελειώνω και βγαίνω από το καμαρίνι είμαι η Νόρμα Τζέιν. Η Μέριλιν Μονρόε υπάρχει μόνο στην οθόνη», ακούγεται να λέει η αξέχαστη σταρ του Χόλιγουντ διά στόματος Ανα ντε Αρμας, η οποία την ερμηνεύει στη νέα ανατρεπτική ταινία «Blonde», η οποία πρόκειται να προβληθεί στο προσεχές Φεστιβάλ της Βενετίας και την πλατφόρμα του Netflix. Πρόκειται για μια πρωτοποριακή, τολμηρή, «ακατάλληλη για ανηλίκους» -κάτι σπάνιο για το Netflix- όπως έχει ήδη χαρακτηριστεί, ταινία που δεν φοβάται να πει τα πράγματα με το όνομά τους αναφορικά με τα απωθημένα, τους φόβους και τις σεξουαλικές προτιμήσεις της αξέχαστης σταρ. «Ηταν μια πολύ απαιτητική ταινία για τη Μέριλιν Μονρόε, ακατάλληλη για ανηλίκους.
Αυτό ήταν πάνω-κάτω που θέλατε άλλωστε, σωστά; Εγώ θα ήθελα να δω την άκρως ακατάλληλη εκδοχή της ιστορίας της Μέριλιν», σχολίασε χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης Αντριου Ντόμινικ, ο οποίος δούλευε στο συγκεκριμένο πρότζεκ επί μία δεκαπενταετία προτού προβεί στην υλοποίησή του με τον Μπραντ Πιτ στην παραγωγή και με το σενάριο να βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Τζόις Κάρολ Οουτς. Μπορεί την ταινία να την έχουν δει ελάχιστοι, για την ακρίβεια μόλις δύο δημοσιογράφοι του «Vanity Fair» και των «New York Times» σε ιδιωτική προβολή στη βίλα του Μπραντ Πιτ πίνοντας ωραία κοκτέιλ, όπως ανέφεραν στο ρεπορτάζ τους, αλλά οι αντιδράσεις που έχει ξεσηκώσει είναι ήδη μεγάλες: όχι τόσο αναφορικά με τις αρκετά ακραίες εκδοχές του σεναρίου που αφήνει να εννοηθεί ότι ο θάνατος της Μέριλιν δεν ήταν ακριβώς αυτοκτονία και ότι το αμερικανικό καθεστώς την προτιμούσε νεκρή, αλλά με την ίδια την επιλογή της Κουβανής ηθοποιού Ανα ντε Αρμας.
Πυρά κατά Ντε Αρμας
Πολλοί έγραψαν ότι η ισπανόφωνη προφορά της ουσιαστικά αποδομεί την Αμερικανίδα σταρ, ενώ άλλοι άφησαν να εννοηθεί ότι είναι ύποπτο το γεγονός ότι είναι Κουβανή από τη στιγμή που πολλοί είχαν μιλήσει για ύποπτες επαφές της Μέριλιν με τότε ανθρώπους του Φιντέλ Κάστρο! Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι αυτοί που επωφελούνται είναι οι ίδιοι οι συντελεστές του «Blonde», οι οποίοι βλέπουν να γράφονται ήδη άπειρα κείμενα για μια ταινία προτού καν αυτή προβληθεί και ύστερα από πολυάριθμες διαφορετικές εκδοχές σε ταινίες και σειρές αφιερωμένες στον απέθαντο μύθο της Μέριλιν.
Εξήντα χρόνια μετά τον θάνατό της και εκείνη την αινιγματική νύχτα της 4ης Αυγούστου που η Νόρμα Τζιν Μπέικερ άφηνε την τελευταία της πνοή, το ενδιαφέρον που προκαλεί η πρόωρη απώλειά της παραμένει μεγάλο. Το Netflix έχει ήδη προβάλει πρόσφατα το ντοκιμαντέρ «Το μυστήριο της Μέριλιν Μονρόε: Οι άγνωστες κασέτες», βασισμένο στην ενδελεχή και πολυετή έρευνα του Αντονι Σάμερς για τις θεωρίες συνωμοσίας γύρω από τον θάνατό της, οι οποίες, σύμφωνα πάντα με τα αρχεία που έρχονται για πρώτη φορά στο φως, έχουν σε μεγάλο βαθμό κάποια βάση σε πραγματικά γεγονότα, εκδοχή που φαίνεται να ασπάζεται και στη γραμμένη σαν θρίλερ μυθιστορηματική βιογραφία της Μέριλιν η Τζόις Κάρολ Οουτς, στο βιβλίο της οποίας βασίστηκε η ταινία «Blonde».
Η ίδια μάλιστα σχολιάζοντας την ταινία στο «Vanity Fair» έλεγε ότι δεν έπαψε να βλέπει τη Μέριλιν σαν μια σύγχρονη Εμα Μποβαρί, από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Φλομπέρ, η οποία προσγειώθηκε απότομα στον ξένο γι’ αυτήν πλανήτη Χόλιγουντ: «Αμφότερες ήταν γυναίκες με μια πολύ ρομαντική και προφανώς καθόλου ρεαλιστική εικόνα του έρωτα. Ταυτόχρονα η Μέριλιν ήταν πολύ ανασφαλής και απίστευτα απαιτητική, κάτι πολύ δύσκολο ακόμα και για όλους αυτούς που την αγαπούσαν να το ανεχτούν και να μπορέσουν να τη βοηθήσουν. Πολλοί άνδρες, συμπεριλαμβανομένου του δεύτερου άνδρα της, παίκτη του μπέιζμπολ Τζο Ντι Μάτζιο, προσπάθησαν, προτού εγκαταλείψουν και αυτοί την προσπάθεια». Ταυτόχρονα όμως με την ανασφαλή, βυθισμένη στην κατάθλιψη, παίζοντας ρόλους που την ήθελαν μια αφελή σαραντάρα και στο τέλος σχεδόν απελπισμένη Μέριλιν, αφού, σύμφωνα με τις δηλώσεις του σκηνοθέτη Αντριου Ντόμινικ, «φαινόταν να μην έχει καν χρήματα για να καλύψει μια κανονική κηδεία», στην ταινία οι θεατές θα απολαύσουν και μια απολύτως σέξι Μέριλιν, την οποία ενσαρκώνει με περισσή πιστότητα η εξωτική Ανα ντε Αρμας. Το ηχόχρωμα της φωνής της είναι σχεδόν ίδιο ενώ η εξωτερική ομοιότητα είναι σχεδόν σατανική, κάτι που συνέβαλε στο να κερδίσει τελικά η Κουβανή ενζενί τον ρόλο από τις δύο δυνατές ανταγωνίστριές της Ναόμι Γουότς και Τζέσικα Τσαστέιν.
Σεξ, περισσότερο σεξ
Μόνο από το τρέιλερ καταλαβαίνει κανείς ότι πρόκειται για μια άκρως αισθησιακή εκδοχή της Μέριλιν, εστιασμένη στο ασυνείδητο κομμάτι της, αυτό που την έκανε από μικρή να υποτάσσεται στη βούληση των ισχυρών ανδρών και να αποπνέει ακαταμάχητη σεξουαλικότητα. «Δεν ξέρουμε αν θα αρέσει ή όχι η ταινία και ούτε μπορούμε ακόμα να το πούμε, το σίγουρο πάντως είναι ότι σε παρασύρει απόλυτα», έγραψε η επίσης ξανθιά δημοσιογράφος του «Vanity Fair» Σιλβί Μπομέλ, η οποία βρήκε πολλούς λόγους για να είναι ενθουσιασμένη που κατάφερε να μεταφέρει πρώτη το ρεπορτάζ γύρω από την ταινία την οποία είδε πρώτη στη βίλα του Μπραντ Πιτ, αλλά και από τα γυρίσματα που παρακολούθησε σε αποκλειστικότητα. «Η Νόρμα πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής της ηλικίας μπαινοβγαίνοντας σε ορφανοτροφεία και οικοτροφεία. Της είχαν πει μάλιστα ότι ο πατέρας της που την εγκατέλειψε μικρή έμοιαζε σατανικά με τον Κλαρκ Γκέιμπλ, ότι φυλούσε πάντοτε μια φωτογραφία της στο πορτοφόλι του και ότι κάποια στιγμή θα ερχόταν να τη δει.
Αυτό ήταν πάνω-κάτω που θέλατε άλλωστε, σωστά; Εγώ θα ήθελα να δω την άκρως ακατάλληλη εκδοχή της ιστορίας της Μέριλιν», σχολίασε χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης Αντριου Ντόμινικ, ο οποίος δούλευε στο συγκεκριμένο πρότζεκ επί μία δεκαπενταετία προτού προβεί στην υλοποίησή του με τον Μπραντ Πιτ στην παραγωγή και με το σενάριο να βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Τζόις Κάρολ Οουτς. Μπορεί την ταινία να την έχουν δει ελάχιστοι, για την ακρίβεια μόλις δύο δημοσιογράφοι του «Vanity Fair» και των «New York Times» σε ιδιωτική προβολή στη βίλα του Μπραντ Πιτ πίνοντας ωραία κοκτέιλ, όπως ανέφεραν στο ρεπορτάζ τους, αλλά οι αντιδράσεις που έχει ξεσηκώσει είναι ήδη μεγάλες: όχι τόσο αναφορικά με τις αρκετά ακραίες εκδοχές του σεναρίου που αφήνει να εννοηθεί ότι ο θάνατος της Μέριλιν δεν ήταν ακριβώς αυτοκτονία και ότι το αμερικανικό καθεστώς την προτιμούσε νεκρή, αλλά με την ίδια την επιλογή της Κουβανής ηθοποιού Ανα ντε Αρμας.
Πυρά κατά Ντε Αρμας
Πολλοί έγραψαν ότι η ισπανόφωνη προφορά της ουσιαστικά αποδομεί την Αμερικανίδα σταρ, ενώ άλλοι άφησαν να εννοηθεί ότι είναι ύποπτο το γεγονός ότι είναι Κουβανή από τη στιγμή που πολλοί είχαν μιλήσει για ύποπτες επαφές της Μέριλιν με τότε ανθρώπους του Φιντέλ Κάστρο! Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι αυτοί που επωφελούνται είναι οι ίδιοι οι συντελεστές του «Blonde», οι οποίοι βλέπουν να γράφονται ήδη άπειρα κείμενα για μια ταινία προτού καν αυτή προβληθεί και ύστερα από πολυάριθμες διαφορετικές εκδοχές σε ταινίες και σειρές αφιερωμένες στον απέθαντο μύθο της Μέριλιν.
Εξήντα χρόνια μετά τον θάνατό της και εκείνη την αινιγματική νύχτα της 4ης Αυγούστου που η Νόρμα Τζιν Μπέικερ άφηνε την τελευταία της πνοή, το ενδιαφέρον που προκαλεί η πρόωρη απώλειά της παραμένει μεγάλο. Το Netflix έχει ήδη προβάλει πρόσφατα το ντοκιμαντέρ «Το μυστήριο της Μέριλιν Μονρόε: Οι άγνωστες κασέτες», βασισμένο στην ενδελεχή και πολυετή έρευνα του Αντονι Σάμερς για τις θεωρίες συνωμοσίας γύρω από τον θάνατό της, οι οποίες, σύμφωνα πάντα με τα αρχεία που έρχονται για πρώτη φορά στο φως, έχουν σε μεγάλο βαθμό κάποια βάση σε πραγματικά γεγονότα, εκδοχή που φαίνεται να ασπάζεται και στη γραμμένη σαν θρίλερ μυθιστορηματική βιογραφία της Μέριλιν η Τζόις Κάρολ Οουτς, στο βιβλίο της οποίας βασίστηκε η ταινία «Blonde».
Η ίδια μάλιστα σχολιάζοντας την ταινία στο «Vanity Fair» έλεγε ότι δεν έπαψε να βλέπει τη Μέριλιν σαν μια σύγχρονη Εμα Μποβαρί, από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Φλομπέρ, η οποία προσγειώθηκε απότομα στον ξένο γι’ αυτήν πλανήτη Χόλιγουντ: «Αμφότερες ήταν γυναίκες με μια πολύ ρομαντική και προφανώς καθόλου ρεαλιστική εικόνα του έρωτα. Ταυτόχρονα η Μέριλιν ήταν πολύ ανασφαλής και απίστευτα απαιτητική, κάτι πολύ δύσκολο ακόμα και για όλους αυτούς που την αγαπούσαν να το ανεχτούν και να μπορέσουν να τη βοηθήσουν. Πολλοί άνδρες, συμπεριλαμβανομένου του δεύτερου άνδρα της, παίκτη του μπέιζμπολ Τζο Ντι Μάτζιο, προσπάθησαν, προτού εγκαταλείψουν και αυτοί την προσπάθεια». Ταυτόχρονα όμως με την ανασφαλή, βυθισμένη στην κατάθλιψη, παίζοντας ρόλους που την ήθελαν μια αφελή σαραντάρα και στο τέλος σχεδόν απελπισμένη Μέριλιν, αφού, σύμφωνα με τις δηλώσεις του σκηνοθέτη Αντριου Ντόμινικ, «φαινόταν να μην έχει καν χρήματα για να καλύψει μια κανονική κηδεία», στην ταινία οι θεατές θα απολαύσουν και μια απολύτως σέξι Μέριλιν, την οποία ενσαρκώνει με περισσή πιστότητα η εξωτική Ανα ντε Αρμας. Το ηχόχρωμα της φωνής της είναι σχεδόν ίδιο ενώ η εξωτερική ομοιότητα είναι σχεδόν σατανική, κάτι που συνέβαλε στο να κερδίσει τελικά η Κουβανή ενζενί τον ρόλο από τις δύο δυνατές ανταγωνίστριές της Ναόμι Γουότς και Τζέσικα Τσαστέιν.
Σεξ, περισσότερο σεξ
Μόνο από το τρέιλερ καταλαβαίνει κανείς ότι πρόκειται για μια άκρως αισθησιακή εκδοχή της Μέριλιν, εστιασμένη στο ασυνείδητο κομμάτι της, αυτό που την έκανε από μικρή να υποτάσσεται στη βούληση των ισχυρών ανδρών και να αποπνέει ακαταμάχητη σεξουαλικότητα. «Δεν ξέρουμε αν θα αρέσει ή όχι η ταινία και ούτε μπορούμε ακόμα να το πούμε, το σίγουρο πάντως είναι ότι σε παρασύρει απόλυτα», έγραψε η επίσης ξανθιά δημοσιογράφος του «Vanity Fair» Σιλβί Μπομέλ, η οποία βρήκε πολλούς λόγους για να είναι ενθουσιασμένη που κατάφερε να μεταφέρει πρώτη το ρεπορτάζ γύρω από την ταινία την οποία είδε πρώτη στη βίλα του Μπραντ Πιτ, αλλά και από τα γυρίσματα που παρακολούθησε σε αποκλειστικότητα. «Η Νόρμα πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής της ηλικίας μπαινοβγαίνοντας σε ορφανοτροφεία και οικοτροφεία. Της είχαν πει μάλιστα ότι ο πατέρας της που την εγκατέλειψε μικρή έμοιαζε σατανικά με τον Κλαρκ Γκέιμπλ, ότι φυλούσε πάντοτε μια φωτογραφία της στο πορτοφόλι του και ότι κάποια στιγμή θα ερχόταν να τη δει.
Δεν χρειάζεται να έχει κανείς ακούσει και τα 27 Σεμινάρια του Λακάν για να καταλάβει ότι η Νόρμα Τζιν, που αποκαλούσε όλους τους άνδρες της “daddy”, αναζητούσε απεγνωσμένα την εικόνα του περιποιητικού και προστατευτικού πατέρα. Ξέροντας την ιστορία της είναι πολύ πιο εύκολο να καταλάβει κανείς γιατί τραγουδούσε με τέτοιον αισθησιακό τόνο “My heart belongs to daddy”», γράφει η δημοσιογράφος του «Vanity Fair» στο κείμενό της για την ταινία - στοιχείο στο οποίο εστιάζει και το προηγούμενο ντοκιμαντέρ του Netflix με βάση την πολυετή έρευνα του δημοσιογράφου Σάμερς.
Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή και τα αποσπάσματα από τα ημερολόγια του ψυχιάτρου της, που έρχονται για πρώτη φορά στο φως, η Μέριλιν του εκμυστηρευόταν συχνά ότι φανταζόταν να γνωρίζει τον πατέρα της σε ένα μπαρ, να μην του λέει ότι είναι η κόρη του, να κάνει σεξ μαζί του και να του αποκαλύπτει μετά ποια είναι μόνο και μόνο για να τον εκδικηθεί. Η προβληματική, μάλιστα, σχέση που είχε με το σεξ, το οποίο έβλεπε μάλλον ως μέσο αναγνώρισης από τους άνδρες, δεν λύθηκε ποτέ, σύμφωνα πάντα με τα κατάστιχα του ψυχιάτρου της, κάτι που φαίνεται να έχει λάβει σοβαρά υπόψη ο σκηνοθέτης Αντριου Ντόμινικ. Πάντως, σεξ και Μέριλιν ήταν πάντα αδιάρρηκτα συνδεδεμένα και ως εκ τούτου φαίνεται να παίζουν πρωτεύοντα ρόλο και στη νέα ταινία του - εξ ου και ο σκηνοθέτης επέλεξε μια ηθοποιό που έχει καταφέρει να καθιερωθεί ως πρώιμο είδωλο του σεξ στην τελευταία ταινία του Τζέιμς Μποντ.
Οσο για την ίδια την Ντε Αρμας, δηλώνει ενθουσιασμένη από τη συμμετοχή της στο «Blonde» γράφοντας σε ανάρτησή της στο Instagram: «Ηταν μεγάλο δώρο να δουλέψω με ηθοποιούς όπως ο Αντριαν Μπρόντι, ο Μπόμπι Καναβάλε», αναφέροντας χαρακτηριστικά τους άνδρες συμπρωταγωνιστές της, οι οποίοι θα υποδυθούν τους πρώην συζύγους της Μονρόε, Αρθουρ Μίλερ και Τζο Ντι Μάτζιο, αντίστοιχα. Η σεξουαλικότητα της Ανα Ντε Αρμας δεν φάνηκε μόνο στην τελευταία ταινία Τζέιμς Μποντ, αλλά και στο ερωτικό θρίλερ «Deep Water», όπου πρωταγωνιστούσε μαζί με τον πρώην της, Μπεν Αφλεκ, προτού εκείνος επιστρέψει στην Τζένιφερ Λόπεζ. Στα αισθησιακά πλάνα του τρέιλερ είναι ήδη αντιληπτό ότι πρόκειται για την πιο αισθησιακή εκδοχή της Μέριλιν που έχουμε δει μέχρι στιγμής.
Η «ζωώδης», όπως είχε χαρακτηριστεί από πολλούς και όπως καταγράφεται στο βιβλίο της Κάρολ Οουτς, σεξουαλικότητα της Μέριλιν είχε στρέψει από νωρίς τα φώτα πάνω στην ξεχωριστή στάρλετ την οποία φαίνεται να ερωτεύτηκαν κορυφαίοι ατζέντηδες της εποχής όπως ο αντιπρόεδρος του πρακτορείου ταλέντων William Morris, Τζόνι Χάιντ, ο οποίος ανέλαβε να τη μετατρέψει από pin up girl σε ηθοποιό πρώτης γραμμής. Ο 53χρονος τότε Χάιντ, αφού χώρισε από τη γυναίκα του για χάρη της και ξέροντας ότι δεν έχει παρά ελάχιστους μήνες ζωής, ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη μεταμόρφωση της αγαπημένης του Νόρμα Τζιν σε Μέριλιν: από κοκκινομάλλα την έπεισε να γίνει μοιραία ξανθιά και να παίξει έναν μικρότερο αλλά σημαντικό ρόλο στην πρώτη αξιοσημείωτη ταινία της καριέρας της «Ολα για την Εύα».
Ο ίδιος κατάφερε, επίσης, να της εξασφαλίσει, προτού πεθάνει, και ένα δυνατό συμβόλαιο με την 20th Century Fox φέρνοντάς την στην πρώτη γραμμή. Ο πρόωρος θάνατός του ίσως να ήταν η πρώτη πρώιμη απώλεια ενός πατρικού συμβόλου για τη Μέριλιν και ο λόγος που η ερωτική της ζωή χαρακτηρίστηκε έκτοτε από αστάθεια. Μετά από αυτόν χρειάστηκε να καταφύγει σε πολλούς εραστές, για να καταλήξει τελικά να παντρευτεί τον παίκτη του μπέιζμπολ Τζο Ντι Μάτζιο, ο οποίος ωστόσο τη ζήλευε παράφορα και τη χτυπούσε, και κατόπιν στον Αρθουρ Μίλερ, τον οποίο χώρισε στον μήνα του μέλιτος όταν βρήκε ανοιχτό το σημειωματάριό του όπου ο ίδιος έλεγε πόσο λάθος έκανε που την παντρεύτηκε. Οι σχέσεις της Μέριλιν με τους άνδρες παρέμεναν πάντα προβληματικές, δραματικές και γεμάτες τραύματα - και εκεί είναι ακριβώς που εστιάζει ο σκηνοθέτης: «Η τραγωδία της ήταν ότι ήταν ένα ανεπιθύμητο, ορφανό παιδί που έγινε η πιο επιθυμητή γυναίκα, κάτι που δεν μπορούσε καθόλου να διαχειριστεί. Ηταν σαν ένα αυτοκίνητο χωρίς φρένα που αύξανε διαρκώς ταχύτητα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης.
Οι αντιδράσεις
Αλλά η έντονα σεξουαλική ταυτότητα της ταινίας, που υπερτονίζει αυτή την πλευρά της Μέριλιν, έχει ήδη προλάβει να προκαλέσει αντιδράσεις: «Δεν με εκπλήσσει καθόλου. Ισως προς στιγμή να σκέφτηκα ότι υπερτονίσαμε κάποια πράγματα, αλλά ήταν φυσικό. Αρκεί να βάλεις σε ένα δωμάτιο άνδρες και γυναίκες να μιλήσουν για τα σεξουαλικά τους θέματα και να δεις τι σκέφτονται πραγματικά οι γυναίκες. Προκαλεί έκπληξη, πολλές φορές και αμηχανία. Σίγουρα στην ταινία δεν επικαλούμαστε τις πιο χαρούμενες και αισιόδοξες εκδοχές της σεξουαλικότητας, αλλά τις πιο προβληματικές. Ξέρουμε ότι οι Αμερικανοί αισθάνονται άβολα όταν η συζήτηση έρχεται στη σεξουαλική συμπεριφορά, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα», σχολίαζε σχετικά σε συνέντευξή του ο Αντριου Ντόμινικ διαφοροποιώντας έτσι τη νεοζηλανδική του ταυτότητα από το χολιγουντιανό περιβάλλον, το οποίο δείχνει ακόμα να είναι συντηρητικό αναφορικά με τις ακατάλληλες και αισθησιακές ταινίες.
Γνωρίζοντας ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις, ο σκηνοθέτης δεν κρύφτηκε ούτε στιγμή πίσω από το δάχτυλό του λέγοντας ότι αυτό που κυρίως ήθελε να κάνει ήταν μια «ειλικρινής» ταινία «φτιαγμένη ωστόσο με αγάπη και με καλές προθέσεις», την ίδια στιγμή που «είναι γεμάτη οργή», για να καταλήξει στο ότι: «Πολλές φορές προσπάθησα να σκεφτώ σε ποιες περιπτώσεις ο κόσμος θα πει ότι είμαι πολύ προκλητικός, αλλά δεν ήταν αυτός ο στόχος μου. Απλώς ήθελα να πω τα πράγματα όπως ήταν. Φιλοδοξία μου ήταν να κάνω το κοινό να ερωτευτεί τη Μέριλιν».
Προφανώς, τα κατάφερε, αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις της Σιλβί Μπομέλ, της δημοσιογράφου του «Vanity Fair» η οποία έγραψε πως δεν βαρέθηκε ούτε στιγμή βλέποντας αυτή την 166 λεπτών ταινία! Οσο για τον Ντόμινικ, μας υποσχέθηκε να μας κάνει να ξεχάσουμε όλα όσα ξέρουμε για τη Μέριλιν Μονρόε και να παρασυρθούμε όσο ακριβώς πρέπει. Ακόμα και η συγγραφέας του βιβλίου στο οποίο βασίστηκε η ταινία, Τζόις Κάρολ Οουτς, ομολόγησε ότι ενθουσιάστηκε από την ταινία, την οποία χαρακτήρισε «έξοχη» διασκευή του βιβλίου της, αλλά ταυτόχρονα άκρως «ενοχλητική» και σίγουρα άκρως «φεμινιστική». Ωστόσο, το κοινό μαθαίνοντας τα κεντρικά σημεία της πλοκής έχει αντιδράσει αρνητικά, όπως έσπευσε εξίσου να κατακρίνει την προφορά της Κουβανής ηθοποιού.
Παρότι η ίδια έμαθε να μιλάει αγγλικά πριν από μόλις λίγα χρόνια, φαίνεται ότι έχει δουλέψει πολύ στην προφορά της και έχει κάνει πολλά μαθήματα ορθοφωνίας για να μπορέσει να προσεγγίσει τη Μέριλιν, «χωρίς όμως επιτυχία», σύμφωνα με τους χρήστες του Twitter, οι οποίοι είναι εξοργισμένοι βλέποντας το τρέιλερ. «Απαίσια», έγραψαν στο Twitter δύο μέλη από τα άπειρα γκρουπ των φαν της Μέριλιν τονίζοντας ότι μπορεί η Ντε Αρμας να μοιάζει εμφανισιακά στην αξέχαστη ηθοποιό, αλλά δεν πείθει καθόλου όταν μιλάει. «Η ταινία “Blonde” είναι καθαρά βασισμένη στη φαντασία και θα ταΐσει τον κόσμο περισσότερα ψέματα για τη Μέριλιν», έγραψε ένας άλλο μέλος του γκρουπ, με κάποιον άλλο χρήστη να σημειώνει: «Η ταινία είναι κατάλληλη μόνο για ενηλίκους. Είναι ένα φανταστικό παραμύθι με πορνό - μόνο που το πορνό είναι αληθινό».
Αλλη γνώμη, όμως, φαίνεται να έχει ο πρόεδρος του Marilyn Monroe Estate που διαχειρίζεται την περιουσία της ηθοποιού, Μαρκ Ρόζεν, ο οποίος δήλωσε στο «Variety» ότι εγκρίνει απολύτως την επιλογή της Ντε Αρμας για τον ρόλο: «Η Μέριλιν Μονρόε είναι ένα μοναδικό σύμβολο του Χόλιγουντ και της ποπ κουλτούρας που υπερβαίνει τις γενιές και την ιστορία. Κάθε ηθοποιός που αναλαμβάνει αυτό τον ρόλο ξέρει ότι έχει πολλή δουλειά να κάνει. Κρίνοντας μόνο από το τρέιλερ φαίνεται ότι η Ανα ήταν μια εξαιρετική επιλογή καθώς αποτυπώνει τη γοητεία, την ανθρωπιά και την ευθραυστότητα της Μέριλιν. Ανυπομονούμε να δούμε ολόκληρη την ταινία». Η ίδια η Ντε Αρμας είχε πει ότι προετοιμάστηκε για τον ρόλο μελετώντας «εκατοντάδες φωτογραφίες, βίντεο, ηχογραφήσεις, ταινίες, οτιδήποτε μπορούσα να βρω» ενώ, όπως είχε δηλώσει στους «Times» του Λονδίνου, «χρειάστηκαν εννέα μήνες εξάσκησης με ειδικό εκπαιδευτή διαλέκτων και ηχογραφήσεις διαλόγων μετά το γύρισμα. Ηταν ένα μεγάλο βασανιστήριο που μου έκαψε, ειλικρινά, τον εγκέφαλο»
Αυτοκτονία ή δολοφονία;
Αυτό που έχει πάντως ενδιαφέρον, περισσότερο και από το σεξ, είναι το σημείο που εστιάζει όχι μόνο στη σκοτεινή ζωή, αλλά και στον θάνατο της Μέριλιν, κάτι που υπερτονίζει και το 700 σελίδων βιβλίο της Οουτς αφήνοντας σαφώς αιχμές. Ταυτόχρονα είχε προηγηθεί το βιβλίο του δημοσιογράφου-ερευνητή Αντονι Σάμερς, ο οποίος είχε μιλήσει με πάνω από 650 πρόσωπα τα οποία είχε καταγράψει σε κασέτες που ακούγονται στο ντοκιμαντέρ «Το μυστήριο της Μέριλιν Μονρόε: Οι άγνωστες κασέτες», το οποίο σκηνοθέτησε η Εμα Κούπερ και προβάλλεται, επίσης, στο Netflix.
Σύμφωνα με τα τεκμήρια που συνέλεξε και τα αρχεία στα οποία προσέφυγε για πρώτη φορά ο Σάμερς, υπήρξε σαφής και εσκεμμένη παραποίηση των στοιχείων του θανάτου της, καθώς η ίδια φαίνεται να είχε πεθάνει κατά τη μεταφορά της στο νοσοκομείο και όχι στο σπίτι, και μάλιστα πριν από τις 11 το βράδυ και όχι στις 3 το πρωί, όπως τελικά ανακοινώθηκε. Ο δημοσιογράφος-ερευνητής ξεκίνησε μια αναζήτηση στοιχείων που αντί για δύο μήνες, όπως αρχικά προγραμμάτιζε, του πήρε δύο χρόνια εξαντλητικής έρευνας που, όπως παραδέχτηκε, είχε να κάνει με τις σκοτεινές συνθήκες του πρόωρου θανάτου της.
Και όλα αυτά είχαν σαφώς να κάνουν με τη στενή, σεξουαλική σχέση που είχε με τους αδελφούς Κένεντι για περίπου μία δεκαετία προτού εκείνοι αναλάβουν την εξουσία. Βλέποντας τον τρόπο με τον οποίο η Μέριλιν είχε, άθελά της, μετατραπεί σε αντικείμενο εκμετάλλευσης των ισχυρών ανδρών, ο δημοσιογράφος-ερευνητής άρχισε να μιλάει με όλους τους ανθρώπους από το στενό της περιβάλλον, ακόμα και με τον ψυχίατρό της, για να καταλήξει ότι όλοι είχαν κάποιο σοβαρό λόγο να τη φοβούνται.
Από τον γάμο της με τον χαρακτηριζόμενο, σύμφωνα με τη CIA, «επικίνδυνο κομμουνιστή» Αρθουρ Μίλερ, που είχε βαρέσει καμπανάκια στο FBI και τον Τζον Εντγκαρ Χούβερ, ο οποίος άρχισε να παρακολουθεί τις κινήσεις της, έως τους αδελφούς Κένεντι, που είχαν ερωτική σχέση μαζί της, αρχικά ο Τζον και κατόπιν ο Μπομπ, όλοι είχαν τη Μέριλιν στο στόχαστρο. Η σχέση της μάλιστα με τους Κένεντι είναι που την είχε καταστήσει μέσο εκβιασμού σκοτεινών δυνάμεων όπως του Τζίμι Χόφα, επικεφαλής του εργατικού συνδικάτου των οδηγών φορτηγών και μέλους της μαφίας, ο οποίος για να απειλήσει τον Μπομπ Κένεντι προσέλαβε τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Φρεντ Οτας να κατασκοπεύσει τη βίλα του Πίτερ Λόφορντ στο Μαλιμπού όπου συνευρισκόταν η Μέριλιν με τους δύο πολιτικούς άνδρες.
Οταν λοιπόν οι κοριοί που τοποθετήθηκαν σε διαφορετικά σημεία του σπιτιού έφεραν στο φως μυστικά κρίσιμα για τα πυρηνικά, τα οποία φαινόταν ότι γνώριζε η Μέριλιν, το σύστημα Κένεντι, το FBI και η CIA θεώρησαν ότι πρέπει να την κρατήσουν σε απόσταση. Τότε ήταν που τα δύο αδέλφια αποφάσισαν να της απαγορεύσουν κάθε τηλεφώνημα και κάθε επαφή προκαλώντας την άμεση αντίδρασή της. Μάλιστα ντοκουμέντα αναφέρουν ότι ο Μπομπ Κένεντι ταξίδεψε αυθημερόν και ήταν παρών στον θάνατο της Μέριλιν παραποιώντας κρίσιμα στοιχεία για την ώρα και το μέρος όπου η ίδια βρέθηκε νεκρή και δημιουργώντας πολλά ερωτήματα για την εμπλοκή του στον θάνατό της.
Ακόμα λοιπόν κι αν δεν επρόκειτο για δολοφονία, σίγουρα, σύμφωνα με την εκδοχή του ντοκιμαντέρ του Netflix αλλά και του βιβλίου της Οουτς, ήταν ένας από τους λόγους της απελπισίας στην οποία περιέπεσε απότομα η ίδια όταν ο Μπομπ Κένεντι της είπε να διακόψουν. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι τρεις μήνες πριν από τον θάνατό της η Μέριλιν τραγουδούσε απαστράπτουσα και άκρως ερωτική -όπως θα δείξει και η ταινία- με τουαλέτα που είχε πάνω της 6.000 κρυστάλλους το «Happy birthday, Mr President» στα γενέθλια του Τζον Κένεντι. Μια πραγματικότητα υπερβολικά αντιφατική και σίγουρα πολλή οδυνηρή, ακόμα κι αν ήταν διαρκώς ποτισμένη στη φαντασία, και αυτό τελικά είναι το κεντρικό νόημα της ταινίας που αναμένεται να προβληθεί στους δέκτες του Netflix στις 28 Σεπτεμβρίου.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ : GETTY IMAGES / IDEAL IMAGE
Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή και τα αποσπάσματα από τα ημερολόγια του ψυχιάτρου της, που έρχονται για πρώτη φορά στο φως, η Μέριλιν του εκμυστηρευόταν συχνά ότι φανταζόταν να γνωρίζει τον πατέρα της σε ένα μπαρ, να μην του λέει ότι είναι η κόρη του, να κάνει σεξ μαζί του και να του αποκαλύπτει μετά ποια είναι μόνο και μόνο για να τον εκδικηθεί. Η προβληματική, μάλιστα, σχέση που είχε με το σεξ, το οποίο έβλεπε μάλλον ως μέσο αναγνώρισης από τους άνδρες, δεν λύθηκε ποτέ, σύμφωνα πάντα με τα κατάστιχα του ψυχιάτρου της, κάτι που φαίνεται να έχει λάβει σοβαρά υπόψη ο σκηνοθέτης Αντριου Ντόμινικ. Πάντως, σεξ και Μέριλιν ήταν πάντα αδιάρρηκτα συνδεδεμένα και ως εκ τούτου φαίνεται να παίζουν πρωτεύοντα ρόλο και στη νέα ταινία του - εξ ου και ο σκηνοθέτης επέλεξε μια ηθοποιό που έχει καταφέρει να καθιερωθεί ως πρώιμο είδωλο του σεξ στην τελευταία ταινία του Τζέιμς Μποντ.
Οσο για την ίδια την Ντε Αρμας, δηλώνει ενθουσιασμένη από τη συμμετοχή της στο «Blonde» γράφοντας σε ανάρτησή της στο Instagram: «Ηταν μεγάλο δώρο να δουλέψω με ηθοποιούς όπως ο Αντριαν Μπρόντι, ο Μπόμπι Καναβάλε», αναφέροντας χαρακτηριστικά τους άνδρες συμπρωταγωνιστές της, οι οποίοι θα υποδυθούν τους πρώην συζύγους της Μονρόε, Αρθουρ Μίλερ και Τζο Ντι Μάτζιο, αντίστοιχα. Η σεξουαλικότητα της Ανα Ντε Αρμας δεν φάνηκε μόνο στην τελευταία ταινία Τζέιμς Μποντ, αλλά και στο ερωτικό θρίλερ «Deep Water», όπου πρωταγωνιστούσε μαζί με τον πρώην της, Μπεν Αφλεκ, προτού εκείνος επιστρέψει στην Τζένιφερ Λόπεζ. Στα αισθησιακά πλάνα του τρέιλερ είναι ήδη αντιληπτό ότι πρόκειται για την πιο αισθησιακή εκδοχή της Μέριλιν που έχουμε δει μέχρι στιγμής.
Η «ζωώδης», όπως είχε χαρακτηριστεί από πολλούς και όπως καταγράφεται στο βιβλίο της Κάρολ Οουτς, σεξουαλικότητα της Μέριλιν είχε στρέψει από νωρίς τα φώτα πάνω στην ξεχωριστή στάρλετ την οποία φαίνεται να ερωτεύτηκαν κορυφαίοι ατζέντηδες της εποχής όπως ο αντιπρόεδρος του πρακτορείου ταλέντων William Morris, Τζόνι Χάιντ, ο οποίος ανέλαβε να τη μετατρέψει από pin up girl σε ηθοποιό πρώτης γραμμής. Ο 53χρονος τότε Χάιντ, αφού χώρισε από τη γυναίκα του για χάρη της και ξέροντας ότι δεν έχει παρά ελάχιστους μήνες ζωής, ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη μεταμόρφωση της αγαπημένης του Νόρμα Τζιν σε Μέριλιν: από κοκκινομάλλα την έπεισε να γίνει μοιραία ξανθιά και να παίξει έναν μικρότερο αλλά σημαντικό ρόλο στην πρώτη αξιοσημείωτη ταινία της καριέρας της «Ολα για την Εύα».
Ο ίδιος κατάφερε, επίσης, να της εξασφαλίσει, προτού πεθάνει, και ένα δυνατό συμβόλαιο με την 20th Century Fox φέρνοντάς την στην πρώτη γραμμή. Ο πρόωρος θάνατός του ίσως να ήταν η πρώτη πρώιμη απώλεια ενός πατρικού συμβόλου για τη Μέριλιν και ο λόγος που η ερωτική της ζωή χαρακτηρίστηκε έκτοτε από αστάθεια. Μετά από αυτόν χρειάστηκε να καταφύγει σε πολλούς εραστές, για να καταλήξει τελικά να παντρευτεί τον παίκτη του μπέιζμπολ Τζο Ντι Μάτζιο, ο οποίος ωστόσο τη ζήλευε παράφορα και τη χτυπούσε, και κατόπιν στον Αρθουρ Μίλερ, τον οποίο χώρισε στον μήνα του μέλιτος όταν βρήκε ανοιχτό το σημειωματάριό του όπου ο ίδιος έλεγε πόσο λάθος έκανε που την παντρεύτηκε. Οι σχέσεις της Μέριλιν με τους άνδρες παρέμεναν πάντα προβληματικές, δραματικές και γεμάτες τραύματα - και εκεί είναι ακριβώς που εστιάζει ο σκηνοθέτης: «Η τραγωδία της ήταν ότι ήταν ένα ανεπιθύμητο, ορφανό παιδί που έγινε η πιο επιθυμητή γυναίκα, κάτι που δεν μπορούσε καθόλου να διαχειριστεί. Ηταν σαν ένα αυτοκίνητο χωρίς φρένα που αύξανε διαρκώς ταχύτητα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης.
Οι αντιδράσεις
Αλλά η έντονα σεξουαλική ταυτότητα της ταινίας, που υπερτονίζει αυτή την πλευρά της Μέριλιν, έχει ήδη προλάβει να προκαλέσει αντιδράσεις: «Δεν με εκπλήσσει καθόλου. Ισως προς στιγμή να σκέφτηκα ότι υπερτονίσαμε κάποια πράγματα, αλλά ήταν φυσικό. Αρκεί να βάλεις σε ένα δωμάτιο άνδρες και γυναίκες να μιλήσουν για τα σεξουαλικά τους θέματα και να δεις τι σκέφτονται πραγματικά οι γυναίκες. Προκαλεί έκπληξη, πολλές φορές και αμηχανία. Σίγουρα στην ταινία δεν επικαλούμαστε τις πιο χαρούμενες και αισιόδοξες εκδοχές της σεξουαλικότητας, αλλά τις πιο προβληματικές. Ξέρουμε ότι οι Αμερικανοί αισθάνονται άβολα όταν η συζήτηση έρχεται στη σεξουαλική συμπεριφορά, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα», σχολίαζε σχετικά σε συνέντευξή του ο Αντριου Ντόμινικ διαφοροποιώντας έτσι τη νεοζηλανδική του ταυτότητα από το χολιγουντιανό περιβάλλον, το οποίο δείχνει ακόμα να είναι συντηρητικό αναφορικά με τις ακατάλληλες και αισθησιακές ταινίες.
Γνωρίζοντας ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις, ο σκηνοθέτης δεν κρύφτηκε ούτε στιγμή πίσω από το δάχτυλό του λέγοντας ότι αυτό που κυρίως ήθελε να κάνει ήταν μια «ειλικρινής» ταινία «φτιαγμένη ωστόσο με αγάπη και με καλές προθέσεις», την ίδια στιγμή που «είναι γεμάτη οργή», για να καταλήξει στο ότι: «Πολλές φορές προσπάθησα να σκεφτώ σε ποιες περιπτώσεις ο κόσμος θα πει ότι είμαι πολύ προκλητικός, αλλά δεν ήταν αυτός ο στόχος μου. Απλώς ήθελα να πω τα πράγματα όπως ήταν. Φιλοδοξία μου ήταν να κάνω το κοινό να ερωτευτεί τη Μέριλιν».
Προφανώς, τα κατάφερε, αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις της Σιλβί Μπομέλ, της δημοσιογράφου του «Vanity Fair» η οποία έγραψε πως δεν βαρέθηκε ούτε στιγμή βλέποντας αυτή την 166 λεπτών ταινία! Οσο για τον Ντόμινικ, μας υποσχέθηκε να μας κάνει να ξεχάσουμε όλα όσα ξέρουμε για τη Μέριλιν Μονρόε και να παρασυρθούμε όσο ακριβώς πρέπει. Ακόμα και η συγγραφέας του βιβλίου στο οποίο βασίστηκε η ταινία, Τζόις Κάρολ Οουτς, ομολόγησε ότι ενθουσιάστηκε από την ταινία, την οποία χαρακτήρισε «έξοχη» διασκευή του βιβλίου της, αλλά ταυτόχρονα άκρως «ενοχλητική» και σίγουρα άκρως «φεμινιστική». Ωστόσο, το κοινό μαθαίνοντας τα κεντρικά σημεία της πλοκής έχει αντιδράσει αρνητικά, όπως έσπευσε εξίσου να κατακρίνει την προφορά της Κουβανής ηθοποιού.
Παρότι η ίδια έμαθε να μιλάει αγγλικά πριν από μόλις λίγα χρόνια, φαίνεται ότι έχει δουλέψει πολύ στην προφορά της και έχει κάνει πολλά μαθήματα ορθοφωνίας για να μπορέσει να προσεγγίσει τη Μέριλιν, «χωρίς όμως επιτυχία», σύμφωνα με τους χρήστες του Twitter, οι οποίοι είναι εξοργισμένοι βλέποντας το τρέιλερ. «Απαίσια», έγραψαν στο Twitter δύο μέλη από τα άπειρα γκρουπ των φαν της Μέριλιν τονίζοντας ότι μπορεί η Ντε Αρμας να μοιάζει εμφανισιακά στην αξέχαστη ηθοποιό, αλλά δεν πείθει καθόλου όταν μιλάει. «Η ταινία “Blonde” είναι καθαρά βασισμένη στη φαντασία και θα ταΐσει τον κόσμο περισσότερα ψέματα για τη Μέριλιν», έγραψε ένας άλλο μέλος του γκρουπ, με κάποιον άλλο χρήστη να σημειώνει: «Η ταινία είναι κατάλληλη μόνο για ενηλίκους. Είναι ένα φανταστικό παραμύθι με πορνό - μόνο που το πορνό είναι αληθινό».
Αλλη γνώμη, όμως, φαίνεται να έχει ο πρόεδρος του Marilyn Monroe Estate που διαχειρίζεται την περιουσία της ηθοποιού, Μαρκ Ρόζεν, ο οποίος δήλωσε στο «Variety» ότι εγκρίνει απολύτως την επιλογή της Ντε Αρμας για τον ρόλο: «Η Μέριλιν Μονρόε είναι ένα μοναδικό σύμβολο του Χόλιγουντ και της ποπ κουλτούρας που υπερβαίνει τις γενιές και την ιστορία. Κάθε ηθοποιός που αναλαμβάνει αυτό τον ρόλο ξέρει ότι έχει πολλή δουλειά να κάνει. Κρίνοντας μόνο από το τρέιλερ φαίνεται ότι η Ανα ήταν μια εξαιρετική επιλογή καθώς αποτυπώνει τη γοητεία, την ανθρωπιά και την ευθραυστότητα της Μέριλιν. Ανυπομονούμε να δούμε ολόκληρη την ταινία». Η ίδια η Ντε Αρμας είχε πει ότι προετοιμάστηκε για τον ρόλο μελετώντας «εκατοντάδες φωτογραφίες, βίντεο, ηχογραφήσεις, ταινίες, οτιδήποτε μπορούσα να βρω» ενώ, όπως είχε δηλώσει στους «Times» του Λονδίνου, «χρειάστηκαν εννέα μήνες εξάσκησης με ειδικό εκπαιδευτή διαλέκτων και ηχογραφήσεις διαλόγων μετά το γύρισμα. Ηταν ένα μεγάλο βασανιστήριο που μου έκαψε, ειλικρινά, τον εγκέφαλο»
Αυτοκτονία ή δολοφονία;
Αυτό που έχει πάντως ενδιαφέρον, περισσότερο και από το σεξ, είναι το σημείο που εστιάζει όχι μόνο στη σκοτεινή ζωή, αλλά και στον θάνατο της Μέριλιν, κάτι που υπερτονίζει και το 700 σελίδων βιβλίο της Οουτς αφήνοντας σαφώς αιχμές. Ταυτόχρονα είχε προηγηθεί το βιβλίο του δημοσιογράφου-ερευνητή Αντονι Σάμερς, ο οποίος είχε μιλήσει με πάνω από 650 πρόσωπα τα οποία είχε καταγράψει σε κασέτες που ακούγονται στο ντοκιμαντέρ «Το μυστήριο της Μέριλιν Μονρόε: Οι άγνωστες κασέτες», το οποίο σκηνοθέτησε η Εμα Κούπερ και προβάλλεται, επίσης, στο Netflix.
Σύμφωνα με τα τεκμήρια που συνέλεξε και τα αρχεία στα οποία προσέφυγε για πρώτη φορά ο Σάμερς, υπήρξε σαφής και εσκεμμένη παραποίηση των στοιχείων του θανάτου της, καθώς η ίδια φαίνεται να είχε πεθάνει κατά τη μεταφορά της στο νοσοκομείο και όχι στο σπίτι, και μάλιστα πριν από τις 11 το βράδυ και όχι στις 3 το πρωί, όπως τελικά ανακοινώθηκε. Ο δημοσιογράφος-ερευνητής ξεκίνησε μια αναζήτηση στοιχείων που αντί για δύο μήνες, όπως αρχικά προγραμμάτιζε, του πήρε δύο χρόνια εξαντλητικής έρευνας που, όπως παραδέχτηκε, είχε να κάνει με τις σκοτεινές συνθήκες του πρόωρου θανάτου της.
Και όλα αυτά είχαν σαφώς να κάνουν με τη στενή, σεξουαλική σχέση που είχε με τους αδελφούς Κένεντι για περίπου μία δεκαετία προτού εκείνοι αναλάβουν την εξουσία. Βλέποντας τον τρόπο με τον οποίο η Μέριλιν είχε, άθελά της, μετατραπεί σε αντικείμενο εκμετάλλευσης των ισχυρών ανδρών, ο δημοσιογράφος-ερευνητής άρχισε να μιλάει με όλους τους ανθρώπους από το στενό της περιβάλλον, ακόμα και με τον ψυχίατρό της, για να καταλήξει ότι όλοι είχαν κάποιο σοβαρό λόγο να τη φοβούνται.
Από τον γάμο της με τον χαρακτηριζόμενο, σύμφωνα με τη CIA, «επικίνδυνο κομμουνιστή» Αρθουρ Μίλερ, που είχε βαρέσει καμπανάκια στο FBI και τον Τζον Εντγκαρ Χούβερ, ο οποίος άρχισε να παρακολουθεί τις κινήσεις της, έως τους αδελφούς Κένεντι, που είχαν ερωτική σχέση μαζί της, αρχικά ο Τζον και κατόπιν ο Μπομπ, όλοι είχαν τη Μέριλιν στο στόχαστρο. Η σχέση της μάλιστα με τους Κένεντι είναι που την είχε καταστήσει μέσο εκβιασμού σκοτεινών δυνάμεων όπως του Τζίμι Χόφα, επικεφαλής του εργατικού συνδικάτου των οδηγών φορτηγών και μέλους της μαφίας, ο οποίος για να απειλήσει τον Μπομπ Κένεντι προσέλαβε τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Φρεντ Οτας να κατασκοπεύσει τη βίλα του Πίτερ Λόφορντ στο Μαλιμπού όπου συνευρισκόταν η Μέριλιν με τους δύο πολιτικούς άνδρες.
Οταν λοιπόν οι κοριοί που τοποθετήθηκαν σε διαφορετικά σημεία του σπιτιού έφεραν στο φως μυστικά κρίσιμα για τα πυρηνικά, τα οποία φαινόταν ότι γνώριζε η Μέριλιν, το σύστημα Κένεντι, το FBI και η CIA θεώρησαν ότι πρέπει να την κρατήσουν σε απόσταση. Τότε ήταν που τα δύο αδέλφια αποφάσισαν να της απαγορεύσουν κάθε τηλεφώνημα και κάθε επαφή προκαλώντας την άμεση αντίδρασή της. Μάλιστα ντοκουμέντα αναφέρουν ότι ο Μπομπ Κένεντι ταξίδεψε αυθημερόν και ήταν παρών στον θάνατο της Μέριλιν παραποιώντας κρίσιμα στοιχεία για την ώρα και το μέρος όπου η ίδια βρέθηκε νεκρή και δημιουργώντας πολλά ερωτήματα για την εμπλοκή του στον θάνατό της.
Ακόμα λοιπόν κι αν δεν επρόκειτο για δολοφονία, σίγουρα, σύμφωνα με την εκδοχή του ντοκιμαντέρ του Netflix αλλά και του βιβλίου της Οουτς, ήταν ένας από τους λόγους της απελπισίας στην οποία περιέπεσε απότομα η ίδια όταν ο Μπομπ Κένεντι της είπε να διακόψουν. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι τρεις μήνες πριν από τον θάνατό της η Μέριλιν τραγουδούσε απαστράπτουσα και άκρως ερωτική -όπως θα δείξει και η ταινία- με τουαλέτα που είχε πάνω της 6.000 κρυστάλλους το «Happy birthday, Mr President» στα γενέθλια του Τζον Κένεντι. Μια πραγματικότητα υπερβολικά αντιφατική και σίγουρα πολλή οδυνηρή, ακόμα κι αν ήταν διαρκώς ποτισμένη στη φαντασία, και αυτό τελικά είναι το κεντρικό νόημα της ταινίας που αναμένεται να προβληθεί στους δέκτες του Netflix στις 28 Σεπτεμβρίου.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ : GETTY IMAGES / IDEAL IMAGE
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα