Η «je ne sais quoi» γοητεία της Μαριόν Κοτιγιάρ
05.12.2012
14:43
Η ερμηνεία της είναι εξαιρετική καθώς ο φακός την ακολουθεί από την παραίτηση στη ζωή, στην όρεξη για μια νέα αρχή.
Πριν κάποια χρόνια, οι δραματικές κομεντί που παρήγαγε η γαλλική κινηματογραφική βιομηχανία άρχισαν να ενδιαφέρουν και άλλες χώρες .
Ήταν μάλλον οι γλυκές γαλλιδούλες πρωταγωνίστριες όπως η Οντρέι Τοτού και η Μαριόν Κοτιγιάρ που έκαναν αυτές τις ταινίες τόσο αξιαγάπητες. Και έτσι οι Γάλλοι βρήκαν ένα νέο προιόν να εξάγουν πέραν των τυριών και των κρασιών τους.
Ενώ όμως οι δύο Γαλλίδες ηθοποιοί ξεκίνησαν με κοινή πορεία και εξίσου «γλυκανάλατες» ρομαντικές ταινίες, όπως η Αμελί και το Αγάπα με αν Τολμάς, η Τοτού μετατράπηκε σε χλιαρή συμπρωταγωνίστρια μεγάλων Χολυγουντιανών μπλόκμπάστερς, αν εξαιρέσουμε την ενσάρκωση της Κοκό Σανέλ που υποδύθηκε πρόσφατα.
Αντίθετα, η Κοτιγιάρ έγινε η ίδια το επίκεντρο της προσοχής και όχι η "βοηθητική ρόδα" μιας ταινίας. Η αρχή έγινε το 2003, που ήταν μια πραγματικά καλή χρονιά για την Μαριόν Κοτιγιάρ.
Έπαιξε στο cult πια έργο Big Fish, που λάτρεψαν οι έφηβοι και οι twenty-somethings όλης της Ευρώπης και στην ελαφρώς «μαύρη» ερωτική κομεντί «Αγάπα με αν τολμάς». Έχτισε έτσι την πρώτη της πλατφόρμα από fans που θα την εδραίωνε στις προτιμήσεις των σινεματόφιλων. Στο "Αγάπα με αν Τολμάς" της χαμογέλασε και ο έρωτας, όπου και γνώρισε λίγο καλύτερα τον συμπρωταγωνιστή της Γκιγιόμ Κανέ... τον άντρα που κάθε Γαλλίδα μεταξύ 18 και 98 ετών θα ήθελε στο κρεβάτι της. Η χημεία τους ήταν στιγμιαία και είναι σήμερα το πλέον αγαπημένο και χιλιοφωτογραφημένο ζευγάρι της Γαλλικής σόουμπιζ.
Η συνέχεια θα ήταν εξίσου καλή για την Κοτιγιάρ. Η εδραίωση της ήρθε με την ταινία La Mome το 2007, όπου ενσαρκώσε την Εντιθ Πιάφ. Η Μαριόν Κοτιγιάρ ως Πιάφ, ήταν ότι πιο κοντινό μπορούσε κανείς να φανταστεί στην ίδια την Εντιθ Πιάφ. Περπατούσε σαν κι αυτή, κοιτούσε σαν κι αυτή, κάπνιζε σαν κι αυτή. Μάλιστα λέγεται οτι τα μάτια της που θύμιζαν την Πιάφ ήταν αυτά που της χάρισαν τον ρόλο πριν καν ακόμα γνωριστεί με τον σκηνοθέτη. Βέβαια πέρα από το διαπεραστικό της βλέμμα, με το παίξιμο της απέδειξε περίτρανα πως έχει και ένα ευρύ υποκριτικό ταλέντο που δικαίωσε την επιλογή του.
Ήταν μάλλον οι γλυκές γαλλιδούλες πρωταγωνίστριες όπως η Οντρέι Τοτού και η Μαριόν Κοτιγιάρ που έκαναν αυτές τις ταινίες τόσο αξιαγάπητες. Και έτσι οι Γάλλοι βρήκαν ένα νέο προιόν να εξάγουν πέραν των τυριών και των κρασιών τους.
Ενώ όμως οι δύο Γαλλίδες ηθοποιοί ξεκίνησαν με κοινή πορεία και εξίσου «γλυκανάλατες» ρομαντικές ταινίες, όπως η Αμελί και το Αγάπα με αν Τολμάς, η Τοτού μετατράπηκε σε χλιαρή συμπρωταγωνίστρια μεγάλων Χολυγουντιανών μπλόκμπάστερς, αν εξαιρέσουμε την ενσάρκωση της Κοκό Σανέλ που υποδύθηκε πρόσφατα.
Αντίθετα, η Κοτιγιάρ έγινε η ίδια το επίκεντρο της προσοχής και όχι η "βοηθητική ρόδα" μιας ταινίας. Η αρχή έγινε το 2003, που ήταν μια πραγματικά καλή χρονιά για την Μαριόν Κοτιγιάρ.
Έπαιξε στο cult πια έργο Big Fish, που λάτρεψαν οι έφηβοι και οι twenty-somethings όλης της Ευρώπης και στην ελαφρώς «μαύρη» ερωτική κομεντί «Αγάπα με αν τολμάς». Έχτισε έτσι την πρώτη της πλατφόρμα από fans που θα την εδραίωνε στις προτιμήσεις των σινεματόφιλων. Στο "Αγάπα με αν Τολμάς" της χαμογέλασε και ο έρωτας, όπου και γνώρισε λίγο καλύτερα τον συμπρωταγωνιστή της Γκιγιόμ Κανέ... τον άντρα που κάθε Γαλλίδα μεταξύ 18 και 98 ετών θα ήθελε στο κρεβάτι της. Η χημεία τους ήταν στιγμιαία και είναι σήμερα το πλέον αγαπημένο και χιλιοφωτογραφημένο ζευγάρι της Γαλλικής σόουμπιζ.
Η συνέχεια θα ήταν εξίσου καλή για την Κοτιγιάρ. Η εδραίωση της ήρθε με την ταινία La Mome το 2007, όπου ενσαρκώσε την Εντιθ Πιάφ. Η Μαριόν Κοτιγιάρ ως Πιάφ, ήταν ότι πιο κοντινό μπορούσε κανείς να φανταστεί στην ίδια την Εντιθ Πιάφ. Περπατούσε σαν κι αυτή, κοιτούσε σαν κι αυτή, κάπνιζε σαν κι αυτή. Μάλιστα λέγεται οτι τα μάτια της που θύμιζαν την Πιάφ ήταν αυτά που της χάρισαν τον ρόλο πριν καν ακόμα γνωριστεί με τον σκηνοθέτη. Βέβαια πέρα από το διαπεραστικό της βλέμμα, με το παίξιμο της απέδειξε περίτρανα πως έχει και ένα ευρύ υποκριτικό ταλέντο που δικαίωσε την επιλογή του.
Αστραπιαία εκτοξεύτηκε στον ουρανό των μεγάλων αστεριών, κερδίζοντας ένα Όσκαρ για την ερμηνεία της. Και ένα νέο στάτους στην Γαλλία, καθώς το Όσκαρ, ήταν κάτι που είχε καταφέρει μόνο μια άλλη Γαλλίδα πολλά πολλα χρόνια πριν- η Σιμον Σινιορέ. Μετά ακολούθησε το Εννιά, μια ακριβή παραγωγή όπου όλοι οι ηθοποιοί ήταν ένας κι ένας: Τζούντι Ντέντς, Σοφία Λόρεν, Νικόλ Κιντμαν, Ντάνιελ Ντέι Λούις. Πρόσφατα την είδαμε σε έναν μικρό αλλά σέξι ρόλο και στο Μεσάνυχτα Στο Παρίσι, του Γούντι Άλεν και ως femme fatale στη νέα ταινία του Μπάτμαν.
Παράλληλα με όλα αυτά ζούσε ένα μεγάλο έρωτα και γύριζε γαλλικές ταινίες. Αλλά και ξεσήκωνε θυέλλα με τις απόψεις της για την "σκηνοθετημένη" τρομοκρατική πράξη της 11ης Σεπτεμβρίου, όπως την είχε αποκαλέσει σε μια συνέντευξη ή για την πεποίθηση της οτι υπάρχουν εξωγήινοι.
To 2010 την σκηνοθέτησε ο σύντροφος της Κανέ, στα Μικρά Αθώα Ψέμματα όπου και "έκλεψε" την παράσταση με μια σέξι λεσβιακή σκηνή.
Και μετά από μια μικρή διακοπή το 2011 για να υποδεχτεί τον γιο της, η Κοτιγιάρ επανέρχεται φέτος με μια συγκλονιστική ερμηνεία σε μια πρωτότυπη ιστορία από τον Γάλλο σκηνοθέτη Ζακ Οντιάρ, που της έχει χαρίσει διθυραμβικές κριτικές από όλα τα μεγάλα έντυπα του κόσμου και υποψηφιότητες για κάποια βραβεία.
Η Κοτιγιάρ υποδύεται μια εκπαιδεύτρια φαλαινών που ένα βράδυ σε ένα κλαμπ γνωρίζει έναν σεκιουριτά-μποξέρ που την σώζει από ένα καυγά. Δεν προλαβαίνει να τον ξαναδεί γιατί την συμβαίνει ένα τραγικό ατύχημα. Μια από τις φαλαινες που εκπαιδεύει της τρώει και τα δύο πόδια. Ανάπηρη από τα γόνατα και κάτω, τηλεφωνεί μετά από καιρό στον σεκιουριτά και ξεκινάει μια φιλία στην αρχή και αργότερα μια ερωτική σχέση, πολύ απλά γιατί αυτός αρνείται να την λυπηθεί και της φέρεται σαν να μην της έχει συμβεί τίποτα.
Η ερμηνεία της είναι εξαιρετική καθώς ο φακός την ακολουθεί από την παραίτηση στη ζωή, στην όρεξη για μια νέα αρχή. Η Κοτιγιάρ παρουσιάζει έναν χαρακτήρα που παρότι τραυματισμένος ψυχικά και σωματικά, καταφέρνει να παραμένει ανοιχτός στην ελπίδα, στον έρωτα και στη συνέχεια στην ευτυχία. Όλα αυτά μέσα από τον σκληρό και διερευνητικό φακό του Οντιάρ.
Ο τρόπος που υιοθετεί τον χαρακτήρα η Κοτιγιάρ μας αποτρέπει από το να την λυπηθούμε και να επικεντρωθούμε στο δραματικό συμβάν που άλλαξε την ζωή της, αλλά μας καθηλώνει στην προσωπικότητα της, τις σκέψεις και τις κινήσεις της για να χτίσει τα επόμενα βήματα. στην διαφορετική πια ζωή της. Η ευάλωτη παράλυτη νεαρή γυναίκα είναι πολύ δυνατή.
Έτσι όπως μάλλον προτιμά να την βλέπουν και στην πραγματική της ζωή. Ζώντας απλά, εκτός δημοσιότητας, με τον σύντροφο και τον γιο της, βολτάροντας στους δρόμους του Παρισιού και ρωτώντας τον εαυτό της “Cap ou pas cap?” (Τολμάς ή δεν τολμάς?) όπως ρωτούσε ως Sophie, στην ταινία Αγαπα με αν τολμάς.
Παράλληλα με όλα αυτά ζούσε ένα μεγάλο έρωτα και γύριζε γαλλικές ταινίες. Αλλά και ξεσήκωνε θυέλλα με τις απόψεις της για την "σκηνοθετημένη" τρομοκρατική πράξη της 11ης Σεπτεμβρίου, όπως την είχε αποκαλέσει σε μια συνέντευξη ή για την πεποίθηση της οτι υπάρχουν εξωγήινοι.
To 2010 την σκηνοθέτησε ο σύντροφος της Κανέ, στα Μικρά Αθώα Ψέμματα όπου και "έκλεψε" την παράσταση με μια σέξι λεσβιακή σκηνή.
Και μετά από μια μικρή διακοπή το 2011 για να υποδεχτεί τον γιο της, η Κοτιγιάρ επανέρχεται φέτος με μια συγκλονιστική ερμηνεία σε μια πρωτότυπη ιστορία από τον Γάλλο σκηνοθέτη Ζακ Οντιάρ, που της έχει χαρίσει διθυραμβικές κριτικές από όλα τα μεγάλα έντυπα του κόσμου και υποψηφιότητες για κάποια βραβεία.
Η Κοτιγιάρ υποδύεται μια εκπαιδεύτρια φαλαινών που ένα βράδυ σε ένα κλαμπ γνωρίζει έναν σεκιουριτά-μποξέρ που την σώζει από ένα καυγά. Δεν προλαβαίνει να τον ξαναδεί γιατί την συμβαίνει ένα τραγικό ατύχημα. Μια από τις φαλαινες που εκπαιδεύει της τρώει και τα δύο πόδια. Ανάπηρη από τα γόνατα και κάτω, τηλεφωνεί μετά από καιρό στον σεκιουριτά και ξεκινάει μια φιλία στην αρχή και αργότερα μια ερωτική σχέση, πολύ απλά γιατί αυτός αρνείται να την λυπηθεί και της φέρεται σαν να μην της έχει συμβεί τίποτα.
Η ερμηνεία της είναι εξαιρετική καθώς ο φακός την ακολουθεί από την παραίτηση στη ζωή, στην όρεξη για μια νέα αρχή. Η Κοτιγιάρ παρουσιάζει έναν χαρακτήρα που παρότι τραυματισμένος ψυχικά και σωματικά, καταφέρνει να παραμένει ανοιχτός στην ελπίδα, στον έρωτα και στη συνέχεια στην ευτυχία. Όλα αυτά μέσα από τον σκληρό και διερευνητικό φακό του Οντιάρ.
Ο τρόπος που υιοθετεί τον χαρακτήρα η Κοτιγιάρ μας αποτρέπει από το να την λυπηθούμε και να επικεντρωθούμε στο δραματικό συμβάν που άλλαξε την ζωή της, αλλά μας καθηλώνει στην προσωπικότητα της, τις σκέψεις και τις κινήσεις της για να χτίσει τα επόμενα βήματα. στην διαφορετική πια ζωή της. Η ευάλωτη παράλυτη νεαρή γυναίκα είναι πολύ δυνατή.
Έτσι όπως μάλλον προτιμά να την βλέπουν και στην πραγματική της ζωή. Ζώντας απλά, εκτός δημοσιότητας, με τον σύντροφο και τον γιο της, βολτάροντας στους δρόμους του Παρισιού και ρωτώντας τον εαυτό της “Cap ou pas cap?” (Τολμάς ή δεν τολμάς?) όπως ρωτούσε ως Sophie, στην ταινία Αγαπα με αν τολμάς.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr