Η Amy Winehouse στο «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ»
16.02.2012
15:53
Προσφέροντας τα δύο κορυφαία CD της καριέρας της, το «Frank» και το «Back to black», το «Θέμα» θυμάται το μεγαλύτερο μουσικό αστέρι της δεκαετίας, που έμελλε να σβήσει τόσο νωρίς όσο έντονα έλαμψε...
Δεν έχουν περάσει παρά ελάχιστοι μήνες από τότε που όλα τα μέσα ενημέρωσης του πλανήτη διέκοπταν το πρόγραμμά τους για να ανακοινώσουν τον θάνατο μιας ποπ σταρ και το όνομα Εϊμι Γουάινχαουζ εξακολουθεί να λάμπει στο μουσικό στερέωμα. Ηταν το απόλυτο φαινόμενο κι αυτή που ανέτρεψε τα δεδομένα της σύγχρονης μουσικής, πουλώντας περισσότερους δίσκους από οποιονδήποτε άλλον και κάνοντας κυριολεκτικά τον κόσμο να παραληρεί στο άκουσμα του ονόματός της. Σε μια εποχή που δεν φημίζεται για τα μεγάλα της αστέρια, η Εϊμι ήρθε για να μας θυμίσει ότι η έντονη λάμψη τους είναι ανάλογη της σύντομης διάρκειάς τους. Τι είναι όμως αυτό που έκανε την Εϊμι Γουάινχαουζ, μια Βρετανή εβραία από τα φτωχά προάστια του Λονδίνου, να γίνει το μουσικό φαινόμενο αλλά και το style icon του πλανήτη; Ποιο είναι το μυστικό που δικαιολογεί την ξαφνική άνοδο και το μοιραίο τέλος της; Το «Θέμα», προσφέροντας στους αναγνώστες του τα δύο μοναδικά και διάσημα άλμπουμ της καριέρας της, το «Frank» και το «Back to black», μαζί με δύο bonus CD και ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή της μας δίνει την αφορμή να ξαναδούμε το φαινόμενο Εϊμι Γουάινχαουζ και να θυμηθούμε τις σημαντικότερες στιγμές της εντυπωσιακής αλλά τόσο σύντομης καριέρας της.
«Ποια είναι αυτή η πιτσιρίκα;»
Οταν η Εϊμι Γουάινχαουζ έσκασε κυριολεκτικά σαν διάττοντας αστέρας στη μουσική βιομηχανία της ποπ, τα πάντα έμοιαζαν απολύτως προβλέψιμα. Οι φωνές ήταν μετρημένα ναζιάρικες, τα κορίτσια σχεδόν ομοιόμορφα, το αμπαλάζ στημένο και οι στίχοι απογοητευτικοί. Επιπλέον, τα πάντα μοιράζονταν ανάμεσα στους ποιοτικούς-εναλλακτικούς και στους εμπορικούς, οι οποίοι βρίσκονταν σε θανάσιμο πόλεμο μεταξύ τους. Μέχρι που εμφανίστηκε αυτή η πιτσιρίκα με τη βραχνή φωνή και το παράξενο στυλ -που δεν θα την έλεγες καν όμορφη- για να τραβήξει πάνω της τα φλας και τα βραβεία σαν μαγνήτης.
Ενώνοντας ιδανικά τις περίφημες κριτικές με τη λατρεία του κόσμου η Εϊμι Γουάινχαουζ κατάφερε μόλις σε δύο χρόνια (από το 2006 μέχρι το 2008) να συντρίψει όλα τα ρεκόρ πωλήσεων πουλώντας μια συνταγή εντελώς δική της και καθόλου κατασκευασμένη. «Κανείς δεν πιστεύει ότι αυτή η φωνή δεν ανήκει σε μια γυναίκα που έχει φάει τα μπαρουτοκαπνισμένα τζαζόμπαρα με το κουτάλι», έγραφε σε μία από τις πρώτες κριτικές του ο «Guardian» για το «Frank» με το οποίο κάνει την εμφάνισή της η πιτσιρίκα τότε Εϊμι. «Και κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι αυτή η βραχνή φωνή ανήκει σε μια 19χρονη», συμπλήρωνε ο περίοπτος μουσικός κριτικός του «Guardian». Το «Frank» -που θα προσφέρει το «Πρώτο Θέμα» την ερχόμενη Κυριακή μαζί με το δεύτερο bonus CD- δεν ενθουσίασε μόνο τους κριτικούς αλλά έφερε και τις πιο απρόσμενες διακρίσεις που γνώρισε ποτέ πρωτοεμφανιζόμενος. Κάπως αμήχανη με την πρόωρη επιτυχία, η Εϊμι δεν προλαβαίνει να απαντά σε συνεντεύξεις επιβεβαιώνοντας ότι έγραψε μόνη της το σπαραξικάρδιο και άκρως αισθησιακό «Stronger than me», το ατμοσφαιρικό «I heard love is blind» και το άκρως συνειδητοποιημένο για μια κοπέλα που δεν έχει κλείσει καν τα είκοσι «What is it about men». Το ιδανικό μίγμα της ψαγμένης νεο-τζαζ με σόουλ και dub αποχρώσεις σε συνδυασμό με τους ειλικρινείς αλλά απόλυτα κυνικούς στίχους που έγραφε η ίδια στο «Frank» έδειχνε να κατακτά τις ανοιχτές σε νέες επιρροές καρδιές των μουσικόφιλων.
«Ποια είναι αυτή η πιτσιρίκα;»
Οταν η Εϊμι Γουάινχαουζ έσκασε κυριολεκτικά σαν διάττοντας αστέρας στη μουσική βιομηχανία της ποπ, τα πάντα έμοιαζαν απολύτως προβλέψιμα. Οι φωνές ήταν μετρημένα ναζιάρικες, τα κορίτσια σχεδόν ομοιόμορφα, το αμπαλάζ στημένο και οι στίχοι απογοητευτικοί. Επιπλέον, τα πάντα μοιράζονταν ανάμεσα στους ποιοτικούς-εναλλακτικούς και στους εμπορικούς, οι οποίοι βρίσκονταν σε θανάσιμο πόλεμο μεταξύ τους. Μέχρι που εμφανίστηκε αυτή η πιτσιρίκα με τη βραχνή φωνή και το παράξενο στυλ -που δεν θα την έλεγες καν όμορφη- για να τραβήξει πάνω της τα φλας και τα βραβεία σαν μαγνήτης.
Ενώνοντας ιδανικά τις περίφημες κριτικές με τη λατρεία του κόσμου η Εϊμι Γουάινχαουζ κατάφερε μόλις σε δύο χρόνια (από το 2006 μέχρι το 2008) να συντρίψει όλα τα ρεκόρ πωλήσεων πουλώντας μια συνταγή εντελώς δική της και καθόλου κατασκευασμένη. «Κανείς δεν πιστεύει ότι αυτή η φωνή δεν ανήκει σε μια γυναίκα που έχει φάει τα μπαρουτοκαπνισμένα τζαζόμπαρα με το κουτάλι», έγραφε σε μία από τις πρώτες κριτικές του ο «Guardian» για το «Frank» με το οποίο κάνει την εμφάνισή της η πιτσιρίκα τότε Εϊμι. «Και κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι αυτή η βραχνή φωνή ανήκει σε μια 19χρονη», συμπλήρωνε ο περίοπτος μουσικός κριτικός του «Guardian». Το «Frank» -που θα προσφέρει το «Πρώτο Θέμα» την ερχόμενη Κυριακή μαζί με το δεύτερο bonus CD- δεν ενθουσίασε μόνο τους κριτικούς αλλά έφερε και τις πιο απρόσμενες διακρίσεις που γνώρισε ποτέ πρωτοεμφανιζόμενος. Κάπως αμήχανη με την πρόωρη επιτυχία, η Εϊμι δεν προλαβαίνει να απαντά σε συνεντεύξεις επιβεβαιώνοντας ότι έγραψε μόνη της το σπαραξικάρδιο και άκρως αισθησιακό «Stronger than me», το ατμοσφαιρικό «I heard love is blind» και το άκρως συνειδητοποιημένο για μια κοπέλα που δεν έχει κλείσει καν τα είκοσι «What is it about men». Το ιδανικό μίγμα της ψαγμένης νεο-τζαζ με σόουλ και dub αποχρώσεις σε συνδυασμό με τους ειλικρινείς αλλά απόλυτα κυνικούς στίχους που έγραφε η ίδια στο «Frank» έδειχνε να κατακτά τις ανοιχτές σε νέες επιρροές καρδιές των μουσικόφιλων.
Το «Τελευταίο αντίο», ένα αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ
Οπως μας αποκαλύπτει το «Τελευταίο αντίο», το ντοκιμαντέρ που ρίχνει άπλετο φως στη ζωή και τα χαρίσματα της Εϊμι Γουάινχαουζ, αν δεν ήταν τόσο αυθεντική, αν το στυλ της δεν ήταν τόσο πρωτόγνωρο και αληθινό, και αν δεν έγραφε η ίδια τους στίχους και δεν τους τραγουδούσε καταθέτοντας την ψυχή της, το κοινό θα το καταλάβαινε. Και δεν θα έδειχνε τη μοναδική αυτή ανταπόκριση. Δεν υπήρχε κανείς να μη γοητευτεί από αυτό το μοναδικό μουσικό απόσταγμα ρετρό αναπόλησης, μυρωδιάς βόρειου Λονδίνου και υψηλής αισθητικής. Εχοντας μεγαλώσει ακούγοντας φανατικά Φρανκ Σινάτρα και όλους τους δίσκους των ανεπανάληπτων κρούνερ -ο πατέρας της ήθελε να γίνει ένας από αυτούς- και των κοριτσιών της Motown, η φιλόδοξη δημιουργός ήξερε πολύ καλά, πριν από το ντεμπούτο της, ποιο θα είναι ακριβώς το μουσικό της στίγμα. Επιπλέον, η σόουλ αισθησιακή της φωνή συνοδεύεται κι από το ιδανικό αμπαλάζ που εφηύρε η ίδια αποτίοντας έτσι φόρο τιμής στις αγαπημένες ντίβες της δεκαετίας του ’50 και του ’60 με τον ψηλό κότσο και τα έντονα βαμμένα μάτια (ένα στυλ που τίμησε ο Καρλ Λάγκερφελντ κι εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να υιοθετούν οι πασαρέλες όλου του κόσμου).
Το μόνο που έλειπε για να ολοκληρωθεί το μοναδικά ρετρό ίματζ της Εϊμι ήταν η τόλμη: γι’ αυτό και πολύ σύντομα οι τεράστιοι κότσοι και τα κολλητά φορέματα που έφερναν στον νου τις παλιές σέξι ντίβες συμπληρώθηκαν με τα διάστικτα σε όλο της το κορμί τεράστια τατουάζ. Τα πάντα άλλωστε πάνω της είχαν μια δόση μυθιστορηματικής υπερβολής: η τζαζ φωνή της έβγαινε ανεπαίσθητα και με τεράστιο τσαμπουκά μέσα από ανεπανάληπτες μελωδίες και δυνατά ξεσπάσματα. Και το κυριότερο: η Εϊμι έπειθε ακόμη και όσους δεν είχαν ξανακούσει τζαζ ότι η μουσική της αφορούσε τους πάντες.
Τα συναισθήματά της -όπως καταθέτουν κι οι συγγενείς της στο σχετικό ντοκιμαντέρ- ήταν αυθεντικά. Βίωσε εξαιρετικά έντονα την εγκατάλειψη από τον φίλο της, καθώς και το ότι ήταν φτιαγμένη για έντονες σχέσεις και όμορφες νότες. Μόνο που διέθετε το στίγμα που συνοδεύει κάθε γεννημένο καλλιτέχνη: υψηλό ταλέντο ταυτισμένο με μεγάλες δόσεις αυτοκαταστροφής. Οι πρώτες εμφανίσεις της στα τζαζ μπαρ του Λονδίνου μπορεί να ήταν άκρως επιτυχημένες -όπως κι αυτές στην τηλεόραση- αλλά περιελάμβαναν σχεδόν καθημερινά τεράστιες δόσεις αλκοόλ. Ενίοτε μάλιστα εναλλάσσονταν με απαγορευμένες ουσίες που γίνονταν ολοένα περισσότερες, όταν η νέα ερμηνεύτρια γνώρισε τον μεγάλο της έρωτα και αμετανόητο τζάνκι, τον Μπλέικ Φίλντερ-Σίβιλ. Ο εντελώς άσημος τεχνικός της μουσικής και η δημοφιλέστατη ανά τον πλανήτη ντίβα ερωτεύονται, αλλά εκείνος έχει ήδη δεσμό τον οποίο δύσκολα αποφασίζει να εγκαταλείψει για χάρη της.
Οπως πολύ σοφά επισημαίνει και το ντοκιμαντέρ, αν δεν υπήρχε η μοιραία και ανέφικτη σχέση με τον Μπλέικ, πιθανόν το «Back to black» να μην ήταν τόσο θεσπέσιο και μοναδικό. Να μην ήταν γραμμένο με το ίδιο της το αίμα που ένιωθε να την εγκαταλείπει όταν εκείνος έφυγε από κοντά της, αλλά και λέρωνε τα ρούχα της μετά τους τακτικούς -είναι αλήθεια- μεταξύ τους ξυλοδαρμούς (αγαπημένο θέμα των παπαράτσι). Ο Μπλέικ είναι αναμφίβολα το πρόσωπο που στιγμάτισε την παράφορα ερωτευμένη Εϊμι καθώς κι αυτός που θα καθορίσει τη ζωή της (και όπως λένε μερικοί, έστω και άθελά του, το μοιραίο τέλος της).
Η συντριπτική επιτυχία του «Back to black»
Το «Back to black» -που προσφέρει το «Πρώτο Θέμα» τη δεύτερη Κυριακή στους φαν της Εϊμι μαζί με το εξαιρετικό bonus CD- έσκασε κυριολεκτικά σαν πυροτέχνημα στον χώρο της μουσικής. Τα πληγωμένα συναισθήματα διοχετεύτηκαν σε γραμμένους εκ βαθέων στίχους, ενώ οι μουσικές που ακροβατούσαν ανάμεσα στην r’n’b, την τζαζ, τη σόουλ και τη φανκ ξεδιπλώνονταν αναπάντεχες, μοντέρνες, δουλεμένες μέχρι την τελευταία τους ίντσα. Ηταν ένα από τα ελάχιστα άλμπουμ που έβγαλαν επιτυχίες από το πρώτο track μέχρι το τελευταίο, χωρίς μάλιστα να προλαβαίνουν να διαδέχονται το ένα το άλλο στις κορυφές των charts. Κι αυτή η καθολική ανταπόκριση του κοινού ίσως να εξηγεί και το απόλυτο φαινόμενο Εϊμι: δεν υπήρξε ποτέ η τραγουδίστρια του ενός σουξέ, αλλά η ερμηνεύτρια των μεγάλων και απόλυτων επιτυχιών. Ηταν η δημιουργός, η απεγνωσμένη καλλιτέχνις, η αλλόκοτη αυθεντική περσόνα. Η ποπ κουλτούρα είχε ήδη ανακαλύψει το νέο είδωλό της, το οποίο εκτός από μουσικά προσόντα διέθετε και ένα σκοτεινά γοητευτικό εκτόπισμα. Δεν επρόκειτο απλώς για άλλη μια ξενέρωτη ερωτοχτυπημένη πιτσιρίκα, αλλά για μια επιβλητικά θηλυκή φιγούρα με μπόλικο τσαμπουκά. Ηταν αυτή που σερνόταν όλο νάζι στα πατώματα για το βιντεοκλίπ του «Rehab»,
τραγουδώντας όλο ειλικρίνεια «Προσπάθησες να μου πεις να πάω για αποτοξίνωση, αλλά εγώ δεν πάω», ενώ στο επόμενο βίντεο τού «Ξέρεις ότι είμαι μεγάλος μπελάς/ δεν είμαι καλό κορίτσι», η βραχνή αισθαντική της φωνή αποκάλυπτε όλο το ταλέντο που έχει ένας πληγωμένος άνθρωπος που μετατρέπει τα προσωπικά του αδιέξοδα σε υψηλή τέχνη. Ισως επειδή ήξερε από τότε ότι ακόμη κι αν η τέχνη της ήταν προορισμένη να απογειωθεί, ο έρωτας ήταν γραφτό να την καταρρακώσει. Το πιο όμορφο και μελωδικό τραγούδι του δίσκου, επάξιο ιστορικών τζαζ κομματιών, το «Love is a loosing game», αποδεικνύει τη δεδομένα καταστροφική γι’ αυτήν υφή του έρωτα. Οσο για το τελευταίο κομμάτι του ίδιου άλμπουμ και επίσης δεδομένη επιτυχία, αυτό είναι από μόνο του δηλωτικό της εντυπωσιακής πορείας που θα ακολουθήσει: ο τίτλος του «Addicted» («Εξαρτημένη») έμελλε να επαληθεύσει με τον χειρότερο τρόπο το τραγικό της ταξίδι στον κόσμο των παραισθήσεων.
Αν εξαιρέσει κανείς τη μοναδική έκλαμψη νηφαλιότητας που πέτυχε όταν ηχογράφησε μια σειρά από μερικά κομμάτια -τα οποία επίσης προσφέρει το «Πρώτο Θέμα» ως bonus CD- μετά το «Back to black», η Εϊμι Γουάινχαουζ δυστυχώς δεν υπήρξε ποτέ αρκετά ματαιόδοξη ώστε να προστατεύσει τον εαυτό της, τα άπειρα χρήματα και την καριέρα της. Αφέθηκε χωρίς κρατήματα και στεγανά στα σκοτεινά μονοπάτια όπου την οδήγησαν το πάθος και ο πηγαίος αυθορμητισμός της, κάτι που απέβη ανεπανόρθωτα μοιραίο. Μάταια προσπάθησαν οι γύρω της, όπως ο φίλος και παραγωγός της Μαρκ Ρόνσον -στον οποίο οφείλει μεγάλο κομμάτι της επιτυχίας της-, να την αποσπάσουν από τη μη αναστρέψιμη πορεία. Ο τελευταίος ωστόσο πρόλαβε να ηχογραφήσει μαζί της μερικά εξαιρετικά κομμάτια τα οποία περιλαμβάνονται στο δεύτερο bonus disc: από το απόλυτο σουξέ του «Valerie» μέχρι το υπέροχο «Cupid» και το «You ’re wondering now». Οπως επισημαίνεται και στο ντοκιμαντέρ που προσφέρει το «Πρώτο Θέμα», ο Μαρκ Ρόνσον ήταν από τους ελάχιστους ανθρώπους που εμπιστευόταν απολύτως η Εϊμι, αυτός που κατάφερε να απογειώσει το ταλέντο της και να αναδείξει στο έπακρο το υλικό της.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr