Συνέντευξη με τον σκηνοθέτη Νίκο Μίχα
Με αφορμή την εξαιρετική παράσταση «ο Αλχημιστής» που παίζεται στο θέατρο «Άλεκτον», μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη Νικόλα Μίχα
Του Γρηγόρη Χαλιακόπουλου
Με αφορμή την εξαιρετική παράσταση «ο Αλχημιστής» που παίζεται στο θέατρο «Άλεκτον», μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη Νικόλα Μίχα ο οποίος σκηνοθετικά κατόρθωσε να στήσει «ψιλοβελονιά» ένα δύσκολο έργο που απαιτεί ιδιαίτερη προσέγγιση και σύνθεση. Ο καινοτόμος σκηνοθέτης σπούδασε κινηματογράφο στη Σχολή Σταυράκου, θέατρο στο Θέατρο των Αλλαγών και μουσική στο Ωδείο Αθηνών και χορό.
Ασχολείται με τη σκηνοθεσία θεάτρου και κινηματογράφου, τη σεναριογραφία, τη μετάφραση έργων και την αρθρογραφία. Έχει σκηνοθετήσει τις παραστάσεις: «Δον Περλιμπλίν και Μπελίσα» του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, «Swing Ticket» του Αντώνη Παππά, «Λευκές Νύχτες» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, «Αγνοούμενος» του Γιώργου Λαμπράκου, «Ο Αλχημιστής» του Μπεν Τζόνσον και τις ταινίες μικρού μήκους «Λυκαυγές» και «Στιγμές».
Ποια ήταν τα κριτήρια για την επιλογή του Αλχημιστή στο θέατρο Άλεκτον;
Ο Αλχημιστής πρόκειται για ένα κλασικό κομψοτέχνημα πλοκής, δομής και γλώσσας, που καταπιάνεται με το διαχρονικό θέμα της ανθρώπινης απληστίας σε όλες της τις μορφές και την παντοτινή ελπίδα για μία ουτοπία. Σήμερα, οι δύσκολες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες απαιτούν έργα που να μιλούν για τις αιτίες και τις αφορμές, τις χαμένες αξίες, και τις ανθρώπινες συμπεριφορές σε ιδιαίτερες καταστάσεις.
Η απληστία, το κυρίαρχο φαινόμενο της σύγχρονης κοινωνίας, η δίψα για χρήμα και εξουσία, αφήνουν τα σημάδια τους σε μία γενιά που πλήττεται σχεδόν ανεπανόρθωτα, εναποθέτοντας πλέον τις όποιες ελπίδες της σε μία ιδανική λύση που είναι αμφίβολο αν μπορεί να υπάρξει. Στον Αλχημιστή, ο Τζόνσον αναδιπλώνει τα διάφορα πρόσωπα της απληστίας μέσα σε έναν καθορισμένο κοινωνικό περίγυρο, όπου σχεδόν όλοι είναι τυφλά όργανα ενός κυρίαρχου πάθους, της φιλαργυρίας, της ματαιοδοξίας, της λαγνείας.
Ο συγγραφέας δεν καταδέχτηκε να δώσει στο έργο του ένα τέλος όπου ο καλός αμείβεται και ο κακός τιμωρείται, αλλά προτίμησε ένα σχόλιο για μία «κτητική» κοινωνία, όπου η φιλαργυρία βασιλεύει ανεμπόδιστη, όπου αγύρτες, ευγενείς και παπάδες υπηρετούν τον ίδιο θεό, μία κοινωνία που την οδηγεί η απληστία, ο ανταγωνισμός, η απάτη. Σε μία τέτοια κοινωνία, η δικαιοσύνη είναι έρμαιο του καθενός και η μόνη αρετή, το μόνο όπλο, είναι η εξυπνάδα. Οι αναφορές στο σήμερα είναι συνεχείς, εκπληκτικές και θαυμαστές, ενώ αφήνουν μία κάπως πικρή γεύση, για την επανάληψη της Ιστορίας και για την απλότητα και συνάμα περιπλοκότητα των καταστάσεων.
Η εποχή που διαδραματίζονται τα γεγονότα τι κοινό έχει με τη σημερινή;
Ο Τζόνσον έδρασε σε μία εποχή μακρινή στο χρόνο και στο χώρο, αλλά όχι και πολύ διαφορετική από τη σημερινή, τουλάχιστον ως προς τις ανθρώπινες σχέσεις και συμπεριφορές. Η δραματουργική του παλέτα άντλησε θέματα από μία πληθώρα πηγών, πληροφοριών και εμπειριών και στο έργο του χρησιμοποίησε και ενσωμάτωσε στοιχεία, τάσεις, κατευθύνσεις από όλες τις σχολές, επηρεάστηκε από τα διδάγματα και τις νόρμες των προκατόχων του στους θεατρικούς θώκους, τα οποία και εξέλιξε, ενώ μετουσίωσε στο έργο του τη ζωντάνια, τη δυναμικότητα και την πολυπραγμοσύνη του χαρακτήρα, της ζωής και της εποχής του.
Η σατιρική του ματιά, η διανόηση και η εμπειρία του, ήταν και είναι χρήσιμες, έως και απαραίτητες θα έλεγα, ως μία σαφή και ταγμένη προειδοποίηση, ως απειλή στις νόρμες μιας κοινωνίας που δεν λειτουργεί προς συμφέρον των πολλών και στην οποία διακρίνεται και αμείβεται ο πλέον διεφθαρμένος. Ο Τζόνσον εμφανίζει επί σκηνής, μια αλυσίδα από ευκολόπιστους, οπορτουνιστές χαρακτήρες, που αναζητούν το εύκολο χρήμα και εξαπατώνται από τους πανέξυπνους, πανούργους, επινοητικούς και γεμάτους χιούμορ συμμορίτες. Οι αντιστοιχίσεις με σημερινά πρόσωπα και καταστάσεις είναι πολυπληθείς και ποικίλες.
Το θέατρο αντιγράφει τη ζωή ή το αντίθετο;
Το θέατρο επικοινωνεί αληθινές ή φανταστικές ιστορίες και γεγονότα, και σίγουρα επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη ζωή, χωρίς, όμως, αυτό να σημαίνει ότι μπορεί ή θέλει να την αναπαράγει πιστά. Ο συγγραφέας και στη συνέχεια όλοι οι συντελεστές που ζωντανεύουν ένα έργο, ανατρέχουν, φυσικά, στις προσωπικές τους εμπειρίες, ιδέες, αξίες και συναισθήματα για να μπορέσουν αρχικά να σκιαγραφήσουν και στη συνέχεια να δημιουργήσουν το πλαίσιο των ρόλων και των καταστάσεων.
Η μαγεία του θεάτρου, όμως, έγκειται στον τρόπο, στην αληθοφάνεια και στην έκταση που αυτή η διαδικασία γίνεται, και βασίζεται σε όλους όσους συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία. Από την άλλη μεριά, το θέατρο, ως έργο τέχνης, δύναται και εντέλλεται να επηρεάσει τον ψυχισμό, τα συναισθήματα και τη διαμόρφωση ενός χαρακτήρα ή μίας προσωπικότητας, γεγονός που εξαρτάται από το βαθμό της ευαισθησίας του δέκτη και από τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γίνεται.
Υπάρχουν νεοέλληνες θεατρικοί συγγραφείς που μπορούν να συγκριθούν με τα βαριά ονόματα του ξένου θεατρικού ρεπερτορίου;
Στην επιτελούμενη σήμερα, αλλαγή της γενιάς θεατρικών συγγραφέων, όπου οι παλαιότεροι καταξιωμένοι δίνουν σταδιακά τη σκυτάλη στους νεότερους, φαίνονται, δειλά, τα πρώτα βήματα των τελευταίων. Είχα την τύχη και την ευκαιρία να δουλέψω με ορισμένους νέους συγγραφείς και θεωρώ ότι σίγουρα υπάρχουν πολλοί συγγραφείς υψηλού επιπέδου, αλλά πιστεύω ότι οι συγκυρίες και η έλλειψη οργάνωσης στον τομέα αυτόν, δεν επιτρέπουν την ευρεία διάδοση και επικοινωνία των έργων τους, με αποτέλεσμα ό,τι γίνεται να γίνεται σε ένα κλειστό, προσωπικό επίπεδο.
Ένας πολύ μεγάλος αριθμός παραστάσεων βασίζεται σε αυτοσχέδια κείμενα μεμονωμένων ατόμων, που είναι συνήθως μέλη της ομάδας με άλλη κύρια δραστηριότητα εντός αυτής, ή και συλλογικά κείμενα που επίσης βασίζονται σε αυτοσχεδιασμούς, γεγονός όμως που τα κάνει πολύ ιδιαίτερα και τους προσδίδει παροδικό, προσωπικό ή τοπικό χαρακτήρα.
Έργα πανανθρώπινα και διαχρονικά, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τροφή για παραστάσεις αξιώσεων στην Ελλάδα και αργότερα στο εξωτερικό είναι δυσεύρετα, όχι απαραίτητα επειδή δεν υπάρχουν. Για παράδειγμα, δεν υφίσταται καμία συλλογική ή οργανωμένη προσπάθεια παρουσίασης των έργων νέων συγγραφέων στην Ελλάδα, αλλά και μετάφρασης και προώθησής τους στο εξωτερικό, όπως άλλωστε συμβαίνει και με τις παραστάσεις. Τα όποια βήματα γίνονται, στηρίζονται καθαρά στην ιδιωτική προσπάθεια και πρωτοβουλία.
Ποιοι δημιουργοί σας έχουν επηρεάσει στη μέχρι τώρα πορεία σας;
Από το χώρο του θεάτρου και του κινηματογράφου, είναι πολλοί οι Έλληνες και ξένοι δημιουργοί που έχουν στιγματίσει κατά καιρούς την έως τώρα πορεία μου. Θα ξεχώριζα τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, τον Μιχάλη Κακογιάννη, τον Θόδωρο Τερζόπουλο, τον Δημήτρη Μαυρίκιο και τον Λευτέρη Βογιατζή από την Ελλάδα, και τον Κριστόφ Κισλόφσκι, τον Πίτερ Στάιν, την Αριάν Μνουσκίν, τον Κριστόφ Βαρλικόφσκι και τον Σαμ Μέντες από το εξωτερικό.
Η συνταγή μιας επιτυχημένης θεατρικής παράστασης ποια είναι;
Η προσήλωση στο έργο και στο στόχο, η ομαδική δουλειά, η βαθειά και αληθινή συνεργασία και η συνεχής, αμετροεπής προσπάθεια να ξεπερνιούνται όλα τα εμπόδια και να δημιουργούνται ευνοϊκές συνθήκες για την επίτευξη υψηλών στόχων. Όλα αυτά, βέβαια, εφόσον προϋπάρχουν το μεράκι, το ταλέντο, το ήθος και ο σεβασμός στο πνεύμα και στις απόψεις όλων των συντελεστών.
Παρατηρούμε μια απομάκρυνση του θεατρικού «γίγνεσθαι» από τα κλασικά θέατρα του κέντρου προς αναβαθμιζόμενες περιοχές, όπως Γκάζι, Κεραμικός και άλλα. Άποψη ή οικονομικοί λόγοι;
Πιστεύω πως τα περιφερειακά, εναλλακτικά αθηναϊκά θέατρα, δημιουργήθηκαν αφενός από τη φυσική εξάπλωση της αναβάθμισης και εξερεύνησης των γειτονιών πέριξ του κέντρου και αφετέρου από την ανάγκη στέγασης των πολλών θεατρικών ομάδων της πόλης.
Εφόσον νεότερα σχήματα δημιουργούν σε αυτά, είναι φυσικό να τα διαπνέει ένας πρωτοποριακός, κατά κόρον, ανανεωτικός δημιουργικός άνεμος. Το γεγονός δε ότι είναι σαφώς πιο οικονομικά, τα καθιστά περισσότερο προσβάσιμα τόσο στους δημιουργούς, όσο και στους θεατές, γεγονός που στις μέρες μας, συμβάλλει στη διαμόρφωση και μίας νέας θεατρικής τάσης, με τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα που φέρει μαζί της.
Σε μία πόλη που πρέπει να στεγάσει τις εκατοντάδες θεατρικές ομάδες και να παρουσιάσει 500 περίπου παραστάσεις κάθε χρόνο, είναι λογικό να ξεπηδούν χώροι παντού, οι οποίοι, όμως, δεν προσφέρουν πάντα τα μέσα, την ασφάλεια και τις κατάλληλες εν γένει συνθήκες. Μέσα στον αχανή θεατρικό χάρτη, τον δυσανάλογα ευμεγέθη αριθμό παραστάσεων σε σχέση με τη φέρουσα ικανότητα του πληθυσμού της πόλης, όλοι προσπαθούν να δημιουργήσουν τα μέσα για την εξυπηρέτηση των πολλών ονείρων που στριμώχνονται στα στενάκια, στα υπόγεια, στις ταράτσες κλπ.
Και είναι δύσκολο, αλλά όχι ανέφικτο, να ξεχωρίσουν αυτοί που θα καταφέρουν να φτάσουν στις μεγαλύτερες, «άνετες» σκηνές, που αν μη τι άλλο θα τους προσφέρουν τη δυνατότητα να μην τα κάνουν όλα μόνοι τους. Στο θέατρο πρέπει να υπάρχουν τα πάντα. Και τις περισσότερες φορές, η ποιότητα και το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα δεν συνάδουν με το χώρο παρουσίασης ενός έργου.
Επόμενα σχέδιά σας;
Το συρτάρι μου είναι γεμάτο από σχέδια και ιδέες προς υλοποίηση, όπως φαντάζομαι συμβαίνει με όλους τους, νέους ή μη, ανήσυχους καλλιτέχνες, αλλά, δυστυχώς, οι δύσκολες συνθήκες και η έλλειψη υποστήριξης από την Πολιτεία τα καθιστά από δύσκολα εφαρμόσιμα έως και ανέφικτα.
Είναι βέβαιο ότι, με τις αναγκαίες πάντα θυσίες, κάποια θα βρουν το δρόμο τους προς τη σκηνή, αλλά, στην παρούσα φάση, δεν γνωρίζω ποια και πότε θα είναι. Δύο σχέδια, πάντως, που εδώ και αρκετό καιρό υπάρχουν στο μυαλό μου και κάποια στιγμή θα υλοποιηθούν, είναι μία παράσταση πάνω στο αρχαίο δράμα και ειδικότερα στη λειτουργία του Χορού, και μία παράσταση βασισμένη σε μία σειρά νεοελληνικών διηγημάτων.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr