Θ. Κανελλόπουλος, αυτό … που θέλουν οι γυναίκες!

Αν για τους άνδρες τα αντικείμενα φετίχ περιλαμβάνουν σπορ αυτοκίνητα, πούρα και καλά ουίσκι, οι γυναίκες αναμφισβήτητα θα συμπεριλάμβαναν στη λίστα με τα πλέον αγαπημένα αντικείμενα τα κοσμήματα, τα παπούτσια και φυσικά τις τσάντες.

Τσάντες παντός είδους και μεγέθους: από πανάκριβα βραδινά τσαντάκια μέχρι τις trendy τσάντες για την παραλία, όλες αποτελούν το αναπόσπαστο αξεσουάρ για μια κομψή γυναικεία εμφάνιση. Οι περισσότερες γυναικείες ντουλάπες είναι ασφυκτικά γεμάτες με τσάντες,

Αν για τους άνδρες τα αντικείμενα φετίχ περιλαμβάνουν σπορ αυτοκίνητα, πούρα και καλά ουίσκι, οι γυναίκες αναμφισβήτητα θα συμπεριλάμβαναν στη λίστα με τα πλέον αγαπημένα αντικείμενα τα κοσμήματα, τα παπούτσια και φυσικά τις τσάντες.

Τσάντες παντός είδους και μεγέθους: από πανάκριβα βραδινά τσαντάκια μέχρι τις trendy τσάντες για την παραλία, όλες αποτελούν το αναπόσπαστο αξεσουάρ για μια κομψή γυναικεία εμφάνιση. Οι περισσότερες γυναικείες ντουλάπες είναι ασφυκτικά γεμάτες με τσάντες, αλλά πολλές γυναίκες υποστηρίζουν το δόγμα ότι οι τσάντες δεν είναι ποτέ αρκετές.

Σ’ αυτό το δόγμα στηρίχθηκε ο κ. Θόδωρος Κανελλόπουλος ή κατά κόσμον Θύρος, που εδώ και 20 χρόνια σχεδιάζει τσάντες και αξεσουάρ κάνοντας τις γυναίκες να τον λατρεύουν και την επιχείρηση που δημιούργησε κυριολεκτικά από το μηδέν να μεγαλώνει με ταχείς ρυθμούς. Το 2007 διέθεσε από τα 22 flagship (φερώνυμα ελληνιστί) καταστήματα περισσότερες από 80.000 τσάντες, πορτοφόλια και αξεσουάρ, κάνοντας πραγματικά τις πελάτισσές του ευτυχισμένες.

Το πρώτο πράγμα που δημιουργεί εντύπωση σχετικά με τον Θύρο είναι ότι όλοι τον φωνάζουν με το περίεργο αυτό παρατσούκλι που σε κάνει να πιστεύεις ότι έχει κάποια σχέση με τη Σαντορίνη.

Ο Θύρος πάντως γεννήθηκε στην Πάτρα και όταν ήρθε η ώρα της βάφτισης, η Ελληνοαμερικανίδα νονά είπε το όνομα Theodor, δηλαδή Θεόδωρος. Οι παρευρισκόμενοι στην εκκλησία σάστισαν, καθώς δεν κατάλαβαν το όνομα, αφού εκείνη την εποχή η γνώση της Αγγλικής ήταν εξαιρετικά περιορισμένη. Δεν ήθελαν όμως να προσβάλουν τη νονά και άρχισαν να αποκαλούν το παιδί με το όνομα που οι ίδιοι κατάλαβαν, δηλαδή Θύρος. Αυτό είναι και το μοναδικό όνομα που έχει ακούσει ποτέ ο Θύρος πέραν της περιόδου που υπηρέτησε στον Στρατό.

Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στο Παγκράτι, όπου και έπαιζε μπάσκετ στην τοπική ομάδα. Σε πολύ νεαρή ηλικία έχασε τους γονείς του και τελείωσε το σχολείο με τη βοήθεια των τριών μεγαλύτερων αδελφών του, αλλά και των φίλων του. Στο Παγκράτι ήταν μια από τις ιδιαίτερα αναγνωρίσιμες και αγαπητές φιγούρες της εποχής.

Περνούσε πάμπολλες ώρες πίνοντας καφέ στον φημισμένο «Λέντζο», απέναντι απ’ το σχολείο του και στο ανοιχτό τότε γυμναστήριο του Μετς, όπου και είχε την έδρα της η ομάδα μπάσκετ. Οταν τελείωσε το σχολείο άρχισε να κάνει πραγματικότητα το όνειρο κάθε νέου. Διασκέδαζε μέχρι τελικής πτώσεως στα μοδάτα μπαρ του Κολωνακίου και στην ανερχόμενη τότε Μύκονο.

Παράλληλα, αποφάσισε να παρακολουθήσει μαθήματα διαφήμισης στη Σχολή Δοξιάδη, παρά το γεγονός ότι εκείνη την εποχή η διαφήμιση θεωρούταν ένα καθαρά «γυναικείο» επάγγελμα. Επίσης συνέχισε να παίζει μπάσκετ στην ομάδα του Λυκαβηττού.

Στο εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας του φίλου του Πάνου Παμούκογλου, που γνώρισε μέσω της ενασχόλησής του με το μπάσκετ, έμελλε να είναι η πρώτη του δουλειά, ως σχεδιαστής, βασιζόμενος στις γνώσεις που είχε αποκομίσει από τη Σχολή Δοξιάδη αλλά κυρίως στη θέλησή του να κάνει μια δουλειά καλλιτεχνική. Αλλωστε, και οι επιρροές από το φιλικό περιβάλλον του είχαν σχέση με την τέχνη. Στη Μύκονο της δεκαετίας του ’80 οι παρέες του είχαν άμεση σχέση με τον καλλιτεχνικό χώρο.

Εχοντας μάθει τα βασικά για τη δουλειά του σχεδιαστή, αποφασίζει στα μέσα της δεκαετίας του ’80 να αλλάξει δουλειά και να εργαστεί στην βιοτεχνία του «γαμπρού» του που έφτιαχνε τσάντες στη Δάφνη. Ο σύζυγος της αδελφής του ήταν από την Πόλη και ήξερε καλά την τέχνη, ενώ απασχολούσε ήδη τέσσερα-πέντε άτομα. Τέσσερα χρόνια αργότερα, η δουλειά μεγάλωσε πολύ και η βιοτεχνία απασχολούσε περισσότερους από 20 εργαζομένους. Ο Θύρος άρχισε να φτιάχνει όνομα ως σχεδιαστής και κάποιο πρωί ο γαμπρός του τον απέλυσε.

Ο Θύρος, μαθημένος να τα βγάζει πέρα και γνωρίζοντας πλέον πολύ καλά τη δουλειά, αποφασίζει να κάνει μόνος του το επόμενο βήμα. Ζήτησε βοήθεια από 2-3 φίλους του και το 1988 άνοιξε το δικό του showroom στην οδό Ρηγίλλης, δίπλα ακριβώς από τα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας. Σύντομα προσέλαβε και προσωπικό που δεν ξεπερνούσε τα 4-5 άτομα, αλλά είχε πλήθος βιοτεχνιών που εργαζόταν φασόν για τον ίδιο.

Τα σχέδια των τσαντών του ήταν πολύ ιδιαίτερα και σύντομα απέκτησε πιστή πελατεία, κυρίως από τις κυρίες των βορείων προαστίων που αναζητούσαν κάτι ξεχωριστό για τις εμφανίσεις τους. Τότε άλλωστε οι γνωστές μάρκες ήταν δυσεύρετες στην Ελλάδα και για να τις προμηθευτεί κάποια κυρία έπρεπε να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Ο ίδιος συνέχισε να διασκεδάζει στα στέκια της εποχής όπως το «Εργοστάσιο» του Τάσου Μελετόπουλου και φυσικά στη Μύκονο, που παρέμενε το αγαπημένο του μέρος διακοπών.

Στα τέλη της δεκαετίας τόλμησε να βάλει την πρώτη τσάντα-δώρο στο περιοδικό «Γυναίκα», που ήταν κραταιό τότε. Το τιράζ, όπως λέει ο ίδιος σήμερα, διπλασιάστηκε στις 80.000 τεύχη και άνοιξε μια ολόκληρη εποχή με τα δώρα που συνοδεύουν τα έντυπα. Βλέποντας την αύξηση της ζήτησης για επώνυμα και μοδάτα αξεσουάρ από ολοένα και περισσότερο κόσμο, αποφασίζει να αλλάξει το concept των σχεδίων και των προϊόντων του και στις αρχές της δεκαετίας του ’90 αποφασίζει να φτιάξει τσάντες πιο προσιτές οικονομικά.

Παράλληλα, μετέφερε την έδρα της επιχείρησής του στο Παγκράτι, στο μέρος που μεγάλωσε, στην πλατεία Προσκόπων. Η επιχείρηση άρχισε να μεγαλώνει και ο Θύρος αποφάσισε να προσλάβει προσωπικό και σταδιακά να σκέπτεται τη δημιουργία καταστήματος που θα πουλάει τις τσάντες του.

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ

Το πρώτο κατάστημα άνοιξε στην Τσακάλωφ και ο ίδιος δεν άργησε να γευτεί την επιτυχία. Η πελατεία ήταν πιστή και μεγάλη. Τόσο πιστή που μια ημέρα ο σύζυγος μιας πελάτισσας τον πήρε παράμερα και του ζήτησε την άδεια να ανοίξει κατάστημα με τα προϊόντα του στην Ηλιούπολη. Ο Θύρος, όπως και οι περισσότεροι, τότε δεν ήταν εξοικειωμένος με το franchise. Παρ’ όλα αυτά δέχθηκε, καθώς το νέο κατάστημα ήταν ο μεγαλύτερος πελάτης χονδρικής και έκανε γνωστά τα προϊόντα του σε μεγαλύτερο κοινό.

Η αρχή είχε γίνει και σύντομα άρχισαν να ανοίγουν καταστήματα Thiros σε διάφορα μέρη της χώρας. Το 2001, η «Thiros» γίνεται ανώνυμη εταιρεία και έκτοτε η ανάπτυξη ήταν ραγδαία. Σήμερα, η εταιρεία απασχολεί περισσότερα από 100 άτομα στην παραγωγή, στη διανομή, στις πωλήσεις και στην εξυπηρέτηση πελατών, ενώ το δίκτυο των φερώνυμων καταστημάτων έχει φθάσει τα 22 στην Ελλάδα, εκ των οποίων 5 είναι ιδιόκτητα.

Οπως είχε γίνει και με το πρώτο «franchise» κατάστημα, έτσι άνοιξε και το πρώτο εκτός συνόρων κατάστημα Thiros στην Κύπρο, έπειτα από ενδιαφέρον που εξεδήλωσε ένας τοπικός επιχειρηματίας. Πλέον η «Thiros» παράγει περισσότερα από 150 διαφορετικά σχέδια τσαντών, παπουτσιών και αξεσουάρ ανά εποχή και κατασκευάζει περισσότερες από 10.000 τσάντες ανά μήνα. Οσο για την οικονομική κρίση; Πιστεύει κανείς ότι θα σταματήσουν οι γυναίκες να αγοράζουν τσάντες;

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr