Κατώτατος μισθός: Όλες οι προτάσεις των εργοδοτών και των επιστημονικών φορέων
Κατώτατος μισθός: Όλες οι προτάσεις των εργοδοτών και των επιστημονικών φορέων
4%-6% προτείνει ο ΣΕΒ, 3%-5% η ΤτΕ – Μνεία για την «παγίδα» της εφορίας
Λελογισμένη αύξηση του κατώτατου μισθού, προτείνουν στις εκθέσεις τους οι εργοδοτικοί φορείς, το ΚΕΠΕ και η ΤτΕ, εκφράζοντας τις επιφυλάξεις τους πως μια γενναιόδωρη αύξηση θα θέσει σε κίνδυνο την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση και τις αντοχές των μικρών επιχειρήσεων.
Ειδικότερα, το ΚΕΠΕ στην έκθεσή του επισημαίνει ότι οποιαδήποτε αύξηση του κατώτατου μισθού πάνω από 3 με 4% θα αυξήσει το μοναδιαίο κόστος εργασίας. Παράλληλα τονίζει ότι σήμερα με το ισχύον φορολογικό καθεστώς μισθωτοί που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό και έχουν από δύο παιδιά και πάνω, δεν υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος. Οποιαδήποτε αύξηση άνω του 0,5% θα συνεπάγεται υπέρβαση του αφορολόγητου και μετάβαση σε ανώτερο φορολογικό κλιμάκιο και άρα επιπρόσθετη φορολογική επιβάρυνση.
Βεβαίως η επιβάρυνση είναι ελάχιστη. Στα 751 ευρώ, ο ετήσιος φόρος για μισθωτό χωρίς παιδιά θα είναι 38 ευρώ, στα 780 θα είναι 6,49 και στα 826 ευρώ (πρόταση ΓΣΕΕ) ο ετήσιος φόρος θα ανέλθει στα 119.41 ευρώ.
Ωστόσο το ΚΕΠΕ εκφράζει τις επιφυλάξεις του τονίζοντας «Η επικείμενη αύξηση του κατώτατου μισθού θα έχει πιο δυσμενείς επιπτώσεις στην απασχόληση των μικρών επιχειρήσεων, όπου οι μέσοι μισθοί είναι πολύ κοντά στον κατώτατο μισθό. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τις αυξήσεις του 2022, οι μισθοί αυξήθηκαν στις μικρές επιχειρήσεις κατά 10,3%, σχεδόν όσο η αύξηση του κατώτατου μισθού, ενώ στις μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες όμως ήδη κατέβαλαν υψηλότερους μισθούς, κατά 5,1%. Αυτά υπονοούν ότι υπήρξε επίδραση και στην απασχόληση, αφού στις μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες λόγω των αυξήσεων του κατώτατου μισθού και λόγω του αυξημένου κόστους παραγωγής πιέζονται περισσότερο, η απασχόληση το 2022 αυξήθηκε κατά μόλις 0,36%, ενώ στις μεγάλες κατά 5,02%».
Ο ΣΕΒ μέσω της έκθεσης του ΙΟΒΕ προτείνει δύο εναλλακτικά σενάρια με αυξήσεις 4% και 6% τα οποία περιλαμβάνουν συνδυασμούς αύξησης κατώτατου μισθού και μείωσης εισφορών εργαζομένου οι οποίοι μπορούν να αποδώσουν έως και 10% αύξηση στις καθαρές αποδοχές των χαμηλόμισθων.
Ωστόσο ο ΣΕΒ δείχνει να ανησυχεί για τους ρυθμούς ανάπτυξης αν δοθεί γενναιόδωρη αύξηση, προτείνοντας να στηριχτούν μέσω επιδομάτων τα ευάλωτα νοικοκυριά. Συγκεκριμένα αναφέρει: «Μια αύξηση ταχύτερη από αυτήν της παραγωγικότητας εγκυμονεί κινδύνους για τις προοπτικές μακροχρόνιας και βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας. Στηρίξτε με στοχευμένα μέτρα πολιτικής τα πλέον ευάλωτα νοικοκυριά, αλλά μην θέτετε σε κίνδυνο την πορεία μείωσης του υψηλού ποσοστού ανεργίας ή τον στόχο μείωσης της ανεπίσημης απασχόλησης»
Το ΙΝΣΕΤΕ προτείνει αύξηση 5,5%, ώστε ο νέος κατώτατος μισθός να διαμορφωθεί στα €752,22 σε 14μηνη βάση, επισημαίνοντας: «Σε κάθε περίπτωση, η πορεία βελτίωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας θα πρέπει να συνεχιστεί και το 2023 και στα επόμενα έτη» - Αν η αύξηση κυμανθεί για παράδειγμα στο 7,5% τότε «προκύπτει σημαντική επιδείνωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Ελλάδος κατά 2,4%».
Ο ΕΣΕΕ δεν αναφέρει ποσοστό αύξησης, την περιγράφει ωστόσο ως λελογισμένη και χαμηλότερη του πληθωρισμού προκειμένου να μη δημιουργηθούν προβλήματα στο πλαίσιο ενός πρωτόγνωρα ρευστού και αβέβαιου οικονομικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Προσθέτει επίσης ότι η αύξηση πρέπει να συνδεθεί με επιδότηση των ασφαλιστικών εργοδοτικών εισφορών και την κατάργηση επιβαρύνσεων, όπως εκείνων του τέλους επιτηδεύματος και της προκαταβολής φόρων. Σε τελική ανάλυση- αναφέρει η έκθεση- η ενίσχυση του εισοδήματος των πλέον αδύνατων οικονομικά συνανθρώπων μας θα μπορούσε να ολοκληρωθεί και με στοχευμένα μέτρα ανακούφισης κατά της ακρίβειας, πέρα από την προστασία που προσφέρει ο κατώτατος μισθός.
Τη μεγαλύτερη αύξηση 8%-10% προτείνει το ΙΜΕ- ΓΣΕΒΕΕ, προκειμένου ο νέος κατώτατος μισθός από 713 ευρώ να διαμορφωθεί στα 770-784. Παράλληλα ζητούν μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων με πρώτο την οριζόντια κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Όπως σημειώνει στην έκθεσή το ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ προσδιοριστικός παράγοντας για την αύξηση του κατώτατου μισθού θα πρέπει να είναι ο πληθωρισμός που για το 2023 εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο ιδιαίτερα υψηλό 6%, καθώς οι αυξήσεις των τιμών έχουν πλέον διαχυθεί σε όλους σχεδόν του κλάδους της οικονομίας. Και τούτο τόσο ως μέτρο καταπολέμησης της φτώχειας των χαμηλόμισθων εργαζομένων των οποίων το εισόδημα αναλώνεται σε ομάδες αγαθών που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών, αλλά και ως μέτρο αντιμετώπισης του στασιμοπληθωρισμού στον οποίο φαίνεται πως εισέρχεται η ελληνική οικονομία το 2023.
Λελογισμένη αύξηση των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων σε ένα εύρος μεταξύ 3,0% και 5,0% από την 1η Απριλίου 2023 προτείνει στην έκθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος λαμβάνοντας υπόψη τη σημαντική επιβράδυνση του πληθωρισμού που προβλέπεται για το 2023.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο – αναφέρει στην έκθεσή της - θα δοθεί σημαντική στήριξη στα πιο χαμηλόμισθα κοινωνικά στρώματα, δεν θα επιδεινωθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς η αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας θα είναι σχεδόν μηδενική, ενώ και οι επιπτώσεις ενός αρνητικού σπιράλ μισθολογικών αυξήσεων και πληθωρισμού αναμένεται να είναι περιορισμένες. Σε αντίθετη περίπτωση, οι ελληνικές επιχειρήσεις, που στην πλειοψηφία τους είναι μικρού μεγέθους, δεν θα μπορέσουν να απορροφήσουν το αυξημένο κόστος παραγωγής που θα προέρχεται τόσο από τις διεθνείς τιμές ενέργειας και πρώτων υλών όσο και από το εργασιακό κόστος, επιτείνοντας τον κίνδυνο απώλειας θέσεων εργασίας ή μετατροπής θέσεων πλήρους απασχόλησης σε ευέλικτες μορφές απασχόλησης.
Ειδικότερα, το ΚΕΠΕ στην έκθεσή του επισημαίνει ότι οποιαδήποτε αύξηση του κατώτατου μισθού πάνω από 3 με 4% θα αυξήσει το μοναδιαίο κόστος εργασίας. Παράλληλα τονίζει ότι σήμερα με το ισχύον φορολογικό καθεστώς μισθωτοί που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό και έχουν από δύο παιδιά και πάνω, δεν υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος. Οποιαδήποτε αύξηση άνω του 0,5% θα συνεπάγεται υπέρβαση του αφορολόγητου και μετάβαση σε ανώτερο φορολογικό κλιμάκιο και άρα επιπρόσθετη φορολογική επιβάρυνση.
Βεβαίως η επιβάρυνση είναι ελάχιστη. Στα 751 ευρώ, ο ετήσιος φόρος για μισθωτό χωρίς παιδιά θα είναι 38 ευρώ, στα 780 θα είναι 6,49 και στα 826 ευρώ (πρόταση ΓΣΕΕ) ο ετήσιος φόρος θα ανέλθει στα 119.41 ευρώ.
Ωστόσο το ΚΕΠΕ εκφράζει τις επιφυλάξεις του τονίζοντας «Η επικείμενη αύξηση του κατώτατου μισθού θα έχει πιο δυσμενείς επιπτώσεις στην απασχόληση των μικρών επιχειρήσεων, όπου οι μέσοι μισθοί είναι πολύ κοντά στον κατώτατο μισθό. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τις αυξήσεις του 2022, οι μισθοί αυξήθηκαν στις μικρές επιχειρήσεις κατά 10,3%, σχεδόν όσο η αύξηση του κατώτατου μισθού, ενώ στις μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες όμως ήδη κατέβαλαν υψηλότερους μισθούς, κατά 5,1%. Αυτά υπονοούν ότι υπήρξε επίδραση και στην απασχόληση, αφού στις μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες λόγω των αυξήσεων του κατώτατου μισθού και λόγω του αυξημένου κόστους παραγωγής πιέζονται περισσότερο, η απασχόληση το 2022 αυξήθηκε κατά μόλις 0,36%, ενώ στις μεγάλες κατά 5,02%».
Ο ΣΕΒ μέσω της έκθεσης του ΙΟΒΕ προτείνει δύο εναλλακτικά σενάρια με αυξήσεις 4% και 6% τα οποία περιλαμβάνουν συνδυασμούς αύξησης κατώτατου μισθού και μείωσης εισφορών εργαζομένου οι οποίοι μπορούν να αποδώσουν έως και 10% αύξηση στις καθαρές αποδοχές των χαμηλόμισθων.
Ωστόσο ο ΣΕΒ δείχνει να ανησυχεί για τους ρυθμούς ανάπτυξης αν δοθεί γενναιόδωρη αύξηση, προτείνοντας να στηριχτούν μέσω επιδομάτων τα ευάλωτα νοικοκυριά. Συγκεκριμένα αναφέρει: «Μια αύξηση ταχύτερη από αυτήν της παραγωγικότητας εγκυμονεί κινδύνους για τις προοπτικές μακροχρόνιας και βιώσιμης ανάπτυξης της χώρας. Στηρίξτε με στοχευμένα μέτρα πολιτικής τα πλέον ευάλωτα νοικοκυριά, αλλά μην θέτετε σε κίνδυνο την πορεία μείωσης του υψηλού ποσοστού ανεργίας ή τον στόχο μείωσης της ανεπίσημης απασχόλησης»
Το ΙΝΣΕΤΕ προτείνει αύξηση 5,5%, ώστε ο νέος κατώτατος μισθός να διαμορφωθεί στα €752,22 σε 14μηνη βάση, επισημαίνοντας: «Σε κάθε περίπτωση, η πορεία βελτίωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας θα πρέπει να συνεχιστεί και το 2023 και στα επόμενα έτη» - Αν η αύξηση κυμανθεί για παράδειγμα στο 7,5% τότε «προκύπτει σημαντική επιδείνωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Ελλάδος κατά 2,4%».
Ο ΕΣΕΕ δεν αναφέρει ποσοστό αύξησης, την περιγράφει ωστόσο ως λελογισμένη και χαμηλότερη του πληθωρισμού προκειμένου να μη δημιουργηθούν προβλήματα στο πλαίσιο ενός πρωτόγνωρα ρευστού και αβέβαιου οικονομικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Προσθέτει επίσης ότι η αύξηση πρέπει να συνδεθεί με επιδότηση των ασφαλιστικών εργοδοτικών εισφορών και την κατάργηση επιβαρύνσεων, όπως εκείνων του τέλους επιτηδεύματος και της προκαταβολής φόρων. Σε τελική ανάλυση- αναφέρει η έκθεση- η ενίσχυση του εισοδήματος των πλέον αδύνατων οικονομικά συνανθρώπων μας θα μπορούσε να ολοκληρωθεί και με στοχευμένα μέτρα ανακούφισης κατά της ακρίβειας, πέρα από την προστασία που προσφέρει ο κατώτατος μισθός.
Τη μεγαλύτερη αύξηση 8%-10% προτείνει το ΙΜΕ- ΓΣΕΒΕΕ, προκειμένου ο νέος κατώτατος μισθός από 713 ευρώ να διαμορφωθεί στα 770-784. Παράλληλα ζητούν μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων με πρώτο την οριζόντια κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Όπως σημειώνει στην έκθεσή το ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ προσδιοριστικός παράγοντας για την αύξηση του κατώτατου μισθού θα πρέπει να είναι ο πληθωρισμός που για το 2023 εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο ιδιαίτερα υψηλό 6%, καθώς οι αυξήσεις των τιμών έχουν πλέον διαχυθεί σε όλους σχεδόν του κλάδους της οικονομίας. Και τούτο τόσο ως μέτρο καταπολέμησης της φτώχειας των χαμηλόμισθων εργαζομένων των οποίων το εισόδημα αναλώνεται σε ομάδες αγαθών που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών, αλλά και ως μέτρο αντιμετώπισης του στασιμοπληθωρισμού στον οποίο φαίνεται πως εισέρχεται η ελληνική οικονομία το 2023.
Λελογισμένη αύξηση των κατώτατων μισθών και ημερομισθίων σε ένα εύρος μεταξύ 3,0% και 5,0% από την 1η Απριλίου 2023 προτείνει στην έκθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος λαμβάνοντας υπόψη τη σημαντική επιβράδυνση του πληθωρισμού που προβλέπεται για το 2023.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο – αναφέρει στην έκθεσή της - θα δοθεί σημαντική στήριξη στα πιο χαμηλόμισθα κοινωνικά στρώματα, δεν θα επιδεινωθεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, καθώς η αύξηση του μοναδιαίου κόστους εργασίας θα είναι σχεδόν μηδενική, ενώ και οι επιπτώσεις ενός αρνητικού σπιράλ μισθολογικών αυξήσεων και πληθωρισμού αναμένεται να είναι περιορισμένες. Σε αντίθετη περίπτωση, οι ελληνικές επιχειρήσεις, που στην πλειοψηφία τους είναι μικρού μεγέθους, δεν θα μπορέσουν να απορροφήσουν το αυξημένο κόστος παραγωγής που θα προέρχεται τόσο από τις διεθνείς τιμές ενέργειας και πρώτων υλών όσο και από το εργασιακό κόστος, επιτείνοντας τον κίνδυνο απώλειας θέσεων εργασίας ή μετατροπής θέσεων πλήρους απασχόλησης σε ευέλικτες μορφές απασχόλησης.
Για να αποφευχθεί αυτός ο κίνδυνος προτείνει μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων αλλά και των εργαζόμενων όπως είναι η αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης και η κατάρτιση και επιμόρφωση των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, η εναρμόνιση της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής που θα ενισχύσει την παραμονή των γυναικών στην αγορά εργασίας, η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και η αντιμετώπιση της αδήλωτης ή υποδηλωμένης εργασίας.
Ειδήσεις σήμερα:
Πώς θα λειτουργήσουν σήμερα σχολεία, Δημόσιο και καταστήματα
Ποιος είναι ο Ολλανδός «προφήτης του κακού» που ισχυρίζεται ότι «είδε» τον σεισμό στην Τουρκία
Φόβοι για 20.000 νεκρούς από τους σεισμούς σε Τουρκία και Συρία
Ειδήσεις σήμερα:
Πώς θα λειτουργήσουν σήμερα σχολεία, Δημόσιο και καταστήματα
Ποιος είναι ο Ολλανδός «προφήτης του κακού» που ισχυρίζεται ότι «είδε» τον σεισμό στην Τουρκία
Φόβοι για 20.000 νεκρούς από τους σεισμούς σε Τουρκία και Συρία
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα