Έρευνα για το Ταμείο Ανάκαμψης: Πού πήγαν τα €18 δισ. και πού θα πάνε τα άλλα €18 δισ.

To πρόγραμμα άρχισε να υλοποιείται πριν από δύο χρόνια και τελειώνει τον Δεκέμβριο του 2026. Μέχρι τώρα έχει απορροφηθεί το 50% των κονδυλίων και συνεχίζεται ο προγραμματισμός για τα υπόλοιπα - Για ποια έργα τελειώνουν ο χρόνος και τα λεφτά

Μέσα στον Δεκέμβριο η κυβέρνηση πρόκειται να καταθέσει νέο αίτημα -το 5ο έως τώρα- στο Ταμείο Ανάκαμψης για εκταμίευση 3,3 δισ. ευρώ από ένα συνολικό πρόγραμμα 36 δισ. ευρώ, περίπου 20% του ΑΕΠ, πράγμα που αναλογικά το καθιστά το μεγαλύτερο σε όλη την Ευρώπη. Η Ελλάδα έχει εισπράξει έως τώρα 18,2 δισ. ευρώ, δηλαδή το 50% του συνολικού προϋπολογισμού, ενώ είναι πέμπτη στην απορρόφηση των πόρων του Ταμείου και ήδη δεκάδες εμβληματικά έργα «τρέχουν».

Το Κτηματολόγιο είναι το χαρακτηριστικότερο από αυτά, καθώς από τα 80s η Ελλάδα, τελευταία από σχεδόν όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, προσπαθεί να δημιουργήσει πανελλαδικά πολεοδομικά σχέδια και να έχει μια βάση δεδομένων για όλες τις ιδιοκτησίες. Το ΤΑΑ χρηματοδότησε και χρηματοδοτεί έργα βαριών υποδομών που επίσης είχαν εξελιχθεί σε «γεφύρια της Αρτας»: το Μετρό Θεσσαλονίκης που παραδόθηκε στους κατοίκους της πόλης έπειτα από περίπου έναν αιώνα σχεδιασμών, η εθνική οδός Ε65 που διατρέχει την ηπειρωτική Ελλάδα, ο Βόρειος Οδικός Αξονας Κρήτης και πολλά ακόμα είναι έργα που περιλαμβάνονται στα χρηματοδοτούμενα από το Ταμείο.

Η έναρξη των δωρεάν απογευματινών χειρουργείων, τα SMS που σύντομα θα λάβουν 5,5 εκατομμύρια Ελληνες για δωρεάν εξετάσεις σχετικά με καρδιαγγειακά νοσήματα, οι δράσεις για την πρόληψη και την αντιμετώπιση μιας σειράς καρκίνων επίσης χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, που ολοκληρώνεται στα τέλη του 2026. Το ελληνικό πρόγραμμα περιλαμβάνει 106 επενδύσεις και 68 μεταρρυθμίσεις και συγκεντρώνει 31,16 δισ. ευρώ, εκ των οποίων ευρωπαϊκοί πόροι 30,5 δισ. ευρώ -εκ των οποίων τα 18,43 δισ. ευρώ είναι μη επιστρεπτέες ενισχύσεις και τα 12,73 δισ. ευρώ χαμηλότοκα δάνεια- για να κινητοποιήσει 60 δισ. ευρώ συνολικές επενδύσεις στη χώρα τα επόμενα πέντε χρόνια.

Το 86% του συνολικού ποσού κατευθύνεται σε φορείς του Δημοσίου και ειδικά τα υπουργεία, ενώ τα υπόλοιπα περίπου 4 δισ. έχουν κατευθυνθεί έως τώρα σε 41 επιχειρήσεις κυρίως μέσω δανείων, αλλά και επιχορηγήσεων για ενεργειακά έργα. Δυσκολίες -που δεν έχουν αντιμετωπιστεί- παρουσιάζονται με τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς οι περισσότερες δεν έχουν καταφέρει να διορθώσουν το τραπεζικό τους προφίλ από την εποχή της οικονομικής κρίσης.

Τα προγράμματα που θα «τρέξουν» το 2025

Για το 2025 κάποια από τα μεγαλύτερα έργα που θα «τρέξουν» με χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι:

■ Το Πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ»: Πρόκειται για τη δεύτερη φάση του στεγαστικού προγράμματος που ξεκίνησε το 2022 με χρήματα του ΕΣΠΑ. Τώρα, το πρόγραμμα, που ξεκινά εντός του Δεκεμβρίου, έχει διευρυμένα εισοδηματικά (οι επιλέξιμοι δικαιούχοι μπορούν να έχουν ετήσιο εισόδημα έως 20.000 ευρώ με όριο τα 28.000 ευρώ ανά ζευγάρι) και ηλικιακά (25 έως 50 ετών) κριτήρια, με στόχο να ευεργετηθούν περίπου 20.000 δικαιούχοι. Υλοποιείται με κονδύλια ύψους 1 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και 1 δισ. ευρώ που θα προσθέσουν οι τράπεζες.

Το δάνειο που θα μπορεί να πάρει ο κάθε δικαιούχος για την αγορά πρώτης κατοικίας θα φτάνει τα 190.000 ευρώ, με το 50% αυτού να είναι άτοκο και το άλλο με χαμηλό επιτόκιο που θα οριστεί σε διαβούλευση της Αναπτυξιακής Τράπεζας με τις εμπορικές τράπεζες. Ο αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Νίκος Παπαθανάσης εκτίμησε ότι για το σύνολο του δανείου το μέσο επιτόκιο θα διαμορφωθεί σε επίπεδα κάτω από το 2%, όταν το τρέχον επιτόκιο για τα στεγαστικά είναι πάνω από 5,5%.

Η ψηφιοποίηση του Δημοσίου. Το Ταμείο Ανάπτυξης δίνει τους πόρους ώστε να σταματήσουν οι υπηρεσίες του Δημοσίου να στέλνουν τους πολίτες από τη μία στην άλλη για να πάρουν και να προσκομίσουν έγγραφα («μέχρι και για να αποδείξουν ότι έχουν γεννηθεί», όπως έχει πει ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Δημήτρης Παπαστεργίου).

Μέχρι το τέλος του 2025 θα έχει ολοκληρωθεί η (κόστους 550 εκατ. ευρώ) ψηφιοποίηση όλων των αρχείων του Δημοσίου, ενώ θα «τρέχει» πλήρως η διαλειτουργικότητα των υπηρεσιών του Δημοσίου, δηλαδή η ικανότητα η μία υπηρεσία να μπορεί ηλεκτρονικά να επικοινωνεί με την άλλη και να αντλεί στοιχεία έπειτα από αίτηση του πολίτη (έργο κόστους 80 εκατ. ευρώ).

■ Το Κτηματολόγιο. Ο πρωθυπουργός έχει δώσει σαφές χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωσή του στο τέλος του 2025 και αυτό δεν αλλάζει. Βρισκόμαστε ήδη κοντά στο 90% και το έργο θα παραδοθεί στους Ελληνες πλήρως λειτουργικό και σύγχρονο για κάθε γωνιά της χώρας.

■ Λεωφορεία μηδενικών ρύπων και ηλεκτροκίνηση των μετακινήσεων: Από το ΤΑΑ προέρχονται επενδύσεις ύψους 220 εκατ. ευρώ για την αγορά και υποστήριξη 250 ηλεκτρικών λεωφορείων (140 για Αθήνα και 110 για Θεσσαλονίκη), παράλληλα με επιδοτήσεις για την εγκατάσταση περίπου 8.500 φορτιστών πανελλαδικά ώστε να προωθηθεί και η χρήση ηλεκτροκίνητων οχημάτων.

Ηλεκτρική διασύνδεση. Πρόκειται για έργα του ΑΔΜΗΕ, με κυριότερο την ηλεκτρική διασύνδεση των κυκλαδίτικων νησιών με την εναέρια γραμμή Κόρινθος - ΚΥΤ Κουμουνδούρου, που θα πραγματοποιηθεί με πόρους ύψους 145 εκατ. ευρώ.

Απολιγνιτοποίηση και αποθήκευση ενέργειας. Με επενδύσεις ύψους 242 εκατ. ευρώ θα απολιγνιτοποιηθεί η Δυτική Μακεδονία και η Μεγαλόπολη, με την αποκατάσταση περίπου 60.000 στρεμμάτων στα παλαιά λιγνιτωρυχεία της ΔΕΗ προκειμένου να αποδοθούν για αγροτικές και τουριστικές χρήσεις, ανάπτυξη φωτοβολταϊκών και ερευνητικών κέντρων.

Παράλληλα, με πόρους ύψους 450 εκατ. ευρώ, έρχονται τα μεγάλα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας, μέχρι 1.380 MW (αντλησιοταμίευση - μπαταρίες).

■ Προγράμματα «Εξοικονομώ»: Πρόκειται για τα προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών, εμπορικών ακινήτων και ακινήτων του Δημοσίου ύψους 1,1 δισ. ευρώ. Μέχρι το τέλος του 2025 ολοκληρώνεται η ενεργειακή αναβάθμιση 30.000 αστικών κατοικιών και 9.700 εμπορικών ακινήτων και θα έχει αντιμετωπιστεί η ενεργειακή φτώχεια με τη χρήση ρεύματος από ΑΠΕ.

Εκσυγχρονισμός Δημόσιας Υγείας: Περισσότερα από 800 εκατ. ευρώ διατίθενται στον εκσυγχρονισμό 80 νοσοκομείων και 165 Κέντρων Υγείας σε όλη τη χώρα και έργα όπως ο Ηλεκτρονικός Φάκελος Υγείας του ασθενή, το σύστημα clawback με επιμερισμό κινδύνου και καθορισμό δεσμευτικού στόχου και χρηματοδότηση δαπανών για κλινικές δοκιμές.

■ Στον τρίτο άξονα του Ταμείου Ανάκαμψης δίνεται έμφαση στην απασχόληση, στις δεξιότητες και την κοινωνική προστασία, με δράσεις κατάρτισης και απασχόλησης 7.000 ανέργων ηλικίας 25 έως 45 ετών, δημιουργία συστήματος παρακολούθησης αποφοίτων των Επαγγελματικών Σχολών Μαθητείας, νέους πρότυπους χώρους εξυπηρέτησης ανέργων για ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, εφαρμογή για την ενοποίηση και τον εξορθολογισμό των παροχών για την ασφάλιση κατά της ανεργίας, αλλά και άλλες παροχές.

Το ελληνικό πρόγραμμα


«Μετράει μέρες» η χώρα μας για την υποβολή του πέμπτου αιτήματος για την είσπραξη συνολικά 3,3 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Εντός του Δεκεμβρίου η Ελλάδα θα αιτηθεί την πληρωμή 1,3 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις -δηλαδή χρήματα τα οποία δεν επιστρέφονται- και 2 δισ. από το δανειακό σκέλος του Ταμείου.

Πρόκειται για χρήματα τα οποία θα έρθουν να προστεθούν στα 18 δισ. ευρώ που έχει πάρει η χώρα μας έως σήμερα από το Ταμείο Ανάκαμψης και θα είναι το «προοίμιο» σε αυτά που θα αιτηθεί να λάβει την ερχόμενη διετία: για το 2025 άλλα 4,9 δισ. και για το 2026 άλλα 7 δισ. ευρώ.

Η χώρα μας έχει αιτηθεί και εξασφαλίσει συνολικά 36 δισ. ευρώ (ισόποσα σε επιχορηγήσεις και δάνεια) που θα ενταχθούν στην ελληνική οικονομία μέσα από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0. Το «Ελλάδα 2.0» εγκρίθηκε στις 13 Ιουλίου 2021 από το Συμβούλιο Οικονομικών Δημοσιονομικών Θεμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Ecofin). Το «Ελλάδα 2.0» περιλαμβάνει 106 επενδύσεις και 68 μεταρρυθμίσεις, κατανεμημένες σε 4 πυλώνες και συγκεντρώνει 31,16 δισ. ευρώ, εκ των οποίων ευρωπαϊκοί πόροι 30,5 δισ. ευρώ (18,43 δισ. ευρώ ενισχύσεις και 12,73 δισ. ευρώ δάνεια) για να κινητοποιήσει 60 δισ. ευρώ συνολικές επενδύσεις στη χώρα τα επόμενα πέντε χρόνια.

Το «Ελλάδα 2.0» αποτελείται από τέσσερις πυλώνες: (1) Πράσινο, (2) Ψηφιακό, (3) Απασχόληση, δεξιότητες και κοινωνική συνοχή (υγεία, παιδεία, κοινωνική προστασία), (4) Ιδιωτικές επενδύσεις και οικονομικός και θεσμικός μετασχηματισμός. Για την υλοποίησή του η Ελλάδα ζητά το σύνολο των πόρων που μπορεί να λάβει στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Τι έχει λάβει έως τώρα η Ελλάδα; Μέχρι σήμερα έχουν εγκριθεί 4 αιτήματα πληρωμών προς την Ελλάδα, με την τελευταία εκταμίευση, ύψους 1 δισ. ευρώ, του Ταμείου Ανάκαμψης (στο σκέλος των επιχορηγήσεων) να γίνεται από την Κομισιόν στις 16 του περασμένου Οκτωβρίου (στα τέλη Ιουλίου είχαν εκταμιευθεί άλλα 2,3 δισ. ευρώ από το σκέλος των χαμηλότοκων δανείων προς τη χώρα), μετά την επιτυχημένη ολοκλήρωση του 4ου αιτήματος πληρωμής που είχε υποβληθεί στις αρχές Ιουνίου.

Ετσι, με αυτή την πληρωμή η Ελλάδα έχει εκταμιεύσει πλέον 18,2 δισ. ευρώ από τα 36 δισ. ευρώ του συνολικού πακέτου επιχορηγήσεων και δανείων που προβλέπει για τη χώρα το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Πρόκειται για ποσό που ξεπερνά το 50% του συνολικού προϋπολογισμού του Εθνικού Σχεδίου «Ελλάδα 2.0» και των πόρων που έχει εξασφαλίσει, κατατάσσοντας τη χώρα μας στην 5η θέση των 27 κρατών- μελών σε ό,τι αφορά την πορεία προόδου του Ταμείου, καθώς κατά μέσο όρο οι υπόλοιπες χώρες βρίσκονται περίπου στο 30% της εκταμίευσης των εξασφαλισμένων πόρων.

Το πώς χρησιμοποιούνται τα χρήματα που παίρνει η Ελλάδα όπως και οι υπόλοιπες χώρες παρακολουθείται από μία Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού του Ταμείου Ανάκαμψης (το οποίο ετοιμάζει και μια νέα task force που θα παρακολουθεί την πρόοδο των έργων), αλλά και τοπικές επιτροπές.

Ανάγκη για σπριντάρισμα

Η χώρα μας έχει λάβει ήδη το 50% των πόρων που έχει εξασφαλίσει (τα 18,1 από τα 36 δισ. ευρώ), όμως αυτά τα ποσά θα πρέπει να μετουσιωθούν σε δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, μία διαδικασία που πρέπει να «τρέξει».

Παράλληλα, σπριντάρισμα απαιτείται για να εισπραχθούν και τα υπόλοιπα 18 δισ. ευρώ μέχρι και το τέλος του 2026 και φυσικά να γίνουν και αυτά επενδύσεις: το τελευταίο αίτημα χρηματοδότησης από τη χώρα μας πρόκειται να κατατεθεί τον Αύγουστο του 2026 και όλοι οι πόροι θα πρέπει να μπουν στην οικονομία μας εντός του 2026. Για να συμβεί αυτό, η Ελλάδα θα πρέπει στην επόμενη διετία, μαζί με τις επενδύσεις από το ΕΣΠΑ, να υλοποιήσει Προγράμματα Δημοσίων Επενδύσεων ύψους 15 δισ. ευρώ για καθένα από τα δύο χρόνια, δηλαδή να προχωρήσει σε δημόσιες επενδύσεις συνολικού ύψους 30 δισ. ευρώ σε αυτό το διάστημα.

Εν όψει της κατάθεσης του 5ου αιτήματος για πληρωμή, η χώρα μας υποχρεούται να ολοκληρώσει εγκαίρως τα 29 ορόσημα της επόμενης δόσης, στα οποία περιλαμβάνονται από αναθέσεις συμβάσεων έως και συγκεκριμένες δράσεις για την περαιτέρω ψηφιοποίηση της Δημόσιας Διοίκησης και της Δικαιοσύνης, που για την Ελλάδα αποτελούν γιγαντιαία έργα. Χαρακτηριστικό της δυσκολίας του έργου είναι ότι τα δύο πιο σημαντικά ορόσημα της περιόδου είναι η ψηφιοποίηση των αρχείων του Δημοσίου κατά τουλάχιστον 30% και η ολοκλήρωση της δημόσιας ανάρτησης του 85% των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας στο Κτηματολόγιο , έργα τα οποία «τρέχουν» μέσα στο χρονοδιάγραμμα που έχει οριστεί.

Η διανομή της πίτας

Η κυβέρνηση, όπως είναι φυσιολογικό, φαίνεται να δίνει πολύ μεγαλύτερο βάρος στις επιχορηγήσεις, δηλαδή στα χρήματα που δεν θα επιστρέψει η Ελλάδα, κάτι που αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η χώρα είναι σταθερά στις πρώτες πέντε θέσεις ανάμεσα στις 27 που πήραν το Ταμείο Ανάκαμψης - και στην απορρόφηση των πόρων του ΤΑΑ και του ΕΣΠΑ. Εξάλλου, το τρέχον έτος η Ελλάδα καταγράφει ρεκόρ στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, το ύψος των οποίων φτάνει τα 13,5 δισ. ευρώ.

Την ίδια στιγμή «τρέχει» και το δανειακό σκέλος, για το οποίο επίσης υπάρχουν ορόσημα για την απορρόφηση των ευρωπαϊκών χρημάτων. Πρόκειται για χαμηλότοκα δάνεια, τα οποία όμως «γράφουν» στο χρέος. Σημειώνεται ότι ενώ το σκέλος της παροχής δανειακών πόρων στις μεγάλες επιχειρήσεις «βγήκε» εύκολα, εκτιμάται ότι σχετικά με την ένταξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα υπάρχει μεγάλη δυσκολία, καθώς αυτές έχουν βγει «λαβωμένες» από τη δεκαετή κρίση και ένα μέρος τους συνεχίζει να «γράφει» ζημιές. Το πάθημα της ελληνικής κρίσης έχει κάνει τις τράπεζες ιδιαίτερα επιφυλακτικές και να είναι απολύτως τυπικές στις συνθήκες και τους όρους χορήγησης δανείων.

Επειτα, από το πλήθος σχεδίων που κατέθεσαν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις -και δη οι μεγαλύτερες- στις τέσσερις συστημικές τράπεζες και από τις προεγκρίσεις που έλαβαν, αναρτήθηκαν προς χρηματοδότηση περισσότερα από 800 τέτοια επενδυτικά σχέδια, συνολικού προϋπολογισμού ύψους 26,5 δισ. ευρώ.

Πώς δημιουργήθηκε το Ταμείο

Ακόμα και για τον πιο φανατικό αντιευρωπαϊστή, το Ταμείο Ανάκαμψης είναι μια «ευλογία». Η εφαρμογή μιας ιστορικής απόφασης ή ένα μεγάλο πείραμα σχετικά με το πώς θα έπρεπε να λειτουργεί η Ευρώπη. Τι είναι λοιπόν ακριβώς αυτό το Ταμείο και πώς λειτουργεί; Η ακριβής ονομασία του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι RRF - Recovery and Resilience Facility, δηλαδή Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Για να καταλάβουμε τι ακριβώς είναι, πρέπει να ανατρέξουμε στη γέννησή του.

Ηταν Μάιος του 2020 και η Γηραιά Ηπειρος έβγαινε σταδιακά και σαστισμένη από το πρώτο κύμα της πανδημίας του COVID-19. Μετά από περίπου έναν μήνα lockdown των ευρωπαϊκών οικονομιών, οι ηγέτες γνώριζαν ότι μπροστά τους είχαν να διαχειριστούν κάτι πρωτοφανές. Οι οικονομίες των εμπορικών εταίρων της Ε.Ε. έπρεπε να ανακάμψουν γρήγορα, έχοντας ταυτόχρονα να διαχειριστούν την εξάντληση των συστημάτων Υγείας τους. Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό;

Με την Κομισιόν να εξετάζει ήδη έναν οδικό χάρτη ανάκαμψης, στις 18 εκείνου του μήνα η τότε καγκελάριος της Γερμανίας Ανγκελα Μέρκελ και ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, με μια κοινή συνέντευξη Τύπου, κατέθεσαν την πρότασή τους, η οποία ήταν πολύ διαφορετική από τη σχεδόν «τιμωρητική» τακτική που είχαμε συνηθίσει στην κρίση του ευρώ.

Οι δύο ηγέτες έδειξαν προς την κατεύθυνση αμοιβαιοποίησης του δημοσιονομικού κόστους της πανδημίας και της χρήσης της ως ευκαιρία ανάπτυξης των αδύναμων και έτσι πρότειναν να δανειστεί η Ε.Ε. μισό τρισ. ευρώ από τις αγορές, ποσό που θα ενσωματωνόταν στον επταετή ευρωπαϊκό προϋπολογισμό (το MFF, από το οποίο προκύπτουν και οι πόροι για το ΕΣΠΑ) και από εκεί θα μετατρεπόταν σε απευθείας χρηματοδότηση, κυρίως προς τις πιο αδύναμες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Επειδή στην πράξη αυτό σήμαινε ταυτόχρονα και αύξηση κατά περίπου 50% του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για το 2021-2027 στο 1,6 τρισ. ευρώ, κάποιες χώρες της Ε.Ε. -Αυστρία, Ολλανδία, Δανία, Σουηδία, Φινλανδία- πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση. Ακολούθησε η... κλασική για την Ε.Ε. διαδικασία των εξαντλητικών διαπραγματεύσεων σε επεισοδιακές Συνόδους Κορυφής των «27», μέχρι να φτάσουμε στη Σύνοδο της 21ης Ιουλίου του 2020.

Εκεί εγκρίθηκε η αύξηση του επταετούς ευρωπαϊκού προϋπολογισμού κατά 750 εκατ. ευρώ, στα 2 τρισ. (με κοινό απευθείας δανεισμό από τις αγορές), με τη διαφορά ότι η απευθείας χρηματοδότηση που θα δινόταν ήταν περίπου 390 δισ. και το υπόλοιπο από το επιπλέον ποσό του προϋπολογισμού (περίπου το 50%) σε μορφή δανείων προς τα κράτη που θα τα ζητήσουν.

Για να χρησιμοποιηθούν τα επιπλέον κονδύλια του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας δημιουργήθηκε ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) που σήμερα αποκαλούμε Ταμείο Ανάκαμψης. Μέσω αυτού, περίπου 340 δισ. ευρώ, δηλαδή το 80% των απευθείας χρηματοδοτήσεων καθώς και το σύνολο των δανείων κατανέμεται στις χώρες με «συνταγή» που μοιάζει με αυτή των Ταμείων Συνοχής, στα οποία κριτήρια ήταν το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και η ανεργία κάθε περιφέρειας την περίοδο αμέσως πριν από την πανδημία. Βέβαια, στην περίπτωση του RRF λαμβάνεται επιπλέον υπόψη το πόσο έπληξε την κάθε οικονομία η πανδημία το 2020 και το 2021, γι’ αυτό και χώρες όπως η Ιταλία, παρότι δεν είναι οι πιο φτωχές, βγαίνουν εξαιρετικά ωφελημένες.

Και πού πηγαίνουν αυτά τα χρήματα; Φυσικά, ούτε δίνονται, ούτε κατευθύνονται ανεξέλεγκτα από κάθε χώρα. Στόχος είναι να γίνουν έργα και μεταρρυθμίσεις και αυτά που εντάσσονται στο RRF πρέπει να σχετίζονται με τουλάχιστον έναν από τους παρακάτω έξι θεματικούς πυλώνες: την πράσινη μετάβαση, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την «έξυπνη, βιώσιμη και συμπεριληπτική ανάπτυξη», την «κοινωνική και γεωγραφική συνοχή», την «υγεία και την οικονομική, κοινωνική και θεσμική ανθεκτικότητα», καθώς και τις «πολιτικές για τους νέους». Ταυτόχρονα, το Ταμείο Ανάκαμψης χρηματοδοτεί ιδιωτικές επενδύσεις, βασικά μέσω των τραπεζών. Το σχήμα προβλέπει συμμετοχή του Ταμείου Ανάκαμψης, των τραπεζών (με πολύ χαμηλότοκα δάνεια) και του ιδιώτη (συνήθως σε ποσοστά 50%, 30% και 20% αντίστοιχα).

Κάθε χώρα έχει καταθέσει ένα σχέδιο και αφού αυτό εγκρίθηκε, προχωρά σε αιτήματα πληρωμής δόσεων (ανά εξάμηνο) του ποσού που δικαιούται εάν έχει συμπληρώσει τα ορόσημα που απαιτούνται και έχουν συμφωνηθεί. Οι πληρωμές για όλα τα κράτη-μέλη στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης βασίζονται στην απόδοση και εξαρτώνται από την υλοποίηση των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων που περιγράφονται στο σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Αυτή την πρόοδο, δηλαδή την απόδοση και την αξιολόγηση, ελέγχει η οικονομική και δημοσιονομική επιτροπή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη της επιτροπής, η Κομισιόν λαμβάνει την τελική απόφαση σχετικά με την εκταμίευση των κεφαλαίων.

Στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, το ECOFIN εγκρίνει επίσης τις ειδικές ανά χώρα συστάσεις (Country Specific Recommendations) και συμπεράσματα σχετικά με τις Εμπεριστατωμένες Επισκοπήσεις (In Depth Reviews) του έτους. Φυσικά, κάθε χώρα έχει το δικό της, διαφορετικό πλάνο και τους δικούς της στόχους, οι οποίοι διαφοροποιούνται ανάλογα με τις ανάγκες της. Για παράδειγμα, ενώ οι χώρες έχουν υποχρέωση να αφιερώσουν τουλάχιστον το 37% των έργων (περίπου το 1/3 είναι μεταρρυθμίσεις) που έχουν εντάξει στο RRF στην «πράσινη μετάβαση» και στο περιβάλλον, οι 22 χώρες με εγκεκριμένα πλάνα είχαν κατά μέσο όρο ξεπεράσει το παραπάνω όριο κατά 40% από την έναρξη του Ταμείου, με κάποιες, όπως η Δανία, να ξεπερνούν και το 60%.

Οι καθυστερήσεις

Καθώς από την πρώτη στιγμή οι αξιωματούχοι της Κομισιόν είχαν επιφυλάξεις σχετικά με το αν θα καταφέρουν οι χώρες να εντάξουν τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης στις πραγματικές οικονομίες τους, στην Ελλάδα, που «τρέχει» με τους ταχύτερους ρυθμούς των «27», υπάρχουν επισημάνσεις σχετικά με καθυστερήσεις στη διάθεση των ποσών που αποδεσμεύονται στην πραγματική οικονομία.

Το πρόβλημα των διαφορετικών χρόνων μεταξύ των δεσμεύσεων, εκταμιεύσεων και πληρωμών δεν είναι νέο για την Ελλάδα και τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, καθώς καταγράφεται σε όλα τα αναπτυξιακά προγράμματα. Στην περίπτωσή μας, είναι συνηθισμένο κονδύλια από τα ευρωπαϊκά ταμεία να δεσμεύονται μεν, αλλά λόγω των παθογενειών και των αγκυλώσεων του ελληνικού συστήματος να αργούν να φτάσουν στα ταμεία των δικαιούχων.

Ετσι, μπορεί η Ελλάδα να βρίσκεται πιο μπροστά σε σχέση με όσα έχουν κάνει οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, τα χρήματα αυτά όμως δεν φτάνουν με την ίδια ταχύτητα στις επιχειρήσεις και γενικά στους δικαιούχους. Αυτό το επισημαίνει και σχετική έκθεση της ΤτΕ, η οποία συντάχθηκε όταν είχε απορροφηθεί 48% του συνόλου των κονδυλίων, ενώ είχε επιτευχθεί το 23% των συνολικών οροσήμων (στα ορόσημα περιλαμβάνονται και συγκεκριμένα ποσά συμβασιοποιήσεων δανείων).

Η τελευταία έκθεση του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος (στη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του έτους) περιέγραψε αυτό το πρόβλημα, με τον κ. Στουρνάρα να αναφέρει ότι «η Ελλάδα, ενώ είναι από τις λίγες χώρες που έχουν εισπράξει 3 δόσεις (σ.σ.: συντάχθηκε πριν από την είσπραξη της 4ης δόσης), οι εκταμιεύσεις των επιχορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις παρουσιάζουν καθυστερήσεις, αντανακλώντας περιορισμούς των φορέων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο ως προς τη διοικητική διεκπεραίωση και την υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων».

Σύμφωνα με την έκθεση, συνολικά από τον Ιούνιο του 2022 (πρώτη δανειακή σύμβαση) έως τις 25 Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους είχαν υπογραφεί 271 δανειακές συμβάσεις ύψους 8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 4,5 δισ. ευρώ δημόσιοι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και 3,5 δισ. δάνεια τραπεζών.

Από αυτά τα 4,5 δισ. ευρώ, όμως, μόνο 1,36 δισ. ευρώ είχε ήδη εκταμιευθεί προς τις επιχειρήσεις. Στην έκθεση του διοικητή της ΤτΕ, εξετάζοντας σε βάθος το πρόβλημα, υπογραμμίζεται ότι «οι διπλές εκλογές, τον Μάιο και τον Ιούνιο, καθώς και οι δύο γύροι των περιφερειακών και αυτοδιοικητικών εκλογών συνέβαλαν στην καθυστέρηση που παρουσίασαν οι τελικές εκταμιεύσεις στο σκέλος των επιχορηγήσεων. Αλλοι λόγοι που αναγνωρίστηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και αποτελούν κοινή πρόκληση για όλες τις χώρες, αφορούν στους τοπικούς και περιφερειακούς φορείς υπεύθυνους για την υλοποίηση των έργων».

Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, στο πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0» μέσω του οποίου αντλούνται οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης) έχουν ενταχθεί έργα για χρηματοδότηση μέσω επιχορηγήσεων ύψους 20,7 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο σύνολο του προϋπολογισμού (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ). Επιπλέον, έως το τέλος Δεκεμβρίου του 2023 είχαν υποβληθεί 624 αιτήσεις για χρηματοδότηση μέσω δανείων του Μηχανισμού, προϋπολογισμού 8,17 δισ. ευρώ, από τις οποίες 269 αιτήσεις έχουν προχωρήσει σε υπογραφή σύμβασης έργων ύψους 4,36 δισ. ευρώ.

Ωστόσο, οι εκταμιεύσεις των επιχορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις παρουσιάζουν καθυστερήσεις. Ειδικότερα, μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 2023 οι μεταβιβάσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό προς τους φορείς εντός και εκτός της γενικής κυβέρνησης ανέρχονταν σε 5,3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων μόνο τα 2,4 δισ. ευρώ είχαν καταβληθεί στις επιχειρήσεις έως το τέλος Σεπτεμβρίου του 2023.

Αντίστοιχη είναι και η εικόνα με τα χαμηλότοκα δάνεια που επιδοτεί το Ταμείο Ανάκαμψης. Παρότι το ποσό των δανείων για τα οποία έχουν υπογραφεί συμβάσεις αυξήθηκε σημαντικά, οι εκταμιεύσεις προς τις επιχειρήσεις παραμένουν σχετικά χαμηλές.

Σύμφωνα με την έκθεση, συνολικά από τον Ιούνιο του 2022 (πρώτη δανειακή σύμβαση) έως τις 25 Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους είχαν υπογραφεί 271 δανειακές συμβάσεις ύψους 8 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 4,5 δισ. ευρώ δημόσιοι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και 3,5 δισ. δάνεια τραπεζών. Από αυτά τα 4,5 δισ. ευρώ, όμως, μόνο 1,36 δισ. ευρώ είχε ήδη εκταμιευθεί προς τις επιχειρήσεις.

Ποια είναι η αντίστοιχη κατάσταση με βάση πιο επικαιροποιημένα στοιχεία; Tραπεζικές πηγές σημειώνουν ότι σήμερα έχουν ενταχθεί στις χρηματοδοτήσεις του ΤΑΑ περίπου 800 επενδυτικά σχέδια συνολικού προϋπολογισμού 23 δισ. ευρώ (από αυτά τα 10 δισ. είναι δάνεια του RRF, 7,3 δισ. αμιγώς τραπεζικός δανεισμός και ιδία συμμετοχή), έχουν συμβασιοποιηθεί περίπου 360 δάνεια, μέρος των οποίων προέρχεται από τις χορηγήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και έχουν εκταμιευθεί 265, συνολικού προϋπολογισμού 6,3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 1,7 δισ. ευρώ προέρχονται από τα δάνεια του ΤΑΑ (τα υπόλοιπα 1,34 δισ. ευρώ προέρχονται από τραπεζικό δανεισμό και το υπόλοιπο τμήμα από ίδια συμμετοχή).

Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, έχουν υπογραφεί μέχρι σήμερα περίπου 360 χρηματοδοτικές συμβάσεις, συνολικού προϋπολογισμού περίπου 11 δισ. ευρώ (από αυτά, τα 4,8 δισ. ευρώ είναι χρηματοδοτήσεις του δανειακού σκέλους του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ 3 δισ. ευρώ προέρχονται από τραπεζικό δανεισμό).

Η ωρίμανση

Η κυβέρνηση πάντως αισιοδοξεί, με τον αναπληρωτή υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Νίκο Παπαθανάση να σημειώνει ότι «27 χώρες έχουν πάρει το Ταμείο, με τη χώρα μας να είναι στις πρώτες 5 θέσεις και στην απορρόφηση. Επομένως, πετυχαίνουμε τα ορόσημα και τις μεταρρυθμίσεις». Αλλά και ότι υπάρχουν στόχοι -με τα ποσά να κινούνται εκθετικά- οι οποίοι επιτυγχάνονται.

Για το 2023, όπως εξηγεί ο κ. Παπαθανάσης, ο στόχος ήταν τα 2 δισ. ευρώ και επετεύχθη, ενώ φέτος ο στόχος είναι 3,3 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης μόνο στο σκέλος των επιχορηγήσεων. Για το πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων δεν συμπεριλαμβάνεται το δανειακό σκέλος, δηλαδή οι πόροι που θα μπουν στην οικονομία από αυτό. Το σχέδιο του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης ήθελε έως το τέλος Νοεμβρίου να έχουν απορροφηθεί 2,4 δισ. και αναμένονται 900 εκατ. ευρώ τον Δεκέμβριο.

Το 2025 (έχει εκθετική είσοδο το πρόγραμμα με την ωρίμανση) η κυβέρνηση αναμένει ακόμα 4,9 δισ. ευρώ να μπουν στην οικονομία από το Ταμείο Ανάκαμψης και το 2026, χρονιά που λήγει το Ταμείο, το σχετικό ποσό θα είναι 7 δισ. ευρώ. Αλλωστε, επιτάχυνση της απορρόφησης των πόρων του Ταμείου, εν όψει της λήξης του το 2026, ζητά και η Κομισιόν.

«Πρέπει να είμαστε εντάξει με τις αιτήσεις και τις εκταμιεύσεις των πόρων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (είμαστε στους 5 πρώτους) και το επόμενο είναι να μπουν τα χρήματα στην οικονομία. Ο,τι προβλέπεται στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Διαρθρωτικό που κατατέθηκε στη Βουλή πριν από έναν μήνα θα υλοποιηθεί», ανέφερε ο κ. Παπαθανάσης.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης με τον αναπληρωτή υπουργό Νίκο Παπαθανάση

Και μετά το Ταμείο, τι;

Με το Ταμείο να λήγει το 2026, ένα ερώτημα είναι εάν υπάρχει περίπτωση να συνεχιστεί ως Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ΙΙ. Η συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει ανοίξει και αφορά τη συνέχισή του μετά το 2026, αλλά μάλλον με διαφορετική μορφή. Πάντα, ωστόσο, παραμένει η στόχευση της χρηματοδοτικής στήριξης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα για να ενδυναμωθούν απέναντι στις ιδιαίτερα ανταγωνιστικές εταιρείες των ΗΠΑ και της Κίνας. Κυβερνητικές πηγές επισημαίνουν ότι η συζήτηση που έχει ανοίξει σε ευρωπαϊκό επίπεδο αφορά την επόμενη προγραμματική περίοδο 2028-2034 (κατ’ ουσίαν, δηλαδή, αφορά το ΕΣΠΑ), όπου γίνεται συζήτηση να υπάρχουν μεταρρυθμίσεις με νέο πρόγραμμα.

Φωτογραφία: EUROKINISSI
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr