Νταλάρα: «Η ελληνική κυβέρνηση οικοδομεί αξιοπιστία για την Ελλάδα»
07.12.2012
19:48
Aυτό που έχει μεγαλύτερη σπουδαιότητα είναι η αποδέσμευση των κονδυλίων που απαιτούνται για την στήριξη του μεταρρυθμιστικού προγράμματος και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών
Αισιόδοξες προβλέψεις αναλυτών για το σχέδιο επαναγοράς ελληνικών ομολόγων προβάλλουν αμερικανικά ΜΜΕ, ενώ ο διευθύνων σύμβουλος του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου, Τσαρλς Νταλάρα, σε συνέντευξη του στη «Φωνή της Αμερικής», υποστηρίζει ότι «η προσπάθεια για μείωση του χρέους, με την επαναγορά ομολόγων, θα έχει ορισμένα οφέλη για την Ελλάδα εάν εκτελεστεί με επιτυχία στις επόμενες μέρες», σημειώνοντας ότι «η σημερινή ελληνική κυβέρνηση έκδηλα οικοδομεί αξιοπιστία για την Ελλάδα, ακολουθώντας τον δρόμο δύσκολων μεταρρυθμίσεων, που είμαι βέβαιος ότι θα αποφέρουν κέρδη στην οικονομία της».
Ενδεικτικό είναι δημοσίευμα της «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», στο οποίο αναφέρεται ότι το σχέδιο ενδέχεται να επιτύχει το στόχο μείωσης του ελληνικού χρέους κατά 20 δισ. ευρώ, γεγονός που θα ανοίξει το δρόμο για την έγκριση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο της επόμενης δανειακής δόσης προς την ελληνική κυβέρνηση.
Στο δημοσίευμα επισημαίνεται, ωστόσο, ότι το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF) υποστηρίζει πως ο τρόπος διεξαγωγής του προγράμματος εγείρει ορισμένα «ανησυχητικά ερωτήματα» για τη μεσοπρόθεσμη αποτελεσματικότητα και το ενδεχόμενο ενός νέου δανείου. Όπως αναφέρεται, το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο εκφράζει την άποψη ότι η επόμενη δόση του δανείου δεν θα επαρκέσει για την απαλοιφή του κρατικού χρέους της Ελλάδας και ότι η σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας θα αποδειχθεί δύσκολη υπόθεση, καθώς το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων προβλέπει επιπρόσθετη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας μεταξύ 4%-5% το 2013.
Τέλος, σημειώνεται ότι το IIF προειδοποίησε επιπλέον πως το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης και επαναγοράς ομολόγων υποδεικνύει ότι οι επενδυτές ιδιωτικού τομέα θα είναι οι πρώτοι από τους οποίους θα ζητηθεί παραγραφή χρέους στο μέλλον. Μια τέτοια «ντε φάκτο» αντιμετώπιση θα καταστήσει ακόμη δυσκολότερο για την Ελλάδα να ανακτήσει την πρόσβαση στις κεφαλαιακές αγορές.
Σε άλλο δημοσίευμα, στην ίδια εφημερίδα, υπογραμμίζεται ότι τα διοικητικά συμβούλια των τεσσάρων κορυφαίων ελληνικών τραπεζών (Εθνική Τράπεζα, Eurobank, Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς) θα αποφασίσουν εάν θα μετάσχουν στο φιλόδοξο σχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης για επαναγορά ομολόγων, αξίας πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, σε μια προσπάθεια μείωσης του ελληνικού χρέους, όπως δήλωσε ανώτατο στέλεχος ελληνικής τράπεζας, που δεν κατονομάζεται.
Σύμφωνα με τον ίδιο αξιωματούχο, που ενημέρωσε για το σχέδιο επαναγοράς χρέους, η απάντηση άλλων επενδυτών- κυρίως ξένων τραπεζών και ιδιωτικών ταμείων διαχείρισης κεφαλαίων- ήταν ότι το εν λόγω πρόγραμμα «βαίνει καλώς» μέχρι στιγμής, χωρίς ωστόσο να δοθούν περαιτέρω λεπτομέρειες.
Ενδεικτικό είναι δημοσίευμα της «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», στο οποίο αναφέρεται ότι το σχέδιο ενδέχεται να επιτύχει το στόχο μείωσης του ελληνικού χρέους κατά 20 δισ. ευρώ, γεγονός που θα ανοίξει το δρόμο για την έγκριση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο της επόμενης δανειακής δόσης προς την ελληνική κυβέρνηση.
Στο δημοσίευμα επισημαίνεται, ωστόσο, ότι το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF) υποστηρίζει πως ο τρόπος διεξαγωγής του προγράμματος εγείρει ορισμένα «ανησυχητικά ερωτήματα» για τη μεσοπρόθεσμη αποτελεσματικότητα και το ενδεχόμενο ενός νέου δανείου. Όπως αναφέρεται, το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο εκφράζει την άποψη ότι η επόμενη δόση του δανείου δεν θα επαρκέσει για την απαλοιφή του κρατικού χρέους της Ελλάδας και ότι η σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας θα αποδειχθεί δύσκολη υπόθεση, καθώς το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων προβλέπει επιπρόσθετη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας μεταξύ 4%-5% το 2013.
Τέλος, σημειώνεται ότι το IIF προειδοποίησε επιπλέον πως το πρόγραμμα αναδιάρθρωσης και επαναγοράς ομολόγων υποδεικνύει ότι οι επενδυτές ιδιωτικού τομέα θα είναι οι πρώτοι από τους οποίους θα ζητηθεί παραγραφή χρέους στο μέλλον. Μια τέτοια «ντε φάκτο» αντιμετώπιση θα καταστήσει ακόμη δυσκολότερο για την Ελλάδα να ανακτήσει την πρόσβαση στις κεφαλαιακές αγορές.
Σε άλλο δημοσίευμα, στην ίδια εφημερίδα, υπογραμμίζεται ότι τα διοικητικά συμβούλια των τεσσάρων κορυφαίων ελληνικών τραπεζών (Εθνική Τράπεζα, Eurobank, Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς) θα αποφασίσουν εάν θα μετάσχουν στο φιλόδοξο σχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης για επαναγορά ομολόγων, αξίας πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, σε μια προσπάθεια μείωσης του ελληνικού χρέους, όπως δήλωσε ανώτατο στέλεχος ελληνικής τράπεζας, που δεν κατονομάζεται.
Σύμφωνα με τον ίδιο αξιωματούχο, που ενημέρωσε για το σχέδιο επαναγοράς χρέους, η απάντηση άλλων επενδυτών- κυρίως ξένων τραπεζών και ιδιωτικών ταμείων διαχείρισης κεφαλαίων- ήταν ότι το εν λόγω πρόγραμμα «βαίνει καλώς» μέχρι στιγμής, χωρίς ωστόσο να δοθούν περαιτέρω λεπτομέρειες.
Στη συνέντευξή του στην Ελληνική Υπηρεσία της «Φωνής της Αμερικής», ο Τσαρλς Νταλάρα αναφέρει ότι «αυτό που έχει μεγαλύτερη σπουδαιότητα δεν είναι η περαιτέρω μείωση του ελληνικού χρέους, αλλά η αποδέσμευση των κονδυλίων που απαιτούνται για την στήριξη του μεταρρυθμιστικού προγράμματος και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών».
Αναφερόμενος, παράλληλα, στην πρόσφατη συμφωνία στο Eurogroup, ο κ. Νταλάρα διατυπώνει την εξής άποψη: «Πρόκειται για κρίσιμες αποφάσεις των Ευρωπαίων, ύστερα από τις εξίσου σημαντικές αποφάσεις τις οποίες έλαβε η ελληνική κυβέρνηση τις τελευταίες εβδομάδες, με τη θέσπιση σειράς νομοθετικών μέτρων που προνοούν την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, οι οποίες μακροπρόθεσμα θα οδηγήσουν στην αποκατάσταση της οικονομικής ευρωστίας της Ελλάδος. Η προσπάθεια για μείωση του χρέους με την επαναγορά ομολόγων θα έχει ορισμένα οφέλη για την Ελλάδα εάν εκτελεστεί με επιτυχία στις επόμενες μέρες. Θα μειώσει το χρέος της χώρας κατά περίπου 10% του ΑΕΠ και κάτι τέτοιο θα είναι πολύ χρήσιμο.
«Πάντως, πρέπει να πω ότι προσωπικά θα προτιμούσα τα χρήματα αυτά να είχαν χρησιμοποιηθεί για απευθείας επενδύσεις στην ελληνική οικονομία. Κι αυτό, γιατί πιστεύω πως η μακροπρόθεσμη προοπτική μείωσης του χρέους σε 7 με 8 χρόνια δεν βοηθά τόσο πολύ την επίλυση των σημερινών οικονομικών προβλημάτων της χώρας όσο θα βοηθούσαν η αύξηση των επενδύσεων, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και η ανάπτυξη της οικονομίας. Εάν είχαν ρίξει αυτά τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ στην ανάπτυξη επενδυτικών ευκαιριών, στην εκτέλεση έργων υποδομής, καθώς και στην εφαρμογή άλλων προγραμμάτων, τα οποία προβλέπονταν σε σχέδια που είχαν εκπονηθεί σε εποχές μεγαλύτερης οικονομικής ανάπτυξης, τότε νομίζω ότι η ελληνική οικονομία θα είχε οφέλη αρκετά νωρίτερα».
Σε ερώτηση για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, με βάση τις προσωπικές εμπειρίες που αποκόμισε από τις επισκέψεις του στην Αθήνα, ο κ. Νταλάρα τόνισε ότι «η σημερινή κυβέρνηση έκδηλα οικοδομεί αξιοπιστία για την Ελλάδα, ακολουθώντας τον δρόμο δύσκολων μεταρρυθμίσεων, που είμαι βέβαιος ότι θα αποφέρουν κέρδη στην οικονομία της. Από την άλλη πλευρά, έχουμε μια συνεχιζόμενη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας. Βρισκόμουν στο γραφείο του Πρωθυπουργού όταν ανακοινώθηκε πως στο τρίτο τρίμηνο του χρόνου η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε με ετήσιο ρυθμό άνω του 7%. Τόσο μεγάλη συρρίκνωση δεν είναι δυνατόν να συνεχίζεται για πολύ καιρό σε καμιά δημοκρατική κοινωνία.
Πρέπει η κατάσταση αυτή να αρχίσει να αντιστρέφεται και οι μηχανές ανάπτυξης της χώρας να ξεκινήσουν ξανά. Το υφιστάμενο πρόγραμμα στηρίζεται στην προϋπόθεση ότι η συρρίκνωση της οικονομίας θα συνεχιστεί το 2013 με ρυθμό 4 έως 5%, επιπροσθέτως της συρρίκνωσης των τελευταίων χρόνων που συνολικά έφθασε σχεδόν το 20%.
«Ασχολούμαι με προβλήματα εξωτερικού χρέους επί 35 χρόνια και μπορώ να σας πω ότι ουδέποτε άλλοτε είδα μια εθνική οικονομία να συρρικνώνεται σε τέτοιο μεγάλο βαθμό επί τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Χρειάζεται λοιπόν οι πάντες, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η ελληνική κυβέρνηση και οι αγορές να υποστηρίξουν την ταχεία οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας. Πιστεύω, ότι η Αθήνα μπορεί να τα καταφέρει, αλλά, ίσως, χρειαστεί παράλληλα να αναληφθούν και δεσμεύσεις από μέρους της Ευρωζώνης για πρόσθετη χρηματοδότηση της Ελλάδας του χρόνου, προκειμένου αυτή να παρατείνει για λίγο ακόμα την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων της και να έχει μεγαλύτερο περιθώριο για οικονομικές επενδύσεις».
Αναφερόμενος, παράλληλα, στην πρόσφατη συμφωνία στο Eurogroup, ο κ. Νταλάρα διατυπώνει την εξής άποψη: «Πρόκειται για κρίσιμες αποφάσεις των Ευρωπαίων, ύστερα από τις εξίσου σημαντικές αποφάσεις τις οποίες έλαβε η ελληνική κυβέρνηση τις τελευταίες εβδομάδες, με τη θέσπιση σειράς νομοθετικών μέτρων που προνοούν την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων, οι οποίες μακροπρόθεσμα θα οδηγήσουν στην αποκατάσταση της οικονομικής ευρωστίας της Ελλάδος. Η προσπάθεια για μείωση του χρέους με την επαναγορά ομολόγων θα έχει ορισμένα οφέλη για την Ελλάδα εάν εκτελεστεί με επιτυχία στις επόμενες μέρες. Θα μειώσει το χρέος της χώρας κατά περίπου 10% του ΑΕΠ και κάτι τέτοιο θα είναι πολύ χρήσιμο.
«Πάντως, πρέπει να πω ότι προσωπικά θα προτιμούσα τα χρήματα αυτά να είχαν χρησιμοποιηθεί για απευθείας επενδύσεις στην ελληνική οικονομία. Κι αυτό, γιατί πιστεύω πως η μακροπρόθεσμη προοπτική μείωσης του χρέους σε 7 με 8 χρόνια δεν βοηθά τόσο πολύ την επίλυση των σημερινών οικονομικών προβλημάτων της χώρας όσο θα βοηθούσαν η αύξηση των επενδύσεων, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και η ανάπτυξη της οικονομίας. Εάν είχαν ρίξει αυτά τα 10 δισεκατομμύρια ευρώ στην ανάπτυξη επενδυτικών ευκαιριών, στην εκτέλεση έργων υποδομής, καθώς και στην εφαρμογή άλλων προγραμμάτων, τα οποία προβλέπονταν σε σχέδια που είχαν εκπονηθεί σε εποχές μεγαλύτερης οικονομικής ανάπτυξης, τότε νομίζω ότι η ελληνική οικονομία θα είχε οφέλη αρκετά νωρίτερα».
Σε ερώτηση για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, με βάση τις προσωπικές εμπειρίες που αποκόμισε από τις επισκέψεις του στην Αθήνα, ο κ. Νταλάρα τόνισε ότι «η σημερινή κυβέρνηση έκδηλα οικοδομεί αξιοπιστία για την Ελλάδα, ακολουθώντας τον δρόμο δύσκολων μεταρρυθμίσεων, που είμαι βέβαιος ότι θα αποφέρουν κέρδη στην οικονομία της. Από την άλλη πλευρά, έχουμε μια συνεχιζόμενη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας. Βρισκόμουν στο γραφείο του Πρωθυπουργού όταν ανακοινώθηκε πως στο τρίτο τρίμηνο του χρόνου η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε με ετήσιο ρυθμό άνω του 7%. Τόσο μεγάλη συρρίκνωση δεν είναι δυνατόν να συνεχίζεται για πολύ καιρό σε καμιά δημοκρατική κοινωνία.
Πρέπει η κατάσταση αυτή να αρχίσει να αντιστρέφεται και οι μηχανές ανάπτυξης της χώρας να ξεκινήσουν ξανά. Το υφιστάμενο πρόγραμμα στηρίζεται στην προϋπόθεση ότι η συρρίκνωση της οικονομίας θα συνεχιστεί το 2013 με ρυθμό 4 έως 5%, επιπροσθέτως της συρρίκνωσης των τελευταίων χρόνων που συνολικά έφθασε σχεδόν το 20%.
«Ασχολούμαι με προβλήματα εξωτερικού χρέους επί 35 χρόνια και μπορώ να σας πω ότι ουδέποτε άλλοτε είδα μια εθνική οικονομία να συρρικνώνεται σε τέτοιο μεγάλο βαθμό επί τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Χρειάζεται λοιπόν οι πάντες, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, η ελληνική κυβέρνηση και οι αγορές να υποστηρίξουν την ταχεία οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας. Πιστεύω, ότι η Αθήνα μπορεί να τα καταφέρει, αλλά, ίσως, χρειαστεί παράλληλα να αναληφθούν και δεσμεύσεις από μέρους της Ευρωζώνης για πρόσθετη χρηματοδότηση της Ελλάδας του χρόνου, προκειμένου αυτή να παρατείνει για λίγο ακόμα την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων της και να έχει μεγαλύτερο περιθώριο για οικονομικές επενδύσεις».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr