Κ. Μεντζελοπούλου, μια πριγκίπισσα στο γαλλικό βασίλειο του Διόνυσου
«Τι; Ενας Ελληνας στο Μαργκό;» Με αυτόν τον «οργισμένο» πρωτοσέλιδο τίτλο υποδέχτηκε η μεγάλη εφημερίδα «Le Monde» την είδηση ότι ένας πλούσιος Ελληνας, ο Ανδρέας Μεντζελόπουλος, αγόρασε έναν από τους μύθους της Γαλλίας σχεδόν 32 χρόνια πριν: το περίφημο Château Margaux που παράγει ίσως το κορυφαίο και το πιο αριστοκρατικό κρασί του πλανήτη και το οποίο λίγοι και πολύ πλούσιοι έχουν τη ευτυχία να το γεύονται, καθώς οι τιμές στις οποίες πωλείται φτάνουν ακόμα και τα 1.500 ευρώ (αν
«Τι; Ενας Ελληνας στο Μαργκό;» Με αυτόν τον «οργισμένο» πρωτοσέλιδο τίτλο υποδέχτηκε η μεγάλη εφημερίδα «Le Monde» την είδηση ότι ένας πλούσιος Ελληνας, ο Ανδρέας Μεντζελόπουλος, αγόρασε έναν από τους μύθους της Γαλλίας σχεδόν 32 χρόνια πριν: το περίφημο Château Margaux που παράγει ίσως το κορυφαίο και το πιο αριστοκρατικό κρασί του πλανήτη και το οποίο λίγοι και πολύ πλούσιοι έχουν τη ευτυχία να το γεύονται, καθώς οι τιμές στις οποίες πωλείται φτάνουν ακόμα και τα 1.500 ευρώ (ανάλογα με τη χρονιά) η φιάλη.
Βέβαια, εκείνη την εποχή στη δεκαετία του ’70 κανείς στη Γαλλία δεν μπορούσε να πιστέψει ότι το θρυλικό château, που αποτελεί μέρος της ιστορίας της χώρας αυτής, θα μπορούσε να περάσει στα χέρια ενός ανθρώπου που δεν ήταν Γάλλος.
Για αυτό άλλωστε και η είδηση αυτή είχε προκαλέσει «σοκ» στον οινοπαραγωγικό κόσμο της χώρας, αλλά και στα μεγάλα σαλόνια της Πόλης του Φωτός.
Κι όμως, ο Ελληνας μεγιστάνας εκείνη την εποχή και η κόρη του Κορίνα στη συνέχεια άλλαξαν για πάντα την πορεία ίσως του παλαιότερου château στην Ιστορία της Γαλλίας.
Οπως παραδέχεται σήμερα η ίδια η κυρία Κορίνα Μεντζελοπούλου, «πράγματι, εκείνη την εποχή το σοκ ήταν μεγάλο για τη χώρα, καθώς ένας μη Γάλλος αγόρασε έναν από τους μύθους της Γαλλίας. Μάλιστα, επειδή είχε χαρακτηριστεί εθνικός θησαυρός, ο τότε πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν είχε απαγορεύσει την πώλησή του λίγους μήνες νωρίτερα σε μια αμερικανική πολυεθνική. Βέβαια, ο πατέρας μου ζούσε πολλά χρόνια στη Γαλλία, είχε παντρευτεί Γαλλίδα και είχε αναπτύξει σημαντική επιχειρηματική δράση στο Παρίσι, οπότε τα πράγματα ήταν πιο εύκολα. Ομως χρειάστηκε να πάρει άδεια από τη γαλλική κυβέρνηση για αυτή την αγορά».
Η αλήθεια είναι ότι μέχρι και τις αρχές του 1960 το Château Margaux θεωρούνταν ένα από τα κορυφαία γαλλικά κρασιά. Ομως, τα άσχημα νέα ήρθαν μετά το 1962. Σχεδόν όλες οι χρονιές έως και το 1975 χαρακτηρίστηκαν από μετριότητα. Αποτέλεσμα ήταν να μειωθεί το κύρος του στην αγορά. Επιπροσθέτως, εξαιτίας της πετρελαϊκής κρίσης του 1973, η αγορά του ακριβού κρασιού παγκοσμίως εισήλθε σε βαθιά ύφεση.
Απαξίωση και πωλητήριο
Η τιμή της κάθε φιάλης δεν ξεπερνούσε τα 10 δολάρια. Ετσι, οι τότε ιδιοκτήτες του Pierre και Bernard Ginestet αναγκάστηκαν το βάλουν πωλητήριο.
Τότε ακριβώς εμφανίστηκε ο πάμπλουτος Ελληνας επιχειρηματίας που ζούσε στη Γαλλία, ο Ανδρέας Μεντζελόπουλος. Μαζί με τη σύζυγό του Λάουρα προσέφεραν το 1977 στην οικογένεια Ginestet το ποσό των 72 εκατ. γαλλικών φράγκων (περίπου 16 εκατ. δολάρια) και εξαγόρασαν την επιχείρηση.
«Μετά τον θάνατο του πατέρα μου αναγκάστηκα να ξεκινήσω και πάλι από το μηδέν στην οικογενειακή επιχείρηση στην Primistères, η οποία διαχειριζόταν τα καταστήματα Félix Potin», επισημαίνει η κυρία Μεντζελοπούλου, και συνεχίζει:
«Εκείνη την εποχή ένιωθα ότι όλος ο κόσμος με παρακολουθούσε. Ηταν μια πρόκληση για εμένα να διαχειριστώ το μεγάλο χαρτοφυλάκιο των επιχειρήσεων που κληρονόμησα. Δεν μπορούσα να απογοητεύσω κανέναν. Ευτυχώς, όσον αφορά στο Château Margaux, υπήρχε τότε μια δυναμική ομάδα, η οποία υποστήριξε την επιχείρηση στο έπακρο. Προσωπικά δεν είχα καμία επαφή με τη διαδικασία παραγωγής του κρασιού, αλλά παθιάστηκα με τις επιχειρήσεις και ειδικά με το château», λέει σήμερα, σχεδόν 30 χρόνια μετά.
Ετσι, λοιπόν, λίγα χρόνια έπειτα από σκληρή δουλειά η κυρία Μεντζελοπούλου καταφέρνει να ανεβάσει και πάλι στον θρόνο του το μεγαλειώδες αυτό κρασί.
Το διαφήμισε σε ολόκληρο τον κόσμο και ειδικά στις ΗΠΑ, στη Ρωσία, στη Μεγάλη Βρετανία, στην Ιαπωνία, ανοίγοντας τις πύλες των μεγάλων και πλούσιων αγορών για το κρασί της. Βέβαια, σε αυτό βοήθησαν οι καλές χρονιές σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980.
Οπως λέει η ίδια: «Ακόμα και σήμερα η χρονιά του 1982 θεωρείται από τις κορυφαίες του 20ού αιώνα. Εκείνη την εποχή οι Βρετανοί (που είναι οι παραδοσιακοί αγοραστές των γαλλικών κρασιών) και οι Αμερικανοί ενθουσιάστηκαν με τα κρασιά μας, ενώ μπήκαν δυναμικά και στο παιχνίδι οι νέες αγορές όπως η Ρωσία και η Κίνα».
Το μυστικό
Το μυστικό της επιτυχίας του Château Margaux, σύμφωνα με την ιδιοκτήτριά του, «βρίσκεται στη σωστή αξιοποίηση αυτού του εξαιρετικού terroir, που βασίζεται σε γνώση και σοφία αιώνων. Η θέση όπου τα αμπέλια μας έχουν φυτευτεί, ο τρόπος που καλλιεργούνται, είναι επιστήμη. Παράδοση σημαίνει ότι ο γιος έμαθε από τα σωστά και τα λάθη του πατέρα, του παππού, του προπάππου. Σε αυτή τη σοφία χρωστάμε την επιτυχία μας, όχι στο μάρκετινγκ».
Εν τω μεταξύ η κυρία Μεντζελοπούλου αναδιαρθρώνει τη «Félix Potin», προχωρεί στην πώληση πολλών καταστημάτων, ενώ ταυτόχρονα προσθέτει στη «φαρέτρα» της την εταιρεία που εμφιάλωνε το περίφημο νερό Perrier.
Ομως στις αρχές της δεκαετίας του 1990 αποφασίζει να πωλήσει το 75% των μετοχών της εταιρείας στην πανίσχυρη οικογένεια Ανιέλι της «Fiat». Ο πατριάρχης της οικογένειας, ο Τζιάνι, ένας γνήσιος bon vivant, με τη μεγάλη ρευστότητα που διέθετε εκείνη την εποχή εξαγοράζει την εταιρεία και κατ’ επέκταση και το Château Margaux.
Ομως η κυρία Μεντζελοπούλου παραμένει στο τιμόνι του κτήματος και πλέον ασχολείται μόνο με αυτό. Το 2003 το Group Aνιέλι αποφασίζει να πουλήσει εκ νέου τις μετοχές που κατείχε στο κτήμα. Η Ελληνίδα επιχειρηματίας με μια κίνηση ματ εξαγοράζει τις μετοχές αντί του ποσού των 450 εκατ. ευρώ και πλέον μαζί με την οικογένειά της είναι οι μοναδικοί μέτοχοί του.
Η ποιότητα του κρασιού που παράγει είναι μοναδική. Αλλωστε, όπως εξηγεί: «Το Château Margaux δεν ανήκει σε εμάς, αλλά εμείς ανήκουμε στο Château Margaux. Εμείς ποτέ δεν θα βγάλουμε μια μεγάλη παραγωγή εις βάρος της ποιότητας προκειμένου να κάνουμε περισσότερα χρήματα. Είμαι ευτυχής και με αυτά που έχω», τονίζει χαρακτηριστικά. Μιλώντας για το ελληνικό κρασί, εξηγεί: «Αγαπώ το ελληνικό κρασί και εξελίσσεται με πολύ θετικά βήματα. Οταν βρίσκομαι στην Ελλάδα (σχεδόν κάθε καλοκαίρι), πίνω μόνο ελληνικό κρασί».
Τα εύσημα του Τόμας Τζέφερσον
H περιοχή της κοινότητας του Μαργκό, από όπου πήρε και την ονομασία του το ομώνυμο Château, βρίσκεται 20 χλμ. βόρεια της πόλης του Μπορντό.
Οι αμπελώνες της κοινότητας ανέρχονται σε περίπου 3.200 στρέμματα και βρίσκονται στα περισσότερο χαλικώδη εδάφη. Το Château Margaux με το όνομα και την έκταση που έχει ακόμα και σήμερα ιδρύθηκε από την οικογένεια Lestonnac το 1572.
Ομως ήδη από τον 12ο αιώνα υπήρχε στην περιοχή αυτή του Μπορντό το La Mothe de Margaux, που θεωρείται πρόγονος του Château Margaux. Για πρώτη φορά εμφανίστηκε σε δημοπρασία στους Christies το 1776. «Ενα εξαιρετικό μπορντό κρασί με υπέροχο γεύση από τη χρονιά του 1771», έγραφε ο κατάλογος των δημοπρασιών εκείνης της χρονιάς.
Το 1784 ο τότε πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Γαλλία Τόμας Τζέφερσον (μετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ) είχε γράψει ότι «δεν είναι δυνατόν να υπάρξει καλύτερο κρασί στο Μπορντό». Με την ταξινόμηση του 1855, χαρακτηρίστηκε ως premier cru μαζί με το Ch. Latour, το Ch. Lafite Rothschild, το Ch. Haut Brion και το Ch. d’ Yquem. Υπενθυμίζεται ότι εκείνη τη χρονιά στην παγκόσμια έκθεση του Παρισιού οι παραγωγοί των περιοχών Mentoc, Sauternes και Graves στο Μπορντό, λαμβάνοντας υπόψη την ποιότητα (σε τυφλή γευσιγνωσία) και τις τιμές των κρασιών από το 1755 έως εκείνο το έτος, ταξινόμησαν 61 châteaux. Ετσι, 5 châteaux ταξινομήθηκαν ως πρώτοι αμπελώνες ή πρώτοι παραγωγοί (premiers crus), 14 châteaux ως δεύτεροι αμπελώνες η δεύτεροι παραγωγοί (deuxiemes crus), 14 châteaux ως τρίτοι αμπελώνες (troisiemes crus), 14 Chateau ως τέταρτοι αμπελώνες (quatriemes crus) και 18 châteaux ως πέμπτοι αμπελώνες (cinquiemes curs).
Προσέξτε, όμως: στην ελληνική γλώσσα μπορεί η έννοια «δεύτερος αμπελώνας» ή «τρίτος αμπελώνας» να έχει αρνητική χροιά, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τις ταξινομήσεις των μεγάλων γαλλικών châteaux. Η ταξινόμηση του 1855 (που δεν έχει αναθεωρηθεί από τότε, με εξαίρεση το Mouton Rothschild, ιδιοκτησίας της πανίσχυρης οικογένειας των τραπεζιτών, που στις αρχές του 1970 από deuxieme cru έγινε premier cru), έγινε με κριτήρια την ποιότητα την τιμή αλλά... και το μάρκετινγκ της εποχής - που όμως το εκμεταλλεύτηκαν και το εκμεταλλεύονται στο έπακρο οι ιδιοκτήτες των μεγάλων châteaux...
Σήμερα οι τιμές ανά φιάλη όλων των premier cru κρασιών είναι αστρονομικές, αφού ξεκινούν από τα 150-200 ευρώ (για τις χρονιές με μέτριας ποιότητας παραγωγή) και ξεπερνούν ακόμα και τα 2.000 ευρώ για τις εξαιρετικές χρονιές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα Margaux του 2003 κοστίζει περίπου 900 ευρώ, ενώ μια φιάλη από τη χρονιά του 1961 μπορεί να κοστίζει ακόμα και 1.200 έως 1.500 ευρώ. Τονίζεται τέλος ότι μια φιάλη από τη χρονιά του 1787 του Ch. Margaux έχει ασφαλιστεί από μεγάλη αμερικανική ασφαλιστική εταιρεία αντί του ποσού των 225.000 δολαρίων.
Ποιος ήταν ο Ανδρέας Μεντζελόπουλος
Η καταγωγή του Ανδρέα Μεντζελόπουλου ήταν από την Πελοπόννησο, από τα Αρφαρά Αιγιαλείας, συγκεκριμένα Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1915 και ο πατέρας του ήταν ξενοδόχος. Το όνειρό του ήταν τα παιδιά του να πάνε στο εξωτερικό και να αποκτήσουν περιουσία.
Ετσι λοιπόν στα 18 του χρόνια ο Ανδρέας Μεντζελόπουλος έφυγε για τη Γαλλία. Σπουδάζει Λογοτεχνία στην Γκρενόμπλ και μαθαίνει έξι γλώσσες. Εχει κοσμοπολίτικο αέρα και του αρέσει να χρησιμοποιεί πολύ συχνά φράσεις του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Μετά τις σπουδές ασχολείται με το εμπόριο των δημητριακών στη Κίνα, στην Ινδία και στο Πακιστάν. Επέστρεψε στο Παρίσι και εξαγοράζει τη «Félix Potin», μια φίρμα που είχε ιδρυθεί το 1844 και είχε 80 παντοπωλεία σε ολόκληρη τη χώρα. Λίγα χρόνια μετά, υπό τη διαχείριση του δαιμόνιου Ελληνα η εταιρεία διέθετε 1.600 σούπερ μάρκετ και παντοπωλεία σε όλη τη χώρα και μια σειρά από ακριβά ακίνητα στο Παρίσι.
Σε αντίθεση με άλλους Ελληνες οι οποίοι διέπρεπαν στη ναυτιλία, ο Μεντζελόπουλος αγαπούσε τη γη και την πέτρα. Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο ότι οι στήλες με τις οποίες ήταν χτισμένο το περιστύλιο του Château τού θύμιζαν την Ελλάδα.
Αμέσως μετά την εξαγορά του Château ο Ελληνας μεγιστάνας προσέλαβε τους αξιότερους οινολόγους της χώρας και επένδυσε πολλά χρήματα προκειμένου να το αναβαθμίσουν. Τα αποτελέσματα ήλθαν σχεδόν αμέσως. Η επόμενη χρονιά του 1978 χαρακτηρίστηκε από τους ειδικούς εντυπωσιακή.
Οπως εξηγεί σήμερα η ιδιοκτήτρια του Château, «ο Μεντζελόπουλος ανακαίνισε τις αίθουσες του πύργου που βρίσκεται μέσα στο κτήμα, έχτισε ένα νέο υπόγειο κελάρι από το μηδέν, έκανε προσεκτική επιλογή των σταφυλιών που προορίζονται για ωρίμανση και προσέθεσε ένα δεύτερο κρασί, το Pavillon du Château Margaux. Ωστόσο, όλες αυτές οι προσπάθειές του δεν θα είχαν νόημα εάν δεν υπήρχε το μεγάλο πλεονέκτημα, που είναι το συγκεκριμένο έδαφος».
Δυστυχώς, ο οραματιστής Ανδρέας Μεντζελόπουλος απεβίωσε το 1980 και δεν πρόλαβε να δει το Château Margaux να μεγαλουργεί ξανά. Αμέσως η κόρη του κυρία Κορίνα Μεντζελοπούλου εκλήθη να αντιμετωπίσει τη νέα πρόκληση. Νωρίτερα είχε πάρει το δίπλωμά της από το Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών στο Παρίσι και εργαζόταν στη μεγάλη διαφημιστική εταιρεία «Havas».Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr