Τ.τ.Ε.: Τα ακραία σενάρια για την οικονομία και οι αντοχές των τραπεζών

Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιώργος Προβόπουλος 

 

 

 

 

 

 

Ανθεκτικότητα στην κρίση και τις επιπτώσεις της έδειξαν οι ελληνικές τράπεζες στο stress test που διενήργησε η Τράπεζα της Ελλάδος με βάση υποθέσεις ακραίων καταστάσεων, όμως η Κεντρική Τ

Ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιώργος Προβόπουλος 

 

 

 

 

 

 

Ανθεκτικότητα στην κρίση και τις επιπτώσεις της έδειξαν οι ελληνικές τράπεζες στο stress test που διενήργησε η Τράπεζα της Ελλάδος με βάση υποθέσεις ακραίων καταστάσεων, όμως η Κεντρική Τράπεζα δηλώνει ότι βρίσκεται σε επαγρύπνηση.   

Τα αποτελέσματα των «ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) που διενήργησε η Τράπεζα της Ελλάδος για τις ελληνικές τράπεζες στο πλαίσιο της ετήσιας τακτικής διαβούλευσης µε το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο χαρακτηρίζονται ως ενθαρρυντικά.  

Στην  έκθεση με θέμα την χρηματοπιστωτική σταθερότητα που δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη, αναφέρεται ότι τα αποτελέσµατα του stress test έδειξαν ότι τραπεζικός τοµέας στην Ελλάδα είναι σε θέση να αντεπεξέλθει ακόµη και σε ιδιαίτερα έντονες διαταραχές, η πιθανότητα εµφάνισης των οποίων είναι εξαιρετικά χαµηλή. Μάλιστα, στα συµπεράσµατα της αποστολής του ∆ΝΤ επισηµαίνεται ότι οι “αρχές αντέδρασαν µε επαρκή προνοητικότητα στη χρηµατοοικονοµική κρίση…” και ότι “το τραπεζικό σύστηµα φαίνεται να διαθέτει αρκετές δικλίδες ασφαλείας ώστε να µπορέσει να αντεπεξέλθει στην προσδοκώµενη επιβράδυνση”.  

Η Τράπεζα της Ελλάδος θα συνεχίσει να διενεργεί ασκήσεις προσοµοίωσης ακραίων καταστάσεων και στο µέλλον, κρίνοντας ότι αυτές προσφέρουν χρήσιµες πληροφορίες που συµβάλλουν στο εποπτικό της έργο, και όπου διαπιστώνει αδυναµίες θα λαµβάνει τα κατάλληλα διορθωτικά µέτρα. 

Τα νούμερα στα ακραία σενάρια  

Για τις ανάγκες της άσκησης εκτιµήθηκαν οι επιπτώσεις ενός ακραία αρνητικού µακροοικονοµικού σεναρίου για την Ελλάδα, του οποίου οι υποθετικές παραδοχές εκκίνησης προβλέπουν σωρευτικά για περίοδο 2 ετών µείωση του ΑΕΠ κατά 3%, άνοδο του ποσοστού ανεργίας κατά 4 εκατοστιαίες µονάδες και αύξηση των επιτοκίων χορηγήσεων κατά 400 µονάδες βάσης.  

Οι παραδοχές αυτές ενσωµατώθηκαν σε οικονοµετρικό υπόδειγµα, µε στόχο την εκτίµηση των δανείων σε καθυστέρηση στην Ελλάδα. Η συνολική επίδραση και των τριών αυτών παραγόντων κινδύνου, σε περίπτωση που και οι τρεις υποθετικές παραδοχές επαληθεύονταν ταυτοχρόνως, εκτιµήθηκε ότι θα οδηγούσε σε αύξηση των δανείων σε καθυστέρηση από 5% του συνόλου των δανείων σε επίπεδο τραπεζικού συστήµατος στις 31.12.2008 σε 12,7% στις 31.12.2010. 

Για την εκτίµηση των δανείων σε καθυστέρηση ως ποσοστού των δανείων στις αναδυόµενες οικονοµίες της Ευρώπης στις οποίες δραστηριοποιούνται οι ελληνικές τράπεζες, εφαρµόστηκε ένα ιδιαίτερα δυσµενές υποθετικό σενάριο. Οι χώρες αυτές οµαδοποιήθηκαν σε 3 κατηγορίες επικινδυνότητας. Για τις χώρες υψηλού κινδύνου ενσωµατώθηκε καθ’ υπόθεση ένα τελικό ποσοστό δανείων σε καθυστέρηση ανερχόµενο σε 20%, για τις µεσαίου κινδύνου ποσοστό 15% και για τις χώρες χαµηλού κινδύνου ποσοστό δανείων σε καθυστέρηση ίσο µε το επίσης υποθετικό ποσοστό της Ελλάδος, δηλαδή 12,7% (στο τέλος της διετίας).  

Με τις υποθετικές αυτές παραδοχές, το µέσο ποσοστό των δανείων σε καθυστέρηση, στις εν λόγω χώρες, σχεδόν τετραπλασιάζεται σε σύγκριση µε το υφιστάµενο στο τέλος του 2008 ποσοστό, σε ορισµένες δε περιπτώσεις δεκαπλασιάζεται. 

Για τις ανάγκες της άσκησης θεωρήθηκε επίσης καθ’ υπόθεση ότι τα κέρδη προ φόρων και προβλέψεων θα υποχωρήσουν κατά 15% το 2009 έναντι του 2008, ενώ εν συνεχεία θα αυξηθούν το 2010 κατά 10%. 

Από την εξέταση των αποτελεσµάτων της άσκησης προσοµοίωσης για εννέα τράπεζες, που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 80% του συνολικού ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών, προκύπτει ότι ο τραπεζικός τοµέας, ως σύνολο, µπορεί να αντεπεξέλθει ακόµη και σε έντονες διαταραχές όπως αυτές των υποθετικών σεναρίων.  

Τα κέρδη της διετίας, µε βάση τις παραπάνω υποθέσεις, η αύξηση των κεφαλαίων από την αξιοποίηση των διατάξεων του Ν. 3723/2008 για τη στήριξη της ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και οι προβλέψεις που είχαν σχηµατίσει οι τράπεζες µέχρι τις 31.12.2008 απορροφούν επαρκές τµήµα της εκτιµώµενης ζηµίας από το σύνολο των κινδύνων, ώστε ο µεσοσταθµικός ∆είκτης Βασικών Κεφαλαίων (∆ΒΚ) για το δείγµα των εννέα τραπεζών να διαµορφώνεται στο ικανοποιητικό επίπεδο του 8,62%, να παραµένει δηλαδή άνω του 8% ακόµη και υπό τις ιδιαίτερα δυσµενείς παραδοχές των σεναρίων. Άλλωστε, πρέπει να σηµειωθεί ότι τα δυσµενή σενάρια εφαρµόστηκαν επί των µεγεθών της 31.12.2008, τα οποία είχαν ήδη ενσωµατώσει µέρος των επιπτώσεων της κρίσης. 

Βεβαίως τα αποτελέσµατα δεν είναι οµοιογενή για όλες τις τράπεζες. Η μέση τιµή του ∆ΒΚ ανέρχεται σε 9,1% και η πλειοψηφία των τραπεζών διατηρεί ικανοποιητική κεφαλαιακή βάση, ακόµη και µετά την απορρόφηση των ζηµιών που θα προέκυπταν από τυχόν υλοποίηση των ακραίων θεωρητικών σεναρίων.  

Κάποιοι, πάντως, θα είχαν πρόβλημα 

Για ελάχιστες τράπεζες όµως, η απορρόφηση ζηµιών αυτού του µεγέθους θα οδηγούσε σε αποδυνάµωση της κεφαλαιακής τους βάσης, η οποία πάντως δεν θα αποτελούσε συστηµικό κίνδυνο, δηλαδή δεν θα κλόνιζε το συνολικό χρηµατοπιστωτικό σύστηµα. 

Υπό τις ιδιαίτερα ακραίες συνθήκες τις οποίες προβλέπουν τα σενάρια που χρησιµοποιήθηκαν, θα απαιτούντο σχεδόν 2 δισ. ευρώ, ήτοι 7% περίπου των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών του δείγµατος, για να αποκατασταθεί ο ∆ΒΚ στο 6%, που θεωρείται το διεθνώς αποδεκτό υπό τις παρούσες συνθήκες όριο, συµβατό µε τις αντίστοιχες ασκήσεις προσοµοίωσης στις ΗΠΑ.  

Επίσης, για να προκύψει ποσοστό 8%, που παρέχει ικανοποιητικό περιθώριο επάρκειας, θα απαιτείτο ενίσχυση µε ποσό που πλησιάζει τα 3 δισεκ ευρώ ή ποσοστό της τάξεως του 10% των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών του δείγµατος.  

Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ήδη ζητήσει, σε όσες περιπτώσεις αυτό απαιτείται, την αύξηση των κεφαλαίων στο κατάλληλο επίπεδο για τις παρούσες και τις εκτιµώµενες µελλοντικές συνθήκες.  

Επίσης, διεξήχθη προσοµοίωση ακραίων καταστάσεων και για τον κίνδυνο ρευστότητας, µε υποθέσεις που προβλέπουν την απόσυρση του 10% των καταθέσεων και τη µη ανανέωση του 50% των χρηµατοδοτήσεων χονδρικής τραπεζικής.  

Ο στόχος ήταν να εκτιµηθεί η ικανότητα κάθε τράπεζας να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της που λήγουν σε χρονικό ορίζοντα ενός µήνα. Από tην άσκηση προέκυψε ότι καµία τράπεζα του δείγµατος δεν θα αντιµετώπιζε προβλήµατα στην αποπληρωµή των υποχρεώσεών της, 

Συµπερασµατικά, η οριακή µόνο έκθεση των ελληνικών τραπεζών σε στοιχεία ενεργητικού που συνδέονται άµεσα ή έµµεσα µε τα αρχικά αίτια της παγκόσµιας αναταραχής, το ικανοποιητικό επίπεδο της κεφαλαιακής τους επάρκειας, η σχετικά ισχυρή καταθετική τους βάση, η εφαρµογή αυστηρότερων κριτηρίων στις πιστοδοτήσεις και οι συνεχείς έλεγχοι από την Τράπεζα της Ελλάδος έχουν συµβάλλει στο µετριασµό των δυσµενών επιπτώσεων της κρίσης στα θεµελιώδη µεγέθη τους, µε αποτέλεσµα το ελληνικό τραπεζικό σύστηµα να παραµένει κατά βάση υγιές.

Παρ’ όλα αυτά, το τραπεζικό σύστηµα έχει να αντιµετωπίσει τη µεγάλη πρόκληση της ορθής διαχείρισης της στασιµότητας ή και µείωσης της οικονοµικής δραστηριότητας.  

Για το λόγο αυτό, η Τράπεζα της Ελλάδος ζητεί συνεχώς από τις τράπεζες, παράλληλα µε τις υποχρεώσεις τους για την οµαλή χρηµατοδότηση της

οικονοµίας, να εφαρµόζουν τις κατάλληλες πολιτικές για τη διασφάλιση της χρηµατοπιστωτικής σταθερότητας, λαµβάνοντας υπόψη τούς αυξηµένους κινδύνους που απορρέουν από την εξασθένηση της οικονοµικής δραστηριότητας, την υψηλή µεταβλητότητα στις αγορές χρήµατος και κεφαλαίων, τις επικρατούσες

συνθήκες σχετικά χαµηλής ρευστότητας, καθώς και την πίεση στην κερδοφορία και την κεφαλαιακή επάρκειά τους.  

Στα ζητήµατα αυτά απαιτείται διαρκής επαγρύπνηση. 

Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr