Γιατί η ανάπτυξη κινδυνεύει και το 2017
27.03.2017
12:46
Στο κόκκινο όλοι οι δείκτες της οικονομίας - Η κυβέρνηση δεν πληρώνει κανέναν, συγκεντρώνοντας τα χρήματα για να πληρώσει τους τόκους στους δανειστές το καλοκαίρι, προκαλώντας ύφεση
Βαθιά ύφεση και για το πρώτο τρίμηνο του 2017 δείχνουν τα πρώτα στοιχεία για την κατανάλωση και την έλλειψη ρευστότητας στην αγορά.
Η καθυστέρηση στις κυβερνητικές διαπραγματεύσεις με τους εταίρους κορυφώνει την αβεβαιότητα και παγώνει τις συναλλαγές, ενώ η στρατηγική της κυβέρνησης να διατηρεί ρευστά αποθεματικά πολλών δισ. ευρώ ώστε αν χρειαστεί να μπορεί να πληρώσει 7,5 δισ. τόκους στους δανειστές το καλοκαίρι χωρίς να πάρει χρηματοδότηση από τους εταίρους, προκαλεί ύφεση στην οικονομία.
Δραματική έκκληση να κλείσει το συντομότερο δυνατόν η διαπραγμάτευση για την αξιολόγηση απευθύνει για άλλη μια φορά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας προειδοποιώντας για τους κινδύνους από τις καθυστερήσεις που μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε ύφεση όλο το 2017. «Δεν είμαστε ακόμα σε τοίχο, πάντως η ΤτΕ ενθαρρύνει την κυβέρνηση να κλείσει την αξιολόγηση το συντομότερο δυνατόν» δηλώνει ο κ. Στουρνάρας στο capital.gr. «Χρόνο μπροστά μας δεν έχουμε γι' αυτό εύχομαι να τελειώσουμε γρήγορα» προσθέτει. Όπως σημειώνει «και στο παρελθόν υπήρχαν καθυστερήσεις, αυτή τη φορά είναι μεγαλύτερες. Πρέπει να κλείσει, έχει καθυστερήσει αρκετά».
Η κατανάλωση μειώνεται ταχύτατα τους τελευταίους μήνες
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα η εταιρεία συμβούλων λιανικών πωλήσεων IRI, η κατανάλωση μειώνεται ταχύτατα τους τελευταίους μήνες.
Τον Ιανουάριο η κατανάλωση στα σούπερ μάρκετ μειώθηκε κατά 10% και συγκεκριμένα αυτή των τροφίμων κατά 8,7%. Αυτός είναι ένας πολύ ανησυχητικός δείκτης για την οικονομία διότι τα τρόφιμα είναι βασικό στοιχείο της κατανάλωσης.
Η ίδια εταιρεία διαπιστώνει ότι πολλά νοικοκυριά διαθέτουν μόνο 20 ευρώ τον μήνα για σούπερ μάρκετ -ενώ πριν από την κρίση διέθεταν 100 και στη μέση της κρίσης 50 ευρώ- και ότι ο τζίρος τους φέτος θα μειωθεί κατά 500 με 600 εκατ., δηλαδή 3,6%.
Παράλληλα παρατηρείται αύξηση των τιμών των αγαθών που πουλάνε τα σούπερ μάρκετ κατά 2,4% λόγω αύξησης των φόρων. Αυτά τα στοιχεία αρκούν και περισσεύουν για να αντιληφθεί κανείς ότι το πρώτο τρίμηνο του 2017 θα κλείσει -όπως και το τελευταίο του 2016- με ύφεση. Και η κατάσταση δεν θα αλλάξει αν δεν αποκατασταθεί η ρευστότητα της αγοράς.
Αυτό το προβλέπει και η Citi, η οποία στη χθεσινή έκθεσή της αναφέρει την πρόβλεψη για την ανάπτυξη της Ελλάδας για το 2017 από 1,1% σε 0,5% και επισημαίνει ότι το πρώτο εξάμηνο του έτους θα έχουμε ύφεση. «Η ανάπτυξη μπορεί να ενισχυθεί μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, πιθανότατα όχι πριν το καλοκαίρι, όμως κατά την άποψή μας θα συνεχίσει να υποαποδίδει έναντι των στόχων του προγράμματος διάσωσης», αναφέρει.
Το τι σημαίνει η επερχόμενη ύφεση το περιγράφει η ΓΣΕΒΕΕ, η οποία προβλέπει ότι το πρώτο εξάμηνο του 2017 θα κλείσουν 18.700 επιχειρήσεις, με τις περισσότερες από αυτές να βρίσκονται στην Αττική, και θα χαθούν 34.000 θέσεις εργασίας.
«Για το επόμενο διάστημα, 4 στις 10 επιχειρήσεις (ποσοστό 40,3%) θεωρούν πολύ πιθανό ότι θα κλείσουν. Το αντίστοιχο ποσοστό είναι ιδιαίτερα υψηλό για τους αυτοαπασχολούμενους (57,4 %), μία ακόμη ένδειξη για περαιτέρω διεύρυνση της αδήλωτης επιχειρηματικής δραστηριότητας», υποστηρίζει η ΓΣΕΒΕΕ και συμπληρώνει ότι οι προσδοκίες σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων για το α’ εξάμηνο του 2017 παραμένουν αρνητικές, αφού το 58,8% από αυτές αναμένει επιδείνωση, ενώ μόλις το 11% βελτίωση.
Τα στοιχεία που παρουσιάζουν οι τράπεζες για τις επιχειρήσεις είναι επίσης πολύ αρνητικά. Διαπιστώνουν ότι οι περισσότερες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν ασφυκτικά προβλήματα ρευστότητας και ζημίες και προβλέπουν ότι η ανεργία θα διατηρηθεί σε επίπεδο άνω του 22% και φέτος.
Καθώς οι δημόσιες επενδύσεις έχουν διακοπεί, οι τράπεζες δεν χρηματοδοτούν ούτε τις επιχειρήσεις ούτε τους καταναλωτές λόγω των κόκκινων δανείων και παράλληλα οι χρηματοδοτήσεις από το εξωτερικό διακόπτονται λόγω της καθυστέρησης στις διαπραγματεύσεις, ενώ η οικονομία στερεύει από χρήμα και καταρρέει. Κίνδυνο όμως κατάρρευσης αντιμετωπίζουν και οι ίδιες οι τράπεζες, καθώς οι καταθέσεις μειώνονται -4 δισ. έφυγαν ήδη φέτος-, οι καθυστερήσεις στις πληρωμές δανείων αυξάνονται και η ρευστότητά τους εξαντλείται με επιπτώσεις και στα κεφάλαιά τους. Η ύφεση, λοιπόν, διατηρείται παρά τις υπεραισιόδοξες προβλέψεις της κυβέρνησης και των Ευρωπαίων ότι η χώρα μπαίνει σε ρυθμό ανάπτυξης.
Και ενώ θεωρητικά η ανάπτυξη είναι ο πρώτος και σημαντικότερος στόχος για την ελληνική οικονομία, η κυβερνητική πολιτική απλώς μεγεθύνει την ύφεση.
Το ζήτημα, λοιπόν, είναι γιατί συμβαίνει αυτό. Ο λόγος είναι ότι η κυβέρνηση απορροφά ρευστό από την αγορά και το αποθηκεύει στους λογαριασμούς του Δημοσίου, στην Τράπεζα της Ελλάδος, προκειμένου να εξυπηρετήσει σενάρια πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει στις αρχές του καλοκαιριού 7,5 δισ. ευρώ για τόκους. Η πληρωμή αυτών των ομολόγων, υπό κανονικές συνθήκες, δηλαδή αν είχε κλείσει η αξιολόγηση και εκταμιεύονταν οι δόσεις από τους δανειστές, θα γινόταν με δάνειο. Θα μας έδιναν δηλαδή 7,5 δισ. και θα τους τα επιστρέφαμε για να πληρώσουμε τους τόκους μας.
Καθώς η αξιολόγηση δεν κλείνει και οι εταίροι δεν εκταμιεύουν χρήμα προς την Ελλάδα, εμείς θα πρέπει να πληρώσουμε τα 7,5 δισ. για τόκους από δικά μας λεφτά. Τα δικά μας χρήματα είναι αυτά που μαζεύει η κυβέρνηση από φόρους, τα ασφαλιστικά ταμεία από εισφορές και οι οργανισμοί του Δημοσίου από άλλες πηγές.
Συνολικά σήμερα στους λογαριασμούς του Δημοσίου στην Τράπεζα της Ελλάδος υπάρχουν 8,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 5 δισ. ανήκουν στα ασφαλιστικά ταμεία και τους φορείς του Δημοσίου. Τα χρήματα αυτά μπορεί ανά πάσα στιγμή με έναν νόμο η κυβέρνηση να τα πάρει, όπως είχε κάνει και το 2015. Αν συνυπολογίσουμε σε αυτά και 800-900 εκατ. μηνιαίως που πρέπει η κυβέρνηση να επιστρέψει (αλλά δεν το κάνει) σε όσους πολίτες και προμηθευτές χρωστάει, τους επόμενους τρεις μήνες θα μαζευτούν ακόμη 2,5 δισ. στο δημόσιο ταμείο. Μαζί με τα 8,5 που υπάρχουν, ήδη φτάνουμε στα 11 δισ. παρκαρισμένα στην Τράπεζα της Ελλάδος. Συνεπώς το καλοκαίρι η Ελλάδα μπορεί να πληρώσει με δικά μας λεφτά τα 7,5 δισ. στους δανειστές.
Καταστροφική πολιτική
Ενώ αυτό ακούγεται σχετικά λογικό, αφού η χώρα δεν δανείζεται για να πληρώσει τους τόκους των δανείων της, στην πράξη είναι μια καταστροφική επιλογή διότι όλα αυτά τα χρήματα λείπουν από την ελληνική οικονομία. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η ύφεση δεν προκαλείται από το μνημόνιο ή τις απαιτήσεις των ξένων, αλλά από την κυβερνητική πολιτική.
Η κυβέρνηση αυτή τη στιγμή πληρώνει μόνο μισθούς του Δημοσίου και συντάξεις και αφήνει απλήρωτες όλες τις άλλες υποχρεώσεις της.
Οι ξένοι την πιέζουν να πληρώσει στην εγχώρια αγορά αυτά που χρωστάει (πάνω από 5 δισ. σήμερα) και η κυβέρνηση δεν τα πληρώνει, αντίθετα τα κρατά στην ΤτΕ «για ώρα ανάγκης».
Τα χρήματα που αποθησαυρίζει το Δημόσιο στην ΤτΕ τα χρωστάει σε πολίτες ως επιστροφές φόρων και συντάξεις και στους προμηθευτές του Δημοσίου. Δεν τους τα δίνει και η αγορά προσπαθεί να λειτουργήσει χωρίς αυτά, αλλά δεν τα καταφέρνει.
Αν τα χρήματα αυτά έπεφταν στην αγορά, η οικονομία πράγματι θα είχε μπει σε ανάπτυξη. Ωστόσο η στρατηγική της κυβέρνησης να τα κρατάει ως καβάτζα ώστε να έχει να πληρώσει τους ξένους αν αποφασίσει να έρθει σε ρήξη, τελικά βυθίζει την οικονομία σε ύφεση.
Εκτός από τις άμεσες επιπτώσεις που έχει στην οικονομία αυτή η πολιτική, έχει και πολύ επώδυνες συνέπειες, οικονομικές και πολιτικές, μεσοπρόθεσμα.
Η πολιτική στρατηγική της κυβέρνησης στηρίζεται στην ελπίδα ότι οι εκλογές στη Γαλλία τον Μάιο και στη Γερμανία τον Σεπτέμβριο θα οδηγήσουν σε αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής και της στάσης των εταίρων απέναντι στην Ελλάδα. Οι ψευδαισθήσεις περί μείωσης του χρέους και αφειδών χρηματοδοτήσεων έχουν επανέλθει στη φαντασία των κομματικών στελεχών, τα οποία αρνούνται να αποδεχτούν τις συστάσεις του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου που πιέζει ώστε να κλείσει η αξιολόγηση. Ο κ. Αλέξης Τσίπρας σήμερα υποστηρίζει την πολιτική της παράτασης των διαπραγματεύσεων προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο παραμονής στην εξουσία και να αποφύγει το πολιτικό κόστος επώδυνων μέτρων.
Οι σχέσεις Τσίπρα - Τσακαλώτου βρίσκονται στο ναδίρ και αν ο πρωθυπουργός επιμείνει στην πολιτική των καθυστερήσεων και των αναβολών, αρχές φθινοπώρου θα φτάσουμε με άδεια ταμεία και χωρίς χρηματοδοτήσεις να ελπίζουμε σε ένα θαύμα, στην αλλαγή της στάσης της γερμανικής κυβέρνησης μετά τις εκλογές. Οι γνωρίζοντες όμως καλά τα γερμανικά ζητήματα, όπως π.χ. ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, επιμένουν ότι «η επόμενη γερμανική κυβέρνηση θα είναι απλώς μια άλλη γερμανική κυβέρνηση» και ότι η στάση της απέναντι στα ζητήματα της Ευρώπης δεν θα αλλάξει. Πολλοί μάλιστα εκτιμούν ότι αυτή θα σκληρύνει.
Εάν όλα αυτά επαληθευτούν, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα έχει αυτοκτονήσει πολιτικά διότι δεν θα έχει ούτε ένα ευρώ στο ταμείο και θα έχει διαλύσει την οικονομία, αλλά ταυτόχρονα θα έχει υποθηκεύσει και το μέλλον των επόμενων κυβερνήσεων, οι οποίες θα κληθούν να αναλάβουν τη διακυβέρνηση με άδεια ταμεία και τη χώρα υπό άμεση πτώχευση. Η ύφεση, λοιπόν, που προκαλείται σήμερα με την πολιτική Τσίπρα, φέρνει εκτός από ύφεση και φτώχεια, πολιτικό και οικονομικό χάος.
Η πολιτική αυτή είναι καταστροφική για όλους, ακόμη και για τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Και αυτό αποτυπώνεται και στην πρόβλεψη του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου που λέει πως εάν συνεχιστεί αυτή η πολιτική, «η κυβέρνηση θα φύγει από τη χώρα με ελικόπτερα».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα η εταιρεία συμβούλων λιανικών πωλήσεων IRI, η κατανάλωση μειώνεται ταχύτατα τους τελευταίους μήνες.
Τον Ιανουάριο η κατανάλωση στα σούπερ μάρκετ μειώθηκε κατά 10% και συγκεκριμένα αυτή των τροφίμων κατά 8,7%. Αυτός είναι ένας πολύ ανησυχητικός δείκτης για την οικονομία διότι τα τρόφιμα είναι βασικό στοιχείο της κατανάλωσης.
Η ίδια εταιρεία διαπιστώνει ότι πολλά νοικοκυριά διαθέτουν μόνο 20 ευρώ τον μήνα για σούπερ μάρκετ -ενώ πριν από την κρίση διέθεταν 100 και στη μέση της κρίσης 50 ευρώ- και ότι ο τζίρος τους φέτος θα μειωθεί κατά 500 με 600 εκατ., δηλαδή 3,6%.
Παράλληλα παρατηρείται αύξηση των τιμών των αγαθών που πουλάνε τα σούπερ μάρκετ κατά 2,4% λόγω αύξησης των φόρων. Αυτά τα στοιχεία αρκούν και περισσεύουν για να αντιληφθεί κανείς ότι το πρώτο τρίμηνο του 2017 θα κλείσει -όπως και το τελευταίο του 2016- με ύφεση. Και η κατάσταση δεν θα αλλάξει αν δεν αποκατασταθεί η ρευστότητα της αγοράς.
Αυτό το προβλέπει και η Citi, η οποία στη χθεσινή έκθεσή της αναφέρει την πρόβλεψη για την ανάπτυξη της Ελλάδας για το 2017 από 1,1% σε 0,5% και επισημαίνει ότι το πρώτο εξάμηνο του έτους θα έχουμε ύφεση. «Η ανάπτυξη μπορεί να ενισχυθεί μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, πιθανότατα όχι πριν το καλοκαίρι, όμως κατά την άποψή μας θα συνεχίσει να υποαποδίδει έναντι των στόχων του προγράμματος διάσωσης», αναφέρει.
Το τι σημαίνει η επερχόμενη ύφεση το περιγράφει η ΓΣΕΒΕΕ, η οποία προβλέπει ότι το πρώτο εξάμηνο του 2017 θα κλείσουν 18.700 επιχειρήσεις, με τις περισσότερες από αυτές να βρίσκονται στην Αττική, και θα χαθούν 34.000 θέσεις εργασίας.
«Για το επόμενο διάστημα, 4 στις 10 επιχειρήσεις (ποσοστό 40,3%) θεωρούν πολύ πιθανό ότι θα κλείσουν. Το αντίστοιχο ποσοστό είναι ιδιαίτερα υψηλό για τους αυτοαπασχολούμενους (57,4 %), μία ακόμη ένδειξη για περαιτέρω διεύρυνση της αδήλωτης επιχειρηματικής δραστηριότητας», υποστηρίζει η ΓΣΕΒΕΕ και συμπληρώνει ότι οι προσδοκίες σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων για το α’ εξάμηνο του 2017 παραμένουν αρνητικές, αφού το 58,8% από αυτές αναμένει επιδείνωση, ενώ μόλις το 11% βελτίωση.
Και οι τράπεζες στα όρια τους
Τα στοιχεία που παρουσιάζουν οι τράπεζες για τις επιχειρήσεις είναι επίσης πολύ αρνητικά. Διαπιστώνουν ότι οι περισσότερες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν ασφυκτικά προβλήματα ρευστότητας και ζημίες και προβλέπουν ότι η ανεργία θα διατηρηθεί σε επίπεδο άνω του 22% και φέτος.
Καθώς οι δημόσιες επενδύσεις έχουν διακοπεί, οι τράπεζες δεν χρηματοδοτούν ούτε τις επιχειρήσεις ούτε τους καταναλωτές λόγω των κόκκινων δανείων και παράλληλα οι χρηματοδοτήσεις από το εξωτερικό διακόπτονται λόγω της καθυστέρησης στις διαπραγματεύσεις, ενώ η οικονομία στερεύει από χρήμα και καταρρέει. Κίνδυνο όμως κατάρρευσης αντιμετωπίζουν και οι ίδιες οι τράπεζες, καθώς οι καταθέσεις μειώνονται -4 δισ. έφυγαν ήδη φέτος-, οι καθυστερήσεις στις πληρωμές δανείων αυξάνονται και η ρευστότητά τους εξαντλείται με επιπτώσεις και στα κεφάλαιά τους. Η ύφεση, λοιπόν, διατηρείται παρά τις υπεραισιόδοξες προβλέψεις της κυβέρνησης και των Ευρωπαίων ότι η χώρα μπαίνει σε ρυθμό ανάπτυξης.
Και ενώ θεωρητικά η ανάπτυξη είναι ο πρώτος και σημαντικότερος στόχος για την ελληνική οικονομία, η κυβερνητική πολιτική απλώς μεγεθύνει την ύφεση.
Το ζήτημα, λοιπόν, είναι γιατί συμβαίνει αυτό. Ο λόγος είναι ότι η κυβέρνηση απορροφά ρευστό από την αγορά και το αποθηκεύει στους λογαριασμούς του Δημοσίου, στην Τράπεζα της Ελλάδος, προκειμένου να εξυπηρετήσει σενάρια πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Ολα τα λεφτά στους ξένους
Η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει στις αρχές του καλοκαιριού 7,5 δισ. ευρώ για τόκους. Η πληρωμή αυτών των ομολόγων, υπό κανονικές συνθήκες, δηλαδή αν είχε κλείσει η αξιολόγηση και εκταμιεύονταν οι δόσεις από τους δανειστές, θα γινόταν με δάνειο. Θα μας έδιναν δηλαδή 7,5 δισ. και θα τους τα επιστρέφαμε για να πληρώσουμε τους τόκους μας.
Καθώς η αξιολόγηση δεν κλείνει και οι εταίροι δεν εκταμιεύουν χρήμα προς την Ελλάδα, εμείς θα πρέπει να πληρώσουμε τα 7,5 δισ. για τόκους από δικά μας λεφτά. Τα δικά μας χρήματα είναι αυτά που μαζεύει η κυβέρνηση από φόρους, τα ασφαλιστικά ταμεία από εισφορές και οι οργανισμοί του Δημοσίου από άλλες πηγές.
Συνολικά σήμερα στους λογαριασμούς του Δημοσίου στην Τράπεζα της Ελλάδος υπάρχουν 8,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 5 δισ. ανήκουν στα ασφαλιστικά ταμεία και τους φορείς του Δημοσίου. Τα χρήματα αυτά μπορεί ανά πάσα στιγμή με έναν νόμο η κυβέρνηση να τα πάρει, όπως είχε κάνει και το 2015. Αν συνυπολογίσουμε σε αυτά και 800-900 εκατ. μηνιαίως που πρέπει η κυβέρνηση να επιστρέψει (αλλά δεν το κάνει) σε όσους πολίτες και προμηθευτές χρωστάει, τους επόμενους τρεις μήνες θα μαζευτούν ακόμη 2,5 δισ. στο δημόσιο ταμείο. Μαζί με τα 8,5 που υπάρχουν, ήδη φτάνουμε στα 11 δισ. παρκαρισμένα στην Τράπεζα της Ελλάδος. Συνεπώς το καλοκαίρι η Ελλάδα μπορεί να πληρώσει με δικά μας λεφτά τα 7,5 δισ. στους δανειστές.
Καταστροφική πολιτική
Ενώ αυτό ακούγεται σχετικά λογικό, αφού η χώρα δεν δανείζεται για να πληρώσει τους τόκους των δανείων της, στην πράξη είναι μια καταστροφική επιλογή διότι όλα αυτά τα χρήματα λείπουν από την ελληνική οικονομία. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η ύφεση δεν προκαλείται από το μνημόνιο ή τις απαιτήσεις των ξένων, αλλά από την κυβερνητική πολιτική.Η κυβέρνηση αυτή τη στιγμή πληρώνει μόνο μισθούς του Δημοσίου και συντάξεις και αφήνει απλήρωτες όλες τις άλλες υποχρεώσεις της.
Οι ξένοι την πιέζουν να πληρώσει στην εγχώρια αγορά αυτά που χρωστάει (πάνω από 5 δισ. σήμερα) και η κυβέρνηση δεν τα πληρώνει, αντίθετα τα κρατά στην ΤτΕ «για ώρα ανάγκης».
Τα χρήματα που αποθησαυρίζει το Δημόσιο στην ΤτΕ τα χρωστάει σε πολίτες ως επιστροφές φόρων και συντάξεις και στους προμηθευτές του Δημοσίου. Δεν τους τα δίνει και η αγορά προσπαθεί να λειτουργήσει χωρίς αυτά, αλλά δεν τα καταφέρνει.
Αν τα χρήματα αυτά έπεφταν στην αγορά, η οικονομία πράγματι θα είχε μπει σε ανάπτυξη. Ωστόσο η στρατηγική της κυβέρνησης να τα κρατάει ως καβάτζα ώστε να έχει να πληρώσει τους ξένους αν αποφασίσει να έρθει σε ρήξη, τελικά βυθίζει την οικονομία σε ύφεση.
Εκτός από τις άμεσες επιπτώσεις που έχει στην οικονομία αυτή η πολιτική, έχει και πολύ επώδυνες συνέπειες, οικονομικές και πολιτικές, μεσοπρόθεσμα.
Ψευδαισθήσεις
Η πολιτική στρατηγική της κυβέρνησης στηρίζεται στην ελπίδα ότι οι εκλογές στη Γαλλία τον Μάιο και στη Γερμανία τον Σεπτέμβριο θα οδηγήσουν σε αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής και της στάσης των εταίρων απέναντι στην Ελλάδα. Οι ψευδαισθήσεις περί μείωσης του χρέους και αφειδών χρηματοδοτήσεων έχουν επανέλθει στη φαντασία των κομματικών στελεχών, τα οποία αρνούνται να αποδεχτούν τις συστάσεις του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου που πιέζει ώστε να κλείσει η αξιολόγηση. Ο κ. Αλέξης Τσίπρας σήμερα υποστηρίζει την πολιτική της παράτασης των διαπραγματεύσεων προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο παραμονής στην εξουσία και να αποφύγει το πολιτικό κόστος επώδυνων μέτρων.
Οι σχέσεις Τσίπρα - Τσακαλώτου βρίσκονται στο ναδίρ και αν ο πρωθυπουργός επιμείνει στην πολιτική των καθυστερήσεων και των αναβολών, αρχές φθινοπώρου θα φτάσουμε με άδεια ταμεία και χωρίς χρηματοδοτήσεις να ελπίζουμε σε ένα θαύμα, στην αλλαγή της στάσης της γερμανικής κυβέρνησης μετά τις εκλογές. Οι γνωρίζοντες όμως καλά τα γερμανικά ζητήματα, όπως π.χ. ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, επιμένουν ότι «η επόμενη γερμανική κυβέρνηση θα είναι απλώς μια άλλη γερμανική κυβέρνηση» και ότι η στάση της απέναντι στα ζητήματα της Ευρώπης δεν θα αλλάξει. Πολλοί μάλιστα εκτιμούν ότι αυτή θα σκληρύνει.
Εάν όλα αυτά επαληθευτούν, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα έχει αυτοκτονήσει πολιτικά διότι δεν θα έχει ούτε ένα ευρώ στο ταμείο και θα έχει διαλύσει την οικονομία, αλλά ταυτόχρονα θα έχει υποθηκεύσει και το μέλλον των επόμενων κυβερνήσεων, οι οποίες θα κληθούν να αναλάβουν τη διακυβέρνηση με άδεια ταμεία και τη χώρα υπό άμεση πτώχευση. Η ύφεση, λοιπόν, που προκαλείται σήμερα με την πολιτική Τσίπρα, φέρνει εκτός από ύφεση και φτώχεια, πολιτικό και οικονομικό χάος.
Η πολιτική αυτή είναι καταστροφική για όλους, ακόμη και για τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Και αυτό αποτυπώνεται και στην πρόβλεψη του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου που λέει πως εάν συνεχιστεί αυτή η πολιτική, «η κυβέρνηση θα φύγει από τη χώρα με ελικόπτερα».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr