«Fake news» η Ανάπτυξη: Το 2018… επιστρέψαμε στο 2014!
08.03.2019
06:04
Μετά από τέσσερα χρόνια φτάσαμε εκεί που ήμασταν πριν το 2015 - Πάνω μόνον οι φόροι σε σχέση με ό,τι παρέλαβε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - Πληρώσαμε τρεις "ΕΝΦΙΑ" επιπλέον σε τέσσερα χρόνια για έμμεσους φόρους
Μετά το 3ο Μνημόνιο και τέσσερις μήνες μετά την επιστροφή της χώρας στην «κανονικότητα», η Ελλάδα φτάνει και πάλι… εκεί που ήταν και πριν το 2015. Τα νοικοκυριά κατάφεραν να ξοδέψουν πέρυσι, όσα ξόδευαν το «μακρινό» 2014, ενώ οι φόροι (που συνυπολογίζονται στην αύξηση του ΑΕΠ) αυξήθηκαν κατά 3,3 δισ. ευρώ ή σχεδόν 15% σε τέσσερα χρόνια!
Σε μια εποχή που η Ευρώπη ανέβαζε ρυθμούς ανάπτυξης, η Ελλάδα έχανε έδαφος στην τριετία 2015-2017. Αλλά και από εκεί που είχε πέσει η οικονομία της χώρας, χρειάστηκε εννέα συνεχή τρίμηνα με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, για να ανακάμψει στα επίπεδα του 2014.
Δυστυχώς το δέκατο τρίμηνο (Οκτώβριος-Δεκέμβιος 2018) ήταν και πάλι αρνητικό. Σε σχέση με το 3ο τρίμηνο του 2018, στο 4ο καταγράφηκε μείωση -0,1%. Και αυτό παρότι η ΕΛΣΤΑΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις αρχικές ανακοινώσεις της για τα προηγούμενα τρίμηνα του 2018. Ακόμα χειρότερα, μόνον η Ελλάδα και Ιταλία είχαν αρνητικό πρόσημο στο 4ο τρίμηνο του 2019 – ενώ η Ιταλία είναι από χθες και η μόνη χώρα της ΕΕ που μπαίνει πλέον επισήμως σε ύφεση μετά από τρία συνεχή πτωτικά τρίμηνα.
«Ταβάνι» το 2014
Για την Ελλάδα, τα συνεχόμενα τρίμηνα που εμφανίζονταν θετικά (και θεωρητικά αποτελούν τον ορισμό της Ανάπτυξης) ήταν εν πολλοίς και αποτέλεσμα της ύφεσης του 2015, δηλαδή οφείλονται στην σύγκριση που γινόταν το 2017 και 2018 με τα πολύ χαμηλά επίπεδα της οικονομίας κατά το 2016 και το 2015. Ωστόσο και ο ρυθμός αύξησης αυτός ανακόπηκε στα τέλη του 2018, καθώς η ελληνική Οικονομία δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τα επίπεδα του περσινού γ΄τριμήνου.
Αντιθέτως, βασικές παράμετροι του ΑΕΠ για το 2018, όπως προκύπτουν από τα στοιχεία που ανακοίνωσε εχθές η ανεξάρτητη Ελληνική Στατιστική Αρχή, δεν έχουν και πολλά να ζηλέψουν σε σχέση με τα χρόνια πριν την κρίση του 2015:
ΠΗΓΗ: ΕΛΣΤΑΤ
1. Η συνολική καταναλωτική δαπάνη το 2014 ήταν στα 161,670 δισ. ευρώ. Το «μαύρο» για την ελληνική οικονομία 2015 έπεσε στα 159,057 δισ. ευρώ. Το 2016 έπεσε ακόμα χαμηλότερα, στα 157,495 δισ. ευρώ. Το 2017 ανέβηκε ξανά στα 159,511 δισ. ευρώ, δηλαδή εκεί που ήταν το 2015. Το 2018 υπολογίζεται πως έφτασε στα 160,977 δισ. ευρώ.
Αν όλα πάνε καλά, το 2020 μπορεί και να ξεπεράσει επιτέλους τα επίπεδα που ήταν το 2014. Και έτσι θα αρχίσει να καλύπτει κάπως και η αγορά τις απώλειες των 9,640 δισεκατομμυρίων ευρώ που είχε στα 4 αυτά χρόνια, σε σχέση με το εάν η κατανάλωση έμενε τουλάχιστον στάσιμη στα επίπεδα του 2014 και δεν μειωνόταν.
2. Η καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών ήταν το 2018, όση ήταν και το 2014. Από τα 120,500 δισ. ευρώ που ήταν τότε, το 2015 έπεσε στα 118,140 δισ. ευρώ. Το 2016 έπεσε ακόμα χαμηλότερα, στα 117,181 δισ. ευρώ. Το 2017 ανέβηκε στα 118,847 δισ. ευρώ και το 2018 υπολογίζεται πως έφτασε, αισίως, στα 120,573 δισ. ευρώ.
Δηλαδή τα ελληνικά νοικοκυριά έκοψαν (και κόπηκαν από δουλειές και από Ανάπτυξη) δαπάνες ύψους 7,259 δισ. ευρώ σε τέσσερα χρόνια – και επιπλέον όσων είχαν ήδη χάσει τα προηγούμενα χρόνια με τα πρώτα Μνημόνια.
3. Άλλες συνιστώσες της Ανάπτυξης, όπως η ενδιάμεση κατανάλωση και η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, μόλις το 2018 κατάφεραν να φτάσουν και να ξεπεράσουν ελαφρώς τα επίπεδα του 2014, χωρίς να καλύψουν όμως και τις απώλειες.
Σε μια εποχή που η Ευρώπη ανέβαζε ρυθμούς ανάπτυξης, η Ελλάδα έχανε έδαφος στην τριετία 2015-2017. Αλλά και από εκεί που είχε πέσει η οικονομία της χώρας, χρειάστηκε εννέα συνεχή τρίμηνα με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, για να ανακάμψει στα επίπεδα του 2014.
Δυστυχώς το δέκατο τρίμηνο (Οκτώβριος-Δεκέμβιος 2018) ήταν και πάλι αρνητικό. Σε σχέση με το 3ο τρίμηνο του 2018, στο 4ο καταγράφηκε μείωση -0,1%. Και αυτό παρότι η ΕΛΣΤΑΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις αρχικές ανακοινώσεις της για τα προηγούμενα τρίμηνα του 2018. Ακόμα χειρότερα, μόνον η Ελλάδα και Ιταλία είχαν αρνητικό πρόσημο στο 4ο τρίμηνο του 2019 – ενώ η Ιταλία είναι από χθες και η μόνη χώρα της ΕΕ που μπαίνει πλέον επισήμως σε ύφεση μετά από τρία συνεχή πτωτικά τρίμηνα.
«Ταβάνι» το 2014
Για την Ελλάδα, τα συνεχόμενα τρίμηνα που εμφανίζονταν θετικά (και θεωρητικά αποτελούν τον ορισμό της Ανάπτυξης) ήταν εν πολλοίς και αποτέλεσμα της ύφεσης του 2015, δηλαδή οφείλονται στην σύγκριση που γινόταν το 2017 και 2018 με τα πολύ χαμηλά επίπεδα της οικονομίας κατά το 2016 και το 2015. Ωστόσο και ο ρυθμός αύξησης αυτός ανακόπηκε στα τέλη του 2018, καθώς η ελληνική Οικονομία δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τα επίπεδα του περσινού γ΄τριμήνου.
Αντιθέτως, βασικές παράμετροι του ΑΕΠ για το 2018, όπως προκύπτουν από τα στοιχεία που ανακοίνωσε εχθές η ανεξάρτητη Ελληνική Στατιστική Αρχή, δεν έχουν και πολλά να ζηλέψουν σε σχέση με τα χρόνια πριν την κρίση του 2015:
ΠΗΓΗ: ΕΛΣΤΑΤ
1. Η συνολική καταναλωτική δαπάνη το 2014 ήταν στα 161,670 δισ. ευρώ. Το «μαύρο» για την ελληνική οικονομία 2015 έπεσε στα 159,057 δισ. ευρώ. Το 2016 έπεσε ακόμα χαμηλότερα, στα 157,495 δισ. ευρώ. Το 2017 ανέβηκε ξανά στα 159,511 δισ. ευρώ, δηλαδή εκεί που ήταν το 2015. Το 2018 υπολογίζεται πως έφτασε στα 160,977 δισ. ευρώ.
Αν όλα πάνε καλά, το 2020 μπορεί και να ξεπεράσει επιτέλους τα επίπεδα που ήταν το 2014. Και έτσι θα αρχίσει να καλύπτει κάπως και η αγορά τις απώλειες των 9,640 δισεκατομμυρίων ευρώ που είχε στα 4 αυτά χρόνια, σε σχέση με το εάν η κατανάλωση έμενε τουλάχιστον στάσιμη στα επίπεδα του 2014 και δεν μειωνόταν.
2. Η καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών ήταν το 2018, όση ήταν και το 2014. Από τα 120,500 δισ. ευρώ που ήταν τότε, το 2015 έπεσε στα 118,140 δισ. ευρώ. Το 2016 έπεσε ακόμα χαμηλότερα, στα 117,181 δισ. ευρώ. Το 2017 ανέβηκε στα 118,847 δισ. ευρώ και το 2018 υπολογίζεται πως έφτασε, αισίως, στα 120,573 δισ. ευρώ.
Δηλαδή τα ελληνικά νοικοκυριά έκοψαν (και κόπηκαν από δουλειές και από Ανάπτυξη) δαπάνες ύψους 7,259 δισ. ευρώ σε τέσσερα χρόνια – και επιπλέον όσων είχαν ήδη χάσει τα προηγούμενα χρόνια με τα πρώτα Μνημόνια.
3. Άλλες συνιστώσες της Ανάπτυξης, όπως η ενδιάμεση κατανάλωση και η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, μόλις το 2018 κατάφεραν να φτάσουν και να ξεπεράσουν ελαφρώς τα επίπεδα του 2014, χωρίς να καλύψουν όμως και τις απώλειες.
4. Οι φόροι επί των προϊόντων εκτοξεύθηκαν επίσης από το 2016 και μετά (με την σωρεία αυξήσεων στους έμμεσους φόρους που τους πληρώνει και ο πιο φτωχός καταναλωτής) συμπαρασύροντας έτσι… την Ανάπτυξη προς τα πάνω!
Καθώς οι φόροι συνυπολογίζονται στην διαμόρφωση του ΑΕΠ, αυξάνονται σταθερά κάθε χρόνο εδώ και 4 χρόνια, από 22,235 δισ. ευρώ που ήταν το 2014, σε 22,248 δισ. το 2015, σε 24,119 δισ. το 2016, σε 24,264 δισ. το 2017 και πέρυσι σε 25,522 δισ. ευρώ. Δηλαδή σε μια 4ετία οι φόροι επί των προϊόντων που επιβάλλει το Κράτος υπολογίστηκαν αθροιστικά σε 96,253 δισ. ευρώ, ή 7,313 δισεκατομμύρια ευρώ περισσότερα σε μια 4ετία (τρεις ΕΝΦΙΑ μαζί) εν σχέσει με τα δεδομένα που υπήρχαν το 2014.
ΠΗΓΗ: ΕΛΣΤΑΤ
Και επιπλέον:
- Οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας έπεφταν διαρκώς στην τριετία μετά το 2014 και μόλις το 2018 εκτιμάται ότι αυξήθηκαν πάνω από τα επίπεδα του 2014. Φαινομενικά κάλυψαν τις απώλειες της 4ετίας και οι εργαζόμενοι κέρδισαν και 1,2 δισ. ευρώ.
- Ωστόσο και οι φόροι επί της παραγωγής και των εισαγωγών, που μετακυλίονται εν πολλοίς στους μισθοσυντήρητους καταναλωτές τελικά, αυξήθηκαν θεαματικά στην ίδια 4ετία, αθροιστικά +10,196 δισ. ευρώ.
- Ακόμα και οι Επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) που αυξήθηκαν στην διετία 2016-2017 λόγω του «κύματος» των ιδιωτικοποιήσεων, έπεσαν και πάλι το 2018, κάτω και από τα επίπεδα όχι απλώς του 2014, αλλά και του 2015 ακόμη.
Έτσι όμως, ενώ το αναπτυξιακό «σερί» της διετίας 2017-2018 δημιουργεί το αίσθημα ότι τα πράγματα «πάνε καλύτερα» πια στην αγορά και την εργασία, τα μεγέθη δείχνουν ότι αυτό ισχύει μόνον αν «ξεχάσει» να μετρήσει κανείς το 2014. Ισχύει ίσως εάν η σύγκριση γίνεται με τα «αποκαΐδια» που άφησε στην οικονομία η διετία 2015-2016, οπότε και η κυβέρνηση εξασφάλισε πως δεν θα πάνε ακόμα χειρότερα τα πράγματα στην οικονομία (ύφεση), οπότε -δια της εις άτοπον επαγωγής- θα πηγαίνουν μόνον καλύτερα (ανάκαμψη).
Σε κάθε περίπτωση -και παρά τις αντινομίες- η χθεσινή ανακοίνωση για ρυθμό ανάπτυξης 1,9% στην Ελλάδα το 2018, ήταν η «πρώτη εκτίμηση» της ΕΛΣΤΑΤ για το πώς έκλεισε η χρονιά. Η πραγματική «νεκροψία» θα γίνει επτά μήνες αργότερα στις 15 Οκτωβρίου 2019 (με προσωρινά στοιχεία και τότε), δηλαδή μετά τις εθνικές εκλογές.
Καθώς οι φόροι συνυπολογίζονται στην διαμόρφωση του ΑΕΠ, αυξάνονται σταθερά κάθε χρόνο εδώ και 4 χρόνια, από 22,235 δισ. ευρώ που ήταν το 2014, σε 22,248 δισ. το 2015, σε 24,119 δισ. το 2016, σε 24,264 δισ. το 2017 και πέρυσι σε 25,522 δισ. ευρώ. Δηλαδή σε μια 4ετία οι φόροι επί των προϊόντων που επιβάλλει το Κράτος υπολογίστηκαν αθροιστικά σε 96,253 δισ. ευρώ, ή 7,313 δισεκατομμύρια ευρώ περισσότερα σε μια 4ετία (τρεις ΕΝΦΙΑ μαζί) εν σχέσει με τα δεδομένα που υπήρχαν το 2014.
ΠΗΓΗ: ΕΛΣΤΑΤ
Και επιπλέον:
- Οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας έπεφταν διαρκώς στην τριετία μετά το 2014 και μόλις το 2018 εκτιμάται ότι αυξήθηκαν πάνω από τα επίπεδα του 2014. Φαινομενικά κάλυψαν τις απώλειες της 4ετίας και οι εργαζόμενοι κέρδισαν και 1,2 δισ. ευρώ.
- Ωστόσο και οι φόροι επί της παραγωγής και των εισαγωγών, που μετακυλίονται εν πολλοίς στους μισθοσυντήρητους καταναλωτές τελικά, αυξήθηκαν θεαματικά στην ίδια 4ετία, αθροιστικά +10,196 δισ. ευρώ.
- Ακόμα και οι Επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) που αυξήθηκαν στην διετία 2016-2017 λόγω του «κύματος» των ιδιωτικοποιήσεων, έπεσαν και πάλι το 2018, κάτω και από τα επίπεδα όχι απλώς του 2014, αλλά και του 2015 ακόμη.
Έτσι όμως, ενώ το αναπτυξιακό «σερί» της διετίας 2017-2018 δημιουργεί το αίσθημα ότι τα πράγματα «πάνε καλύτερα» πια στην αγορά και την εργασία, τα μεγέθη δείχνουν ότι αυτό ισχύει μόνον αν «ξεχάσει» να μετρήσει κανείς το 2014. Ισχύει ίσως εάν η σύγκριση γίνεται με τα «αποκαΐδια» που άφησε στην οικονομία η διετία 2015-2016, οπότε και η κυβέρνηση εξασφάλισε πως δεν θα πάνε ακόμα χειρότερα τα πράγματα στην οικονομία (ύφεση), οπότε -δια της εις άτοπον επαγωγής- θα πηγαίνουν μόνον καλύτερα (ανάκαμψη).
Σε κάθε περίπτωση -και παρά τις αντινομίες- η χθεσινή ανακοίνωση για ρυθμό ανάπτυξης 1,9% στην Ελλάδα το 2018, ήταν η «πρώτη εκτίμηση» της ΕΛΣΤΑΤ για το πώς έκλεισε η χρονιά. Η πραγματική «νεκροψία» θα γίνει επτά μήνες αργότερα στις 15 Οκτωβρίου 2019 (με προσωρινά στοιχεία και τότε), δηλαδή μετά τις εθνικές εκλογές.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr