Τα τρία κλειδιά που «ανοίγουν» τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων
14.09.2019
09:20
Στα «συν» της Ελλάδας η μείωση των αποδόσεων στα ομόλογα - Επόμενο στοίχημα η ανάπτυξη - Πώς μπορεί να αποτελέσει «σύμμαχο» ο κίνδυνος της ύφεσης στην Ευρώπη
Το χθεσινό μήνυμα του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ ότι η μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι εφικτή, εφόσον τονωθεί η ανάπτυξη και παραμείνει μακροπρόθεσμα χαμηλό το κόστος δανεισμού της Ελλάδας από τις αγορές, ήταν το καλύτερο δυνατό «ποδαρικό» στο Eurogroup για τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα. Ουσιαστικά, η χώρα μας καλύπτει ήδη τη μία από τις δύο προϋποθέσεις που έθεσε ο κ. Ρέγκλινγκ, δηλαδή τη μείωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων. Επομένως, το μεγάλο στοίχημα είναι να ενισχυθούν οι αδύναμοι ρυθμοί ανάπτυξης, κυρίως μέσω μεταρρυθμίσεων, αποκρατικοποιήσεων και προσέλκυσης επενδύσεων.
«Ο μόνος τρόπος που μπορώ να δω να διεξάγονται ουσιαστικές συζητήσεις είναι εάν οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι υψηλότεροι από τις υποθέσεις μας στην τελευταία ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους και τα επιτόκια, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, χαμηλότερα. Αλλά αυτή είναι μια συζήτηση που θα γίνει αργότερα το επόμενο έτος», δήλωσε ο κ. Ρέγκλινγκ μετά το χθεσινό Eurogroup.
Η τελευταία έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA) συντάχθηκε από την Κομισιόν τον περασμένο Ιανουάριο και ενσωματώθηκε στη 2η έκθεση ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας. Σε αυτή χρησιμοποιήθηκε ως σημείο αναφοράς η διαφορά απόδοσης (spread) ανάμεσα στο 5ετές ομόλογο του Ελληνικού Δημοσίου και στο αντίστοιχο γερμανικό, ενώ η βασική παραδοχή ήταν ότι το κόστος αναχρηματοδότησης του ελληνικού χρέους θα κυμανθεί μεσοσταθμικά μεταξύ 4,6% (βασικό σενάριο) και 5,4% (αρνητικό σενάριο) την περίοδο 2019-2060. Η 3η έκθεση, που ακολούθησε τον Ιούνιο, είχε μικρές μόνο αλλαγές και σημείωνε ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί «θα προχωρήσουν το φθινόπωρο σε τεχνική επικαιροποίηση της ανάλυσης βιωσιμότητας χρέους», στο πλαίσιο της 4ης έκθεσής τους.
Όπως είναι σαφές, από τις αρχές του έτους μέχρι τώρα τα δεδομένα έχουν αλλάξει άρδην σε σχέση με τα επιτόκια δανεισμού της χώρας μας: τον Ιανουάριο το spread ανάμεσα στο 5ετές ομόλογο του Ελληνικού Δημοσίου και στο αντίστοιχο γερμανικό ήταν κατά μέσο όρο 3,481%, ενώ τις τελευταίες δύο εβδομάδες έχει συρρικνωθεί μεσοσταθμικά στο 1,606%, δηλαδή έχει μειωθεί κατά 53,9%. Σύμφωνα με έμπειρους αναλυτές, η διαφορά αυτή αποτελεί ήδη από μόνη της επαρκή λόγο για να μειωθεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα κατά 0,5% του ΑΕΠ. Στη βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους θα συνεισφέρει ελαφρώς και η πρόωρη αποπληρωμή των 2,9 δισ. ευρώ προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), τα οποία βαρύνονται με επιτόκιο 5,13% και λήγουν έως το τέλος του 2020.
Όσον αφορά στην ανάπτυξη, το τελευταίο DSA στηριζόταν στην πρόβλεψη για ονομαστική ανάπτυξη 2,9%-3,1% κατά μέσο όρο την περίοδο 2019-2060, που ισοδυναμεί με πρόβλεψη για πραγματική ανάπτυξη κάτω από 2% (η ονομαστική ανάπτυξη συνυπολογίζει τον πληθωρισμό). Συνεπώς, εάν η χώρα ξεφύγει από τις χαμηλές αναπτυξιακές πτήσεις της τάξεως του 1,9% και πετύχει το άλμα στο 3%-4%, όπως φιλοδοξεί η κυβέρνηση, τότε θα έχει καλυφθεί και η δεύτερη προϋπόθεση που έθεσε ο κ. Ρέγκλινγκ για να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Τα κυριότερα αποτελέσματα της ανάλυσης βιωσιμότητας χρέους και οι βασικές παραδοχές πάνω στις οποίες στηρίζονται
Το τρίτο «κλειδί»
Πέρα από τα δύο «κλειδιά» που ανέφερε ο επικεφαλής του ESM, υπάρχει και ένα τρίτο, που δεν βρίσκεται στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης αλλά εξαρτάται από τη διεθνή και ευρωπαϊκή συγκυρία. Εάν η διεθνής και η ευρωπαϊκή οικονομία περάσουν από την επιβράδυνση στην ύφεση, η επίτευξη ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης στην Ελλάδα θα είναι δύσκολη έως αδύνατη, αλλά ταυτοχρόνως θα είναι ακόμα πιο παράλογο να εξακολουθούν να ζητούνται υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
«Ο μόνος τρόπος που μπορώ να δω να διεξάγονται ουσιαστικές συζητήσεις είναι εάν οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι υψηλότεροι από τις υποθέσεις μας στην τελευταία ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους και τα επιτόκια, σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, χαμηλότερα. Αλλά αυτή είναι μια συζήτηση που θα γίνει αργότερα το επόμενο έτος», δήλωσε ο κ. Ρέγκλινγκ μετά το χθεσινό Eurogroup.
Η τελευταία έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA) συντάχθηκε από την Κομισιόν τον περασμένο Ιανουάριο και ενσωματώθηκε στη 2η έκθεση ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας. Σε αυτή χρησιμοποιήθηκε ως σημείο αναφοράς η διαφορά απόδοσης (spread) ανάμεσα στο 5ετές ομόλογο του Ελληνικού Δημοσίου και στο αντίστοιχο γερμανικό, ενώ η βασική παραδοχή ήταν ότι το κόστος αναχρηματοδότησης του ελληνικού χρέους θα κυμανθεί μεσοσταθμικά μεταξύ 4,6% (βασικό σενάριο) και 5,4% (αρνητικό σενάριο) την περίοδο 2019-2060. Η 3η έκθεση, που ακολούθησε τον Ιούνιο, είχε μικρές μόνο αλλαγές και σημείωνε ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί «θα προχωρήσουν το φθινόπωρο σε τεχνική επικαιροποίηση της ανάλυσης βιωσιμότητας χρέους», στο πλαίσιο της 4ης έκθεσής τους.
Όπως είναι σαφές, από τις αρχές του έτους μέχρι τώρα τα δεδομένα έχουν αλλάξει άρδην σε σχέση με τα επιτόκια δανεισμού της χώρας μας: τον Ιανουάριο το spread ανάμεσα στο 5ετές ομόλογο του Ελληνικού Δημοσίου και στο αντίστοιχο γερμανικό ήταν κατά μέσο όρο 3,481%, ενώ τις τελευταίες δύο εβδομάδες έχει συρρικνωθεί μεσοσταθμικά στο 1,606%, δηλαδή έχει μειωθεί κατά 53,9%. Σύμφωνα με έμπειρους αναλυτές, η διαφορά αυτή αποτελεί ήδη από μόνη της επαρκή λόγο για να μειωθεί ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα κατά 0,5% του ΑΕΠ. Στη βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους θα συνεισφέρει ελαφρώς και η πρόωρη αποπληρωμή των 2,9 δισ. ευρώ προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), τα οποία βαρύνονται με επιτόκιο 5,13% και λήγουν έως το τέλος του 2020.
Όσον αφορά στην ανάπτυξη, το τελευταίο DSA στηριζόταν στην πρόβλεψη για ονομαστική ανάπτυξη 2,9%-3,1% κατά μέσο όρο την περίοδο 2019-2060, που ισοδυναμεί με πρόβλεψη για πραγματική ανάπτυξη κάτω από 2% (η ονομαστική ανάπτυξη συνυπολογίζει τον πληθωρισμό). Συνεπώς, εάν η χώρα ξεφύγει από τις χαμηλές αναπτυξιακές πτήσεις της τάξεως του 1,9% και πετύχει το άλμα στο 3%-4%, όπως φιλοδοξεί η κυβέρνηση, τότε θα έχει καλυφθεί και η δεύτερη προϋπόθεση που έθεσε ο κ. Ρέγκλινγκ για να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Τα κυριότερα αποτελέσματα της ανάλυσης βιωσιμότητας χρέους και οι βασικές παραδοχές πάνω στις οποίες στηρίζονται
Το τρίτο «κλειδί»
Πέρα από τα δύο «κλειδιά» που ανέφερε ο επικεφαλής του ESM, υπάρχει και ένα τρίτο, που δεν βρίσκεται στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης αλλά εξαρτάται από τη διεθνή και ευρωπαϊκή συγκυρία. Εάν η διεθνής και η ευρωπαϊκή οικονομία περάσουν από την επιβράδυνση στην ύφεση, η επίτευξη ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης στην Ελλάδα θα είναι δύσκολη έως αδύνατη, αλλά ταυτοχρόνως θα είναι ακόμα πιο παράλογο να εξακολουθούν να ζητούνται υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
Στο υπουργείο Οικονομικών υπογραμμίζουν ότι, για να αντιμετωπιστεί αυτός ο αστάθμητος παράγοντας, η ελληνική πλευρά θα παραμείνει πιστή στη στρατηγική της «βήμα προς βήμα» επίτευξης των στόχων της, ώστε να ενισχύσει περαιτέρω την αξιοπιστία της και τη σχέση εμπιστοσύνης με τους Ευρωπαίους εταίρους. Έτσι, επόμενος σταθμός είναι η συμφωνία με τους θεσμούς για τον προϋπολογισμό του 2020 και η επιτυχής ολοκλήρωση της 4ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης. Η σχετική έκθεση των ευρωπαϊκών θεσμών αναμένεται τον Νοέμβριο και θα συζητηθεί στο Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου, όπου και θα κριθεί εάν η Ελλάδα θα λάβει 640 εκατ. ευρώ από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων και εάν οι επιστροφές των ποσών αυτών θα μπορέσουν να αξιοποιηθούν για επενδύσεις και για την έμμεση μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 0,6%-0,7% του ΑΕΠ από το 2020.
Δικαίωση και θερμό κλίμα
Η δήλωση του κ. Ρέγκλινγκ για τα πρωτογενή πλεονάσματα απέδειξε ότι η κυβερνητική στρατηγική για το θέμα είναι σωστή. Μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού μόνο ο απερχόμενος Επίτροπος Οικονομικών Πιέρ Μοσκοβισί είχε αναγνωρίσει ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι υψηλά, ενώ το πολυσυζητημένο σχέδιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για χαμηλότερα πλεονάσματα με «εγγύηση» χρήματα από το «μαξιλάρι» διαθεσίμων ούτε είχε εγκριθεί ούτε θα μπορούσε να εγκριθεί από τους θεσμούς, καθώς μπέρδευε τα ταμειακά διαθέσιμα με τις χρηματοδοτικές ανάγκες.
Οι πρώτες κινήσεις της σημερινής κυβέρνησης επικροτήθηκαν από τους Ευρωπαίους αξιωματούχους στο χθεσινό Eurogroup στο Ελσίνκι. Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας βρήκε ζεστό κλίμα στην παγωμένη φινλανδική πρωτεύουσα. Μάλιστα, επαινετικές αναφορές στην κυβέρνηση και στη φιλοαναπτυξιακή ατζέντα της έγιναν και δημοσίως στη συνέντευξη Τύπου μετά τη συνεδρίαση από τον κ. Ρέγκλινγκ και το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μπενουά Κερέ.
Δικαίωση και θερμό κλίμα
Η δήλωση του κ. Ρέγκλινγκ για τα πρωτογενή πλεονάσματα απέδειξε ότι η κυβερνητική στρατηγική για το θέμα είναι σωστή. Μέχρι τις αρχές του καλοκαιριού μόνο ο απερχόμενος Επίτροπος Οικονομικών Πιέρ Μοσκοβισί είχε αναγνωρίσει ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι υψηλά, ενώ το πολυσυζητημένο σχέδιο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για χαμηλότερα πλεονάσματα με «εγγύηση» χρήματα από το «μαξιλάρι» διαθεσίμων ούτε είχε εγκριθεί ούτε θα μπορούσε να εγκριθεί από τους θεσμούς, καθώς μπέρδευε τα ταμειακά διαθέσιμα με τις χρηματοδοτικές ανάγκες.
Οι πρώτες κινήσεις της σημερινής κυβέρνησης επικροτήθηκαν από τους Ευρωπαίους αξιωματούχους στο χθεσινό Eurogroup στο Ελσίνκι. Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας βρήκε ζεστό κλίμα στην παγωμένη φινλανδική πρωτεύουσα. Μάλιστα, επαινετικές αναφορές στην κυβέρνηση και στη φιλοαναπτυξιακή ατζέντα της έγιναν και δημοσίως στη συνέντευξη Τύπου μετά τη συνεδρίαση από τον κ. Ρέγκλινγκ και το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μπενουά Κερέ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr