Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ κρούει τον κώδωνα κινδύνου: «Η Ελλάδα επηρεάζεται περισσότερο από την κλιματική αλλαγή»
04.08.2018
10:41
Στο μικροσκόπιο ένα από τα ιο δύσκολα και σύνθετα προβλήματα - Τι αποκαλύπτει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Διεθνών Θεσμών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) και διευθύντρια του Εργαστηρίου Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και Πολιτικής, Εμμανουέλα Δούση
Eνα από πιο δύσκολα και σύνθετα προβλήματα, που απασχολεί μάλιστα τη διεθνή κοινότητα εδώ και 25 χρόνια «χωρίς όμως μέχρι στιγμής σπουδαία αποτελέσματα» είναι αυτό της κλιματικής αλλαγής. Πρόκειται για ένα πρόβλημα που «δεν είναι απλώς ένα περιβαλλοντικό», αλλά που επηρεάζει την οικονομία, την κοινωνία και αποτελεί δυνάμει απειλή για εθνική ασφάλεια και τη σταθερότητα, σύμφωνα με την αναπληρώτρια καθηγήτρια Διεθνών Θεσμών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) και διευθύντρια του Εργαστηρίου Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και Πολιτικής, Εμμανουέλα Δούση.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τονίζει ότι «χρειάζεται οπωσδήποτε η ενεργοποίηση της κοινωνίας», τονίζει η κ. Δούση και προσθέτει πως οι πολίτες «θα πρέπει να ενημερωθούν τον λόγο για τον οποίο χρειάζεται η προσαρμογή, τι όφελος θα έχουν οι ίδιοι και πώς μπορούν να συμβάλουν σε αυτή την προσπάθεια». Η όποια δράση ενεργοποιηθεί απέναντι στο διεθνές πρόβλημα για μια χώρα όπως η Ελλάδα όχι μόνο δεν είναι απειλή «αλλά είναι και μια ευκαιρία για την ελληνική οικονομία ώστε να προσαρμοστεί με τις διεθνείς εξελίξεις», υπογραμμίζει.
Τον τελευταίο καιρό, σύμφωνα με την κ. Δούση, έχουν πολλαπλασιαστεί οι εκθέσεις διεθνών οργανισμών και εθνικών αρχών, που μελετούν αυτή τη διάσταση της κλιματικής αλλαγής, η οποία συνδέεται με την ασφάλεια και οι εκθέσεις αυτές τονίζουν ότι οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής -τόσο οι μακροπρόθεσμες όπως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, όσο και οι παροδικές- «επηρεάζουν δραστικά την ποιότητα ζωής των πολιτών και έχουν αρνητικές συνέπειες για τη γεωργία, τις υποδομές, την οικονομία και τη δημόσια υγεία».
Παράλληλα, μπορεί να αποτελέσουν και πηγή νέων εντάσεων. «Η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί από μόνη της πηγή έντασης αλλά έχει αυτό που λέμε πολλαπλασιαστική δράση καθώς επιδεινώνει υφιστάμενα προβλήματα, προβλήματα που μπορεί να έχουν σχέση με τη διατροφική, την ενεργειακή ασφάλεια και τη δημόσια υγεία», εξηγεί η αναπληρώτρια Καθηγήτρια Διεθνών Θεσμών στο ΕΚΠΑ.
Σημαντική παράμετρος του διεθνούς προβλήματος είναι και η χωροθέτησή του. «Δυστυχώς όλα αυτά επηρεάζουν ακόμη περισσότερο εκείνες τις χώρες που ευθύνονται λιγότερο για την πρόκληση του προβλήματος», επισημαίνει η κ.Δούση, τονίζοντας πως η Ελλάδα έχει συμβάλει πολύ λίγο στην πρόκληση της κλιματικής αλλαγής «αλλά επηρεάζεται πάρα πολύ», καθώς είναι μια χώρα ευάλωτη στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και έτσι έχει κάθε συμφέρον να δρομολογηθούν όλα όσα έχουν συμφωνηθεί σε διεθνές επίπεδο.
Από την πρόληψη στην αντιμετώπιση της «ζημιάς» στον πλανήτη μας
Σύμφωνα με την αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΕΚΠΑ, αυτό που πρέπει ακόμη να τονιστεί είναι πως -μέχρι στιγμής- η προσοχή είχε επικεντρωθεί σε ένα μόνο σκέλος της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, το επονομαζόμενο mitigation (σ.σ τον μετριασμό των εκπομπών των αερίων που προκαλούν το πρόβλημα), «μια δράση που συνδέεται με τον πρόληψη και τον περιορισμό της επιβλαβούς δραστηριότητας που προκαλεί την κλιματική αλλαγή».
Τώρα πλέον, σύμφωνα με την ίδια, οι στρατηγικές πρέπει να προσαρμοστούν καθώς η επιστημονική κοινότητα εστιάζει στο ότι «μεγαλύτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην προσαρμογή, δηλαδή στην αντιμετώπιση της ζημιάς που έχει ήδη συμβεί από την κλιματική αλλαγή και στην προετοιμασία για την αντιμετώπιση αρνητικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής», ένα ζήτημα που αφορά την Ελλάδα «άμεσα, αφού είναι μια χώρα ευάλωτη στην κλιματική αλλαγή».
Ποιες θα πρέπει να είναι οι δράσεις σε εθνικό επίπεδο
Σημείο αναφοράς πλέον για την Ελλάδα, σύμφωνα με την κ.Δούση, είναι το αναπτυξιακό μέλλον της χώρας. «Αυτό πρέπει να ενσωματώσει τη διάσταση της κλιματικής αλλαγής σε όλα του τα επίπεδα, τόσο σε κεντρικό όσο και σε περιφερειακό και τοπικό και όχι μόνο σε επίπεδο γενικής επιδίωξης», αναφέρει χαρακτηριστικά η Ελληνίδα καθηγήτρια, που μιλά για την ανάγκη ενσωμάτωσης επιχειρησιακής δράσης σε όλα αυτά πλέον τα επίπεδα διοίκησης.
Δε αυτό το πλαίσιο αναφέρει πως έχουν πράγματι γίνει ορισμένα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση καθώς, όπως επισημαίνει, το υπουργείο Περιβάλλοντος εξέδωσε το 2017 τη στρατηγική για την προσαρμογή σε ό,τι αφορά την κλιματική αλλαγή, δημιούργησε και το Εθνικό Συμβούλιο για τη Κλιματική Αλλαγή ενώ και οι Περιφέρειες έχουν επίσης αρχίσει να κινητοποιούνται προς την κατεύθυνση αυτή της προσαρμογής.
Αυτό, σύμφωνα με την ίδια, είναι και το πιο δύσκολο στάδιο, αφού πρόκειται για το στάδιο της υλοποίησης, της ενσωμάτωσης των δεδομένων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή στο αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας. «Θα πρέπει, να αποκτήσουμε, τόσο σε κεντρικό επίπεδο όσο και σε περιφερειακό ειδικά, επιχειρησιακά σχέδιο, οδικούς χάρτες που θα μας λένε τι θα πρέπει να κάνουμε και ποια θα πρέπει να είναι τα μέτρα που θα πρέπει να πάρουμε και για την προληπτική δράση αλλά και για την εκ των υστέρων αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής», εξηγεί η κ. Δούση.
Σε ό,τι αφορά δε τις εκτιμήσεις κόστους σε εθνικό επίπεδο και το τι σημαίνει αυτή η προσαρμογή στα νέα δεδομένα για μια χώρα όπως η Ελλάδα, εκφράζει την εκτίμηση πως σε κάθε περίπτωση «η αδράνεια θα κοστίζει ακόμη περισσότερο», ενώ ο επιμερισμός των εξόδων που προκύπτουν από μια τέτοια μεγάλης κλίμακας εθνική προετοιμασία θα γίνει και σε εθνικό αλλά και σε προσωπικό επίπεδο. «Αφενός το κράτος θα πρέπει να πληρώσει (σ.σ την προετοιμασία για) αλλά και οι ίδιες οι επιχειρήσεις θα πρέπει να συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση διότι αυτός είναι ένας τρόπος για να προφυλαχθούμε (σ.σ από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής)», αναφέρει χαρακτηριστικά η διευθύντρια του Εργαστηρίου Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και Πολιτικής.
Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τονίζει ότι «χρειάζεται οπωσδήποτε η ενεργοποίηση της κοινωνίας», τονίζει η κ. Δούση και προσθέτει πως οι πολίτες «θα πρέπει να ενημερωθούν τον λόγο για τον οποίο χρειάζεται η προσαρμογή, τι όφελος θα έχουν οι ίδιοι και πώς μπορούν να συμβάλουν σε αυτή την προσπάθεια». Η όποια δράση ενεργοποιηθεί απέναντι στο διεθνές πρόβλημα για μια χώρα όπως η Ελλάδα όχι μόνο δεν είναι απειλή «αλλά είναι και μια ευκαιρία για την ελληνική οικονομία ώστε να προσαρμοστεί με τις διεθνείς εξελίξεις», υπογραμμίζει.
Τον τελευταίο καιρό, σύμφωνα με την κ. Δούση, έχουν πολλαπλασιαστεί οι εκθέσεις διεθνών οργανισμών και εθνικών αρχών, που μελετούν αυτή τη διάσταση της κλιματικής αλλαγής, η οποία συνδέεται με την ασφάλεια και οι εκθέσεις αυτές τονίζουν ότι οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής -τόσο οι μακροπρόθεσμες όπως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, όσο και οι παροδικές- «επηρεάζουν δραστικά την ποιότητα ζωής των πολιτών και έχουν αρνητικές συνέπειες για τη γεωργία, τις υποδομές, την οικονομία και τη δημόσια υγεία».
Παράλληλα, μπορεί να αποτελέσουν και πηγή νέων εντάσεων. «Η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί από μόνη της πηγή έντασης αλλά έχει αυτό που λέμε πολλαπλασιαστική δράση καθώς επιδεινώνει υφιστάμενα προβλήματα, προβλήματα που μπορεί να έχουν σχέση με τη διατροφική, την ενεργειακή ασφάλεια και τη δημόσια υγεία», εξηγεί η αναπληρώτρια Καθηγήτρια Διεθνών Θεσμών στο ΕΚΠΑ.
Σημαντική παράμετρος του διεθνούς προβλήματος είναι και η χωροθέτησή του. «Δυστυχώς όλα αυτά επηρεάζουν ακόμη περισσότερο εκείνες τις χώρες που ευθύνονται λιγότερο για την πρόκληση του προβλήματος», επισημαίνει η κ.Δούση, τονίζοντας πως η Ελλάδα έχει συμβάλει πολύ λίγο στην πρόκληση της κλιματικής αλλαγής «αλλά επηρεάζεται πάρα πολύ», καθώς είναι μια χώρα ευάλωτη στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και έτσι έχει κάθε συμφέρον να δρομολογηθούν όλα όσα έχουν συμφωνηθεί σε διεθνές επίπεδο.
Από την πρόληψη στην αντιμετώπιση της «ζημιάς» στον πλανήτη μας
Σύμφωνα με την αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΕΚΠΑ, αυτό που πρέπει ακόμη να τονιστεί είναι πως -μέχρι στιγμής- η προσοχή είχε επικεντρωθεί σε ένα μόνο σκέλος της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, το επονομαζόμενο mitigation (σ.σ τον μετριασμό των εκπομπών των αερίων που προκαλούν το πρόβλημα), «μια δράση που συνδέεται με τον πρόληψη και τον περιορισμό της επιβλαβούς δραστηριότητας που προκαλεί την κλιματική αλλαγή».
Τώρα πλέον, σύμφωνα με την ίδια, οι στρατηγικές πρέπει να προσαρμοστούν καθώς η επιστημονική κοινότητα εστιάζει στο ότι «μεγαλύτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην προσαρμογή, δηλαδή στην αντιμετώπιση της ζημιάς που έχει ήδη συμβεί από την κλιματική αλλαγή και στην προετοιμασία για την αντιμετώπιση αρνητικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής», ένα ζήτημα που αφορά την Ελλάδα «άμεσα, αφού είναι μια χώρα ευάλωτη στην κλιματική αλλαγή».
Ποιες θα πρέπει να είναι οι δράσεις σε εθνικό επίπεδο
Σημείο αναφοράς πλέον για την Ελλάδα, σύμφωνα με την κ.Δούση, είναι το αναπτυξιακό μέλλον της χώρας. «Αυτό πρέπει να ενσωματώσει τη διάσταση της κλιματικής αλλαγής σε όλα του τα επίπεδα, τόσο σε κεντρικό όσο και σε περιφερειακό και τοπικό και όχι μόνο σε επίπεδο γενικής επιδίωξης», αναφέρει χαρακτηριστικά η Ελληνίδα καθηγήτρια, που μιλά για την ανάγκη ενσωμάτωσης επιχειρησιακής δράσης σε όλα αυτά πλέον τα επίπεδα διοίκησης.
Δε αυτό το πλαίσιο αναφέρει πως έχουν πράγματι γίνει ορισμένα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση καθώς, όπως επισημαίνει, το υπουργείο Περιβάλλοντος εξέδωσε το 2017 τη στρατηγική για την προσαρμογή σε ό,τι αφορά την κλιματική αλλαγή, δημιούργησε και το Εθνικό Συμβούλιο για τη Κλιματική Αλλαγή ενώ και οι Περιφέρειες έχουν επίσης αρχίσει να κινητοποιούνται προς την κατεύθυνση αυτή της προσαρμογής.
Αυτό, σύμφωνα με την ίδια, είναι και το πιο δύσκολο στάδιο, αφού πρόκειται για το στάδιο της υλοποίησης, της ενσωμάτωσης των δεδομένων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή στο αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας. «Θα πρέπει, να αποκτήσουμε, τόσο σε κεντρικό επίπεδο όσο και σε περιφερειακό ειδικά, επιχειρησιακά σχέδιο, οδικούς χάρτες που θα μας λένε τι θα πρέπει να κάνουμε και ποια θα πρέπει να είναι τα μέτρα που θα πρέπει να πάρουμε και για την προληπτική δράση αλλά και για την εκ των υστέρων αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής», εξηγεί η κ. Δούση.
Σε ό,τι αφορά δε τις εκτιμήσεις κόστους σε εθνικό επίπεδο και το τι σημαίνει αυτή η προσαρμογή στα νέα δεδομένα για μια χώρα όπως η Ελλάδα, εκφράζει την εκτίμηση πως σε κάθε περίπτωση «η αδράνεια θα κοστίζει ακόμη περισσότερο», ενώ ο επιμερισμός των εξόδων που προκύπτουν από μια τέτοια μεγάλης κλίμακας εθνική προετοιμασία θα γίνει και σε εθνικό αλλά και σε προσωπικό επίπεδο. «Αφενός το κράτος θα πρέπει να πληρώσει (σ.σ την προετοιμασία για) αλλά και οι ίδιες οι επιχειρήσεις θα πρέπει να συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση διότι αυτός είναι ένας τρόπος για να προφυλαχθούμε (σ.σ από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής)», αναφέρει χαρακτηριστικά η διευθύντρια του Εργαστηρίου Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και Πολιτικής.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr