Βικτόρια Μπούση: «Στη Νάξο έγραψα το σενάριο της επόμενης ταινίας μου»
Βικτόρια Μπούση: «Στη Νάξο έγραψα το σενάριο της επόμενης ταινίας μου»
Η Ελληνίδα σκηνοθέτις και παραγωγός που ζει και εργάζεται στο Λος Aντζελες μιλάει στο «Gala» για την ταινία virtual reality με την οποία συμμετείχε στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών, τον ρατσισμό, το κίνημα #ΜeΤoo και τη γενιά των social media
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Η virtual reality ταινία «Stay Alive, My Son», την οποία υπογράφει η Βικτόρια Μπούση σε σενάριο και σκηνοθεσία, επιλέχτηκε για να κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στο φετινό Φεστιβάλ των Καννών, που τελικά ακυρώθηκε λόγω της πανδημίας. Ετσι, αντί η πολυτάλαντη δημιουργός της να απολαμβάνει τις κοσμικότητες της Κρουαζέτ και να ποζάρει στο κόκκινο χαλί, βρισκόταν σε καραντίνα στο Λος Αντζελες και έκανε τηλεδιασκέψεις στο Zoom με διανομείς, άλλους δημιουργούς, επιμελητές και επενδυτές του σινεμά. «Ηταν απολύτως τρελό, σαν σκηνή του “Blade Runner 2049”», σχολιάζει η σκηνοθέτις, η οποία περνά πάντα τα καλοκαίρια της μεταξύ Βουλιαγμένης και ελληνικών νησιών.
Μιλώντας για το ιδιαίτερο θέμα της ταινίας της αναφέρει: «Μου αρέσει να ταξιδεύω σε απομακρυσμένες χώρες με πολιτισμικό πλούτο, όπως η Ινδία, η Καμπότζη, το Νεπάλ, το Μπουτάν, το Βιετνάμ, η Νότια Αφρική. Σε ένα βιβλιοπωλείο στην Καμπότζη βρήκα το βιβλίο “Stay Alive, My Son” του Pin Yathay. Μιλάει για έναν πατέρα που αναγκάζεται να εγκαταλείψει τον εξάχρονο γιο του για να επιβιώσει, μια απόφαση που τον στοιχειώνει 44 χρόνια αργότερα. Με άγγιξε. Eνιωσα απογοήτευση και θυμό για τις αδικίες που αναγκάζουν τους γονείς να χωρίζονται από τα παιδιά τους. Eτσι, πήρα τα δικαιώματα και το διασκεύασα για τον κινηματογράφο».
Μετά από αρκετά χρόνια στη Νέα Υόρκη, πλέον ζει στο Λος Aντζελες. Δεν ξεχνά ωστόσο την Ελλάδα: «Το Μανχάταν είναι μια μητρόπολη από σκυρόδεμα και ουρανοξύστες. Eχει ενεργειακή ένταση, πολιτιστική ποικιλομορφία, ευκαιρίες για συναντήσεις με άτομα υψηλού μορφωτικού επιπέδου. Δεν κοιμάται ποτέ, βρίθει εξωστρέφειας και εμπειριών. Μέρος ιδανικό όταν είσαι 20 ή 30 ετών. Από την άλλη, το Λος Aντζελες είναι ηλιόλουστο και η πόλη των αστέρων. Eχει υπέροχα φυσικά τοπία, φοίνικες και ωκεανό, ηρεμία, και προσφέρεται για αυτογνωσία μετά τα 30 σου. Βλέπω την Ελλάδα ως επέκταση του Λος Αντζελες, αλλά με δυνατότερο πυρήνα. Είναι η χώρα που αντιπροσωπεύει τις ρίζες μου, τους προγόνους μου, την παιδική μου ηλικία, τη θρησκεία μου. Εδώ μπορώ να ξεφύγω από τον κόσμο, να εμπνευστώ και να δημιουργήσω. Στη Νότια Κρήτη έγραψα το σενάριο του “Stay Alive, My Son” και στη Νάξο το σενάριο για την επόμενη ταινία μου.
Η Ελλάδα κυλά στις φλέβες μου. Πιστεύω στo Ευαγγέλιo του Αποστόλου Θωμά. Ο Θεός βρίσκεται σε θραύσματα ξύλου ή σε έναν βράχο. Με συνεπαίρνουν τα μοναστήρια με ιστορία και όχι οι μεγάλες και πολυπληθείς εκκλησίες. Κάθε καλοκαίρι, από παιδί, επισκεπτόμασταν το μοναστήρι της Παναγίας στο χωριό της μητέρας μου, τη Νεστάνη Αρκαδίας, όπου πηγαίνω μέχρι και σήμερα να προσευχηθώ και να ζητήσω την καθοδήγηση του Θεού».
Αναφερόμενη στη διαφορά αντίληψης της ομορφιάς μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής, αναλύει το σύστημα που ορίζει πλέον τους κανόνες σε αυτή τη σκακιέρα: «Η γενιά των selfies είναι μια γενιά Millennials και GenZ που υπαγορεύουν, ελέγχουν και επωφελούνται οικονομικά από τη δική τους ερμηνεία-ορισμό της ομορφιάς που βρίσκεται στην αυτοέκφραση. Τα κινητά τους τηλέφωνα είναι το όχημά τους - είτε πρόκειται για αναρτήσεις στο Instagram, είτε για βίντεο στο YouTube. Η γενιά των selfies πουλάει την ατομικότητά της ως εμπόρευμα και χρησιμοποιεί μια υποκειμενική γλώσσα με κεντρικό άξονα την εικόνα, η οποία όμως είναι ασύνδετη με την κλασική απεικόνιση των μοντέλων στα περιοδικά. Η ομορφιά μετατράπηκε σε ατομική υπόθεση, χωρίς διακρίσεις ηλικίας, εθνικότητας, φύλου, σωματότυπου με μήνυμα το “είμαστε πανέμορφοι”. Το αποδέχομαι γιατί απελευθερώνει. Oμως η κυριαρχία και η παγκοσμιοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης οδηγούν στην εκμετάλλευση των νέων για γυμνό, σε αψεγάδιαστες από την επεξεργασία εικόνες, σε μη αναγνωρίσιμη έκδοση των προσώπων για να επιτύχουν περισσότερα likes. Στην Ελλάδα ευτυχώς η οικογένεια είναι ακόμα στο επίκεντρο. Είναι σημαντικό οι γονείς να μεγαλώνουν παιδιά με αυτοπεποίθηση, αυτοεκτίμηση και ανεξαρτησία που δεν θα βασίζονται στους χειριστικούς επαίνους αγνώστων».
«Οι ΗΠΑ διακηρύσσουν την ατομική ελευθερία με το κίνημα #MeToo και από την άλλη πλευρά υπάρχουν ο ρατσισμός και μια σιωπηρή πλειοψηφία που τον αποδέχεται», υπογραμμίζει η σκηνοθέτις και συμπληρώνει: «Τα παγκόσμια κινήματα δημιουργούν τις προϋποθέσεις για αλλαγή. Οι γυναίκες απαιτούν ισότητα αμοιβών, οικονομική ανεξαρτησία και διεκδικούν θέσεις ανώτατης εκπαίδευσης και ηγεσίας σε έναν κόσμο όπου το εισόδημα και των δύο μελών ενός ζευγαριού είναι πλέον απαραίτητο και η φροντίδα σπιτιού - παιδιών μοιράζεται. Αισθάνομαι υπερήφανη για την ανάδειξη της πρώτης γυναίκας Προέδρου της Δημοκρατίας στην Ελλάδα πριν από τις ΗΠΑ. Είναι ένα γεγονός που μου δημιουργεί αισιοδοξία. Η γενιά μου είναι μια γενιά επιτυχημένων επαγγελματιών.
Συμμετείχα στην αλλαγή μέσω της καριέρας μου ως γυναίκα (και μερικές φορές η μόνη), ξεκινώντας ως βοηθός εισαγγελέα από τα 20 μου και εξελισσόμενη σε παραγωγό ταινιών στα 30 και σε δημιουργική τεχνολόγο σήμερα. Κάθε γενιά γυναικών θέτει τα θεμέλια για την επόμενη γενιά, ενισχύοντας την προστασία, τον σεβασμό, την παροχή ευκαιριών για το φύλο μας. Οι άνδρες που αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε θέσεις-κλειδιά οφείλουν να παρέχουν ίσες ευκαιρίες και αμοιβή στις γυναίκες, υπερασπιζόμενοι έτσι τα δικαιώματα των συζύγων τους, των αδελφών και των μελλοντικών κορών τους».
Ζώντας σε μια χώρα που πρωτοστατεί σε κινήματα, είναι πολιτικοποιημένη και σε διαρκή επαφή με ό,τι συμβαίνει: «Η Ελλάδα ήταν μια ομοιογενής χώρα, της οποίας ο πληθυσμός μοιραζόταν κοινή εθνικότητα, τόνο δέρματος, Ιστορία, θρησκεία και πολιτισμό. Την τελευταία δεκαετία έχει εκτεθεί σε μια αδιάκοπη εισροή ξένων, μεταναστών και προσφύγων, που δημιούργησαν ένταση στο έθνος. Απομένει να δούμε αν το #GreeceΤoo θα έχει φυλετική χροιά. Δεν μπορώ όμως να μιλήσω με σιγουριά για την Ελλάδα. Ως παιδί μεταναστών στις ΗΠΑ με λυπεί πολύ το να βλέπω το αμερικανικό όνειρο, φάρο ελπίδας κάποτε, να μετατρέπεται σε εφιάλτη. Η ακραία βία και το μίσος μπορεί να διχάσουν ένα έθνος. Η αναταραχή απλώς κρύβει τη βρομιά κάτω από το χαλί. Το μίσος γεννά μίσος. Πρέπει να εκπαιδεύσουμε, να ανυψώσουμε και να αγκαλιάσουμε τη μειονότητα για να αποφευχθεί η βία.
Μετά την κρίση η κατάσταση στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί σημαντικά, αλλά νομίζω ότι οι άνθρωποι υποφέρουν ακόμη, ειδικά η μεσαία τάξη. Μια κυβέρνηση έχει την ευθύνη να δημιουργεί ευκαιρίες. Με τη θέσπιση φορολογικών μειώσεων και οικονομικών ελαφρύνσεων θα υπάρξει οικονομική ανάπτυξη, η επαγγελματική κατάρτιση θα επεκτείνει την τεχνογνωσία του εργατικού δυναμικού, οι μισθοί θα γίνουν πιο ανταγωνιστικοί και οι συνθήκες θα βελτιωθούν. Τώρα λαμβάνονται δραστικά μέτρα για τη διόρθωση των αδικιών του παρελθόντος. Παραμένω, λοιπόν, αισιόδοξη για το μέλλον της. Θέλω να γίνω μέρος της αλλαγής προτείνοντας ευκαιρίες για τους νέους σε πρωτοποριακή τεχνολογία ή σε ταινίες εικονικής πραγματικότητας».
Αδελφή του Ευάγγελου Μπούση, ο οποίος είναι image maker και συνιδρυτής της Dundas με τον σχεδιαστή των σταρ Πέτερ Ντούντας, παραδέχεται ότι η μόδα έχει σημαντική θέση στη ζωή της, χωρίς ωστόσο να εξαρτάται από αυτήν. «Εκφράζομαι συχνά μέσω των αλλαγών στα μαλλιά μου. Λατρεύω τον συνδυασμό ενός υπέροχου τζιν με μπλουζάκι, ένα σέξι party dress Dundas ή ένα κομψό κοστούμι YSL».
Μιλώντας για το ιδιαίτερο θέμα της ταινίας της αναφέρει: «Μου αρέσει να ταξιδεύω σε απομακρυσμένες χώρες με πολιτισμικό πλούτο, όπως η Ινδία, η Καμπότζη, το Νεπάλ, το Μπουτάν, το Βιετνάμ, η Νότια Αφρική. Σε ένα βιβλιοπωλείο στην Καμπότζη βρήκα το βιβλίο “Stay Alive, My Son” του Pin Yathay. Μιλάει για έναν πατέρα που αναγκάζεται να εγκαταλείψει τον εξάχρονο γιο του για να επιβιώσει, μια απόφαση που τον στοιχειώνει 44 χρόνια αργότερα. Με άγγιξε. Eνιωσα απογοήτευση και θυμό για τις αδικίες που αναγκάζουν τους γονείς να χωρίζονται από τα παιδιά τους. Eτσι, πήρα τα δικαιώματα και το διασκεύασα για τον κινηματογράφο».
Μετά από αρκετά χρόνια στη Νέα Υόρκη, πλέον ζει στο Λος Aντζελες. Δεν ξεχνά ωστόσο την Ελλάδα: «Το Μανχάταν είναι μια μητρόπολη από σκυρόδεμα και ουρανοξύστες. Eχει ενεργειακή ένταση, πολιτιστική ποικιλομορφία, ευκαιρίες για συναντήσεις με άτομα υψηλού μορφωτικού επιπέδου. Δεν κοιμάται ποτέ, βρίθει εξωστρέφειας και εμπειριών. Μέρος ιδανικό όταν είσαι 20 ή 30 ετών. Από την άλλη, το Λος Aντζελες είναι ηλιόλουστο και η πόλη των αστέρων. Eχει υπέροχα φυσικά τοπία, φοίνικες και ωκεανό, ηρεμία, και προσφέρεται για αυτογνωσία μετά τα 30 σου. Βλέπω την Ελλάδα ως επέκταση του Λος Αντζελες, αλλά με δυνατότερο πυρήνα. Είναι η χώρα που αντιπροσωπεύει τις ρίζες μου, τους προγόνους μου, την παιδική μου ηλικία, τη θρησκεία μου. Εδώ μπορώ να ξεφύγω από τον κόσμο, να εμπνευστώ και να δημιουργήσω. Στη Νότια Κρήτη έγραψα το σενάριο του “Stay Alive, My Son” και στη Νάξο το σενάριο για την επόμενη ταινία μου.
Η Ελλάδα κυλά στις φλέβες μου. Πιστεύω στo Ευαγγέλιo του Αποστόλου Θωμά. Ο Θεός βρίσκεται σε θραύσματα ξύλου ή σε έναν βράχο. Με συνεπαίρνουν τα μοναστήρια με ιστορία και όχι οι μεγάλες και πολυπληθείς εκκλησίες. Κάθε καλοκαίρι, από παιδί, επισκεπτόμασταν το μοναστήρι της Παναγίας στο χωριό της μητέρας μου, τη Νεστάνη Αρκαδίας, όπου πηγαίνω μέχρι και σήμερα να προσευχηθώ και να ζητήσω την καθοδήγηση του Θεού».
Αναφερόμενη στη διαφορά αντίληψης της ομορφιάς μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής, αναλύει το σύστημα που ορίζει πλέον τους κανόνες σε αυτή τη σκακιέρα: «Η γενιά των selfies είναι μια γενιά Millennials και GenZ που υπαγορεύουν, ελέγχουν και επωφελούνται οικονομικά από τη δική τους ερμηνεία-ορισμό της ομορφιάς που βρίσκεται στην αυτοέκφραση. Τα κινητά τους τηλέφωνα είναι το όχημά τους - είτε πρόκειται για αναρτήσεις στο Instagram, είτε για βίντεο στο YouTube. Η γενιά των selfies πουλάει την ατομικότητά της ως εμπόρευμα και χρησιμοποιεί μια υποκειμενική γλώσσα με κεντρικό άξονα την εικόνα, η οποία όμως είναι ασύνδετη με την κλασική απεικόνιση των μοντέλων στα περιοδικά. Η ομορφιά μετατράπηκε σε ατομική υπόθεση, χωρίς διακρίσεις ηλικίας, εθνικότητας, φύλου, σωματότυπου με μήνυμα το “είμαστε πανέμορφοι”. Το αποδέχομαι γιατί απελευθερώνει. Oμως η κυριαρχία και η παγκοσμιοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης οδηγούν στην εκμετάλλευση των νέων για γυμνό, σε αψεγάδιαστες από την επεξεργασία εικόνες, σε μη αναγνωρίσιμη έκδοση των προσώπων για να επιτύχουν περισσότερα likes. Στην Ελλάδα ευτυχώς η οικογένεια είναι ακόμα στο επίκεντρο. Είναι σημαντικό οι γονείς να μεγαλώνουν παιδιά με αυτοπεποίθηση, αυτοεκτίμηση και ανεξαρτησία που δεν θα βασίζονται στους χειριστικούς επαίνους αγνώστων».
«Οι ΗΠΑ διακηρύσσουν την ατομική ελευθερία με το κίνημα #MeToo και από την άλλη πλευρά υπάρχουν ο ρατσισμός και μια σιωπηρή πλειοψηφία που τον αποδέχεται», υπογραμμίζει η σκηνοθέτις και συμπληρώνει: «Τα παγκόσμια κινήματα δημιουργούν τις προϋποθέσεις για αλλαγή. Οι γυναίκες απαιτούν ισότητα αμοιβών, οικονομική ανεξαρτησία και διεκδικούν θέσεις ανώτατης εκπαίδευσης και ηγεσίας σε έναν κόσμο όπου το εισόδημα και των δύο μελών ενός ζευγαριού είναι πλέον απαραίτητο και η φροντίδα σπιτιού - παιδιών μοιράζεται. Αισθάνομαι υπερήφανη για την ανάδειξη της πρώτης γυναίκας Προέδρου της Δημοκρατίας στην Ελλάδα πριν από τις ΗΠΑ. Είναι ένα γεγονός που μου δημιουργεί αισιοδοξία. Η γενιά μου είναι μια γενιά επιτυχημένων επαγγελματιών.
Συμμετείχα στην αλλαγή μέσω της καριέρας μου ως γυναίκα (και μερικές φορές η μόνη), ξεκινώντας ως βοηθός εισαγγελέα από τα 20 μου και εξελισσόμενη σε παραγωγό ταινιών στα 30 και σε δημιουργική τεχνολόγο σήμερα. Κάθε γενιά γυναικών θέτει τα θεμέλια για την επόμενη γενιά, ενισχύοντας την προστασία, τον σεβασμό, την παροχή ευκαιριών για το φύλο μας. Οι άνδρες που αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε θέσεις-κλειδιά οφείλουν να παρέχουν ίσες ευκαιρίες και αμοιβή στις γυναίκες, υπερασπιζόμενοι έτσι τα δικαιώματα των συζύγων τους, των αδελφών και των μελλοντικών κορών τους».
Ζώντας σε μια χώρα που πρωτοστατεί σε κινήματα, είναι πολιτικοποιημένη και σε διαρκή επαφή με ό,τι συμβαίνει: «Η Ελλάδα ήταν μια ομοιογενής χώρα, της οποίας ο πληθυσμός μοιραζόταν κοινή εθνικότητα, τόνο δέρματος, Ιστορία, θρησκεία και πολιτισμό. Την τελευταία δεκαετία έχει εκτεθεί σε μια αδιάκοπη εισροή ξένων, μεταναστών και προσφύγων, που δημιούργησαν ένταση στο έθνος. Απομένει να δούμε αν το #GreeceΤoo θα έχει φυλετική χροιά. Δεν μπορώ όμως να μιλήσω με σιγουριά για την Ελλάδα. Ως παιδί μεταναστών στις ΗΠΑ με λυπεί πολύ το να βλέπω το αμερικανικό όνειρο, φάρο ελπίδας κάποτε, να μετατρέπεται σε εφιάλτη. Η ακραία βία και το μίσος μπορεί να διχάσουν ένα έθνος. Η αναταραχή απλώς κρύβει τη βρομιά κάτω από το χαλί. Το μίσος γεννά μίσος. Πρέπει να εκπαιδεύσουμε, να ανυψώσουμε και να αγκαλιάσουμε τη μειονότητα για να αποφευχθεί η βία.
Μετά την κρίση η κατάσταση στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί σημαντικά, αλλά νομίζω ότι οι άνθρωποι υποφέρουν ακόμη, ειδικά η μεσαία τάξη. Μια κυβέρνηση έχει την ευθύνη να δημιουργεί ευκαιρίες. Με τη θέσπιση φορολογικών μειώσεων και οικονομικών ελαφρύνσεων θα υπάρξει οικονομική ανάπτυξη, η επαγγελματική κατάρτιση θα επεκτείνει την τεχνογνωσία του εργατικού δυναμικού, οι μισθοί θα γίνουν πιο ανταγωνιστικοί και οι συνθήκες θα βελτιωθούν. Τώρα λαμβάνονται δραστικά μέτρα για τη διόρθωση των αδικιών του παρελθόντος. Παραμένω, λοιπόν, αισιόδοξη για το μέλλον της. Θέλω να γίνω μέρος της αλλαγής προτείνοντας ευκαιρίες για τους νέους σε πρωτοποριακή τεχνολογία ή σε ταινίες εικονικής πραγματικότητας».
Αδελφή του Ευάγγελου Μπούση, ο οποίος είναι image maker και συνιδρυτής της Dundas με τον σχεδιαστή των σταρ Πέτερ Ντούντας, παραδέχεται ότι η μόδα έχει σημαντική θέση στη ζωή της, χωρίς ωστόσο να εξαρτάται από αυτήν. «Εκφράζομαι συχνά μέσω των αλλαγών στα μαλλιά μου. Λατρεύω τον συνδυασμό ενός υπέροχου τζιν με μπλουζάκι, ένα σέξι party dress Dundas ή ένα κομψό κοστούμι YSL».
Ως σκηνοθέτις έχει συνεργαστεί με πλειάδα ηθοποιών. «Η Τζούλιαν Μουρ είναι προσγειωμένη και δυνατή πρωταγωνίστρια. Αντιλαμβάνεται πότε το σενάριο κινδυνεύει να γίνει φλατ, ενώ έχει την ικανότητα να το αλλάξει και να το επαναφέρει σε τροχιά. Στη Δυτική Ακτή υπάρχει πάντα η δυνατότητα της επιλογής κορυφαίων ταλέντων. Θέλω πολύ να συνεργαστώ με την Κέιτ Μπλάνσετ λόγω της δύναμης, της κομψότητας και της ευελιξίας της. Οπως επίσης με τον Αντονι Χόπκινς και τον Ντένζελ Ουάσινγκτον για την ένταση, τη βαρύτητα και το εύρος που δίνουν στους ρόλους τους. Εμπνέομαι βαθιά από το προκλητικό έργο των Κιούμπρικ, Φίντσερ, Αρονόφσκι και Μπονγκ Τζουν-χο. Βουτάνε κατευθείαν στις ψυχικές διεργασίες του ανθρώπου και παίζουν με τη δυαδικότητά του. Επίσης, είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ με παιδιά σε δύο ταινίες μου. Σε κάποια χωριά της Ελλάδας υπάρχουν άνδρες, γυναίκες ή παιδιά με ανεκμετάλλευτο ταλέντο που έχουν πολλά να δώσουν. Μπορούν να γίνουν η φωνή της εποχής μας. Θα ήθελα πολύ να τα ανακαλύψω».
Η μητέρα της, μια γυναίκα με έντονη φιλανθρωπική δράση, αποτελεί το πρότυπό της. «Είναι μια πολύ ισχυρή επιρροή στη ζωή μου. Πάντα μαγείρευε ελληνική κουζίνα στο σπίτι. Εκτιμώ το ελληνικό σπιτικό φαγητό και θα ήθελα να μάθω στα παιδιά μου να τρώνε σωστά. Θεωρώ ότι υπάρχει σύνδεση της διατροφής και της τεράστιας αύξησης των τροφικών αλλεργιών, της παχυσαρκίας, της κατάθλιψης και του αυτισμού στα παιδιά. Από τη μητέρα μου διδάχθηκα την ενσυναίσθηση, την ηθική και την κοινωνική συνείδηση. Είμαι στο διοικητικό συμβούλιο του Κέντρου Ερευνας για τον Καρκίνο, ενώ ασχολούμαι επίσης με οργανώσεις για τα ορφανά παιδιά, τα άτομα με αναπηρία και τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Από την άλλη, ο πατέρας μου, επιτυχημένος επιχειρηματίας στις ΗΠΑ, μου έχει ενσταλάξει την πειθαρχία, την ταπεινοφροσύνη και την ηθική στην εργασία».
Κλείνοντας την κουβέντα μας, ομολογεί πως πράγματι υπάρχει ένα τεράστιο ηθικό και κοινωνικό δίλημμα σχετικά με τη δύναμη που συγκεντρώνουν οι σύγχρονοι ψηφιακοί κολοσσοί, αλλά δεν ανησυχεί: «Ο έλεγχος της σκέψης μας απαιτεί πολλά δεδομένα, εξατομίκευση ανά έρευνα. Μόνο οι άνθρωποι έχουν ψυχή που μπορεί να αγαπά, να ονειρεύεται, να φιλοδοξεί, να αισθάνεται και να έχει συνείδηση».
Η μητέρα της, μια γυναίκα με έντονη φιλανθρωπική δράση, αποτελεί το πρότυπό της. «Είναι μια πολύ ισχυρή επιρροή στη ζωή μου. Πάντα μαγείρευε ελληνική κουζίνα στο σπίτι. Εκτιμώ το ελληνικό σπιτικό φαγητό και θα ήθελα να μάθω στα παιδιά μου να τρώνε σωστά. Θεωρώ ότι υπάρχει σύνδεση της διατροφής και της τεράστιας αύξησης των τροφικών αλλεργιών, της παχυσαρκίας, της κατάθλιψης και του αυτισμού στα παιδιά. Από τη μητέρα μου διδάχθηκα την ενσυναίσθηση, την ηθική και την κοινωνική συνείδηση. Είμαι στο διοικητικό συμβούλιο του Κέντρου Ερευνας για τον Καρκίνο, ενώ ασχολούμαι επίσης με οργανώσεις για τα ορφανά παιδιά, τα άτομα με αναπηρία και τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Από την άλλη, ο πατέρας μου, επιτυχημένος επιχειρηματίας στις ΗΠΑ, μου έχει ενσταλάξει την πειθαρχία, την ταπεινοφροσύνη και την ηθική στην εργασία».
Κλείνοντας την κουβέντα μας, ομολογεί πως πράγματι υπάρχει ένα τεράστιο ηθικό και κοινωνικό δίλημμα σχετικά με τη δύναμη που συγκεντρώνουν οι σύγχρονοι ψηφιακοί κολοσσοί, αλλά δεν ανησυχεί: «Ο έλεγχος της σκέψης μας απαιτεί πολλά δεδομένα, εξατομίκευση ανά έρευνα. Μόνο οι άνθρωποι έχουν ψυχή που μπορεί να αγαπά, να ονειρεύεται, να φιλοδοξεί, να αισθάνεται και να έχει συνείδηση».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα