Αλέξανδρος Λυκουρέζος: «Η Ζωή ήταν και είναι τα πάντα»
Αλέξανδρος Λυκουρέζος: «Η Ζωή ήταν και είναι τα πάντα»
Τέσσερα χρόνια πέρασαν από τότε που έκανε την τελευταία της νοερή υπόκλιση, αλλά το χειροκρότημα ακόμα να κοπάσει. Ο κόσμος δεν ξεχνάει τα είδωλά του. Και περισσότερο απ’ όλους εκείνος, ο σύντροφός της. Ο μεγαλύτερος θαυμαστής της Λάσκαρη μιλάει στο «Gala» για τη Ζωή, όπως μόνο εκείνος την έζησε...
Οταν γνωρίστηκαν, εκείνη ήταν μια λαμπερή σταρ του κινηματογράφου κι εκείνος ένας διακεκριμένος ποινικολόγος. Φαινομενικά αταίριαστοι, αλλά στην πραγματικότητα απολύτως συμβατοί. Ο γάμος τους κράτησε 41 χρόνια και διακόπηκε μόνο όταν εκείνη «έφυγε» -ήσυχα στον ύπνο της- αφήνοντας τον κόσμο λιγότερο φωτεινό. Ηταν 18 Αυγούστου 2017. Τέσσερα χρόνια μετά, ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ο άνθρωπος που την ήξερε καλύτερα απ’ όλους, κάνει τον δικό του απολογισμό για τη σχέση τους και μιλά για τη γυναίκα πίσω από τον μύθο και για τη Ζωή πίσω από τη Λάσκαρη.
Τον συναντάω στο διαμέρισμά του στο Κολωνάκι, στο οποίο δεν έζησε ποτέ η Ζωή Λάσκαρη, αφού εκείνος μετακόμισε εκεί πριν από έναν χρόνο. Κι όμως, όλο το σπίτι είναι γεμάτο Ζωή. Ολοι οι τοίχοι είναι σκεπασμένοι με φωτογραφίες της. Από παραστάσεις, από προσωπικές στιγμές. Για τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο, η Ζωή βρίσκεται όπου κι αν κοιτάξει. Βάζω το κασετοφωνάκι στο τραπέζι ανάμεσά μας, πατάω το rec και τον αφήνω να μιλήσει για τη Ζωή του.
Η γυναίκα που γνώρισε
«Θα χρειαζόμουν πολλές ώρες για να περιγράψω τι και ποια ήταν η Ζωή στα 41 χρόνια που ζήσαμε μαζί. Ξεκινώ από αυτό που η ίδια έλεγε με πολλή χαρά: “Είμαι και του σαλονιού και του λιμανιού”. Και πράγματι έτσι ήταν. Είχε μια ακαταμάχητη γοητεία, που συνοδευόταν από εκκωφαντικές εκρήξεις γέλιου, αλλά πολλές φορές και θυμού, όταν σε κάποια συζήτηση ένιωθε ότι παραβιάζονται ή προσβάλλονται οι απόψεις και οι σκέψεις της. Η Ζωή γελούσε πολύ εύκολα με οτιδήποτε θεωρούσε αστείο. Και το γέλιο της ήταν τόσο δυνατό που γέμιζε τον χώρο. Ηταν μαγευτικό. Ηταν επίσης ένας συνειδητοποιημένος και πολύ θρησκευόμενος άνθρωπος. Είχε για πάρα πολλά χρόνια έναν πνευματικό πατέρα τον οποίο υπάκουε και η βαθιά της πίστη τής έδινε δύναμη και ασφάλεια. Από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της ήταν η συναισθηματική της γενναιοδωρία και η αμεσότητά της. Ηταν πάρα πολύ πιστή και αφοσιωμένη στους φίλους της και της άρεσε να τους περιποιείται. Δεν μαγείρευε συχνά, μόνο όταν της έκανε κέφι, αλλά ήταν καταπληκτική μαγείρισσα. Της άρεσε πολύ να καλεί κόσμο στο σπίτι και να ετοιμάζει ένα ωραίο τραπέζι, με τα σωστά σουβέρ, τα σωστά πιάτα, το σωστό κρασί. Ηξερε να το κάνει πολύ καλά αυτό και το γλένταγε. Ηταν άψογη οικοδέσποινα».
Η απώλεια του πατέρα
«Επειδή είχε περάσει δύσκολη ζωή στα νιάτα της, υπήρχαν στιγμές που τη λύγιζε η ευαισθησία. Η Ζωή δεν γνώρισε ποτέ πατέρα, τον έχασε όταν ήταν 6 μηνών. Τη λέξη “μπαμπά” δεν την είχε πει ποτέ. Τη μάνα της την έχασε όταν ήταν 6 ετών. Αυτό το κενό, λοιπόν, ήταν κάτι που πάντα υπήρχε μέσα της. Οχι βέβαια σε βαθμό που να επηρεάζει ή να διαμορφώνει τη ζωή της ούτε να της δημιουργεί συμπλέγματα. Αλλά ήταν στιγμές που απλώς το συνειδητοποιούσε και την πίκραινε. Το κενό αυτό τη βάραινε. Δεν νομίζω όμως ότι προσπάθησε ποτέ να αναζητήσει “μπαμπάδες”. Είχε μια πολύ μεγάλη δύναμη στην αυτοτέλειά της».
Η σταρ και ο δικηγόρος
«Οταν τη γνώρισα, δεν είχα παρακολουθήσει ποτέ τη Ζωή σε ταινίες. Τη δεκαετία του ’60, όταν ξεκίνησε την καριέρα της στον κινηματογράφο, στον Φίνο, εγώ έκανα παρέα με ανθρώπους σαν τον Νίκο Κούνδουρο, τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Νίκο Γκάτσο. Δεν έβλεπα αυτές τις ταινίες, τον λεγόμενο τότε εμπορικό κινηματογράφο, τον οποίο εκ των υστέρων όλοι αυτοί χειροκρότησαν και αναγνώρισαν. Την πρώτη φορά που την είχα δει κάπου ήταν στα “Αστέρια” της Γλυφάδας και μου είχαν πει ότι ήταν η Ζωή Λάσκαρη. Μια πανέμορφη φιγούρα με αυτό το καταπληκτικό ελαφίσιο βάδισμα. Ηταν πραγματικά σαν να περπατούσε στον αέρα. Αλλά δεν είχα ποτέ επαφή μαζί της. Τότε είχε και μια μπουτίκ με ρούχα, στη γωνία Ακαδημίας και Πινδάρου, μαζί με την πρώτη γυναίκα του Σταύρου Ξαρχάκου. Κι εκεί την είχα δει μια-δυο φορές. Και μια μέρα μού ζήτησε να συναντηθούμε στο γραφείο μου για κάποιο νομικό της πρόβλημα. Από εκεί ξεκίνησε ο δεσμός μας. Δεν ξέρω τι σημαίνει κεραυνοβόλος έρωτας, αλλά αυτό που νιώσαμε ήταν μια αμοιβαία έλξη, η οποία από την πρώτη μέρα φάνηκε, ειπώθηκε, εκφράστηκε.
Μετά από λίγο καιρό τής έκανα την πρόταση γάμου. Δεν θυμάμαι πώς της την έκανα, αλλά σίγουρα ήμουν πολύ επίμονος. Δεν ήμασταν πολύ καιρό μαζί. Νομίζω ότι πρωτοσυναντηθήκαμε Φεβρουάριο ή Μάρτιο και παντρευτήκαμε στις 21 Ιουνίου, εντελώς κρυφά. Δεν δώσαμε καμία δημοσιότητα. Η εκκλησία ήταν το Μετόχι του Παναγίου Τάφου στην Πλάκα και μας πάντρεψε ο πατέρας Πυρουνάκης, φίλος και σπουδαίος ιερέας εκείνη την εποχή. Στον γάμο ήταν μόνο η μάνα μου, ο αδερφός μου, ο φίλος της ο Χρήστος Νομικός και η ξαδέρφη της Ζωής και δεν θυμάμαι αν ήταν και κάποιος άλλος συγγενής. Μέσα στην εκκλησία δεν βγάλαμε καμία φωτογραφία, ούτε και μετά. Δεν υπάρχει καμία φωτογραφική απεικόνιση από την ημέρα του γάμου μας. Από εκείνη την ημέρα, ζήσαμε 41 χρόνια μαζί. Με πολλές διακυμάνσεις, με φουρτούνες, με μπουνάτσες, με ηλιοφάνεια, με βροχή, με καταιγίδες, όλα τα φαινόμενα της φύσης αν θέλεις, αλλά τελικά ήταν ένας δεσμός που είχε πολύ δυνατές και βαθιές ρίζες, όπως αποδείχτηκε».
Η σταρ αντιστάρ
«Η Ζωή ήταν ένας πολύ υπερήφανος άνθρωπος, χωρίς όμως την έπαρση της σταρ. Παρόλο που ακόμα και τελευταία, που δεν είχε τηλεοπτικές εμφανίσεις, όπου πήγαινε μόνη αλλά και μαζί μου ο κόσμος την υποδεχόταν με πολλή ζεστασιά. Την αγαπούσαν πολύ. Εκείνη ήταν 60-70 χρόνων και ο κόσμος την αποκαλούσε “Ζωίτσα”. Κι εκείνη όμως ήταν πολύ γενναιόδωρη με τον κόσμο. Ηταν ανοιχτόκαρδη. Βέβαια πολλές φορές ήταν και πολύ απότομη, αν κάτι την ενοχλούσε δεν το έκρυβε εύκολα, γιατί, όπως σου είπα, είχε αυτό τον εκρηκτικό χαρακτήρα. Αλλά χαιρόταν αυτή την αγάπη, ήταν κάτι το οποίο την κολάκευε».
Η Ζωή μετά τον Αλέξανδρο
«Δεν μπορώ να πω ότι την επηρέασα στη διάρκεια της σχέσης μας. Δεν επηρεαζόταν εύκολα. Είχε μια εσωτερική διαδικασία, κατά την οποία έδινε χρόνο σε κάποιες σκέψεις για να ωριμάσουν και που τελικά την οδηγούσαν στην άλφα ή τη βήτα επιλογή. Αν την επηρέασα όμως κάπου περισσότερο ή λιγότερο αυτό ήταν στην προσέγγιση στα πολιτικά πράγματα. Η Ζωή, μετά από αυτό που είχε υποστεί (σ.σ.: ο πατέρας της, ανθυπολοχαγός του Στρατού, είχε σκοτωθεί στον Εμφύλιο) και έχοντας μεγαλώσει από τον αδερφό του πατέρα της, τον στρατηγό Κουρούκλη, ήταν εγκλωβισμένη σε μια δογματική Δεξιά θα έλεγα, για να χρησιμοποιήσω τους όρους της εποχής εκείνης. Κι εγώ, επειδή είχα πάντα μια πιο ελεύθερη πολιτική προσέγγιση, σταδιακά, χωρίς καμία ιδιαίτερη προσπάθεια, τη βοήθησα να βγει από αυτό και να δει τα πράγματα πιο ολιστικά, πιο ήρεμα και με μεγαλύτερη ευαισθησία. Θα σου πω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, ένα γεγονός που το είχε αναφέρει κάποτε και η Ζωή σε μια συνέντευξη. Εκείνη την εποχή υπήρχε το ΚΚΕ Εσωτερικού, στο οποίο ανήκαν διάφοροι γνωστοί μου. Κι έγινε, θυμάμαι, μια μεγάλη διοργάνωση στο γήπεδο της Νέας Σμύρνης, κάτι σαν μνημόσυνο για τους πεσόντες της Αριστεράς. Της είπα να πάμε. Δίστασε στην αρχή κι όμως πήγαμε. Κι αυτό ήταν, νομίζω, μια καθοριστική εμπειρία για τη Ζωή. Στη διάρκεια κάποιας ομιλίας, συγκινήθηκε πολύ. Και μου λέει μετά: “Εγώ αυτή τη στιγμή συμμετέχω σε μια εκδήλωση γι’ αυτούς που σκότωσαν τον πατέρα μου”. Ηταν ένα σοκ φοβερό, δάκρυσε. Ηταν μια μέρα καθοριστικής σημασίας που τη βοήθησε να ξεπεράσει τη σκληρή θέση και την αντίληψή της απέναντι στην Αριστερά. Βέβαια, υπήρχαν κάποια πράγματα που ήταν οι απόλυτοι άξονες των θέσεών της, όπως η αγάπη της για την πατρίδα, τις ελληνικές ρίζες και την ταυτότητα του Ελληνισμού».
Ο Αλέξανδρος μετά τη Ζωή
«Οταν ζεις με κάποιον τόσα χρόνια, συμβαίνουν αλλαγές που είναι ανεπαίσθητες, δεν τις συνειδητοποιείς εκείνη τη στιγμή. Η Ζωή μού έμαθε πολλά. Και ίσως μου έδωσε να καταλάβω περισσότερο τη σημασία που έχει ένας δεσμός. Πριν από τη Ζωή είχα πολλές σχέσεις. Δεν είχα ποτέ κάτι το στέρεο, κάτι που να έχει μια προοπτική στον χρόνο. Οταν ήμουν με τη Ζωή έκανα βέβαια διάφορες αταξίες, τις οποίες είχε κατά καιρούς δημοσιοποιήσει και η ίδια, αλλά η ουσία είναι ότι με έμαθε κάτι που για μένα ήταν πρωτόφαντο και πρωτόγνωρο: να συνειδητοποιήσω τη σημασία, το βάρος και την προοπτική μιας σχέσης, στην οποία πέρα από το ερωτικό στοιχείο, υπάρχει και μια βαθύτερη ανάγκη αυτογνωσίας, αυτοκριτικής και ταυτόχρονα μια προσπάθεια διερεύνησης του ανθρώπου που είναι κοντά σου. Κάτι που θέλει κόπο και πολλή δουλειά. Ηταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που προσπάθησα να το κάνω».
Ολα για το θέατρο
«Η Ζωή, όσο ήμασταν παντρεμένοι, είχε εγκαταλείψει τον κινηματογράφο και τις τηλεοπτικές παραγωγές και είχε αφοσιωθεί στο θέατρο, όπου είχε κάνει πάρα πολύ ενδιαφέρουσες, συγκλονιστικές θα έλεγα, ερμηνείες, έχοντας την τύχη να δουλέψει με τους μεγάλους τότε σκηνοθέτες - τον Κακογιάννη, τον Βολανάκη, τον Βουτσινά, με τον οποίο είχε και μια πολύ στενή φιλία. Μπορεί σε αυτή τη στροφή έμμεσα να την επηρέασα κι εγώ, γιατί αυτός ο χώρος μού ήταν οικείος. Η Ζωή, όμως, δεν θα έκανε ποτέ το βήμα αυτό αν δεν ένιωθε μόνη της ώριμη και ικανή να το κάνει. Και απέδειξε ότι ήταν πέρα για πέρα ικανή. Επαιξε στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος το “Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;”, του Αλμπι, μια καταπληκτική παράσταση που την είχε σκηνοθετήσει ο Βουτσινάς, έπαιξε και το “Ο Ορφέας στον Αδη”, του Τένεσι Γουίλιαμς και έκλεισε τη σεζόν (σ.σ.: το 1994) με γεμάτο το θέατρο. Ηταν μεγάλες επιτυχίες αυτές, με δύσκολα και ενδιαφέροντα έργα. Οταν έπαιξε το καταπληκτικό έργο του Ο’Νιλ “Το μακρύ ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα”, το 1997, ο Γεωργουσόπουλος είχε γράψει ότι ήταν καλύτερη από την Παξινού. Σε αυτό το έργο ήταν συγκλονιστική. Η Ζωή είχε μια πραγματικά πολύ σύγχρονη σκηνική παρουσία.
Οι κινήσεις της είχαν μια δύναμη και μια γοητεία μαζί. Δεν θυμάμαι να υπήρχε κάτι αντίστοιχο. Πριν από κάθε πρεμιέρα, στη διάρκεια των δοκιμών, είχε πάντα μεγάλο τρακ, μεγάλη ταραχή. Δεν ήθελε να της μιλούν πολύ, χρειαζόταν αυτοσυγκέντρωση. Οταν όμως ανέβαινε στη σκηνή, μεταμορφωνόταν. Η Ζωή είχε και ένα ακόμα μεγάλο προσόν: χειροκροτούσε πολύ εύκολα οποιονδήποτε ηθοποιό, ακόμα και άγνωστο, αν της άρεσε η ερμηνεία του. Δεν είχε ανταγωνιστικές διαθέσεις. Και με τους ηθοποιούς που συνεργαζόταν δεν θυμάμαι να είχε συγκρούσεις. Την ενδιέφερε πάρα πολύ η ζωή στο παρασκήνιο με τους συναδέλφους, ήθελε να υπάρχει ένα καλό κλίμα, το οποίο επηρεάζει μετά και την παράσταση. Και ήθελε πάντα να είναι πολύ ωραίο το θέατρο. Τα καμαρίνια της τα έφτιαχνε με πολύ γούστο, γιατί της άρεσε να περνάει πολλές ώρες στο θέατρο, είτε στο καμαρίνι είτε στο παρασκήνιο είτε στη σκηνή επάνω. Λίγο πριν “φύγει” ετοιμαζόταν να ανεβάσει μια κωμωδία. Το τελευταίο της βράδυ είχε γυρίσει από το θέατρο όπου ετοίμαζαν το σκηνικό. Είχε ένα υπέροχο ταλέντο και στο μυαλό της είχε πια μόνο το θέατρο. Δυστυχώς αυτή η πορεία ανακόπηκε με τον αιφνίδιο θάνατο».
Αντί επιλόγου
«Ζήσαμε μαζί ευτυχισμένα χρόνια. Θα μπορούσε να ήταν και πιο ολοκληρωμένη η ευτυχία και η σχέση αυτή θα μπορούσε να έχει κινηθεί σε περισσότερα επίπεδα. Εγώ ήμουν υπεύθυνος, που ενδεχομένως δεν προσπάθησα όσο έπρεπε. Στην ουσία, όμως, ο πυρήνας της σχέσης ήταν πολύ συμπαγής. Αν πρέπει να της δώσω έναν χαρακτηρισμό, ήταν γενικά μια ηλιόλουστη πορεία αυτά τα 41 χρόνια. Είχαμε και καταιγίδες, αλλά τελικά μένει αυτό το φως».
Πριν κλείσω το κασετοφωνάκι, τον ρωτάω πώς βιώνει την απώλειά της τέσσερα χρόνια μετά. Με κοιτάζει σαν να απορεί και μου απαντάει: «Μα δεν βλέπεις γύρω-γύρω τι γίνεται; Τα πάντα σε αυτό το δωμάτιο είναι η Ζωή». Ενώ με συνοδεύει στην πόρτα, μου δείχνει με συγκίνηση μια υπέροχη φωτογραφία της κρεμασμένη στον τοίχο, με αφιέρωση γραμμένη με κόκκινα γράμματα: «Δεν πρέπει να ξεχνάς ότι είσαι ο μοναδικός έρωτας της ζωής μου, η γυναίκα σου»
Τον συναντάω στο διαμέρισμά του στο Κολωνάκι, στο οποίο δεν έζησε ποτέ η Ζωή Λάσκαρη, αφού εκείνος μετακόμισε εκεί πριν από έναν χρόνο. Κι όμως, όλο το σπίτι είναι γεμάτο Ζωή. Ολοι οι τοίχοι είναι σκεπασμένοι με φωτογραφίες της. Από παραστάσεις, από προσωπικές στιγμές. Για τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο, η Ζωή βρίσκεται όπου κι αν κοιτάξει. Βάζω το κασετοφωνάκι στο τραπέζι ανάμεσά μας, πατάω το rec και τον αφήνω να μιλήσει για τη Ζωή του.
Η γυναίκα που γνώρισε
«Θα χρειαζόμουν πολλές ώρες για να περιγράψω τι και ποια ήταν η Ζωή στα 41 χρόνια που ζήσαμε μαζί. Ξεκινώ από αυτό που η ίδια έλεγε με πολλή χαρά: “Είμαι και του σαλονιού και του λιμανιού”. Και πράγματι έτσι ήταν. Είχε μια ακαταμάχητη γοητεία, που συνοδευόταν από εκκωφαντικές εκρήξεις γέλιου, αλλά πολλές φορές και θυμού, όταν σε κάποια συζήτηση ένιωθε ότι παραβιάζονται ή προσβάλλονται οι απόψεις και οι σκέψεις της. Η Ζωή γελούσε πολύ εύκολα με οτιδήποτε θεωρούσε αστείο. Και το γέλιο της ήταν τόσο δυνατό που γέμιζε τον χώρο. Ηταν μαγευτικό. Ηταν επίσης ένας συνειδητοποιημένος και πολύ θρησκευόμενος άνθρωπος. Είχε για πάρα πολλά χρόνια έναν πνευματικό πατέρα τον οποίο υπάκουε και η βαθιά της πίστη τής έδινε δύναμη και ασφάλεια. Από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της ήταν η συναισθηματική της γενναιοδωρία και η αμεσότητά της. Ηταν πάρα πολύ πιστή και αφοσιωμένη στους φίλους της και της άρεσε να τους περιποιείται. Δεν μαγείρευε συχνά, μόνο όταν της έκανε κέφι, αλλά ήταν καταπληκτική μαγείρισσα. Της άρεσε πολύ να καλεί κόσμο στο σπίτι και να ετοιμάζει ένα ωραίο τραπέζι, με τα σωστά σουβέρ, τα σωστά πιάτα, το σωστό κρασί. Ηξερε να το κάνει πολύ καλά αυτό και το γλένταγε. Ηταν άψογη οικοδέσποινα».
Η απώλεια του πατέρα
«Επειδή είχε περάσει δύσκολη ζωή στα νιάτα της, υπήρχαν στιγμές που τη λύγιζε η ευαισθησία. Η Ζωή δεν γνώρισε ποτέ πατέρα, τον έχασε όταν ήταν 6 μηνών. Τη λέξη “μπαμπά” δεν την είχε πει ποτέ. Τη μάνα της την έχασε όταν ήταν 6 ετών. Αυτό το κενό, λοιπόν, ήταν κάτι που πάντα υπήρχε μέσα της. Οχι βέβαια σε βαθμό που να επηρεάζει ή να διαμορφώνει τη ζωή της ούτε να της δημιουργεί συμπλέγματα. Αλλά ήταν στιγμές που απλώς το συνειδητοποιούσε και την πίκραινε. Το κενό αυτό τη βάραινε. Δεν νομίζω όμως ότι προσπάθησε ποτέ να αναζητήσει “μπαμπάδες”. Είχε μια πολύ μεγάλη δύναμη στην αυτοτέλειά της».
Η σταρ και ο δικηγόρος
«Οταν τη γνώρισα, δεν είχα παρακολουθήσει ποτέ τη Ζωή σε ταινίες. Τη δεκαετία του ’60, όταν ξεκίνησε την καριέρα της στον κινηματογράφο, στον Φίνο, εγώ έκανα παρέα με ανθρώπους σαν τον Νίκο Κούνδουρο, τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Νίκο Γκάτσο. Δεν έβλεπα αυτές τις ταινίες, τον λεγόμενο τότε εμπορικό κινηματογράφο, τον οποίο εκ των υστέρων όλοι αυτοί χειροκρότησαν και αναγνώρισαν. Την πρώτη φορά που την είχα δει κάπου ήταν στα “Αστέρια” της Γλυφάδας και μου είχαν πει ότι ήταν η Ζωή Λάσκαρη. Μια πανέμορφη φιγούρα με αυτό το καταπληκτικό ελαφίσιο βάδισμα. Ηταν πραγματικά σαν να περπατούσε στον αέρα. Αλλά δεν είχα ποτέ επαφή μαζί της. Τότε είχε και μια μπουτίκ με ρούχα, στη γωνία Ακαδημίας και Πινδάρου, μαζί με την πρώτη γυναίκα του Σταύρου Ξαρχάκου. Κι εκεί την είχα δει μια-δυο φορές. Και μια μέρα μού ζήτησε να συναντηθούμε στο γραφείο μου για κάποιο νομικό της πρόβλημα. Από εκεί ξεκίνησε ο δεσμός μας. Δεν ξέρω τι σημαίνει κεραυνοβόλος έρωτας, αλλά αυτό που νιώσαμε ήταν μια αμοιβαία έλξη, η οποία από την πρώτη μέρα φάνηκε, ειπώθηκε, εκφράστηκε.
Μετά από λίγο καιρό τής έκανα την πρόταση γάμου. Δεν θυμάμαι πώς της την έκανα, αλλά σίγουρα ήμουν πολύ επίμονος. Δεν ήμασταν πολύ καιρό μαζί. Νομίζω ότι πρωτοσυναντηθήκαμε Φεβρουάριο ή Μάρτιο και παντρευτήκαμε στις 21 Ιουνίου, εντελώς κρυφά. Δεν δώσαμε καμία δημοσιότητα. Η εκκλησία ήταν το Μετόχι του Παναγίου Τάφου στην Πλάκα και μας πάντρεψε ο πατέρας Πυρουνάκης, φίλος και σπουδαίος ιερέας εκείνη την εποχή. Στον γάμο ήταν μόνο η μάνα μου, ο αδερφός μου, ο φίλος της ο Χρήστος Νομικός και η ξαδέρφη της Ζωής και δεν θυμάμαι αν ήταν και κάποιος άλλος συγγενής. Μέσα στην εκκλησία δεν βγάλαμε καμία φωτογραφία, ούτε και μετά. Δεν υπάρχει καμία φωτογραφική απεικόνιση από την ημέρα του γάμου μας. Από εκείνη την ημέρα, ζήσαμε 41 χρόνια μαζί. Με πολλές διακυμάνσεις, με φουρτούνες, με μπουνάτσες, με ηλιοφάνεια, με βροχή, με καταιγίδες, όλα τα φαινόμενα της φύσης αν θέλεις, αλλά τελικά ήταν ένας δεσμός που είχε πολύ δυνατές και βαθιές ρίζες, όπως αποδείχτηκε».
Η σταρ αντιστάρ
«Η Ζωή ήταν ένας πολύ υπερήφανος άνθρωπος, χωρίς όμως την έπαρση της σταρ. Παρόλο που ακόμα και τελευταία, που δεν είχε τηλεοπτικές εμφανίσεις, όπου πήγαινε μόνη αλλά και μαζί μου ο κόσμος την υποδεχόταν με πολλή ζεστασιά. Την αγαπούσαν πολύ. Εκείνη ήταν 60-70 χρόνων και ο κόσμος την αποκαλούσε “Ζωίτσα”. Κι εκείνη όμως ήταν πολύ γενναιόδωρη με τον κόσμο. Ηταν ανοιχτόκαρδη. Βέβαια πολλές φορές ήταν και πολύ απότομη, αν κάτι την ενοχλούσε δεν το έκρυβε εύκολα, γιατί, όπως σου είπα, είχε αυτό τον εκρηκτικό χαρακτήρα. Αλλά χαιρόταν αυτή την αγάπη, ήταν κάτι το οποίο την κολάκευε».
Η Ζωή μετά τον Αλέξανδρο
«Δεν μπορώ να πω ότι την επηρέασα στη διάρκεια της σχέσης μας. Δεν επηρεαζόταν εύκολα. Είχε μια εσωτερική διαδικασία, κατά την οποία έδινε χρόνο σε κάποιες σκέψεις για να ωριμάσουν και που τελικά την οδηγούσαν στην άλφα ή τη βήτα επιλογή. Αν την επηρέασα όμως κάπου περισσότερο ή λιγότερο αυτό ήταν στην προσέγγιση στα πολιτικά πράγματα. Η Ζωή, μετά από αυτό που είχε υποστεί (σ.σ.: ο πατέρας της, ανθυπολοχαγός του Στρατού, είχε σκοτωθεί στον Εμφύλιο) και έχοντας μεγαλώσει από τον αδερφό του πατέρα της, τον στρατηγό Κουρούκλη, ήταν εγκλωβισμένη σε μια δογματική Δεξιά θα έλεγα, για να χρησιμοποιήσω τους όρους της εποχής εκείνης. Κι εγώ, επειδή είχα πάντα μια πιο ελεύθερη πολιτική προσέγγιση, σταδιακά, χωρίς καμία ιδιαίτερη προσπάθεια, τη βοήθησα να βγει από αυτό και να δει τα πράγματα πιο ολιστικά, πιο ήρεμα και με μεγαλύτερη ευαισθησία. Θα σου πω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, ένα γεγονός που το είχε αναφέρει κάποτε και η Ζωή σε μια συνέντευξη. Εκείνη την εποχή υπήρχε το ΚΚΕ Εσωτερικού, στο οποίο ανήκαν διάφοροι γνωστοί μου. Κι έγινε, θυμάμαι, μια μεγάλη διοργάνωση στο γήπεδο της Νέας Σμύρνης, κάτι σαν μνημόσυνο για τους πεσόντες της Αριστεράς. Της είπα να πάμε. Δίστασε στην αρχή κι όμως πήγαμε. Κι αυτό ήταν, νομίζω, μια καθοριστική εμπειρία για τη Ζωή. Στη διάρκεια κάποιας ομιλίας, συγκινήθηκε πολύ. Και μου λέει μετά: “Εγώ αυτή τη στιγμή συμμετέχω σε μια εκδήλωση γι’ αυτούς που σκότωσαν τον πατέρα μου”. Ηταν ένα σοκ φοβερό, δάκρυσε. Ηταν μια μέρα καθοριστικής σημασίας που τη βοήθησε να ξεπεράσει τη σκληρή θέση και την αντίληψή της απέναντι στην Αριστερά. Βέβαια, υπήρχαν κάποια πράγματα που ήταν οι απόλυτοι άξονες των θέσεών της, όπως η αγάπη της για την πατρίδα, τις ελληνικές ρίζες και την ταυτότητα του Ελληνισμού».
Ο Αλέξανδρος μετά τη Ζωή
«Οταν ζεις με κάποιον τόσα χρόνια, συμβαίνουν αλλαγές που είναι ανεπαίσθητες, δεν τις συνειδητοποιείς εκείνη τη στιγμή. Η Ζωή μού έμαθε πολλά. Και ίσως μου έδωσε να καταλάβω περισσότερο τη σημασία που έχει ένας δεσμός. Πριν από τη Ζωή είχα πολλές σχέσεις. Δεν είχα ποτέ κάτι το στέρεο, κάτι που να έχει μια προοπτική στον χρόνο. Οταν ήμουν με τη Ζωή έκανα βέβαια διάφορες αταξίες, τις οποίες είχε κατά καιρούς δημοσιοποιήσει και η ίδια, αλλά η ουσία είναι ότι με έμαθε κάτι που για μένα ήταν πρωτόφαντο και πρωτόγνωρο: να συνειδητοποιήσω τη σημασία, το βάρος και την προοπτική μιας σχέσης, στην οποία πέρα από το ερωτικό στοιχείο, υπάρχει και μια βαθύτερη ανάγκη αυτογνωσίας, αυτοκριτικής και ταυτόχρονα μια προσπάθεια διερεύνησης του ανθρώπου που είναι κοντά σου. Κάτι που θέλει κόπο και πολλή δουλειά. Ηταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που προσπάθησα να το κάνω».
Ολα για το θέατρο
«Η Ζωή, όσο ήμασταν παντρεμένοι, είχε εγκαταλείψει τον κινηματογράφο και τις τηλεοπτικές παραγωγές και είχε αφοσιωθεί στο θέατρο, όπου είχε κάνει πάρα πολύ ενδιαφέρουσες, συγκλονιστικές θα έλεγα, ερμηνείες, έχοντας την τύχη να δουλέψει με τους μεγάλους τότε σκηνοθέτες - τον Κακογιάννη, τον Βολανάκη, τον Βουτσινά, με τον οποίο είχε και μια πολύ στενή φιλία. Μπορεί σε αυτή τη στροφή έμμεσα να την επηρέασα κι εγώ, γιατί αυτός ο χώρος μού ήταν οικείος. Η Ζωή, όμως, δεν θα έκανε ποτέ το βήμα αυτό αν δεν ένιωθε μόνη της ώριμη και ικανή να το κάνει. Και απέδειξε ότι ήταν πέρα για πέρα ικανή. Επαιξε στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος το “Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;”, του Αλμπι, μια καταπληκτική παράσταση που την είχε σκηνοθετήσει ο Βουτσινάς, έπαιξε και το “Ο Ορφέας στον Αδη”, του Τένεσι Γουίλιαμς και έκλεισε τη σεζόν (σ.σ.: το 1994) με γεμάτο το θέατρο. Ηταν μεγάλες επιτυχίες αυτές, με δύσκολα και ενδιαφέροντα έργα. Οταν έπαιξε το καταπληκτικό έργο του Ο’Νιλ “Το μακρύ ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα”, το 1997, ο Γεωργουσόπουλος είχε γράψει ότι ήταν καλύτερη από την Παξινού. Σε αυτό το έργο ήταν συγκλονιστική. Η Ζωή είχε μια πραγματικά πολύ σύγχρονη σκηνική παρουσία.
Οι κινήσεις της είχαν μια δύναμη και μια γοητεία μαζί. Δεν θυμάμαι να υπήρχε κάτι αντίστοιχο. Πριν από κάθε πρεμιέρα, στη διάρκεια των δοκιμών, είχε πάντα μεγάλο τρακ, μεγάλη ταραχή. Δεν ήθελε να της μιλούν πολύ, χρειαζόταν αυτοσυγκέντρωση. Οταν όμως ανέβαινε στη σκηνή, μεταμορφωνόταν. Η Ζωή είχε και ένα ακόμα μεγάλο προσόν: χειροκροτούσε πολύ εύκολα οποιονδήποτε ηθοποιό, ακόμα και άγνωστο, αν της άρεσε η ερμηνεία του. Δεν είχε ανταγωνιστικές διαθέσεις. Και με τους ηθοποιούς που συνεργαζόταν δεν θυμάμαι να είχε συγκρούσεις. Την ενδιέφερε πάρα πολύ η ζωή στο παρασκήνιο με τους συναδέλφους, ήθελε να υπάρχει ένα καλό κλίμα, το οποίο επηρεάζει μετά και την παράσταση. Και ήθελε πάντα να είναι πολύ ωραίο το θέατρο. Τα καμαρίνια της τα έφτιαχνε με πολύ γούστο, γιατί της άρεσε να περνάει πολλές ώρες στο θέατρο, είτε στο καμαρίνι είτε στο παρασκήνιο είτε στη σκηνή επάνω. Λίγο πριν “φύγει” ετοιμαζόταν να ανεβάσει μια κωμωδία. Το τελευταίο της βράδυ είχε γυρίσει από το θέατρο όπου ετοίμαζαν το σκηνικό. Είχε ένα υπέροχο ταλέντο και στο μυαλό της είχε πια μόνο το θέατρο. Δυστυχώς αυτή η πορεία ανακόπηκε με τον αιφνίδιο θάνατο».
Αντί επιλόγου
«Ζήσαμε μαζί ευτυχισμένα χρόνια. Θα μπορούσε να ήταν και πιο ολοκληρωμένη η ευτυχία και η σχέση αυτή θα μπορούσε να έχει κινηθεί σε περισσότερα επίπεδα. Εγώ ήμουν υπεύθυνος, που ενδεχομένως δεν προσπάθησα όσο έπρεπε. Στην ουσία, όμως, ο πυρήνας της σχέσης ήταν πολύ συμπαγής. Αν πρέπει να της δώσω έναν χαρακτηρισμό, ήταν γενικά μια ηλιόλουστη πορεία αυτά τα 41 χρόνια. Είχαμε και καταιγίδες, αλλά τελικά μένει αυτό το φως».
Πριν κλείσω το κασετοφωνάκι, τον ρωτάω πώς βιώνει την απώλειά της τέσσερα χρόνια μετά. Με κοιτάζει σαν να απορεί και μου απαντάει: «Μα δεν βλέπεις γύρω-γύρω τι γίνεται; Τα πάντα σε αυτό το δωμάτιο είναι η Ζωή». Ενώ με συνοδεύει στην πόρτα, μου δείχνει με συγκίνηση μια υπέροχη φωτογραφία της κρεμασμένη στον τοίχο, με αφιέρωση γραμμένη με κόκκινα γράμματα: «Δεν πρέπει να ξεχνάς ότι είσαι ο μοναδικός έρωτας της ζωής μου, η γυναίκα σου»
Ειδήσεις σήμερα
Ο πρώην βαρόνος ναρκωτικών «El Doctor» εκδόθηκε από τις ΗΠΑ στο Μεξικό
Αφροδίτη Μπάρμπα: «Είναι στημένο», λέει η μητέρα του μοντέλου
Δεύτερη ευκαιρία για τα αδήλωτα τετραγωνικά των ακινήτων
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα