Ο Ρούμπεν Έστλουντ στο Gala: Ποιος είναι ο σκηνοθέτης που έκανε διάσημη τη Χιλιαδού
Ο Ρούμπεν Έστλουντ στο Gala: Ποιος είναι ο σκηνοθέτης που έκανε διάσημη τη Χιλιαδού
Το πολυσυζητημένο «Τρίγωνο της θλίψης», τα γυρίσματα στην Εύβοια και στη «Χριστίνα», αλλά και η τραγική απώλεια της νεαρής πρωταγωνίστριας Σάρλμπι Ντιν - Ο φετινός νικητής στο Φεστιβάλ Καννών μιλάει για όλα
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ευφυής δημιουργός, χαρισματικός καλλιτέχνης ή κυνικός προβοκάτορας, όποιον χαρακτηρισμό και αν επιλέξεις από αυτούς που έχουν κατά καιρούς δοθεί στον φετινό νικητή του Φεστιβάλ Καννών Ρούμπεν Εστλουντ, το σίγουρο είναι ότι πρόκειται για έναν εντελώς ακομπλεξάριστο τύπο. Ντυμένος κάζουαλ και χαρούμενος που έχει επιστρέψει στην Ελλάδα, μας υποδέχτηκε στη σουίτα του «NJV Athens Plaza», πριν την πρεμιέρα της ταινίας του «Τρίγωνο της θλίψης» στη Χιλιαδού, που οργανώνουν το 28ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας, η Feelgood Entertainment, η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και η HERETIC.
Ο δεύτερος Χρυσός Φοίνικας του Εστλουντ -κάτι που έχουν καταφέρει μόνο ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, ο Μίχαελ Χάνεκε και ο Κεν Λόουτς- είναι μια καυστική σάτιρα για τις κοινωνικές τάξεις σε μια υπερπολυτελή κρουαζιέρα, οι οποίες ωστόσο ανατρέπονται όταν οι επιβαίνοντες θα βρεθούν ερημίτες σε ένα απομακρυσμένο νησί που στην πραγματικότητα είναι η Χιλιαδού της Εύβοιας, όπου πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα. Ολα θα έμοιαζαν ιδανικά σε αυτή τη συγκυρία για τον Εστλουντ, αν δεν προέκυπτε ο θάνατος της πρωταγωνίστριας Σάρλμπι Ντιν από «ξαφνική ασθένεια». Συγκλονισμένος, μας λέει ότι δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που συνέβη και ότι έχει μόνο εξαιρετικές μνήμες από «την ευαισθησία και τη φροντίδα της» στη διάρκεια της συνεργασίας τους. «Είναι λυπηρό που θα λείπει από αυτή τη μεγάλη γιορτή της πρεμιέρας», καταλήγει.
«Μπορεί να ήταν δύσκολες οι συνθήκες κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων λόγω των περιορισμών του COVID, αλλά ήταν υπέροχη η συνεργασία, η ατμόσφαιρα, τα πάντα. Δεν υπήρχαν αντιπαλότητες ή ανταγωνισμοί και συν τοις άλλοις βρισκόμασταν σε μια ιδανική τοποθεσία». Περιγράφει, μάλιστα, την παραλία της Χιλιαδούς ως «έναν αληθινό παράδεισο, μια δυσπρόσιτη παραλία που δεν έχει τίποτα γύρω της εκτός από υπέροχη φύση». «Δεν έχω ξαναδεί ποτέ κάτι σαν κι αυτό», ομολογεί. «Εκτός από το φυσικό περιβάλλον, αγάπησα πολύ και τους ανθρώπους της Χιλιαδούς. Βοηθούσαν όσο περισσότερο γινόταν ώστε να εξασφαλίσουμε τις ιδανικές συνθήκες για τα γυρίσματα. Ηταν μία από τις πιο συγκλονιστικότερες εμπειρίες που είχα στη ζωή μου. Γι’ αυτό ήθελα να πραγματοποιηθεί εκεί η πρεμιέρα, ακόμα και αν γνωρίζω ότι αυτό δεν βοηθάει ιδιαίτερα την προώθηση της ταινίας. Για μένα, όμως, ήταν προτεραιότητα να τιμήσω με κάποιον τρόπο τους κατοίκους της».
Παρότι πρόκειται για κοινωνική σάτιρα με πολιτικά μηνύματα, το «Τρίγωνο της θλίψης» κρατάει από την πρώτη σκηνή μέχρι την τελευταία ζωντανό το ενδιαφέρον του θεατή - και, το κυριότερο, προκαλεί άφθονο γέλιο. «Δεν καταλαβαίνω γιατί οι σκηνοθέτες που κάνουν κοινωνικά ευαίσθητες ή πολιτικές ταινίες πρέπει να είναι σοβαροφανείς, στημένοι και χωρίς χιούμορ. Αν, όμως, ρίξεις μια ματιά σε σκηνοθέτες όπως τον Μπουνιουέλ ή τη Βερτμίλερ θα δεις ότι έχουν δαιμόνιο χιούμορ και ότι είναι διασκεδαστικοί. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη προσφέρει την πολυτέλεια στους κινηματογραφιστές να κάνουν ό,τι ταινία θέλουν χωρίς να αγχώνονται για το αν θα ανταποκριθεί το κοινό ή αν θα κοπούν εισιτήρια. Στην Αμερική, όπου οι κινηματογραφιστές είναι υπόλογοι στους σπόνσορές τους αν δεν έρθει το κοινό, θα χάσουν τις χρηματοδοτήσεις. Πιστεύω λοιπόν ότι καλό είναι να συνδυάζεις στοιχεία και από το ευρωπαϊκό και το αμερικανικό σινεμά, κρατώντας τα καλύτερα. Γι’ αυτό κι εγώ είχα δηλώσει εξαρχής ότι η στρατηγική μου είναι να κάνω “άγρια διασκεδαστικές ταινίες που ασχολούνται με σοβαρά ζητήματα”», επισημαίνει.
Ο δεύτερος Χρυσός Φοίνικας του Εστλουντ -κάτι που έχουν καταφέρει μόνο ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, ο Μίχαελ Χάνεκε και ο Κεν Λόουτς- είναι μια καυστική σάτιρα για τις κοινωνικές τάξεις σε μια υπερπολυτελή κρουαζιέρα, οι οποίες ωστόσο ανατρέπονται όταν οι επιβαίνοντες θα βρεθούν ερημίτες σε ένα απομακρυσμένο νησί που στην πραγματικότητα είναι η Χιλιαδού της Εύβοιας, όπου πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα. Ολα θα έμοιαζαν ιδανικά σε αυτή τη συγκυρία για τον Εστλουντ, αν δεν προέκυπτε ο θάνατος της πρωταγωνίστριας Σάρλμπι Ντιν από «ξαφνική ασθένεια». Συγκλονισμένος, μας λέει ότι δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που συνέβη και ότι έχει μόνο εξαιρετικές μνήμες από «την ευαισθησία και τη φροντίδα της» στη διάρκεια της συνεργασίας τους. «Είναι λυπηρό που θα λείπει από αυτή τη μεγάλη γιορτή της πρεμιέρας», καταλήγει.
«Μπορεί να ήταν δύσκολες οι συνθήκες κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων λόγω των περιορισμών του COVID, αλλά ήταν υπέροχη η συνεργασία, η ατμόσφαιρα, τα πάντα. Δεν υπήρχαν αντιπαλότητες ή ανταγωνισμοί και συν τοις άλλοις βρισκόμασταν σε μια ιδανική τοποθεσία». Περιγράφει, μάλιστα, την παραλία της Χιλιαδούς ως «έναν αληθινό παράδεισο, μια δυσπρόσιτη παραλία που δεν έχει τίποτα γύρω της εκτός από υπέροχη φύση». «Δεν έχω ξαναδεί ποτέ κάτι σαν κι αυτό», ομολογεί. «Εκτός από το φυσικό περιβάλλον, αγάπησα πολύ και τους ανθρώπους της Χιλιαδούς. Βοηθούσαν όσο περισσότερο γινόταν ώστε να εξασφαλίσουμε τις ιδανικές συνθήκες για τα γυρίσματα. Ηταν μία από τις πιο συγκλονιστικότερες εμπειρίες που είχα στη ζωή μου. Γι’ αυτό ήθελα να πραγματοποιηθεί εκεί η πρεμιέρα, ακόμα και αν γνωρίζω ότι αυτό δεν βοηθάει ιδιαίτερα την προώθηση της ταινίας. Για μένα, όμως, ήταν προτεραιότητα να τιμήσω με κάποιον τρόπο τους κατοίκους της».
Παρότι πρόκειται για κοινωνική σάτιρα με πολιτικά μηνύματα, το «Τρίγωνο της θλίψης» κρατάει από την πρώτη σκηνή μέχρι την τελευταία ζωντανό το ενδιαφέρον του θεατή - και, το κυριότερο, προκαλεί άφθονο γέλιο. «Δεν καταλαβαίνω γιατί οι σκηνοθέτες που κάνουν κοινωνικά ευαίσθητες ή πολιτικές ταινίες πρέπει να είναι σοβαροφανείς, στημένοι και χωρίς χιούμορ. Αν, όμως, ρίξεις μια ματιά σε σκηνοθέτες όπως τον Μπουνιουέλ ή τη Βερτμίλερ θα δεις ότι έχουν δαιμόνιο χιούμορ και ότι είναι διασκεδαστικοί. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη προσφέρει την πολυτέλεια στους κινηματογραφιστές να κάνουν ό,τι ταινία θέλουν χωρίς να αγχώνονται για το αν θα ανταποκριθεί το κοινό ή αν θα κοπούν εισιτήρια. Στην Αμερική, όπου οι κινηματογραφιστές είναι υπόλογοι στους σπόνσορές τους αν δεν έρθει το κοινό, θα χάσουν τις χρηματοδοτήσεις. Πιστεύω λοιπόν ότι καλό είναι να συνδυάζεις στοιχεία και από το ευρωπαϊκό και το αμερικανικό σινεμά, κρατώντας τα καλύτερα. Γι’ αυτό κι εγώ είχα δηλώσει εξαρχής ότι η στρατηγική μου είναι να κάνω “άγρια διασκεδαστικές ταινίες που ασχολούνται με σοβαρά ζητήματα”», επισημαίνει.
Ομολογεί ότι για το «Τρίγωνο» χρειάστηκε να κάνουν άπειρες λήψεις υπό τη δική του επίβλεψη και πως όταν θεωρούσε ότι ήρθε η στιγμή να ολοκληρωθεί η σκηνή, βαρούσε στους ηθοποιούς ένα τεράστιο... γκονγκ. Ο Εστλουντ έχει τον τρόπο του. Ετσι κατάφερε να πείσει και τον Γούντι Χάρελσον να αναλάβει τον ρόλο του καπετάνιου: «Του είπα απλώς ότι θα παίξει έναν μαρξιστή καπετάνιο σε ένα πολυτελές γιοτ και θα διαβάζει το Κομμουνιστικό Μανιφέστο μπροστά σε πλούσιους που θα ξερνοβολάνε. Εννοείται ότι μου απάντησε πως είναι μέσα». Η αλήθεια είναι ότι η εικοσάλεπτη, σχεδόν, σκηνή με τους γραφικά προνομιούχους επιβάτες -εκτός από το ωραίο ζευγάρι των νεαρών πρωταγωνιστών του Καρλ και της Γιάγια, που έτυχε να προσκληθούν μόνο και μόνο επειδή ήταν μοντέλα- να αφοδεύουν και να κάνουν εμετό παντού μέσα στο γιοτ προκαλεί γέλιο παρά αμηχανία.
Η ερώτηση, επομένως, είναι πώς ο Εστλουντ κατάφερε να γυρίσει μια τόσο δύσκολη και παρατεταμένη σκηνή σε ένα γιοτ, τη θρυλική «Christina O», τη διάσημη θαλαμηγό που ανήκε κάποτε στον Αριστοτέλη Ωνάση. «Με ιντρίγκαρε η σκέψη να τιναχτεί η “Χριστίνα” στον αέρα, με όλους αυτούς να βρίσκονται σε απόγνωση και τα πάντα να διαλύονται. Ενιωθα κάπως σαν τον μαρξιστή καπετάνιο», λέει αστειευόμενος, εννοώντας ότι γνώριζε καλά τους συμβολισμούς και την ιστορία που έχει γραφτεί στο κατάστρωμα αυτής της περίφημης θαλαμηγού. «Οταν αναζητούσαμε το σκάφος για τα γυρίσματα ήξερα ότι δεν θέλω κάτι σούπερ μοντέρνο, χωρίς παρελθόν, επιζητούσα κάτι πιο κλασικό. Η “Χριστίνα” ήταν ιδανική περίπτωση ακριβώς γιατί υπερτονίζει τον συμβολισμό και το ιστορικό στοιχείο που αναδεικνύει και η κουβέντα ανάμεσα στον μαρξιστή καπετάνιο και τον Ρώσο κροίσο που προασπίζεται τον καπιταλισμό, όλοι αυτοί οι πολιτικοί διαξιφισμοί, η αντίθεση Δύσης - Ανατολής που ήταν τόσο έντονη την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου».
Μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι όπου ήταν όλοι πολιτικοποιημένοι το να κάνει μια πολιτική, σε μεγάλο βαθμό, ταινία ήταν σχεδόν αναπόφευκτο. Με τον πόλεμο στην Ουκρανία, εξάλλου, όλες αυτές οι αντιθέσεις ήρθαν ξανά στο προσκήνιο, καθιστώντας το «Τρίγωνο» σχεδόν επίκαιρο. «Η αλήθεια είναι ότι φοβόμουν μήπως η ταινία γίνει νοσταλγική, αλλά ανακάλυψα ότι όντως όλες αυτές οι αντιθέσεις ισχύουν και σήμερα». Απόδειξη για τον ίδιο είναι ο τρόπος που λειτουργεί ο χώρος της μόδας, ο οποίος χρησιμοποιεί σταθερά την ομορφιά ως μέσο κοινωνικής εξέλιξης σε ένα σύστημα που βασίζεται καθαρά στις αντιθέσεις. Οι πρώτες σκηνές στην ταινία δείχνουν το ζευγάρι των πρωταγωνιστών να ανταγωνίζονται για μια θέση στα άγρια σαλόνια της διαδικτυακής επιδραστικότητας. Το αγόρι, ο Καρλ, περνάει από σκληρό κάστινγκ όπου όχι μόνο του επισημαίνουν ότι είναι εμφανές στο πρόσωπό του το «τρίγωνο της θλίψης» -δηλαδή το σούφρωμα στο μεσόφρυδο, απ’ όπου και ο τίτλος της ταινίας- και ότι χρειάζεται μπότοξ, αλλά τελικά του ζητείται να υποκριθεί τον βλοσυρό, αν θέλει να πάρει τη θέση. «Μα δεν έχεις παρατηρήσει ότι όσο πιο ακριβή είναι η μάρκα τόσο πιο θλιμμένο δείχνει το μοντέλο, ενώ στις φτηνές φίρμες όλοι χαμογελάνε;» επισημαίνει ο Εστλουντ επαναλαμβάνοντας τις ατάκες της ταινίας. Δεν μπορεί κανείς πραγματικά να μη γελάσει με αυτές τις σκηνές, οι οποίες βασίζονται σε αληθινά περιστατικά που του έχει μεταφέρει η γυναίκα του, η οποία είναι φωτογράφος σε περιοδικά μόδας και έχει ζήσει όλα αυτά τα παράδοξα από πρώτο χέρι.
«Μπορεί να μοιάζουν υπερβολικά αλλά δεν είναι», σχολιάζει υπενθυμίζοντας ότι η μόδα πουλάει με βάση τις βασικές αντιδράσεις μας. «Θεωρώ ότι οι στρατηγικές στον χώρο της μόδας βασίζονται στη λογική της αγέλης. Γνωρίζουν πολύ καλά πώς να μας κάνουν να καταναλώνουμε συγκεκριμένα είδη. Είχα διαβάσει μια σχετική μελέτη που έκανε έναν παραλληλισμό του πώς κυνηγούν οι υπεύθυνοι από τον χώρο της μόδας το κοινό τους με το κυνήγι για ζέβρες στη σαβάνα. Ο επιστήμονας αναρωτιόταν γιατί οι ζέβρες πρέπει να είναι όλες ίδιες, γιατί να έχουν για καμουφλάζ τις ασπρόμαυρες ρίγες μέσα στην έρημο. Και τότε έκανε το πείραμα για να δει πώς θα αντιδράσουν οι υπόλοιπες βάφοντας με ένα κόκκινο σπρέι τη ράχη μιας από αυτές. Το θέμα είναι ότι δεν τη διέκρινε μόνο αυτός, αλλά και τα λιοντάρια που την κατασπάραξαν αμέσως! Το συμπέρασμα, λοιπόν, του άρθρου ήταν ότι ο χώρος της μόδας αλλά και εμείς οι ακόλουθοί της λειτουργούμε με ανάλογο τρόπο: ντυνόμαστε όλοι το ίδιο ώστε να ταιριάζουμε με την ομάδα. Γι’ αυτό αλλάζουν οι συλλογές κάθε φθινόπωρο και κάθε καλοκαίρι: γιατί ξέρουν ότι έτσι καταναλώνουμε περισσότερο ακριβώς γιατί φοβόμαστε να εκτεθούμε και να ξεχωρίσουμε από την αγέλη».
Η δηκτική ματιά του Ρούμπεν Εστλουντ απλώνεται από τον χώρο της μόδας μέχρι τον κόσμο των τεχνών, τον οποίο σατίριζε στην προηγούμενη του ταινία «Το τετράγωνο» και κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και με την επόμενη που αποκαλύπτει τις σκωπτικές προθέσεις της ήδη από τον τίτλο «Το σύστημα διασκέδασης έχει κρασάρει» («The entertainment system is down»). «Ολα συμβαίνουν σε ένα αεροπλάνο στη διάρκεια μιας υπερατλαντικής πτήσης. Αμέσως μετά την απογείωση, το πλήρωμα ανακοινώνει στους επιβάτες ότι το σύστημα ψυχαγωγίας δυστυχώς δεν λειτουργεί και ότι θα πρέπει να μείνουν για 15 ώρες χωρίς αυτό. Θέλω να δείξω πώς αντιδρούν οι επιβάτες σε αυτή την κατάσταση αφού είναι γνωστή η εξάρτηση που έχουμε από όλα αυτά τα ηλεκτρονικά μέσα που μας θέλουν υποταγμένους σε μια κυρίαρχη εικόνα. Εκεί ακριβώς είναι που διαφέρει το σινεμά: δεν μας θέλει αιχμάλωτους σε ένα καθοδηγούμενο τρόπο ψυχαγωγίας, φτιαγμένο από ένα μηχάνημα τεχνητής νοημοσύνης, αλλά σκεπτόμενους. Τι πιο δημοκρατικό, λοιπόν, από ανθρώπους που συγκεντρώνονται σε μια αίθουσα με σκοπό όχι μόνο να διασκεδάσουν, αλλά να σκεφτούν και να προβληματιστούν; Αυτό το καταφέρνει πλέον μόνο ο κινηματογράφος και οι σκηνοθέτες ως δημιουργοί πόρρω απέχουν από τους μηχανικούς του Διαδικτύου».
Η ερώτηση, επομένως, είναι πώς ο Εστλουντ κατάφερε να γυρίσει μια τόσο δύσκολη και παρατεταμένη σκηνή σε ένα γιοτ, τη θρυλική «Christina O», τη διάσημη θαλαμηγό που ανήκε κάποτε στον Αριστοτέλη Ωνάση. «Με ιντρίγκαρε η σκέψη να τιναχτεί η “Χριστίνα” στον αέρα, με όλους αυτούς να βρίσκονται σε απόγνωση και τα πάντα να διαλύονται. Ενιωθα κάπως σαν τον μαρξιστή καπετάνιο», λέει αστειευόμενος, εννοώντας ότι γνώριζε καλά τους συμβολισμούς και την ιστορία που έχει γραφτεί στο κατάστρωμα αυτής της περίφημης θαλαμηγού. «Οταν αναζητούσαμε το σκάφος για τα γυρίσματα ήξερα ότι δεν θέλω κάτι σούπερ μοντέρνο, χωρίς παρελθόν, επιζητούσα κάτι πιο κλασικό. Η “Χριστίνα” ήταν ιδανική περίπτωση ακριβώς γιατί υπερτονίζει τον συμβολισμό και το ιστορικό στοιχείο που αναδεικνύει και η κουβέντα ανάμεσα στον μαρξιστή καπετάνιο και τον Ρώσο κροίσο που προασπίζεται τον καπιταλισμό, όλοι αυτοί οι πολιτικοί διαξιφισμοί, η αντίθεση Δύσης - Ανατολής που ήταν τόσο έντονη την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου».
Μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι όπου ήταν όλοι πολιτικοποιημένοι το να κάνει μια πολιτική, σε μεγάλο βαθμό, ταινία ήταν σχεδόν αναπόφευκτο. Με τον πόλεμο στην Ουκρανία, εξάλλου, όλες αυτές οι αντιθέσεις ήρθαν ξανά στο προσκήνιο, καθιστώντας το «Τρίγωνο» σχεδόν επίκαιρο. «Η αλήθεια είναι ότι φοβόμουν μήπως η ταινία γίνει νοσταλγική, αλλά ανακάλυψα ότι όντως όλες αυτές οι αντιθέσεις ισχύουν και σήμερα». Απόδειξη για τον ίδιο είναι ο τρόπος που λειτουργεί ο χώρος της μόδας, ο οποίος χρησιμοποιεί σταθερά την ομορφιά ως μέσο κοινωνικής εξέλιξης σε ένα σύστημα που βασίζεται καθαρά στις αντιθέσεις. Οι πρώτες σκηνές στην ταινία δείχνουν το ζευγάρι των πρωταγωνιστών να ανταγωνίζονται για μια θέση στα άγρια σαλόνια της διαδικτυακής επιδραστικότητας. Το αγόρι, ο Καρλ, περνάει από σκληρό κάστινγκ όπου όχι μόνο του επισημαίνουν ότι είναι εμφανές στο πρόσωπό του το «τρίγωνο της θλίψης» -δηλαδή το σούφρωμα στο μεσόφρυδο, απ’ όπου και ο τίτλος της ταινίας- και ότι χρειάζεται μπότοξ, αλλά τελικά του ζητείται να υποκριθεί τον βλοσυρό, αν θέλει να πάρει τη θέση. «Μα δεν έχεις παρατηρήσει ότι όσο πιο ακριβή είναι η μάρκα τόσο πιο θλιμμένο δείχνει το μοντέλο, ενώ στις φτηνές φίρμες όλοι χαμογελάνε;» επισημαίνει ο Εστλουντ επαναλαμβάνοντας τις ατάκες της ταινίας. Δεν μπορεί κανείς πραγματικά να μη γελάσει με αυτές τις σκηνές, οι οποίες βασίζονται σε αληθινά περιστατικά που του έχει μεταφέρει η γυναίκα του, η οποία είναι φωτογράφος σε περιοδικά μόδας και έχει ζήσει όλα αυτά τα παράδοξα από πρώτο χέρι.
«Μπορεί να μοιάζουν υπερβολικά αλλά δεν είναι», σχολιάζει υπενθυμίζοντας ότι η μόδα πουλάει με βάση τις βασικές αντιδράσεις μας. «Θεωρώ ότι οι στρατηγικές στον χώρο της μόδας βασίζονται στη λογική της αγέλης. Γνωρίζουν πολύ καλά πώς να μας κάνουν να καταναλώνουμε συγκεκριμένα είδη. Είχα διαβάσει μια σχετική μελέτη που έκανε έναν παραλληλισμό του πώς κυνηγούν οι υπεύθυνοι από τον χώρο της μόδας το κοινό τους με το κυνήγι για ζέβρες στη σαβάνα. Ο επιστήμονας αναρωτιόταν γιατί οι ζέβρες πρέπει να είναι όλες ίδιες, γιατί να έχουν για καμουφλάζ τις ασπρόμαυρες ρίγες μέσα στην έρημο. Και τότε έκανε το πείραμα για να δει πώς θα αντιδράσουν οι υπόλοιπες βάφοντας με ένα κόκκινο σπρέι τη ράχη μιας από αυτές. Το θέμα είναι ότι δεν τη διέκρινε μόνο αυτός, αλλά και τα λιοντάρια που την κατασπάραξαν αμέσως! Το συμπέρασμα, λοιπόν, του άρθρου ήταν ότι ο χώρος της μόδας αλλά και εμείς οι ακόλουθοί της λειτουργούμε με ανάλογο τρόπο: ντυνόμαστε όλοι το ίδιο ώστε να ταιριάζουμε με την ομάδα. Γι’ αυτό αλλάζουν οι συλλογές κάθε φθινόπωρο και κάθε καλοκαίρι: γιατί ξέρουν ότι έτσι καταναλώνουμε περισσότερο ακριβώς γιατί φοβόμαστε να εκτεθούμε και να ξεχωρίσουμε από την αγέλη».
Η δηκτική ματιά του Ρούμπεν Εστλουντ απλώνεται από τον χώρο της μόδας μέχρι τον κόσμο των τεχνών, τον οποίο σατίριζε στην προηγούμενη του ταινία «Το τετράγωνο» και κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και με την επόμενη που αποκαλύπτει τις σκωπτικές προθέσεις της ήδη από τον τίτλο «Το σύστημα διασκέδασης έχει κρασάρει» («The entertainment system is down»). «Ολα συμβαίνουν σε ένα αεροπλάνο στη διάρκεια μιας υπερατλαντικής πτήσης. Αμέσως μετά την απογείωση, το πλήρωμα ανακοινώνει στους επιβάτες ότι το σύστημα ψυχαγωγίας δυστυχώς δεν λειτουργεί και ότι θα πρέπει να μείνουν για 15 ώρες χωρίς αυτό. Θέλω να δείξω πώς αντιδρούν οι επιβάτες σε αυτή την κατάσταση αφού είναι γνωστή η εξάρτηση που έχουμε από όλα αυτά τα ηλεκτρονικά μέσα που μας θέλουν υποταγμένους σε μια κυρίαρχη εικόνα. Εκεί ακριβώς είναι που διαφέρει το σινεμά: δεν μας θέλει αιχμάλωτους σε ένα καθοδηγούμενο τρόπο ψυχαγωγίας, φτιαγμένο από ένα μηχάνημα τεχνητής νοημοσύνης, αλλά σκεπτόμενους. Τι πιο δημοκρατικό, λοιπόν, από ανθρώπους που συγκεντρώνονται σε μια αίθουσα με σκοπό όχι μόνο να διασκεδάσουν, αλλά να σκεφτούν και να προβληματιστούν; Αυτό το καταφέρνει πλέον μόνο ο κινηματογράφος και οι σκηνοθέτες ως δημιουργοί πόρρω απέχουν από τους μηχανικούς του Διαδικτύου».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα