Μαργαρίτα Ζορμπαλά: «Είμαι χορτάτη, δεν ζηλεύω κανέναν και τίποτα»

Μαργαρίτα Ζορμπαλά: «Είμαι χορτάτη, δεν ζηλεύω κανέναν και τίποτα»

Αν και αποσύρθηκε εδώ και χρόνια από τους προβολείς, η σπουδαία Ελληνίδα ερμηνεύτρια είναι ακόμα εδώ: για να διηγείται υπέροχες μουσικές ιστορίες

Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Μαργαρίτα Ζορμπαλά: «Είμαι χορτάτη, δεν ζηλεύω κανέναν και τίποτα»
Η ιστορία της Μαργαρίτας Ζορμπαλά είναι τόσο γνωστή όσο και τα τραγούδια της. Γεννημένη στην Τασκένδη από Ελληνες πολιτικούς πρόσφυγες και μεγαλωμένη στη Μόσχα, επέστρεψε στην Ελλάδα το 1975, μετά τη Μεταπολίτευση, ύστερα από πρόσκληση του οικογενειακού φίλου Μίκη Θεοδωράκη να συμμετάσχει στον δίσκο του «Μπαλάντες». Και κάπως έτσι, στα 17 της, ξεκίνησε μια λαμπρή πολυετή καριέρα, γεμάτη αξέχαστα τραγούδια τεράστιων δημιουργών. Δεν κατάφερε, όμως, ποτέ να εξοικειωθεί με την υπερέκθεση και την άνευ λόγου προβολή. Και έτσι ξαφνικά, στα 35 της, πάνω στο peak της, αποσύρθηκε από τα φώτα και τη δισκογραφία και αποτραβήχτηκε στην Κύπρο, σε ένα μικρό χωριό κοντά στη Λεμεσό, εκεί όπου μένει ακόμα και σήμερα. Τη μεγάλη αγάπη της, το τραγούδι, όμως, δεν το εγκατέλειψε ποτέ. Απλά τα τελευταία χρόνια ακολουθεί τον δικό της δρόμο, με τους δικούς της όρους και με επιλεκτικές εμφανίσεις κατά το δοκούν, υπενθυμίζοντάς μας κάθε φορά πόσο σπουδαία ερμηνεύτρια είναι. Μια τέτοια υπενθύμιση, άλλωστε, είναι και η επερχόμενη συναυλία «Με φάρο το φεγγάρι», στο θέατρο «Ακροπόλ», τη μουσική παράσταση-φόρος τιμής στον Μάνο Λοΐζο, έναν συνθέτη με τον οποίο η Μαργαρίτα Ζορμπαλά καταπιάνεται για πρώτη φορά - αλλά σίγουρα δεν θα είναι η τελευταία.

Μαργαρίτα Ζορμπαλά: «Είμαι χορτάτη, δεν ζηλεύω κανέναν και τίποτα»


GALA: Κλισέ, αλλά θα το ρωτήσω. Γιατί αποφασίσατε πάνω στην επιτυχία σας να αφήσετε το τραγούδι;
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΖΟΡΜΠΑΛΑ: Δεν το άφησα ποτέ. Ενα pause έκανα γιατί άρχισε να μη μου αρέσει αυτό που είχα γίνει, αυτό που σκεφτόμουν πάνω στη σκηνή, αυτό που έβγαζα. Είχα γίνει πολύ επαγγελματίας, όσο κι αν ακούγεται περίεργο, αλλά από την αρνητική πλευρά. Εκανα αυτοματοποιημένα πράγματα. Πολλά δεν μου άρεσαν, πολλά δεν ήταν δικές μου επιλογές. Με ενοχλούσε ακόμα και το ότι έπρεπε να δίνω τόσες συνεντεύξεις. Η έκθεση με κούραζε. Χωρίς να γνωρίζω ακόμα πού θα με βγάλει, απλά εξαφανίστηκα από προσώπου Γης και σταμάτησα να τραγουδάω για τέσσερα χρόνια. Στην Κύπρο τραγουδούσα μόνο με παρέες και αυτό ήταν η σωτηρία μου και η θεραπεία μου.

G.: Τι είναι το τραγούδι για εσάς;
Μ.Ζ.: Αγάπη. Κατευθείαν το λέω. Κι αυτό ήθελα να ξανακερδίσω. Ηθελα να είμαι πάλι αγαπησιάρα πάνω στη σκηνή, να δίνω όσο περισσότερη αγάπη μπορώ στον κόσμο, η οποία βεβαίως σου έρχεται πίσω. Και αυτό είναι το πιο ωραίο.

G.: Θα μου μιλήσετε για τη νέα σας παράσταση;
Μ.Ζ.: Είναι ένα αφιέρωμα στον Μάνο Λοΐζο με αφορμή τα 40 χρόνια που συμπληρώνονται φέτος από τον θάνατό του. Μια φίλη μου στην Κύπρο μού το είχε αναφέρει πέρυσι τέτοια εποχή και την επόμενη μέρα της είπα ότι θα κάνω αφιέρωμα στον Λοΐζο. «Μα εσύ δεν έχεις τραγουδήσει ποτέ Λοΐζο», μου είπε. «Δεν πειράζει, θα το κάνω τώρα», της απάντησα. Δεν ξέρω γιατί πήρα αυτή την απόφαση. Νομίζω ότι είναι από τον ουρανό σταλμένο. Εγω έχω ειδικευτεί στο ρεπερτόριο του Θεοδωράκη και έχω τραγουδήσει αρκετά Χατζιδάκι. Τον Λοΐζο τον ήξερα ως συνθέτη, αλλά δεν τον είχα δουλέψει ποτέ.

G.: Είχατε προσωπική γνωριμία μαζί του;
Μ.Ζ.: Μόνο μία φορά συναντηθήκαμε. Και δεν θα μιλήσω τώρα γι’ αυτό, γιατί θα το πω πρώτη φορά στην παράσταση για το πώς έγινε αυτή η συνάντηση. Ηταν σημαδιακή, γιατί πραγματοποιείται τώρα κάτι που εκείνος μου είχε πει προφητικά τότε. Οι συμπτώσεις όμως δεν σταματούν εκεί. Καλεσμένη στις παραστάσεις στην Κύπρο ήταν η κόρη του, η Μυρσίνη Λοΐζου. Και παρόλο που δεν θα ήθελα να μιλήσω εγώ για τη δική μου δουλειά, βγήκε τόσο αγαπησιάρικη αυτή η παράσταση, με τόσο κέντημα και τόση προσοχή στη λεπτομέρεια, που άρεσε πολύ και στη Μυρσίνη. Και όπως καθόμασταν μαζί μετά τις παραστάσεις, ανέφερα ότι θα ήταν κρίμα να μη δείξουμε αυτό το αφιέρωμα και στην Αθήνα, αλλά επειδή είχα κάποιες άλλες υποχρεώσεις, θα το προγραμμάτιζα για το φθινόπωρο. Και μου λέει η Μυρσίνη: «Ξέρεις, τα γενέθλια του μπαμπά μου είναι στις 22 Οκτωβρίου. Τότε να το κάνεις». Πετάγεται μια άλλη φίλη μου και λέει: «Καλό θα ήταν να είναι Σάββατο, γιατί η Αθήνα έχει κίνηση τις καθημερινές». Κι εγώ χωρίς να έχω κοιτάξει ημερολόγιο, είπα «μα θα είναι Σάββατο». Και τότε η Μυρσίνη κοίταξε στο κινητό της το ημερολόγιο και το επιβεβαίωσε. Οπότε της είπα κι εγώ «Ξέρεις κάτι; Ο μπαμπάς σου το θέλει πολύ. Θα το κάνουμε τότε».

G.: Κάτι σαν ανώτερη δύναμη, λοιπόν, σας οδήγησε σε αυτή την παράσταση.
Μ.Ζ.: Στην οποία δεν είμαι μόνη. Εχω τον Νεοκλή Νεοφυτίδη, που είναι εξαιρετικός μουσικός και ενορχηστρωτής, και τον Απόστολο Ρίζο, ο οποίος έχει ξανατραγουδήσει Λοΐζο και ήταν το πρώτο όνομα που μου ήρθε κατά νου για να με βοηθήσει σε αυτή την παράσταση. Και πραγματικά με βοήθησε και στην επιλογή των τραγουδιών και στο στήσιμο του προγράμματος. Εγώ θα μπορούσα να φτιάξω ένα πρόγραμμα Θεοδωράκη με κλειστά μάτια. Τον Λοΐζο δεν τον γνώριζα, αλλά αυτό μου έδωσε τη χαρά ότι ανακαλύπτω έναν καινούριο κόσμο. Αυτοί οι μεγάλοι συνθέτες έχουν τον κόσμο τους. Πρέπει να τους μελετήσεις. Δεν μπορείς να τραγουδάς τον Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκι, τον Λοΐζο, τον Ξαρχάκο και τον Μαρκόπουλο με τον ίδιο τρόπο.

Μαργαρίτα Ζορμπαλά: «Είμαι χορτάτη, δεν ζηλεύω κανέναν και τίποτα»
Κλείσιμο


G.: Πιστεύετε ότι αν δεν υπήρχε ο Μίκης Θεοδωράκης, δεν θα είχατε ασχοληθεί με το τραγούδι;
Μ.Ζ.: Η μεγαλύτερη επίδραση που είχα και ως τραγουδίστρια και ως άνθρωπος ήταν από τον Μίκη. Με τον Θεοδωράκη μεγάλωσα. Κατ' αρχάς μπαινόβγαινε στο σπίτι μας από τότε που ήμουν 8 ετών, επειδή ήταν φίλος των γονιών μου, και, ναι, αυτός με παρότρυνε να ασχοληθώ. Το γονίδιο του τραγουδιού το είχα όμως και από τη μαμά μου και από τη γιαγιά μου. Τρεις γενιές τραγουδίστριες. Η Γλυκερία, η Κατερίνα και η Μαργαρίτα. Και ακόμα κι αν δεν με έπειθε ο Μίκης, θα το έκανα από μόνη μου. Είχα μανία με το τραγούδι. Ημουν η τραγουδίστρια του σχολείου στη Μόσχα και στις τελευταίες τάξεις θυμάμαι ότι με έπαιρναν από τα μαθήματα για να τραγουδήσω στις επιτροπές που μας επισκέπτονταν. Στο Πανεπιστήμιο, όπου σπούδαζα Ισπανική Φιλολογία, μπήκα αμέσως σε ένα συγκρότημα, τους Venceremos, και τραγουδούσα πιο πολύ ισπανόφωνα τραγούδια. Αλλά και τραγουδίστρια να μη γινόμουν τελικά, σίγουρα θα έκανα κάτι που θα είχε σχέση με τη σκηνή. Είτε πάνω είτε κάτω - γιατί τελευταία ανακάλυψα ότι μου αρέσει και η σκηνοθεσία.

G.: Πόσο έχετε αλλάξει μέσα στα χρόνια;
Μ.Ζ.: Παλιά ήμουν πολύ ντροπαλή, πολύ ήσυχη και αμίλητη. Σιγά-σιγά μού βγήκε αυτό που έχω τώρα να μιλάω ατελείωτα. Και αυτό συνέβη αφού πήγα στην Κύπρο. Απελευθερώθηκα ή μάλλον ηρέμησα. Δεν χρειαζόταν πια να αυτολογοκρίνομαι. Πριν είχα πολλές φοβίες. Τώρα έχω χαλαρώσει, γιατί δεν παλεύω για κάτι κιόλας, ούτε χρειάζεται να αποδείξω ποια είμαι και ποια δεν είμαι. Και όταν χαλαρώνεις σου βγαίνει και πιο εύκολα η επαφή με τον κόσμο, γίνεται καλύτερη η συνεννόηση. Πλέον λέω αυτό που σκέφτομαι εκείνη την ώρα, εκφράζω τον θαυμασμό μου, την αγάπη μου ή διαμαρτύρομαι, που δεν το έκανα πριν.

G.: Εχετε μετανιώσει για πράγματα που κάνατε ή δεν κάνατε;
Μ.Ζ.: Νομίζω ότι αν ο χρόνος γυρνούσε πίσω, τα ίδια θα έκανα και πάλι, γιατί είναι αυτός ο χαρακτήρας μου. Αλλά τι να πω; Οτι μετάνιωσα για τους σημαντικούς ανθρώπους που γνώρισα; Ηταν θηρία και με έχουν βοηθήσει θηρία στη ζωή μου. Οπως συμβαίνει σε όλους τους ανθρώπους, έχω βιώσει και κακά πράγματα, αλλά αν με ρωτήσει τώρα κάποιος αν πέρασα καλά, θα πω ναι. Ηταν και είναι καλή η ζωή μου. Είμαι χορτάτη, δεν ζηλεύω κανέναν και τίποτα. Ούτε παλιά ζήλευα, βέβαια, και αν το έκανα ήταν με καλό τρόπο. Θα σκεφτόμουν, ας πούμε, «αχ, να έλεγα αυτό το τραγούδι».

G.: Ενα από τα «θηρία» που γνωρίσατε ήταν και Ελλη Λαμπέτη.
Μ.Ζ.: Ναι, αλλά δεν το λέω συχνά. Με είχε δει στον Λυκαβηττό, στον Μουσικό Αύγουστο του Μίκη Θεοδωράκη, το 1977, σε ένα από τα προγράμματα που συμμετείχα. Τον επόμενο χρόνο μπήκα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού. Το έμαθε και με κάλεσε στο σπίτι της. Ηθελε να σκηνοθετήσει το «Πεγκ, καρδούλα μου», ένα έργο που είχε γνωρίσει τεράστια επιτυχία και τις δύο φορές που το είχε παίξει. Εκείνη την εποχή ήθελε να το κάνει μιούζικαλ και γι’ αυτό με είχε ζητήσει. Μου είχε μιλήσει πάρα πολύ εκείνη τη μέρα για τη ζωή της. Ενιωθα σαν δημοσιογράφος, χωρίς να ρωτάω. Ηταν μονόλογος. Μα ήμουν κι εγώ παιδάκι τότε κι έβλεπα μπροστά μου κοτζάμ Λαμπέτη. Είχα παγώσει για άλλη μία φορά στη ζωή μου, όπως είχα παγώσει όταν είχα μπροστά μου τον Θεοδωράκη, τον Χατζιδάκι και τον Γκάτσο ταυτόχρονα. Αυτή η παράσταση δεν έγινε βέβαια, γιατί ήταν ήδη πολύ άρρωστη. Απλά ήταν όνειρό της που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.

Μαργαρίτα Ζορμπαλά: «Είμαι χορτάτη, δεν ζηλεύω κανέναν και τίποτα»


G.: Διατηρήσατε σχέσεις μαζί της;
Μ.Ζ.: Ναι, βέβαια. Μετά από έναν χρόνο με ξανακάλεσε στο σπίτι της. Ηταν ακόμα πιο άρρωστη. Και μου είχε ζητήσει να της πάω και μερικές φωτογραφίες μου, γιατί είχαν έρθει κάποιοι μάνατζερ για μια αμερικανική ταινία και ήθελε να τους τις δείξει. Νομίζω ότι ήθελε να με προωθήσει. Της πήγα λοιπόν κάποιες λήψεις από μια φωτογράφηση. Και αυτό που θα σου πω τώρα το λέω πρώτη φορά δημοσίως. Τη μία από αυτές τις φωτογραφίες την είχε κορνιζάρει και την είχε βάλει δίπλα στο κρεβάτι της, στο κομοδίνο. Εκείνη την εποχή τής έπαιρνε συνεντεύξεις η Φρίντα Μπιούμπι για τη βιογραφία που θα της έγραφε, η οποία βγήκε μετά τον θάνατο της Ελλης νομίζω (σ.σ.: Η βιογραφία «Ελλη Λαμπέτη: Η τελευταία παράσταση» κυκλοφόρησε το 1983). Την επόμενη φορά που πήγα τη βλέπω σκασμένη στα γέλια. Μου λέει «ξέρεις τι συνέβη; Ηρθε η Φρίντα πάλι για συνέντευξη και είδε τη φωτογραφία σου και μου λέει: “Ελλη, τι όμορφη που είσαι εδώ”. Και εγώ δεν της είπα ότι είσαι εσύ». Και είχε σκάσει στα γέλια. Και έχω την εντύπωση ότι η Φρίντα είχε γράψει αυτό το στιγμιότυπο στο βιβλίο της, αλλά δεν έμαθε ποτέ ότι ήμουν εγώ.

G.: Πρέπει να σας αγαπούσε η Λαμπέτη.
Μ.Ζ.: Ναι, έτσι φαίνεται και την αγαπούσα πολύ κι εγώ. Πονούσα πολύ, γ’ αυτό δεν μιλούσα γι’ αυτές τις ιστορίες. Τώρα όμως σιγά-σιγά αμβλύνεται ο πόνος. Τι να κάνουμε; Φεύγουν οι άνθρωποι. Εχω συμβιβαστεί με το θέμα του θανάτου και ότι δεν μπορούμε να ζούμε αιώνια. Ούτε εγώ ούτε κανείς.

G.: Τι σχεδιάζετε για το μέλλον;
Μ.Ζ.: Εχω πολλά πράγματα στο μυαλό μου, αλλά προς το παρόν όλη μου η ενέργεια είναι συγκεντρωμένη σε αυτές τις τρεις παραστάσεις, στην Αθήνα, στην Κύπρο ενδιάμεσα και στη Θεσσαλονίκη. Και θέλω να τελειώσουμε τη συνέντευξη με αυτή την κουβέντα: τον Λοΐζο τον αγάπησα. Ηρθα πολύ κοντά στο έργο του και πολύ κοντά στο τι ήταν ο ίδιος. Διάβασα πολλά γι' αυτόν, άκουσα συνεντεύξεις του, είδα πώς μιλούσε. Ηταν πάρα πολύ ήρεμος στην ομιλία του, χαμηλόφωνος, με πολύ έντονο βλέμμα. Εχω πει ότι είναι κινηματογραφικός ο Λοΐζος. Δεν είναι αφηρημένη ποίηση. Κάνει εικόνες. Και τις βλέπω αυτές τις εικόνες και μπορώ να τις δείξω και στον κόσμο. Αν ζούσε, γιατί έφυγε πολύ νωρίς, 44 χρόνων, είμαι 100% σίγουρη ότι θα είχα συνεργαστεί μαζί του. Νομίζω ότι με αυτή την παράσταση ανοίγω έναν λογαριασμό. Ο Λοΐζος θα μείνει στα μπαγκάζια μου ◆

Info
«Με φάρο το φεγγάρι», με τη Μαργαρίτα Ζορμπαλά και τον Απόστολο Ρίζο, Σάββατο 22 Οκτωβρίου, Θέατρο Ακροπόλ, Αθήνα & Κυριακή 6 Νοεμβρίου, Μέγαρο Μουσικής, Θεσσαλονίκη
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα

Best of Network