Μαρία Χατζηστεφανή: Η superwoman του Dragon's Den
Μαρία Χατζηστεφανή: Η superwoman του Dragon's Den
Η επιτυχημένη επιχειρηματίας αφήνει για λίγο τη βάση της στο Λονδίνο και αναζητά την επόμενη επενδυτική ευκαιρία της στα πάτρια εδάφη μέσα από το νέο επιχειρηματικό show του ANT1. Αυτή είναι η ιστορία της
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Και μόνο από τον τρόπο που μιλά, κινείται και επικοινωνεί μπορείς να καταλάβεις ότι η Μαρία Χατζηστεφανή δεν είναι από τους ανθρώπους που ζουν σαν ουρά του κινητού τηλεφώνου τους. Αντιθέτως, παρότι μιλάμε για τη δημιουργό και επικεφαλής της εταιρείας καλλυντικών Rodial, ενός brand δηλαδή με οικουμενική επιτυχία, αλλά και για μια γυναίκα που διαθέτει 845.000 followers στο Instagram, η ίδια έχει αποκλείσει την καθημερινότητά της από τους περισπασμούς των ειδοποιήσεων που είθισται να έρχονται μαζεμένες, σαν τις πληγές του Φαραώ. Ισως ένα από τα συστατικά της επιτυχίας της να είναι το γεγονός ότι επιλέγει συνειδητά να εστιάζει στη στιγμή. Η ίδια βέβαια πιστεύει πως δεν υπάρχουν τυφλοσούρτες για την επιτυχία. Το μόνο που έκανε σωστά η επιχειρηματίας που ξεκίνησε ένα ουρανομήκες success story με τις προσωπικές αποταμιεύσεις της, που αθροίζονταν τότε σε 20.000 λίρες, και την οποία γνωρίζουμε καλύτερα μέσα από το «Dragons’ Den» του ANT1 ήταν ότι τα τελευταία 22 χρόνια δεν τα παράτησε ποτέ. Α, και ότι απολύθηκε πάλαι ποτέ από την επενδυτική τράπεζα όπου εργαζόταν.
GALA: Γιατί στο «Dragons’ Den» και μάλιστα στο ελληνικό;
ΜΑΡΙΑ ΧΑΤΖΗΣΤΕΦΑΝΗ: Πριν από δύο χρόνια είχα κάνει οντισιόν για το «Dragons’ Den» της Αγγλίας και δεν σου κρύβω ότι με ενδιέφερε να το κάνω. Αλλά μετά ήρθε η πανδημία. Εν τω μεταξύ με προσέγγισαν από την Ελλάδα ο Μιχάλης Ισκάς και ο Σάκης Τανιμανίδης, λέγοντάς μου ότι θα γυριστεί η ελληνική εκδοχή. Οπότε, ως Ελληνίδα, επέλεξα να στηρίξω τους Ελληνες επιχειρηματίες και την ελληνική επιχειρηματικότητα. Αυτή είναι μια περίληψη της ιστορίας για το πώς βρέθηκα στο σόου του ΑΝΤ1.
G.: Και τι ακριβώς κάνει μια Dragon;
Μ.Χ.: Καταρχάς μιλάμε για δέκα επεισόδια. Σε κάθε επεισόδιο βλέπουμε περίπου επτά επιχειρηματίες. Μπορεί να έχει μια ιδέα πολύ καινούρια που δεν έχει υλοποιηθεί ακόμα, μπορεί να μιλάμε για μια ιδέα που έχει ξεκινήσει να παίρνει σάρκα και οστά ή για μια εταιρεία που λειτουργεί π.χ. 15 χρόνια. Μιλάμε λοιπόν για ανθρώπους που βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια εξέλιξης. Μας παρουσιάζουν την ιδέα κι εμείς τους κάνουμε κάποιες ερωτήσεις για να καταλάβουμε λίγο βαθύτερα την εταιρεία. Οπως καταλαβαίνεις, κάθε επιχειρηματίας θα μιλήσει με τα καλύτερα λόγια για τη δική του. Το δεύτερο στοιχείο στο οποίο εστιάζουμε είναι εάν υπάρχει χημεία ανάμεσα στον υποψήφιο και στον Dragon. Στο τέλος κάθε περίπτωσης ή θα δώσουμε κάποιες συμβουλές, ή θα κάνουμε μια προσφορά, ή θα απορρίψουμε την ιδέα. Αν έχει μπει κάποια προσφορά, ο επιχειρηματίας ζητά ένα χρηματικό ποσό με αντάλλαγμα ένα ποσοστό της εταιρείας. Κι εκεί ξεκινάει η διαπραγμάτευση. Κι έρχεται η συμφωνία ή η μη συμφωνία.
G.: Τι πρέπει να έχει μια ιδέα για να επενδύσετε σε αυτή χρόνο και χρήμα;
Μ.Χ.: Πρέπει να δω ότι η ιδέα ή η εταιρεία έχει κάτι το πρωτοποριακό, κάτι που δεν το έχω ξαναδεί, ή ότι βαδίζει σε μια κατεύθυνση που είναι trending. Να βλέπω ότι κοιτά προς το μέλλον. Η επένδυση δεν γίνεται για το τώρα, αλλά για να αποδώσει σε τρία, πέντε, δέκα χρόνια. Συνήθως θέλω να επενδύσω σε κάτι στο οποίο ουσιαστικά μπορώ να βοηθήσω. Οχι μόνο με χρήματα αλλά και με κάποια ανοίγματα που μπορώ να κάνω. Κυρίως θέλω να βλέπω ότι ο άνθρωπος το έχει ψάξει, έχει χτυπήσει πόρτες, έχει τρέξει. Δεν ψάχνω κάποιον που να θέλει απλά λεφτά. Πρέπει να μου δείξει ότι το ’χει.
G: Εσείς είχατε κάποιον μέντορα; Κάποιον που πίστεψε και επένδυσε στην ιδέα σας;
Μ.Χ.: Οταν ξεκίνησα, προσπάθησα να πάρω επένδυση, αλλά δεν το κατάφερα. Οπότε ξεκίνησα τη Rodial στο σπίτι μου. Είχα μια αποταμίευση 20 χιλιάδων λιρών και αυτό έγινε το αρχικό μου κεφάλαιο. Ακόμα και τώρα, 22 χρόνια μετά, δεν έχω επενδυτή στην εταιρεία. Είμαστε οικογενειακή επιχείρηση, εγώ και ο σύζυγός μου. Είναι καλό να έχεις έναν επενδυτή, αλλά δεν είναι κι απαραίτητο.
G.: Γιατί beauty;
Μ.Χ.: Οταν σπούδαζα Αγγλική Φιλολογία στην Αθήνα δούλευα παράλληλα σε περιοδικά ως freelancer. Εγραφα για μόδα και ομορφιά. Μου άρεσε αυτός ο κόσμος. Ωστόσο δεν είχα ιδέα πώς θα εξελισσόταν αυτό. Κατόπιν έφυγα για τις ΗΠΑ, όπου σπούδασα Βusiness, χωρίς και πάλι να ξέρω τι θέλω να κάνω. Κατέληξα να δουλεύω σε μια επενδυτική τράπεζα, στο Λονδίνο. Εργάστηκα για δύο χρόνια και έμαθα πολλά. Εκείνη την εποχή οι επενδυτικές τράπεζες ήταν μια φοβερή εμπειρία, όμως μου έλειπε το πάθος για το αντικείμενο. Αρχισα τότε να μην είμαι πολύ καλή υπάλληλος. Ετσι, μια μέρα απολύθηκα. Εκ των υστέρων μπορώ να πω ότι ήταν το καλύτερο πράγμα που μου συνέβη.
G.: Δεν υπήρξε αμηχανία; Αγχος; Πανικός;
Μ.Χ.: Εννοείται. Αλλά το χειρότερο ήταν ότι δεν ήθελα να κάνω ξανά εκείνο που είχα σπουδάσει. Μου πήρε περί τους έξι μήνες να αποφασίσω τι θα κάνω. Ημουν στα 20 και κάτι μου, δεν είχα υποχρεώσεις κι έτσι είπα να κάνω τη δική μου εταιρεία. Στο κάτω-κάτω τι είχα να χάσω; Τότε δεν υπήρχαν πολύ ενδιαφέροντα καλλυντικά. Τουλάχιστον στην Ευρώπη. Υπήρχε λοιπόν η χρυσή ευκαιρία να δημιουργήσεις ένα niche brand ομορφιάς με ψαγμένα υλικά. Παρόλο που η εταιρεία ήταν πολύ μικρή, ο κόσμος έδειξε εντυπωσιακή ανταπόκριση. Δεν είχαμε budget για διαφήμιση. Ούτε υπήρχαν social media και influencers. Είχαμε βέβαια μια μεγάλη ευκαιρία. Οταν τα Snake Serums άρχισαν να γίνονται γνωστά, μας τα ζήτησαν για τα goodie bags του after Oscar party του περιοδικού «Vanity Fair». Θέλανε 1.000 κομμάτια, όσα δηλαδή ήταν η παραγωγή μας για ολόκληρο τον χρόνο. Ετσι έμαθαν το προϊόν ηθοποιοί και celebrities, όπως η Τζένιφερ Ανιστον, η JLο, ο Τομ Κρουζ και σιγά-σιγά μπήκαμε στα περιοδικά.
G.: Εκτοτε η πορεία ήταν μόνο ανοδική;
Μ.Χ.: Ποτέ δεν είναι μόνο ανοδική η πορεία. Υπάρχουν καλές και κακές χρονιές. Μέσα σε μια 20ετία η αγορά πέρασε πολλές κρίσεις, όμως είχαμε μια αρχή. Δεν ξοδεύαμε κάτι που δεν είχαμε. Υπήρξε ακόμα και στιγμή που φτάσαμε στα όρια της χρεοκοπίας, όμως βρίσκεις τρόπο και επανέρχεσαι. Τώρα τα λέω χαλαρά. Οταν τα περνούσα μόνο χαλαρά δεν ήταν.
G.: Είχατε οραματιστεί την επιτυχία;
Μ.Χ.: Δεν φανταζόμουν ποτέ πόσο μπορεί να μεγαλώσει αυτή η εταιρεία. Πάντα κοιτούσα πού θέλω να είμαι τους επόμενους 3 ή 6 μήνες. Η επιτυχία όμως δεν μένει για πάντα. Πρέπει συνεχώς να την κυνηγάς, ειδικά σε μια αγορά με τεράστιο ανταγωνισμό.
G.: Μικρή πώς σας φανταζόσασταν;
Μ.Χ.: Μεγάλωσα στη Μυτιλήνη, σε ένα εν πολλοίς απομονωμένο νησί. Αλλά πάντα αναζητούσα ερεθίσματα για τη μόδα και το στυλ. Θυμάμαι ότι υπήρχε ένα περίπτερο που έφερνε όλους τους διεθνείς τίτλους περιοδικών. Ολο εκεί τριγύριζα. Δεν νομίζω ότι είχα φανταστεί ποτέ πως θα έφτιαχνα τη δική μου εταιρεία. Ηξερα όμως με κάποιον τρόπο πως θα δουλέψω σε ένα glamorous industry.
G.: Είναι πιο δύσκολο να είσαι γυναίκα ακόμα και σε μια τέτοια λαμπερή βιομηχανία;
Μ.Χ.: Το πιο δύσκολο ήταν όταν δούλευα σε χρηματοοικονομική εταιρεία. Η αναλογία ήταν δύο γυναίκες για 100 άνδρες. Μιλάμε για εντελώς ανδροκρατούμενο χώρο. Εκεί ήταν δύσκολο να επιβιώσεις ως γυναίκα. Οταν ξεκίνησα στον χώρο του beauty ένιωσα στο στοιχείο μου. Και στην εταιρεία μου είμαστε περισσότερες γυναίκες. Γιατί μάλλον τις ενδιαφέρει περισσότερο το αντικείμενο.
GALA: Γιατί στο «Dragons’ Den» και μάλιστα στο ελληνικό;
ΜΑΡΙΑ ΧΑΤΖΗΣΤΕΦΑΝΗ: Πριν από δύο χρόνια είχα κάνει οντισιόν για το «Dragons’ Den» της Αγγλίας και δεν σου κρύβω ότι με ενδιέφερε να το κάνω. Αλλά μετά ήρθε η πανδημία. Εν τω μεταξύ με προσέγγισαν από την Ελλάδα ο Μιχάλης Ισκάς και ο Σάκης Τανιμανίδης, λέγοντάς μου ότι θα γυριστεί η ελληνική εκδοχή. Οπότε, ως Ελληνίδα, επέλεξα να στηρίξω τους Ελληνες επιχειρηματίες και την ελληνική επιχειρηματικότητα. Αυτή είναι μια περίληψη της ιστορίας για το πώς βρέθηκα στο σόου του ΑΝΤ1.
G.: Και τι ακριβώς κάνει μια Dragon;
Μ.Χ.: Καταρχάς μιλάμε για δέκα επεισόδια. Σε κάθε επεισόδιο βλέπουμε περίπου επτά επιχειρηματίες. Μπορεί να έχει μια ιδέα πολύ καινούρια που δεν έχει υλοποιηθεί ακόμα, μπορεί να μιλάμε για μια ιδέα που έχει ξεκινήσει να παίρνει σάρκα και οστά ή για μια εταιρεία που λειτουργεί π.χ. 15 χρόνια. Μιλάμε λοιπόν για ανθρώπους που βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια εξέλιξης. Μας παρουσιάζουν την ιδέα κι εμείς τους κάνουμε κάποιες ερωτήσεις για να καταλάβουμε λίγο βαθύτερα την εταιρεία. Οπως καταλαβαίνεις, κάθε επιχειρηματίας θα μιλήσει με τα καλύτερα λόγια για τη δική του. Το δεύτερο στοιχείο στο οποίο εστιάζουμε είναι εάν υπάρχει χημεία ανάμεσα στον υποψήφιο και στον Dragon. Στο τέλος κάθε περίπτωσης ή θα δώσουμε κάποιες συμβουλές, ή θα κάνουμε μια προσφορά, ή θα απορρίψουμε την ιδέα. Αν έχει μπει κάποια προσφορά, ο επιχειρηματίας ζητά ένα χρηματικό ποσό με αντάλλαγμα ένα ποσοστό της εταιρείας. Κι εκεί ξεκινάει η διαπραγμάτευση. Κι έρχεται η συμφωνία ή η μη συμφωνία.
G.: Τι πρέπει να έχει μια ιδέα για να επενδύσετε σε αυτή χρόνο και χρήμα;
Μ.Χ.: Πρέπει να δω ότι η ιδέα ή η εταιρεία έχει κάτι το πρωτοποριακό, κάτι που δεν το έχω ξαναδεί, ή ότι βαδίζει σε μια κατεύθυνση που είναι trending. Να βλέπω ότι κοιτά προς το μέλλον. Η επένδυση δεν γίνεται για το τώρα, αλλά για να αποδώσει σε τρία, πέντε, δέκα χρόνια. Συνήθως θέλω να επενδύσω σε κάτι στο οποίο ουσιαστικά μπορώ να βοηθήσω. Οχι μόνο με χρήματα αλλά και με κάποια ανοίγματα που μπορώ να κάνω. Κυρίως θέλω να βλέπω ότι ο άνθρωπος το έχει ψάξει, έχει χτυπήσει πόρτες, έχει τρέξει. Δεν ψάχνω κάποιον που να θέλει απλά λεφτά. Πρέπει να μου δείξει ότι το ’χει.
G: Εσείς είχατε κάποιον μέντορα; Κάποιον που πίστεψε και επένδυσε στην ιδέα σας;
Μ.Χ.: Οταν ξεκίνησα, προσπάθησα να πάρω επένδυση, αλλά δεν το κατάφερα. Οπότε ξεκίνησα τη Rodial στο σπίτι μου. Είχα μια αποταμίευση 20 χιλιάδων λιρών και αυτό έγινε το αρχικό μου κεφάλαιο. Ακόμα και τώρα, 22 χρόνια μετά, δεν έχω επενδυτή στην εταιρεία. Είμαστε οικογενειακή επιχείρηση, εγώ και ο σύζυγός μου. Είναι καλό να έχεις έναν επενδυτή, αλλά δεν είναι κι απαραίτητο.
G.: Γιατί beauty;
Μ.Χ.: Οταν σπούδαζα Αγγλική Φιλολογία στην Αθήνα δούλευα παράλληλα σε περιοδικά ως freelancer. Εγραφα για μόδα και ομορφιά. Μου άρεσε αυτός ο κόσμος. Ωστόσο δεν είχα ιδέα πώς θα εξελισσόταν αυτό. Κατόπιν έφυγα για τις ΗΠΑ, όπου σπούδασα Βusiness, χωρίς και πάλι να ξέρω τι θέλω να κάνω. Κατέληξα να δουλεύω σε μια επενδυτική τράπεζα, στο Λονδίνο. Εργάστηκα για δύο χρόνια και έμαθα πολλά. Εκείνη την εποχή οι επενδυτικές τράπεζες ήταν μια φοβερή εμπειρία, όμως μου έλειπε το πάθος για το αντικείμενο. Αρχισα τότε να μην είμαι πολύ καλή υπάλληλος. Ετσι, μια μέρα απολύθηκα. Εκ των υστέρων μπορώ να πω ότι ήταν το καλύτερο πράγμα που μου συνέβη.
G.: Δεν υπήρξε αμηχανία; Αγχος; Πανικός;
Μ.Χ.: Εννοείται. Αλλά το χειρότερο ήταν ότι δεν ήθελα να κάνω ξανά εκείνο που είχα σπουδάσει. Μου πήρε περί τους έξι μήνες να αποφασίσω τι θα κάνω. Ημουν στα 20 και κάτι μου, δεν είχα υποχρεώσεις κι έτσι είπα να κάνω τη δική μου εταιρεία. Στο κάτω-κάτω τι είχα να χάσω; Τότε δεν υπήρχαν πολύ ενδιαφέροντα καλλυντικά. Τουλάχιστον στην Ευρώπη. Υπήρχε λοιπόν η χρυσή ευκαιρία να δημιουργήσεις ένα niche brand ομορφιάς με ψαγμένα υλικά. Παρόλο που η εταιρεία ήταν πολύ μικρή, ο κόσμος έδειξε εντυπωσιακή ανταπόκριση. Δεν είχαμε budget για διαφήμιση. Ούτε υπήρχαν social media και influencers. Είχαμε βέβαια μια μεγάλη ευκαιρία. Οταν τα Snake Serums άρχισαν να γίνονται γνωστά, μας τα ζήτησαν για τα goodie bags του after Oscar party του περιοδικού «Vanity Fair». Θέλανε 1.000 κομμάτια, όσα δηλαδή ήταν η παραγωγή μας για ολόκληρο τον χρόνο. Ετσι έμαθαν το προϊόν ηθοποιοί και celebrities, όπως η Τζένιφερ Ανιστον, η JLο, ο Τομ Κρουζ και σιγά-σιγά μπήκαμε στα περιοδικά.
G.: Εκτοτε η πορεία ήταν μόνο ανοδική;
Μ.Χ.: Ποτέ δεν είναι μόνο ανοδική η πορεία. Υπάρχουν καλές και κακές χρονιές. Μέσα σε μια 20ετία η αγορά πέρασε πολλές κρίσεις, όμως είχαμε μια αρχή. Δεν ξοδεύαμε κάτι που δεν είχαμε. Υπήρξε ακόμα και στιγμή που φτάσαμε στα όρια της χρεοκοπίας, όμως βρίσκεις τρόπο και επανέρχεσαι. Τώρα τα λέω χαλαρά. Οταν τα περνούσα μόνο χαλαρά δεν ήταν.
G.: Είχατε οραματιστεί την επιτυχία;
Μ.Χ.: Δεν φανταζόμουν ποτέ πόσο μπορεί να μεγαλώσει αυτή η εταιρεία. Πάντα κοιτούσα πού θέλω να είμαι τους επόμενους 3 ή 6 μήνες. Η επιτυχία όμως δεν μένει για πάντα. Πρέπει συνεχώς να την κυνηγάς, ειδικά σε μια αγορά με τεράστιο ανταγωνισμό.
G.: Μικρή πώς σας φανταζόσασταν;
Μ.Χ.: Μεγάλωσα στη Μυτιλήνη, σε ένα εν πολλοίς απομονωμένο νησί. Αλλά πάντα αναζητούσα ερεθίσματα για τη μόδα και το στυλ. Θυμάμαι ότι υπήρχε ένα περίπτερο που έφερνε όλους τους διεθνείς τίτλους περιοδικών. Ολο εκεί τριγύριζα. Δεν νομίζω ότι είχα φανταστεί ποτέ πως θα έφτιαχνα τη δική μου εταιρεία. Ηξερα όμως με κάποιον τρόπο πως θα δουλέψω σε ένα glamorous industry.
G.: Είναι πιο δύσκολο να είσαι γυναίκα ακόμα και σε μια τέτοια λαμπερή βιομηχανία;
Μ.Χ.: Το πιο δύσκολο ήταν όταν δούλευα σε χρηματοοικονομική εταιρεία. Η αναλογία ήταν δύο γυναίκες για 100 άνδρες. Μιλάμε για εντελώς ανδροκρατούμενο χώρο. Εκεί ήταν δύσκολο να επιβιώσεις ως γυναίκα. Οταν ξεκίνησα στον χώρο του beauty ένιωσα στο στοιχείο μου. Και στην εταιρεία μου είμαστε περισσότερες γυναίκες. Γιατί μάλλον τις ενδιαφέρει περισσότερο το αντικείμενο.
G.: Σας φλέρταραν ποτέ για εξαγορά;
Μ.Χ.: Πολλές φορές. Αλλες φορές δεν ήμουν έτοιμη, άλλες φορές δεν ήταν ο σωστός επενδυτής. Στον τρίτο χρόνο της εταιρείας ήρθε ένας επενδυτής και πρόσφερε 100.000 λίρες για το 25% της εταιρείας. Ευτυχώς, κατάλαβα έγκαιρα ότι είχαμε κατά νου διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης. Σήμερα που η εταιρεία έχει μεγαλώσει με τον τρόπο που ήθελα εγώ και κάνει επταψήφια νούμερα σε τζίρο χαίρομαι που δεν πούλησα εκείνο το ποσοστό. Μας βγήκε σε καλό.
G.: Τι είχατε και τα καταφέρατε; Εξυπνάδα; Τύχη; Διορατικότητα;
Μ.Χ.: Σε αυτά τα 22 χρόνια θα μπορούσα να τα έχω παρατήσει πάνω από 10 φορές. Οσο κι αν αγαπάς τη δουλειά σου, ξυπνάς κάποιες μέρες και λες «γιατί το κάνω αυτό;». Το μυστικό της επιτυχίας όλων των ανθρώπων είναι κάτι που έχει πει και ο Jay-Z. Να μην τα παρατάς ποτέ.
G.: To βιβλίο σας είναι, θα λέγατε, το επιχειρηματικό απόσταγμα σοφίας σας;
Μ.Χ.: Το «Πώς να πετύχεις σε 24 ώρες» (εκδ. Κλειδάριθμος-διαθέσιμο και σε audio book στο JukeBooks) το έγραψα το 2018. Και τις επόμενες δύο χρονιές ήρθαν και τα άλλα δύο. Το πρώτο είναι στην πραγματικότητα η ιστορία μου. Διανθισμένο με κάποιες λεπτομέρειες για τη συνεργασία μας με την Κέιτ Μος ή με τις αδελφές Καρντάσιαν. Είναι μια ανάλαφρη αυτοβιογραφία με lifestyle και gossip στοιχεία.
G.: Αλήθεια, μια γυναίκα που έχει δημιουργήσει ένα επιτυχημένο brand ομορφιάς πόση ώρα περνά στον καθρέφτη της;
Μ.Χ.: Οχι πολλή. Βλέπω στο Ιnstagram γυναίκες που ψειρίζουν το make up τους και περνούν ώρες μπροστά στον καθρέφτη. Εγώ αφιερώνω πέντε λεπτά το πρωί και ένα 10λεπτο για το βραδινό μακιγιάζ. Δεν κοιτάζομαι στον καθρέφτη με τις ώρες. Υπάρχουν κι άλλα, πιο σημαντικά πράγματα.
G.: Οπως; Πώς είναι η ζωή σας στο Λονδίνο;
Μ.Χ.: Η εβδομάδα μου περνά κυρίως στο γραφείο. Ευτυχώς μπορώ να περπατώ από το σπίτι ως εκεί. Μ’ αρέσει να κάνω μίτινγκ με την ομάδα μου, μου δίνει ενέργεια. Δεν αντέχω την τηλεργασία. Κάποιες μέρες της εβδομάδας θα επισκεφτώ τα καταστήματα για να μιλήσω με τις ομάδες των πωλήσεων. Κι εγώ δούλευα στα καταστήματα όταν ξεκίνησα την εταιρεία. Είναι η ψυχή του brand.
G.: Μέσα σε όλα αυτά υπάρχει κάτι που κάνετε για σας μέσα στη μέρα;
Μ.Χ.: Μ’ αρέσει να ξυπνάω νωρίς το πρωί. Κάπου μεταξύ 5 και 6. Κάθε πρωί βάζω στο Instagram έναν καφέ και γράφω την ώρα που έχω ξυπνήσει. Για μένα το πρωί είναι η καλύτερη ώρα. Δεν υπάρχουν emails, τηλεφωνήματα, κοιμούνται όλοι. Κάθομαι και μπορεί να κάνω οτιδήποτε. Μπορεί να σκεφτώ μια ιδέα, να κάνω σκρολ στο Instagram, να διαβάσω, να παρακολουθήσω κάτι στο Netflix. Είναι η ώρα τού «τι αισθάνομαι ότι θέλω σήμερα». Δυο-τρεις φορές την εβδομάδα θα πάω και στο γυμναστήριο. Οταν κοιμάμαι περιμένω πώς και πώς να ξυπνήσω για να έχω το πρωινό μου golden hour.
G.: Πώς είναι η ζωή με 845.000 followers;
Μ.Χ.: Στην πραγματικότητα μέσω της @mrsrodial είναι πολύ συγκεκριμένο το community με το οποίο αλληλεπιδρούμε, περί τα 200 άτομα. Με άλλους γνωριζόμαστε στην πραγματική ζωή, με άλλους όχι. Οπότε δεν το βλέπω το Instagram στην κλίμακα των χιλιάδων, αλλά σε εκείνη των ανθρώπων με τους οποίους πραγματικά επικοινωνούμε.
Styling: Λίζη Παπάζογλου Make-up: Ολυμπία Κόλλια Hair: Βίκυ Τσουγγάρη Βοηθός Styling: Ελένη Εξάρχου Βοηθός Φωτογράφου: Μάριος Κόλλιας
Ευχαριστούμε το ξενοδοχείο «Milos» (Κολοκοτρώνη 3-5, Αθήνα, τηλ.: 216 6003300, xenodocheiomilos.com) για τη φιλοξενία της φωτογράφησης
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα