Καρυοφυλλιά Καραμπέτη: «Η πιο ευτυχισμένη στιγμή είναι το τώρα»
karampeth-arthrou

Καρυοφυλλιά Καραμπέτη: «Η πιο ευτυχισμένη στιγμή είναι το τώρα»

Οι εικόνες απ’ το Διδυμότειχο, οι συνεργασίες-σταθμοί, ο έρωτας που αναγεννά ή καταστρέφει: η καταξιωμένη ηθοποιός μιλάει για όσα την έχουν καθορίσει κι εκείνα που ετοιμάζει μετά τον θρίαμβο της «Φόνισσας»

Αν ζούσε στην Αμερική, θα ήταν σίγουρα μια σταρ βεληνεκούς Μέριλ Στριπ. Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη γεννήθηκε, όμως, στο Διδυμότειχο, σε μια οικογένεια που τα έφερνε δύσκολα βόλτα, ερωτεύτηκε ευτυχώς την τέχνη από νωρίς και μέχρι σήμερα διανύει έναν καλλιτεχνικό μαραθώνιο χωρίς συμβιβασμούς, με μια σπάνια ποιότητα που κάνει το κοινό να την ακολουθεί πιστά στις θεατρικές, τηλεοπτικές και κινηματογραφικές δουλειές της.

Με τον απόηχο για την οσκαρική ερμηνεία της στη «Φόνισσα» να μην έχει κοπάσει ακόμα, αυτή την εποχή δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας με τις συμπρωταγωνίστριές της στις «Τρεις γυναίκες», στο Θέατρο Ολύμπια, ενώ ετοιμάζεται για τα γυρίσματα της σειράς «Η Μεγάλη Χίμαιρα» που θα προβληθεί από την ΕΡΤ.

Gala: Ας ξεκινήσουμε από το θεατρικό. Πώς είναι η συνεργασία σας με τον Ρόμπερτ Γουίλσον που σκηνοθετεί την παράσταση;
Καρυοφυλλιά Καραμπέτη: Ηταν τεράστια τιμή και ανέλπιστη ευκαιρία για μένα να συνεργαστώ μ’ αυτόν τον σπουδαίο καλλιτέχνη, τον οποίο παρακολουθώ και θαυμάζω εδώ και δεκαετίες. Η απόλυτη συγκέντρωσή του στην πρόβα επί ώρες, οι τεράστιες γνώσεις του, η απίστευτη αισθητική του ήταν ένα μάθημα ζωής. Το μαγικό σύμπαν που δημιουργεί με το φως, την εικόνα και τους ήχους αναδεικνύει στο έπακρο το έργο και καταλήγει σε μια ατμόσφαιρα βαθιά πνευματική, σχεδόν μεταφυσική. Ολοι οι συντελεστές της παράστασης είμαστε ευγνώμονες γι’ αυτή την εμπειρία.

G.: Πώς ήταν το «αντάμωμά» σας επί σκηνής με τη Ρένη Πιττακή, επίσης στις «Τρεις γυναίκες»;
Κ.Κ.: Τη Ρένη τη γνωρίζω εδώ και χρόνια και την εκτιμώ βαθιά. Δεν είχε τύχει όμως ποτέ να συναντηθούμε σκηνικά. Η πραγματικότητα ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Η ποιότητά της ως ανθρώπου είναι αυτή που τροφοδοτεί την τεράστια καλλιτεχνική της προσωπικότητα. Η παιδεία της, οι αντοχές της, ψυχικές και σωματικές, που είχε αναπτύξει κατά τη θητεία της δίπλα στον Κάρολο Κουν, η στρατιωτική της πειθαρχία ακόμα και στις τόσο εξουθενωτικές απαιτήσεις της πρόβας του Γουίλσον, το χιούμορ και η ζεστασιά με τα οποία αντιμετωπίζει και τις πιο δύσκολες καταστάσεις, σε κάνουν να τη λατρεύεις. Σπουδαία γυναίκα. Αλλά η παράσταση δεν θα ήταν αυτή που είναι αν έλειπε η τρίτη πλευρά του τριγώνου, η εξαιρετική Λουκία Μιχαλοπούλου. Οι τρεις μας δέσαμε τόσο καλά, που είναι πραγματικά σαν να είμαστε η ίδια γυναίκα σε τρία διαφορετικά στάδια της ζωής της, όπως ακριβώς και στο έργο.

G.: Τι σας έχει μείνει από τη «Φόνισσα»;
Κ.Κ.: Είμαι ευγνώμων στην Εύα Νάθενα και τους παραγωγούς γι’ αυτή την ταινία-σταθμό. Είναι μεγάλη τιμή να καλείσαι να ενσαρκώσεις αυτή την εμβληματική ηρωίδα του Παπαδιαμάντη και με την ευκαιρία να μιλήσεις για τη δύσκολη θέση της γυναίκας στις πατριαρχικές κοινωνίες τού τότε και του σήμερα. Τα εξωτερικά γυρίσματα έγιναν σε ένα εγκαταλειμμένο χωριό της Μάνης σε πολύ δύσκολες συνθήκες: κρύο, βροχές, παγωμένοι άνεμοι, ατέλειωτες ώρες στο μακιγιάζ και προετοιμασία από τα χαράματα. Ημασταν όμως όλοι ενθουσιασμένοι από την υψηλή καλλιτεχνική ποιότητα που βιώναμε και συνεχίζαμε αγόγγυστα. Είναι τόσες πολλές οι αναμνήσεις...

G.: Περιμένατε ότι θα γνώριζε τόσο μεγάλη επιτυχία στη μεγάλη οθόνη;
Κ.Κ.: Πραγματικά όχι. Θεωρούσαμε ότι η σκοτεινή ατμόσφαιρα της ταινίας και το σκληρό θέμα της θα έφερναν στις αίθουσες μόνο ένα ειδικό κοινό. Η έκπληξη, όμως, της ευρύτερης αποδοχής μάς έφερε πάνω απ’ όλα -και το τονίζω αυτό- τη χαρά για τη διάδοση του μηνύματος της ταινίας σε περισσότερο κόσμο. Το γεγονός ότι την είδαν πολλά νέα παιδιά και ο προβληματισμός της έγινε αφορμή για συζητήσεις στα σχολεία είναι μια στιγμή ελπίδας για την πορεία προς την πολυπόθητη ισοτιμία των φύλων.

G.: Ποια ήταν η πιο δύσκολη σκηνή σας σε αυτή την ταινία;
Κ.Κ.: Ηταν πάρα πολλές. Η πρώτη και ίσως η δυσκολότερη πρακτικά ήταν το εναρκτήριο γύρισμα σε μια από τις ψηλότερες κορφές του Ψηλορείτη, στην Κρήτη.
Κάναμε τρεισήμισι ώρες ορειβασία με οδηγούς πεπειραμένους ορειβάτες, ένα τρίωρο γύρισμα στον προορισμό μας και τρίωρη κατάβαση ακριβώς την ώρα που νύχτωνε. Δεν έχω βιώσει μεγαλύτερη σωματική κούραση. Οι ψυχολογικά δύσκολες όμως σκηνές ήταν εκείνες των φόνων των παιδιών. Και η σκηνή στη στέρνα με τα μεγαλύτερα κοριτσάκια και η σκηνή του φόνου της εγγονούλας της Φραγκογιαννούς. Επρεπε να σφίγγω τα δόντια για να τις ερμηνεύσω με όλα τα αντιφατικά συναισθήματα της φρίκης, της απόγνωσης, της αγάπης και της πίστης στη λυτρωτική έννοια της πράξης, κι αυτό όλο ήταν τόσο εξουθενωτικό που δεν μπορούσα να το διαχειριστώ. Πήγαινε να σπάσει η καρδιά μου από την ένταση και την οδύνη.

G.: Τι σκέφτεστε για τις σύγχρονες «Φόνισσες» που σοκάρουν στα Media;
Κ.Κ.: Παρακολουθώ άφωνη τις εξελίξεις και περιμένω να δω τι θα αποφανθεί η Δικαιοσύνη προτού εκφέρω άποψη. Η πρώτη μου σκέψη είναι ότι δεν μπορώ να διαχειριστώ αυτές τις ιστορίες κι ας έχω ερμηνεύσει παρόμοιες. Η πραγματικότητα ξεπερνάει τη φαντασία μου. Οσο κι αν ξέρω πως κάθε άνθρωπος που έχει διαβεί τον Ρουβίκωνα έχει συνήθως υποστεί ο ίδιος πράγματα αδιανόητα, δεν μου είναι καθόλου εύκολο να μπω μέσα στην ψυχή του κι ας είναι αυτή η δουλειά μου. Η ευθύνη της Πολιτείας και της Ιατροδικαστικής είναι τεράστια για την πρόληψη τέτοιων εγκλημάτων.

G.: Στα τηλεοπτικά τώρα, η «Μεγάλη Χίμαιρα» θα μπορούσε να είναι ένα σημερινό έργο, σωστά;
Κ.Κ.: Το έργο έχει τη σφραγίδα της εποχής του και μέσα απ’ αυτήν οφείλουμε να το προσεγγίσουμε σε έναν βαθμό. Τότε οι απαγορεύσεις ήταν πολύ πιο έντονες, ο ερωτισμός πολύ πιο καταπιεσμένος, οι κοινωνίες πολύ πιο ασφυκτικές. Ομως η έννοια της αιμομειξίας, του απαγορευμένου έρωτα, του καταπιεσμένου πάθους που η έκρηξή του οδηγεί στην τραγωδία παραμένουν διαχρονικά σκοτεινές περιοχές της ανθρώπινης λίμπιντο, οπότε υπ’ αυτό το πρίσμα απασχολούν πολύ και τον σημερινό άνθρωπο. Αλλωστε στόχος των συντελεστών της σειράς είναι να φωτίσουν το έργο μέσα από μια πιο σύγχρονη προσέγγιση της γυναικείας σεξουαλικότητας. Είναι μεγάλη χαρά να συμμετάσχω σε μια παραγωγή τόσο υψηλού επιπέδου και διεθνούς ενδιαφέροντος.

G.: Στα πιο προσωπικά, ποια είναι η σχέση σας με τον χρόνο;
Κ.Κ.: Προσπαθώ να αποδεχθώ τις αλλαγές που έχει φέρει και να συμφιλιωθώ με τη νέα μου εικόνα και τη συγκεκριμένη φάση της ζωής μου. Εχω γίνει και λίγο πιο ώριμη, ελπίζω.
Οπως λέει στον τελευταίο της μονόλογο η Βήτα, η ηρωίδα που υποδύομαι στις «Τρεις γυναίκες»: «Η πιο ευτυχισμένη στιγμή; Το τώρα. Αυτή πρέπει να είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή: Στη μέση της ωριμότητάς σου, με τα υπόλοιπα χρόνια μπροστά σου». Αλλωστε το τώρα είναι ο μόνος υπαρκτός χρόνος, κι αυτός είναι τόσο ρευστός που δεν προλαβαίνεις να πεις «τώρα» και η στιγμή χάθηκε, έγινε ήδη παρελθόν. Μεγαλώνοντας, συνειδητοποιείς πως όλα περνούν και χάνονται κι αυτό που έχει σημασία είναι οι αξίες, η αγάπη, η μάχη για το καλό.

G.: Θα μας περιγράψετε την Καρυοφυλλιά των 15 χρόνων, των 35 και του σήμερα;
Κ.Κ.: Στα 15, ή μάλλον καλύτερα στα 16, επειδή είναι ακριβώς 50 χρόνια πριν, αλλά κι επειδή τότε ήταν η χρονιά-ορόσημο που σημάδεψε τις ζωές μας: η χρονιά της Μεταπολίτευσης, η εποχή της επανάστασης, των μεγάλων αλλαγών, της ελπίδας και των ονείρων. Στην εφηβεία μας ανακαλύπταμε τους απαγορευμένους ποιητές, τα απαγορευμένα βιβλία και τραγούδια, τις απαγορευμένες ταινίες. Χαμογελούσαμε στη ζωή και μας χαμογελούσε κι εκείνη. Στα 36 ήμουν πια ηθοποιός, πάντα με πυξίδα την ποιότητα και ήδη με σπουδαίες συνεργασίες με ανθρώπους που με επηρέασαν βαθιά. Ζούσα τη ζωή με πάθος για την τέχνη, για τον έρωτα, για έναν καλύτερο κόσμο. Σήμερα νιώθω ευγνώμων που είμαι ακόμα ζωντανή, υγιής και δραστήρια, που έχω δίπλα μου ανθρώπους που αγαπώ και μ’ αγαπούν. Εχω βιώσει στο έπακρο την οδύνη της απώλειας και τη διάψευση της υπόσχεσης για τον καλύτερο κόσμο. Παρ’ όλα αυτά, δεν θέλω να χάνω την πίστη μου στον άνθρωπο και στη δύναμη της αντίστασης. Είναι ό,τι μας απομένει.

G.: Οι μεγάλοι έρωτες είναι κινητήριος δύναμη ή καταστροφικοί;
Κ.Κ.: Οπως σε όλα τα ζητήματα στη ζωή, υπάρχουν δύο όψεις. Ολα εξαρτώνται από τη συγκυρία, από τις συνθήκες, τις προσωπικότητες των εμπλεκομένων, από χίλιες δυο παραμέτρους. Εγώ πιστεύω στη συζήτηση, στον διάλογο, στην καλή πίστη από όλες τις πλευρές, στην αλληλοκατανόηση και τον αλληλοσεβασμό. Ο,τι μπορεί να είναι υπέροχα δημιουργικό και ευεργετικό, ανάλογα με τη διαχείρισή του μπορεί να καταλήξει σε τεράστια καταστροφή.

G.: Ποια είναι η μεγαλύτερη ανησυχία σας για τη σημερινή εποχή;
Κ.Κ.: Από πού να πρωτοξεκινήσει κανείς. Δυστυχώς δεν είναι μόνο μία. Τα εγκλήματα πολέμου που γίνονται αυτή τη στιγμή, η κλιμακούμενη ανησυχία για μια παγκόσμια έκρηξη που μοιάζει πιο πιθανή από ποτέ, ο θρησκευτικός φανατισμός και η διεθνής τρομοκρατία, το Μεταναστευτικό, τα καταστροφικά φαινόμενα λόγω της κλιματικής αλλαγής που μόνο τους πολιτικά υπεύθυνους δεν φαίνεται να απασχολούν, οι φωτιές κάθε χρόνο, οι πλημμύρες, η ανικανότητα των κυβερνήσεων να προστατεύσουν τον πολίτη και το περιβάλλον, το ξεπούλημα των πάντων στον βωμό του κέρδους, η καλπάζουσα ανέχεια, η επερχόμενη νέα οικονομική κρίση, η βία στα σχολεία, η ποδοσφαιρική βία, η έμφυλη βία. Βλέπουμε τα δελτία ειδήσεων και νιώθουμε έντρομοι μπροστά στον καταιγισμό των κακών ειδήσεων και του δυστοπικού μέλλοντος που ήδη βιώνουμε.

G.: Υπάρχει έλλειψη προτύπων σήμερα;
Κ.Κ.: Ανθρωποι-πρότυπα υπάρχουν, απλώς η διακριτική τους παρουσία χάνεται μέσα στον εκκωφαντικό θόρυβο που προκαλούν οι επιτήδειοι. Βλέποντας τους εθελοντές που τρέχουν να βοηθήσουν στις πλημμύρες της Βαλένθια, τους γιατρούς που αφιερώνουν με αυταπάρνηση τον εαυτό τους στην υπηρεσία των συνανθρώπων τους σε γωνιές της Γης όπου είναι αδιανόητο να ζήσει κανείς, νεαρά κορίτσια που προτάσσουν κυριολεκτικά τα γυμνά τους στήθη απέναντι στα όπλα σκληρών καθεστώτων διεκδικώντας το αυτονόητο, κάποια ψήγματα ελευθερίας, καταλαβαίνουμε ότι δεν έχει χαθεί ακόμα η ελπίδα. Ας συνταχθούμε μαζί τους ως κοινωνίες, μπας κι αφήσουμε να μπει λίγο φως στο σκοτάδι. Μια ταινία που είδα φέτος και με συγκλόνισε ήταν η «The Seed of the Sacred Fig» του Ιρανού σκηνοθέτη Μοχάμαντ Ρασούλοφ, ο οποίος αναγκάστηκε να διαφύγει από τη χώρα του κυνηγημένος. Αυτοί οι άνθρωποι είναι τα δικά μου πρότυπα και σ’ αυτούς προσεύχομαι.

G.: Θα μοιραστείτε μαζί μας μια δύσκολη στιγμή της ζωής σας;
Κ.Κ.: Η απώλεια των γονιών μου και κάποιων πολύ αγαπημένων μου προσώπων.

G.: Τι εικόνες κρατάτε από το Διδυμότειχο, όπου μεγαλώσατε;
Κ.Κ.: Πολύ όμορφες εικόνες, η γαλήνη της ζωής στη φύση, η γοητεία μιας άλλης εποχής που δυστυχώς δεν υπάρχει πια. Τον περασμένο Αύγουστο, που ξαναπήγα για λίγο στο χωριό μου, τα συναισθήματα ήταν αντιφατικά. Από τη μια η συγκίνηση που νιώθω κάθε φορά που περπατώ στους ίδιους δρόμους και συναντώ οικεία πρόσωπα κι από την άλλη η λύπη· το αγαπημένο μου σχολείο δεν λειτουργεί πια, οι άνθρωποι έφυγαν στο εξωτερικό ή στα αστικά κέντρα για μια καλύτερη ζωή, όπως και οι δικοί μου άλλωστε, τα λίγα παιδιά που απέμειναν πηγαίνουν σχολείο σε ένα μεγαλύτερο κοντινό χωριό. Στη διαδρομή το θέαμα ήταν απογοητευτικό. Καμένη γη παντού μετά τις περσινές πυρκαγιές. Ατέλειωτες εκτάσεις με ηλιοτρόπια, το ευφρόσυνο σύμβολο της παιδικής μου ηλικίας, που ανυπομονούσα να τα ξαναδώ, ήταν κατάξερες και θλιβερές από τη λειψυδρία. Τι περιμένουν πια αυτοί που κρατούν στα χέρια τους τις τύχες μας;

G.: Εχετε κάποιο ανεκπλήρωτο όνειρο;
Κ.Κ.: Να παίξω σε ταινίες μεγάλων ξένων δημιουργών. Να ταξιδέψω στον κόσμο και να γνωρίσω όλη τη μεγαλοπρέπεια και την ομορφιά του.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Ειδήσεις Δημοφιλή Σχολιασμένα
δειτε ολες τις ειδησεις