Γιάννης Μετζικώφ: Το βλέμμα ως υψηλή τέχνη

Ο καταξιωμένος σκηνογράφος επιστρέφει στα καλλιτεχνικά δρώμενα με μια μεγάλη έκθεση στην γκαλερί της Ελληνοαμερικανικής Ενωσης, όπου θα παρουσιάσει για πρώτη φορά τα 140 νέα ζωγραφικά έργα του στο κοινό

Ο σκηνογράφος, αλλά πρωτίστως καλλιτέχνης, Γιάννης Μετζικώφ μαθήτευσε στη Σχολή Καλών Τεχνών δίπλα στον αείμνηστο Γιάννη Μόραλη αλλά και στον Βασίλη Βασιλειάδη, χάρη στον οποίο μπήκε στον χώρο της σκηνογραφίας. Ο Γιώργος Μιχαηλίδης ήταν εκείνος που παρουσίασε τον Μετζικώφ στο κοινό για πρώτη φορά με την παράσταση «Κρίμα που είναι πόρνη» του Τζον Φορντ στο Ανοιχτό Θέατρο, το 1986. Μέχρι σήμερα έχει εργαστεί σε πλήθος παραστάσεων στο Εθνικό Θέατρο, στο Θέατρο Τέχνης, στην Εθνική Λυρική Σκηνή, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στα περισσότερα ΔΗΠΕΘΕ και σε πολλές παραγωγές εκτός Ελλάδος.

Παρότι η σκηνογραφία απορροφά μεγάλο μέρος της δημιουργικότητάς του, χωμένος στο ατελιέ του και βυθισμένος στην έμπνευση, ο Μετζικώφ φτιάχνει δικούς του κόσμους είτε σε χαρτί είτε σε καμβά. Η γκαλερί της Ελληνοαμερικανικής Ενωσης οργανώνει την πρώτη έκθεσή του για φέτος, υπό την επιμέλεια της ιστορικού τέχνης Ιριδας Κρητικού και τίτλο «Το Βλέμμα», παρουσιάζοντας 140 νέα έργα του για πρώτη φορά στο κοινό. Μέσα από ένα εντυπωσιακό σε χρώμα και ορμή καλειδοσκόπιο, τον επισκέπτη υποδέχονται τα πορτρέτα πραγματικών ή φανταστικών ανθρώπων, οι χορευτές και οι θεατρίνοι, τα οράματα και τα όνειρα που αποτελούν το δημιουργικό, ζωγραφικό και ενορατικό απόσταγμα του πολυτάλαντου Μετζικώφ.

«Το βλέμμα συνοδεύει τον καλλιτέχνη αδιάκοπα, ως βασική ώθηση απ’ την αρχή, μέχρι την ολοκλήρωση του έργου»

«Τα βλέμματα των άλλων γύρω και μέσα στις ζωές μας. Βλέμματα που περιχαρακώνουν συναισθηματικά όλη την καθημερινότητά μας. Χτίζουν τον θαυμασμό και τις ερωτικές διαθέσεις. Βλέμματα που φανερώνουν ενθουσιασμό, ενθάρρυνση, πόνο, χαρά, απογοήτευση και αδιαφορία», αναφέρει σχετικά με το θέμα που επέλεξε ο καλλιτέχνης και προσθέτει: «Εικαστικά βλέμματα, παιχνίδια που αναζητούν συγκινήσεις και έμπνευση παντού. Ποιος ποιητής, γλύπτης, ζωγράφος, σκηνοθέτης, θεατρίνος, ποιο έργο τέχνης τελικά ολοκληρώνεται χωρίς τη σύμπραξη του βλέμματος; Δεν είναι εκεί το σταυροδρόμι κάθε αναζήτησης από τη σκέψη και την έμπνευση μέχρι την πραγμάτωση κάθε καλλιτεχνικής προσπάθειας; Με το βλέμμα δεν χαράζουμε τον δρόμο των σκέψεων και της έρευνας βήμα-βήμα, σε κάθε μας δημιουργική απόφαση; Και τελικά με αυτό δεν δίνουμε φως και νόημα σε ό,τι με αγωνία και ολόψυχη κατάθεση προσπαθούμε για να φτιάξουμε ένα έργο; Γιατί, μέσα από το βλέμμα τίθεται σε λειτουργία ολόκληρος ο μηχανισμός της τέχνης. Ακόμα και η μουσική, που θα έλεγε κανείς ότι δεν το χρειάζεται, λειτουργεί με ένα βλέμμα ψυχής που ξεδιπλώνει και φανερώνει τις απειράριθμες εικόνες της και πάντα παραμένει ανεξήγητο, το μεταφυσικό σημείο των επιλογών μας, το θέλω αυτό να φτιάξω και όχι το άλλο. Γιατί αυτό μόνο μπορεί να με κινήσει ώστε να εκφραστώ. Το βλέμμα συνοδεύει τον καλλιτέχνη αδιάκοπα όσο δουλεύει, ως βασική ώθηση και εκκίνηση απ’ την αρχή, μέχρι την ολοκλήρωση του έργου που έχει καταπιαστεί να κάνει. Βλέμμα και καλλιτέχνης πορεύονται αδιαχώριστα μαζί. Είναι ένα».



Εχουμε συναντηθεί στο σπίτι του, στην Πλάκα. Η δύναμη του κέντρου της Αθήνας λειτουργεί καταλυτικά στην ιδιοσυγκρασία του. Παίρνει φως από την Ακρόπολη και το αναμειγνύει με τη μαγεία της κίνησης των τουριστών που εξερευνούν την πόλη. Μου μιλάει για όσα τον ενέπνευσαν στα πιο πρόσφατα έργα του. «Ο όμορφος κόσμος γύρω μας αλλάζει, αλλάζουν οι εποχές, οι συνήθειες, οι άνθρωποι. Κάθε μέρα μαίνεται μπροστά μας ένα αδιάκοπο, καθημερινό φεστιβάλ εικόνων, χρωμάτων, ήχων, λάμψεων, εντυπώσεων και τεχνολογίας. Κι όμως, μέσα σε αυτό το σύγχρονο χάος τα βλέμματα παραμένουν η άηχη εσωτερική γλώσσα, η μόνη οδός για να διαβάσεις και να κάνεις τα δικά σου τα συναρπαστικά καλέσματα του έρωτα. Ο,τι κι αν συμβαίνει γύρω μας, το βλέμμα έχει τη δική του εσωτερική γλώσσα, που με αυτήν τα συναισθήματα αποκτούν μια δυνατή προσωπική διάσταση. Απόρρητα, ενδοεπικοινωνιακά, μας δείχνουν πως τίποτα δεν έχει να συγκριθεί με αυτή την αθέατη μη λεκτική επικοινωνία των ανθρώπων.

Ανοίγω ένα συρτάρι. Ολο λέω πρέπει να τακτοποιήσω όλες αυτές τις φωτογραφίες. Κοιτάζω μία. Η μάνα μου, κοπέλα, μας κοιτάζει γελώντας και μας δείχνει μια χούφτα κεράσια.
Μας κοιτάζει με ένα βλέμμα γεμάτο λατρεία, τρυφεράδα και φροντίδα. “Ελάτε, είναι πλυμένα”. Πάνε αμέτρητα χρόνια που η μάνα μου δεν είναι πια κοντά μας. Τόση γλύκα, τόση μεγαλοσύνη, τέτοια καλοσύνη, χάθηκε σαν να ’ταν από άστρινο υλικό και επέστρεψε στο σύμπαν που ανήκε αφήνοντάς μου μονάχα το βλέμμα που τόσο αγάπησα σε μια παλιά φωτογραφία.
Ο Γιάννης Μετζικώφ φτιάχνει δικούς του κόσμους σε χαρτί ή σε καμβά

«Πάνε αμέτρητα χρόνια που η μάνα μου έφυγε. Αφησε μονάχα το βλέμμα που τόσο αγάπησα σε μια παλιά φωτογραφία»


Κι ο πατέρας μου εδώ, με φίλους του. Δεν θέλει. Απλώνει το χέρι του για να μας εμποδίσει. “Δεν βγαίνω ποτέ καλά”, επαναλαμβάνει. Κι έπειτα στάθηκε μετά την τόση επιμονή μας, ντροπαλός κι ευθυτενής. Το βλέμμα του πράο, καθησυχαστικό, βαθύ, σκιαζόταν από τις φυλλωσιές της κρεβατίνας, έτσι που τον έκαναν μυστηριώδη, έτσι όπως ήταν κάποτε οι γόητες που παίζανε στις προπολεμικές αμερικανικές ταινίες. Ο όμορφος πατέρας μου, τα βλέμματα που αγάπησα, που με σημάδεψαν, βρίσκονται πια βαθιά κρυμμένα μέσα σε ένα αταχτοποίητο συρτάρι».



Η Ιρις Κρητικού μάς βάζει ακόμα πιο βαθιά στο πνεύμα της έκθεσης: «Πρόσωπα αινιγματικά που υπήρξαν ή που δεν υπήρξαν, ενδεδυμένα τρόπαια απόκρυφα: ράμφη, καπέλα, βέλα και φτερά, όστρακα, άνθη, φύλλα ή πουλιά, ψάρια και πεταλούδες. Χέρια-πυροτεχνήματα. Ζωγραφικές κηλίδες ώχρας και βιολέτας ή κοιτίδες μιας συναρπαστικής ασύντακτης ύπαρξης που ξεπηδούν από ένα αόρατο μα συμπορευόμενο σύμπαν. Γυναίκες και άνδρες διαφορετικών ηλικιών, αλλότριας συναισθηματικής συνθήκης, άγνωστης χρονολογίας και καταγωγής, μετέωρης ταυτότητας. Οντα αλλόκοτα του ονείρου, του θεάτρου και της νύχτας. Κι ανάμεσά τους, κάπου-κάπου, οι εστίες του βλέμματός τους: χορευτές, μάγισσες, θεατρίνοι ολόσωμοι ή ασώματα φαντάσματα μιας ουράνιας Comedia ή μιας ερεβώδους Κόλασης, μα και παλίμψηστα τεκμήρια μιας παλιννοστούσας μνήμης και τοπία αλληγορικά: λίμνες και δάση υγρά ή σκοτεινές κοιτίδες και ιστία πλοίων ιπτάμενων από κάποιο αλλοτινό βαγκνερικό φασματοσκόπιο».

Με τον εφηβικό ενθουσιασμό που τον συνοδεύει πάντα, ο Γιάννης Μετζικώφ είναι έτοιμος να υποδεχτεί το αθηναϊκό κοινό σε μια ακόμη έκθεσή του που για εκείνον αποτελεί κατάθεση ψυχής. Λίγο προτού αποχαιρετιστούμε, μου διηγείται ένα περιστατικό από τον τόσο οικείο του χώρο του θεάματος: «Κάποτε ο Μιχάλης Κακογιάννης μού περιέγραψε μια σκηνή γυρίσματος από την περίφημη “Στέλλα”. Για τις ανάγκες της ταινίας προέτρεψε τη Μελίνα να δώσει ένα χαστούκι στην Τασώ Καββαδία. Εκείνη αρνήθηκε λέγοντας ότι δεν μπορούσε να χτυπήσει μια τόσο σεβαστή γυναίκα. Και τότε ο Κακογιάννης τής απάντησε: “Μην ανησυχείς. Θα της ζητήσω να σου ρίξει μια τέτοια ματιά που θα μπορέσεις να το κάνεις”. Αυτή είναι η δύναμη που έχει ένα βλέμμα» ◆

info
«Το Βλέμμα», 18/11/24-11/1/25, γκαλερί Ελληνοαμερικανικής Ενωσης (Μασσαλίας 22, Αθήνα)
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr