Ζαν-Μισέλ Μπασκιά - Άντι Γουόρχολ: Το χρονικό της φιλίας που άλλαξε τη Νέα Υόρκη
21.09.2019
07:51
Ο σπουδαίος καλλιτέχνης Ζαν-Μισέλ Μπασκιά και ο Αντι Γουόρχολ έφτιαξαν μαζί σπουδαία έργα τέχνης, πρωταγωνίστησαν στα μεγάλα πάρτυ της παγκόσμιας Mητρόπολης και καθόρισαν από κοινού τον μύθο της που ζει μέχρι σήμερα, όπως φαίνεται από την πρόσφατη έκδοση του λευκώματος της Taschen με άπειρο ανέκδοτο υλικό
Χαρισματικός μποξέρ, αδιανόητος καλλιτέχνης, ποιητής των δρόμων, όπως και να χαρακτηρίσεις τον δαιμόνιο καλλιτέχνη Ζαν-Μισέλ Μπασκιά, το σίγουρο είναι ότι εξακολουθεί να τρελαίνει τους συλλέκτες και τους φαν του 31 χρόνια μετά τον θάνατό του. Τα έργα του πουλάνε ακόμα σαν τρελά, με έναν υπερμεγέθη πίνακά του να σπάει όλα τα ρεκόρ, δύο μόλις χρόνια πριν, καθώς αγοράστηκε αντί 110,5 εκατ. δολαρίων από Ιάπωνα συλλέκτη σε δημοπρασία των Sotheby’s. Αυτό το εξωτικό πλάσμα των δρόμων που ξεκίνησε ζωγραφίζοντας με το σπρέι του τους τοίχους της Νέας Υόρκης αποκτώντας πρόωρη φήμη ως «SAMO», έγινε συνώνυμο της πιο ευφάντασης έκφρρασης της αμερικανικής σκηνής και λατρεύτηκε ταυτόχρονα από το underground κοινό, τους πλούσιους συλλέκτες και τους αναζητητές της βαθιάς ουσίας της πόλης που γέννησε την ανατροπή και τις πιο μεγάλες ιδέες. Γιατί η αλήθεια είναι πως όταν λέμε Νέα Υόρκη, το μυαλό πάει αυτόματά στον Ρόθκο, τον Χέιρινγκ, τον Γουόρχολ και τον Μπασκιά.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο τελευταίοι συνδέθηκαν με μια αληθινή φιλία, δύσκολη ωστόσο και εκρηκτική για δύο ιδιοσυγκρασίες που δεν γνώριζαν όρια, και συνοδεύτηκε από αμέτρητα έργα -, πολλά από τα οποία ήταν αντικείμενα κοινής συνεργασίας, καθώς και από ξέφρενα πάρτυ με διάσημους που θέλησαν να βρεθούν έστω για λίγο κοντά τους: από τη Μαντόνα μέχρι τη Λάιζα Μινέλι, τον Μπόι Τζορτζ και την Μπιάνκα Τζάγκερ ή τη Γούπι Γκόλντμπεργκ. Στο λεύκωμα που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Taschen με τον τίτλο «Warhol on Basquiat» ξεδιπλώνεται όλο το χρονικό της εκρηκτικής αυτής φιλίας και καλλιτεχνικής σχέσης μέσα από τις καταχωρήσεις των ημερολογίων του Γουόρχολ και τις αμέτρητες φωτογραφίες που εκείνος τραβούσε σχεδόν σε κάθε τους συνάντηση -, γεγονός που μετατρέπει το λεύκωμα κατά τα λεγόμενα του ίδιου του επιμελητή της έκδοσης και εκπροσώπου του Ιδρύματος Γουόρχολ, Μάικλ Ντέιτον Χέρμαν, σε ένα ολοζώντανο Instagram. Ενδεχομένως να μην έχει άδικο: ο Μπασκιά και ο Γουόρχολ πρωταγωνιστούν σε άπειρες φωτογραφίες από απανωτά πάρτυ ανάμεσα σε σαμπάνιες Cristal ή στο εργαστήριό τους, όπου προθερμαίνονταν κάνοντας βάρη, αλλού μεταμφιεσμένοι σε βραδιές Halloween ή απαθανατισμένοι καθώς τελειώνουν το συνηθισμένο τους πεντικιούρ - κάτι σαν παιχνίδι.
«Οι δυο τους έτρεφαν µια αµοιβαία αδυναµία µε δόσεις ερωτισµού, τουλάχιστον όσον αφορά τον Γουόρχολ»
Εκτός βέβαια από τους ίδιους, η φωτογραφική καταγραφή, συνοδευμένη από τις ημερολογιακές καταχωρήσεις του Γουόρχολ, περιλαμβάνει διάσημους αστέρες της εποχής που αναζητούσαν την παρέα του πιο περιζήτητου διδύμου της πόλης, η οποία ανθούσε συνδυάζοντας το underground και την πιο εξεζητημένη αναζήτηση. Αυτό είναι που κατάφερε να εκπροσωπήσει ο Μπασκιά, ο οποίος άφησε γρήγορα πίσω του τις εποχές όπου ζωγράφιζε τους δρόμους του Μανχάταν και έφτιαχνε στάμπες πάνω σε T-shirt. Γεννημένος στο γειτονικό Μπρούκλιν το 1960 - η μητέρα του ήταν από την Αϊτή και ο πατέρας του από το Πουέρτο Ρίκο-, κατάφερε να βρεθεί στην πρώτη γραμμή των φιλότεχνων που διψούσαν -με πρώτο από όλους τον ίδιο τον Γουόρχολ- για νέο, εξωτικό αίμα. Η Αμερική και ειδικά η Νέα Υόρκη είχε ήδη δει να ανθεί το κίνημα των «Μαύρων Πανθήρων» και χρειαζόταν τον «μεγάλο μαύρο καλλιτέχνη εκπρόσωπό της», όπως έλεγε ο διορατικός Γουόρχολ, ενώ στα μπαρ του Μανχάταν, εκτός από τις ποιητικές βραδιές, έδιναν και έπαιρναν οι συζητήσεις για τις άπειρες δυνατότητες του αμερικανικού εξπρεσιονισμού. Βρίσκοντας έναν μοναδικό, δικό του και εντελώς άγριο τρόπο να συνδυάσει τις δύο όψεις της επαναστατικής διαμαρτυρίας και του εξωτισμού που ήταν άμεσα συνυφασμένος με την καταγωγή του, ο αυτοδίδακτος Μπασκιά αφέθηκε στους εξπρεσιονιστικούς συμβολισμούς και μεγαλούργησε. Πολύ σύντομα από εντελώς άφραγκος κυκλοφορούσε με λιμουζίνες, ξόδευε 10.000 δολάρια σε αυθόρμητα πάρτυ κερνώντας σαμπάνιες και χαβιάρι τους φίλους του, φροντίζοντας πάντα να συνδυάζει με ένα απαράμιλλο στυλ τα Adidas του με πανάκριβα κομμάτια από το Comme de Garcons. Σε κάποια μάλιστα από τις εξορμήσεις του στο κεντρικό κατάστημα της διάσημης φίρμας στο Μανχάταν ερωτεύτηκε παράφορα την υπεύθυνη των πωλήσεων - έναν από τους μεγαλύτερους έρωτες της ζωής του.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι δύο τελευταίοι συνδέθηκαν με μια αληθινή φιλία, δύσκολη ωστόσο και εκρηκτική για δύο ιδιοσυγκρασίες που δεν γνώριζαν όρια, και συνοδεύτηκε από αμέτρητα έργα -, πολλά από τα οποία ήταν αντικείμενα κοινής συνεργασίας, καθώς και από ξέφρενα πάρτυ με διάσημους που θέλησαν να βρεθούν έστω για λίγο κοντά τους: από τη Μαντόνα μέχρι τη Λάιζα Μινέλι, τον Μπόι Τζορτζ και την Μπιάνκα Τζάγκερ ή τη Γούπι Γκόλντμπεργκ. Στο λεύκωμα που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Taschen με τον τίτλο «Warhol on Basquiat» ξεδιπλώνεται όλο το χρονικό της εκρηκτικής αυτής φιλίας και καλλιτεχνικής σχέσης μέσα από τις καταχωρήσεις των ημερολογίων του Γουόρχολ και τις αμέτρητες φωτογραφίες που εκείνος τραβούσε σχεδόν σε κάθε τους συνάντηση -, γεγονός που μετατρέπει το λεύκωμα κατά τα λεγόμενα του ίδιου του επιμελητή της έκδοσης και εκπροσώπου του Ιδρύματος Γουόρχολ, Μάικλ Ντέιτον Χέρμαν, σε ένα ολοζώντανο Instagram. Ενδεχομένως να μην έχει άδικο: ο Μπασκιά και ο Γουόρχολ πρωταγωνιστούν σε άπειρες φωτογραφίες από απανωτά πάρτυ ανάμεσα σε σαμπάνιες Cristal ή στο εργαστήριό τους, όπου προθερμαίνονταν κάνοντας βάρη, αλλού μεταμφιεσμένοι σε βραδιές Halloween ή απαθανατισμένοι καθώς τελειώνουν το συνηθισμένο τους πεντικιούρ - κάτι σαν παιχνίδι.
«Οι δυο τους έτρεφαν µια αµοιβαία αδυναµία µε δόσεις ερωτισµού, τουλάχιστον όσον αφορά τον Γουόρχολ»
Εκτός βέβαια από τους ίδιους, η φωτογραφική καταγραφή, συνοδευμένη από τις ημερολογιακές καταχωρήσεις του Γουόρχολ, περιλαμβάνει διάσημους αστέρες της εποχής που αναζητούσαν την παρέα του πιο περιζήτητου διδύμου της πόλης, η οποία ανθούσε συνδυάζοντας το underground και την πιο εξεζητημένη αναζήτηση. Αυτό είναι που κατάφερε να εκπροσωπήσει ο Μπασκιά, ο οποίος άφησε γρήγορα πίσω του τις εποχές όπου ζωγράφιζε τους δρόμους του Μανχάταν και έφτιαχνε στάμπες πάνω σε T-shirt. Γεννημένος στο γειτονικό Μπρούκλιν το 1960 - η μητέρα του ήταν από την Αϊτή και ο πατέρας του από το Πουέρτο Ρίκο-, κατάφερε να βρεθεί στην πρώτη γραμμή των φιλότεχνων που διψούσαν -με πρώτο από όλους τον ίδιο τον Γουόρχολ- για νέο, εξωτικό αίμα. Η Αμερική και ειδικά η Νέα Υόρκη είχε ήδη δει να ανθεί το κίνημα των «Μαύρων Πανθήρων» και χρειαζόταν τον «μεγάλο μαύρο καλλιτέχνη εκπρόσωπό της», όπως έλεγε ο διορατικός Γουόρχολ, ενώ στα μπαρ του Μανχάταν, εκτός από τις ποιητικές βραδιές, έδιναν και έπαιρναν οι συζητήσεις για τις άπειρες δυνατότητες του αμερικανικού εξπρεσιονισμού. Βρίσκοντας έναν μοναδικό, δικό του και εντελώς άγριο τρόπο να συνδυάσει τις δύο όψεις της επαναστατικής διαμαρτυρίας και του εξωτισμού που ήταν άμεσα συνυφασμένος με την καταγωγή του, ο αυτοδίδακτος Μπασκιά αφέθηκε στους εξπρεσιονιστικούς συμβολισμούς και μεγαλούργησε. Πολύ σύντομα από εντελώς άφραγκος κυκλοφορούσε με λιμουζίνες, ξόδευε 10.000 δολάρια σε αυθόρμητα πάρτυ κερνώντας σαμπάνιες και χαβιάρι τους φίλους του, φροντίζοντας πάντα να συνδυάζει με ένα απαράμιλλο στυλ τα Adidas του με πανάκριβα κομμάτια από το Comme de Garcons. Σε κάποια μάλιστα από τις εξορμήσεις του στο κεντρικό κατάστημα της διάσημης φίρμας στο Μανχάταν ερωτεύτηκε παράφορα την υπεύθυνη των πωλήσεων - έναν από τους μεγαλύτερους έρωτες της ζωής του.
Η έρωτας της Μαντόνα & οι άγνωστες φωτογραφίες
Ενας άλλος διάσημος έρωτάς του, που άνθησε όταν η διάσημη τραγουδίστρια ήταν στα πρώτα της βήματα, ήταν αυτός με τη Μαντόνα: ένα αδιανόητο τότε party animal, γνήσιο τέκνο της περιθωριακής σκηνής της Νέας Υόρκης, που με τις τρύπιες δαντέλες και το παρανοϊκό στυλ έγινε το σύμβολο της δεκαετίας που ανέδειξε και τον Μπασκιά. Οι δυο τους συναντήθηκαν σε αρκετά πάρτυ διατηρώντας πάντα επαφή και όταν η Μαντόνα οργάνωσε μεγάλη κλειστή βραδιά για φίλους για να γιορτάσει τους απανωτούς χρυσούς δίσκους σε κεντρικό κλαμπ του Μανχάταν φρόντισε να καλέσει μαζί τον Γουόρχολ και τον Μπασκιά. Οι δυο τους ήταν ήδη γνωστοί ως απαράμιλλο δίδυμο, με τον διάσημο συλλέκτη και καλλιτέχνη να τρέφουν μια αμοιβαία αδυναμία με δόσεις ερωτισμού, τουλάχιστον όσον αφορά τον Γουόρχολ, όπως φαίνεται από την ηδονοθηρική ματιά που χαρακτηρίζει πολλές από τις φωτογραφίες του.
Στο λεύκωμα των εκδόσεων Taschen παρατίθενται 400 φωτογραφίες, οι περισσότερες από τις οποίες βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας, από την κάμερα του Γουόρχολ -από τις 130.000 που βρέθηκαν στα αρχεία του. Τα αρνητικά έχουν παραχωρηθεί από το 2014 για σκανάρισμα και ταξινόημηση στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ στην Καλιφόρνια - και από εκεί ακριβώς προέρχεται και το υλικό του βιβλίου. Ο πανέμορφος και γνωστός για τις ερωτικές κατακτήσεις του- στην πλειονότητά τους κορίτσια, με εξαίρεση ελάχιστα αγόρια- Μπασκιά πρωταγωνιστεί σε κάθε ενσταντανέ μαγεύοντας και γοητεύοντας τον μοναδικό μέντορά του Γουόρχολ: μέσα στο παραβάν δοκιμάζοντας λευκά ρούχα, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80, και καταλήγοντας να ποζάρει ντυμένος με αυτά σαν μάρτυρας του ισλαμισμού, στο περίφημο πάρκο της πλατείας Ουάσινγκτον -εκεί «όπου άρχισαν όλα»- όπως λέει ο Γουόρχολ. Αλλού πάλι χαμογελάει ημίγυμνος στο κρεβάτι του σε πρωινή στύση, την οποία καταγράφει ο Γουόρχολ στο ημερολόγιό του, ή τρώγοντας γάλα με cheerios ενώ προηγουμένως έχει χτυπήσει δόσεις κρακ ή ηρωίνης. Σε πάρτυ ανάμεσα σε πανέμορφες υπάρξεις και με πανταχού παρόντα τον Κιθ Χέιρινγκ, τον οποίο φαίνεται να κερδίζει στα σημεία -και λόγω εμφάνισης-, αλλού παίζοντας μποξ πιωμένος, εν ώρα εργασίας, αργότερα στο «Indochine» μετά από κάποια εγκαίνια έκθεσης του ή στο «Le Cirque», σε απανωτά πάρτυ που διοργάνωνε ο ίδιος, με ελάχιστους ωστόσο καλεσμένους, όπως τον Βιμ Βέντερς, τιν Τζιμ Τζάρμους και τον Τομ Γουέιτς. Σε άλλη φαίνεται να γοητεύει για τα καλά την Μπιάνκα Τζάγκερ στο πάρτυ της σχεδιάστριας Νταϊάν φον Φίρστενμπεργκ με πλειάδα καλεσμένων.
Κάπου εκεί ανάμεσα παρεμβάλλονται τα επικά εξώφυλλα, όπως εκείνο των «New York Times» το 1985 που εκτόξευσε τις μετοχές του Μπασκιά στην αγορά έργων τέχνης στα ύψη. Αμέτρητα χρήματα άρχισαν να περνούν από τα χέρια του και εκείνος σε ηλικία 25 ετών, «καμένος» από τα ναρκωτικά και τις μεγάλες ιδέες, παρασυρμένος απόλυτα από τη δαιμονική φαντασία του και την παραφορά τραβάει τη ζωή του στα άκρα: ξοδεύει την περιουσία σε ακριβά ρούχα και σε συλλεκτικά αντικείμενα και όταν κινδυνεύει να πεθάνει βρίσκει το ύστατο καταφύγιο στην Αϊτή, όπου υποτίθεται προσπαθεί να καθαρίσει από την ηρωίνη. Εναν χρόνο πριν, το 1987, ο πνευματικός του πατέρας, συνοδοιπόρος και μέντοράς του Αντι Γουόρχολ βρίσκεται νεκρός από μετεγχειρητικές επιπλοκές σε ένα απρόσωπο κρεβάτι νοσοκομείου...
Χωρίς εκείνον ο Μπασκιά δεν τα κατάφερε, με αποτέλεσμα το πιο πολυτάλαντο αγόρι στον χώρο της τέχνης να πέσει νεκρό μόλις έναν χρόνο αργότερα, κατακαλόκαιρο του 1988, στην Great Jones Street, στην καρδιά της πόλης που τον λάτρεψε, από υπερβολική δόση ηρωίνης. Το χρονικό του θανάτου του ήταν όντως προδιαγεγραμμένο, αν και η τέχνη του ξεπέρασε τα δεδομένα της ηλικίας του και μιας ζωής στην οποία βασιλιάς δεν ήταν μόνο ο ίδιος, όπως ήθελε το περίοπτο σήμα κατατεθέν του, αλλά και ο Αντι Γουόρχολ. Στην τέχνη τα μεγέθη είναι αυτά που τη διαχωρίζουν από την πραγματικότητα και σε αυτή την περίπτωση τόσο ο Αντι Γουόρχολ όσο και ο Ζαν-Μισέλ Μπασκιά δεν έχουν ακόμα βρει κάποιο μέρος να χωρέσουν.
«Έναν χρόνο μετά τον θάνατο του Γουόρχολ, ο Μπασκιά πέφτει νεκρός από υπερβολική δόση ηρωίνης»
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr