Ηρώ Μπέζου: Μια σύγχρονη θεατρίνα παλιάς κοπής

«Οι άνθρωποι δεν είμαστε μόνο οι ιδιότητές μας»

Αγαπά το θεατρικό σανίδι, την παλιά μουσική, την αύρα των Πετραλώνων, τα βιβλία και τον κινηματογράφο. Απεχθάνεται τον φόβο και τα άγρια ένστικτα του ανταγωνισμού. Η ταλαντούχα ηθοποιός τα έχει βρει με τον εαυτό της - και μας δείχνει τον τρόπο.

Γνήσια καλλιτέχνιδα από την ώρα που γεννήθηκε, με την υποκριτική τέχνη κωδικοποιημένη στο DNA της, η Ηρώ Μπέζου αποδεικνύει ποια είναι από τον τρόπο που μιλάει, κινείται και σκέφτεται. Η φωνή της στο τραγούδι «Στην πλατεία Αμερικής» που μέχρι πριν από λίγες μέρες ερμήνευε στην παράσταση «Ούτε μέρα» του Μάκη Τσίτα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, όπου υποδυόταν μια τραγουδίστρια κάπου στα 60s, μοιάζει με απαλό κύμα ικανό να σε ταξιδέψει, έστω και για λίγο, μακριά από το δύσκολο σήμερα.

«Εχω ενέργεια, είμαι ευκίνητη και ομιλητική. Αυτό μεγεθύνεται κιόλας στη σκηνή όταν είναι απαραίτητο. Είναι όμως στην ιδιοσυγκρασία μου, δεν είναι κάτι ξένο», αναφέρει. Ωστόσο, ίσως δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η κόρη του Γιάννη Μπέζου και της Ναταλίας Τσαλίκη διαθέτει μια φωνή με εκπληκτική ωριμότητα που σε συνεπαίρνει. «Οι γονείς μου τραγουδούν, στην οικογένεια της μητέρας μου ήξεραν από μουσική. Στη σχολή η φωνή μου καλλιεργήθηκε περαιτέρω, ενώ στη συνέχεια χρειάστηκε να κάνω δύσκολα φωνητικά και σε παραστάσεις», διευκρινίζει. Το τελευταίο της κινηματογραφικό project είναι η ταινία του Αλέξανδρου Βούλγαρη «Winona». «Ηταν μια σπουδαία εμπειρία. Συγκινήθηκα πολύ στην προβολή της, αλλά και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων είχα έντονα συναισθήματα. Μου αρέσει να συνεργάζομαι με σκηνοθέτες που κάνουν κάτι πιο προσωπικό και αληθινό όπως ο Βούλγαρης - και το επιδιώκω», εξομολογείται.

Φόρεμα, July Τwo Atelier


Πόσο πάθος, πίστη και πείσμα όμως πρέπει να διαθέτει το παιδί δύο σπουδαίων ηθοποιών για να βαδίσει στο ίδιο μονοπάτι χωρίς το βάρος της «κληρονομιάς» να αποτελέσει τροχοπέδη στην εξέλιξή του; «Δεν είναι βέβαιο ότι θα κληρονομήσεις το ταλέντο των προγόνων σου. Ο κόσμος στέκεται στην επιφάνεια, θεωρεί ότι είσαι ευνοημένος. Ομως η επιθυμία σου να ασκήσεις ένα επάγγελμα είναι η μόνη πηγή δύναμης, το κυριότερο εφόδιό σου, το ισχυρότερο κίνητρο. Φροντίζω ώστε το περιβάλλον μου να με προστατεύει και να με βοηθά να εστιάζω στα ουσιώδη. Προσπαθώ να γεμίζω τη ζωή μου με ομορφιά και χιούμορ, να τη διαμορφώνω έτσι ώστε να μην περιστοιχίζομαι από άτομα που προσβάλλουν ή κολακεύουν για να αποκομίσουν κάτι. Οταν καταλάβω ότι κάτι με ευχαριστεί το κρατάω να μη μου φύγει», επισημαίνει.

Παρατηρώντας την κανείς αντιλαμβάνεται ότι έχει καταφέρει να βρει αυτή την εσωτερική ισορροπία που είναι πολύτιμη και αποτελεί συστατικό στοιχείο της ευτυχίας. «Η διαπίστωση των προτερημάτων μας είναι πάντα ανακουφιστική, αλλά ταυτόχρονα και μια παγίδα. Σίγουρα χαίρομαι όταν επαληθεύονται κάποια καλά μου στοιχεία, αλλά αποφεύγω να γαντζώνομαι από αυτά και να τα αντιμετωπίζω ως πηγή δύναμης, γιατί οι άνθρωποι δεν είμαστε μόνο οι ιδιότητές μας, είμαστε κάτι πολύ πιο πολύπλοκο. Τα χαρακτηριστικά μας είναι ως επί το πλείστον επίκτητα, είναι τρόποι που μας βοηθούν να συνδεθούμε και να επικοινωνήσουμε με τους άλλους. Εχει τύχει να δω κομμάτια του εαυτού μου που με απώθησαν, όπως φόβο ή ανταγωνισμό. Η ταύτιση με αυτά τα στοιχεία θα ήταν καταστροφική», τονίζει.

Σε ηλικία οκτώ ετών βρέθηκε μπροστά από τις τηλεοπτικές κάμερες καθώς συμμετείχε σε μερικά επεισόδια του επιτυχημένου σίριαλ «Εκείνες κι Εγώ». Αυτή όμως δεν ήταν η πρώτη φορά που εξέθετε τον εαυτό της μπροστά σε κοινό. «Θέατρο έπαιζα από πάντα. Από το νηπιαγωγείο μέχρι τη Γ’ Λυκείου. Ακόμα και τα καλοκαίρια στις διακοπές οργανώναμε με τους φίλους μου παραστάσεις. Είχα γράψει μάλιστα και ένα έργο στη Β’ Δημοτικού το οποίο επιχείρησα να ανεβάσω στο σχολείο. Οι γονείς μου με έπαιρναν μαζί στα πλατό των σίριαλ και το θέατρο. Τα παρασκήνια με μάγευαν. Ημουν συμφιλιωμένη με τη δουλειά των δικών μου, καθώς μεγάλωνα με τη γιαγιά μου που ήταν η δεύτερη μητέρα μου. Δεν ένιωσα πότε μοναξιά», αποκαλύπτει, και συμπληρώνει: «Δεν υπήρξε κάποιος που να θεωρώ μέντορα, δάσκαλό μου. Εχω καθοριστεί ως ηθοποιός από συνεργασίες κυρίως με συναδέλφους, ακόμα και συνομηλίκους μου. Οχι από κάποιον πολύ εμπειρότερο».

Σακάκι, πουκάμισο και παντελόνι, όλα Niriides Accessories


Η εξωραϊσμένη ψηφιακή πραγματικότητα των social media που έχει αναγάγει την αυτοπροβολή σε τέχνη μοιάζει να μη την αφορά. «Γνωρίζω αρκετά cool νέα παιδιά που αντιστέκονται σε αυτή την τάση. Ισως στα βόρεια προάστια ή στα στα νότια όλο αυτό να είναι πιο έντονο λόγω lifestyle. Ενημερώνομαι βέβαια και χαζεύω στο Facebook, καθώς γράφονται κείμενα, ανοίγουν διάλογοι... Θα ομολογήσω ότι είναι πιο φιλικό από το Instagram, αν και συχνά αποτελεί τόπο εκτόνωσης παθών και αποκαλύπτει κάτι τρομακτικό. Συνήθως μοιράζομαι κάποιες απόψεις με φίλους, άτομα παρόμοιας ιδεολογίας που γνωρίζω. Πολλές φορές μάλιστα έχει τύχει να διαφωνήσουμε σε επιμέρους ζητήματα. Κάποια στιγμή, λοιπόν, μπήκα στο προφίλ ενός παντελώς άγνωστου ατόμου, ενός διαδικτυακού φίλου από τους 3.000 που έχω, και είδα έναν τοίχο πολύ μακριά από αυτά που γνώριζα. Διαπίστωσα ότι είναι τρομακτικά αυτά που λέγονται, αλλά και η ευκολία με την οποία γράφονται. Ο τρόπος με τον οποίο κριτικάρονται από έργα τέχνης έως πόλεμοι είναι αστείος», δηλώνει.

Η απόσταση που κρατάει από τα social media, που αποτελούν τον κυριότερο τρόπο έκφρασης της γενιάς στην οποία ανήκει, επεκτείνεται και σε άλλες εκφάνσεις της ζωής της. «Τραγουδάω ρεμπέτικα, ακούω τζαζ, Βέμπο, Κάκια Μένδρη, Δανάη, Γούναρη... Με συγκινεί το ύφος του γραμμοφώνου, σκέφτομαι να αγοράσω πικ απ. Η αλήθεια είναι ότι με την ασφάλεια της απόστασης του χρόνου εξιδανικεύουμε εποχές. Ωστόσο, η εποχή μας έχει έναν κυνισμό που με απωθεί», υπογραμμίζει. Αν και επαγγελματικά φαίνεται πως έχει επιλέξει τον χώρο του θεάτρου και του κινηματογράφου, δεν θα μπορούσα να μην τη ρωτήσω τι πιστεύει για το σημερινό τηλεοπτικό τοπίο. Εχουμε την τηλεόραση που μας αξίζει; «Οι σειρές διατηρούν το στοιχείο της σαπουνόπερας ή ενός επεξηγηματικού σεναρίου. Είναι λίγες οι περιπτώσεις που έχουν ευφυές χιούμορ ή αξιόλογη αισθητική. Στατιστικά απευθύνονται περισσότερο σε μεγάλες ηλικίες. Αν υπήρχε κοινό που θα μπορούσε να υποστηρίξει σειρές όπως στο εξωτερικό, θα γίνονταν και αντίστοιχες δουλειές. Φυσικά είναι προτιμότερο να υπάρχουν -έστω αυτά- τα σίριαλ, γιατί έτσι δουλεύουν οι συνάδελφοι», απαντά με ειλικρίνεια, ενώ προσθέτει χωρίς ενοχές: «Για να χαλαρώσω μπορεί να δω και “MasterChef”, καθώς μου αρέσει να παρακολουθώ την τέχνη της μαγειρικής και τα μυστικά της».



Ζει στα Πετράλωνα, μια γραφική γειτονιά η οποία διαπνέεται ακόμα από την αύρα της παλιάς Αθήνας, στον ίσκιο του λόφου του Φιλοπάππου. Αν και φαίνεται ιδανικός τόπος για έναν εργένη με τα trendy στέκια που έχουν ανοίξει και το αστικό vibe που εκπέμπει, θα παρέμενε εκεί αν δημιουργούσε οικογένεια; «Με μεγάλη χαρά θα μεγάλωνα παιδιά στα Πετράλωνα, γιατί κάθε φορά που πηγαίνω στην πλατεία ή περνάω από την παιδική χαρά στο πάρκο Βουτιέ σχεδόν ζηλεύω τα παιδιά που παίζουν. Ποδήλατα, σκυλάκια, όλα συνηγορούν υπέρ. Είναι μια περιοχή ζωντανή», αποκρίνεται.

Ομολογεί ότι ήταν ένθερμη οπαδός του Netflix, ώσπου κατάλαβε ότι μπορεί να γίνει τοξικό. Ετσι, στράφηκε και πάλι στην άλλη μεγάλη της αγάπη, το διάβασμα. Πρόσφατα τελείωσε τις «Εκλεκτές Συγγένειες» του Γκαίτε. «Τα βιβλία επιλέγουν να παρουσιάζουν συνήθως θερμά αισθήματα που διογκώνονται από εμπόδια, απόσταση ή αντιξοότητες. Πριν λίγο καιρό διάβασα τα “Ανεμοδαρμένα Υψη”, μια υπέροχη ιστορία για έναν βαθύ και απόλυτο δεσμό που δεν εκπληρώθηκε λόγω αυτής ακριβώς της απόλυτης φύσης του. Δεν επιθυμώ να ζήσω κάτι καταστροφικό γιατί ξέρω ότι θα κάνω ουσιαστικά παρέα μόνο με τον εαυτό μου. Θα συνδιαλέγομαι με το πάθος μου, όχι με τον άλλον. Με ενδιαφέρει μια σχέση βαθιά και ρομαντική, χωρίς αυτό να συνοδεύεται από καταστάσεις που θα άξιζε κανείς να διαβάσει ή να δει στο σινεμά», επισημαίνει. Αγαπά εξίσου όμως και τον καλό κινηματογράφο. Ξεχωρίζει τη Σίρλεϊ ΜακΛέιν γιατί -όπως λέει- είναι αστεία και όμορφη ταυτόχρονα.

Φόρεμα, July Τwo Atelier


Εχει καταφέρει να βιοπορίζεται από τη δουλειά της κάνοντας τις επιλογές που την αντιπροσωπεύουν - και θεωρεί το γεγονός αυτό μια κατάκτηση. Είναι. «Εστιάζω, συγκεντρώνομαι, δεν αποσπώμαι εύκολα. Ο επόμενος στόχος μου είναι να μάθω να οδηγώ για να κάνω ταξίδια. Οχι πολύ μακρινά: Ελλάδα,Τοσκάνη, Κωνσταντινούπολη», αναφέρει, με την ευχή να έρθει γρήγορα η ώρα που τα όνειρά της θα μπορούν να εκπληρωθούν, χωρίς τους περιορισμούς που αυτή τη στιγμή επιβάλλουν οι συνθήκες μιας πανδημίας ◆
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr