Απόστολος Πετράκης: Όταν ο απαγωγέας του Περικλή Παναγόπουλου ζήλωσε τη Δόξα (Δράμας)
Απόστολος Πετράκης: Όταν ο απαγωγέας του Περικλή Παναγόπουλου ζήλωσε τη Δόξα (Δράμας)
Ο σκληρός Κρητικός που ανέλαβε την ευθύνη για την απαγωγή του εφοπλιστή αποφάσισε να εμπλακεί ως σύμβουλος στην αγορά της ποδοσφαιρικής ομάδας - Η διαδρομή από την Επισκοπή Ρεθύμνου στην Αθήνα, η εμπλοκή με τη νύχτα, οι δύο γάμοι, οι φυλακές και η ζωή μετά
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Μιλώντας προ ημερών με έναν φίλο του ο Απόστολος Πετράκης του είπε ότι δεν περίμενε να δημιουργηθεί τόσο μεγάλος ντόρος όταν έγινε γνωστό ότι σχετίζεται στην αγορά της Δόξας Δράμας.
Παρότι δήλωσε σε συνεντεύξεις του ότι είναι απλώς σύμβουλος των δύο επιχειρηματιών που αγόρασαν την ομάδα -ο ίδιος λόγω ποινικού μητρώου και καταδίκης δεν έχει το δικαίωμα να είναι ποδοσφαιρικός παράγοντας-, όλοι έγραψαν για τον απαγωγέα του εφοπλιστή που αγόρασε τη Δόξα. «Πίστευα ότι δεν θα γίνει τόσος θόρυβος», τόνισε στον συνομιλητή του. «Ειδικά από τη στιγμή που έχω πληρώσει για τα λάθη μου», συμπλήρωσε ο 45χρονος Κρητικός.
Είναι ο άνθρωπος που πήρε πάνω του την απαγωγή του αείμνηστου εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου η οποία συγκλόνισε την Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 2009, εμφανιζόμενος ως ο «εγκέφαλος» πίσω από το εγχείρημα.
Ο 34χρονος τότε Πετράκης ήταν ήδη γνωστός στους κύκλους της νύχτας ως ο σκληρός Κρητικός, που όμως δεν τράβαγε πιστόλι για ψύλλου πήδημα. Προτιμούσε να λύνει τις όποιες διαφορές προέκυπταν στη δουλειά του συνήθως με κουβέντα και όταν η κατάσταση έφτανε σε οριακό σημείο με αυτό το διαπεραστικό βλέμμα του.
«Σε κάρφωνε με τα μάτια του ο Απόστολος και αυτό σήμαινε ότι καλό θα ήταν να λήξει το θέμα εκείνη τη στιγμή», έλεγε σε παρέα προ ημερών φίλος του από τα παλιά.
Τότε που ο Πετράκης ήταν ένας αψύς νεαρός Κρητικός που δεν τον χώραγε το χωριό του, η Επισκοπή Ρεθύμνου, εκεί όπου μικρός κλώτσαγε μαζί με τους φίλους του μια μπάλα ποδοσφαίρου. Ηταν καλός μπαλαδόρος, αλλά όχι τόσο ώστε να ξεχωρίσει και να διαπρέψει ως ποδοσφαιριστής, οπότε επέλεξε έναν άλλο δρόμο ο οποίος τον οδήγησε σε άλλα μονοπάτια και σταδιακά στο μεγαλύτερο κόλπο της ζωής του.
Ο οδηγός που έγινε παίκτης της νύχτας
Ο Απόστολος Πετράκης μεγάλωσε, θαρρείς, απότομα, όταν έμαθε ότι θα γίνει πατέρας, λίγο προτού τελειώσει τη στρατιωτική του θητεία ενώ είχε ήδη ξεκινήσει να δουλεύει στη νύχτα.
Ξεκίνησε από τα χαμηλά ως σερβιτόρος, προβιβάστηκε αργότερα σε μπάρμαν και μετά σε πορτιέρη, όμως ο ερχομός του πρώτου του παιδιού άλλαξε άρδην τις επαγγελματικές του προτεραιότητες.
Μετακόμισε στην Αθήνα και ξεκίνησε να δουλεύει ως οδηγός και σωματοφύλακας στον γιο πολύ γνωστού επιχειρηματία, ενώ παράλληλα άρχισε να κάνει νέες γνωριμίες αλλά και να αξιοποιεί παλιότερες. Η είσοδός του στη νύχτα ήταν το επόμενο βήμα: ξεκίνησε με την παροχή προστασίας σε όποιον του το ζητούσε, σύμφωνα με το περιβάλλον του, αφού το όνομά του άρχισε να γίνεται γνωστό σταδιακά.
Η απόφασή του να αφήσει τη δουλειά του οδηγού-σωματοφύλακα διεύρυνε τον κύκλο της δουλειάς του στη νύχτα και τα μαγαζιά που είχε υπό τον έλεγχό του πολλαπλασιάζονταν σταδιακά. Οι άνθρωποι που τον έχουν γνωρίσει λένε ότι, ανεξαρτήτως των όσων έχουν γραφτεί κατά καιρούς, ο λόγος του Πετράκη είναι συμβόλαιο και δεν τον έχει πατήσει ποτέ.
Παρότι δήλωσε σε συνεντεύξεις του ότι είναι απλώς σύμβουλος των δύο επιχειρηματιών που αγόρασαν την ομάδα -ο ίδιος λόγω ποινικού μητρώου και καταδίκης δεν έχει το δικαίωμα να είναι ποδοσφαιρικός παράγοντας-, όλοι έγραψαν για τον απαγωγέα του εφοπλιστή που αγόρασε τη Δόξα. «Πίστευα ότι δεν θα γίνει τόσος θόρυβος», τόνισε στον συνομιλητή του. «Ειδικά από τη στιγμή που έχω πληρώσει για τα λάθη μου», συμπλήρωσε ο 45χρονος Κρητικός.
Είναι ο άνθρωπος που πήρε πάνω του την απαγωγή του αείμνηστου εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου η οποία συγκλόνισε την Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 2009, εμφανιζόμενος ως ο «εγκέφαλος» πίσω από το εγχείρημα.
Ο 34χρονος τότε Πετράκης ήταν ήδη γνωστός στους κύκλους της νύχτας ως ο σκληρός Κρητικός, που όμως δεν τράβαγε πιστόλι για ψύλλου πήδημα. Προτιμούσε να λύνει τις όποιες διαφορές προέκυπταν στη δουλειά του συνήθως με κουβέντα και όταν η κατάσταση έφτανε σε οριακό σημείο με αυτό το διαπεραστικό βλέμμα του.
«Σε κάρφωνε με τα μάτια του ο Απόστολος και αυτό σήμαινε ότι καλό θα ήταν να λήξει το θέμα εκείνη τη στιγμή», έλεγε σε παρέα προ ημερών φίλος του από τα παλιά.
Τότε που ο Πετράκης ήταν ένας αψύς νεαρός Κρητικός που δεν τον χώραγε το χωριό του, η Επισκοπή Ρεθύμνου, εκεί όπου μικρός κλώτσαγε μαζί με τους φίλους του μια μπάλα ποδοσφαίρου. Ηταν καλός μπαλαδόρος, αλλά όχι τόσο ώστε να ξεχωρίσει και να διαπρέψει ως ποδοσφαιριστής, οπότε επέλεξε έναν άλλο δρόμο ο οποίος τον οδήγησε σε άλλα μονοπάτια και σταδιακά στο μεγαλύτερο κόλπο της ζωής του.
Ο οδηγός που έγινε παίκτης της νύχτας
Ο Απόστολος Πετράκης μεγάλωσε, θαρρείς, απότομα, όταν έμαθε ότι θα γίνει πατέρας, λίγο προτού τελειώσει τη στρατιωτική του θητεία ενώ είχε ήδη ξεκινήσει να δουλεύει στη νύχτα.
Ξεκίνησε από τα χαμηλά ως σερβιτόρος, προβιβάστηκε αργότερα σε μπάρμαν και μετά σε πορτιέρη, όμως ο ερχομός του πρώτου του παιδιού άλλαξε άρδην τις επαγγελματικές του προτεραιότητες.
Μετακόμισε στην Αθήνα και ξεκίνησε να δουλεύει ως οδηγός και σωματοφύλακας στον γιο πολύ γνωστού επιχειρηματία, ενώ παράλληλα άρχισε να κάνει νέες γνωριμίες αλλά και να αξιοποιεί παλιότερες. Η είσοδός του στη νύχτα ήταν το επόμενο βήμα: ξεκίνησε με την παροχή προστασίας σε όποιον του το ζητούσε, σύμφωνα με το περιβάλλον του, αφού το όνομά του άρχισε να γίνεται γνωστό σταδιακά.
Η απόφασή του να αφήσει τη δουλειά του οδηγού-σωματοφύλακα διεύρυνε τον κύκλο της δουλειάς του στη νύχτα και τα μαγαζιά που είχε υπό τον έλεγχό του πολλαπλασιάζονταν σταδιακά. Οι άνθρωποι που τον έχουν γνωρίσει λένε ότι, ανεξαρτήτως των όσων έχουν γραφτεί κατά καιρούς, ο λόγος του Πετράκη είναι συμβόλαιο και δεν τον έχει πατήσει ποτέ.
«Δούλεψα χρόνια στη νύχτα και δεν κατηγορήθηκα ποτέ για τίποτε», συνηθίζει να λέει σε όσους τον ρωτάνε για τη διαδρομή του συμπληρώνοντας με νόημα: «Μου άρεσε η νύχτα». Η νύχτα όμως κρύβει πολλά πίσω από τα φώτα που λάμπουν στα μαγαζιά.
Ο Πετράκης δεν αρνήθηκε ποτέ σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ότι δεν υπήρξαν καβγάδες ή συμπλοκές, ούτε αρνήθηκε και ότι οπλοφορούσε. Θεωρεί όμως πολύ σημαντικό το ότι δεν τραυματίστηκε ποτέ, επιδιώκοντας πάντα να μην τραβήξει πιστόλι και γνωρίζοντας ότι αν συμβεί κάτι τέτοιο θα έπρεπε να πυροβολήσει.
Οπως όλοι οι σοβαροί «συνάδελφοί» του, δεν έδειχνε ποτέ το όπλο του προς εκφοβισμό κάποιου που τον είχε πειράξει ή είχε μπει στα χωράφια του θέλοντας να δοκιμάσει τον αψύ Κρητικό. Για πολλούς φίλους του, ήταν σκληρός με τους σκληρούς, οι οποίοι δεν έπαιρναν από λόγια, προστάτευε τους αδύναμους και ήταν πάντα δίκαιος στις δοσοληψίες του.
Εως το 2009 ήταν ένας σοβαρός παίχτης στα κυκλώματα της νύχτας. Πατέρας ενός παιδιού από τον πρώτο του γάμο που δεν τελεσφόρησε και κάτοικος νοτίων προαστίων -έμενε στο κέντρο της Γλυφάδας-, ντυνόταν με κοστούμια Armani, κυκλοφορούσε με εντυπωσιακές γυναίκες, είχε φίλους γνωστούς τραγουδιστές και πήγαινε στα πιο in μαγαζιά.
Κανείς δεν ήξερε πότε αποφάσισε να εμπλακεί στην απαγωγή του Περικλή Παναγόπουλου, μια ενέργεια που άλλαξε για πάντα τη ζωή του και τον έστειλε φυλακή. Είχε προλάβει πάντως να γνωρίσει την καλλονή Φλορεντίνα Λοβίν από τη Ρουμανία, τη γυναίκα που πήγε την προσωπική του ζωή σε άλλον δρόμο, αυτή που του στάθηκε στις πιο δύσκολες στιγμές του.
Η φυγή που δεν έγινε ποτέ και ο γάμος
Το βράδυ που τον συνέλαβαν ο Πετράκης διασκέδαζε με μεγάλη παρέα σε γνωστό κλαμπ, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Νίκος Αγούδημος, γιος του αείμνηστου καπετάν Μάκη. Από τη στιγμή που δεν ομολόγησε αρχικά τον βασικό ρόλο του στην απαγωγή του ηλικιωμένου εφοπλιστή, ο Απόστολος Πετράκης προφυλακίστηκε στις Φυλακές Αλικαρνασσού τον Ιούλιο του 2009.
Ηταν ήδη ερωτευμένος με τη Φλορεντίνα και αυτό που τον ένοιαζε πρωτίστως ήταν να της δείξει ότι θέλει να είναι μαζί για πάντα, ειδικά στα δύσκολα.
Το ζευγάρι αρραβωνιάστηκε έναν χρόνο μετά, χωρίς να υπολογίζει την ποινή που θα έπρεπε να εκτίσει ο Πετράκης, ο οποίος μπορεί να μη μίλησε στους αστυνομικούς, αλλά μίλαγε σε άλλους. Μετά την παρέλευση του 18μηνου της προφυλάκισης αφέθηκε ελεύθερος και εκεί άρχισαν τα στοιχήματα για το αν θα μείνει να δικαστεί ή θα την κοπανήσει για κάποια χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Το ξεκαθάρισε σε συνέντευξη που παραχώρησε σε κυριακάτικη εφημερίδα και στην οποία είπε ξεκάθαρα ότι δεν σκόπευε να φύγει αλλά θα έμενε να δικαστεί και να πληρώσει το ανάλογο τίμημα. «Οταν νιώθεις κυνηγημένος δεν έχεις περιθώρια να κάνεις όνειρα και να επενδύσεις στο μέλλον. Δεν θα μπορούσα να ζήσω με αυτό τον εφιάλτη όπου και να είμαι, όσο καλά και αν περνάω, να περιμένω να μου χτυπήσουν την πόρτα οι διώκτες μου. Καλύτερα να με σκοτώσουν...».
Η Αστυνομία τον παρακολουθούσε και αυτός το ήξερε, αλλά όλες οι κινήσεις του ως ελεύθερου πολίτη δεν έδειχναν άνθρωπο που ετοιμάζεται να διαφύγει αλλά περιμένει να δικαστεί. Ο αστικός μύθος ότι υπήρχε ακόμη και πλοίο έτοιμο να τον μεταφέρει στην Ουρουγουάη θέτοντας ένα ειδικό σχέδιο διαφυγής δεν είναι ψεύτικος.
Μιλώντας σε φίλους του ο Πετράκης τούς είπε ότι αν το επιθυμούσε θα μπορούσε να το κάνει αντί να παρουσιαστεί στη δικαστική αίθουσα, εκεί όπου αντίκρισε ξανά τον Περικλή Παναγόπουλο. Στην απολογία του μίλησε για πολλά, αρνήθηκε ότι ήταν ο διαπραγματευτής στις συνομιλίες με την Κατερίνα Παναγοπούλου -κάτι που επιβεβαίωσε και η ίδια στην κατάθεσή της-, ενώ προσπάθησε να «αθωώσει» τους εμπλεκόμενους Ιωάννη Θοδωράκη, Μανώλη Σκαρλάτο και Γιώργο Κατσαγάνη.
Στη συνέντευξη που είχε παραχωρήσει το 2011 είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν θα αποκαλύψει ονόματα και διευθύνσεις, όπως το μέρος όπου κρατούσαν τον εφοπλιστή.
«Το γεγονός ότι δεν βρήκαν το σημείο όπου κρατούσαμε όμηρο τον εφοπλιστή αποδεικνύει πόσο άριστα σχεδιασμένα ήταν όλα», τόνισε, συμπληρώνοντας με νόημα: «Τώρα, όσο για τα 30 εκατ. ευρώ, όσο και να ιδρώσουν δεν θα τα βρουν, ακόμη και μπουλντόζες να φέρουν».
Τα 24 χρόνια και 6 μήνες φυλακή που του επιβλήθηκαν τον έστειλαν για 8,5 χρόνια σε διάφορες φυλακές της Ελλάδας, από τον Κορυδαλλό και τον Δομοκό μέχρι τα Χανιά.
Ηταν υποδειγματικός κρατούμενος, επέστρεφε πάντα από τις άδειές του και τον Μάιο του 2016 παντρεύτηκε τη Φλορεντίνα Λοβίν στο Δημαρχείο Ρεθύμνου, στην αίθουσα «Αγιος Λάζαρος». Μαζί της απέκτησε δύο παιδιά και πλέον κυκλοφορεί ελεύθερος, αλλά με περιοριστικούς όρους που του απαγορεύουν την έξοδο από τη χώρα και τον υποχρεώνουν να εμφανίζεται στο Αστυνομικό Τμήμα. Εξακολουθεί να διαθέτει μαγαζιά εστίασης στην Κρήτη, αλλά, όπως φάνηκε τις τελευταίες ημέρες, το ποδόσφαιρο παραμένει ένα μεγάλο πάθος του.
Ο για πολλούς νέος ιδιοκτήτης της Δόξας Δράμας θεωρεί ότι είναι αδικία να μπορεί να ψηφίζει, αλλά να μην μπορεί να είναι διοικητικός παράγοντας σε μια ποδοσφαιρική ομάδα. Καιρός είναι να μάθει ότι, θέλοντας και μη, θα πρέπει να ζήσει με αυτό το δεδομένο, όσο κι αν θεωρεί ο ίδιος ότι έχει ξεπλυθεί από τις ανομίες του.
Οπως έλεγε σε κοντινό του πρόσωπο: «Νιώθω καλά με τον εαυτό μου και σε προσωπικό επίπεδο δεν με ενδιαφέρει τι γράφεται για μένα. Οι γονείς μου όμως είναι μεγάλοι άνθρωποι και δεν φταίνε σε τίποτε να διαβάζουν και να ακούνε συνέχεια για το παιδί τους».
Κάποιος όμως που επέλεξε να κινηθεί σε παράνομα μονοπάτια, από αυτά που όταν τα περπατήσει κανείς τον ακολουθούν για πάντα, ειδικά όταν έχει παραδεχτεί ότι ήταν ο εμπνευστής μιας απαγωγής που συγκλόνισε την Ελλάδα και έκανε τον ίδιο και κάποιους άλλους πλουσιότερους κατά 30 εκατ. ευρώ.
Η απαγωγή των €30 εκατ. που συγκλόνισε την Ελλάδα
Ο Περικλής Παναγόπουλος ξύπνησε με καλή διάθεση το πρωί της 12ης Ιανουαρίου του 2009. Θα κατευθυνόταν στα γραφεία της ναυτιλιακής του εταιρείας. Επιβιβάστηκε στη Mercedes του, ο οδηγός του έβαλε μπροστά και ξεκίνησαν τη συνήθη καθημερινή διαδρομή τους, χωρίς να φαντάζονται ότι λίγα μέτρα πιο κάτω τρεις άνδρες με μάσκες, ντυμένοι στα μαύρα και με αυτόματα στα χέρια, τους περίμεναν μέσα σε ένα λευκό βαν.
Μόλις η Mercedes του εφοπλιστή μπήκε στην οδό Ακτής, το βαν τής έκλεισε τον δρόμο και οι τρεις μασκοφόροι, αφού ακινητοποίησαν τον οδηγό και του πήραν το πιστόλι, έβγαλαν έξω τον Παναγόπουλο. Αφού τον έβαλαν στο βαν, απομακρύνθηκαν με ταχύτητα προς άγνωστη κατεύθυνση, ενώ η Αστυνομία που ειδοποιήθηκε άμεσα άρχισε τις έρευνες για το λευκό όχημα.
Ενας από τους άνδρες είναι ο Απόστολος Πετράκης, αυτός που έκανε τζόγκινγκ επί μέρες στην περιοχή, παρακολουθώντας την καθημερινή αναχώρηση του εφοπλιστή, την ώρα και τον περιβάλλοντα χώρο.
Το χρονικό των 192 ωρών
Η σύζυγος και τα παιδιά του εφοπλιστή ενημερώνονται άμεσα και περιμένουν με αγωνία την πρώτη επικοινωνία των απαγωγέων για να μάθουν τις απαιτήσεις τους. Οι τελευταίοι πηγαίνουν με το βαν στον σκουπιδότοπο του Υμηττού, το εγκαταλείπουν και αφού του βάζουν φωτιά για να σβήσουν τυχόν ίχνη, επιβιβάζονται σε άλλο αυτοκίνητο και βάζουν τον Παναγόπουλο στο πορτμπαγκάζ. Αναχωρούν και φτάνουν σε ένα κρησφύγετο όπου το μόνο ντεκόρ, σύμφωνα με όσα έγραψε μετά στο βιβλίο του ο εφοπλιστής, ήταν ένας καναπές και μια τηλεόραση συντονισμένη σε ένα μόνο κανάλι.
Εκεί τον βάζουν να φορέσει μαύρα ρούχα, του φοράνε χειροπέδες και τον δένουν με μια χοντρή και βαριά αλυσίδα «σαν αυτές που χρησιμοποιούν για τις άγκυρες των κότερων», όπως την περιέγραψε ο ίδιος ο εφοπλιστής.
Ο Πετράκης τού μαγειρεύει, φροντίζει για τα φάρμακά του και όταν του μιλάει χρησιμοποιεί πληθυντικό ευγενείας, ενώ αρκετά βράδια συζητάει μαζί του για ώρες.
Οσοι έζησαν από κοντά το χρονικό των 192 ωρών σίγουρα δεν το ξέχασαν ποτέ, ίσως και χάρη στην κυρία Κατερίνα Παναγοπούλου, η οποία, επιστρατεύοντας απίστευτα αποθέματα ψυχραιμίας, πήρε το παιχνίδι των διαπραγματεύσεων πάνω της. Ηταν κάτι άλλωστε που το είχε ζητήσει ο ίδιος ο εφοπλιστής λέγοντας στους απαγωγείς: «Θα μιλάτε μόνο με τη γυναίκα μου», αφήνοντας έξω από τη διαπραγμάτευση τα παιδιά του.
Εκείνες τις ώρες η Κατερίνα Παναγοπούλου κάνει τα πάντα προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο άνθρωπός της δεν θα κινδυνέψει κατά τη διάρκεια της ομηρίας του. Τις επόμενες ημέρες και τις αξημέρωτες νύχτες οι απαγωγείς μιλούν αποκλειστικά μαζί της και τελικά κλείνουν στα 30 εκατ. ευρώ ακατέβατα, σε μικρά χαρτονομίσματα με τυχαίους σειριακούς αριθμούς.
Στις 19 Ιανουαρίου και μετά από πολύωρα ταξίδια την προηγούμενη μέρα -έφτασε μέχρι την Θεσσαλονίκη οδικώς- η κυρία Παναγοπούλου αφήνει τελικά τα λύτρα σε μια ερημική τοποθεσία, κάτω από μια γέφυρα στο Ακραίφνιο Βοιωτίας, την οποία της είχαν υποδείξει οι απαγωγείς, αφού βεβαιώθηκαν ότι δεν υπήρχε εμπλοκή της Αστυνομίας.
Ο εφοπλιστής εντοπίστηκε από το πλήρωμα ενός περιπολικού, λίγες ώρες αργότερα, να κάθεται στο παγκάκι ενός πάρκινγκ επί της εθνικής οδού Αθηνών - Κορίνθου στην περιοχή ανάμεσα στον Σκαραμαγκά και το Δαφνί. Μαζί του είχε το πιστόλι του οδηγού του, το οποίο του επέστρεψαν άδειο οι απαγωγείς όταν τον απελευθέρωσαν.
Επέστρεψε στο σπίτι του και την επομένη πήγε στη δουλειά του σαν να μην είχε περάσει μια από τις μεγαλύτερες δοκιμασίες της ζωής του.
Χρόνια αργότερα η Κατερίνα Παναγοπούλου επέστρεψε ξανά σε εκείνη τη γέφυρα στο Ακραίφνιο, εκεί όπου άφησε τα λύτρα που δεν βρέθηκαν ποτέ, προκειμένου να δει ξανά ζωντανό τον σύζυγό της.
Ο Περικλής Παναγόπουλος, παρά τα όσα πέρασε, δεν αμέλησε να ευχαριστήσει τηλεφωνικά, λίγες ημέρες μετά το τέλος της περιπέτειάς του, τους ανθρώπους που είχαν μιλήσει δημόσια γι’ αυτόν κατά τη διάρκεια της ομηρίας του.
Ανάμεσά τους ήταν και ένας γνωστός του εύσωμος δημοσιογράφος, ο οποίος είχε βγει στην τηλεόραση αρκετές φορές για να μιλήσει. Οταν τον συνάντησε λίγες εβδομάδες μετά στο ξενοδοχείο «Metropolitan» έσκυψε στο αυτί και του είπε χαμογελώντας: «Αν ήσουν εσύ, Σάββα, δεν θα χώραγες στο πορτμπαγκάζ».
Ειδήσεις σήμερα:
Αμαύρωσαν το μνημείο των θυμάτων της Μαρφίν μετά την πορεία για τον θανατο του Ζακ Κωστόπουλου
Δεκατρία κρούσματα κορωνοϊού από μια... αγκαλιά στη Μακάμπι του Δώνη
Τα «βρώμικα» των τραπεζών στη φόρα: Ξέπλυμα τρισεκατομμυρίων από τα μεγαλύτερα ιδρύματα παγκοσμίως
Ο Πετράκης δεν αρνήθηκε ποτέ σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ότι δεν υπήρξαν καβγάδες ή συμπλοκές, ούτε αρνήθηκε και ότι οπλοφορούσε. Θεωρεί όμως πολύ σημαντικό το ότι δεν τραυματίστηκε ποτέ, επιδιώκοντας πάντα να μην τραβήξει πιστόλι και γνωρίζοντας ότι αν συμβεί κάτι τέτοιο θα έπρεπε να πυροβολήσει.
Οπως όλοι οι σοβαροί «συνάδελφοί» του, δεν έδειχνε ποτέ το όπλο του προς εκφοβισμό κάποιου που τον είχε πειράξει ή είχε μπει στα χωράφια του θέλοντας να δοκιμάσει τον αψύ Κρητικό. Για πολλούς φίλους του, ήταν σκληρός με τους σκληρούς, οι οποίοι δεν έπαιρναν από λόγια, προστάτευε τους αδύναμους και ήταν πάντα δίκαιος στις δοσοληψίες του.
Εως το 2009 ήταν ένας σοβαρός παίχτης στα κυκλώματα της νύχτας. Πατέρας ενός παιδιού από τον πρώτο του γάμο που δεν τελεσφόρησε και κάτοικος νοτίων προαστίων -έμενε στο κέντρο της Γλυφάδας-, ντυνόταν με κοστούμια Armani, κυκλοφορούσε με εντυπωσιακές γυναίκες, είχε φίλους γνωστούς τραγουδιστές και πήγαινε στα πιο in μαγαζιά.
Κανείς δεν ήξερε πότε αποφάσισε να εμπλακεί στην απαγωγή του Περικλή Παναγόπουλου, μια ενέργεια που άλλαξε για πάντα τη ζωή του και τον έστειλε φυλακή. Είχε προλάβει πάντως να γνωρίσει την καλλονή Φλορεντίνα Λοβίν από τη Ρουμανία, τη γυναίκα που πήγε την προσωπική του ζωή σε άλλον δρόμο, αυτή που του στάθηκε στις πιο δύσκολες στιγμές του.
Η φυγή που δεν έγινε ποτέ και ο γάμος
Το βράδυ που τον συνέλαβαν ο Πετράκης διασκέδαζε με μεγάλη παρέα σε γνωστό κλαμπ, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Νίκος Αγούδημος, γιος του αείμνηστου καπετάν Μάκη. Από τη στιγμή που δεν ομολόγησε αρχικά τον βασικό ρόλο του στην απαγωγή του ηλικιωμένου εφοπλιστή, ο Απόστολος Πετράκης προφυλακίστηκε στις Φυλακές Αλικαρνασσού τον Ιούλιο του 2009.
Ηταν ήδη ερωτευμένος με τη Φλορεντίνα και αυτό που τον ένοιαζε πρωτίστως ήταν να της δείξει ότι θέλει να είναι μαζί για πάντα, ειδικά στα δύσκολα.
Το ζευγάρι αρραβωνιάστηκε έναν χρόνο μετά, χωρίς να υπολογίζει την ποινή που θα έπρεπε να εκτίσει ο Πετράκης, ο οποίος μπορεί να μη μίλησε στους αστυνομικούς, αλλά μίλαγε σε άλλους. Μετά την παρέλευση του 18μηνου της προφυλάκισης αφέθηκε ελεύθερος και εκεί άρχισαν τα στοιχήματα για το αν θα μείνει να δικαστεί ή θα την κοπανήσει για κάποια χώρα της Λατινικής Αμερικής.
Το ξεκαθάρισε σε συνέντευξη που παραχώρησε σε κυριακάτικη εφημερίδα και στην οποία είπε ξεκάθαρα ότι δεν σκόπευε να φύγει αλλά θα έμενε να δικαστεί και να πληρώσει το ανάλογο τίμημα. «Οταν νιώθεις κυνηγημένος δεν έχεις περιθώρια να κάνεις όνειρα και να επενδύσεις στο μέλλον. Δεν θα μπορούσα να ζήσω με αυτό τον εφιάλτη όπου και να είμαι, όσο καλά και αν περνάω, να περιμένω να μου χτυπήσουν την πόρτα οι διώκτες μου. Καλύτερα να με σκοτώσουν...».
Η Αστυνομία τον παρακολουθούσε και αυτός το ήξερε, αλλά όλες οι κινήσεις του ως ελεύθερου πολίτη δεν έδειχναν άνθρωπο που ετοιμάζεται να διαφύγει αλλά περιμένει να δικαστεί. Ο αστικός μύθος ότι υπήρχε ακόμη και πλοίο έτοιμο να τον μεταφέρει στην Ουρουγουάη θέτοντας ένα ειδικό σχέδιο διαφυγής δεν είναι ψεύτικος.
Μιλώντας σε φίλους του ο Πετράκης τούς είπε ότι αν το επιθυμούσε θα μπορούσε να το κάνει αντί να παρουσιαστεί στη δικαστική αίθουσα, εκεί όπου αντίκρισε ξανά τον Περικλή Παναγόπουλο. Στην απολογία του μίλησε για πολλά, αρνήθηκε ότι ήταν ο διαπραγματευτής στις συνομιλίες με την Κατερίνα Παναγοπούλου -κάτι που επιβεβαίωσε και η ίδια στην κατάθεσή της-, ενώ προσπάθησε να «αθωώσει» τους εμπλεκόμενους Ιωάννη Θοδωράκη, Μανώλη Σκαρλάτο και Γιώργο Κατσαγάνη.
Στη συνέντευξη που είχε παραχωρήσει το 2011 είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν θα αποκαλύψει ονόματα και διευθύνσεις, όπως το μέρος όπου κρατούσαν τον εφοπλιστή.
«Το γεγονός ότι δεν βρήκαν το σημείο όπου κρατούσαμε όμηρο τον εφοπλιστή αποδεικνύει πόσο άριστα σχεδιασμένα ήταν όλα», τόνισε, συμπληρώνοντας με νόημα: «Τώρα, όσο για τα 30 εκατ. ευρώ, όσο και να ιδρώσουν δεν θα τα βρουν, ακόμη και μπουλντόζες να φέρουν».
Τα 24 χρόνια και 6 μήνες φυλακή που του επιβλήθηκαν τον έστειλαν για 8,5 χρόνια σε διάφορες φυλακές της Ελλάδας, από τον Κορυδαλλό και τον Δομοκό μέχρι τα Χανιά.
Ηταν υποδειγματικός κρατούμενος, επέστρεφε πάντα από τις άδειές του και τον Μάιο του 2016 παντρεύτηκε τη Φλορεντίνα Λοβίν στο Δημαρχείο Ρεθύμνου, στην αίθουσα «Αγιος Λάζαρος». Μαζί της απέκτησε δύο παιδιά και πλέον κυκλοφορεί ελεύθερος, αλλά με περιοριστικούς όρους που του απαγορεύουν την έξοδο από τη χώρα και τον υποχρεώνουν να εμφανίζεται στο Αστυνομικό Τμήμα. Εξακολουθεί να διαθέτει μαγαζιά εστίασης στην Κρήτη, αλλά, όπως φάνηκε τις τελευταίες ημέρες, το ποδόσφαιρο παραμένει ένα μεγάλο πάθος του.
Ο για πολλούς νέος ιδιοκτήτης της Δόξας Δράμας θεωρεί ότι είναι αδικία να μπορεί να ψηφίζει, αλλά να μην μπορεί να είναι διοικητικός παράγοντας σε μια ποδοσφαιρική ομάδα. Καιρός είναι να μάθει ότι, θέλοντας και μη, θα πρέπει να ζήσει με αυτό το δεδομένο, όσο κι αν θεωρεί ο ίδιος ότι έχει ξεπλυθεί από τις ανομίες του.
Οπως έλεγε σε κοντινό του πρόσωπο: «Νιώθω καλά με τον εαυτό μου και σε προσωπικό επίπεδο δεν με ενδιαφέρει τι γράφεται για μένα. Οι γονείς μου όμως είναι μεγάλοι άνθρωποι και δεν φταίνε σε τίποτε να διαβάζουν και να ακούνε συνέχεια για το παιδί τους».
Κάποιος όμως που επέλεξε να κινηθεί σε παράνομα μονοπάτια, από αυτά που όταν τα περπατήσει κανείς τον ακολουθούν για πάντα, ειδικά όταν έχει παραδεχτεί ότι ήταν ο εμπνευστής μιας απαγωγής που συγκλόνισε την Ελλάδα και έκανε τον ίδιο και κάποιους άλλους πλουσιότερους κατά 30 εκατ. ευρώ.
Η απαγωγή των €30 εκατ. που συγκλόνισε την Ελλάδα
Ο Περικλής Παναγόπουλος ξύπνησε με καλή διάθεση το πρωί της 12ης Ιανουαρίου του 2009. Θα κατευθυνόταν στα γραφεία της ναυτιλιακής του εταιρείας. Επιβιβάστηκε στη Mercedes του, ο οδηγός του έβαλε μπροστά και ξεκίνησαν τη συνήθη καθημερινή διαδρομή τους, χωρίς να φαντάζονται ότι λίγα μέτρα πιο κάτω τρεις άνδρες με μάσκες, ντυμένοι στα μαύρα και με αυτόματα στα χέρια, τους περίμεναν μέσα σε ένα λευκό βαν.
Μόλις η Mercedes του εφοπλιστή μπήκε στην οδό Ακτής, το βαν τής έκλεισε τον δρόμο και οι τρεις μασκοφόροι, αφού ακινητοποίησαν τον οδηγό και του πήραν το πιστόλι, έβγαλαν έξω τον Παναγόπουλο. Αφού τον έβαλαν στο βαν, απομακρύνθηκαν με ταχύτητα προς άγνωστη κατεύθυνση, ενώ η Αστυνομία που ειδοποιήθηκε άμεσα άρχισε τις έρευνες για το λευκό όχημα.
Ενας από τους άνδρες είναι ο Απόστολος Πετράκης, αυτός που έκανε τζόγκινγκ επί μέρες στην περιοχή, παρακολουθώντας την καθημερινή αναχώρηση του εφοπλιστή, την ώρα και τον περιβάλλοντα χώρο.
Το χρονικό των 192 ωρών
Η σύζυγος και τα παιδιά του εφοπλιστή ενημερώνονται άμεσα και περιμένουν με αγωνία την πρώτη επικοινωνία των απαγωγέων για να μάθουν τις απαιτήσεις τους. Οι τελευταίοι πηγαίνουν με το βαν στον σκουπιδότοπο του Υμηττού, το εγκαταλείπουν και αφού του βάζουν φωτιά για να σβήσουν τυχόν ίχνη, επιβιβάζονται σε άλλο αυτοκίνητο και βάζουν τον Παναγόπουλο στο πορτμπαγκάζ. Αναχωρούν και φτάνουν σε ένα κρησφύγετο όπου το μόνο ντεκόρ, σύμφωνα με όσα έγραψε μετά στο βιβλίο του ο εφοπλιστής, ήταν ένας καναπές και μια τηλεόραση συντονισμένη σε ένα μόνο κανάλι.
Εκεί τον βάζουν να φορέσει μαύρα ρούχα, του φοράνε χειροπέδες και τον δένουν με μια χοντρή και βαριά αλυσίδα «σαν αυτές που χρησιμοποιούν για τις άγκυρες των κότερων», όπως την περιέγραψε ο ίδιος ο εφοπλιστής.
Ο Πετράκης τού μαγειρεύει, φροντίζει για τα φάρμακά του και όταν του μιλάει χρησιμοποιεί πληθυντικό ευγενείας, ενώ αρκετά βράδια συζητάει μαζί του για ώρες.
Οσοι έζησαν από κοντά το χρονικό των 192 ωρών σίγουρα δεν το ξέχασαν ποτέ, ίσως και χάρη στην κυρία Κατερίνα Παναγοπούλου, η οποία, επιστρατεύοντας απίστευτα αποθέματα ψυχραιμίας, πήρε το παιχνίδι των διαπραγματεύσεων πάνω της. Ηταν κάτι άλλωστε που το είχε ζητήσει ο ίδιος ο εφοπλιστής λέγοντας στους απαγωγείς: «Θα μιλάτε μόνο με τη γυναίκα μου», αφήνοντας έξω από τη διαπραγμάτευση τα παιδιά του.
Εκείνες τις ώρες η Κατερίνα Παναγοπούλου κάνει τα πάντα προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο άνθρωπός της δεν θα κινδυνέψει κατά τη διάρκεια της ομηρίας του. Τις επόμενες ημέρες και τις αξημέρωτες νύχτες οι απαγωγείς μιλούν αποκλειστικά μαζί της και τελικά κλείνουν στα 30 εκατ. ευρώ ακατέβατα, σε μικρά χαρτονομίσματα με τυχαίους σειριακούς αριθμούς.
Στις 19 Ιανουαρίου και μετά από πολύωρα ταξίδια την προηγούμενη μέρα -έφτασε μέχρι την Θεσσαλονίκη οδικώς- η κυρία Παναγοπούλου αφήνει τελικά τα λύτρα σε μια ερημική τοποθεσία, κάτω από μια γέφυρα στο Ακραίφνιο Βοιωτίας, την οποία της είχαν υποδείξει οι απαγωγείς, αφού βεβαιώθηκαν ότι δεν υπήρχε εμπλοκή της Αστυνομίας.
Ο εφοπλιστής εντοπίστηκε από το πλήρωμα ενός περιπολικού, λίγες ώρες αργότερα, να κάθεται στο παγκάκι ενός πάρκινγκ επί της εθνικής οδού Αθηνών - Κορίνθου στην περιοχή ανάμεσα στον Σκαραμαγκά και το Δαφνί. Μαζί του είχε το πιστόλι του οδηγού του, το οποίο του επέστρεψαν άδειο οι απαγωγείς όταν τον απελευθέρωσαν.
Επέστρεψε στο σπίτι του και την επομένη πήγε στη δουλειά του σαν να μην είχε περάσει μια από τις μεγαλύτερες δοκιμασίες της ζωής του.
Χρόνια αργότερα η Κατερίνα Παναγοπούλου επέστρεψε ξανά σε εκείνη τη γέφυρα στο Ακραίφνιο, εκεί όπου άφησε τα λύτρα που δεν βρέθηκαν ποτέ, προκειμένου να δει ξανά ζωντανό τον σύζυγό της.
Ο Περικλής Παναγόπουλος, παρά τα όσα πέρασε, δεν αμέλησε να ευχαριστήσει τηλεφωνικά, λίγες ημέρες μετά το τέλος της περιπέτειάς του, τους ανθρώπους που είχαν μιλήσει δημόσια γι’ αυτόν κατά τη διάρκεια της ομηρίας του.
Ανάμεσά τους ήταν και ένας γνωστός του εύσωμος δημοσιογράφος, ο οποίος είχε βγει στην τηλεόραση αρκετές φορές για να μιλήσει. Οταν τον συνάντησε λίγες εβδομάδες μετά στο ξενοδοχείο «Metropolitan» έσκυψε στο αυτί και του είπε χαμογελώντας: «Αν ήσουν εσύ, Σάββα, δεν θα χώραγες στο πορτμπαγκάζ».
Ειδήσεις σήμερα:
Αμαύρωσαν το μνημείο των θυμάτων της Μαρφίν μετά την πορεία για τον θανατο του Ζακ Κωστόπουλου
Δεκατρία κρούσματα κορωνοϊού από μια... αγκαλιά στη Μακάμπι του Δώνη
Τα «βρώμικα» των τραπεζών στη φόρα: Ξέπλυμα τρισεκατομμυρίων από τα μεγαλύτερα ιδρύματα παγκοσμίως
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα