Πώς να ενυδατωθούμε και παράλληλα να ζήσουμε μια συναρπαστική γευστική εμπειρία στα πρότυπα του υγιεινού τρόπου ζωής – Τα καλύτερα blends με φρούτα, βότανα και εσπεριδοειδή.
Τhe Social Dilemma: Πώς ο «άνθρωπος» γίνεται «χρήστης»
Τhe Social Dilemma: Πώς ο «άνθρωπος» γίνεται «χρήστης»
Το πολυσυζητημένο ντοκιμαντέρ που έχει γίνει viral σε όλο τον πλανήτη αποκαλύπτει τις μεθόδους χειραγώγησης του κοινού, δείχνει ιστορίες εξάρτησης και μιλά για ένα παγκόσμιο πείραμα όπου τον ρόλο των ινδικών χοιριδίων έχουν τα δισεκατομμύρια των χρηστών
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
UPD:
4
ΣΧΟΛΙΑ
Υπάρχουν δύο περιπτώσεις στις οποίες η λέξη «άνθρωπος» ή «πολίτης» αντικαθίσταται από τη λέξη «χρήστης». Εκείνη της εξάρτησης από τα ναρκωτικά και αυτή των κοινωνικών δικτύων. Η παραπάνω φράση που διακινείται τις τελευταίες ημέρες εν είδει νεόκοπου θέσφατου στα κοινωνικά δίκτυα διατυπώνεται στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις και αναπαράγεται από στον Τύπο -ακόμα και σε πάνελ πρωινής εκπομπής που σερβίρει gossip, νοτιοβαλκανικό lifestyle και ελαφρά ψυχαγωγία ακούστηκε εσχάτως- θα μπορούσε να είναι το επιμύθιο του ντοκιμαντέρ «The Social Dilemma» (μτφ. Το δίλημμα των κοινωνικών δικτύων). Εκεί άλλωστε διατυπώθηκε πρώτη φορά -και μάλιστα από τα χείλη ανθρώπων που λειτούργησαν ως στυλοβάτες για τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης- και απ’ ό,τι φαίνεται το νέο αφήγημα έχει ήδη εντυπωθεί στο συλλογικό ασυνείδητο. Ή μάλλον μηρυκάζεται ως τσιχλόφουσκα. Ωσπου να ξεθωριάσει η γεύση της.
Το νέο πολυσυζητημένο -ή viral με σοσιαλμιντιακούς όρους- τηλεοπτικό προϊόν που προβάλλεται στο Netflix το τελευταίο 20ήμερο παραμένει αταλάντευτα στο top 10 της on demand πλατφόρμας τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, της χώρας μας μη εξαιρουμένης. Πρόκειται για μια φιλόδοξη προσπάθεια αποδόμησης των κοινωνικών δικτύων, ξεμπροστιάσματος της χειραγώγησης που συμβαίνει αργά και μεθοδικά και περιγραφής του συναισθηματικού εκβιασμού στον οποίο όλοι συναινούμε και δεχόμαστε ασμένως από τη στιγμή που πατάμε -ποιος έχει κουράγιο και ελεύθερο χρόνο να διαβάζει τα ψιλά γράμματα;- κλικ στο περίφημο «Αποδέχομαι τους όρους χρήσης». Ενορχηστρωτής του ντοκιμαντέρ που άλλοι υποδέχτηκαν ως επιφοίτηση και άλλοι προσπέρασαν, αφού πρώτα το χαρακτήρισαν «αντάρτικο πολυτελείας» ή ακόμα χειρότερα «ανένδοτο αγώνα τσέπης», είναι ο Τζεφ Ορλόφσκι. Το «Social Dilemma» δεν είναι το πρώτο viral της καριέρας του. Ηδη από τα μαθητικά χρόνια του είχε κάνει τις συστάσεις του με τη διασημότητα, μια και ως επικεφαλής της μαθητικής εφημερίδας «The Spectator» είχε δημιουργήσει μια ειδική έκδοση-ντοκουμέντο για τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 τόσο ανάγλυφη και εμπεριστατωμένη ώστε 830.000 αντίτυπά της είχαν διανεμηθεί μαζί με τους «New York Times».
Μαρτυρίες
Ο 36χρονος Αμερικανός δημοσιογράφος και πλέον ντοκιμαντερίστας εργάστηκε για το «Social Dilemma» την τελευταία τριετία και κατάφερε με πολύ κόπο και επιστρατεύοντας και την τελευταία ρανίδα πειθούς που διέθετε να συγκεντρώσει μαρτυρίες ανθρώπων που σφυρηλάτησαν τα κοινωνικά δίκτυα, χαλύβδωσαν την επιρροή και την επιδραστικότητά τους στον κόσμο και τώρα τραβάνε τα μαλλιά τους (ή τέλος πάντων μετανιώνουν για την τροπή προς την ασυδοσία που έχουν πάρει τα δημιουργήματά τους). Και η αλήθεια είναι ότι μέσα σε 93 λεπτά πέτυχε να συμπυκνώσει αυτονόητες αλήθειες - εντάξει, και ζουμερά trivia-, τις οποίες όμως κανείς δεν έχει χρόνο να σκεφτεί σε έναν κόσμο που ορκίζεται στο «ποστάρω, άρα υπάρχω» και μοιάζει διατεθειμένος και πρόθυμος να σκρολάρει στο διηνεκές. Μαζί με τις καταθέσεις των αυτουργών, ο Ορλόφσκι επέλεξε -προφανώς χάριν εκλαΐκευσης- να σκηνοθετήσει και κάποιες ιστορίες εξάρτησης από τα κοινωνικά δίκτυα, χωρίς όμως να πετύχει κάτι περισσότερο από το να θεωρείται εφεξής ανταγωνιστικός για τα αμφιλεγόμενα «Διλήμματα» από την εκπομπή της Κατερίνας Καινούργιου. Πάντως, και μόνο το γεγονός ότι ένας millennial τα βάζει με τα Μέσα στα οποία ενηλικιώθηκαν οι millennials -όσο δηλαδή μπορεί να ενηλικιωθεί ένας millennial- είναι από μόνο του τουλάχιστον ενδιαφέρον. Ή καλύτερα καθηλωτικό.
Πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της Google, όπως ο Τρίσταν Χάρις, ο οποίος μάλιστα λειτούργησε ως δούρειος ίππος προκειμένου ο Ορλόφσκι να αποκτήσει προσβάσεις και πηγές στη Silicon Valley, ο Τζάστιν Ροζενστάιν, σάρκα από τη σάρκα της ομάδας που επινόησε το Like στο Facebook, ο πρώην επικεφαλής του Pinterest Τιμ Κένταλ, μια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Στάνφορντ και μία ακόμα του Χάρβαρντ, ένας από τους πρώτους επενδυτές του Facebook, στην ιουρασική περίοδό του, αλλά και μια πρώην στενή συνεργάτιδα του Κέβιν Σίστρομ ή αλλιώς του εφευρέτη του Instagram καταθέτουν στην κάμερα του Ορλόφσκι. Μέσα από τις μαρτυρίες τους εξιστορούν τον τρόπο που δημιουργήθηκαν τα κοινωνικά δίκτυα, δίνουν άγνωστες πληροφορίες για τη δομή, τη λειτουργία και τους περίφημους αλγόριθμους, φυλλομετρούν τον εκφυλισμό τους που πρέπει να θεωρείται δεδομένος και εκφράζουν όχι απλώς τον φόβο αλλά και τη βεβαιότητα ότι ζούμε πια σε έναν κόσμο τον οποίο επαναπρογραμματίζουν λευκοί άνδρες ηλικίας 20 έως 35 ετών με κοφτερά μυαλά, ακονισμένα στα κορυφαία πανεπιστήμια του πλανήτη. Είναι με άλλα λόγια οι άνθρωποι που αποφασίζουν για μας καθοδηγώντας μας μαεστρικά από τη μέρα που παραδίδουμε εκούσια την ταυτότητα του πολίτη και την ανταλλάσσουμε με εκείνη του χρήστη των κοινωνικών δικτύων. Ναι, η δυστοπία, σύμφωνα με το δόγμα Ορλόφσκι μας έπιασε όλους στον ύπνο. Και τώρα μας τον στερεί ελέω FOMO (βλ. Fear of Missing Out ή αλλιώς η νεύρωση να είναι κανείς διαρκώς συνδεδεμένος).
«Είμαι ενθουσιασμένος γιατί πραγματικά αισθάνομαι ότι κάτω από τα social media κρύβονται πολλά από τα ζητήματα που μας απασχολούν σήμερα. Στο μυαλό μου αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η κοινωνία αισθάνεται έτσι αυτή τη στιγμή -εννοώ την πολιτική πόλωση και την κοινωνική αναταραχή-, συνδέεται με τον τρόπο που οι άνθρωποι λαμβάνουν πληροφορίες. Ο τρόπος που αντιλαμβάνονται τον κόσμο γεννιέται μέσα στις πλατφόρμες των κοινωνικών δικτύων και νομίζω ότι έχουμε απομακρυνθεί από μια κοινή πραγματικότητα. Καθένας από μας έχει πια τη δική του μικρή φιλτραρισμένη πραγματικότητα και μας δίνονται πράγματα που δεν ζητήσαμε ποτέ από το Facebook ή το Twitter απλώς και μόνο για επιστρέψουμε και να ξοδέψουμε περισσότερο χρόνο σε αυτέ τις πλατφόρμες. Αυτή είναι η πρόκληση. Φαίνεται τόσο αθώο στην αρχή. Βλέπετε, μια ανάρτηση από κάποιον και σκέφτεστε: “Ε, και τι μ’ αυτό;”. Αλλά όταν αυτό συνεχίζεται για μία δεκαετία συνεχώς βελτιστοποιημένο μόνο για εσάς, έχει αυτές τις συνέπειες που μόλις τώρα συνειδητοποιούμε σε κοινωνικό επίπεδο», περιέγραψε ο σκηνοθέτης του περιλάλητου ντοκιμαντέρ σε πρόσφατη συνέντευξή του.
«Αν δεν πληρώνεις για το προϊόν, τότε είσαι το προϊόν», εμφανίζεται να λέει η Σοσάνα Ζουμπόφ, κλινική ψυχολόγος και καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Χάρβαρντ. Και με μια της ατάκα κόβει τα πόδια του τηλεθεατή. Ή τουλάχιστον δημιουργεί το πρώτο τρέμουλο στους προσαγωγούς. Τι δηλαδή; Είμαστε όλοι προϊόντα ταξινομημένα ως κονσέρβες στο ράφι ενός virtual σούπερ μάρκετ; Σύμφωνα με το «Social Dilemma» όλα τα κοινωνικά δίκτυα -θηριώδη ή μικρότερα, αμερικανικά ή κινεζικά, από το Facebook και το Twitter μέχρι το TikTok και το YouΤube- δεν εμπορεύονται απλώς τα δεδομένα των χρηστών τους για να κερδίζουν τρισεκατομμύρια -είναι άλλωστε οι πιο προσοδοφόρες και ισχυρές οικονομικά εταιρείες στην ιστορία του κόσμου- αλλά πουλούν την προσοχή και την προσήλωσή των χρηστών, την οποία άλλωστε αγωνίζονται και πασχίζουν με τετριμμένους αλλά κυρίως με ευφάνταστους τρόπους να εξασφαλίζουν. Με απλά λόγια το προϊόν που πουλούν στους διαφημιστές δεν είναι ο χρήστης αλλά η έξη του να καταφεύγει χωρίς λόγο κάθε τόσο στην οθόνη του κινητού τηλεφώνου του για μια νέα πληροφορία ή κάποια εντελώς άχρηστη ή επουσιώδη ειδοποίηση (βλ. notification).
Ανατριχιαστικές προβλέψεις
Πλέον τα κοινωνικά δίκτυα γνωρίζουν τόσα πολλά για τον καθέναν από μας ξεχωριστά, από τον χρόνο που περνάμε μπροστά σε ένα ποστ μέχρι τη διάθεση που έχουμε στη διάρκεια ενός 24ώρου αναλόγως των πληροφοριών που καταναλώνουμε, των αναζητήσεων που κάνουμε, των αγορών που ολοκληρώνουμε, των δημοσιεύσεων στις οποίες σκρολάρουμε, ώστε προβλέπουν πια με ανατριχιαστική ακρίβεια την επόμενη κίνησή μας. Πολλές φορές ακόμα και τη σκέψη μας. Ελάτε, όλοι έχουμε αναλογιστεί φευγαλέα κάτι και την αμέσως επόμενη στιγμή το είδαμε να ξεπηδά μπροστά μας σε κάποιο timeline. Δεν πρόκειται για σύμπτωση αλλά για επιστήμη που αξιοποιεί ως ινδικά χοιρίδια τα δισεκατομμύρια των χρηστών των κοινωνικών δικτύων. Εμάς. Και καταφέρνει έτσι να κάνει άλματα προς την τελειοποίηση ενός κάποτε μικρόκοσμου, νυν σύμπαντος εφάμιλλα εθιστικού με τα τυχερά παιχνίδια και τον τζόγο.
Στο ντοκιμαντέρ ο Τρίσταν Χάρις, τον οποίο πολλοί θεωρούν τη συνείδηση των κοινωνικών δικτύων, ομολογεί με πρόδηλη πικρία πως «όταν κοιτάς γύρω σου πια πιστεύεις ότι ο κόσμος οδηγείται πια προς την τρέλα». Κάτι παραπάνω ξέρει, αφού σε άλλο σημείο εξηγεί τη φιλοσοφία του σκρολαρίσματος, κάτι τόσο αυτονόητου, δεδομένου και κυρίως απλοϊκού το οποίο, όπως λέει, επινοήθηκε για να είναι τόσο εθιστικό όσο ένας κουλοχέρης. Το αίσθημα που έχει ένας άνθρωπος κάθε φορά που χρησιμοποιεί τη συσκευή του κινητού τηλεφώνου του είναι ταυτόσημο, ίδιο κι απαράλλαχτο με εκείνο που έχει ένας τζογαδόρος μπροστά σε ένα τυχερό παιχνίδι καθώς περιμένει τη μεγάλη στιγμή που θα δει τρία κερασάκια στη σειρά. Η εκλαΐκευση του κατασκοπευτικού καπιταλισμού, όπως περιγράφεται, τον οποίο ζούμε και τρέφουμε καθημερινά, από τους ανθρώπους που τον δημιούργησαν πρόσφερε αναμφίβολα άλλη μια επιτυχία στη φαρέτρα του Netflix -«The Social Dilemma» προβλήθηκε αρχικά στο φεστιβάλ Sundance- και μάλλον ξεκόλλησε εκατομμύρια τηλεθεατές από την οθόνη του κινητού τηλεφώνου τους στη μιάμιση ώρα της διάρκειάς του. Αλλά έτσι δεν συμβαίνει πάντα με τα οικεία κακά; Βεβαίως, αμέσως μετά οι περισσότεροι έσπευσαν στα κοινωνικά δίκτυα ακριβώς για να σχολιάσουν το ντοκιμαντέρ που βάλθηκε να ξεγυμνώσει την αλήθεια τους. Και ζήσανε αυτοί καλά. Ο Ορλόσφκι πέτυχε μέχρι κεραίας τον σκοπό του, κάνοντας γνωστή την ύπαρξη και την κοσμοθεωρία του μέχρι τις εσχατιές της Βαλκανικής χερσονήσου, τα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης επιβεβαίωσαν τη θέση τους ως σύγχρονη Εκκλησία του Δήμου, ακόμα και όταν viral θέμα της ημερήσιας διάταξης δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από την ίδια την καταγγελία τους.
Το νέο πολυσυζητημένο -ή viral με σοσιαλμιντιακούς όρους- τηλεοπτικό προϊόν που προβάλλεται στο Netflix το τελευταίο 20ήμερο παραμένει αταλάντευτα στο top 10 της on demand πλατφόρμας τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, της χώρας μας μη εξαιρουμένης. Πρόκειται για μια φιλόδοξη προσπάθεια αποδόμησης των κοινωνικών δικτύων, ξεμπροστιάσματος της χειραγώγησης που συμβαίνει αργά και μεθοδικά και περιγραφής του συναισθηματικού εκβιασμού στον οποίο όλοι συναινούμε και δεχόμαστε ασμένως από τη στιγμή που πατάμε -ποιος έχει κουράγιο και ελεύθερο χρόνο να διαβάζει τα ψιλά γράμματα;- κλικ στο περίφημο «Αποδέχομαι τους όρους χρήσης». Ενορχηστρωτής του ντοκιμαντέρ που άλλοι υποδέχτηκαν ως επιφοίτηση και άλλοι προσπέρασαν, αφού πρώτα το χαρακτήρισαν «αντάρτικο πολυτελείας» ή ακόμα χειρότερα «ανένδοτο αγώνα τσέπης», είναι ο Τζεφ Ορλόφσκι. Το «Social Dilemma» δεν είναι το πρώτο viral της καριέρας του. Ηδη από τα μαθητικά χρόνια του είχε κάνει τις συστάσεις του με τη διασημότητα, μια και ως επικεφαλής της μαθητικής εφημερίδας «The Spectator» είχε δημιουργήσει μια ειδική έκδοση-ντοκουμέντο για τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 τόσο ανάγλυφη και εμπεριστατωμένη ώστε 830.000 αντίτυπά της είχαν διανεμηθεί μαζί με τους «New York Times».
Μαρτυρίες
Ο 36χρονος Αμερικανός δημοσιογράφος και πλέον ντοκιμαντερίστας εργάστηκε για το «Social Dilemma» την τελευταία τριετία και κατάφερε με πολύ κόπο και επιστρατεύοντας και την τελευταία ρανίδα πειθούς που διέθετε να συγκεντρώσει μαρτυρίες ανθρώπων που σφυρηλάτησαν τα κοινωνικά δίκτυα, χαλύβδωσαν την επιρροή και την επιδραστικότητά τους στον κόσμο και τώρα τραβάνε τα μαλλιά τους (ή τέλος πάντων μετανιώνουν για την τροπή προς την ασυδοσία που έχουν πάρει τα δημιουργήματά τους). Και η αλήθεια είναι ότι μέσα σε 93 λεπτά πέτυχε να συμπυκνώσει αυτονόητες αλήθειες - εντάξει, και ζουμερά trivia-, τις οποίες όμως κανείς δεν έχει χρόνο να σκεφτεί σε έναν κόσμο που ορκίζεται στο «ποστάρω, άρα υπάρχω» και μοιάζει διατεθειμένος και πρόθυμος να σκρολάρει στο διηνεκές. Μαζί με τις καταθέσεις των αυτουργών, ο Ορλόφσκι επέλεξε -προφανώς χάριν εκλαΐκευσης- να σκηνοθετήσει και κάποιες ιστορίες εξάρτησης από τα κοινωνικά δίκτυα, χωρίς όμως να πετύχει κάτι περισσότερο από το να θεωρείται εφεξής ανταγωνιστικός για τα αμφιλεγόμενα «Διλήμματα» από την εκπομπή της Κατερίνας Καινούργιου. Πάντως, και μόνο το γεγονός ότι ένας millennial τα βάζει με τα Μέσα στα οποία ενηλικιώθηκαν οι millennials -όσο δηλαδή μπορεί να ενηλικιωθεί ένας millennial- είναι από μόνο του τουλάχιστον ενδιαφέρον. Ή καλύτερα καθηλωτικό.
Πρώην υψηλόβαθμα στελέχη της Google, όπως ο Τρίσταν Χάρις, ο οποίος μάλιστα λειτούργησε ως δούρειος ίππος προκειμένου ο Ορλόφσκι να αποκτήσει προσβάσεις και πηγές στη Silicon Valley, ο Τζάστιν Ροζενστάιν, σάρκα από τη σάρκα της ομάδας που επινόησε το Like στο Facebook, ο πρώην επικεφαλής του Pinterest Τιμ Κένταλ, μια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Στάνφορντ και μία ακόμα του Χάρβαρντ, ένας από τους πρώτους επενδυτές του Facebook, στην ιουρασική περίοδό του, αλλά και μια πρώην στενή συνεργάτιδα του Κέβιν Σίστρομ ή αλλιώς του εφευρέτη του Instagram καταθέτουν στην κάμερα του Ορλόφσκι. Μέσα από τις μαρτυρίες τους εξιστορούν τον τρόπο που δημιουργήθηκαν τα κοινωνικά δίκτυα, δίνουν άγνωστες πληροφορίες για τη δομή, τη λειτουργία και τους περίφημους αλγόριθμους, φυλλομετρούν τον εκφυλισμό τους που πρέπει να θεωρείται δεδομένος και εκφράζουν όχι απλώς τον φόβο αλλά και τη βεβαιότητα ότι ζούμε πια σε έναν κόσμο τον οποίο επαναπρογραμματίζουν λευκοί άνδρες ηλικίας 20 έως 35 ετών με κοφτερά μυαλά, ακονισμένα στα κορυφαία πανεπιστήμια του πλανήτη. Είναι με άλλα λόγια οι άνθρωποι που αποφασίζουν για μας καθοδηγώντας μας μαεστρικά από τη μέρα που παραδίδουμε εκούσια την ταυτότητα του πολίτη και την ανταλλάσσουμε με εκείνη του χρήστη των κοινωνικών δικτύων. Ναι, η δυστοπία, σύμφωνα με το δόγμα Ορλόφσκι μας έπιασε όλους στον ύπνο. Και τώρα μας τον στερεί ελέω FOMO (βλ. Fear of Missing Out ή αλλιώς η νεύρωση να είναι κανείς διαρκώς συνδεδεμένος).
«Είμαι ενθουσιασμένος γιατί πραγματικά αισθάνομαι ότι κάτω από τα social media κρύβονται πολλά από τα ζητήματα που μας απασχολούν σήμερα. Στο μυαλό μου αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η κοινωνία αισθάνεται έτσι αυτή τη στιγμή -εννοώ την πολιτική πόλωση και την κοινωνική αναταραχή-, συνδέεται με τον τρόπο που οι άνθρωποι λαμβάνουν πληροφορίες. Ο τρόπος που αντιλαμβάνονται τον κόσμο γεννιέται μέσα στις πλατφόρμες των κοινωνικών δικτύων και νομίζω ότι έχουμε απομακρυνθεί από μια κοινή πραγματικότητα. Καθένας από μας έχει πια τη δική του μικρή φιλτραρισμένη πραγματικότητα και μας δίνονται πράγματα που δεν ζητήσαμε ποτέ από το Facebook ή το Twitter απλώς και μόνο για επιστρέψουμε και να ξοδέψουμε περισσότερο χρόνο σε αυτέ τις πλατφόρμες. Αυτή είναι η πρόκληση. Φαίνεται τόσο αθώο στην αρχή. Βλέπετε, μια ανάρτηση από κάποιον και σκέφτεστε: “Ε, και τι μ’ αυτό;”. Αλλά όταν αυτό συνεχίζεται για μία δεκαετία συνεχώς βελτιστοποιημένο μόνο για εσάς, έχει αυτές τις συνέπειες που μόλις τώρα συνειδητοποιούμε σε κοινωνικό επίπεδο», περιέγραψε ο σκηνοθέτης του περιλάλητου ντοκιμαντέρ σε πρόσφατη συνέντευξή του.
«Αν δεν πληρώνεις για το προϊόν, τότε είσαι το προϊόν», εμφανίζεται να λέει η Σοσάνα Ζουμπόφ, κλινική ψυχολόγος και καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Χάρβαρντ. Και με μια της ατάκα κόβει τα πόδια του τηλεθεατή. Ή τουλάχιστον δημιουργεί το πρώτο τρέμουλο στους προσαγωγούς. Τι δηλαδή; Είμαστε όλοι προϊόντα ταξινομημένα ως κονσέρβες στο ράφι ενός virtual σούπερ μάρκετ; Σύμφωνα με το «Social Dilemma» όλα τα κοινωνικά δίκτυα -θηριώδη ή μικρότερα, αμερικανικά ή κινεζικά, από το Facebook και το Twitter μέχρι το TikTok και το YouΤube- δεν εμπορεύονται απλώς τα δεδομένα των χρηστών τους για να κερδίζουν τρισεκατομμύρια -είναι άλλωστε οι πιο προσοδοφόρες και ισχυρές οικονομικά εταιρείες στην ιστορία του κόσμου- αλλά πουλούν την προσοχή και την προσήλωσή των χρηστών, την οποία άλλωστε αγωνίζονται και πασχίζουν με τετριμμένους αλλά κυρίως με ευφάνταστους τρόπους να εξασφαλίζουν. Με απλά λόγια το προϊόν που πουλούν στους διαφημιστές δεν είναι ο χρήστης αλλά η έξη του να καταφεύγει χωρίς λόγο κάθε τόσο στην οθόνη του κινητού τηλεφώνου του για μια νέα πληροφορία ή κάποια εντελώς άχρηστη ή επουσιώδη ειδοποίηση (βλ. notification).
Ανατριχιαστικές προβλέψεις
Πλέον τα κοινωνικά δίκτυα γνωρίζουν τόσα πολλά για τον καθέναν από μας ξεχωριστά, από τον χρόνο που περνάμε μπροστά σε ένα ποστ μέχρι τη διάθεση που έχουμε στη διάρκεια ενός 24ώρου αναλόγως των πληροφοριών που καταναλώνουμε, των αναζητήσεων που κάνουμε, των αγορών που ολοκληρώνουμε, των δημοσιεύσεων στις οποίες σκρολάρουμε, ώστε προβλέπουν πια με ανατριχιαστική ακρίβεια την επόμενη κίνησή μας. Πολλές φορές ακόμα και τη σκέψη μας. Ελάτε, όλοι έχουμε αναλογιστεί φευγαλέα κάτι και την αμέσως επόμενη στιγμή το είδαμε να ξεπηδά μπροστά μας σε κάποιο timeline. Δεν πρόκειται για σύμπτωση αλλά για επιστήμη που αξιοποιεί ως ινδικά χοιρίδια τα δισεκατομμύρια των χρηστών των κοινωνικών δικτύων. Εμάς. Και καταφέρνει έτσι να κάνει άλματα προς την τελειοποίηση ενός κάποτε μικρόκοσμου, νυν σύμπαντος εφάμιλλα εθιστικού με τα τυχερά παιχνίδια και τον τζόγο.
Στο ντοκιμαντέρ ο Τρίσταν Χάρις, τον οποίο πολλοί θεωρούν τη συνείδηση των κοινωνικών δικτύων, ομολογεί με πρόδηλη πικρία πως «όταν κοιτάς γύρω σου πια πιστεύεις ότι ο κόσμος οδηγείται πια προς την τρέλα». Κάτι παραπάνω ξέρει, αφού σε άλλο σημείο εξηγεί τη φιλοσοφία του σκρολαρίσματος, κάτι τόσο αυτονόητου, δεδομένου και κυρίως απλοϊκού το οποίο, όπως λέει, επινοήθηκε για να είναι τόσο εθιστικό όσο ένας κουλοχέρης. Το αίσθημα που έχει ένας άνθρωπος κάθε φορά που χρησιμοποιεί τη συσκευή του κινητού τηλεφώνου του είναι ταυτόσημο, ίδιο κι απαράλλαχτο με εκείνο που έχει ένας τζογαδόρος μπροστά σε ένα τυχερό παιχνίδι καθώς περιμένει τη μεγάλη στιγμή που θα δει τρία κερασάκια στη σειρά. Η εκλαΐκευση του κατασκοπευτικού καπιταλισμού, όπως περιγράφεται, τον οποίο ζούμε και τρέφουμε καθημερινά, από τους ανθρώπους που τον δημιούργησαν πρόσφερε αναμφίβολα άλλη μια επιτυχία στη φαρέτρα του Netflix -«The Social Dilemma» προβλήθηκε αρχικά στο φεστιβάλ Sundance- και μάλλον ξεκόλλησε εκατομμύρια τηλεθεατές από την οθόνη του κινητού τηλεφώνου τους στη μιάμιση ώρα της διάρκειάς του. Αλλά έτσι δεν συμβαίνει πάντα με τα οικεία κακά; Βεβαίως, αμέσως μετά οι περισσότεροι έσπευσαν στα κοινωνικά δίκτυα ακριβώς για να σχολιάσουν το ντοκιμαντέρ που βάλθηκε να ξεγυμνώσει την αλήθεια τους. Και ζήσανε αυτοί καλά. Ο Ορλόσφκι πέτυχε μέχρι κεραίας τον σκοπό του, κάνοντας γνωστή την ύπαρξη και την κοσμοθεωρία του μέχρι τις εσχατιές της Βαλκανικής χερσονήσου, τα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης επιβεβαίωσαν τη θέση τους ως σύγχρονη Εκκλησία του Δήμου, ακόμα και όταν viral θέμα της ημερήσιας διάταξης δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από την ίδια την καταγγελία τους.
UPD:
4
ΣΧΟΛΙΑ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα