Τα «Εκ Θεμελίων» μυστικά της Αθήνας από τη νεολιθική εποχή μέχρι τον 20ό αιώνα
07.03.2021
19:25
Το πολύτιμο λεύκωμα της Τραπέζης της Ελλάδος με συγγραφέα την Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου αποκαλύπτει μυστικά της Αθήνας από την Αρχαιότητα μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα μέσα από πολύτιμους θησαυρούς και μας ξεναγεί σε ένα εντυπωσιακό ταξίδι στον χρόνο
Είναι σχεδόν αδύνατο να διανοηθείς τι μπορεί να υπήρξε -πόσοι κόσμοι, πόσοι θησαυροί- κάτω από το εντυπωσιακό κεντρικό κτίριο της Τραπέζης της Ελλάδος, ακριβώς στην καρδιά της Αθήνας και στο οικοδομικό τετράγωνο που ξεκινά από τη Σταδίου και φτάνει στην Πανεπιστημίου αντικρίζοντας τα περήφανα κτίρια της Εθνικής Βιβλιοθήκης, του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Ακαδημίας. Αιώνες ολόκληροι ξετυλίγονται για να αφηγηθούν τον τρόπο ζωής των αρχαίων Αθηναίων, ήδη από τη Γεωμετρική Περίοδο, αποκαλύπτοντας σπουδαίους αρχαιολογικούς θησαυρούς, μέχρι τη σύγχρονη εποχή μέσα από την αποκάλυψη του χωροταξικού περιβάλλοντος που μπορεί, για παράδειγμα, να μαρτυρά, πού ήταν το σπίτι της πρωτεργάτριας του φεμινιστικού κινήματος Καλλιρόης Παρρέν αλλά και πώς ζούσαν τότε οι Αθηναίοι, σε ποια ζαχαροπλαστεία σύχναζαν, ποιες ήταν οι συνήθειές τους.
Πρόκειται ουσιαστικά για την ανασύσταση της Ιστορίας της Αθήνας με την αποκάλυψη ενός μοναδικού παλίμψηστου κάτω από το κτίριο της τράπεζας με πολύτιμες αρχαιότητες, που προήλθαν κυριολεκτικά από τα σπλάχνα της και περιήλθαν κατόπιν στη συλλογή της, μέχρι τη σύγχρονη καταγραφή μέσα από φωτογραφίες και χάρτες της Αθήνας. Ολα αυτά ουσιαστικά περιλαμβάνονται σε ένα πολύτιμο λεύκωμα με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Εκ θεμελίων» με συγγραφέα και επιστημονική υπεύθυνο την αρχαιολόγο-νομισματολόγο Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το εύρος των θησαυρών που αποκαλύπτονται μέσα από τη συλλογή της Τραπέζης της Ελλάδος και το βιβλίο «Εκ θεμελίων»: πανέμορφες λευκές λήκυθοι αλλά και ένας περίτεχνος ερυθρόμορφος καλυκωτός κρατήρας που στην επιφάνειά του αναπαριστά τον ιερό γάμο του Διονύσου με την πριγκίπισσα Αριάδνη και τον φτερωτό θεό Ερωτα να παρεμβαίνει ανάμεσα τους ευλογώντας τον γάμο με το δικό του αλάβαστρο υπό το βλέμμα ενός τραγοπόδαρου Πάνα. Αλλού πάλι μια πεπλοφόρος κόρη, που συντρόφευε τις νεκρές στον κάτω κόσμο, αιχμαλωτίζει με την ομορφιά της, όπως αντίστοιχα κάνουν εκείνα τα παιχνίδια, μικρές κούκλες-πλαγγόνες, όπως τις έλεγαν στην αρχαιότητα, οι οποίες τοποθετούνταν στους τάφους ως κτερίσματα. Ελάχιστοι ίσως να γνωρίζουν ότι τα νευρόσπαστα, όπως τα αποκαλούσαν, δεν ήταν παρά παιχνίδια που κουνιούνταν και έκαναν θόρυβο διώχνοντας μακριά τα κακά πνεύματα. Πρόκειται για διαφορετικά ευρήματα-κτερίσματα αλλά και κάθε λογής αρχαιότητες που ουσιαστικά καλύπτουν το πρώτο μέρος του βιβλίου. Δεν μπορούμε, επομένως, να μη ρωτήσουμε τη συγγραφέα και υπεύθυνη της επιστημονικής έρευνας Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου αν θα μπορούσε να ξεχωρίσει κάποια από αυτά ως τα πολυτιμότερα ή αυτά που της έκαναν εντύπωση.
«Ανάμεσα στα 43 αρχαία αντικείμενα που διασώθηκαν κατά τη θεμελίωση του κτιρίου της Τραπέζης της Ελλάδος είναι ορισμένα που πραγματικά ξεχωρίζουν: ο μεγάλος γεωμετρικός αμφορέας, η λευκή λήκυθος με τη μοναδική απεικόνιση ενός κυνηγόσκυλου ανάμεσα σε δύο γυναίκες που προετοιμάζονται για την επίσκεψή τους στο μνήμα και ο ακέραιος καλυκωτός κρατήρας που αφηγείται εικονογραφικά τον Ιερό γάμο του Διονύσου», μας απαντά συμφωνώντας, κατά κάποιον τρόπο, με την επιλογή μας. Αλλά δεν μπορεί να μην αναγνωρίζει και το εντυπωσιακό εύρος των χωροταξικών θησαυρών που καλύπτουν το δεύτερο μέρος του βιβλίου σημειώνοντας πως «ιδιαίτερα εντυπωσιακοί είναι οι πρώτοι χάρτες των Αθηνών, τα σχεδιαστικά και φωτογραφικά πανοράματα που, τοποθετημένα σε χρονική αλληλουχία, ιστορούν με σαγηνευτικό τρόπο το γίγνεσθαι του χώρου μέσα στον χρόνο. Ενός χώρου οικείου, αλλά συνάμα άγνωστου που σε προκαλεί να ανακαλύψεις τα μυστικά του».
Από την αρχαία νεκρόπολη στα πρώτα αστικά καφενεία
Στο πρώτο μέρος του τόμου «Εκ θεμελίων», που φέρει τον τίτλο «Αρχαιότητες εκ θεμελίων», περιγράφονται λεπτομερώς τα 43 αρχαία αντικείμενα που βρέθηκαν το 1932 κατά τις εργασίες θεμελίωσης του κτιρίου στην οδό Πανεπιστημίου, όπου εντοπίστηκαν τάφοι του βορειοανατολικού νεκροταφείου της αρχαίας Αθήνας - σε μια εποχή όπου δεν γίνονταν οργανωμένες επιστημονικές ανασκαφές ούτε υπήρχαν ακόμα οι ξένες αρχαιολογικές σχολές οι οποίες βοήθησαν στην οργάνωση των ανασκαφών. Γι’ αυτό και τα ευρήματα αυτά -κυρίως αγγεία, ειδώλια, λύχνοι και αγνύθες- δεν αποτελούν προϊόντα κάποιας τότε εκτίμησης αρχαιολόγων αλλά εκ των υστέρων αξιολόγησής τους - εξ ου και ότι δεν είναι γνωστά πολλά στοιχεία που θα βοηθούσαν στην έρευνα, όπως ο αριθμός και ο τύπος των τάφων, η στρωματογραφία και γενικώς τα αρχαιολογικά συμφραζόμενα που θα επέτρεπαν τη διάκριση των ταφικών συνόλων ή θα πρόσφεραν πληροφορίες.
Μέσα από αυτές θα μαθαίναμε περισσότερες λεπτομέρειες για την οργάνωση αυτής της εντυπωσιακής νεκρόπολης που απλωνόταν κυριολεκτικά κάτω από τα πόδια μας διαρκώς επί 12 αιώνες και κάλυπτε τη βορειανατολική πλευρά: άνθρωποι που αποχαιρετούσαν εκεί αγαπημένα πρόσωπα εναποθέτοντας τους δικούς τους θησαυρούς και κάνοντας τα δικά τους τελετουργικά προσφέροντας θησαυρούς που σήμερα αφηγούνται τις δικές τους ιστορίες. Από το σημείο αυτό φροντίζει να ξεκινήσει την αφήγησή της η συγγραφέας εξηγώντας τα ταφικά έθιμα και τις πρακτικές για τη φροντίδα και την ταφή των νεκρών σχολιάζοντας εκτενώς τα αντικείμενα τα οποία χρονολογούνται από τα μέσα του 9ου αιώνα π.Χ. μέχρι τους πρώιμους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους (1ος-2ος αιώνας μ.Χ.).
Το δεύτερο μέρος του τόμου, με τίτλο «Ο χώρος μέσα στον χρόνο», αφορά το χωροταξικό περιβάλλον του κτιρίου, που περικλείεται από τις οδούς Πανεπιστημίου, Εδουάρδου Λω, Σταδίου και Ομήρου, δηλαδή ουσιαστικά το σημείο όπου χτυπά η καρδιά της Αθήνας. Η τεκμηρίωση ως εκ τούτου βασίζεται, εκτός από τα ανασκαφικά δεδομένα, σε παλαιούς χάρτες και φωτογραφίες, εικονογραφήσεις και δημοσιεύματα. Μέσα από αυτή την περιήγηση η συγγραφέας μάς ξεναγεί όχι μόνο στα χαμένα μυστικά της παλιάς Αθήνας αλλά και πέρα από το συγκεκριμένο οικοδομικό τετράγωνο της τράπεζας, στις χαμηλές δυτικές υπώρειες του Λυκαβηττού και βορειοανατολικά της αρχαίας πόλης της Αθήνας, ανασυνθέτοντας την εξέλιξη της αρχαίας βορειοανατολικής νεκρόπολης, αλλά και την ιστορία των κτιρίων και των τοποσήμων της ευρύτερης περιοχής, όπως αυτή διαμορφώθηκε στο πέρασμα των αιώνων φτάνοντας ως τα μέσα του 20ού αιώνα.
Πρόκειται ουσιαστικά για την ανασύσταση της Ιστορίας της Αθήνας με την αποκάλυψη ενός μοναδικού παλίμψηστου κάτω από το κτίριο της τράπεζας με πολύτιμες αρχαιότητες, που προήλθαν κυριολεκτικά από τα σπλάχνα της και περιήλθαν κατόπιν στη συλλογή της, μέχρι τη σύγχρονη καταγραφή μέσα από φωτογραφίες και χάρτες της Αθήνας. Ολα αυτά ουσιαστικά περιλαμβάνονται σε ένα πολύτιμο λεύκωμα με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Εκ θεμελίων» με συγγραφέα και επιστημονική υπεύθυνο την αρχαιολόγο-νομισματολόγο Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου.
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το εύρος των θησαυρών που αποκαλύπτονται μέσα από τη συλλογή της Τραπέζης της Ελλάδος και το βιβλίο «Εκ θεμελίων»: πανέμορφες λευκές λήκυθοι αλλά και ένας περίτεχνος ερυθρόμορφος καλυκωτός κρατήρας που στην επιφάνειά του αναπαριστά τον ιερό γάμο του Διονύσου με την πριγκίπισσα Αριάδνη και τον φτερωτό θεό Ερωτα να παρεμβαίνει ανάμεσα τους ευλογώντας τον γάμο με το δικό του αλάβαστρο υπό το βλέμμα ενός τραγοπόδαρου Πάνα. Αλλού πάλι μια πεπλοφόρος κόρη, που συντρόφευε τις νεκρές στον κάτω κόσμο, αιχμαλωτίζει με την ομορφιά της, όπως αντίστοιχα κάνουν εκείνα τα παιχνίδια, μικρές κούκλες-πλαγγόνες, όπως τις έλεγαν στην αρχαιότητα, οι οποίες τοποθετούνταν στους τάφους ως κτερίσματα. Ελάχιστοι ίσως να γνωρίζουν ότι τα νευρόσπαστα, όπως τα αποκαλούσαν, δεν ήταν παρά παιχνίδια που κουνιούνταν και έκαναν θόρυβο διώχνοντας μακριά τα κακά πνεύματα. Πρόκειται για διαφορετικά ευρήματα-κτερίσματα αλλά και κάθε λογής αρχαιότητες που ουσιαστικά καλύπτουν το πρώτο μέρος του βιβλίου. Δεν μπορούμε, επομένως, να μη ρωτήσουμε τη συγγραφέα και υπεύθυνη της επιστημονικής έρευνας Κλεοπάτρα Παπαευαγγέλου-Γκενάκου αν θα μπορούσε να ξεχωρίσει κάποια από αυτά ως τα πολυτιμότερα ή αυτά που της έκαναν εντύπωση.
«Ανάμεσα στα 43 αρχαία αντικείμενα που διασώθηκαν κατά τη θεμελίωση του κτιρίου της Τραπέζης της Ελλάδος είναι ορισμένα που πραγματικά ξεχωρίζουν: ο μεγάλος γεωμετρικός αμφορέας, η λευκή λήκυθος με τη μοναδική απεικόνιση ενός κυνηγόσκυλου ανάμεσα σε δύο γυναίκες που προετοιμάζονται για την επίσκεψή τους στο μνήμα και ο ακέραιος καλυκωτός κρατήρας που αφηγείται εικονογραφικά τον Ιερό γάμο του Διονύσου», μας απαντά συμφωνώντας, κατά κάποιον τρόπο, με την επιλογή μας. Αλλά δεν μπορεί να μην αναγνωρίζει και το εντυπωσιακό εύρος των χωροταξικών θησαυρών που καλύπτουν το δεύτερο μέρος του βιβλίου σημειώνοντας πως «ιδιαίτερα εντυπωσιακοί είναι οι πρώτοι χάρτες των Αθηνών, τα σχεδιαστικά και φωτογραφικά πανοράματα που, τοποθετημένα σε χρονική αλληλουχία, ιστορούν με σαγηνευτικό τρόπο το γίγνεσθαι του χώρου μέσα στον χρόνο. Ενός χώρου οικείου, αλλά συνάμα άγνωστου που σε προκαλεί να ανακαλύψεις τα μυστικά του».
Από την αρχαία νεκρόπολη στα πρώτα αστικά καφενεία
Στο πρώτο μέρος του τόμου «Εκ θεμελίων», που φέρει τον τίτλο «Αρχαιότητες εκ θεμελίων», περιγράφονται λεπτομερώς τα 43 αρχαία αντικείμενα που βρέθηκαν το 1932 κατά τις εργασίες θεμελίωσης του κτιρίου στην οδό Πανεπιστημίου, όπου εντοπίστηκαν τάφοι του βορειοανατολικού νεκροταφείου της αρχαίας Αθήνας - σε μια εποχή όπου δεν γίνονταν οργανωμένες επιστημονικές ανασκαφές ούτε υπήρχαν ακόμα οι ξένες αρχαιολογικές σχολές οι οποίες βοήθησαν στην οργάνωση των ανασκαφών. Γι’ αυτό και τα ευρήματα αυτά -κυρίως αγγεία, ειδώλια, λύχνοι και αγνύθες- δεν αποτελούν προϊόντα κάποιας τότε εκτίμησης αρχαιολόγων αλλά εκ των υστέρων αξιολόγησής τους - εξ ου και ότι δεν είναι γνωστά πολλά στοιχεία που θα βοηθούσαν στην έρευνα, όπως ο αριθμός και ο τύπος των τάφων, η στρωματογραφία και γενικώς τα αρχαιολογικά συμφραζόμενα που θα επέτρεπαν τη διάκριση των ταφικών συνόλων ή θα πρόσφεραν πληροφορίες.
Μέσα από αυτές θα μαθαίναμε περισσότερες λεπτομέρειες για την οργάνωση αυτής της εντυπωσιακής νεκρόπολης που απλωνόταν κυριολεκτικά κάτω από τα πόδια μας διαρκώς επί 12 αιώνες και κάλυπτε τη βορειανατολική πλευρά: άνθρωποι που αποχαιρετούσαν εκεί αγαπημένα πρόσωπα εναποθέτοντας τους δικούς τους θησαυρούς και κάνοντας τα δικά τους τελετουργικά προσφέροντας θησαυρούς που σήμερα αφηγούνται τις δικές τους ιστορίες. Από το σημείο αυτό φροντίζει να ξεκινήσει την αφήγησή της η συγγραφέας εξηγώντας τα ταφικά έθιμα και τις πρακτικές για τη φροντίδα και την ταφή των νεκρών σχολιάζοντας εκτενώς τα αντικείμενα τα οποία χρονολογούνται από τα μέσα του 9ου αιώνα π.Χ. μέχρι τους πρώιμους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους (1ος-2ος αιώνας μ.Χ.).
Το δεύτερο μέρος του τόμου, με τίτλο «Ο χώρος μέσα στον χρόνο», αφορά το χωροταξικό περιβάλλον του κτιρίου, που περικλείεται από τις οδούς Πανεπιστημίου, Εδουάρδου Λω, Σταδίου και Ομήρου, δηλαδή ουσιαστικά το σημείο όπου χτυπά η καρδιά της Αθήνας. Η τεκμηρίωση ως εκ τούτου βασίζεται, εκτός από τα ανασκαφικά δεδομένα, σε παλαιούς χάρτες και φωτογραφίες, εικονογραφήσεις και δημοσιεύματα. Μέσα από αυτή την περιήγηση η συγγραφέας μάς ξεναγεί όχι μόνο στα χαμένα μυστικά της παλιάς Αθήνας αλλά και πέρα από το συγκεκριμένο οικοδομικό τετράγωνο της τράπεζας, στις χαμηλές δυτικές υπώρειες του Λυκαβηττού και βορειοανατολικά της αρχαίας πόλης της Αθήνας, ανασυνθέτοντας την εξέλιξη της αρχαίας βορειοανατολικής νεκρόπολης, αλλά και την ιστορία των κτιρίων και των τοποσήμων της ευρύτερης περιοχής, όπως αυτή διαμορφώθηκε στο πέρασμα των αιώνων φτάνοντας ως τα μέσα του 20ού αιώνα.
Της ζητάμε να μας προσφέρει τη δική της εξιστόρηση, πέρα από το επιστημονικό πλαίσιο του βιβλίου, και αυτή είναι όντως μαγική, καθώς μας αναλύει τα σημεία που της έκαναν περισσότερο εντύπωση ξεναγώντας μας ουσιαστικά στο δικό της ταξίδι στο πέρας των αιώνων: «Υπήρχαν πρωινά που περπατούσα στην οδό Πανεπιστημίου προς την Τράπεζα της Ελλάδος και ένιωθα ότι βρισκόμουν στη δίνη ενός χωροχρονικού συνεχούς. Πριν διασχίσω την οδό Ομήρου, ύψωνα το βλέμμα μου προς τα δεξιά, προς τον Λυκαβηττό, και προσπαθούσα να φανταστώ την περιοχή χωρίς τις πολυκατοικίες, να αντικρίζω τον ιδιόμορφο βράχο της Σχιστής Πέτρας, εκεί στο τέρμα της οδού Ομήρου, πάνω από τα σκαλάκια. Κοιτούσα προς την άλλη πλευρά και φανταζόμουν το Θεμιστόκλειο τείχος να ορθώνεται λίγο πιο πέρα στη Σταδίου, περικλείοντας την αρχαία πόλη. Στρεφόμουν προς τα πίσω, προς την πλατεία Συντάγματος ή ατένιζα προς την οδό Κοραή και βρισκόμουν στη μέση του μεγάλου βορειοανατολικού νεκροταφείου, διάσπαρτου με ταφικές στήλες, με αναθήματα ακουμπισμένα ευλαβικά πάνω στα μνήματα και με πολύχρωμες αναθηματικές ταινίες.
Αλλες μέρες, στην ίδια πάντα γωνία, ένιωθα ότι βρισκόμουν έξω από τον ψηλό μαντρότοιχο της εντυπωσιακής οικίας Μακκά, του αρχιάτρου του Γεωργίου Α’, να κρυφοκοιτάζω τον ολάνθιστο κήπο. Περπάτησα πολλές φορές γύρω από το τετράγωνο της Τραπέζης της Ελλάδος. Οπτικοποιώντας τις παλιές φωτογραφίες, περνούσα έξω από την οικία της Καλλιρρόης Παρρέν, ανάμεσα στα τραπεζάκια του καφενείου του Πετρίτση˙ έστριβα στην Εδουάρδου Λω και κοιτούσα τη βιτρίνα του αρχαιοπωλείου του Θεοφίλη˙ σταματούσα στη γωνία με τη Σταδίου έξω από τη διώροφη οικία του Ευθυμίου Καστόρχη, που άντεξε στον χρόνο περισσότερο από κάθε άλλο κτίσμα του οικοδομικού τετραγώνου˙ επί της οδού Σταδίου σταματούσα να θαυμάσω τις δημιουργίες στον “λουλουδοπαράδεισο” του Αριστόφιλου Τσούτσου, και λίγο πιο πέρα να χαζέψω την ιεροτελεστία του γεύματος στο ξακουστό εστιατόριο “Διεθνές”».
Πρόκειται για μια εντυπωσιακή περιήγηση που δεν έχουμε πολλές φορές την ευκαιρία να την απολαύσουμε, η οποία διατρέχει αιώνες ολόκληρους - ξεκινάει από τη Νεολιθική Εποχή και φτάνει στα μέσα του 2ου αιώνα με λεπτομέρειες στις οποίες ανταποκρίνεται με αξιοθαύμαστη ενάργεια η συγγραφέας. Στην εντυπωσιακή της μελέτη δεν παραλείπει να ενσωματώσει τη βαθμιαία διαμόρφωση της βορειανατολικής νεκρόπολης κατά τη Γεωμετρική και Κλασική Εποχή, που ουσιαστικά εκτεινόταν εκτός των τειχών του άστεως. Αυτή η αδιάλειπτη συνέχεια της νεκροπόλης για 12 αιώνες θα δεχτεί την επέμβαση των ανθρώπων με την ίδρυση ναϊκών οικοδομημάτων μεταξύ του 10ου και 12ου αιώνα, όχι όμως και οικιστική διάθεση έως τον 19ο αιώνα, όπως διαπιστώνεται από τις εικονογραφήσεις και χαρτογραφήσεις της πόλης που κατέλιπαν οι περιηγητές ήδη από τον 17ο αιώνα. Αυτές είναι που τελικά δείχνουν πως η περιοχή ήταν ουσιαστικά χέρσοι αγροί μέχρι το 1836, οπότε αποκαλύπτεται για πρώτη φορά το «τετράγωνο 15» - ουσιαστικά δύο χρόνια αφότου η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους. Εκτοτε ξεκινά όχι μόνο η σύνδεσή του με τον αστικό ιστό αλλά και η ραγδαία πολεοδομική του ανάπτυξη. Γίνεται επομένως αντιληπτό ότι πρόκειται για μια τεράστια επιστημονική έρευνα χάρη στην οποία αποκαλύπτεται τελικά «Εκ θεμελίων» η Αθήνα και τα μυστικά της σε ένα εύρος αιώνων και με λεπτομέρειες από διαφορετικές περιόδους και εντελώς ετερόκλητα σύμπαντα.
Δεν μπορούμε επομένως να μην αναρωτηθούμε ποια ενδεχομένως να είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει η επιστήμων και συγγραφέας Κλεοπάτρα Παπαευαγγελίου-Γκενάκο στη σύνθεση τόσο διαφορετικών κόσμων από την αρχαιότητα μέχρι τον 20ό αιώνα. «Δυσκολίες υπήρξαν αρκετές καθ’ όλη την πορεία της έρευνάς μου. Η αναζήτηση βιβλιογραφίας για ένα τόσο ετερογενές υλικό, η αναδίφηση τεκμηρίων σε ιστορικά και φωτογραφικά αρχεία και η ιχνηλάτηση πληροφοριών σε εφημερίδες προϋπέθεταν επίπονη και μεθοδική πρωτογενή έρευνα», επισημαίνει χαρακτηριστικά. «Μελετώντας τις αρχαιότητες της Τραπέζης της Ελλάδος συνειδητοποίησα πόσο πολύ έχει προχωρήσει η αρχαιολογική έρευνα. Αξιόλογες μελέτες συναδέλφων δεν οδηγούν απλώς τον ερευνητή στη χρονολόγηση των αρχαίων αντικειμένων, αλλά επιτρέπουν την ταύτιση του εργαστηρίου ή του ζωγράφου που τα φιλοτέχνησε. Η ερμηνεία της εικονογραφίας των αγγείων μπορεί πια να συνδεθεί με την πολιτική και κοινωνική ιστορία της εκάστοτε εποχής. Ανασκαφικές δημοσιεύσεις και σύνθετες λεπτομερείς μελέτες για τα τείχη, το οδικό δίκτυο και εν γένει την αρχαία τοπογραφία της Αθήνας συμπληρώνουν τις γνώσεις μας για το σημαντικό βορειοανατολικό νεκροταφείο που ήταν σε χρήση επί 12 αιώνες.
Στην προσπάθειά μου να κατανοήσω τη γεωμορφολογία της περιοχής εντόπισα τις πρώτες φωτογραφίες των μέσων του 19ου αιώνα. Οφείλω να ομολογήσω ότι ενθουσιάστηκα! Από εκεί η έρευνά μου συνεχίστηκε σε νέα μονοπάτια, μετουσιώθηκε, θα έλεγα, σε μια εκ θεμελίων μελέτη του χώρου μέσα στον χρόνο. Το οικοδομικό τετράγωνο 15, στο οποίο ορθώνεται σήμερα το μέγαρο της Τραπέζης της Ελλάδος ήταν εξαρχής διηρημένο σε 12 ιδιοκτησίες. Ανατρέχοντας στους τίτλους κτήσης στο Υποθηκοφυλακείο Αθηνών, τα “ανώνυμα” παλαιά νεοκλασικά μέγαρα των φωτογραφιών απέκτησαν ταυτότητα, καθώς μπόρεσα να αναγνωρίσω τους επιφανείς κατόχους τους. Τιθασεύοντας τον όγκο των πληροφοριών και με αρωγό τις θεμελιώδεις μελέτες αρχιτεκτόνων, πολεοδόμων, αθηναιογράφων και ιστορικών παρακολουθούμε τη ραγδαία πολεοδομική εξέλιξη. Τα παλιά αρχοντικά αντικαθίστανται από μεγάλα πολυώροφα κτήρια που στέγασαν εστιατόρια, ασφαλιστικές εταιρείες και ξενοδοχεία, καθώς η περιοχή σταδιακά από οικιστική αλλάζει χαρακτήρα και γίνεται εμπορική. Νομίζω ότι οι δυσκολίες πρέπει να αντιμετωπίζονται ως προκλήσεις. Εντέλει αυτή είναι η γοητεία της ιστορικής έρευνας, η ικανοποίηση που νιώθεις, όταν όλα τα ιστορικά νήματα, μετά τη συστηματική συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων, συνυφαίνονται στον αργαλειό της έρευνας».
Με εντυπωσιάζει ακόμα και σήμερα το γεγονός ότι ο χώρος αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ του χθες και του σήμερα. Αισθάνομαι ιδιαίτερα ευτυχής που τα αρχαιολογικά αντικείμενα διατηρήθηκαν με σεβασμό από το 1932 στα γραφεία της διοίκησης· αλλά και που το Κέντρο Πολιτισμού, Ερευνας και Τεκμηρίωσης της τράπεζας, με συνείδηση ευθύνης, μέσω της έκδοσης «Εκ θεμελίων» διασφαλίζει τη διάσωση της ιστορικής πληροφορίας, των μικρών ιστορικών ψηφίδων που συνθέτουν την «προϊστορία» της Τραπέζης της Ελλάδος».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr