Μπένι Στάινμετζ: Ποιοι και γιατί κυνηγούν τον «βασιλιά των διαμαντιών» - Από τα Panama Papers στο Συμβούλιο Εφετών
Μπένι Στάινμετζ: Ποιοι και γιατί κυνηγούν τον «βασιλιά των διαμαντιών» - Από τα Panama Papers στο Συμβούλιο Εφετών
Συζητήθηκε σήμερα στο Συμβούλιο Εφετών το θέμα της έκδοσης του Στάινμετζ στη Ρουμανία – Ποιοι μάρτυρες κατέθεσαν – Ο επιχειρηματίας είχε συλληφθεί στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» ύστερα από διεθνές ένταλμα που εξέδωσε η Ρουμανία το οποίο έχει αρθεί - Η καταδίκη του στην Ελβετία για υπόθεση δωροδοκίας
Ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών, όπου και εξετάστηκε το αίτημα έκδοσης στη Ρουμανία, παρουσιάστηκε ο Ισραηλινός μεγαλοεπιχειρηματίας, Μπένι Στάινμετζ, που εξακολουθεί να βρίσκεται στην Ελλάδα. Για λογαριασμό του Στάινμετζ κατέθεσαν ως μάρτυρες δυο ανώτεροι πρώην δικαστικοί από Ρουμανία και Γαλλία, οι οποίοι έκαναν λόγο για καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εμπλοκή των μυστικών υπηρεσιών της Ρουμανίας, καθώς και για χειραγώγηση της ρουμανικής Δικαιοσύνης λόγω πολιτικών συμφερόντων. Αν μη τι άλλο, η υπόθεση Στάινμετζ παρουσιάζει σημαντικό ενδιαφέρον και απασχολεί ως σήμερα τα μεγαλύτερα διεθνή ειδησεογραφικά μέσα.
Η εμπλοκή του Ισραηλινού δισεκατομμυριούχου σε υποθέσεις δωροδοκίας οδήγησε στην αποκαθήλωσή του, με τις υπόγειες διαδρομές του χρήματος να απασχολούν τις δικαστικές αίθουσες και να γίνονται αντικείμενο ζωηρού σχολιασμού από τα πιο γνωστά μέσα ενημέρωσης στον κόσμο.
Ο επιχειρηματίας, που συνελήφθη στις 24 Νοεμβρίου επί ελληνικού εδάφους, στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», έχει βρεθεί ψηλά όχι μόνο στη λίστα του «Forbes», αλλά και στη λίστα των Panama Papers και οι τριγμοί από τη σκοτεινή επιχειρηματική του δραστηριότητα έγιναν αισθητοί σε τρεις ηπείρους: Ευρώπη, Αφρική και Αμερική.
Πρόσφατα, το Ανώτατο Δικαστήριο της Ρουμανίας αποφάσισε την επιβολή ποινής φυλάκισης πέντε ετών για υπόθεση εκμετάλλευσης ακίνητης περιουσίας, με την Interpol να εκδίδει σε βάρος του Στάινμετζ «ερυθρά αγγελία» και στη συνέχεια ο επιχειρηματίας να συλλαμβάνεται στην Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι είχε πραγματοποιηθεί άρση της «ερυθράς αγγελίας» από το σώμα δίωξης εγκλήματος, η καθυστέρηση της αφαίρεσής της από τα συστήματα συνοριακού ελέγχου στην Ευρώπη οδήγησαν στην παραμονή του Στάινμετζ στην Ελλάδα.
Η πλευρά του Στάινμετζ, σχολιάζοντας τη δίωξη από τις ρουμανικές αρχές, υποστηρίζει ότι πρόκειται για κυνηγητό με πολιτικά κίνητρα. «Μπορώ να επιβεβαιώσω ότι ο κ. Στάινμετζ συνελήφθη στο αεροδρόμιο της Αθήνας λόγω αποτυχίας στην εφαρμογή ακύρωσης του εντάλματος σύλληψης. Χειριζόμαστε την υπόθεση και πιστεύουμε ότι θα επιστρέψει γρήγορα στο σπίτι και την εργασία του»: με αυτό το σχόλιο επιβεβαίωσε τη σύλληψη και την παραμονή του επιχειρηματία στην Ελλάδα ο συνήγορος υπεράσπισής του Εϊταν Μαόζ στην ισραηλινή εφημερίδα «Globes».
Σύμφωνα με την ετυμηγορία της ρουμανικής Δικαιοσύνης, στον Στάινμετζ επιβλήθηκε πενταετής ποινή φυλάκισης για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και ενεργό ρόλο σε αυτή.
Οι δικαστικές περιπέτειες
Δεν είναι λίγα τα μέσα ενημέρωσης ανά τον κόσμο που έχουν ασχοληθεί επισταμένα με τον Στάινμετζ, επιχειρώντας να διεισδύσουν στα άδυτα της ζωής του μεγιστάνα. Το όνομά του έχει απασχολήσει κυβερνώντες και επιχειρηματίες, με τη δραστηριότητά του να προκαλεί αϋπνία στις δικαστικές αρχές. Εχει αντιμετωπίσει μέχρι και κατηγορίες χρηματισμού σε υπόθεση εκμετάλλευσης δικαιωμάτων ορυχείου στη Γουινέα.
Σύμφωνα με την ετυμηγορία δικαστηρίου της Γενεύης, στις 22 Ιανουαρίου του 2021, ο επιχειρηματίας καταδικάστηκε για υπόθεση δωροδοκίας σε πέντε χρόνια φυλάκιση.
Η εμπλοκή του Ισραηλινού δισεκατομμυριούχου σε υποθέσεις δωροδοκίας οδήγησε στην αποκαθήλωσή του, με τις υπόγειες διαδρομές του χρήματος να απασχολούν τις δικαστικές αίθουσες και να γίνονται αντικείμενο ζωηρού σχολιασμού από τα πιο γνωστά μέσα ενημέρωσης στον κόσμο.
Ο επιχειρηματίας, που συνελήφθη στις 24 Νοεμβρίου επί ελληνικού εδάφους, στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», έχει βρεθεί ψηλά όχι μόνο στη λίστα του «Forbes», αλλά και στη λίστα των Panama Papers και οι τριγμοί από τη σκοτεινή επιχειρηματική του δραστηριότητα έγιναν αισθητοί σε τρεις ηπείρους: Ευρώπη, Αφρική και Αμερική.
Πρόσφατα, το Ανώτατο Δικαστήριο της Ρουμανίας αποφάσισε την επιβολή ποινής φυλάκισης πέντε ετών για υπόθεση εκμετάλλευσης ακίνητης περιουσίας, με την Interpol να εκδίδει σε βάρος του Στάινμετζ «ερυθρά αγγελία» και στη συνέχεια ο επιχειρηματίας να συλλαμβάνεται στην Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι είχε πραγματοποιηθεί άρση της «ερυθράς αγγελίας» από το σώμα δίωξης εγκλήματος, η καθυστέρηση της αφαίρεσής της από τα συστήματα συνοριακού ελέγχου στην Ευρώπη οδήγησαν στην παραμονή του Στάινμετζ στην Ελλάδα.
Η πλευρά του Στάινμετζ, σχολιάζοντας τη δίωξη από τις ρουμανικές αρχές, υποστηρίζει ότι πρόκειται για κυνηγητό με πολιτικά κίνητρα. «Μπορώ να επιβεβαιώσω ότι ο κ. Στάινμετζ συνελήφθη στο αεροδρόμιο της Αθήνας λόγω αποτυχίας στην εφαρμογή ακύρωσης του εντάλματος σύλληψης. Χειριζόμαστε την υπόθεση και πιστεύουμε ότι θα επιστρέψει γρήγορα στο σπίτι και την εργασία του»: με αυτό το σχόλιο επιβεβαίωσε τη σύλληψη και την παραμονή του επιχειρηματία στην Ελλάδα ο συνήγορος υπεράσπισής του Εϊταν Μαόζ στην ισραηλινή εφημερίδα «Globes».
Σύμφωνα με την ετυμηγορία της ρουμανικής Δικαιοσύνης, στον Στάινμετζ επιβλήθηκε πενταετής ποινή φυλάκισης για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και ενεργό ρόλο σε αυτή.
Οι δικαστικές περιπέτειες
Δεν είναι λίγα τα μέσα ενημέρωσης ανά τον κόσμο που έχουν ασχοληθεί επισταμένα με τον Στάινμετζ, επιχειρώντας να διεισδύσουν στα άδυτα της ζωής του μεγιστάνα. Το όνομά του έχει απασχολήσει κυβερνώντες και επιχειρηματίες, με τη δραστηριότητά του να προκαλεί αϋπνία στις δικαστικές αρχές. Εχει αντιμετωπίσει μέχρι και κατηγορίες χρηματισμού σε υπόθεση εκμετάλλευσης δικαιωμάτων ορυχείου στη Γουινέα.
Σύμφωνα με την ετυμηγορία δικαστηρίου της Γενεύης, στις 22 Ιανουαρίου του 2021, ο επιχειρηματίας καταδικάστηκε για υπόθεση δωροδοκίας σε πέντε χρόνια φυλάκιση.
Η πλοκή της υπόθεσης άρχισε να εκτυλίσσεται στις αρχές του 2000 και στη συνέχεια το κουβάρι περιπλέχτηκε όταν αποκαλύφθηκε η καταβολή εκατομμυρίων από την εταιρεία του Στάινμετζ στην πρώην σύζυγο του αποβιώσαντα προέδρου της Γουινέας Λανσάνα Κοντέ.
Η παρουσία του Ισραηλινού μεγιστάνα στο δικαστήριο είχε σχολιαστεί ποικιλοτρόπως από τα ΜΜΕ, τα οποία εστίασαν στο ψύχραιμο προφίλ το οποίο φιλοτέχνησε και στις σημειώσεις που κρατούσε, ενώ φορούσε μάσκα για τον κορωνοϊό σε μια δίκη διάρκειας άνω των δύο ωρών που εκτυλίχθηκε στην πανδημική εποχή.
Η οσμή σκανδάλου έφτασε μέχρι το Ρίο ντε Τζανέιρο, όπου πριν από ένα χρόνο άρχισαν οι εξονυχιστικές έρευνες, όταν ο Στάινμετζ κατηγόρησε τη βραζιλιάνικη εταιρεία παραγωγής μαγγανίου Vale για απόκρυψη στοιχείων αναφορικά με την εξόρυξη ενός από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα σιδηρομεταλλεύματος στον κόσμο.
Ο Στάινμετζ είχε κατηγορήσει τους επικεφαλής της Vale για απόκρυψη πληροφοριών με δόλο από τους μετόχους της εταιρείας του σχετικά με το πραγματικό ρίσκο που ενείχε η εξόρυξη. Οι εταιρείες Vale και BSG Resources Ltd του Στάινμετζ, που είχαν προχωρήσει σε συμφωνία το 2010 για την εξόρυξη του τεράστιου κοιτάσματος στη Γουινέα, ενεπλάκησαν σε μια μακροχρόνια δικαστική διαμάχη. Η εταιρεία του BSG Resources ενεπλάκη και σε υπόθεση διαφθοράς με εκμετάλλευση του ορυχείου Koidu στη Σιέρα Λεόνε, που προμηθεύει διαμάντια, μεταξύ άλλων, την εταιρεία κοσμημάτων Tiffany & Company.
Δεν μπορεί να περάσει στα ψιλά το γεγονός ότι η χώρα αυτή της δυτικής Αφρικής έχει κατά κεφαλήν ΑΕΠ 1.600 δολάρια και προσδόκιμο ζωής τα 58 έτη.
Τα Panama Papers
Θύελλα είχε ξεσπάσει και όταν το όνομα του Ισραηλινού μεγιστάνα βρέθηκε στη λίστα των Panama Papers λόγω των απατηλών επιχειρηματικών του δράσεων με τη δικηγορική εταιρεία Mossack Fonseca. Υπενθυμίζεται ότι η παναμαϊκή δικηγορική εταιρεία Mossack Fonseca βρέθηκε στην καρδιά του σκανδάλου φοροδιαφυγής που αποκάλυψαν τα Panama Papers το 2016.
Αναταράξεις στο διεθνές δικαστικό σύστημα προκάλεσαν και οι μυστικοί τραπεζικοί λογαριασμοί που διατηρούσε ο Στάινμετζ σε υποκατάστημα της HSBC στη Γενεύη και μάλιστα επί σχεδόν δύο δεκαετίες, από το 1988 έως το 2007. Ο κρυμμένος θησυαρός στο υποκατάστημα της τράπεζας ξερνούσε τα 100 εκατ. δολάρια.
Στο ενεργητικό του επιχειρηματία βρίσκονταν και ισχυρές γνωριμίες. Οι στενές σχέσεις που διατηρούσε με τους πρώην Ισραηλινούς πρωθυπουργούς Εχούντ Μπάρακ και Εχούντ Ολμέρτ είχαν στρέψει τα φώτα του σχολιασμού ακόμη περισσότερο επάνω του.
Πριν από ένα χρόνο είχαν εκτεθεί στη δημοσιότητα τα περιουσιακά στοιχεία του Στάινμετζ: ένα από τα πιο ακριβά ακίνητα του Ισραήλ, μία θαλαμηγός και ένα ιδιωτικό αεροπλάνο για μετακινήσεις ανάμεσα σε Ισραήλ, Ελβετία και Λονδίνο.
Η λίστα Forbes και ο πόλεμος με τον Σόρος
Η οικονομική επιφάνεια του Ισραηλινού τού είχε δώσει μια θέση στη λίστα Forbes, τη στιγμή που τα οικονομικά δίκτυα εμβάθυναν στην επιχειρηματική του δραστηριότητα. Το διεθνές πρακτορείο Bloomberg, βάσει δεδομένων του 2013, αποτίμησε σετην περιουσία του 8 δισ. δολάρια, ανεβάζοντας τον Στάινμετζ στο βάθρο του πλουσιότερου Ισραηλινού.
Ωστόσο, ύστερα από έξι χρόνια τα δεδομένα άλλαξαν και ο επιχειρηματίας βρισκόταν, το 2019, στη λίστα Forbes με 1 δισ. δολάρια. Κάτω από τα στοιχεία του αναγραφόταν και η αγωγή των 10 δισ. δολαρίων που είχε καταθέσει το 2017 στον Τζορτζ Σόρος, κατηγορώντας τον για συκοφαντική εκστρατεία σε βάρος του.
Το χτίσιμο και η διάλυση μιας αυτοκρατορίας
Διαβάζοντας κανείς για την ταραχώδη και γεμάτη ανατροπές και ριψοκίνδυνες κινήσεις επιχειρηματική διαδρομή του, εύλογα αναζητά το ξεκίνημα του φιλόδοξου Ισραηλινού που έμελλε να γίνει ένας από τους πιο γνωστούς επιχειρηματίες, καταλαμβάνοντας μια θέση στον αστερισμό των πιο εύπορων του κόσμου.
Ο πλούτος συνόδευε τη ζωή του από μικρή ηλικία. Ο Στάινμετζ μεγάλωσε με γονείς επιχειρηματίες διαμαντιών, με την εταιρεία τους να φέρει την επωνυμία Rubin Steinmetz & Sons. Τη δεκαετία του ’90 προχώρησε, με τη συνδρομή του αδερφού του Ντάνιελ, στη σύσταση της επιχείρησης Steinmetz Diamonds Group. Η εταιρεία αναπτύχθηκε και τελικά ανήκε σε εκείνες που είχαν το δικαίωμα να αγοράζουν πολύτιμους λίθους από τον διεθνή όμιλο De Beers, ο οποίος δραστηριοποιείται στην εξόρυξη, την επεξεργασία, την εμπορία και την πώληση διαμαντιών. Το χτίσιμο της αμύθητης περιουσίας του Ισραηλινού οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις συμφωνίες που έκλεινε στις πιο φτωχές οικονομίες του πλανήτη.
Η αποκαθήλωσή του, ωστόσο, ήταν σταδιακή και η μετάβαση στην εποχή των διώξεων σκληρή.
Το 2013 η βρετανική εφημερίδα «Guardian» έγραφε για έναν επιχειρηματία που επέλεγε να κρατά χαμηλούς τόνους, αποφεύγοντας τα φώτα της δημοσιότητας. Τον είχε, ωστόσο, χαρακτηρίσει μυστικοπαθή, καθώς, όπως είχε αναφέρει, απέφευγε με μαεστρία την έκθεση στα μέσα ενημέρωσης, με τον ίδιο να το «καμουφλάρει» λέγοντας ότι δεν έχει ανάγκη από προβολή και πως τα έργα μιλούν από μόνα τους.
Στο αφιέρωμα του «Guardian» είχαν φιλοξενηθεί και δηλώσεις του επιχειρηματία στη μεγαλύτερη, τότε, σε κυκλοφορία ισραηλινή εφημερίδα «Yedioth Ahronoth». Σε αυτήν ο Στάινμετζ κατέρριπτε κάθε κατηγορία περί διαπλοκής και διατράνωνε τη θέση ότι ουδεμία σχέση έχει με πολιτικούς.
Απέρριπτε, την ίδια στιγμή, τις όποιες κατηγορίες περί φοροδιαφυγής, ισχυριζόμενος ότι δεν ζούσε μόνιμα στο Ισραήλ, ενώ για την εταιρεία BSGR, που ο ίδιος είχε ιδρύσει και η οποία ενεπλάκη στο σκάνδαλο εκμετάλλευσης ορυχείου στη Γουινέα, υποστήριζε πως εργαζόταν εκεί απλώς υπό τον ρόλο του συμβούλου, χωρίς να κατέχει επιτελική θέση που να του επιτρέπει τη λήψη αποφάσεων.
Οκτώ χρόνια αργότερα, τα σύννεφα πάνω από το όνομα του επιχειρηματία είχαν πυκνώσει. Ο «Guardian» έγραφε πια, το 2021, αναλυτικά για την κάθειρξη του μεγιστάνα μετά τις κατηγορίες για δωροδοκία και πλαστογράφηση εγγράφων στην υπόθεση του ορυχείου της Γουινέας. Στο ίδιο δημοσίευμα γινόταν αναφορά και στην πορεία του μαύρου χρήματος μέσω Ελβετίας και στις προεκτάσεις μιας υπόθεσης που ήταν υπό διερεύνηση σε Ευρώπη, Αφρική και ΗΠΑ.
Ο Στάινμετζ επέλεγε, με χειρουργική ακρίβεια, να δώσει στον εαυτό του τον χαρακτηρισμό «διεθνής Ισραηλινός», ενώ παρά την ισραηλινή του υπηκοότητα είχε αποκτήσει γαλλικό διαβατήριο. Το σπίτι του βρίσκεται στο Αρσούφ, σε μια περιοχή με θέα τη Μεσόγειο και με τα πιο ακριβά ακίνητα στο Ισραήλ.
Η ακίνητη περιουσία του εκτείνεται και στη Γενεύη, όπου επίσης κατέχει πολυτελή κατοικία, ενώ η εντυπωσιακή θαλαμηγός του είναι αγκυροβολημένη στη νότια Γαλλία.
Ο Στάινμετζ γεννήθηκε το 1956 στην πόλη Νετάνια του Ισραήλ και ήταν το τέταρτο παιδί οικογένειας που ίδρυσε μια επιτυχημένη επιχείρηση εμπορίας διαμαντιών.
Σε ηλικία 21 ετών, αφότου ολοκλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία, έφυγε από το Ισράηλ για το Βέλγιο, συγκεκριμένα για την Αντβερπ. Στη συνέχεια ίδρυσε με τον αδερφό του την επιχείρηση Beny Steinmetz Group.
Με τη σύζυγό του Ανιες γνωρίστηκαν στα εφηβικά τους χρόνια, παντρεύτηκαν και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Είχαν ιδρύσει φιλανθρωπική οργάνωση που επικεντρωνόταν σε θέματα εκπαίδευσης και επιμορφωτικών προγραμμάτων για νέους, ωστόσο το μαύρο χρήμα επισκίασε όλη την πορεία του Στάινμετζ.
Η παρουσία του Ισραηλινού μεγιστάνα στο δικαστήριο είχε σχολιαστεί ποικιλοτρόπως από τα ΜΜΕ, τα οποία εστίασαν στο ψύχραιμο προφίλ το οποίο φιλοτέχνησε και στις σημειώσεις που κρατούσε, ενώ φορούσε μάσκα για τον κορωνοϊό σε μια δίκη διάρκειας άνω των δύο ωρών που εκτυλίχθηκε στην πανδημική εποχή.
Η οσμή σκανδάλου έφτασε μέχρι το Ρίο ντε Τζανέιρο, όπου πριν από ένα χρόνο άρχισαν οι εξονυχιστικές έρευνες, όταν ο Στάινμετζ κατηγόρησε τη βραζιλιάνικη εταιρεία παραγωγής μαγγανίου Vale για απόκρυψη στοιχείων αναφορικά με την εξόρυξη ενός από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα σιδηρομεταλλεύματος στον κόσμο.
Ο Στάινμετζ είχε κατηγορήσει τους επικεφαλής της Vale για απόκρυψη πληροφοριών με δόλο από τους μετόχους της εταιρείας του σχετικά με το πραγματικό ρίσκο που ενείχε η εξόρυξη. Οι εταιρείες Vale και BSG Resources Ltd του Στάινμετζ, που είχαν προχωρήσει σε συμφωνία το 2010 για την εξόρυξη του τεράστιου κοιτάσματος στη Γουινέα, ενεπλάκησαν σε μια μακροχρόνια δικαστική διαμάχη. Η εταιρεία του BSG Resources ενεπλάκη και σε υπόθεση διαφθοράς με εκμετάλλευση του ορυχείου Koidu στη Σιέρα Λεόνε, που προμηθεύει διαμάντια, μεταξύ άλλων, την εταιρεία κοσμημάτων Tiffany & Company.
Δεν μπορεί να περάσει στα ψιλά το γεγονός ότι η χώρα αυτή της δυτικής Αφρικής έχει κατά κεφαλήν ΑΕΠ 1.600 δολάρια και προσδόκιμο ζωής τα 58 έτη.
Τα Panama Papers
Θύελλα είχε ξεσπάσει και όταν το όνομα του Ισραηλινού μεγιστάνα βρέθηκε στη λίστα των Panama Papers λόγω των απατηλών επιχειρηματικών του δράσεων με τη δικηγορική εταιρεία Mossack Fonseca. Υπενθυμίζεται ότι η παναμαϊκή δικηγορική εταιρεία Mossack Fonseca βρέθηκε στην καρδιά του σκανδάλου φοροδιαφυγής που αποκάλυψαν τα Panama Papers το 2016.
Αναταράξεις στο διεθνές δικαστικό σύστημα προκάλεσαν και οι μυστικοί τραπεζικοί λογαριασμοί που διατηρούσε ο Στάινμετζ σε υποκατάστημα της HSBC στη Γενεύη και μάλιστα επί σχεδόν δύο δεκαετίες, από το 1988 έως το 2007. Ο κρυμμένος θησυαρός στο υποκατάστημα της τράπεζας ξερνούσε τα 100 εκατ. δολάρια.
Στο ενεργητικό του επιχειρηματία βρίσκονταν και ισχυρές γνωριμίες. Οι στενές σχέσεις που διατηρούσε με τους πρώην Ισραηλινούς πρωθυπουργούς Εχούντ Μπάρακ και Εχούντ Ολμέρτ είχαν στρέψει τα φώτα του σχολιασμού ακόμη περισσότερο επάνω του.
Πριν από ένα χρόνο είχαν εκτεθεί στη δημοσιότητα τα περιουσιακά στοιχεία του Στάινμετζ: ένα από τα πιο ακριβά ακίνητα του Ισραήλ, μία θαλαμηγός και ένα ιδιωτικό αεροπλάνο για μετακινήσεις ανάμεσα σε Ισραήλ, Ελβετία και Λονδίνο.
Η λίστα Forbes και ο πόλεμος με τον Σόρος
Η οικονομική επιφάνεια του Ισραηλινού τού είχε δώσει μια θέση στη λίστα Forbes, τη στιγμή που τα οικονομικά δίκτυα εμβάθυναν στην επιχειρηματική του δραστηριότητα. Το διεθνές πρακτορείο Bloomberg, βάσει δεδομένων του 2013, αποτίμησε σετην περιουσία του 8 δισ. δολάρια, ανεβάζοντας τον Στάινμετζ στο βάθρο του πλουσιότερου Ισραηλινού.
Ωστόσο, ύστερα από έξι χρόνια τα δεδομένα άλλαξαν και ο επιχειρηματίας βρισκόταν, το 2019, στη λίστα Forbes με 1 δισ. δολάρια. Κάτω από τα στοιχεία του αναγραφόταν και η αγωγή των 10 δισ. δολαρίων που είχε καταθέσει το 2017 στον Τζορτζ Σόρος, κατηγορώντας τον για συκοφαντική εκστρατεία σε βάρος του.
Το χτίσιμο και η διάλυση μιας αυτοκρατορίας
Διαβάζοντας κανείς για την ταραχώδη και γεμάτη ανατροπές και ριψοκίνδυνες κινήσεις επιχειρηματική διαδρομή του, εύλογα αναζητά το ξεκίνημα του φιλόδοξου Ισραηλινού που έμελλε να γίνει ένας από τους πιο γνωστούς επιχειρηματίες, καταλαμβάνοντας μια θέση στον αστερισμό των πιο εύπορων του κόσμου.
Ο πλούτος συνόδευε τη ζωή του από μικρή ηλικία. Ο Στάινμετζ μεγάλωσε με γονείς επιχειρηματίες διαμαντιών, με την εταιρεία τους να φέρει την επωνυμία Rubin Steinmetz & Sons. Τη δεκαετία του ’90 προχώρησε, με τη συνδρομή του αδερφού του Ντάνιελ, στη σύσταση της επιχείρησης Steinmetz Diamonds Group. Η εταιρεία αναπτύχθηκε και τελικά ανήκε σε εκείνες που είχαν το δικαίωμα να αγοράζουν πολύτιμους λίθους από τον διεθνή όμιλο De Beers, ο οποίος δραστηριοποιείται στην εξόρυξη, την επεξεργασία, την εμπορία και την πώληση διαμαντιών. Το χτίσιμο της αμύθητης περιουσίας του Ισραηλινού οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις συμφωνίες που έκλεινε στις πιο φτωχές οικονομίες του πλανήτη.
Η αποκαθήλωσή του, ωστόσο, ήταν σταδιακή και η μετάβαση στην εποχή των διώξεων σκληρή.
Το 2013 η βρετανική εφημερίδα «Guardian» έγραφε για έναν επιχειρηματία που επέλεγε να κρατά χαμηλούς τόνους, αποφεύγοντας τα φώτα της δημοσιότητας. Τον είχε, ωστόσο, χαρακτηρίσει μυστικοπαθή, καθώς, όπως είχε αναφέρει, απέφευγε με μαεστρία την έκθεση στα μέσα ενημέρωσης, με τον ίδιο να το «καμουφλάρει» λέγοντας ότι δεν έχει ανάγκη από προβολή και πως τα έργα μιλούν από μόνα τους.
Στο αφιέρωμα του «Guardian» είχαν φιλοξενηθεί και δηλώσεις του επιχειρηματία στη μεγαλύτερη, τότε, σε κυκλοφορία ισραηλινή εφημερίδα «Yedioth Ahronoth». Σε αυτήν ο Στάινμετζ κατέρριπτε κάθε κατηγορία περί διαπλοκής και διατράνωνε τη θέση ότι ουδεμία σχέση έχει με πολιτικούς.
Απέρριπτε, την ίδια στιγμή, τις όποιες κατηγορίες περί φοροδιαφυγής, ισχυριζόμενος ότι δεν ζούσε μόνιμα στο Ισραήλ, ενώ για την εταιρεία BSGR, που ο ίδιος είχε ιδρύσει και η οποία ενεπλάκη στο σκάνδαλο εκμετάλλευσης ορυχείου στη Γουινέα, υποστήριζε πως εργαζόταν εκεί απλώς υπό τον ρόλο του συμβούλου, χωρίς να κατέχει επιτελική θέση που να του επιτρέπει τη λήψη αποφάσεων.
Οκτώ χρόνια αργότερα, τα σύννεφα πάνω από το όνομα του επιχειρηματία είχαν πυκνώσει. Ο «Guardian» έγραφε πια, το 2021, αναλυτικά για την κάθειρξη του μεγιστάνα μετά τις κατηγορίες για δωροδοκία και πλαστογράφηση εγγράφων στην υπόθεση του ορυχείου της Γουινέας. Στο ίδιο δημοσίευμα γινόταν αναφορά και στην πορεία του μαύρου χρήματος μέσω Ελβετίας και στις προεκτάσεις μιας υπόθεσης που ήταν υπό διερεύνηση σε Ευρώπη, Αφρική και ΗΠΑ.
Ο Στάινμετζ επέλεγε, με χειρουργική ακρίβεια, να δώσει στον εαυτό του τον χαρακτηρισμό «διεθνής Ισραηλινός», ενώ παρά την ισραηλινή του υπηκοότητα είχε αποκτήσει γαλλικό διαβατήριο. Το σπίτι του βρίσκεται στο Αρσούφ, σε μια περιοχή με θέα τη Μεσόγειο και με τα πιο ακριβά ακίνητα στο Ισραήλ.
Η ακίνητη περιουσία του εκτείνεται και στη Γενεύη, όπου επίσης κατέχει πολυτελή κατοικία, ενώ η εντυπωσιακή θαλαμηγός του είναι αγκυροβολημένη στη νότια Γαλλία.
Ο Στάινμετζ γεννήθηκε το 1956 στην πόλη Νετάνια του Ισραήλ και ήταν το τέταρτο παιδί οικογένειας που ίδρυσε μια επιτυχημένη επιχείρηση εμπορίας διαμαντιών.
Σε ηλικία 21 ετών, αφότου ολοκλήρωσε τη στρατιωτική του θητεία, έφυγε από το Ισράηλ για το Βέλγιο, συγκεκριμένα για την Αντβερπ. Στη συνέχεια ίδρυσε με τον αδερφό του την επιχείρηση Beny Steinmetz Group.
Με τη σύζυγό του Ανιες γνωρίστηκαν στα εφηβικά τους χρόνια, παντρεύτηκαν και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Είχαν ιδρύσει φιλανθρωπική οργάνωση που επικεντρωνόταν σε θέματα εκπαίδευσης και επιμορφωτικών προγραμμάτων για νέους, ωστόσο το μαύρο χρήμα επισκίασε όλη την πορεία του Στάινμετζ.
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα