Τζέιµι Ντάιµον: Ο δισεκατομμυριούχος CEO της J.P. Morgan με τις ελληνικές ρίζες
31.01.2022
20:43
Ο πιο σημαντικός τραπεζίτης στον κόσμο, ομογενής από την Πελοπόννησο είναι ένας από τους 100 ισχυρότερους ανθρώπους στον πλανήτη - Χάρης Καρώνης: Ο ιδρυτής της Viva Wallet δίνει από 50.000 ευρώ έως τέσσερα εκατ. ευρώ σε κάθε στέλεχος μετά το χρυσό deal
Δεν είναι ο τύπος του απλώς ευκατάστατου Ελληνοαμερικανού που μόλις πατήσει το πόδι του στη Ελλάδα του λένε «καλώς το πατριωτάκι» και εννοούν «καλώς ήρθε το δολάριο».
Ο δισεκατομμυριούχος Τζέιμι Ντάιμον, ομογενής μεν τρίτης γενιάς, αλλά από άλλη πάστα και άλλη φάση, μακριά από τα πατροπαράδοτα κλισέ. Είναι ένας από τους 100 Ισχυρότερους Ανθρώπους στον Κόσμο, ίσως ο πιο σημαντικός, σίγουρα ο πιο καλοπληρωμένος, τραπεζίτης της Wall Street, επικεφαλής εδώ και 15 χρόνια του τραπεζικού κολοσσού J.P. Morgan Chase, με διασυνδέσεις σε όλο τον κόσμο και απευθείας επαφή με τον Λευκό Οίκο.
Και ως απόγονος πάμφτωχων Ελλήνων μεταναστών, διαθέτει όλο το σαγηνευτικό πακέτο της επιτυχημένης σταδιοδρομίας που λατρεύουν να διηγούνται οι Αμερικανοί. Εφτασε για δεύτερη φορά στην Ελλάδα για να περάσει το κατώφλι του Μεγάρου Μαξίμου, όπου συναντήθηκε με τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.
Την προηγούμενη φορά είχε έρθει με το lear jet της τράπεζάς του, στις αρχές Ιουλίου 2014, οπότε και συνομίλησε κατ’ ίδίαν με τον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά. Στα επτάμισι χρόνια που μεσολάβησαν πολλά άλλαξαν στον πολιτικό επιχειρηματικό χάρτη της χώρας, εκτός ίσως από την αισιοδοξία του 66χρονου τραπεζίτη για τις θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Πράγμα που επιβεβαίωσε πιο έντονα ως CEO της κορυφαίας τράπεζας των ΗΠΑ με την πρόσφατη στρατηγική επένδυσή της στην ελληνική εταιρεία καινοτόμων ψηφιακών υπηρεσιών Viva Wallet, καθώς και με τα εγκαίνια γραφείου της στη χώρα μας τον περασμένο Ιούνιο.
Δείτε το βίντεο: H συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τζέιμι Ντάιµον
Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι στην ψήφο επενδυτικής εμπιστοσύνης της J.P. Morgan Chase στην Ελλάδα, αθόρυβο αλλά δυναμικό ρόλο έχει διαδραματίσει ο κ. Στέλιος Παπαδόπουλος. Ο επικεφαλής από το 2018 του αμερικανικού τραπεζικού κολοσσού στη χώρα έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξαγορά του 49% της Viva χάρη στην εμπειρία του.
Στη διάρκεια της κρίσιμης θητείας του ως επικεφαλής στον ΟΔΔΗΧ είχε οργανώσει με επιτυχία λεπτές και δύσκολες αποστολές. Με πιο αποτελεσματική τον Απρίλιο του 2014, επί κυβέρνησης Σαμαρά με υπουργό Οικονομικών τον κ. Γιάννη Στουρνάρα, την πρώτη έξοδο της Ελλάδας στις αγορές στη μνημονιακή περίοδο με την έκδοση πενταετούς ομολόγου. Εν τω μεταξύ στο μεσοδιάστημα μεταξύ των δύο ταξιδιών του στην Ελλάδα ο Τζέιμι Ντάιμον δεν άλλαξε φυσιογνωμικά. Για τραπεζίτης, παραδόξως, ήταν και διατηρείται ωραίος.
Παραμένει κομψός, με τον αέρα της υπεροχής ενός «βασιλιά» των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Wall Street. Ψηλός, αθλητικός, με αρμονικά χαρακτηριστικά και άφθονα λευκά, φυσικά άτακτα μαλλιά, τα οποία «σιδερώνει» για να είναι ασορτί με το ατσαλάκωτο επαγγελματικό κουστούμι με τα αστραφτερά μανικετόκουμπα στις μανσέτες του μεγάλου αφεντικού. Δεν είναι τυχαίο ότι στην τηλεοπτική ταινία του καναλιού ΗΒΟ με τίτλο «Too Big to Fail» («Πολύ μεγάλες για να χρεοκοπήσουν») και θέμα τις τράπεζες τον υποδύθηκε με την ασημένια χωρίστρα του ο γοητευτικός μεσήλικας ηθοποιός Μπιλ Πούλμαν.
Δείτε τη συνέντευξη του Τζέιμι Ντάιµον για την αναμενόμενη οικονομική ανάπτυξη
Το ατού, όμως, του διευθύνοντος συμβούλου της μεγαλύτερης και πιο σημαντικής αμερικανικής τράπεζας δεν περιορίζονται στην εξωτερική του εμφάνιση. Τα προσόντα του αντλούνται από τον εσωτερικό του κόσμο, την καλλιέργεια και τις αξίες που διαμόρφωσε και ενσωμάτωσε στη συμπεριφορά του από παιδί κιόλας. Ανθρωπος με μεγάλη αυτοπεποίθηση, πάντα έπαιρνε πάνω του σε αμφίρροπους αγώνες μπάσκετ το τελευταίο κρίσιμο σουτ, με υγιή εγωισμό, ήπια ενθάρρυνση προς τους συνεργάτες του, πειθαρχία -ξυπνάει σταθερά στις 5 τα χαράματα- και φυσικά προικισμένος με πηγαίο ταλέντο.
Ο δισεκατομμυριούχος Τζέιμι Ντάιμον, ομογενής μεν τρίτης γενιάς, αλλά από άλλη πάστα και άλλη φάση, μακριά από τα πατροπαράδοτα κλισέ. Είναι ένας από τους 100 Ισχυρότερους Ανθρώπους στον Κόσμο, ίσως ο πιο σημαντικός, σίγουρα ο πιο καλοπληρωμένος, τραπεζίτης της Wall Street, επικεφαλής εδώ και 15 χρόνια του τραπεζικού κολοσσού J.P. Morgan Chase, με διασυνδέσεις σε όλο τον κόσμο και απευθείας επαφή με τον Λευκό Οίκο.
Και ως απόγονος πάμφτωχων Ελλήνων μεταναστών, διαθέτει όλο το σαγηνευτικό πακέτο της επιτυχημένης σταδιοδρομίας που λατρεύουν να διηγούνται οι Αμερικανοί. Εφτασε για δεύτερη φορά στην Ελλάδα για να περάσει το κατώφλι του Μεγάρου Μαξίμου, όπου συναντήθηκε με τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.
Την προηγούμενη φορά είχε έρθει με το lear jet της τράπεζάς του, στις αρχές Ιουλίου 2014, οπότε και συνομίλησε κατ’ ίδίαν με τον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά. Στα επτάμισι χρόνια που μεσολάβησαν πολλά άλλαξαν στον πολιτικό επιχειρηματικό χάρτη της χώρας, εκτός ίσως από την αισιοδοξία του 66χρονου τραπεζίτη για τις θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Πράγμα που επιβεβαίωσε πιο έντονα ως CEO της κορυφαίας τράπεζας των ΗΠΑ με την πρόσφατη στρατηγική επένδυσή της στην ελληνική εταιρεία καινοτόμων ψηφιακών υπηρεσιών Viva Wallet, καθώς και με τα εγκαίνια γραφείου της στη χώρα μας τον περασμένο Ιούνιο.
Δείτε το βίντεο: H συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τζέιμι Ντάιµον
Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι στην ψήφο επενδυτικής εμπιστοσύνης της J.P. Morgan Chase στην Ελλάδα, αθόρυβο αλλά δυναμικό ρόλο έχει διαδραματίσει ο κ. Στέλιος Παπαδόπουλος. Ο επικεφαλής από το 2018 του αμερικανικού τραπεζικού κολοσσού στη χώρα έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξαγορά του 49% της Viva χάρη στην εμπειρία του.
Στη διάρκεια της κρίσιμης θητείας του ως επικεφαλής στον ΟΔΔΗΧ είχε οργανώσει με επιτυχία λεπτές και δύσκολες αποστολές. Με πιο αποτελεσματική τον Απρίλιο του 2014, επί κυβέρνησης Σαμαρά με υπουργό Οικονομικών τον κ. Γιάννη Στουρνάρα, την πρώτη έξοδο της Ελλάδας στις αγορές στη μνημονιακή περίοδο με την έκδοση πενταετούς ομολόγου. Εν τω μεταξύ στο μεσοδιάστημα μεταξύ των δύο ταξιδιών του στην Ελλάδα ο Τζέιμι Ντάιμον δεν άλλαξε φυσιογνωμικά. Για τραπεζίτης, παραδόξως, ήταν και διατηρείται ωραίος.
Παραμένει κομψός, με τον αέρα της υπεροχής ενός «βασιλιά» των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Wall Street. Ψηλός, αθλητικός, με αρμονικά χαρακτηριστικά και άφθονα λευκά, φυσικά άτακτα μαλλιά, τα οποία «σιδερώνει» για να είναι ασορτί με το ατσαλάκωτο επαγγελματικό κουστούμι με τα αστραφτερά μανικετόκουμπα στις μανσέτες του μεγάλου αφεντικού. Δεν είναι τυχαίο ότι στην τηλεοπτική ταινία του καναλιού ΗΒΟ με τίτλο «Too Big to Fail» («Πολύ μεγάλες για να χρεοκοπήσουν») και θέμα τις τράπεζες τον υποδύθηκε με την ασημένια χωρίστρα του ο γοητευτικός μεσήλικας ηθοποιός Μπιλ Πούλμαν.
Δείτε τη συνέντευξη του Τζέιμι Ντάιµον για την αναμενόμενη οικονομική ανάπτυξη
Το ατού, όμως, του διευθύνοντος συμβούλου της μεγαλύτερης και πιο σημαντικής αμερικανικής τράπεζας δεν περιορίζονται στην εξωτερική του εμφάνιση. Τα προσόντα του αντλούνται από τον εσωτερικό του κόσμο, την καλλιέργεια και τις αξίες που διαμόρφωσε και ενσωμάτωσε στη συμπεριφορά του από παιδί κιόλας. Ανθρωπος με μεγάλη αυτοπεποίθηση, πάντα έπαιρνε πάνω του σε αμφίρροπους αγώνες μπάσκετ το τελευταίο κρίσιμο σουτ, με υγιή εγωισμό, ήπια ενθάρρυνση προς τους συνεργάτες του, πειθαρχία -ξυπνάει σταθερά στις 5 τα χαράματα- και φυσικά προικισμένος με πηγαίο ταλέντο.
Ο μεγιστάνας, επενδυτής και φιλάνθρωπος Ουόρεν Μπάφετ συνηθίζει, επαινώντας τον, να λέει ότι έχει την ικανότητα να παίρνει τις κατάλληλες αποφάσεις με περιορισμένες ή μηδαμινές πληροφορίες. «Δεν χρειάζεται να καταλάβει τέλεια τι και πόσο κοστίζει οτιδήποτε. Απλώς αντιλαμβάνεται τα εξωτερικά όρια του αντικειμένου προς διαπραγμάτευση. Για παράδειγμα, αν ένας άντρας μπει στο γραφείο του, ο ίδιος μπορεί να μην υπολογίζει με ακρίβεια αν αυτός ζυγίζει 120 ή 150 κιλά. Του φτάνει ότι ξέρει πως είναι χοντρός».
Το κυρίαρχο, όμως, είναι ότι εμπνέει αφοσιωμένη εμπιστοσύνη. Τη περίοδο του κραχ των ακινήτων, την πιστωτική κρίση του 2008 και την τραπεζική κατάρρευση που επηρέασε μεγάλες εταιρείες σε παναμερικανικό επίπεδο, είχε το ψυχικό σθένος να μη λουφάξει απέναντι στη δίκαιη οργή της κοινωνίας απέναντι στους τραπεζίτες. Δεν κράτησε προσωρινά χαμηλούς τόνους μέχρι να ξεθυμάνει ο θυμός του κόσμου, δεν χαλάρωσε μακριά από το αγριεμένο πλήθος, όπως αλαζονικοί άλλοι φωλιάζοντας στις επαύλεις τους στα Χάμπτονς ή στο νησί Ναντάκετ, δεν έκρυψε τις Ferrari στα γκαράζ, δεν πάρκαρε ζούλα τα super yacht σε εξωτικές μαρίνες και δεν κουκούλωσε τα χρυσαδαμάντινα ρολόγια χειρός στα συρτάρια με τις κάλτσες.
Αντίθετα, παράτησε τη λιμουζίνα του στον σοφέρ του και καβάλησε μαζί με λίγους συνεργάτες του ένα λεωφορείο διακοσμημένο με ολοφάνερες ταμπέλες της τράπεζάς του. Με αυτό το μεταφορικό μέσο πήρε μια, δυο, τρεις φορές σβάρνα τις Μεσοδυτικές Πολιτείες για να μεταδώσει παρηγοριά και κουράγιο στους χρεοκοπημένους πολίτες. Τα θύματα, όμως, των ασυλλόγιστα χορηγημένων στεγαστικών δανείων στη βιομηχανικά παρακμασμένη «Rust Belt», τη «ζώνη της σκουριάς» των ΗΠΑ, δεν ζητούσαν οίκτο αλλά αξιοπρέπεια. Και για τον έξυπνο Ντάιμον η ευπρεπής παρουσία δίπλα τους δεν στολιζόταν με ανακουφιστικά αξεσουάρ, απέπνεε, όμως, κάτι παρόμοιο με το ελληνικό φιλότιμο.
Oικείο στυλ
Με λευκά αθλητικά παπούτσια, τζιν Wrangler, μπλε πόλο μάρκας Vineyard Vines, με στάμπα το λογότυπο της J.P. Morgan Chase, διερχόμενος από στάση σε στάση, αγκάλιαζε ζεστά αυτοπροσώπως πελάτες, εργαζομένους, κατόχους πιστωτικών καρτών, συναλλασσόμενους αγρότες και μικροεπιχειρηματίες. Με αυτό το οικείο στυλ διακήρυσσε σαν παλιός, καλός, αξιόπιστος τραπεζίτης που φύλαγε τις μικροοικονομίες των καταθετών φράζοντας με το σώμα του σε κάθε απειλή το γκισέ ότι η τράπεζά του -καλύτερη, γρηγορότερη, φθηνότερη- αποτελούσε ένα αποκούμπι ασφαλείας και φερεγγυότητας για το καλό του τόπου τους.
Οχι εργαλείο εκμετάλλευσης, λαμογιάς, απληστίας και απάτης. Τα είχε τα κότσια,, αλλά και τις δημοκρατικές αξίες ως φίλος, υποστηρικτής και συνδαιτυμόνας των Κλίντον και Ομπάμα -αν και η προσωπική σχέση με τον δεύτερο ήταν πάντα υπερεκτιμημένη- ώστε να μοιράζεται τις αγωνίες των συνήθως εξοργισμένων δανειοληπτών.
Κατόπιν, ανέβαινε πάλι στο λεωφορείο που αποκαλούσαν, σαν περιοδεύοντες ιεροκήρυκες, «Τούνελ της Αγάπης», και έβαζε να παίζει στη διαπασών το πράγματι αγαπημένο του -και όχι ως διαφημιστικά τονωτικό- τραγούδι «Stand by Me». Και συνέχιζε τη περιοδεία σε χωριά, κωμοπόλεις και πόλεις.Ανακηρυγμένος από τους «New York Times» ως «ο λιγότερο μισητός τραπεζίτης της Αμερικής», προσπαθούσε να αντισταθμίσει τις προσβολές που εκτοξεύονταν προς το επαγγελματικό σινάφι του επιστρατεύοντας κάμποση ανθρωπιά.
Συναισθηματική νοημοσύνη
Σε ανύποπτο, άλλωστε, χρόνο είχε δηλώσει δημοσίως ότι η συναισθηματική νοημοσύνη είναι εξίσου σημαντική με τον δείκτη ευφυΐας. Τον δεύτερο, που διέθετε σε επάρκεια στο αναλυτικό, καρτεσιανό μυαλό του, το χρησιμοποίησε για να εξαγοράσει σχεδόν κοψοχρονιά τη φαλιρισμένη τράπεζα επενδύσεων Bear Stearns καθώς και την πτωχευμένη Washington Mutual. Ταυτόχρονα όμως με τις επιδέξιες επενδυτικές κινήσεις του, ενέγραψε ως αναγνωρίσιμο έπαθλο στο συναισθηματικό του παλμαρέ την υποθήκη ενός καλού Σαμαρείτη που διέσωσε τις δουλειές 60.000 εργαζομένων στις τράπεζες που κατέρρευσαν.
Ηταν 2008 και βρισκόταν μόλις δύο χρόνια στο τιμόνι της γιγαντιαίας J.P. Morgan Chase -προϊόν συγχώνευσης από το 2001 της τράπεζας Chase Manhattan της οικογένειας Ροκφέλερ και του εμβληματικού πιστωτικού και επενδυτικού οίκου J.P. Morgan & Co., του κορυφαίου Αμερικανού τραπεζίτη Τζον Πιέρποντ Μόργκαν- και όφειλε να εξομαλύνει τις εσωτερικές συγκρούσεις που έφερναν αντιμέτωπες δύο αντίπαλες τραπεζικές κουλτούρες. Τότε ακριβώς προέκυψε επιβεβλημένη η ανάγκη να δράσει αστραπιαία για να εξαγοράσει την Bear Stearns.
Από το νέο του, ωστόσο, κορυφαίο ηγετικό του πόστο στη σουίτα-γραφείο του 48ου ορόφου του μεγάρου της J.P. Morgan Chase στην Park Avenue του Μανχάταν, ο «πιο σκληρός τύπος στη Wall Street», όπως τον αποκαλούσε στο εξώφυλλό του το περιοδικό «Fortune», έβαλε από το 2006 πλώρη για νέα επιτεύγματα.
Εν μέσω κατάρρευσης ολόκληρου του τραπεζικού κλάδου που έσπρωξε βάναυσα δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία, κατάφερε να κάνει το παλαιότερο τραπεζικό ίδρυμα στις ΗΠΑ πρότυπο επιβίωσης στην κρίση και θεματικής επέκτασης. Εφάρμοσε «ισολογισμό φρουρίου», δηλαδή ότι το χρέος ως ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων πρέπει να είναι όσο το δυνατόν χαμηλότερο, εστίασε στην εκθετική δημιουργία κερδών και εκδήλωσε έντιμη διάθεση προς τους μετόχους. Ανοιχτός στην κριτική, έτοιμος να παραδεχτεί τα λάθη του και με επιμονή στην ισότιμη αντιμετώπιση απέναντι στους 255.000 υπαλλήλους, τους 100 εκατομμύρια Αμερικανούς μετόχους και τους αναρίθμητους πελάτες της τράπεζας σε 60 χώρες στον κόσμο - ο Ντάιμον έγινε βαθμιαία ο σημαιοφόρος ενός νέου τραπεζικού ήθους.
Χωρίς, ωστόσο, να λησμονείται ότι η J.P. Morgan Chase ήταν βαθιά εμπλεκόμενη με την κρίση των παραγώγων των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου (subprime). Κι εκεί, όμως, ο CEO της έδειξε τσαγανό. Κρίνεται πως συμφώνησε με το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης σε διακανονισμό-ρεκόρ καταβολής 13 δισ. δολαρίων για να βάλει έτσι τέλος σε σειρά διώξεων. Αλλοι εκτιμάται ότι θα την είχαν κοπανήσει από το υψηλό πόστο τους με παχυλή αποζημίωση, αφήνοντας τις ατέρμονες δικαστικές μάχες στους αντικαταστάτες του. Αυτός, όμως, δεν το έβαλε στα πόδια. Γι’ αυτό και για αρκετούς η στάση του χαρακτηρίζεται ευσυνείδητη, πράγμα που ωθεί τον Τζέιμι να εξομολογείται με ψυχαναγκαστική σχεδόν ειλικρίνεια ότι η συμπεριφορά του ως αφεντικού οφείλεται στον «ηθικό πυρήνα» της οικογένειας μέσα στην οποία γαλουχήθηκε.
Στον Ελληνα μετανάστη παππού του Πάνο Παπαδημητρίου και τη γιαγιά του Θεωνία Μυλωνά, τον πατέρα του Θεόδωρο ή Τεντ και τη μητέρα του Θέμιδα-Αναστασία, το γένος Καλός, τρίτη κόρη του Τζίμη Καλού και της Ιφιγένειας Σμυρνή, αμφότερων μεταναστών από την Πελοπόννησο. Απαντες ορθόδοξοι το θρήσκευμα, με στέρεους οικογενειακούς δεσμούς, πίστευαν ακράδαντα στη διάκριση σωστού και λάθους στην καθημερινή συμπεριφορά τους και υπεραμύνονταν του δίκιου των ανυπεράσπιστων ανθρώπων.
Πρόσφεραν ακόμα εθελοντικά κοινωφελή υπηρεσία, βοηθούσαν οικονομικά και παρείχαν δωρεάν τεχνικές συμβουλές σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς και, το βασικότερο, πλήρωναν αγόγγυστα τους φόρους τους. Και αυτή η παράδοση σφράγισε τον χαρακτήρα του Ντάιμον. Γεννημένος ως Τζέιμς στη Νέα Υόρκη, στις 13 Μαρτίου 1956 από γονείς, τέκνα Ελλήνων μεταναστών, μεγάλωσε στο Λονγκ Αϊλαντ σε ένα μέτριας εμφάνισης και ανέσεων δίπατο οικογενειακό σπίτι στο Τζάκσον Χάιτς του Κουίνς.
Πήγε στο δημόσιο σχολείο της γειτονιάς μέχρι την E’ Δημοτικού, μαζί με τον δίδυμο αδελφό του Τεντ τζούνιορ, εκπαιδευτικό σήμερα στο Χάρβαρντ με αντικείμενο την Τεχνική Αλεξάντερ που αφορά την πειθαρχημένη συμπεριφορά του νου για την απελευθέρωση της μυϊκής έντασης από όλο το σώμα, καθώς και τον μεγαλύτερο αδελφό τους, Πίτερ, νυν διδάκτορα της Φυσικής. Γονείς και παιδιά, όταν ο πατέρας έγινε με την αξία του εκτελεστικός αντιπρόεδρος στην American Express, μετακόμισαν αργότερα στο τρίτο πλουσιότερο μέρος της Νέας Υόρκης, το σικ και εύπορο χωριό Λάρτσμοντ, 30 χλμ. μακριά από το κεντρικό Μανχάταν. Ψυχή της οικογένειας ήταν ο παππούς, Πάνος, με ρίζες από τη Λακωνία, που είχε δουλέψει μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους σε τράπεζες στην Αθήνα και τη Σμύρνη, εξ ου και λογιζόταν ως Σμυρνιός. Εύστροφος και αεικίνητος, ανιχνεύοντας ευκαιρίες προκοπής, μετανάστευσε το 1921 στη Νέα Υόρκη.
Εκεί, ζητώντας να προσληφθεί ως οδηγός στα λεωφορεία και αντιμετωπίζοντας τον ρατσισμό των ιδιοκτητών τους που δεν ήθελαν καν να ακούνε για Ελληνα, αποφάσισε να αλλάξει το όνομά του. Εξαιτίας, λοιπόν, του φλερτ με μια νεαρή Γαλλίδα διάλεξε ως επίθετο το Ντιμόν, που στον αγγλοσαξονικό Νέο Κόσμο έγινε αυτομάτως Ντάιμον, που δεν του κακόπεσε καθόλου, καθώς ηχητικά παρέπεμπε στο διαμάντι. Σταδιακά ο πολύγλωσσος Πάνος, πρώην Παπαδημητρίου, έπιασε δουλειά στην Atlantic Bank της Νέας Υόρκης, η οποία ήταν θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας.
Μαθημένος, όμως, στην ανεξαρτησία και με ροπή στο ρίσκο μεταπήδησε στο επάγγελμα του χρηματομεσίτη συνεργαζόμενος με τη χρηματιστηριακή εταιρεία Shearson, Hammill & Co, της οποίας το κεντρικό γραφείο έδρευε στη γωνία της 44ης οδού και της Πέμπτης Λεωφόρου στο Μανχάταν.
Στην ίδια διεύθυνση κατέφτασε το 1953, έναν χρόνο μετά τον γάμο του με τη συνομήλική του Θέμιδα, και ο 22χρονος δευτερότοκος γιος του Θοδωρής με ένα γκρι Dodge Coronet, μυημένος από τον πατέρα του στα μυστικά και τις γνωριμίες της δουλειάς. Ο ψηλός, λεπτός, καλοντυμένος με ύφος διανοούμενου νεαρός, βιρτουόζος στο βιολί, το οποίο έπαιζε στην ορχήστρα της κοπτικής ορθόδοξης εκκλησίας του Αγίου Λουκά στο Κουίνς, που αποδεχόταν τα έγχορδα, ακολούθησε αλά ελληνικά, θέλοντας και μη, το προσοδοφόρο επάγγελμα του πατρός. Και έκανε αξιόλογη, ανοδική και οικονομικά αποδοτική πορεία σε 60 χρόνια καριέρας.
Επί 19 χρόνια συστεγάστηκαν οι δυο τους στο ίδιο γραφείο, ενώ ατέλειωτα βράδια κουβέντιαζαν στην κουζίνα του σπιτιού ανταλλάσσοντας πληροφορίες της χρηματιστηριακής πιάτσας για τις αγοραπωλησίες της επομένης, ανυποψίαστοι ότι άνοιγαν το μονοπάτι μιας κληρονομιάς στον τομέα της απασχόλησής τους. Ο μόνος που παρακολουθούσε τις συνομιλίες τους ήταν ο μικρός Τζέιμς που απ’ τα 6 του κιόλας χρόνια είχε εκδηλώσει το επιχειρηματικό ταλέντο του πουλώντας αυτοσχέδιες ευχετήριες κάρτες στις γιορτές.
Πού να φανταζόταν τότε ο δικός του πατέρας -που πέθανε στα 85 του το 2016 και λίγες ώρες μετά κατέληξε και η σύζυγός του- πως ο γιος του θα γινόταν στο μέλλον το αφεντικό του στις εταιρείες που αυτός δούλευε επί δεκαετίες. Ηδη εκείνα τα πρώιμα χρόνια του ο Τζέιμς, μαθητής πια του Browning School της νεοϋορκέζικης ελίτ, αντέγραφε το συναρπαστικό στυλ του διόλου σνομπ ως ανθρώπου της αγοράς παππού του που μιλούσε άνετα πέντε-έξι γλώσσες, περπατούσε κάμποσα χιλιόμετρα καθημερινά και διάβαζε συστηματικά πολύ. Από τον μεθοδικό πατέρα του κοπιάριζε την επιμονή του στη δημιουργία καταλόγων, δεν υπήρχαν άλλωστε τότε υπολογιστές.
Από τον παππού του υιοθέτησε την περιφρόνηση για το γκολφ, στο οποίο επιδίδεται μετά μανίας η ακριβοπληρωμένη μεγαλοτραπεζική συντεχνία, προτιμώντας για την άσκησή του το τζόκινγκ. Από την απλή μητέρα του ενστερνίστηκε τη συνήθεια να βγάζει ο ίδιος τα σκουπίδια από το σπίτι, να φτιάχνει μόνος του τον καφέ του χωρίς τη βοήθεια υπηρετριών με δαντελένιες ποδιές, να παρασκευάζει το κοκτέιλ μαρτίνι του τα βράδια της Παρασκευής και να το σερβίρει στον εαυτό του χωρίς τη συμβολή μπάτλερ με λευκά γάντια. Από τον πατέρα του τελικά τού έμειναν ως χούι μόνο οι λίστες.
Αυτές που ετοιμάζει ακόμη και σήμερα καθημερινά, σημειώνοντας ερωτήσεις, καθήκοντα, υποχρεώσεις. Τις γράφει επιμελώς και τις βάζει στην εσωτερική τσέπη του σακακιού του και μόλις φτάσει στην έδρα της τράπεζας τις αναθέτει στους υποψιασμένους πλέον υφισταμένους του που συναντά στους διαδρόμους. Πάνω στο δικό του γραφείο, πάντως, δεν υπάρχει ίχνος χαρτιού. Εχει τεράστια μνήμη, η οποία μάλλον δεν υπονομεύει την κρίση του, ενώ στους λιτά διακοσμημένους τοίχους της αίθουσας συσκέψεων δεσπόζει η επιγραφή «Μην γκρινιάζετε».
Οι σπουδές του
Αφού αποφοίτησε τέταρτος στη σειρά αξιολόγησης από το πανάκριβο ιδιωτικό σχολείο του, στη συνέχεια σπούδασε Ψυχολογία και Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Tufts, στο Μέντφορντ της Μασαχουσέτης. Τα καλοκαίρια, προτού αποφοιτήσει το 1978 με έπαινο από το πανεπιστήμιο, εργαζόταν στη χρηματιστηριακή Shearson κοντά στον παππού και τον μπαμπά, μαθαίνοντας εκ του σύνεγγυς τα απόκρυφα και τις δεξιότητες της δουλειάς. Στα 21 του είχε διαβάσει το βιβλίο «Πώς να γίνεις πλούσιος» του δισεκατομμυριούχου βιομήχανου Ζαν-Πολ Γκετί και προπονούνταν, σύμφωνα με τις οδηγίες, να κατακτήσει τον στόχο του πονήματος. Ακολούθησαν οι μεταπτυχιακές του σπουδές στην υψηλού επιπέδου Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Χάρβαρντ στη Βοστόνη.
Από εκεί αποφοίτησε με τις τιμές της κορυφαίας ακαδημαϊκής διάκρισης του Baker Scholar. Ομορφόπαιδο, μακρυμάλλης τότε, ευχάριστος, ελκυστικός και έξυπνος, γνώρισε στο πανεπιστήμιο τη συμφοιτήτριά του Τζούντιθ Κεντ. Κόρη ασφαλιστή και μεσίτη στον τομέα των ακινήτων, ήταν πρώτη στην οικογένειά της που πήγε στο κολέγιο. Νεοϋορκέζα, εμφανίσιμη, χαριτωμένη, λαμπερή και ευφυής, ξεχώριζε στις φοιτητοπαρέες που αποτελούνταν από τους πιο διάσημους και πιο επιτυχημένους Αμερικανούς επιχειρηματίες του σήμερα.
Ο πληθωρικός Τζέιμς, που ήδη τον φώναζαν Τζέιμι, εντυπωσιάστηκε, την πολιόρκησε πρώτος και τη γοήτευσε. Οι δυο τους είχαν γεννηθεί την ίδια μέρα και την ίδια χρονιά, προσθέτοντας ένα καρμικό φορτίο στην υπό διαμόρφωση σχέση τους. Στην πρώτη τους έξοδο, ο συνοδός εντελώς αδέκαρος καταδέχτηκε να του πληρώσει -ουάου τι ντροπή;- εκείνη το ρομαντικό τους δείπνο. Αποφοίτησαν το 1982 και την επόμενη χρονιά το ερωτευμένο ζευγάρι παντρεύτηκε. Ακολούθησαν με διαφορά δύο ετών η μία με την άλλη οι τρεις κόρες τους, η Τζούλια, η Λάουρα και η Κάρα Λι, 37, 35 και 33 ετών αντίστοιχα σήμερα.
Χρόνια αργότερα στη 15η επέτειο του γάμου τους, ο Τζέιμι ανταπέδωσε με μια θεαματικά γαλαντόμο χειρονομία στη σύζυγό του εκείνη τη γενναιόδωρη κίνησή της να του πληρώσει το φαγητό στο πρώτο ραντεβού τους: λέγοντάς της τρεις λέξεις, «το αξίζεις αυτό», της πρόσφερε ένα επίσημο πιστοποιητικό που βεβαίωνε ότι της χάριζε το 1/3 της καθαρής του περιουσίας, αυτής που σήμερα μετά από 40 σχεδόν χρόνια έγγαμoυ βίου αποτιμάται περίπου στα 1,8 δισ. δολάρια. Εξάλλου μόνο την περσινή χρονιά ο Τζέιμι αποκόμισε από μισθούς, μπόνους και μερίσματα 34,5 εκατ. δολάρια. Υπέρογκη αμοιβή, αλλά κατά κάποιον τρόπο δικαιολογημένη, καθώς κατάφερε να είναι η πιο προσοδοφόρα χρονιά της εταιρείας στην ιστορία με κέρδη 48,3 δισ. δολάρια!
Επαγγελματική ανέλιξη
Μετά το Χάρβαρντ εξάλλου ο Τζέιμι είχε πάρει την επαγγελματική ανηφόρα ως πολλά υποσχόμενο στέλεχος. Οι μεγάλες χρηματοπιστωτικές εταιρείες, όπως οι Μorgan Stanley, Goldman Sachs και Lehman Brothers, μάχονταν λυσσαλέα ποια θα τον πρωτοαποκτήσει. Εκείνος όμως απέρριψε όλες τις καλοπληρωμένες προτάσεις τους και διάλεξε να συνεργαστεί με τον παλιό φίλο και συνεργάτη του πατέρα του, τον χρηματιστή Σάνφορντ «Σάντι» Γουέιλ από το Μπρούκλιν που τότε ήταν πρόεδρος της American Express.
Ο Τζέιμι έγινε ο προστατευόμενος του Σάντι και ο Σάντι ο μέντορας του Τζέιμι. Δούλεψαν παρέα επί 15 χρόνια και με άλματα από επιτυχία σε επιτυχία έχτισαν μια αυτοκρατορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Ωσπου ο γκουρού απέλυσε το 1998 τον προτεζέ. Υποτίθεται ότι ο φιλόδοξος Ντάιμον επανειλημμένα διαφωνούσε με την κόρη του Σάντι, την Τζέσικα Μπιμπλίοβιτς και προσπερνούσε με ρηξικέλευθες ενέργειες τις δικές της αποφάσεις. Κανένα πρόβλημα. Ο Ντάιμον είχε πλέον επιβιβαστεί στον πύραυλο για τη στρατόσφαιρα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Ο διάδρομος εκτόξευσης ήταν τότε ανοιχτός και ο ουρανός ξάστερος. Μετά από μια καρποφόρα στάση στο Σικάγο επέστρεψε στη Νέα Υόρκη για να αναλάβει τα ηνία της J.P. Morgan Chase. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Σήμερα ο Ντάιμον είναι ακμαίος και παραγωγικός. Παρότι διαγνώστηκε με καρκίνο του λαιμού το 2014 και υποβλήθηκε σε επείγουσα εγχείρηση καρδιάς το 2020, ανάρρωσε και επανήλθε σε χρόνο-ρεκόρ στα καθήκοντά του. Ταξιδεύει με ιδιωτικό αεροσκάφος σε διάφορες χώρες για να επιμεληθεί αυτοπροσώπως των συμφωνιών που συνάπτει η τράπεζά του. Παράλληλα, ως παγκόσμια προσωπικότητα αναγνωρισμένου κύρους, οι απόψεις του έχουν διεθνή απήχηση. Και βέβαια οι ιδέες του επηρεάζουν τόσο τα κορυφαία οικονομικά επιτελεία σε αμερικανικό ομοσπονδιακό επίπεδο όσο και τον εκάστοτε, ανεξαρτήτως κόμματος, ένοικο του Λευκού Οίκου.
Ο Ντάιμον διαμένει μαζί με τη σύζυγό του, Τζούντι, σε ένα ευρύχωρο διαμέρισμα του προτελευταίου ορόφου στην πιο διακεκριμένη διεύθυνση των κροίσων του Upper East Side. Η εμβληματική προπολεμική πολυκατοικία στον αριθμό 1185 της Park Avenue, με τις τοξωτές εισόδους σε γοτθικό στυλ και τη σπάνια μεγάλη εσωτερική αυλή, συμβολίζει το εμβληματικό τοπόσημο του αριστοκρατικού μεγαλείου στη Νέα Υόρκη. Τα Σαββατοκύριακα πετάγεται στο προνομιακό Μπέντφορντ στα Χάμπτονς, όπου διατηρεί ένα επιβλητικό αρχοντικό, κρυμμένο στο δάσος, εντός της ιδιόκτητης έκτασής του των 34 στρεμάτων.
Από εκεί συχνά επαναλαμβάνει, υπό την εσωτερική του δέσμευση ή ίσως αυταπάτη να είναι άνθρωπος του λαού, τη ρήση του Αβραάμ Λίνκολν «τα καλά ίσως έρθουν σ’ αυτούς που περιμένουν, αλλά μόνο όσα περισσέψουν απ’ αυτούς που βιάζονται». Στην πραγματικότητα γι’ αυτόν τον φημισμένο και ευημερούντα σήμερα εγγονό ενός ριψοκίνδυνου μετανάστη παππού από την Ελλάδα και τον γιο ενός δουλευταρά Ελληνοαμερικανού δεύτερης γενιάς, πιο ταιριαστοί για να ιχνογραφήσουν το προφίλ του θα ήταν οι στίχοι της ποιήτριας Μάγιας Αγγέλου: «Επιτυχία είναι να σ’ αρέσει ο εαυτός σου / να σ’ αρέσει αυτό που κάνεις / και να σ’ αρέσει ο τρόπος που το κάνεις».
Ειδήσεις σήμερα:
Ηλιοφάνεια σήμερα, έρχεται διήμερο νέας κακοκαιρίας - Ποιες περιοχές θα επηρεαστούν
Πώς «ναυάγησε» η μομφή του Τσίπρα: Ούτε διαρροές από τη γαλάζια Κ.Ο., ούτε αντικυβερνητικό μέτωπο
Αυτά είναι τα νέα μέτρα που θα ισχύουν από σήμερα σε εστίαση και διασκέδαση - Δείτε το ΦΕΚ
Το κυρίαρχο, όμως, είναι ότι εμπνέει αφοσιωμένη εμπιστοσύνη. Τη περίοδο του κραχ των ακινήτων, την πιστωτική κρίση του 2008 και την τραπεζική κατάρρευση που επηρέασε μεγάλες εταιρείες σε παναμερικανικό επίπεδο, είχε το ψυχικό σθένος να μη λουφάξει απέναντι στη δίκαιη οργή της κοινωνίας απέναντι στους τραπεζίτες. Δεν κράτησε προσωρινά χαμηλούς τόνους μέχρι να ξεθυμάνει ο θυμός του κόσμου, δεν χαλάρωσε μακριά από το αγριεμένο πλήθος, όπως αλαζονικοί άλλοι φωλιάζοντας στις επαύλεις τους στα Χάμπτονς ή στο νησί Ναντάκετ, δεν έκρυψε τις Ferrari στα γκαράζ, δεν πάρκαρε ζούλα τα super yacht σε εξωτικές μαρίνες και δεν κουκούλωσε τα χρυσαδαμάντινα ρολόγια χειρός στα συρτάρια με τις κάλτσες.
Αντίθετα, παράτησε τη λιμουζίνα του στον σοφέρ του και καβάλησε μαζί με λίγους συνεργάτες του ένα λεωφορείο διακοσμημένο με ολοφάνερες ταμπέλες της τράπεζάς του. Με αυτό το μεταφορικό μέσο πήρε μια, δυο, τρεις φορές σβάρνα τις Μεσοδυτικές Πολιτείες για να μεταδώσει παρηγοριά και κουράγιο στους χρεοκοπημένους πολίτες. Τα θύματα, όμως, των ασυλλόγιστα χορηγημένων στεγαστικών δανείων στη βιομηχανικά παρακμασμένη «Rust Belt», τη «ζώνη της σκουριάς» των ΗΠΑ, δεν ζητούσαν οίκτο αλλά αξιοπρέπεια. Και για τον έξυπνο Ντάιμον η ευπρεπής παρουσία δίπλα τους δεν στολιζόταν με ανακουφιστικά αξεσουάρ, απέπνεε, όμως, κάτι παρόμοιο με το ελληνικό φιλότιμο.
Oικείο στυλ
Με λευκά αθλητικά παπούτσια, τζιν Wrangler, μπλε πόλο μάρκας Vineyard Vines, με στάμπα το λογότυπο της J.P. Morgan Chase, διερχόμενος από στάση σε στάση, αγκάλιαζε ζεστά αυτοπροσώπως πελάτες, εργαζομένους, κατόχους πιστωτικών καρτών, συναλλασσόμενους αγρότες και μικροεπιχειρηματίες. Με αυτό το οικείο στυλ διακήρυσσε σαν παλιός, καλός, αξιόπιστος τραπεζίτης που φύλαγε τις μικροοικονομίες των καταθετών φράζοντας με το σώμα του σε κάθε απειλή το γκισέ ότι η τράπεζά του -καλύτερη, γρηγορότερη, φθηνότερη- αποτελούσε ένα αποκούμπι ασφαλείας και φερεγγυότητας για το καλό του τόπου τους.
Οχι εργαλείο εκμετάλλευσης, λαμογιάς, απληστίας και απάτης. Τα είχε τα κότσια,, αλλά και τις δημοκρατικές αξίες ως φίλος, υποστηρικτής και συνδαιτυμόνας των Κλίντον και Ομπάμα -αν και η προσωπική σχέση με τον δεύτερο ήταν πάντα υπερεκτιμημένη- ώστε να μοιράζεται τις αγωνίες των συνήθως εξοργισμένων δανειοληπτών.
Κατόπιν, ανέβαινε πάλι στο λεωφορείο που αποκαλούσαν, σαν περιοδεύοντες ιεροκήρυκες, «Τούνελ της Αγάπης», και έβαζε να παίζει στη διαπασών το πράγματι αγαπημένο του -και όχι ως διαφημιστικά τονωτικό- τραγούδι «Stand by Me». Και συνέχιζε τη περιοδεία σε χωριά, κωμοπόλεις και πόλεις.Ανακηρυγμένος από τους «New York Times» ως «ο λιγότερο μισητός τραπεζίτης της Αμερικής», προσπαθούσε να αντισταθμίσει τις προσβολές που εκτοξεύονταν προς το επαγγελματικό σινάφι του επιστρατεύοντας κάμποση ανθρωπιά.
Συναισθηματική νοημοσύνη
Σε ανύποπτο, άλλωστε, χρόνο είχε δηλώσει δημοσίως ότι η συναισθηματική νοημοσύνη είναι εξίσου σημαντική με τον δείκτη ευφυΐας. Τον δεύτερο, που διέθετε σε επάρκεια στο αναλυτικό, καρτεσιανό μυαλό του, το χρησιμοποίησε για να εξαγοράσει σχεδόν κοψοχρονιά τη φαλιρισμένη τράπεζα επενδύσεων Bear Stearns καθώς και την πτωχευμένη Washington Mutual. Ταυτόχρονα όμως με τις επιδέξιες επενδυτικές κινήσεις του, ενέγραψε ως αναγνωρίσιμο έπαθλο στο συναισθηματικό του παλμαρέ την υποθήκη ενός καλού Σαμαρείτη που διέσωσε τις δουλειές 60.000 εργαζομένων στις τράπεζες που κατέρρευσαν.
Ηταν 2008 και βρισκόταν μόλις δύο χρόνια στο τιμόνι της γιγαντιαίας J.P. Morgan Chase -προϊόν συγχώνευσης από το 2001 της τράπεζας Chase Manhattan της οικογένειας Ροκφέλερ και του εμβληματικού πιστωτικού και επενδυτικού οίκου J.P. Morgan & Co., του κορυφαίου Αμερικανού τραπεζίτη Τζον Πιέρποντ Μόργκαν- και όφειλε να εξομαλύνει τις εσωτερικές συγκρούσεις που έφερναν αντιμέτωπες δύο αντίπαλες τραπεζικές κουλτούρες. Τότε ακριβώς προέκυψε επιβεβλημένη η ανάγκη να δράσει αστραπιαία για να εξαγοράσει την Bear Stearns.
Το 2008 ο Τζέιμι Ντάιµον εν μέσω κατάρρευσης ολόκληρου του τραπεζικού κλάδου που έσπρωξε βάναυσα δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία, κατάφερε να κάνει το παλαιότερο τραπεζικό ίδρυμα στις ΗΠΑ πρότυπο επιβίωσης στην κρίση και θεματικής επέκτασης
Ο Ντάιμον, που σπανίως κινητοποιούσε το προσωπικό κατά τις ώρες εκτός λειτουργίας, σηκώθηκε από το κρεβάτι, μάζεψε τα έμπιστα βασικά στελέχη του και ξάγρυπνοι ξημερώθηκαν εξετάζοντας εξονυχιστικά τα λογιστικά σε μια τιμή αγοράς και την απέκτησαν μπιρ παρά χάρη στην τεράστια πείρα από την πολύχρονη προϋπηρεσία του διευθύνοντος συμβούλου σε χρηματοπιστωτικά deals. Είχε, άλλωστε, συμβάλει, με 12 χρόνια τολμηρών συγχωνεύσεων και εξαγορών, στο να μετατρέψει μια μικρή εταιρεία δανείων της Βαλτιμόρης, η οποία ονομαζόταν Commercial Credit, στη μεγαλύτερη -στην εποχή της- εταιρεία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στον κόσμο, ονόματι Citigroup . Από το νέο του, ωστόσο, κορυφαίο ηγετικό του πόστο στη σουίτα-γραφείο του 48ου ορόφου του μεγάρου της J.P. Morgan Chase στην Park Avenue του Μανχάταν, ο «πιο σκληρός τύπος στη Wall Street», όπως τον αποκαλούσε στο εξώφυλλό του το περιοδικό «Fortune», έβαλε από το 2006 πλώρη για νέα επιτεύγματα.
Εν μέσω κατάρρευσης ολόκληρου του τραπεζικού κλάδου που έσπρωξε βάναυσα δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους στην ανεργία, κατάφερε να κάνει το παλαιότερο τραπεζικό ίδρυμα στις ΗΠΑ πρότυπο επιβίωσης στην κρίση και θεματικής επέκτασης. Εφάρμοσε «ισολογισμό φρουρίου», δηλαδή ότι το χρέος ως ποσοστό των ιδίων κεφαλαίων πρέπει να είναι όσο το δυνατόν χαμηλότερο, εστίασε στην εκθετική δημιουργία κερδών και εκδήλωσε έντιμη διάθεση προς τους μετόχους. Ανοιχτός στην κριτική, έτοιμος να παραδεχτεί τα λάθη του και με επιμονή στην ισότιμη αντιμετώπιση απέναντι στους 255.000 υπαλλήλους, τους 100 εκατομμύρια Αμερικανούς μετόχους και τους αναρίθμητους πελάτες της τράπεζας σε 60 χώρες στον κόσμο - ο Ντάιμον έγινε βαθμιαία ο σημαιοφόρος ενός νέου τραπεζικού ήθους.
Χωρίς, ωστόσο, να λησμονείται ότι η J.P. Morgan Chase ήταν βαθιά εμπλεκόμενη με την κρίση των παραγώγων των ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου (subprime). Κι εκεί, όμως, ο CEO της έδειξε τσαγανό. Κρίνεται πως συμφώνησε με το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης σε διακανονισμό-ρεκόρ καταβολής 13 δισ. δολαρίων για να βάλει έτσι τέλος σε σειρά διώξεων. Αλλοι εκτιμάται ότι θα την είχαν κοπανήσει από το υψηλό πόστο τους με παχυλή αποζημίωση, αφήνοντας τις ατέρμονες δικαστικές μάχες στους αντικαταστάτες του. Αυτός, όμως, δεν το έβαλε στα πόδια. Γι’ αυτό και για αρκετούς η στάση του χαρακτηρίζεται ευσυνείδητη, πράγμα που ωθεί τον Τζέιμι να εξομολογείται με ψυχαναγκαστική σχεδόν ειλικρίνεια ότι η συμπεριφορά του ως αφεντικού οφείλεται στον «ηθικό πυρήνα» της οικογένειας μέσα στην οποία γαλουχήθηκε.
Στον Ελληνα μετανάστη παππού του Πάνο Παπαδημητρίου και τη γιαγιά του Θεωνία Μυλωνά, τον πατέρα του Θεόδωρο ή Τεντ και τη μητέρα του Θέμιδα-Αναστασία, το γένος Καλός, τρίτη κόρη του Τζίμη Καλού και της Ιφιγένειας Σμυρνή, αμφότερων μεταναστών από την Πελοπόννησο. Απαντες ορθόδοξοι το θρήσκευμα, με στέρεους οικογενειακούς δεσμούς, πίστευαν ακράδαντα στη διάκριση σωστού και λάθους στην καθημερινή συμπεριφορά τους και υπεραμύνονταν του δίκιου των ανυπεράσπιστων ανθρώπων.
Πρόσφεραν ακόμα εθελοντικά κοινωφελή υπηρεσία, βοηθούσαν οικονομικά και παρείχαν δωρεάν τεχνικές συμβουλές σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς και, το βασικότερο, πλήρωναν αγόγγυστα τους φόρους τους. Και αυτή η παράδοση σφράγισε τον χαρακτήρα του Ντάιμον. Γεννημένος ως Τζέιμς στη Νέα Υόρκη, στις 13 Μαρτίου 1956 από γονείς, τέκνα Ελλήνων μεταναστών, μεγάλωσε στο Λονγκ Αϊλαντ σε ένα μέτριας εμφάνισης και ανέσεων δίπατο οικογενειακό σπίτι στο Τζάκσον Χάιτς του Κουίνς.
Πήγε στο δημόσιο σχολείο της γειτονιάς μέχρι την E’ Δημοτικού, μαζί με τον δίδυμο αδελφό του Τεντ τζούνιορ, εκπαιδευτικό σήμερα στο Χάρβαρντ με αντικείμενο την Τεχνική Αλεξάντερ που αφορά την πειθαρχημένη συμπεριφορά του νου για την απελευθέρωση της μυϊκής έντασης από όλο το σώμα, καθώς και τον μεγαλύτερο αδελφό τους, Πίτερ, νυν διδάκτορα της Φυσικής. Γονείς και παιδιά, όταν ο πατέρας έγινε με την αξία του εκτελεστικός αντιπρόεδρος στην American Express, μετακόμισαν αργότερα στο τρίτο πλουσιότερο μέρος της Νέας Υόρκης, το σικ και εύπορο χωριό Λάρτσμοντ, 30 χλμ. μακριά από το κεντρικό Μανχάταν. Ψυχή της οικογένειας ήταν ο παππούς, Πάνος, με ρίζες από τη Λακωνία, που είχε δουλέψει μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους σε τράπεζες στην Αθήνα και τη Σμύρνη, εξ ου και λογιζόταν ως Σμυρνιός. Εύστροφος και αεικίνητος, ανιχνεύοντας ευκαιρίες προκοπής, μετανάστευσε το 1921 στη Νέα Υόρκη.
Εκεί, ζητώντας να προσληφθεί ως οδηγός στα λεωφορεία και αντιμετωπίζοντας τον ρατσισμό των ιδιοκτητών τους που δεν ήθελαν καν να ακούνε για Ελληνα, αποφάσισε να αλλάξει το όνομά του. Εξαιτίας, λοιπόν, του φλερτ με μια νεαρή Γαλλίδα διάλεξε ως επίθετο το Ντιμόν, που στον αγγλοσαξονικό Νέο Κόσμο έγινε αυτομάτως Ντάιμον, που δεν του κακόπεσε καθόλου, καθώς ηχητικά παρέπεμπε στο διαμάντι. Σταδιακά ο πολύγλωσσος Πάνος, πρώην Παπαδημητρίου, έπιασε δουλειά στην Atlantic Bank της Νέας Υόρκης, η οποία ήταν θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας.
Μαθημένος, όμως, στην ανεξαρτησία και με ροπή στο ρίσκο μεταπήδησε στο επάγγελμα του χρηματομεσίτη συνεργαζόμενος με τη χρηματιστηριακή εταιρεία Shearson, Hammill & Co, της οποίας το κεντρικό γραφείο έδρευε στη γωνία της 44ης οδού και της Πέμπτης Λεωφόρου στο Μανχάταν.
Στην ίδια διεύθυνση κατέφτασε το 1953, έναν χρόνο μετά τον γάμο του με τη συνομήλική του Θέμιδα, και ο 22χρονος δευτερότοκος γιος του Θοδωρής με ένα γκρι Dodge Coronet, μυημένος από τον πατέρα του στα μυστικά και τις γνωριμίες της δουλειάς. Ο ψηλός, λεπτός, καλοντυμένος με ύφος διανοούμενου νεαρός, βιρτουόζος στο βιολί, το οποίο έπαιζε στην ορχήστρα της κοπτικής ορθόδοξης εκκλησίας του Αγίου Λουκά στο Κουίνς, που αποδεχόταν τα έγχορδα, ακολούθησε αλά ελληνικά, θέλοντας και μη, το προσοδοφόρο επάγγελμα του πατρός. Και έκανε αξιόλογη, ανοδική και οικονομικά αποδοτική πορεία σε 60 χρόνια καριέρας.
Επί 19 χρόνια συστεγάστηκαν οι δυο τους στο ίδιο γραφείο, ενώ ατέλειωτα βράδια κουβέντιαζαν στην κουζίνα του σπιτιού ανταλλάσσοντας πληροφορίες της χρηματιστηριακής πιάτσας για τις αγοραπωλησίες της επομένης, ανυποψίαστοι ότι άνοιγαν το μονοπάτι μιας κληρονομιάς στον τομέα της απασχόλησής τους. Ο μόνος που παρακολουθούσε τις συνομιλίες τους ήταν ο μικρός Τζέιμς που απ’ τα 6 του κιόλας χρόνια είχε εκδηλώσει το επιχειρηματικό ταλέντο του πουλώντας αυτοσχέδιες ευχετήριες κάρτες στις γιορτές.
Πού να φανταζόταν τότε ο δικός του πατέρας -που πέθανε στα 85 του το 2016 και λίγες ώρες μετά κατέληξε και η σύζυγός του- πως ο γιος του θα γινόταν στο μέλλον το αφεντικό του στις εταιρείες που αυτός δούλευε επί δεκαετίες. Ηδη εκείνα τα πρώιμα χρόνια του ο Τζέιμς, μαθητής πια του Browning School της νεοϋορκέζικης ελίτ, αντέγραφε το συναρπαστικό στυλ του διόλου σνομπ ως ανθρώπου της αγοράς παππού του που μιλούσε άνετα πέντε-έξι γλώσσες, περπατούσε κάμποσα χιλιόμετρα καθημερινά και διάβαζε συστηματικά πολύ. Από τον μεθοδικό πατέρα του κοπιάριζε την επιμονή του στη δημιουργία καταλόγων, δεν υπήρχαν άλλωστε τότε υπολογιστές.
Από τον παππού του υιοθέτησε την περιφρόνηση για το γκολφ, στο οποίο επιδίδεται μετά μανίας η ακριβοπληρωμένη μεγαλοτραπεζική συντεχνία, προτιμώντας για την άσκησή του το τζόκινγκ. Από την απλή μητέρα του ενστερνίστηκε τη συνήθεια να βγάζει ο ίδιος τα σκουπίδια από το σπίτι, να φτιάχνει μόνος του τον καφέ του χωρίς τη βοήθεια υπηρετριών με δαντελένιες ποδιές, να παρασκευάζει το κοκτέιλ μαρτίνι του τα βράδια της Παρασκευής και να το σερβίρει στον εαυτό του χωρίς τη συμβολή μπάτλερ με λευκά γάντια. Από τον πατέρα του τελικά τού έμειναν ως χούι μόνο οι λίστες.
Αυτές που ετοιμάζει ακόμη και σήμερα καθημερινά, σημειώνοντας ερωτήσεις, καθήκοντα, υποχρεώσεις. Τις γράφει επιμελώς και τις βάζει στην εσωτερική τσέπη του σακακιού του και μόλις φτάσει στην έδρα της τράπεζας τις αναθέτει στους υποψιασμένους πλέον υφισταμένους του που συναντά στους διαδρόμους. Πάνω στο δικό του γραφείο, πάντως, δεν υπάρχει ίχνος χαρτιού. Εχει τεράστια μνήμη, η οποία μάλλον δεν υπονομεύει την κρίση του, ενώ στους λιτά διακοσμημένους τοίχους της αίθουσας συσκέψεων δεσπόζει η επιγραφή «Μην γκρινιάζετε».
Οι σπουδές του
Αφού αποφοίτησε τέταρτος στη σειρά αξιολόγησης από το πανάκριβο ιδιωτικό σχολείο του, στη συνέχεια σπούδασε Ψυχολογία και Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Tufts, στο Μέντφορντ της Μασαχουσέτης. Τα καλοκαίρια, προτού αποφοιτήσει το 1978 με έπαινο από το πανεπιστήμιο, εργαζόταν στη χρηματιστηριακή Shearson κοντά στον παππού και τον μπαμπά, μαθαίνοντας εκ του σύνεγγυς τα απόκρυφα και τις δεξιότητες της δουλειάς. Στα 21 του είχε διαβάσει το βιβλίο «Πώς να γίνεις πλούσιος» του δισεκατομμυριούχου βιομήχανου Ζαν-Πολ Γκετί και προπονούνταν, σύμφωνα με τις οδηγίες, να κατακτήσει τον στόχο του πονήματος. Ακολούθησαν οι μεταπτυχιακές του σπουδές στην υψηλού επιπέδου Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Χάρβαρντ στη Βοστόνη.
Από εκεί αποφοίτησε με τις τιμές της κορυφαίας ακαδημαϊκής διάκρισης του Baker Scholar. Ομορφόπαιδο, μακρυμάλλης τότε, ευχάριστος, ελκυστικός και έξυπνος, γνώρισε στο πανεπιστήμιο τη συμφοιτήτριά του Τζούντιθ Κεντ. Κόρη ασφαλιστή και μεσίτη στον τομέα των ακινήτων, ήταν πρώτη στην οικογένειά της που πήγε στο κολέγιο. Νεοϋορκέζα, εμφανίσιμη, χαριτωμένη, λαμπερή και ευφυής, ξεχώριζε στις φοιτητοπαρέες που αποτελούνταν από τους πιο διάσημους και πιο επιτυχημένους Αμερικανούς επιχειρηματίες του σήμερα.
Ο πληθωρικός Τζέιμς, που ήδη τον φώναζαν Τζέιμι, εντυπωσιάστηκε, την πολιόρκησε πρώτος και τη γοήτευσε. Οι δυο τους είχαν γεννηθεί την ίδια μέρα και την ίδια χρονιά, προσθέτοντας ένα καρμικό φορτίο στην υπό διαμόρφωση σχέση τους. Στην πρώτη τους έξοδο, ο συνοδός εντελώς αδέκαρος καταδέχτηκε να του πληρώσει -ουάου τι ντροπή;- εκείνη το ρομαντικό τους δείπνο. Αποφοίτησαν το 1982 και την επόμενη χρονιά το ερωτευμένο ζευγάρι παντρεύτηκε. Ακολούθησαν με διαφορά δύο ετών η μία με την άλλη οι τρεις κόρες τους, η Τζούλια, η Λάουρα και η Κάρα Λι, 37, 35 και 33 ετών αντίστοιχα σήμερα.
Χρόνια αργότερα στη 15η επέτειο του γάμου τους, ο Τζέιμι ανταπέδωσε με μια θεαματικά γαλαντόμο χειρονομία στη σύζυγό του εκείνη τη γενναιόδωρη κίνησή της να του πληρώσει το φαγητό στο πρώτο ραντεβού τους: λέγοντάς της τρεις λέξεις, «το αξίζεις αυτό», της πρόσφερε ένα επίσημο πιστοποιητικό που βεβαίωνε ότι της χάριζε το 1/3 της καθαρής του περιουσίας, αυτής που σήμερα μετά από 40 σχεδόν χρόνια έγγαμoυ βίου αποτιμάται περίπου στα 1,8 δισ. δολάρια. Εξάλλου μόνο την περσινή χρονιά ο Τζέιμι αποκόμισε από μισθούς, μπόνους και μερίσματα 34,5 εκατ. δολάρια. Υπέρογκη αμοιβή, αλλά κατά κάποιον τρόπο δικαιολογημένη, καθώς κατάφερε να είναι η πιο προσοδοφόρα χρονιά της εταιρείας στην ιστορία με κέρδη 48,3 δισ. δολάρια!
Επαγγελματική ανέλιξη
Μετά το Χάρβαρντ εξάλλου ο Τζέιμι είχε πάρει την επαγγελματική ανηφόρα ως πολλά υποσχόμενο στέλεχος. Οι μεγάλες χρηματοπιστωτικές εταιρείες, όπως οι Μorgan Stanley, Goldman Sachs και Lehman Brothers, μάχονταν λυσσαλέα ποια θα τον πρωτοαποκτήσει. Εκείνος όμως απέρριψε όλες τις καλοπληρωμένες προτάσεις τους και διάλεξε να συνεργαστεί με τον παλιό φίλο και συνεργάτη του πατέρα του, τον χρηματιστή Σάνφορντ «Σάντι» Γουέιλ από το Μπρούκλιν που τότε ήταν πρόεδρος της American Express.
Ο Τζέιμι έγινε ο προστατευόμενος του Σάντι και ο Σάντι ο μέντορας του Τζέιμι. Δούλεψαν παρέα επί 15 χρόνια και με άλματα από επιτυχία σε επιτυχία έχτισαν μια αυτοκρατορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Ωσπου ο γκουρού απέλυσε το 1998 τον προτεζέ. Υποτίθεται ότι ο φιλόδοξος Ντάιμον επανειλημμένα διαφωνούσε με την κόρη του Σάντι, την Τζέσικα Μπιμπλίοβιτς και προσπερνούσε με ρηξικέλευθες ενέργειες τις δικές της αποφάσεις. Κανένα πρόβλημα. Ο Ντάιμον είχε πλέον επιβιβαστεί στον πύραυλο για τη στρατόσφαιρα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Ο διάδρομος εκτόξευσης ήταν τότε ανοιχτός και ο ουρανός ξάστερος. Μετά από μια καρποφόρα στάση στο Σικάγο επέστρεψε στη Νέα Υόρκη για να αναλάβει τα ηνία της J.P. Morgan Chase. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Σήμερα ο Ντάιμον είναι ακμαίος και παραγωγικός. Παρότι διαγνώστηκε με καρκίνο του λαιμού το 2014 και υποβλήθηκε σε επείγουσα εγχείρηση καρδιάς το 2020, ανάρρωσε και επανήλθε σε χρόνο-ρεκόρ στα καθήκοντά του. Ταξιδεύει με ιδιωτικό αεροσκάφος σε διάφορες χώρες για να επιμεληθεί αυτοπροσώπως των συμφωνιών που συνάπτει η τράπεζά του. Παράλληλα, ως παγκόσμια προσωπικότητα αναγνωρισμένου κύρους, οι απόψεις του έχουν διεθνή απήχηση. Και βέβαια οι ιδέες του επηρεάζουν τόσο τα κορυφαία οικονομικά επιτελεία σε αμερικανικό ομοσπονδιακό επίπεδο όσο και τον εκάστοτε, ανεξαρτήτως κόμματος, ένοικο του Λευκού Οίκου.
«Τα προσόντα του αντλούνται από τον εσωτερικό του κόσμο, την καλλιέργεια και τις αξίες που διαμόρφωσε και ενσωμάτωσε στη συμπεριφορά του από παιδί κιόλας». Ο μεγιστάνας, επενδυτής και φιλάνθρωπος Ουόρεν Μπάφετ συνηθίζει, επαινώντας τον Τζέιμι Ντάιµον, να λέει ότι «έχει την ικανότητα να παίρνει τις κατάλληλες αποφάσεις με περιορισμένες ή μηδαμινές πληροφορίες»
Επί Μπαράκ Ομπάμα, ενοχλημένος από ορισμένες αντι-επιχειρηματικές συμπεριφορές των Δημοκρατικών και τις επιθέσεις τους κατά της εργασιακής ηθικής των επιτυχημένων και δημιουργικών ανθρώπων, είχε δηλώσει ότι «η καρδιά μου είναι Δημοκρατική, αλλά ο εγκέφαλός μου είναι κάπως Ρεπουμπλικάνος». Αργότερα επέκρινε επιθετικά τον Ντόναλντ Τραμπ, επαναφέροντας σε ισορροπία την καρδιά με το μυαλό του. Ο Ντάιμον διαμένει μαζί με τη σύζυγό του, Τζούντι, σε ένα ευρύχωρο διαμέρισμα του προτελευταίου ορόφου στην πιο διακεκριμένη διεύθυνση των κροίσων του Upper East Side. Η εμβληματική προπολεμική πολυκατοικία στον αριθμό 1185 της Park Avenue, με τις τοξωτές εισόδους σε γοτθικό στυλ και τη σπάνια μεγάλη εσωτερική αυλή, συμβολίζει το εμβληματικό τοπόσημο του αριστοκρατικού μεγαλείου στη Νέα Υόρκη. Τα Σαββατοκύριακα πετάγεται στο προνομιακό Μπέντφορντ στα Χάμπτονς, όπου διατηρεί ένα επιβλητικό αρχοντικό, κρυμμένο στο δάσος, εντός της ιδιόκτητης έκτασής του των 34 στρεμάτων.
Από εκεί συχνά επαναλαμβάνει, υπό την εσωτερική του δέσμευση ή ίσως αυταπάτη να είναι άνθρωπος του λαού, τη ρήση του Αβραάμ Λίνκολν «τα καλά ίσως έρθουν σ’ αυτούς που περιμένουν, αλλά μόνο όσα περισσέψουν απ’ αυτούς που βιάζονται». Στην πραγματικότητα γι’ αυτόν τον φημισμένο και ευημερούντα σήμερα εγγονό ενός ριψοκίνδυνου μετανάστη παππού από την Ελλάδα και τον γιο ενός δουλευταρά Ελληνοαμερικανού δεύτερης γενιάς, πιο ταιριαστοί για να ιχνογραφήσουν το προφίλ του θα ήταν οι στίχοι της ποιήτριας Μάγιας Αγγέλου: «Επιτυχία είναι να σ’ αρέσει ο εαυτός σου / να σ’ αρέσει αυτό που κάνεις / και να σ’ αρέσει ο τρόπος που το κάνεις».
Ειδήσεις σήμερα:
Ηλιοφάνεια σήμερα, έρχεται διήμερο νέας κακοκαιρίας - Ποιες περιοχές θα επηρεαστούν
Πώς «ναυάγησε» η μομφή του Τσίπρα: Ούτε διαρροές από τη γαλάζια Κ.Ο., ούτε αντικυβερνητικό μέτωπο
Αυτά είναι τα νέα μέτρα που θα ισχύουν από σήμερα σε εστίαση και διασκέδαση - Δείτε το ΦΕΚ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr