Η δήθεν ανελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα ή πώς στο σπίτι του κρεµασµένου δεν µιλάµε για σχοινί
09.05.2022
16:53
Οι «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα», μια ΜΚΟ με έδρα στο Παρίσι που χρηματοδοτείται από ξένες τράπεζες και τον Σόρος, ιδρύθηκε από φιλο-Τραμπικό δημοσιογράφο ο οποίος υποστηρίχθηκε από τη Μαρίν Λεπέν, έκριναν ότι ο ελληνικός Τύπος είναι σε χειρότερη κατάσταση απ’ ό,τι στο Μπουρούντι και λίγο καλύτερη απ’ ό,τι στη Ζάμπια - Μια οργάνωση όμως με σπόνσορες που της θέτουν σύνορα δεν είναι η καλύτερη για να κρίνει την αξιοπιστία του παγκόσμιου Τύπου
Λίστες, ταξινομήσεις, κατατάξεις, αξιολογήσεις. Καθένας μπορεί να συντάξει και από μία. Γιατί όχι και μια ΜΚΟ με έδρα στο Παρίσι που ονομάζεται «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» (ΡΧΣ); Ατυχώς, ο δικός της κατάλογος, τον οποίο αποκαλεί βαρύγδουπα «Παγκόσμιο δείκτη ελευθερίας του Τύπου», δεν έχει απόλυτη ισχύ, δεν αποτελεί επιστημονικό αξίωμα, δεν συνιστά καν σεβαστό χρησμό. Το χειρότερο είναι ότι η ετήσια έκθεσή της, αντικειμενική ή μεροληπτική αδιάφορο, γίνεται συχνά εργαλείο χειραγώγησης και εκμετάλλευσης.
Ιδίως από όσους έχουν λερωμένη τη φωλιά τους. Από εκείνους κυρίως που περιφρονούν το δημοσιογραφικό ρητό «Τα γεγονότα είναι ιερά, η γνώμη είναι ελεύθερη». Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Φαντάζει σκληρό, αλλά είναι απολύτως πραγματικό. Το εύρος της επιρροής και η λειτουργία των ΜΜΕ ως πυλώνα της δημοκρατίας και δικλίδας δημοκρατικού ελέγχου αμφισβητούνται. Δικαίως. Σε αρκετές χώρες του πλανήτη εμφανίζεται πλημμυρίδα παραπλανητικών ή ψευδών ειδήσεων. Διακινείται κατασκευασμένο και κατευθυνόμενο ενημερωτικό υλικό με σκοπό την παραπληροφόρηση, την εντυπωσιθηρία ή τη μονομερή εξυπηρέτηση πολιτικών, οικονομικών, εμπορικών συμφερόντων. Αρκετές από αυτές τις διάσπαρτες χώρες-μαύρες τρύπες διαφθοράς στον παγκόσμιο χάρτη έχουν βίαιο παρελθόν, αλλά και βάναυσο παρόν.
Με συνεχείς απειλές, αυθαίρετες διώξεις, φυλακίσεις και επιλεκτικές δολοφονίες από συμμορίες παρακρατικών και μαφίες του οργανωμένου εγκλήματος κατά αξιόπιστων δημοσιογράφων στοχεύουν στην εξόντωση της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας και των αδέσμευτων, συνεπών επαγγελματιών της. Εκείνων των ευσυνείδητων καθημερινών ηρώων της ενημέρωσης που επιμένουν να λειτουργούν με αξιοπρέπεια στις ζοφερές συνθήκες φίμωσης του Τύπου, κρατικής καταστολής, καταχρηστικών και δρακόντειων νόμων που απαγορεύουν τον πλουραλισμό και τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Σε αυτό το τριτοκοσμικά σκοτεινό για την ενημέρωση διεθνές περιβάλλον δόθηκε στη δημοσιότητα στις 3 Μαΐου, ανήμερα της Παγκόσμιας Ημέρας Ελευθερίας του Τύπου, η φετινή έκθεση της ΜΚΟ «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα». Δηλωμένος στόχος της είναι να «διασφαλίσει το δικαίωμα στην ελευθερία της ενημέρωσης». Τυπικά η κατάταξη 180 χωρών για την ελευθερία του Τύπου το 2022 ήταν, μάλλον, ακριβής - μόνο όμως στην αρχή όσο και στο τέλος της λίστας ταξινόμησης. Στην κορυφή η Νορβηγία, η Δανία και η Σουηδία, τρεις σκανδιναβικές χώρες υποδειγματικής δημοκρατικής χειραφέτησης και έμπρακτης ελευθεροτυπίας.
Στον πάτο τα δεσποτικά, αυταρχικά καθεστώτα της Κίνας, του Ιράν, της Βόρειας Κορέας. Με δυο λόγια, οι σκοταδιστικές πατρίδες της καταπιεστικής λογοκρισίας και του αποπνικτικού ελέγχου της πληροφόρησης. Στο ενδιάμεσο όμως της ιεράρχησης εμφανίστηκε ένας μάλλον αμφιλεγόμενος αχταρμάς. Ενα συνονθύλευμα ετερόκλητων συστατικών, κάτι ανάμεσα σε κουλουβάχατα και άρτζι, μπούρτζι και λουλάς με γαρνιτούρα μπόλικα φάλτσα.
Αντικειμενικότης μηδέν
Για παράδειγμα, προηγείται των ΗΠΑ η αδάμαστη Μπουρκίνα Φάσο στη θέση 41 του δημοσιευμένου δείκτη. Στην ασταθή αυτή αφρικανική χώρα κατά το πραξικόπημα τον Ιανουάριο του 2022 οι συνωμότες ένστολοι κατέλαβαν την κρατική τηλεόραση στην πρωτεύουσα Ουαγκαντούγκου και βλοσυροί με στολές παραλλαγής και ποικιλόχρωμους στρατιωτικούς μπερέδες ανακοίνωσαν στο τηλεοπτικό κοινό την επιβολή της χούντας τους. Μόλις έναν χρόνο πριν απελάθηκαν ξένοι δημοσιογράφοι με την αιτιολογία ότι αποτελούσαν «απειλή για την κρατική ασφάλεια».
Ακόμη, πέρυσι δολοφονήθηκαν εκεί δύο Ισπανοί ανταποκριτές, ο Νταβίντ Μπεριάν και ο Ρομπέρτο Φράιλε, ενώ έκαναν ρεπορτάζ. Απαγορεύτηκε έκτοτε η πρόσβαση του Τύπου σε χώρους εκτοπισμένων, δηλαδή καταναγκαστικών στρατοπέδων, με το πρόσχημα ότι δεν μπορούν να εγγυηθούν την ασφάλειά του. Ε, λοιπόν, αυτή η «ασφαλής» όαση της παγκόσμιας δημοσιογραφίας βρίσκεται, κατά τους ΡΧΣ, μία θέση πάνω από τις ΗΠΑ, όπου η ελευθερία του λόγου και του Τύπου είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη.
Στη θέση 57, πάνω από τη δημοσιογραφικά πολυφωνική Ιταλία, κατατάσσεται η Βόρεια Μακεδονία. Η χώρα στην οποία τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, έχουν δημιουργήσει δικά τους συστήματα ΜΜΕ, μέσω των οποίων ασκούν την πολιτική αλλά και την οικονομική τους επιρροή. Παράλληλα, με το πρόσχημα της προστασίας κρατικών μυστικών και προσωπικών δεδομένων, οι ντόπιοι δημοσιογράφοι εκτίθενται σε καταχρηστικές διώξεις και νομική πίεση, όπως κομψά αποκαλείται το σύρσιμό τους σε δίκες.
Ενας ακόμη επιβλητικός πυλώνας δημοσιογραφικής αντικειμενικότητας και εκδοτικής ανεξαρτησίας για τους συντάκτες της λίστας εμφανίζεται στην 81η θέση. Πρόκειται για τη «Βόρεια Κύπρο», όπως απροσχημάτιστα αποκαλούν το κατασκευασμένο τουρκικό ψευδοκράτος στα κατεχόμενα κυπριακά εδάφη. Εκεί όπου οι ιδιοκτήτες των τοπικών ΜΜΕ είναι μπίζνεσμαν ποικίλων, συχνά απροσδιόριστων δραστηριοτήτων και αδιαφανών συμφερόντων. Ταυτόχρονα, το απειλητικό γιαταγάνι της Αγκυρας κρέμεται σαρωτικά ελεγκτικό για να διαμελίσει τυχούσες απειθαρχίες στη γραμμή που επιβάλλει, ενώ οι ασαφείς τουρκοκυπριακές κυβερνητικές διατάξεις περί «παράνομων δημοσιεύσεων» και «τρομοκρατικών δραστηριοτήτων» διά του Τύπου βιάζουν απροκάλυπτα την ελευθερία της έκφρασης.
Λίγο πιο κάτω, στο Νο 85, φιγουράρει η επόμενη εύφορη κοιλάδα της ελευθεροτυπίας, η ευρωπαϊκή Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν, ο οποίος έχει χτίσει μια ασφυκτική αυτοκρατορία προπαγάνδας, ενώ το υπό τις εντολές του κυβερνών κόμμα Fidesz μαζί με διαπλεκόμενους με την εξουσία ολιγάρχες ελέγχει πάνω από το 80% των ΜΜΕ της χώρας. Οι ανυπότακτοι δημοσιογράφοι, που δεν σιωπούν, που επιμένουν να αναπνέουν υπό το βάρος στο στήθος της αποπνικτικής φτέρνας καταπίεσης της ελευθερίας του λόγου και συνεχίζουν να επικρίνουν την κυβέρνηση, υποφέρουν. Παρενοχλούνται συστηματικά, συκοφαντούνται ανεπιφύλακτα, συλλαμβάνονται αδικαιολόγητα. Υπάρχουν ακόμη υποψίες ότι παρακολουθούνται αυθαίρετα μέσω του λογισμικού Pegasus. Μην πάμε όμως μακριά.
Στον αριθμό 107 δεσπόζει το Μπουρούντι, ένα αφρικανικό κράτος που δοξάζει την παγκόσμια δημοσιογραφία. Εκεί όπου τα ΜΜΕ αστυνομεύονται από το Εθνικό Συμβούλιο Επικοινωνίας, τα μέλη του οποίου διορίζονται από τον πρόεδρο στρατηγό Εβαρίστε Νταγισιμιγέ. Στη χώρα η λογοκρισία συνιστά σιδηρούν κανόνα, ενώ όσοι δημοσιογράφοι δεν υπέκυψαν και όσα ΜΜΕ δεν διαλύθηκαν σε συντρίμμια από το καθεστώς μετεγκαταστάθηκαν στη γειτονική Ρουάντα. Οι εναπομείναντες που ασκούν ακόμη το λειτούργημα της «δημοσιογραφίας» -όπως την εννοούν στη χώρα- αντιμετωπίζονται είτε ως παρασυρμένοι που χρειάζονται επειγόντως αναμόρφωση, είτε ως εχθροί της πατρίδας.
Ιδίως από όσους έχουν λερωμένη τη φωλιά τους. Από εκείνους κυρίως που περιφρονούν το δημοσιογραφικό ρητό «Τα γεγονότα είναι ιερά, η γνώμη είναι ελεύθερη». Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Φαντάζει σκληρό, αλλά είναι απολύτως πραγματικό. Το εύρος της επιρροής και η λειτουργία των ΜΜΕ ως πυλώνα της δημοκρατίας και δικλίδας δημοκρατικού ελέγχου αμφισβητούνται. Δικαίως. Σε αρκετές χώρες του πλανήτη εμφανίζεται πλημμυρίδα παραπλανητικών ή ψευδών ειδήσεων. Διακινείται κατασκευασμένο και κατευθυνόμενο ενημερωτικό υλικό με σκοπό την παραπληροφόρηση, την εντυπωσιθηρία ή τη μονομερή εξυπηρέτηση πολιτικών, οικονομικών, εμπορικών συμφερόντων. Αρκετές από αυτές τις διάσπαρτες χώρες-μαύρες τρύπες διαφθοράς στον παγκόσμιο χάρτη έχουν βίαιο παρελθόν, αλλά και βάναυσο παρόν.
Με συνεχείς απειλές, αυθαίρετες διώξεις, φυλακίσεις και επιλεκτικές δολοφονίες από συμμορίες παρακρατικών και μαφίες του οργανωμένου εγκλήματος κατά αξιόπιστων δημοσιογράφων στοχεύουν στην εξόντωση της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας και των αδέσμευτων, συνεπών επαγγελματιών της. Εκείνων των ευσυνείδητων καθημερινών ηρώων της ενημέρωσης που επιμένουν να λειτουργούν με αξιοπρέπεια στις ζοφερές συνθήκες φίμωσης του Τύπου, κρατικής καταστολής, καταχρηστικών και δρακόντειων νόμων που απαγορεύουν τον πλουραλισμό και τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Σε αυτό το τριτοκοσμικά σκοτεινό για την ενημέρωση διεθνές περιβάλλον δόθηκε στη δημοσιότητα στις 3 Μαΐου, ανήμερα της Παγκόσμιας Ημέρας Ελευθερίας του Τύπου, η φετινή έκθεση της ΜΚΟ «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα». Δηλωμένος στόχος της είναι να «διασφαλίσει το δικαίωμα στην ελευθερία της ενημέρωσης». Τυπικά η κατάταξη 180 χωρών για την ελευθερία του Τύπου το 2022 ήταν, μάλλον, ακριβής - μόνο όμως στην αρχή όσο και στο τέλος της λίστας ταξινόμησης. Στην κορυφή η Νορβηγία, η Δανία και η Σουηδία, τρεις σκανδιναβικές χώρες υποδειγματικής δημοκρατικής χειραφέτησης και έμπρακτης ελευθεροτυπίας.
Στον πάτο τα δεσποτικά, αυταρχικά καθεστώτα της Κίνας, του Ιράν, της Βόρειας Κορέας. Με δυο λόγια, οι σκοταδιστικές πατρίδες της καταπιεστικής λογοκρισίας και του αποπνικτικού ελέγχου της πληροφόρησης. Στο ενδιάμεσο όμως της ιεράρχησης εμφανίστηκε ένας μάλλον αμφιλεγόμενος αχταρμάς. Ενα συνονθύλευμα ετερόκλητων συστατικών, κάτι ανάμεσα σε κουλουβάχατα και άρτζι, μπούρτζι και λουλάς με γαρνιτούρα μπόλικα φάλτσα.
Αντικειμενικότης μηδέν
Για παράδειγμα, προηγείται των ΗΠΑ η αδάμαστη Μπουρκίνα Φάσο στη θέση 41 του δημοσιευμένου δείκτη. Στην ασταθή αυτή αφρικανική χώρα κατά το πραξικόπημα τον Ιανουάριο του 2022 οι συνωμότες ένστολοι κατέλαβαν την κρατική τηλεόραση στην πρωτεύουσα Ουαγκαντούγκου και βλοσυροί με στολές παραλλαγής και ποικιλόχρωμους στρατιωτικούς μπερέδες ανακοίνωσαν στο τηλεοπτικό κοινό την επιβολή της χούντας τους. Μόλις έναν χρόνο πριν απελάθηκαν ξένοι δημοσιογράφοι με την αιτιολογία ότι αποτελούσαν «απειλή για την κρατική ασφάλεια».
Ακόμη, πέρυσι δολοφονήθηκαν εκεί δύο Ισπανοί ανταποκριτές, ο Νταβίντ Μπεριάν και ο Ρομπέρτο Φράιλε, ενώ έκαναν ρεπορτάζ. Απαγορεύτηκε έκτοτε η πρόσβαση του Τύπου σε χώρους εκτοπισμένων, δηλαδή καταναγκαστικών στρατοπέδων, με το πρόσχημα ότι δεν μπορούν να εγγυηθούν την ασφάλειά του. Ε, λοιπόν, αυτή η «ασφαλής» όαση της παγκόσμιας δημοσιογραφίας βρίσκεται, κατά τους ΡΧΣ, μία θέση πάνω από τις ΗΠΑ, όπου η ελευθερία του λόγου και του Τύπου είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη.
Στη θέση 57, πάνω από τη δημοσιογραφικά πολυφωνική Ιταλία, κατατάσσεται η Βόρεια Μακεδονία. Η χώρα στην οποία τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, έχουν δημιουργήσει δικά τους συστήματα ΜΜΕ, μέσω των οποίων ασκούν την πολιτική αλλά και την οικονομική τους επιρροή. Παράλληλα, με το πρόσχημα της προστασίας κρατικών μυστικών και προσωπικών δεδομένων, οι ντόπιοι δημοσιογράφοι εκτίθενται σε καταχρηστικές διώξεις και νομική πίεση, όπως κομψά αποκαλείται το σύρσιμό τους σε δίκες.
Ενας ακόμη επιβλητικός πυλώνας δημοσιογραφικής αντικειμενικότητας και εκδοτικής ανεξαρτησίας για τους συντάκτες της λίστας εμφανίζεται στην 81η θέση. Πρόκειται για τη «Βόρεια Κύπρο», όπως απροσχημάτιστα αποκαλούν το κατασκευασμένο τουρκικό ψευδοκράτος στα κατεχόμενα κυπριακά εδάφη. Εκεί όπου οι ιδιοκτήτες των τοπικών ΜΜΕ είναι μπίζνεσμαν ποικίλων, συχνά απροσδιόριστων δραστηριοτήτων και αδιαφανών συμφερόντων. Ταυτόχρονα, το απειλητικό γιαταγάνι της Αγκυρας κρέμεται σαρωτικά ελεγκτικό για να διαμελίσει τυχούσες απειθαρχίες στη γραμμή που επιβάλλει, ενώ οι ασαφείς τουρκοκυπριακές κυβερνητικές διατάξεις περί «παράνομων δημοσιεύσεων» και «τρομοκρατικών δραστηριοτήτων» διά του Τύπου βιάζουν απροκάλυπτα την ελευθερία της έκφρασης.
Λίγο πιο κάτω, στο Νο 85, φιγουράρει η επόμενη εύφορη κοιλάδα της ελευθεροτυπίας, η ευρωπαϊκή Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν, ο οποίος έχει χτίσει μια ασφυκτική αυτοκρατορία προπαγάνδας, ενώ το υπό τις εντολές του κυβερνών κόμμα Fidesz μαζί με διαπλεκόμενους με την εξουσία ολιγάρχες ελέγχει πάνω από το 80% των ΜΜΕ της χώρας. Οι ανυπότακτοι δημοσιογράφοι, που δεν σιωπούν, που επιμένουν να αναπνέουν υπό το βάρος στο στήθος της αποπνικτικής φτέρνας καταπίεσης της ελευθερίας του λόγου και συνεχίζουν να επικρίνουν την κυβέρνηση, υποφέρουν. Παρενοχλούνται συστηματικά, συκοφαντούνται ανεπιφύλακτα, συλλαμβάνονται αδικαιολόγητα. Υπάρχουν ακόμη υποψίες ότι παρακολουθούνται αυθαίρετα μέσω του λογισμικού Pegasus. Μην πάμε όμως μακριά.
Στον αριθμό 107 δεσπόζει το Μπουρούντι, ένα αφρικανικό κράτος που δοξάζει την παγκόσμια δημοσιογραφία. Εκεί όπου τα ΜΜΕ αστυνομεύονται από το Εθνικό Συμβούλιο Επικοινωνίας, τα μέλη του οποίου διορίζονται από τον πρόεδρο στρατηγό Εβαρίστε Νταγισιμιγέ. Στη χώρα η λογοκρισία συνιστά σιδηρούν κανόνα, ενώ όσοι δημοσιογράφοι δεν υπέκυψαν και όσα ΜΜΕ δεν διαλύθηκαν σε συντρίμμια από το καθεστώς μετεγκαταστάθηκαν στη γειτονική Ρουάντα. Οι εναπομείναντες που ασκούν ακόμη το λειτούργημα της «δημοσιογραφίας» -όπως την εννοούν στη χώρα- αντιμετωπίζονται είτε ως παρασυρμένοι που χρειάζονται επειγόντως αναμόρφωση, είτε ως εχθροί της πατρίδας.
Σε κάθε περίπτωση, προδότες, οι οποίοι υφίστανται άγριους ξυλοδαρμούς, εκβιασμούς, βασανισμούς και κυριολεκτικά φιμώσεις από την παραστρατιωτική ένοπλη πολιτοφυλακή της αγράμματης νεολαίας του καθεστωτικού κόμματος, ονόματι Ιμπονερακούρε. Προφανώς, ως υπεύθυνοι για την εξοντωτική βία κατά των δημοσιογράφων, χαίρουν πλήρους ατιμωρησίας.
Και για να ολοκληρωθεί αυτή η γκροτέσκο φάρσα της «αξιολογικής» κατάταξης της παγκόσμιας δημοσιογραφίας, το αγέρωχο Μπουρούντι βρίσκεται περιέργως μία θέση πάνω από την ευρωπαϊκή δημοκρατική Ελλάδα, η οποία ως κράτος δικαίου σέβεται απολύτως την ελευθερία της έκφρασης. Στη μεγαθυμία τους, πάντως, οι βετεράνοι δημοσιογράφοι που διευθύνουν τη ΜΚΟ, αφού καταβαράθρωσαν την Ελλάδα, μέλος του πυρήνα της Ε.Ε., κατά 38 θέσεις, από το Νο 70 στο Νο 108 σε σχέση με τη λίστα της περασμένης χρονιάς, την τοποθέτησαν, μάλλον παρηγορητικά, στον πίνακα πάνω από τη δημοσιογραφικά αδούλωτη Ζάμπια.
Αγνωστο αν η κατάταξη του 2022 έγινε υπό το πνεύμα μονομέρειας, προκατάληψης, ευνοιοκρατίας υπέρ των μεν ή κακομεταχείρισης κατά των δε. Σίγουρα, όμως, αντικειμενική δεν τη λέει κανείς. Γεγονός που υπονομεύει την αξιοπιστία και υποσκάπτει την εγκυρότητα της κατά τα άλλα πολυβραβευμένης ΜΚΟ. Εξάλλου, η μεθοδολογία, οι στόχοι και οι προσεγγίσεις της δεν αποτελούν θέσφατο σε ό,τι αφορά τον έλεγχο των ελευθεριών στα διεθνή ΜΜΕ. Ωστόσο, ευκαιριακά τα αποτελέσματα της έρευνάς της τα προσκυνούν με τεμενάδες όσοι τα αντιμετωπίζουν ως θεία πρόνοια στην απόγνωση του μικρόκοσμού τους και σπεύδουν τυχοδιωκτικά να επωφεληθούν από αυτά για πολιτικούς λόγους.
Επισήμως, η ετήσια έκθεση αξιολόγησης που παρουσιάζουν οι ΡΧΣ «καθορίζεται από τη συγκέντρωση των απαντήσεων των ειδικών σε ένα ερωτηματολόγιο που επινοήθηκε από την ίδια την οργάνωση». Το ερωτηματολόγιο βασίζεται σε κάποια πολύ γενικά κριτήρια, όπως «πολυφωνία, ανεξαρτησία των ΜΜΕ και αυτολογοκρισία».
Συμπληρώνεται πάντως από πολιτικούς, νομικούς, οικονομικούς και κοινωνικοπολιτιστικούς δείκτες. Η ποιοτική ανάλυση ενισχύεται ακόμη με ποσοτικά δεδομένα της ασφάλειας των δημοσιογράφων που αφορούν καταχρήσεις και πράξεις βίας εναντίον τους. Ωστόσο, ένα περιορισμένο δείγμα από περίπου 150 δημοσιογράφους και 18 ΜΚΟ που καλούνται να αναλύσουν και να απαντήσουν σε 87 ερωτήσεις για κάθε χώρα κρίνεται μάλλον ανεπαρκές για τεκμηριωμένα και ολοκληρωμένα συμπεράσματα.
Μεροληψία
Η πιθανότητα μεροληψίας και, επομένως, αποσύνδεσης των ερευνητών από την πραγματικότητα αυξάνεται ανάλογα με την κομματική ιδιότητα, την ιδεολογικοπολιτική ταυτότητα ή την πιθανή επαγγελματική εξάρτησή τους από την άσκηση δραστηριοτήτων δημοσίων σχέσεων ή γραφείων Τύπου για ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς ή πρόσωπα. Σε κάθε περίπτωση, με 57 όλους κι όλους έμμισθους υπαλλήλους σε Παρίσι και πολλές ακόμη πρωτεύουσες στον κόσμο (Βρυξέλλες, Λονδίνο, Ουάσινγκτον, Βερολίνο, Ρίο ντε Τζανέιρο, Ταϊπέι, Ντακάρ), με δίκτυο 146 ανταποκριτών και τοπικών συνεργατών διεθνώς και με συνολικό προϋπολογισμό μόλις 6 εκατ. ευρώ, η οργάνωση θεωρείται ότι δεν έχει το μέγεθος και την εμβέλεια που απαιτεί ένας αντικειμενικός παγκόσμιος επόπτης των μέσων ενημέρωσης.
Μόνο τη φιλοδοξία να τον υποδυθεί. Επιπλέον, οι επικριτές της συγκεκριμένης ΜΚΟ τονίζουν ότι πολλοί από τους επιλεγμένους συνεισφέροντες νομικούς και ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και τις λοιπές ΜΚΟ που χρησιμοποιούνται στην έρευνα αμείβονται από τους ΡΧΣ. Οι οποίοι με τη σειρά τους χρηματοδοτούνται, εκτός από τις θεσμικές επιχορηγήσεις (τα γαλλικά υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας), και από ιδιωτικά ιδρύματα (το Ιδρυμα Ford και το ολλανδικό Ιδρυμα Adessium), από εταιρικές δωρεές (οι τράπεζες American Express και Société Générale) καθώς και από ατομικές συνεισφορές (το Ιδρυμα Open Society του δισεκατομμυριούχου μεγιστάνα Τζορτζ Σόρος και η δημοσιογραφική ΜΚΟ του ζάπλουτου Πιερ Ομιντιάρ, συνιδρυτή του eBay).
Παλαιότερα είχαν δεχτεί οικονομική ενίσχυση από τον αμερικανικό οργανισμό NED, που κατηγορείται για μυστήρια ανάμειξη -κάτι σαν λουστραρισμένο με ιδανικά υποκατάστατο της CIA- σε παγκόσμιες υποθέσεις, και επίσης από το «Κέντρο για μια Ελεύθερη Κούβα» με έδρα την Ουάσινγκτον. Εξαιτίας αυτής της κεφαλαιακής αρωγής, οι αντίπαλοι της οργάνωσης υπαινίσσονται ότι οι χορηγοί διαμορφώνουν έμμεσα τις δραστηριότητες των ΡΧΣ, οι οποίες επικουρούν τις δικές τους πολιτικές ατζέντες, προτεραιότητες και πιθανές σκοπιμότητες. Ως εκ τούτου, οι επικριτές της διατείνονται ότι μια οργάνωση με σπόνσορες που της θέτουν σύνορα δεν αποτελεί τη λύση στην κρίση αξιοπιστίας του παγκόσμιου Τύπου. Είναι και η ίδια μέρος του προβλήματος. Αλλωστε τα νταραβέρια προϋποθέτουν ενίοτε αβάντες και συμβιβασμούς.
Ο ιδρυτής
Η οργάνωση «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» ιδρύθηκε από τέσσερις δημοσιογράφους στο Μονπελιέ της Γαλλίας το 1985. Δέκα χρόνια αργότερα καταχωρήθηκε επίσημα ως Μη Κερδοσκοπικός Οργανισμός με βάση το Παρίσι. Ο συνιδρυτής τους, Ρομπέρ Μενάρ, αφού εκτόπισε τους υπόλοιπους τρεις, έγινε πρώτος γενικός γραμματέας της, θέση που κράτησε επί 27 χρόνια. Γεννημένος πριν από 68 χρόνια στην Αλγερία σπούδασε Θεολογία και προοριζόταν για παπάς. Εγινε όμως δημοσιογράφος. Η εμπειρία του στα ΜΜΕ περιορίστηκε σε έναν πειρατικό ραδιοφωνικό σταθμό, το Radio Pomarède, σε ένα αδιάφορο περιοδικό που έκλεισε σύντομα και μια συνεργασία στον ιστότοπο Boulevard Voltaire. Διέπρεψε όμως με τον αυταρχισμό του ως επικεφαλής της ΜΚΟ. Πολιτικά φιλόδοξος, συνδύασε ζογκλερικά τον ακτιβισμό υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με το νεοσυντηρητικό ρεύμα στις ΗΠΑ επί Τζορτζ Μπους του νεότερου. Σταδιακά ευθυγραμμίστηκε με τη γαλλική Δεξιά, έγινε φιλο-τραμπικός και κατέληξε ταγμένος ισλαμοφοβικός.
Δικαίωσε ακροβατικά την εισβολή στο Ιράκ και εμμέσως πλην σαφώς υποστήριξε τη νομιμότητα των βασανιστηρίων του αμερικανικού στρατού στη Βαγδάτη. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στους ΡΧΣ στήριξε το 2002 τους πραξικοπηματίες κατά του εκλεγμένου προέδρου της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες. Τάχθηκε επίσης τυχοδιωκτικά στο πλευρό των συνωμοτών που επιχείρησαν να ανατρέψουν τον πρόεδρο της Αϊτής, Ζαν Μπερτράν Αριστίντ, τον Μανουέλ Ζελάγια στην Ονδούρα και τον Εβο Μοράλες στη Βολιβία. Με τις τοποθετήσεις του μακιγιάριζε αρνητικά σε κοινή θέα τη φυσιογνωμία των ΡΧΣ. Το 2014 εκλέχτηκε δήμαρχος στην Μπεζιέ στη Νότια Γαλλία, την πόλη που διοργανώνει ακόμη και σήμερα κάθε Αύγουστο τη διάσημη Feria de Béziers, με επίκεντρο τις ταυρομαχίες.
Προτού γίνει δημοτικός άρχοντας, καλωσόρισε την υποστήριξή του στις κάλπες από την ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν. Στο πόστο του διευθυντή στους ΡΧΣ τον διαδέχτηκε το 2012 ο 51χρονος σήμερα Kριστόφ Ντελουάρ. Πιο προσεκτικός στη ρητορική από τον προκάτοχό του, περισσότερο ευέλικτος και διακριτικός, ο συγγραφέας βιβλίων και πρώην συντάκτης του περιοδικού «Le Point» αναδιαμόρφωσε την οργάνωση εν μέσω σφοδρών διαφωνιών, αποχωρήσεων και απολύσεων μερίδας του προσωπικού. Ο Ντελουάρ, ανεξάρτητα από αν συμμερίζεται ή όχι τις γεωπολιτικές ιδέες του Μενάρ, εμφανίζεται περισσότερο συγκρατημένος και ήπιος στις ομιλίες του.
Πλασάρει πλέον το νέο Φόρουμ Πληροφοριών και Δημοκρατίας των ΡΧΣ και ποζάρει συνήθως χαλαρός στο μοντέρνο παριζιάνικο κλαμπ «Silencio», επ’ ευκαιρία της κυκλοφορίας του ετήσιου φωτογραφικού άλμπουμ της οργάνωσης με τίτλο «Τα αρπακτικά της ελευθερίας του Τύπου». Πρόκειται για μια συλλογή από ζοφερά πορτρέτα αρχηγών κρατών ή επικεφαλής κυβερνήσεων που καταπατούν εξόφθαλμα την ελευθερία του Τύπου και υποκινούν κρατικούς μηχανισμούς καταστολής για άσκηση άγριας βίας εναντίον των δημοσιογράφων.
Οι πωλήσεις του λευκώματος χρηματοδοτούν με ικανούς πόρους τον διεθνή συντονισμό της ΜΚΟ καθώς και τις εκστρατείες ενημέρωσης, αλληλεγγύης και υπεράσπισης των θυμάτων της δημοσιογραφικής κοινότητας. Με αυτό το παρελθόν, αυτή τη διαδρομή και αυτά τα πρόσωπα στο τιμόνι της, η οργάνωση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» δημοσίευσε φέτος τον 20ό Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου. Την αρχική έκπληξη για τη συγκεκριμένη αναφορά διαδέχτηκε η αποσβολωτική αμηχανία των εμπειρογνωμόνων οι οποίοι την αντιμετώπισαν εμβρόντητοι σαν έκρηξη πυροτεχνήματος εν κενώ.
Προφανώς δεν ανέμεναν ότι η Ρωσία, η Συρία και το Αφγανιστάν θα καταλάμβαναν κορυφαίες θέσεις, αλλά τους φάνηκε αδιανόητο ότι η Παπούα Νέα Γουινέα και η Αϊτή θα εμφανίζονταν να διατηρούν ένα επίπεδο ελευθερίας του Τύπου υψηλότερο από την Ιαπωνία! Πόσο μάλλον ότι η Μποτσουάνα, όπου η ενημέρωση της δημόσιας τηλεόρασης αποφασίζεται στο γραφείο του προέδρου και οι υπηρεσίες πληροφοριών χρησιμοποιούν ύπουλα λογισμικό κατασκοπείας για να παρακολουθούν τις επικοινωνίες των δημοσιογράφων, θα βρισκόταν στην κατάταξη 13 θέσεις μπροστά από την Ελλάδα! Η χώρα μας, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, κατέγραψε τόσο μεγάλη υποχώρηση μέσα σε έναν χρόνο στη σχετική κατάταξη όσο καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα και βρέθηκε μακράν πίσω από τους περήφανους... στυλοβάτες της παγκόσμιας ελευθεροτυπίας όπως η Τυνησία, το Τόγκο και η Αλβανία!
Παρωδία
Το μεγαλύτερο αστείο στην παρωδία της συγκεκριμένης αξιολόγησης ήταν η αιτιολόγηση, εκ μέρους των ΡΧΣ, της διολίσθησης της χώρας στη σχετική τους λίστα. Σημείωσαν ανεύθυνα ότι «το 2021 και το 2022 η ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα δέχτηκε σοβαρά πλήγματα». Ισχυρίστηκαν ότι η δολοφονία του βετεράνου αστυνομικού ρεπόρτερ Γιώργου Καραϊβάζ πέρυσι τον Απρίλιο παραμένει ανεξιχνίαστη. Προφανώς, στη χαλασμένη ζυγαριά των ακροβατικών στοχασμών τους ανακάτεψαν εγκλήματα που διερευνώνται από τις αρμόδιες αρχές με τον σεβασμό της ελευθερίας της έκφρασης.
Διατυμπάνισαν αναίτια ότι η χώρα θέτει τακτικά εμπόδια στην κάλυψη ζητημάτων μετανάστευσης. Υιοθέτησαν άκριτα τις πλαστές αιτιάσεις μιας Ολλανδής ανταποκρίτριας η οποία ντυμένη σαν Κοκκινοσκουφίτσα επιτέθηκε δίχως χειροπιαστές αποδείξεις με ιταμό ύφος στον πρωθυπουργό για υποτιθέμενες επαναπροωθήσεις προσφύγων. Στηλίτευσαν ακόμη με στόμφο ότι «οι πρόσφατες τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα, υπό το πρόσχημα (!) της καταπολέμησης της πανδημίας, αποποινικοποιούν τη διάδοση ψευδών ειδήσεων».
Ηταν το κρεσέντο ενός κωμικού τεχνάσματος διακοσμημένου με τα φύκια σαν κορδέλες μιας φενάκης. Επιτέλους, οι Ελληνες πολίτες έμαθαν ξαφνικά από το στόμα των ΡΧΣ ότι η καταπολέμηση της πανδημίας ήταν πρόσχημα μόνο και μόνο για να τιμωρηθούν τα fake news των οποίων η διασπορά εις βάρος της υγείας του λαού συνιστά ανδραγάθημα προς έπαινο και παρασημοφόρηση. Από την άλλη, ίσως επειδή ο ενδεχομένως κατευθυνόμενος ανταποκριτής τους ξεχάστηκε, δεν έβγαλαν τσιμουδιά για όσα η αξιωματική αντιπολίτευση επέρριπτε στην κυβέρνηση.
Αλλά και τι να έλεγαν οι αγλαοί ΡΧΣ; Να προσποιηθούν ότι απέτυχε η νόμιμη και αναγκαία εκστρατεία ενημέρωσης των πολιτών «Μένουμε Σπίτι - Μένουμε Ασφαλείς» κατά τη διάρκεια της πανδημίας; Να υποκριθούν άραγε ότι πήγε στράφι η καμπάνια για τους εμβολιασμούς που έγινε με πλήρη διαφάνεια και νομιμότητα, ενώ αποτέλεσε ισχυρό ανάχωμα στη διασπορά ψευδών ειδήσεων, στη διάχυση θεωριών συνωμοσίας και την παραπληροφόρηση;
Να κατηγορήσουν, τέλος, την κυβέρνηση που μετά την έγκριση της Κομισιόν διέθεσε 20 εκατ. ευρώ για την ενίσχυση πανελλαδικών και περιφερειακών ΜΜΕ τα οποία επλήγησαν από τις δυσμενείς συνθήκες που διαμόρφωσε η πανδημία; Να την καταγγείλουν επειδή η διάθεση των κονδυλίων έγινε από την κυβέρνηση της Ν.Δ. ώστε να διαφυλαχθούν οι υφιστάμενες θέσεις απασχόλησης και η πολυφωνία στην ενημέρωση των πολιτών; Ή μήπως έπρεπε να αρχίσουν να ουρλιάζουν όπως ο ΣΥΡΙΖΑ για τα «μπουκωμένα» ΜΜΕ όταν η διανομή των χρημάτων αρωγής έγινε με το πιο αντικειμενικό κριτήριο, που δεν ήταν άλλο παρά ο ετήσιος κύκλος εργασιών κάθε Μέσου; Κι αν ρίχτηκε στη μοιρασιά κάποιο ΜΜΕ, αυτό δεν αποτελεί σοβαρή αιτία για να στηθούν αγχόνες για τον υπουργό Οικονομικών.
Παρ’ όλα αυτά, οι ακατάβλητοι ΡΧΣ, είτε από ιδεασμό, είτε από κακή πληροφόρηση, είτε, τέλος, επειδή έτσι γούσταραν, ταξινόμησαν την Ελλάδα στην 108η θέση του σχετικού τους πίνακα. Κάνοντας «μούχτι» τη θεμελιώδη διάκριση των εξουσιών σε μια δημοκρατία και ανακατεύοντας μέχρι πλήρους σύγχυσης την ποιότητα της ελευθεροτυπίας της με υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης. Ωστόσο, η αυθαίρετη αυτή κατάταξη της χώρας, στην οποία κυκλοφορούν ελεύθερα παραληρηματικά έντυπα και διακονούνται ανέλεγκτα στο Διαδίκτυο φρενιτιώδη hoaxes, αποτέλεσε εκμεταλλεύσιμη ευκαιρία για την αξιωματική αντιπολίτευση ώστε να εκδηλώσει τη φαντασιακή της αντίσταση στη «χούντα της κυβέρνησης».
Ηδη επωφελούμενοι από την περίσταση οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσαν στην Κομισιόν ερώτηση αν σκοπεύει «να λάβει άμεσα μέτρα για την ανάσχεση της διαρκούς διολίσθησης της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα». Αναφαίρετο δικαίωμά τους να χαρίσουν αίσθηση γελοιότητας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την επέλαση του ιππικού της υποτιθέμενης υπεράσπισης της ελευθεροτυπίας, με επικεφαλής έναν ετοιμόρροπο Δον Κιχώτη πάνω σε ψωριάρικο άλογο. Διότι, κακά τα ψέματα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διακριθεί σε «διεθνή ρεζιλίκια» κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας με τη λυσσαλέα προσπάθειά του να χειραγωγήσει τα εγχώρια ΜΜΕ. Τότε που οι αμέριμνοι, εν πλήρη αγνοία για τα τεκταινόμενα στα ΜΜΕ της Ελλάδας και ακέραιοι ΡΧΣ κατέτασσαν τη χώρα στις θέσεις 88 και 74.
Κρείττον το σιγάν
Καμιά φορά το γέλιο είναι λυτρωτικό, αλλά και η πικρή νοσταλγία χωνευτική. Ιδίως όταν έχει προηγηθεί άδοξα η συντριπτική ήττα στα πεδία ενός εκλογικού Βατερλό και ανασύρονται στη μνήμη τα ελαττωματικά επεισόδια των άγαρμπων επιδιώξεων του ΣΥΡΙΖΑ με δεκανίκι τους ΑΝ.ΕΛ. Τότε που ως κυβέρνηση επιχειρούσε να κλείσει το ΜEGA, να αλώσει τον ΔΟΛ τοποθετώντας κομματικό γκαουλάιτερ ως τοποτηρητή, να ελέγξει τον «Πήγασο», να βάλει λουκέτο στο «Πρώτο Θέμα». Και ακόμη, ήθελε να περιορίσει τον αριθμό των καναλιών πανελλαδικής εμβέλειας με την περιβόητη έκθεση του Ινστιτούτου της Φλωρεντίας ώστε να αποκτήσει ένα αμιγώς ελεγχόμενο κανάλι -ένα ΣΥΡΙΖΑ Channel- με επίδοξο καναλάρχη τον επιχειρηματία Χρήστο Καλογρίτσα σε ρόλο μπροστινού.
Με τα βοσκοτόπια του, την αίτηση σύναψης δανείου από τον Βαγγέλη Μαρινάκη ώστε ο εφοπλιστής να του πληρώσει τη δόση για την τηλεοπτική άδεια, την έκκληση στον μακαρίτη Δημήτρη Κοντομηνά να του παραχωρήσει το 51% του καναλιού του, με τις ανταλλαγές emails με τους Λιβανέζους επιχειρηματίες Χούρι της εταιρείας CCC, τις εικονικές συμβάσεις και τη «White Porscha».
Σε όλα αυτά τα νταραβέρια πρωτοστατούσε ως διαμεσολαβητής ο τότε υπουργός Νίκος Παππάς, για τον οποίο σήμερα η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου προτείνει παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος με αφορμή τους χειρισμούς του στην υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών. Αναγκαστικά, με τέτοιο πρόσφατο παρελθόν στις πολιτικές του αποσκευές, φαντάζει μάταιο να αναλάβει την ευθύνη ο ΣΥΡΙΖΑ για την ποιοτική αναβάθμιση της αξιοπιστίας του παγκόσμιου Τύπου, την ανύψωση ελευθερίας του ως το υπερπέραν και την προώθηση της χώρας σε κορυφαία θέση στη σχετική λίστα. Οχι μόνο επειδή είναι και αυτός μέρος του προβλήματος, αλλά γιατί στην περίπτωσή του είναι «κρείττον του λαλείν το σιγάν». Ή, διαφορετικά, «στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί».
Και για να ολοκληρωθεί αυτή η γκροτέσκο φάρσα της «αξιολογικής» κατάταξης της παγκόσμιας δημοσιογραφίας, το αγέρωχο Μπουρούντι βρίσκεται περιέργως μία θέση πάνω από την ευρωπαϊκή δημοκρατική Ελλάδα, η οποία ως κράτος δικαίου σέβεται απολύτως την ελευθερία της έκφρασης. Στη μεγαθυμία τους, πάντως, οι βετεράνοι δημοσιογράφοι που διευθύνουν τη ΜΚΟ, αφού καταβαράθρωσαν την Ελλάδα, μέλος του πυρήνα της Ε.Ε., κατά 38 θέσεις, από το Νο 70 στο Νο 108 σε σχέση με τη λίστα της περασμένης χρονιάς, την τοποθέτησαν, μάλλον παρηγορητικά, στον πίνακα πάνω από τη δημοσιογραφικά αδούλωτη Ζάμπια.
Αγνωστο αν η κατάταξη του 2022 έγινε υπό το πνεύμα μονομέρειας, προκατάληψης, ευνοιοκρατίας υπέρ των μεν ή κακομεταχείρισης κατά των δε. Σίγουρα, όμως, αντικειμενική δεν τη λέει κανείς. Γεγονός που υπονομεύει την αξιοπιστία και υποσκάπτει την εγκυρότητα της κατά τα άλλα πολυβραβευμένης ΜΚΟ. Εξάλλου, η μεθοδολογία, οι στόχοι και οι προσεγγίσεις της δεν αποτελούν θέσφατο σε ό,τι αφορά τον έλεγχο των ελευθεριών στα διεθνή ΜΜΕ. Ωστόσο, ευκαιριακά τα αποτελέσματα της έρευνάς της τα προσκυνούν με τεμενάδες όσοι τα αντιμετωπίζουν ως θεία πρόνοια στην απόγνωση του μικρόκοσμού τους και σπεύδουν τυχοδιωκτικά να επωφεληθούν από αυτά για πολιτικούς λόγους.
Επισήμως, η ετήσια έκθεση αξιολόγησης που παρουσιάζουν οι ΡΧΣ «καθορίζεται από τη συγκέντρωση των απαντήσεων των ειδικών σε ένα ερωτηματολόγιο που επινοήθηκε από την ίδια την οργάνωση». Το ερωτηματολόγιο βασίζεται σε κάποια πολύ γενικά κριτήρια, όπως «πολυφωνία, ανεξαρτησία των ΜΜΕ και αυτολογοκρισία».
Συμπληρώνεται πάντως από πολιτικούς, νομικούς, οικονομικούς και κοινωνικοπολιτιστικούς δείκτες. Η ποιοτική ανάλυση ενισχύεται ακόμη με ποσοτικά δεδομένα της ασφάλειας των δημοσιογράφων που αφορούν καταχρήσεις και πράξεις βίας εναντίον τους. Ωστόσο, ένα περιορισμένο δείγμα από περίπου 150 δημοσιογράφους και 18 ΜΚΟ που καλούνται να αναλύσουν και να απαντήσουν σε 87 ερωτήσεις για κάθε χώρα κρίνεται μάλλον ανεπαρκές για τεκμηριωμένα και ολοκληρωμένα συμπεράσματα.
Μεροληψία
Η πιθανότητα μεροληψίας και, επομένως, αποσύνδεσης των ερευνητών από την πραγματικότητα αυξάνεται ανάλογα με την κομματική ιδιότητα, την ιδεολογικοπολιτική ταυτότητα ή την πιθανή επαγγελματική εξάρτησή τους από την άσκηση δραστηριοτήτων δημοσίων σχέσεων ή γραφείων Τύπου για ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς ή πρόσωπα. Σε κάθε περίπτωση, με 57 όλους κι όλους έμμισθους υπαλλήλους σε Παρίσι και πολλές ακόμη πρωτεύουσες στον κόσμο (Βρυξέλλες, Λονδίνο, Ουάσινγκτον, Βερολίνο, Ρίο ντε Τζανέιρο, Ταϊπέι, Ντακάρ), με δίκτυο 146 ανταποκριτών και τοπικών συνεργατών διεθνώς και με συνολικό προϋπολογισμό μόλις 6 εκατ. ευρώ, η οργάνωση θεωρείται ότι δεν έχει το μέγεθος και την εμβέλεια που απαιτεί ένας αντικειμενικός παγκόσμιος επόπτης των μέσων ενημέρωσης.
Μόνο τη φιλοδοξία να τον υποδυθεί. Επιπλέον, οι επικριτές της συγκεκριμένης ΜΚΟ τονίζουν ότι πολλοί από τους επιλεγμένους συνεισφέροντες νομικούς και ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και τις λοιπές ΜΚΟ που χρησιμοποιούνται στην έρευνα αμείβονται από τους ΡΧΣ. Οι οποίοι με τη σειρά τους χρηματοδοτούνται, εκτός από τις θεσμικές επιχορηγήσεις (τα γαλλικά υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας), και από ιδιωτικά ιδρύματα (το Ιδρυμα Ford και το ολλανδικό Ιδρυμα Adessium), από εταιρικές δωρεές (οι τράπεζες American Express και Société Générale) καθώς και από ατομικές συνεισφορές (το Ιδρυμα Open Society του δισεκατομμυριούχου μεγιστάνα Τζορτζ Σόρος και η δημοσιογραφική ΜΚΟ του ζάπλουτου Πιερ Ομιντιάρ, συνιδρυτή του eBay).
Παλαιότερα είχαν δεχτεί οικονομική ενίσχυση από τον αμερικανικό οργανισμό NED, που κατηγορείται για μυστήρια ανάμειξη -κάτι σαν λουστραρισμένο με ιδανικά υποκατάστατο της CIA- σε παγκόσμιες υποθέσεις, και επίσης από το «Κέντρο για μια Ελεύθερη Κούβα» με έδρα την Ουάσινγκτον. Εξαιτίας αυτής της κεφαλαιακής αρωγής, οι αντίπαλοι της οργάνωσης υπαινίσσονται ότι οι χορηγοί διαμορφώνουν έμμεσα τις δραστηριότητες των ΡΧΣ, οι οποίες επικουρούν τις δικές τους πολιτικές ατζέντες, προτεραιότητες και πιθανές σκοπιμότητες. Ως εκ τούτου, οι επικριτές της διατείνονται ότι μια οργάνωση με σπόνσορες που της θέτουν σύνορα δεν αποτελεί τη λύση στην κρίση αξιοπιστίας του παγκόσμιου Τύπου. Είναι και η ίδια μέρος του προβλήματος. Αλλωστε τα νταραβέρια προϋποθέτουν ενίοτε αβάντες και συμβιβασμούς.
Ο ιδρυτής
Η οργάνωση «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» ιδρύθηκε από τέσσερις δημοσιογράφους στο Μονπελιέ της Γαλλίας το 1985. Δέκα χρόνια αργότερα καταχωρήθηκε επίσημα ως Μη Κερδοσκοπικός Οργανισμός με βάση το Παρίσι. Ο συνιδρυτής τους, Ρομπέρ Μενάρ, αφού εκτόπισε τους υπόλοιπους τρεις, έγινε πρώτος γενικός γραμματέας της, θέση που κράτησε επί 27 χρόνια. Γεννημένος πριν από 68 χρόνια στην Αλγερία σπούδασε Θεολογία και προοριζόταν για παπάς. Εγινε όμως δημοσιογράφος. Η εμπειρία του στα ΜΜΕ περιορίστηκε σε έναν πειρατικό ραδιοφωνικό σταθμό, το Radio Pomarède, σε ένα αδιάφορο περιοδικό που έκλεισε σύντομα και μια συνεργασία στον ιστότοπο Boulevard Voltaire. Διέπρεψε όμως με τον αυταρχισμό του ως επικεφαλής της ΜΚΟ. Πολιτικά φιλόδοξος, συνδύασε ζογκλερικά τον ακτιβισμό υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με το νεοσυντηρητικό ρεύμα στις ΗΠΑ επί Τζορτζ Μπους του νεότερου. Σταδιακά ευθυγραμμίστηκε με τη γαλλική Δεξιά, έγινε φιλο-τραμπικός και κατέληξε ταγμένος ισλαμοφοβικός.
Δικαίωσε ακροβατικά την εισβολή στο Ιράκ και εμμέσως πλην σαφώς υποστήριξε τη νομιμότητα των βασανιστηρίων του αμερικανικού στρατού στη Βαγδάτη. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στους ΡΧΣ στήριξε το 2002 τους πραξικοπηματίες κατά του εκλεγμένου προέδρου της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες. Τάχθηκε επίσης τυχοδιωκτικά στο πλευρό των συνωμοτών που επιχείρησαν να ανατρέψουν τον πρόεδρο της Αϊτής, Ζαν Μπερτράν Αριστίντ, τον Μανουέλ Ζελάγια στην Ονδούρα και τον Εβο Μοράλες στη Βολιβία. Με τις τοποθετήσεις του μακιγιάριζε αρνητικά σε κοινή θέα τη φυσιογνωμία των ΡΧΣ. Το 2014 εκλέχτηκε δήμαρχος στην Μπεζιέ στη Νότια Γαλλία, την πόλη που διοργανώνει ακόμη και σήμερα κάθε Αύγουστο τη διάσημη Feria de Béziers, με επίκεντρο τις ταυρομαχίες.
Προτού γίνει δημοτικός άρχοντας, καλωσόρισε την υποστήριξή του στις κάλπες από την ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν. Στο πόστο του διευθυντή στους ΡΧΣ τον διαδέχτηκε το 2012 ο 51χρονος σήμερα Kριστόφ Ντελουάρ. Πιο προσεκτικός στη ρητορική από τον προκάτοχό του, περισσότερο ευέλικτος και διακριτικός, ο συγγραφέας βιβλίων και πρώην συντάκτης του περιοδικού «Le Point» αναδιαμόρφωσε την οργάνωση εν μέσω σφοδρών διαφωνιών, αποχωρήσεων και απολύσεων μερίδας του προσωπικού. Ο Ντελουάρ, ανεξάρτητα από αν συμμερίζεται ή όχι τις γεωπολιτικές ιδέες του Μενάρ, εμφανίζεται περισσότερο συγκρατημένος και ήπιος στις ομιλίες του.
Πλασάρει πλέον το νέο Φόρουμ Πληροφοριών και Δημοκρατίας των ΡΧΣ και ποζάρει συνήθως χαλαρός στο μοντέρνο παριζιάνικο κλαμπ «Silencio», επ’ ευκαιρία της κυκλοφορίας του ετήσιου φωτογραφικού άλμπουμ της οργάνωσης με τίτλο «Τα αρπακτικά της ελευθερίας του Τύπου». Πρόκειται για μια συλλογή από ζοφερά πορτρέτα αρχηγών κρατών ή επικεφαλής κυβερνήσεων που καταπατούν εξόφθαλμα την ελευθερία του Τύπου και υποκινούν κρατικούς μηχανισμούς καταστολής για άσκηση άγριας βίας εναντίον των δημοσιογράφων.
Οι πωλήσεις του λευκώματος χρηματοδοτούν με ικανούς πόρους τον διεθνή συντονισμό της ΜΚΟ καθώς και τις εκστρατείες ενημέρωσης, αλληλεγγύης και υπεράσπισης των θυμάτων της δημοσιογραφικής κοινότητας. Με αυτό το παρελθόν, αυτή τη διαδρομή και αυτά τα πρόσωπα στο τιμόνι της, η οργάνωση των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» δημοσίευσε φέτος τον 20ό Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου. Την αρχική έκπληξη για τη συγκεκριμένη αναφορά διαδέχτηκε η αποσβολωτική αμηχανία των εμπειρογνωμόνων οι οποίοι την αντιμετώπισαν εμβρόντητοι σαν έκρηξη πυροτεχνήματος εν κενώ.
Προφανώς δεν ανέμεναν ότι η Ρωσία, η Συρία και το Αφγανιστάν θα καταλάμβαναν κορυφαίες θέσεις, αλλά τους φάνηκε αδιανόητο ότι η Παπούα Νέα Γουινέα και η Αϊτή θα εμφανίζονταν να διατηρούν ένα επίπεδο ελευθερίας του Τύπου υψηλότερο από την Ιαπωνία! Πόσο μάλλον ότι η Μποτσουάνα, όπου η ενημέρωση της δημόσιας τηλεόρασης αποφασίζεται στο γραφείο του προέδρου και οι υπηρεσίες πληροφοριών χρησιμοποιούν ύπουλα λογισμικό κατασκοπείας για να παρακολουθούν τις επικοινωνίες των δημοσιογράφων, θα βρισκόταν στην κατάταξη 13 θέσεις μπροστά από την Ελλάδα! Η χώρα μας, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, κατέγραψε τόσο μεγάλη υποχώρηση μέσα σε έναν χρόνο στη σχετική κατάταξη όσο καμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα και βρέθηκε μακράν πίσω από τους περήφανους... στυλοβάτες της παγκόσμιας ελευθεροτυπίας όπως η Τυνησία, το Τόγκο και η Αλβανία!
Παρωδία
Το μεγαλύτερο αστείο στην παρωδία της συγκεκριμένης αξιολόγησης ήταν η αιτιολόγηση, εκ μέρους των ΡΧΣ, της διολίσθησης της χώρας στη σχετική τους λίστα. Σημείωσαν ανεύθυνα ότι «το 2021 και το 2022 η ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα δέχτηκε σοβαρά πλήγματα». Ισχυρίστηκαν ότι η δολοφονία του βετεράνου αστυνομικού ρεπόρτερ Γιώργου Καραϊβάζ πέρυσι τον Απρίλιο παραμένει ανεξιχνίαστη. Προφανώς, στη χαλασμένη ζυγαριά των ακροβατικών στοχασμών τους ανακάτεψαν εγκλήματα που διερευνώνται από τις αρμόδιες αρχές με τον σεβασμό της ελευθερίας της έκφρασης.
Διατυμπάνισαν αναίτια ότι η χώρα θέτει τακτικά εμπόδια στην κάλυψη ζητημάτων μετανάστευσης. Υιοθέτησαν άκριτα τις πλαστές αιτιάσεις μιας Ολλανδής ανταποκρίτριας η οποία ντυμένη σαν Κοκκινοσκουφίτσα επιτέθηκε δίχως χειροπιαστές αποδείξεις με ιταμό ύφος στον πρωθυπουργό για υποτιθέμενες επαναπροωθήσεις προσφύγων. Στηλίτευσαν ακόμη με στόμφο ότι «οι πρόσφατες τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα, υπό το πρόσχημα (!) της καταπολέμησης της πανδημίας, αποποινικοποιούν τη διάδοση ψευδών ειδήσεων».
Ηταν το κρεσέντο ενός κωμικού τεχνάσματος διακοσμημένου με τα φύκια σαν κορδέλες μιας φενάκης. Επιτέλους, οι Ελληνες πολίτες έμαθαν ξαφνικά από το στόμα των ΡΧΣ ότι η καταπολέμηση της πανδημίας ήταν πρόσχημα μόνο και μόνο για να τιμωρηθούν τα fake news των οποίων η διασπορά εις βάρος της υγείας του λαού συνιστά ανδραγάθημα προς έπαινο και παρασημοφόρηση. Από την άλλη, ίσως επειδή ο ενδεχομένως κατευθυνόμενος ανταποκριτής τους ξεχάστηκε, δεν έβγαλαν τσιμουδιά για όσα η αξιωματική αντιπολίτευση επέρριπτε στην κυβέρνηση.
Αλλά και τι να έλεγαν οι αγλαοί ΡΧΣ; Να προσποιηθούν ότι απέτυχε η νόμιμη και αναγκαία εκστρατεία ενημέρωσης των πολιτών «Μένουμε Σπίτι - Μένουμε Ασφαλείς» κατά τη διάρκεια της πανδημίας; Να υποκριθούν άραγε ότι πήγε στράφι η καμπάνια για τους εμβολιασμούς που έγινε με πλήρη διαφάνεια και νομιμότητα, ενώ αποτέλεσε ισχυρό ανάχωμα στη διασπορά ψευδών ειδήσεων, στη διάχυση θεωριών συνωμοσίας και την παραπληροφόρηση;
Να κατηγορήσουν, τέλος, την κυβέρνηση που μετά την έγκριση της Κομισιόν διέθεσε 20 εκατ. ευρώ για την ενίσχυση πανελλαδικών και περιφερειακών ΜΜΕ τα οποία επλήγησαν από τις δυσμενείς συνθήκες που διαμόρφωσε η πανδημία; Να την καταγγείλουν επειδή η διάθεση των κονδυλίων έγινε από την κυβέρνηση της Ν.Δ. ώστε να διαφυλαχθούν οι υφιστάμενες θέσεις απασχόλησης και η πολυφωνία στην ενημέρωση των πολιτών; Ή μήπως έπρεπε να αρχίσουν να ουρλιάζουν όπως ο ΣΥΡΙΖΑ για τα «μπουκωμένα» ΜΜΕ όταν η διανομή των χρημάτων αρωγής έγινε με το πιο αντικειμενικό κριτήριο, που δεν ήταν άλλο παρά ο ετήσιος κύκλος εργασιών κάθε Μέσου; Κι αν ρίχτηκε στη μοιρασιά κάποιο ΜΜΕ, αυτό δεν αποτελεί σοβαρή αιτία για να στηθούν αγχόνες για τον υπουργό Οικονομικών.
Παρ’ όλα αυτά, οι ακατάβλητοι ΡΧΣ, είτε από ιδεασμό, είτε από κακή πληροφόρηση, είτε, τέλος, επειδή έτσι γούσταραν, ταξινόμησαν την Ελλάδα στην 108η θέση του σχετικού τους πίνακα. Κάνοντας «μούχτι» τη θεμελιώδη διάκριση των εξουσιών σε μια δημοκρατία και ανακατεύοντας μέχρι πλήρους σύγχυσης την ποιότητα της ελευθεροτυπίας της με υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης. Ωστόσο, η αυθαίρετη αυτή κατάταξη της χώρας, στην οποία κυκλοφορούν ελεύθερα παραληρηματικά έντυπα και διακονούνται ανέλεγκτα στο Διαδίκτυο φρενιτιώδη hoaxes, αποτέλεσε εκμεταλλεύσιμη ευκαιρία για την αξιωματική αντιπολίτευση ώστε να εκδηλώσει τη φαντασιακή της αντίσταση στη «χούντα της κυβέρνησης».
Ηδη επωφελούμενοι από την περίσταση οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσαν στην Κομισιόν ερώτηση αν σκοπεύει «να λάβει άμεσα μέτρα για την ανάσχεση της διαρκούς διολίσθησης της ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα». Αναφαίρετο δικαίωμά τους να χαρίσουν αίσθηση γελοιότητας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την επέλαση του ιππικού της υποτιθέμενης υπεράσπισης της ελευθεροτυπίας, με επικεφαλής έναν ετοιμόρροπο Δον Κιχώτη πάνω σε ψωριάρικο άλογο. Διότι, κακά τα ψέματα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διακριθεί σε «διεθνή ρεζιλίκια» κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας με τη λυσσαλέα προσπάθειά του να χειραγωγήσει τα εγχώρια ΜΜΕ. Τότε που οι αμέριμνοι, εν πλήρη αγνοία για τα τεκταινόμενα στα ΜΜΕ της Ελλάδας και ακέραιοι ΡΧΣ κατέτασσαν τη χώρα στις θέσεις 88 και 74.
Κρείττον το σιγάν
Καμιά φορά το γέλιο είναι λυτρωτικό, αλλά και η πικρή νοσταλγία χωνευτική. Ιδίως όταν έχει προηγηθεί άδοξα η συντριπτική ήττα στα πεδία ενός εκλογικού Βατερλό και ανασύρονται στη μνήμη τα ελαττωματικά επεισόδια των άγαρμπων επιδιώξεων του ΣΥΡΙΖΑ με δεκανίκι τους ΑΝ.ΕΛ. Τότε που ως κυβέρνηση επιχειρούσε να κλείσει το ΜEGA, να αλώσει τον ΔΟΛ τοποθετώντας κομματικό γκαουλάιτερ ως τοποτηρητή, να ελέγξει τον «Πήγασο», να βάλει λουκέτο στο «Πρώτο Θέμα». Και ακόμη, ήθελε να περιορίσει τον αριθμό των καναλιών πανελλαδικής εμβέλειας με την περιβόητη έκθεση του Ινστιτούτου της Φλωρεντίας ώστε να αποκτήσει ένα αμιγώς ελεγχόμενο κανάλι -ένα ΣΥΡΙΖΑ Channel- με επίδοξο καναλάρχη τον επιχειρηματία Χρήστο Καλογρίτσα σε ρόλο μπροστινού.
Με τα βοσκοτόπια του, την αίτηση σύναψης δανείου από τον Βαγγέλη Μαρινάκη ώστε ο εφοπλιστής να του πληρώσει τη δόση για την τηλεοπτική άδεια, την έκκληση στον μακαρίτη Δημήτρη Κοντομηνά να του παραχωρήσει το 51% του καναλιού του, με τις ανταλλαγές emails με τους Λιβανέζους επιχειρηματίες Χούρι της εταιρείας CCC, τις εικονικές συμβάσεις και τη «White Porscha».
Σε όλα αυτά τα νταραβέρια πρωτοστατούσε ως διαμεσολαβητής ο τότε υπουργός Νίκος Παππάς, για τον οποίο σήμερα η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου προτείνει παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος με αφορμή τους χειρισμούς του στην υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών. Αναγκαστικά, με τέτοιο πρόσφατο παρελθόν στις πολιτικές του αποσκευές, φαντάζει μάταιο να αναλάβει την ευθύνη ο ΣΥΡΙΖΑ για την ποιοτική αναβάθμιση της αξιοπιστίας του παγκόσμιου Τύπου, την ανύψωση ελευθερίας του ως το υπερπέραν και την προώθηση της χώρας σε κορυφαία θέση στη σχετική λίστα. Οχι μόνο επειδή είναι και αυτός μέρος του προβλήματος, αλλά γιατί στην περίπτωσή του είναι «κρείττον του λαλείν το σιγάν». Ή, διαφορετικά, «στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί».
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr