To πικρό καλοκαίρι του 2015: Όταν η Ελλάδα βρέθηκε να χορεύει στο χείλος του γκρεμού
To πικρό καλοκαίρι του 2015: Όταν η Ελλάδα βρέθηκε να χορεύει στο χείλος του γκρεμού
Πότε άρχισε να σκέφτεται ο Αλέξης Τσίπρας την ιδέα για τη διοργάνωση ενός δημοψηφίσματος - Πώς επικράτησε η «γραμμή Βαρουφάκη» στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές - Τo τηλεφώνημα του Ολάντ στο Μέγαρο Μαξίμου και οι πρωτοβουλίες Παυλόπουλου - Γιατί οι Ευρωπαίοι ζητούσαν αποδείξεις για την αλλαγή στάσης της ελληνικής κυβέρνησης όταν το «Oχι» έγινε «Nαι»
Ενα επετειακό κείμενο της Νάντιας Βαλαβάνη στο «manifesto», με αφορμή τη συμπλήρωση επτά χρόνων από το δημοψήφισμα του 2015, επανέφερε μνήμες εκείνων των άγριων ημερών, όταν η Ελλάδα βρέθηκε μέσα σε μία νύχτα με capital controls, ένα βήμα πριν από την έξοδο από την Ευρωζώνη. Η Βαλαβάνη -μία αγωνίστρια του Πολυτεχνείου, που ήταν αναπληρώτρια υπουργός Οικονομικών στην πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα και παραιτήθηκε μετά το δημοψήφισμα- έγραψε το κείμενο με στόχο να μιλήσει για τη «χαμένη ευκαιρία» του «Οχι». Ωστόσο, ουδείς γνωρίζει πού θα βρισκόταν σήμερα η Ελλάδα αν είχε περάσει τότε η «γραμμή Βαρουφάκη» της συνολικής ρήξης με την Ενωμένη Ευρώπη.
Το μεσημέρι της Παρασκευής 26ης Ιουνίου του 2015, τέσσερις ημέρες πριν από την οριστική λήξη του 2ου μνημονίου που είχε ήδη επεκταθεί για τέσσερις μήνες, ο Αλέξης Τσίπρας έμπαινε στο αεροπλάνο της επιστροφής στην Αθήνα από τις Βρυξέλλες, μετά την ολοκλήρωση άλλης μιας άκαρπης Συνόδου Κορυφής για το «ελληνικό ζήτημα».
Είχε ήδη αποφασίσει να κάνει δημοψήφισμα, αλλά στις Βρυξέλλες η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα, με επικεφαλής τον Γιώργο Χουλιαράκη -«τον μόνο λογικό της κυβέρνησης Τσίπρα», σύμφωνα με τον τότε πρόεδρο του Euroworking Group, Τόμας Βίζερ- συνέχιζε να συζητά με τους δανειστές, οι οποίοι αρνούνταν πια να διαπραγματευτούν με τον Γιάνη Βαρουφάκη.
Μάλιστα, κάποια στιγμή αργά εκείνο το μεσημέρι κυκλοφόρησε ότι η διαφορά των δύο πλευρών είχε μειωθεί στα 300 εκατ. ευρώ - ένα ποσό πολύ μικρό σε σχέση με τα όσα διακυβεύονταν σε περίπτωση ασυμφωνίας. «Λεπτομέρειες τους χωρίζουν πια, είναι πιθανόν να τα βρουν ακόμα και σήμερα», ήταν η εικόνα που δινόταν από τις Βρυξέλλες.
Ωστόσο, η διαπραγμάτευση διακόπηκε άδοξα, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, όταν ο Χουλιαράκης ειδοποιήθηκε ότι σε λίγο ο Αλέξης Τσίπρας θα ανακοίνωνε με τηλεοπτικό διάγγελμα το δημοψήφισμα για τις 5 Ιουλίου.
Εκείνη τη χρονιά το Πάσχα έπεφτε νωρίς - στις 12 Απριλίου. Ο Αλέξης Τσίπρας είχε στο μυαλό του ένα δημοψήφισμα για εκείνη την περίοδο -είτε λίγο πριν, είτε λίγο μετά από το Πάσχα, αλλά «δεν του βγήκε».
Μπορεί να είχε αντιδράσει δημοσίως όταν ο Γιώργος Παπανδρέου είχε αναγγείλει δημοψήφισμα στα τέλη Οκτωβρίου του 2011, αλλά μιλώντας σε συνεργάτες του έλεγε συχνά πυκνά ότι αν ο Παπανδρέου είχε προχωρήσει, θα είχε επικρατήσει και θα άλλαζε το πολιτικό σκηνικό, που τότε ξεχείλιζε από την οργή των πολιτών για την άγρια λιτότητα που είχαν επιφέρει τα μνημόνια.
«Αυτοί θα χάσουν περισσότερα»
Ο Αλέξης Τσίπρας λειτουργούσε εκείνη την περίοδο έχοντας στον νου του ότι μια ελληνική χρεοκοπία θα ήταν συστημικό πρόβλημα για την Ενωμένη Ευρώπη. Πίστευε ότι η κρίση θα μεταδιδόταν σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης και ότι οι Ευρωπαίοι θα σκέπτονταν πως είχαν περισσότερα να χάσουν αν έσπρωχναν την Ελλάδα εκτός ευρώ και έτσι δεν θα άφηναν να συμβεί κάτι τέτοιο. Είχε κάνει λάθος υπολογισμούς: οι ευρωπαϊκές τράπεζες είχαν ξεφορτωθεί τα ελληνικά ομόλογα από το 2012 -άρα ούτε γάτα, ούτε ζημιά- και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε επαναφέρει τα περί εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη λίγες ημέρες νωρίτερα, μιλώντας με τον Βαρουφάκη. Παρά τις εκθέσεις που κυκλοφορούσαν -οι οποίες προσδιόριζαν το κόστος του Grexit στα 750 δισ. ευρώ- η Ευρώπη θεωρούσε ότι το κόστος θα ήταν απολύτως διαχειρίσιμο. Τα καμπανάκια χτυπούσαν, αλλά στο Μαξίμου έκαναν μόνο πολιτικούς υπολογισμούς.
Το μεσημέρι της Παρασκευής 26ης Ιουνίου του 2015, τέσσερις ημέρες πριν από την οριστική λήξη του 2ου μνημονίου που είχε ήδη επεκταθεί για τέσσερις μήνες, ο Αλέξης Τσίπρας έμπαινε στο αεροπλάνο της επιστροφής στην Αθήνα από τις Βρυξέλλες, μετά την ολοκλήρωση άλλης μιας άκαρπης Συνόδου Κορυφής για το «ελληνικό ζήτημα».
Είχε ήδη αποφασίσει να κάνει δημοψήφισμα, αλλά στις Βρυξέλλες η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα, με επικεφαλής τον Γιώργο Χουλιαράκη -«τον μόνο λογικό της κυβέρνησης Τσίπρα», σύμφωνα με τον τότε πρόεδρο του Euroworking Group, Τόμας Βίζερ- συνέχιζε να συζητά με τους δανειστές, οι οποίοι αρνούνταν πια να διαπραγματευτούν με τον Γιάνη Βαρουφάκη.
Μάλιστα, κάποια στιγμή αργά εκείνο το μεσημέρι κυκλοφόρησε ότι η διαφορά των δύο πλευρών είχε μειωθεί στα 300 εκατ. ευρώ - ένα ποσό πολύ μικρό σε σχέση με τα όσα διακυβεύονταν σε περίπτωση ασυμφωνίας. «Λεπτομέρειες τους χωρίζουν πια, είναι πιθανόν να τα βρουν ακόμα και σήμερα», ήταν η εικόνα που δινόταν από τις Βρυξέλλες.
Ωστόσο, η διαπραγμάτευση διακόπηκε άδοξα, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, όταν ο Χουλιαράκης ειδοποιήθηκε ότι σε λίγο ο Αλέξης Τσίπρας θα ανακοίνωνε με τηλεοπτικό διάγγελμα το δημοψήφισμα για τις 5 Ιουλίου.
Εκείνη τη χρονιά το Πάσχα έπεφτε νωρίς - στις 12 Απριλίου. Ο Αλέξης Τσίπρας είχε στο μυαλό του ένα δημοψήφισμα για εκείνη την περίοδο -είτε λίγο πριν, είτε λίγο μετά από το Πάσχα, αλλά «δεν του βγήκε».
Μπορεί να είχε αντιδράσει δημοσίως όταν ο Γιώργος Παπανδρέου είχε αναγγείλει δημοψήφισμα στα τέλη Οκτωβρίου του 2011, αλλά μιλώντας σε συνεργάτες του έλεγε συχνά πυκνά ότι αν ο Παπανδρέου είχε προχωρήσει, θα είχε επικρατήσει και θα άλλαζε το πολιτικό σκηνικό, που τότε ξεχείλιζε από την οργή των πολιτών για την άγρια λιτότητα που είχαν επιφέρει τα μνημόνια.
«Αυτοί θα χάσουν περισσότερα»
Ο Αλέξης Τσίπρας λειτουργούσε εκείνη την περίοδο έχοντας στον νου του ότι μια ελληνική χρεοκοπία θα ήταν συστημικό πρόβλημα για την Ενωμένη Ευρώπη. Πίστευε ότι η κρίση θα μεταδιδόταν σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης και ότι οι Ευρωπαίοι θα σκέπτονταν πως είχαν περισσότερα να χάσουν αν έσπρωχναν την Ελλάδα εκτός ευρώ και έτσι δεν θα άφηναν να συμβεί κάτι τέτοιο. Είχε κάνει λάθος υπολογισμούς: οι ευρωπαϊκές τράπεζες είχαν ξεφορτωθεί τα ελληνικά ομόλογα από το 2012 -άρα ούτε γάτα, ούτε ζημιά- και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε είχε επαναφέρει τα περί εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη λίγες ημέρες νωρίτερα, μιλώντας με τον Βαρουφάκη. Παρά τις εκθέσεις που κυκλοφορούσαν -οι οποίες προσδιόριζαν το κόστος του Grexit στα 750 δισ. ευρώ- η Ευρώπη θεωρούσε ότι το κόστος θα ήταν απολύτως διαχειρίσιμο. Τα καμπανάκια χτυπούσαν, αλλά στο Μαξίμου έκαναν μόνο πολιτικούς υπολογισμούς.
Ο Τσίπρας είχε νικήσει στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 υποσχόμενος το τέλος των μνημονίων και της λιτότητας. Μέσα στον πρώτο μήνα της διακυβέρνησής του έπρεπε να βρει έναν τρόπο για την παράταση του προγράμματος - γιατί αλλιώς η χώρα θα οδηγούνταν σε άτακτη χρεοκοπία. Ομως δεν μπορούσε να φανεί ότι παραδίδεται στους δανειστές - και έτσι ξεκίνησε μια σειρά από Συνόδους Κορυφής, όπου η ελληνική πλευρά ζητούσε ελάφρυνση του χρέους και νέο δανεισμό χωρίς ανάλογες νέες υποχρεώσεις, κάτι που αρνούνταν οι Ευρωπαίοι.
Η επέκταση του προγράμματος έγινε πράξη λίγο αργότερα, με πρωτοβουλία του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ - και αφού ο Βαρουφάκης άλλαξε την επιστολή με τις δεσμεύσεις της ελληνικής πλευράς προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερη καχυποψία στους δανειστές. Εκείνον τον Ιούνιο, το κλίμα για την Ελλάδα ήταν πια πολύ κακό σε όλα τα επίπεδα.
Μετά από 4 χρόνια μνημονίων, κάθε αίσθημα αλληλεγγύης είχε χαθεί: όλοι οι ηγέτες στην Ευρώπη, πλην Γαλλίας και Ιταλίας, είχαν πολιτικό πρόβλημα στη διαχείριση του ελληνικού προβλήματος - οι «πλούσιοι», όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, δεν μπορούσαν να εξηγήσουν στους ψηφοφόρους τους γιατί έπρεπε να συνεχίσουν να πληρώνουν για τους «τεμπέληδες Ελληνες» και οι «φτωχοί», όπως η Βουλγαρία και οι χώρες της Βαλτικής, γιατί έπρεπε να διευκολύνουν κάποιους που είχαν πολύ υψηλότερους μισθούς και συντάξεις από τους ίδιους.
Αντίθετα, στο εσωτερικό, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν «στα πάνω του»: τα γκάλοπ έδειχναν πολύ μεγάλη αποδοχή τόσο για τον ίδιον τον Αλέξη Τσίπρα όσο και για το κόμμα του, που στα μάτια των πολλών φάνταζε ως το διάδοχο σχήμα του ΠΑΣΟΚ που έπνεε τα λοίσθια, με την αείμνηστη Φώφη Γεννηματά να το παραλαμβάνει εκείνο τον μήνα στο 4,7%, ενώ ο Τσίπρας κατέγραφε ένα ηγεμονικό 47%.
Ενας σταρ γεννιέται
Η εικόνα στην Αθήνα του πρώτου εξαμήνου του ΣΥΡΙΖΑ ήταν χαρακτηριστική: ο Βαρουφάκης έφτανε πάντα στη Βουλή καταχειροκροτούμενος από τους περαστικούς - ειδικά μετά από εκείνη την επεισοδιακή κοινή συνέντευξή του, μόλις πέντε ημέρες μετά τις εκλογές, με τον τότε πρόεδρο του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, που του ψιθύρισε σοκαρισμένος τη φράση «μόλις σκότωσες την τρόικα».
Ο Βαρουφάκης ήταν ένας περίπου διεθνής σταρ εκείνη την εποχή - πολύ πιο γνωστός στο διεθνές κοινό από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα. Είχε καταφέρει να θεωρείται ως ένας «ειδικός της κρίσης», είχε δεκάδες χιλιάδες ακολούθους στο Τwitter, ακόμα και νομπελίστες οικονομολόγους ως fans στο πλευρό του. Στις κάλπες, 130.000 άνθρωποι τον είχαν «σταυρώσει» - και πολλοί όχι μόνο μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στην ελληνική κοινωνία, θεωρούσαν ότι ήταν ο μοναδικός που μπορούσε να πείσει τους δανειστές να ελαφρύνουν το ελληνικό χρέος.
Στο γνωστό βιβλίο «Η τελευταία μπλόφα» των Ελένης Βαρβιτσιώτη και Βικτώριας Δενδρινού αναφέρεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας είχε προτείνει στον Βαρουφάκη τη θέση του υπουργού Οικονομικών από το καλοκαίρι του 2014. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν κάτι γνωστό στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ - ακόμα και τα «κεντρικά», που είχαν για αρκετό διάστημα ακόμα την εικόνα ότι για τη συγκεκριμένη θέση ο Τσίπρας προόριζε τον Ευκλείδη Τσακαλώτο.
Ομως, λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο: Ο Αλέξης Τσίπρας είχε πιστέψει ότι ο Βαρουφάκης μπορούσε να διαχειριστεί τους «σκληρούς» της Ευρωζώνης - και ότι σε αντίθεση με τους προηγούμενους υπουργούς που μιλούσαν με την τρόικα, εκείνος θα έκανε μία πολύ σκληρή διαπραγμάτευση.
Το «Οχι» που έγινε «Ναι»
Μόλις ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε το δημοψήφισμα, η αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας ήταν διπλή: από τη μία πανηγυρική -είχε έρθει η στιγμή να αντιληφθούν οι δανειστές ότι τα πράγματα στην Ελλάδα ήταν πολύ άσχημα- και από την άλλη αναμενόμενη: ουρές άρχισαν να σχηματίζονται μπροστά από τα ATM, μια και χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν χωρίς μετρητά νύχτα Παρασκευής και οι τράπεζες δεν επρόκειτο να ανοίξουν τη Δευτέρα.
Βεβαίως, αυτό δεν ίσχυε για αρκετούς: από την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια, πολλοί έσπευδαν να «σηκώσουν» καταθέσεις, επιτείνοντας τα προβλήματα της οικονομίας. Τα χρήματα είτε στέλνονταν στο εξωτερικό, είτε κρύβονταν «κάτω από το στρώμα». Ετσι, ο περιορισμός της ανάληψης έως 60 ευρώ την ημέρα που ίσχυσε για τις πρώτες ημέρες των capital controls δεν έθιξε τους πάντες - όπως φάνηκε και στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Ο Αλέξης Τσίπρας αποφάσισε να θέσει ως ερώτημα στο δημοψήφισμα ένα απόσπασμα από την τελευταία πρόταση που είχαν κάνει οι Ευρωπαίοι για το νέο ελληνικό μνημόνιο και από μία μελέτη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους - και όχι την παραμονή ή μη της χώρας στην Ευρωζώνη. Αυτό από μόνο του δείχνει ότι δεν είχε στο μυαλό του τη ρήξη με τους δανειστές - αλλά την πολιτική διαχείριση της διαπραγμάτευσης μαζί τους. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι στο διάγγελμά του δεν τάχτηκε ανοικτά υπέρ του «όχι» - παρότι ήταν κάτι παραπάνω από σαφής όταν μίλησε για «απάντηση δημοκρατίας στα τελεσίγραφα των δανειστών».
Αντίθετα, την επόμενη Παρασκευή, δύο ημέρες πριν από το δημοψήφισμα, δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να καλέσει τις χιλιάδες των συγκεντρωμένων οπαδών του στην πλατεία Συντάγματος να πουν «ξανά ένα μεγάλο “όχι”». Είπε όμως και κάτι άλλο: «Την Κυριακή δεν αποφασίζουμε απλά να μείνουμε στην Ευρώπη. Αποφασίζουμε να μείνουμε με αξιοπρέπεια στην Ευρώπη, να δουλέψουμε και να προκόψουμε στην Ευρώπη». Εν ολίγοις, έδινε το μήνυμα -τόσο στους ψηφοφόρους, όσο και στους δανειστές- ότι από τη Δευτέρα θα επέστρεφε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ελάχιστοι όμως τον πίστευαν…
Η συννεφιασμένη Κυριακή
Μιλώντας με την Ανγκελα Μέρκελ και τον Φρανσουά Ολάντ στο τηλέφωνο μερικές ώρες πριν ανακοινώσει το δημοψήφισμα, ο Αλέξης Τσίπρας παραδέχτηκε ότι επρόκειτο να στηρίξει το «Οχι». Χωρίς να του πουν το παραμικρό, οι συνομιλητές του θεώρησαν δεδομένο από την πρώτη στιγμή ότι το «Οχι» θα επικρατούσε, αφού το ερώτημα του δημοψηφίσματος είχε να κάνει με τα -ούτως ή άλλως αντιδημοφιλή- μέτρα που εκείνοι πρότειναν, ως δανειστές. Και το δεύτερο ερώτημα ήταν τι θα έκανε στη συνέχεια ο Τσίπρας, αλλά το πρώτο ήταν τι θα έκαναν οι ίδιοι…
Η Ευρωπαϊκή Ενωση είχε πλέον έτοιμο plan b για την περίπτωση εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη - κάτι που για διαφορετικούς λόγους επιδίωκαν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αλλά και ο Παναγιώτης Λαφαζάνης. Μετά το 61% «Οχι» που έβγαλε το δημοψήφισμα και αφού ο Αλέξης Τσίπρας είχε διώξει τον Βαρουφάκη από την κυβέρνηση, είχε συναντήσει τους πολιτικούς αρχηγούς και είχαν καταλήξει στο ότι η Ελλάδα ομόθυμα θέλει συνέχιση της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, Ολάντ και Μέρκελ συναντήθηκαν στο Παρίσι για να καταλήξουν αν έπρεπε να εμπιστευτούν τον Τσίπρα και τι θα σήμαινε αυτό για την Ελλάδα και τον πρωθυπουργό της…
Βοήθησέ με, για να σε βοηθήσω
Ο Ολάντ είχε αναλάβει την απευθείας επαφή με το Μέγαρο Μαξίμου. Το βράδυ της 5ης Ιουλίου, μόλις έγινε σαφές ότι το «όχι» θα επικρατούσε άνετα, τηλεφώνησε στον Αλέξη Τσίπρα και του είπε το περίφημο «βοήθησέ με, για να σε βοηθήσω». Ο Ελληνας πρωθυπουργός μόλις του είχε πει ότι ήταν έτοιμος για νέα διαπραγμάτευση και ότι θα έκανε ό,τι χρειαζόταν για να κρατήσει την Ελλάδα στο ευρώ και ο πρόεδρος της Γαλλίας τον προειδοποίησε ότι με το ποσοστό που είχε πάρει το «Οχι», μόλις είχαν αποκτήσει κι άλλα επιχειρήματα όλοι εκείνοι που ήθελαν να σπρώξουν την Ελλάδα εκτός της Ευρωζώνης.
Αμέσως μετά, ο Ολάντ δέχθηκε τηλεφώνημα από τον Προκόπη Παυλόπουλο, ο οποίος είχε διαρρεύσει ότι σε περίπτωση ρήξης με την Ευρώπη, θα παραιτείτο για να προκαλέσει πολιτικές εξελίξεις. Μάλιστα, ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε φροντίσει να δηλώσει on camera - ενώπιον του Αλέξη Τσίπρα , όταν τον είχε επισκεφθεί στο Προεδρικό για να τον ενημερώσει σχετικά με το δημοψήφισμα - ότι θεωρούσε αδιανόητη την έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη. Ο Ολάντ ενημέρωσε τον Παυλόπουλο για την ροηγούμενη συζήτησή του με τον Αλέξη Τσίπρα, για το «ναι» του πρωθυπουργού σε μια νέα διαπραγμάτευση, που θα κόστιζε πολύ περισσότερο στους Ελληνες λόγω του κλεισίματος των τραπεζών και στο τέλος προχώρησε στο «παρασύνθημα»: χρειαζόταν αποδείξεις για να πείσει την Ανγκελα Μέρκελ - τα υπόλοιπα ελληνικά κόμματα έπρεπε να στηρίξουν τη γραμμή Τσίπρα και να συμφωνήσουν και στα πρώτα μέτρα.
Λίγο αργότερα, ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας επισκεπτόταν τον Προκόπη Παυλόπουλο στο Προεδρικό Μέγαρο - και η αποπομπή Βαρουφάκη, όπως και τα τηλεφωνήματα στους πολιτικούς αρχηγούς δεν άργησαν. Η συνάντηση κλείστηκε για την επόμενη μέρα - μάλιστα, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης είχε ήδη αντικαταστήσει τον Αντώνη Σαμαρά που είχε παραιτηθεί εκείνο το βράδυ μετά το χαμηλό ποσοστό του «ναι».
Σε εκείνο το συμβούλιο αρχηγών είχε ξεχωρίσει το ερώτημα του Σταύρου Θεοδωράκη προς τον Αλέξη Τσίπρα, που έγινε ο απόλυτος τίτλος σχετικά με το δημοψήφισμα: «Δηλαδή, το “Οχι” έγινε “Ναι”;». Ναι, το «Οχι» έγινε «Ναι» - και αυτός ήταν ο στόχος από την πρώτη στιγμή. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπήκε ποτέ στη συζήτηση για το plan b του Λαφαζάνη και του Βαρουφάκη, που μετά τα ευφάνταστα σενάρια για έφοδο στο Νομισματοκοπείο και την Τράπεζα της Ελλάδος ζητούσαν ρήξη με την Ευρωζώνη «για να μη γίνει “ναι” το “όχι” των Ελλήνων». Αλλωστε, ο Αλέξης Τσίπρας είχε φροντίσει να είναι το ερώτημα τέτοιο, ώστε να μην μπορεί κανείς -παρά μόνον ο ίδιος- να ερμηνεύσει την ψήφο των πολιτών.
Ακολούθησε «η διαπραγμάτευση των 17 ωρών» και το 3ο μνημόνιο, που έφτασε να υπερψηφιστεί το πρωί της παραμονής του Δεκαπενταύγουστου, μετά τις απίστευτες διαδικαστικές ακροβασίες τής τότε προέδρου της Βουλής Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία είχε ταχθεί από την πρώτη στιγμή υπέρ της ρήξης με τους δανειστές. Και αμέσως μετά και ενώ είχαν ήδη ξεκινήσει οι μαζικές αποχωρήσεις από τους «αριστερούς» του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε εκλογές - και τις κέρδισε.
Τότε, κάποιοι από τους πολιτικούς αρχηγούς είχαν μείνει με την εντύπωση ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα έμενε να συγκυβερνά με τα υπόλοιπα κόμματα και δεν θα πήγαινε σε πρόωρες εκλογές, για να μη διακινδυνεύσει την εύθραυστη ελληνική οικονομία. Διαψεύστηκαν μέσα σε λίγα 24ωρα…
Το δημοψήφισμα προκάλεσε την ανάγκη για ακόμα μεγαλύτερο δανεισμό της χώρας - και προφανώς ο λογαριασμός του είναι αρκετά δισεκατομμύρια. Ωστόσο, ο πολιτικός απολογισμός είναι κάτι διαφορετικό: ο Αλέξης Τσίπρας κατάφερε να ρίξει στον ελληνικό λαό τη δική του ευθύνη -δηλαδή τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές- και να δώσει παράλληλα την αίσθηση στην ελληνική κοινωνία ότι έφτασε τα πράγματα «στα άκρα» με την τρόικα, σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Παράλληλα, το 3ο μνημόνιο δεν ψηφίστηκε ούτε μονοκομματικά, όπως το πρώτο, ούτε μετά βασάνων, όπως το δεύτερο, αλλά σχεδόν από το σύνολο της Βουλής, ελαφραίνοντας το πολιτικό βάρος για τον ΣΥΡΙΖΑ. Και η έγκαιρη προσφυγή στις κάλπες -προτού πληρώσει τη φθορά της υλοποίησης μνημονιακών πολιτικών- του έδωσε άλλα 4 χρόνια στην εξουσία και μάλιστα χωρίς να αλλάξει κυβερνητικό εταίρο. Ο Πάνος Καμμένος, ο οποίος ήταν αναφανδόν υπέρ της ρήξης με τους δανειστές στη συνεδρίαση των πολιτικών αρχηγών στις 6 Ιουλίου, αγκαλιαζόταν με τον Αλέξη Τσίπρα ως δεύτερος νικητής των εκλογών στα Προπύλαια, το βράδυ της 20ής Σεπτεμβρίου...
Ειδήσεις σήμερα:
Φωτιά σε αγροτική έκταση στη Φωκίδα - Σηκώθηκαν τέσσερα αεροσκάφη
Στα δικαστήρια με τον Κούγια και χαμογελαστός ο Θέμης Αδαμαντίδης
Κλείδωσαν τα παιδιά τους για 20 λεπτά στο αυτοκίνητο, στις Σέρρες, για να φάνε σουβλάκια - Τα έβγαλαν ημιλιπόθυμα λόγω ζέστης οι αστυνομικοί
Η επέκταση του προγράμματος έγινε πράξη λίγο αργότερα, με πρωτοβουλία του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ - και αφού ο Βαρουφάκης άλλαξε την επιστολή με τις δεσμεύσεις της ελληνικής πλευράς προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερη καχυποψία στους δανειστές. Εκείνον τον Ιούνιο, το κλίμα για την Ελλάδα ήταν πια πολύ κακό σε όλα τα επίπεδα.
Μετά από 4 χρόνια μνημονίων, κάθε αίσθημα αλληλεγγύης είχε χαθεί: όλοι οι ηγέτες στην Ευρώπη, πλην Γαλλίας και Ιταλίας, είχαν πολιτικό πρόβλημα στη διαχείριση του ελληνικού προβλήματος - οι «πλούσιοι», όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, δεν μπορούσαν να εξηγήσουν στους ψηφοφόρους τους γιατί έπρεπε να συνεχίσουν να πληρώνουν για τους «τεμπέληδες Ελληνες» και οι «φτωχοί», όπως η Βουλγαρία και οι χώρες της Βαλτικής, γιατί έπρεπε να διευκολύνουν κάποιους που είχαν πολύ υψηλότερους μισθούς και συντάξεις από τους ίδιους.
Αντίθετα, στο εσωτερικό, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν «στα πάνω του»: τα γκάλοπ έδειχναν πολύ μεγάλη αποδοχή τόσο για τον ίδιον τον Αλέξη Τσίπρα όσο και για το κόμμα του, που στα μάτια των πολλών φάνταζε ως το διάδοχο σχήμα του ΠΑΣΟΚ που έπνεε τα λοίσθια, με την αείμνηστη Φώφη Γεννηματά να το παραλαμβάνει εκείνο τον μήνα στο 4,7%, ενώ ο Τσίπρας κατέγραφε ένα ηγεμονικό 47%.
Ενας σταρ γεννιέται
Η εικόνα στην Αθήνα του πρώτου εξαμήνου του ΣΥΡΙΖΑ ήταν χαρακτηριστική: ο Βαρουφάκης έφτανε πάντα στη Βουλή καταχειροκροτούμενος από τους περαστικούς - ειδικά μετά από εκείνη την επεισοδιακή κοινή συνέντευξή του, μόλις πέντε ημέρες μετά τις εκλογές, με τον τότε πρόεδρο του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, που του ψιθύρισε σοκαρισμένος τη φράση «μόλις σκότωσες την τρόικα».
Ο Βαρουφάκης ήταν ένας περίπου διεθνής σταρ εκείνη την εποχή - πολύ πιο γνωστός στο διεθνές κοινό από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα. Είχε καταφέρει να θεωρείται ως ένας «ειδικός της κρίσης», είχε δεκάδες χιλιάδες ακολούθους στο Τwitter, ακόμα και νομπελίστες οικονομολόγους ως fans στο πλευρό του. Στις κάλπες, 130.000 άνθρωποι τον είχαν «σταυρώσει» - και πολλοί όχι μόνο μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στην ελληνική κοινωνία, θεωρούσαν ότι ήταν ο μοναδικός που μπορούσε να πείσει τους δανειστές να ελαφρύνουν το ελληνικό χρέος.
Στο γνωστό βιβλίο «Η τελευταία μπλόφα» των Ελένης Βαρβιτσιώτη και Βικτώριας Δενδρινού αναφέρεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας είχε προτείνει στον Βαρουφάκη τη θέση του υπουργού Οικονομικών από το καλοκαίρι του 2014. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν κάτι γνωστό στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ - ακόμα και τα «κεντρικά», που είχαν για αρκετό διάστημα ακόμα την εικόνα ότι για τη συγκεκριμένη θέση ο Τσίπρας προόριζε τον Ευκλείδη Τσακαλώτο.
Ομως, λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο: Ο Αλέξης Τσίπρας είχε πιστέψει ότι ο Βαρουφάκης μπορούσε να διαχειριστεί τους «σκληρούς» της Ευρωζώνης - και ότι σε αντίθεση με τους προηγούμενους υπουργούς που μιλούσαν με την τρόικα, εκείνος θα έκανε μία πολύ σκληρή διαπραγμάτευση.
Το «Οχι» που έγινε «Ναι»
Μόλις ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε το δημοψήφισμα, η αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας ήταν διπλή: από τη μία πανηγυρική -είχε έρθει η στιγμή να αντιληφθούν οι δανειστές ότι τα πράγματα στην Ελλάδα ήταν πολύ άσχημα- και από την άλλη αναμενόμενη: ουρές άρχισαν να σχηματίζονται μπροστά από τα ATM, μια και χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν χωρίς μετρητά νύχτα Παρασκευής και οι τράπεζες δεν επρόκειτο να ανοίξουν τη Δευτέρα.
Βεβαίως, αυτό δεν ίσχυε για αρκετούς: από την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και στη συνέχεια, πολλοί έσπευδαν να «σηκώσουν» καταθέσεις, επιτείνοντας τα προβλήματα της οικονομίας. Τα χρήματα είτε στέλνονταν στο εξωτερικό, είτε κρύβονταν «κάτω από το στρώμα». Ετσι, ο περιορισμός της ανάληψης έως 60 ευρώ την ημέρα που ίσχυσε για τις πρώτες ημέρες των capital controls δεν έθιξε τους πάντες - όπως φάνηκε και στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Ο Αλέξης Τσίπρας αποφάσισε να θέσει ως ερώτημα στο δημοψήφισμα ένα απόσπασμα από την τελευταία πρόταση που είχαν κάνει οι Ευρωπαίοι για το νέο ελληνικό μνημόνιο και από μία μελέτη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους - και όχι την παραμονή ή μη της χώρας στην Ευρωζώνη. Αυτό από μόνο του δείχνει ότι δεν είχε στο μυαλό του τη ρήξη με τους δανειστές - αλλά την πολιτική διαχείριση της διαπραγμάτευσης μαζί τους. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι στο διάγγελμά του δεν τάχτηκε ανοικτά υπέρ του «όχι» - παρότι ήταν κάτι παραπάνω από σαφής όταν μίλησε για «απάντηση δημοκρατίας στα τελεσίγραφα των δανειστών».
Αντίθετα, την επόμενη Παρασκευή, δύο ημέρες πριν από το δημοψήφισμα, δεν είχε τον παραμικρό ενδοιασμό να καλέσει τις χιλιάδες των συγκεντρωμένων οπαδών του στην πλατεία Συντάγματος να πουν «ξανά ένα μεγάλο “όχι”». Είπε όμως και κάτι άλλο: «Την Κυριακή δεν αποφασίζουμε απλά να μείνουμε στην Ευρώπη. Αποφασίζουμε να μείνουμε με αξιοπρέπεια στην Ευρώπη, να δουλέψουμε και να προκόψουμε στην Ευρώπη». Εν ολίγοις, έδινε το μήνυμα -τόσο στους ψηφοφόρους, όσο και στους δανειστές- ότι από τη Δευτέρα θα επέστρεφε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ελάχιστοι όμως τον πίστευαν…
Η συννεφιασμένη Κυριακή
Μιλώντας με την Ανγκελα Μέρκελ και τον Φρανσουά Ολάντ στο τηλέφωνο μερικές ώρες πριν ανακοινώσει το δημοψήφισμα, ο Αλέξης Τσίπρας παραδέχτηκε ότι επρόκειτο να στηρίξει το «Οχι». Χωρίς να του πουν το παραμικρό, οι συνομιλητές του θεώρησαν δεδομένο από την πρώτη στιγμή ότι το «Οχι» θα επικρατούσε, αφού το ερώτημα του δημοψηφίσματος είχε να κάνει με τα -ούτως ή άλλως αντιδημοφιλή- μέτρα που εκείνοι πρότειναν, ως δανειστές. Και το δεύτερο ερώτημα ήταν τι θα έκανε στη συνέχεια ο Τσίπρας, αλλά το πρώτο ήταν τι θα έκαναν οι ίδιοι…
Η Ευρωπαϊκή Ενωση είχε πλέον έτοιμο plan b για την περίπτωση εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη - κάτι που για διαφορετικούς λόγους επιδίωκαν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αλλά και ο Παναγιώτης Λαφαζάνης. Μετά το 61% «Οχι» που έβγαλε το δημοψήφισμα και αφού ο Αλέξης Τσίπρας είχε διώξει τον Βαρουφάκη από την κυβέρνηση, είχε συναντήσει τους πολιτικούς αρχηγούς και είχαν καταλήξει στο ότι η Ελλάδα ομόθυμα θέλει συνέχιση της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, Ολάντ και Μέρκελ συναντήθηκαν στο Παρίσι για να καταλήξουν αν έπρεπε να εμπιστευτούν τον Τσίπρα και τι θα σήμαινε αυτό για την Ελλάδα και τον πρωθυπουργό της…
Βοήθησέ με, για να σε βοηθήσω
Ο Ολάντ είχε αναλάβει την απευθείας επαφή με το Μέγαρο Μαξίμου. Το βράδυ της 5ης Ιουλίου, μόλις έγινε σαφές ότι το «όχι» θα επικρατούσε άνετα, τηλεφώνησε στον Αλέξη Τσίπρα και του είπε το περίφημο «βοήθησέ με, για να σε βοηθήσω». Ο Ελληνας πρωθυπουργός μόλις του είχε πει ότι ήταν έτοιμος για νέα διαπραγμάτευση και ότι θα έκανε ό,τι χρειαζόταν για να κρατήσει την Ελλάδα στο ευρώ και ο πρόεδρος της Γαλλίας τον προειδοποίησε ότι με το ποσοστό που είχε πάρει το «Οχι», μόλις είχαν αποκτήσει κι άλλα επιχειρήματα όλοι εκείνοι που ήθελαν να σπρώξουν την Ελλάδα εκτός της Ευρωζώνης.
Αμέσως μετά, ο Ολάντ δέχθηκε τηλεφώνημα από τον Προκόπη Παυλόπουλο, ο οποίος είχε διαρρεύσει ότι σε περίπτωση ρήξης με την Ευρώπη, θα παραιτείτο για να προκαλέσει πολιτικές εξελίξεις. Μάλιστα, ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε φροντίσει να δηλώσει on camera - ενώπιον του Αλέξη Τσίπρα , όταν τον είχε επισκεφθεί στο Προεδρικό για να τον ενημερώσει σχετικά με το δημοψήφισμα - ότι θεωρούσε αδιανόητη την έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη. Ο Ολάντ ενημέρωσε τον Παυλόπουλο για την ροηγούμενη συζήτησή του με τον Αλέξη Τσίπρα, για το «ναι» του πρωθυπουργού σε μια νέα διαπραγμάτευση, που θα κόστιζε πολύ περισσότερο στους Ελληνες λόγω του κλεισίματος των τραπεζών και στο τέλος προχώρησε στο «παρασύνθημα»: χρειαζόταν αποδείξεις για να πείσει την Ανγκελα Μέρκελ - τα υπόλοιπα ελληνικά κόμματα έπρεπε να στηρίξουν τη γραμμή Τσίπρα και να συμφωνήσουν και στα πρώτα μέτρα.
Λίγο αργότερα, ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας επισκεπτόταν τον Προκόπη Παυλόπουλο στο Προεδρικό Μέγαρο - και η αποπομπή Βαρουφάκη, όπως και τα τηλεφωνήματα στους πολιτικούς αρχηγούς δεν άργησαν. Η συνάντηση κλείστηκε για την επόμενη μέρα - μάλιστα, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης είχε ήδη αντικαταστήσει τον Αντώνη Σαμαρά που είχε παραιτηθεί εκείνο το βράδυ μετά το χαμηλό ποσοστό του «ναι».
Σε εκείνο το συμβούλιο αρχηγών είχε ξεχωρίσει το ερώτημα του Σταύρου Θεοδωράκη προς τον Αλέξη Τσίπρα, που έγινε ο απόλυτος τίτλος σχετικά με το δημοψήφισμα: «Δηλαδή, το “Οχι” έγινε “Ναι”;». Ναι, το «Οχι» έγινε «Ναι» - και αυτός ήταν ο στόχος από την πρώτη στιγμή. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπήκε ποτέ στη συζήτηση για το plan b του Λαφαζάνη και του Βαρουφάκη, που μετά τα ευφάνταστα σενάρια για έφοδο στο Νομισματοκοπείο και την Τράπεζα της Ελλάδος ζητούσαν ρήξη με την Ευρωζώνη «για να μη γίνει “ναι” το “όχι” των Ελλήνων». Αλλωστε, ο Αλέξης Τσίπρας είχε φροντίσει να είναι το ερώτημα τέτοιο, ώστε να μην μπορεί κανείς -παρά μόνον ο ίδιος- να ερμηνεύσει την ψήφο των πολιτών.
Ακολούθησε «η διαπραγμάτευση των 17 ωρών» και το 3ο μνημόνιο, που έφτασε να υπερψηφιστεί το πρωί της παραμονής του Δεκαπενταύγουστου, μετά τις απίστευτες διαδικαστικές ακροβασίες τής τότε προέδρου της Βουλής Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία είχε ταχθεί από την πρώτη στιγμή υπέρ της ρήξης με τους δανειστές. Και αμέσως μετά και ενώ είχαν ήδη ξεκινήσει οι μαζικές αποχωρήσεις από τους «αριστερούς» του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε εκλογές - και τις κέρδισε.
Τότε, κάποιοι από τους πολιτικούς αρχηγούς είχαν μείνει με την εντύπωση ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα έμενε να συγκυβερνά με τα υπόλοιπα κόμματα και δεν θα πήγαινε σε πρόωρες εκλογές, για να μη διακινδυνεύσει την εύθραυστη ελληνική οικονομία. Διαψεύστηκαν μέσα σε λίγα 24ωρα…
Το δημοψήφισμα προκάλεσε την ανάγκη για ακόμα μεγαλύτερο δανεισμό της χώρας - και προφανώς ο λογαριασμός του είναι αρκετά δισεκατομμύρια. Ωστόσο, ο πολιτικός απολογισμός είναι κάτι διαφορετικό: ο Αλέξης Τσίπρας κατάφερε να ρίξει στον ελληνικό λαό τη δική του ευθύνη -δηλαδή τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές- και να δώσει παράλληλα την αίσθηση στην ελληνική κοινωνία ότι έφτασε τα πράγματα «στα άκρα» με την τρόικα, σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Παράλληλα, το 3ο μνημόνιο δεν ψηφίστηκε ούτε μονοκομματικά, όπως το πρώτο, ούτε μετά βασάνων, όπως το δεύτερο, αλλά σχεδόν από το σύνολο της Βουλής, ελαφραίνοντας το πολιτικό βάρος για τον ΣΥΡΙΖΑ. Και η έγκαιρη προσφυγή στις κάλπες -προτού πληρώσει τη φθορά της υλοποίησης μνημονιακών πολιτικών- του έδωσε άλλα 4 χρόνια στην εξουσία και μάλιστα χωρίς να αλλάξει κυβερνητικό εταίρο. Ο Πάνος Καμμένος, ο οποίος ήταν αναφανδόν υπέρ της ρήξης με τους δανειστές στη συνεδρίαση των πολιτικών αρχηγών στις 6 Ιουλίου, αγκαλιαζόταν με τον Αλέξη Τσίπρα ως δεύτερος νικητής των εκλογών στα Προπύλαια, το βράδυ της 20ής Σεπτεμβρίου...
Ειδήσεις σήμερα:
Φωτιά σε αγροτική έκταση στη Φωκίδα - Σηκώθηκαν τέσσερα αεροσκάφη
Στα δικαστήρια με τον Κούγια και χαμογελαστός ο Θέμης Αδαμαντίδης
Κλείδωσαν τα παιδιά τους για 20 λεπτά στο αυτοκίνητο, στις Σέρρες, για να φάνε σουβλάκια - Τα έβγαλαν ημιλιπόθυμα λόγω ζέστης οι αστυνομικοί
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα