Σταύρος Ψυχάρης: Το πικρό τέλος ενός μύθου που ξεκίνησε από το μηδέν
Σταύρος Ψυχάρης: Το πικρό τέλος ενός μύθου που ξεκίνησε από το μηδέν
Η γνωριμία του με τον Χρήστο Λαμπράκη και η άνοδός του στην κορυφή του ΔΟΛ - Η δικαίωση για τη στάση του την περίοδο της «χρηματιστηριακής τρέλας» στα μέσα ενημέρωσης και το «θαύμα» του «Βήματος της Κυριακής»
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
«Λοιπόν, άκου: Οταν έρθει η συζήτηση για τον “Οικονομικό Ταχυδρόμο”, θα πάρεις εσύ τον λόγο και θα πεις στον κ. Λαμπράκη ότι πάμε σε αναστολή της έκδοσης. Προς Θεού, δεν θα πεις για κλείσιμο, ούτε θα υπονοήσεις κλείσιμο. Αναστολή. Και αναλόγως των καταστάσεων, θα ξαναδούμε το θέμα της έκδοσής του. Ετσι θα του πεις»!
Ο Σταύρος Ψυχάρης ήξερε ότι για τον Χρήστο Λαμπράκη ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος» ήταν μέρος της κληρονομιάς του πατέρα του. Εχοντας αποφασίσει να τον κλείσει, ενορχήστρωνε την ενημέρωση του εκδότη ώστε το πράγμα να πέσει στα μαλακά - όπως και έγινε τον Ιούνιο του 2004. Ελεγε στους άλλους πώς να τον χειριστούν, εκείνος σώπαινε...
Δούλεψε σκληρά, με όσα μέσα διέθετε, για 26 χρόνια, προκειμένου να γίνει Λαμπράκης στη θέση του Λαμπράκη, αλλά δεν άντεξε ούτε 8 χρόνια στο τιμόνι του ΔΟΛ: από τον Δεκέμβριο του 2009, με τον θάνατο του εκδότη, έως τις 9 Απριλίου του 2017, όταν αποχώρησε ο ίδιος από το «Συγκρότημα». Είχε προηγηθεί ο διασυρμός του -κάτι που ήταν επιδίωξη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ- τον Αύγουστο του 2016, όταν κλήθηκε στην κοινοβουλευτική επιτροπή που εξέταζε τα τραπεζικά δάνεια στα μέσα ενημέρωσης. Το Πάρκινσον, που τον ταλαιπωρούσε από τις αρχές της χρυσής του δεκαετίας του 2000, τον είχε καταβάλει. Κατέρρευσε χωρίς να μπορέσει να αρθρώσει μία λέξη.
To πικρό τέλος ενός μύθου: το ρεπορτάζ του για τις τελευταίες ημέρες της χούντας είναι τόσο αναλυτικό που μπορεί να θεωρηθεί το βασικό κείμενο για εκείνη την περίοδο. Και το «Βήμα της Κυριακής», το δημοσιογραφικό παιδί του, αυτό που έφτιαχνε σιγά-σιγά από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 στο ατελιέ της εφημερίδας για να το απογειώσει μετά το ’90 σε ένα επίπεδο άγνωστο έως τότε για τον ελληνικό Τύπο. Υπάρχει ακόμα το αρχείο Ψυχάρη με τη συνέντευξη-ποταμό του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Οσοι έχουν δει τα χειρόγραφα, αναφέρουν ότι στο κάτω μέρος κάθε σελίδας υπάρχει η μονογραφή του Καραμανλή για την πιστοποίηση της αυθεντικότητας. Και προφανώς, είναι συνολική η ευθύνη να αναδειχθεί αυτό το ιστορικό ντοκουμέντο που φέρει την υπογραφή του Σταύρου Ψυχάρη.
Συμβολικά, με τον θάνατο του Σταύρου Ψυχάρη κλείνει ο κύκλος της Μεταπολίτευσης και στον εκδοτικό χώρο, αφού είχε προηγηθεί ο πολιτικός: όλοι εκείνοι που μετά το ’74 δημιούργησαν το σύστημα της εξουσίας και της ενημέρωσης, μεγαλούργησαν, απέτυχαν, διαπλέχθηκαν, εξαπάτησαν και αλληλοεξαπατήθηκαν με τα κόμματα εξουσίας και τους μεγάλους επιχειρηματίες της χώρας έχουν φύγει από το προσκήνιο.
Η πρώτη φορά
Ο Σταύρος Ψυχάρης δεν είχε κλείσει χρόνο το 1945 όταν ο Χρήστος Λαμπράκης, 11 ετών παιδί τότε, επέστρεφε με την οικογένειά του από τον Λίβανο, όπου ο πατέρας του Δημήτρης Λαμπράκης, εκδότης πριν από τον πόλεμο, είχε τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό επειδή είχε κατηγορηθεί για συνεργασία με τους Γερμανούς. Και αυτό παρά το γεγονός ότι με την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα είχε παραδώσει τις εφημερίδες του στους εργαζομένους δηλώνοντας ότι αποχωρεί από τη δημοσιογραφία.
Το πιθανότερο είναι ότι ο Λαμπράκης, παρότι αντικομμουνιστής, πλήρωσε τις προτάσεις του για συμμετοχή και των κομμουνιστών στη μεταπολεμική κυβέρνηση. Εχοντας ιδρύσει το «Ελεύθερο Βήμα» τον Φεβρουάριο του 1922, λίγους μήνες πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή με χρήματα του Ελευθερίου Βενιζέλου, κατάφερε να γίνει η βασική φωνή του βενιζελισμού - και ο ίδιος ένας ισχυρός εκδότης της εποχής, αφού το 1929 άνοιξε και δεύτερη εφημερίδα, τα «Αθηναϊκά Νέα». Ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, ο ΔΟΛ, γεννιόταν.
Οταν τον Απρίλιο του 1970 ο 25χρονος Ψυχάρης, που δημοσιογραφούσε από τα 19 του, συνάντησε για πρώτη φορά τον γιο του Λαμπράκη, τα πράγματα είχαν αλλάξει πολύ: ο Δημήτρης είχε πεθάνει το 1957 και ο Χρήστος, στα 36 του, ήταν ήδη ο πετυχημένος διάδοχός του.
Οπως διηγείτο ο ίδιος ο Ψυχάρης, συνέπεσε να είναι μάρτυρες υπεράσπισης στην ίδια δίκη: ενώπιον του στρατοδικείου -χούντα γαρ- δικάζονταν οι υπεύθυνοι της εφημερίδας «Εθνος» για τη δημοσίευση μιας δήλωσης του Ιωάννη Ζίγδη, κεντρώου πολιτικού της εποχής, υπέρ του σχηματισμού πολιτικής κυβέρνησης. Τότε ο Ψυχάρης δούλευε στο «Εθνος» ως πολιτικός συντάκτης . Δούλευε όμως και στον «Ταχυδρόμο» του Λαμπράκη, ο οποίος του άνοιξε την κουβέντα καθώς περίμεναν έξω από την αίθουσα για να έρθει η ώρα της κατάθεσής τους: μπορεί να μην πέτυχαν πολλά ως μάρτυρες -οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν και μπήκαν στη φυλακή-, αλλά εκείνη η γνωριμία τους σφράγισε τη μοίρα του ΔΟΛ.
Ο Σταύρος Ψυχάρης ήξερε ότι για τον Χρήστο Λαμπράκη ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος» ήταν μέρος της κληρονομιάς του πατέρα του. Εχοντας αποφασίσει να τον κλείσει, ενορχήστρωνε την ενημέρωση του εκδότη ώστε το πράγμα να πέσει στα μαλακά - όπως και έγινε τον Ιούνιο του 2004. Ελεγε στους άλλους πώς να τον χειριστούν, εκείνος σώπαινε...
Δούλεψε σκληρά, με όσα μέσα διέθετε, για 26 χρόνια, προκειμένου να γίνει Λαμπράκης στη θέση του Λαμπράκη, αλλά δεν άντεξε ούτε 8 χρόνια στο τιμόνι του ΔΟΛ: από τον Δεκέμβριο του 2009, με τον θάνατο του εκδότη, έως τις 9 Απριλίου του 2017, όταν αποχώρησε ο ίδιος από το «Συγκρότημα». Είχε προηγηθεί ο διασυρμός του -κάτι που ήταν επιδίωξη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ- τον Αύγουστο του 2016, όταν κλήθηκε στην κοινοβουλευτική επιτροπή που εξέταζε τα τραπεζικά δάνεια στα μέσα ενημέρωσης. Το Πάρκινσον, που τον ταλαιπωρούσε από τις αρχές της χρυσής του δεκαετίας του 2000, τον είχε καταβάλει. Κατέρρευσε χωρίς να μπορέσει να αρθρώσει μία λέξη.
To πικρό τέλος ενός μύθου: το ρεπορτάζ του για τις τελευταίες ημέρες της χούντας είναι τόσο αναλυτικό που μπορεί να θεωρηθεί το βασικό κείμενο για εκείνη την περίοδο. Και το «Βήμα της Κυριακής», το δημοσιογραφικό παιδί του, αυτό που έφτιαχνε σιγά-σιγά από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 στο ατελιέ της εφημερίδας για να το απογειώσει μετά το ’90 σε ένα επίπεδο άγνωστο έως τότε για τον ελληνικό Τύπο. Υπάρχει ακόμα το αρχείο Ψυχάρη με τη συνέντευξη-ποταμό του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Οσοι έχουν δει τα χειρόγραφα, αναφέρουν ότι στο κάτω μέρος κάθε σελίδας υπάρχει η μονογραφή του Καραμανλή για την πιστοποίηση της αυθεντικότητας. Και προφανώς, είναι συνολική η ευθύνη να αναδειχθεί αυτό το ιστορικό ντοκουμέντο που φέρει την υπογραφή του Σταύρου Ψυχάρη.
Συμβολικά, με τον θάνατο του Σταύρου Ψυχάρη κλείνει ο κύκλος της Μεταπολίτευσης και στον εκδοτικό χώρο, αφού είχε προηγηθεί ο πολιτικός: όλοι εκείνοι που μετά το ’74 δημιούργησαν το σύστημα της εξουσίας και της ενημέρωσης, μεγαλούργησαν, απέτυχαν, διαπλέχθηκαν, εξαπάτησαν και αλληλοεξαπατήθηκαν με τα κόμματα εξουσίας και τους μεγάλους επιχειρηματίες της χώρας έχουν φύγει από το προσκήνιο.
Η πρώτη φορά
Ο Σταύρος Ψυχάρης δεν είχε κλείσει χρόνο το 1945 όταν ο Χρήστος Λαμπράκης, 11 ετών παιδί τότε, επέστρεφε με την οικογένειά του από τον Λίβανο, όπου ο πατέρας του Δημήτρης Λαμπράκης, εκδότης πριν από τον πόλεμο, είχε τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό επειδή είχε κατηγορηθεί για συνεργασία με τους Γερμανούς. Και αυτό παρά το γεγονός ότι με την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα είχε παραδώσει τις εφημερίδες του στους εργαζομένους δηλώνοντας ότι αποχωρεί από τη δημοσιογραφία.
Το πιθανότερο είναι ότι ο Λαμπράκης, παρότι αντικομμουνιστής, πλήρωσε τις προτάσεις του για συμμετοχή και των κομμουνιστών στη μεταπολεμική κυβέρνηση. Εχοντας ιδρύσει το «Ελεύθερο Βήμα» τον Φεβρουάριο του 1922, λίγους μήνες πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή με χρήματα του Ελευθερίου Βενιζέλου, κατάφερε να γίνει η βασική φωνή του βενιζελισμού - και ο ίδιος ένας ισχυρός εκδότης της εποχής, αφού το 1929 άνοιξε και δεύτερη εφημερίδα, τα «Αθηναϊκά Νέα». Ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, ο ΔΟΛ, γεννιόταν.
Οταν τον Απρίλιο του 1970 ο 25χρονος Ψυχάρης, που δημοσιογραφούσε από τα 19 του, συνάντησε για πρώτη φορά τον γιο του Λαμπράκη, τα πράγματα είχαν αλλάξει πολύ: ο Δημήτρης είχε πεθάνει το 1957 και ο Χρήστος, στα 36 του, ήταν ήδη ο πετυχημένος διάδοχός του.
Οπως διηγείτο ο ίδιος ο Ψυχάρης, συνέπεσε να είναι μάρτυρες υπεράσπισης στην ίδια δίκη: ενώπιον του στρατοδικείου -χούντα γαρ- δικάζονταν οι υπεύθυνοι της εφημερίδας «Εθνος» για τη δημοσίευση μιας δήλωσης του Ιωάννη Ζίγδη, κεντρώου πολιτικού της εποχής, υπέρ του σχηματισμού πολιτικής κυβέρνησης. Τότε ο Ψυχάρης δούλευε στο «Εθνος» ως πολιτικός συντάκτης . Δούλευε όμως και στον «Ταχυδρόμο» του Λαμπράκη, ο οποίος του άνοιξε την κουβέντα καθώς περίμεναν έξω από την αίθουσα για να έρθει η ώρα της κατάθεσής τους: μπορεί να μην πέτυχαν πολλά ως μάρτυρες -οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν και μπήκαν στη φυλακή-, αλλά εκείνη η γνωριμία τους σφράγισε τη μοίρα του ΔΟΛ.
Οταν πέθανε ο Λαμπράκης, οι εφημερίδες του ΔΟΛ δημοσίευσαν πολυσέλιδα αφιερώματα στον εκδότη, ο οποίος είχε αφήσει το στίγμα του πέρα από τα μέσα ενημέρωσης και στον πολιτισμό, με τη συμβολή του στη δημιουργία του Μεγάρου Μουσικής, που ήταν το μεγάλο του πάθος.
Ο «απόμακρος» Λαμπράκης
Στο δικό του κείμενο ο Ψυχάρης αναφέρεται στο συγκεκριμένο περιστατικό, στο στρατοδικείο, για να καταλήξει ωστόσο να μιλά για τη σχέση του με τον αείμνηστο Λέοντα Καραπαναγιώτη, τον διευθυντή του «Βήματος» και στη συνέχεια των «Νέων», υποστηρίζοντας ότι με δικές του εισηγήσεις προς τον Λαμπράκη (με τον οποίο ήταν παιδικοί φίλοι) έγινε ο ίδιος αρχικά διευθυντής του «Βήματος», αργότερα γενικός διευθυντής του ΔΟΛ και στο τέλος ιδιοκτήτης.
Μάλιστα, σε εκείνο το κείμενο ο Ψυχάρης δεν διστάζει να χαρακτηρίσει «απόμακρο» τον Χρήστο Λαμπράκη. Εως το 2009, οπότε τους χώρισε ο θάνατος του εκδότη, οι δυο τους θα βρίσκονταν σε εκατοντάδες συσκέψεις, στην αρχή στη Χρήστου Λαδά και από το 2004 στη Μιχαλακοπούλου, με τον Λαμπράκη στην κεφαλή του τραπεζιού και τον Ψυχάρη πρώτη καρέκλα δίπλα του να μιλά σπανιότατα.
Οι παλιότεροι στον ΔΟΛ έχουν να λένε ότι ο Ψυχάρης δεν μιλούσε ποτέ στον ενικό στον Λαμπράκη - όπως και ότι ποτέ δεν του αντιμιλούσε. Μάλιστα, τον είχαν δει να σηκώνεται σε στάση προσοχής όταν ο εκδότης έμπαινε απροειδοποίητα στο γραφείο του και να απαντά «μάλιστα» σε όλες τις ερωτήσεις του, σαν λοχίας μπροστά σε στρατηγό. Εκτός από την εποχή του Χρηματιστηρίου, όταν ο «λοχίας» παραλίγο και θα έμενε εκτός ΔΟΛ...
Χρηματιστηριακή τρέλα
Το 1998 ο ΔΟΛ μπήκε -με εξωπραγματικά ταχείες διαδικασίες- στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Λίγους μήνες αργότερα, η αποτίμηση της εταιρείας εκδόσεων που στις αρχές της δεκαετίας του ’90 απασχολούσε τρεις ανθρώπους στο λογιστήριό της είχε ξεπεράσει και εκείνη της... Εθνικής Τράπεζας. Εν ολίγοις, η μετοχή του ΔΟΛ ήταν μία «φούσκα» - που κάποια στιγμή θα έσκαγε.
Στο «Συγκρότημα», ωστόσο, οι οικονομικοί διευθυντές πίστευαν -και είχαν πείσει και τον Λαμπράκη ως προς αυτό- ότι είχαν βρει τη μαγική συνταγή για την επέκταση της επιχείρησης: θα προωθούσαν θυγατρικές εταιρείες στο Χρηματιστήριο. Τον Ιούνιο του 2000 τα «Νέα» είχαν αναγγείλει ότι ο ΔΟΛ θα εισήγαγε 11 εταιρείες στο Χρηματιστήριο - και μάλιστα, μία από όλες, την DOL Digital, σε εκείνο της Φρανκφούρτης!
Ο Ψυχάρης διαφωνούσε - και είχε τους λόγους του: ο βασικότερος -καθώς είχε πολύ υψηλό βαθμό εγωισμού- ήταν ο παραγκωνισμός του. Ο πανίσχυρος διευθυντής του «Βήματος» δεν είχε πια την αποκλειστική πρόσβαση στον εκδότη, αφού προηγούνταν οι οικονομικοί διευθυντές, οι οποίοι είχαν κάνει τον Λαμπράκη να πιστέψει ότι ήταν απολύτως λογικό να στήσουν μια εταιρεία ηλεκτρονικών υπηρεσιών που θα χρέωνε τις εργασίες που έκανε για το «Βήμα», τα «Νέα» και τα περιοδικά του ΔΟΛ σε αστρονομικές τιμές, προκειμένου να εμφανίσει έσοδα και κέρδη που θα της έδιναν το ελευθέρας για τη χρηματιστηριακή αγορά.
Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι ο Ψυχάρης θεωρούσε ότι όλη εκείνη η χρηματιστηριακή τρέλα θα οδηγούσε σε κατάρρευση του «Συγκροτήματος» - και δικαιώθηκε: η εισαγωγή της DOL Digital στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης απορρίφθηκε μετ’ επαίνων από τις αρμόδιες αρχές και μία-μία οι εταιρείες-σαπάκια που θα έκαναν τον ΔΟΛ συγκρίσιμο με το ελληνικό ΑΕΠ άρχισαν να καταρρέουν.
Στη διάρκεια των μηνών που κράτησε εκείνη η απίθανη ιστορία, ο Ψυχάρης έλεγε δεξιά κι αριστερά ότι ήταν έτοιμος να αποχωρήσει από τον ΔΟΛ - και να στήσει απέναντι από το κτίριό του, στη Χρήστου Λαδά 2, μια νέα εφημερίδα, παίρνοντας μάλιστα πολλούς από τους εργαζομένους του «Συγκροτήματος» που θα προτιμούσαν να ακολουθήσουν τον διευθυντή τους παρά να παραμείνουν σε ένα «μαγαζί» που κλυδωνιζόταν.
Δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτε απ’ αυτά. Οι οικονομικοί διευθυντές ήταν τελικά αυτοί που είδαν την έξοδο και εκείνος έγινε γενικός διευθυντής του Οργανισμού. H κατάσταση είχε επανέλθει στα γνωστά: ο Ψυχάρης είχε και πάλι την πρώτη και την τελευταία λέξη για τις επαφές του εκδότη με τα στελέχη του ΔΟΛ, αλλά ο λογαριασμός της χρηματιστηριακής περιπέτειας ήταν πλέον δυσβάσταχτος. Μόνη λύση, ο νέος δανεισμός.
Στον αστερισμό του χρέους
Ο ΔΟΛ είχε μια μακρά δανειακή ιστορία, παρά το γεγονός ότι για δεκαετίες οι κυκλοφορίες ήταν πολύ μεγάλες, ενώ υπήρχε και το θησαυροφυλάκιο των μικρών αγγελιών. Μάλιστα, μεταξύ σοβαρού και αστείου κυκλοφορούσε ότι το μόνο που ενδιέφερε το «Συγκρότημα» στις αλλαγές των κυβερνήσεων ήταν να είναι φιλικός ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας. Η έννοια του οικονομικού ελέγχου ήταν κάτι άγνωστο στο «μαγαζί» - και οι υποψίες ότι κάποιοι έκλεβαν όπως και απ’ όπου μπορούσαν, πολλές. Αν τύχαινε κάποιος με πρόσβαση στον Ψυχάρη ή στον Λαμπράκη να αντιληφθεί κάτι, πήγαινε τις αποδείξεις σε αυτούς.
Το μόνο μέτρο που έπαιρναν κατά του κλέφτη ήταν η απόλυση - έτσι εξηγούνται κάποιες ξαφνικές αποχωρήσεις μεγαλόσχημων μετά το 2000. Ωστόσο, ήταν τέτοια η επιρροή του ΔΟΛ που όλα ξεπερνιόνταν με άλλο ένα δάνειο. Μετά την είσοδο στο Χρηματιστήριο, ο ΔΟΛ μπορούσε να δανειστεί με ενέχυρο μετοχές του, όπως ίσχυε για όλες τις εισηγμένες εταιρείες. Ωστόσο, αυτό άλλαξε την περίοδο των μνημονίων, οι τράπεζες ζητούσαν πλέον και εμπράγματες εγγυήσεις, οι μετοχές δεν αρκούσαν πια. Ο Ψυχάρης δεν δίστασε και ήταν κατά πάσα πιθανότητα ο μοναδικός που έχασε σπίτια στην προσπάθειά του να στηρίξει το «μαγαζί».
Από το 2018 έως το 2020 εκπλειστηριάστηκαν το σπίτι-παλάτι των 800 τ.μ. στη συμβολή Λυκαβηττού και Αναγνωστοπούλου, στο Κολωνάκι, όπου ο Ψυχάρης συνήθιζε να κάνει τα προεκλογικά «πάρτυ» την παραμονή των εκλογών με καλεσμένους πολιτικούς από τα μεγάλα κόμματα και δημοσιογράφους, η βίλα των 600 τ.μ. σε οικόπεδο 26 στρεμμάτων στο Πόρτο Χέλι, το «Besten», ένα υπερπολυτελές σκάφος Ferretti 27 μέτρων. Σπίτια και βίλες έχασαν επίσης τόσο η γυναίκα του όσο και ο γιος του Παναγιώτης λόγω της εμπλοκής του στον ΔΟΛ.
Το μοιραίο δάνειο
Στο μυαλό του Λαμπράκη είχε αρχίσει να ωριμάζει η ιδέα να τον χρίσει διάδοχό του στον ΔΟΛ μετά τη χρηματιστηριακή καταστροφή που οδήγησε στην αύξηση του δανεισμού της επιχείρησης. Ο εκδότης δεν είχε δική του οικογένεια και η «λύση Ψυχάρη» διασφάλιζε ότι θα είχε τον έλεγχο του Οργανισμού όσο ζούσε.
Η μέθοδος που από κοινού επέλεξαν για να γίνει αυτό -ένας δημοσιογράφος που ξεκίνησε φτωχός να γίνεται εν αναμονή ιδιοκτήτης του μεγαλύτερου εκδοτικού οργανισμού της χώρας- δεν ήταν και τόσο πρωτότυπη για το 2005, πέντε ολόκληρα χρόνια πριν από τα μνημόνια, όταν οι τράπεζες είχαν άφθονα κεφάλαια και κυνηγούσαν πελάτες: με εγγύηση τις μετοχές του Λαμπράκη, μια εταιρεία συμφερόντων Ψυχάρη πήρε δάνειο 50 εκατ. ευρώ και πλήρωσε τον εκδότη. Στη συνέχεια, ο ΔΟΛ αγόρασε την εταιρεία - επομένως αγόρασε και το δάνειό της. Ακούγεται απλό, αλλά ήταν μια σημαντική δανειακή επιβάρυνση για τον ΔΟΛ, που για να ξεπεραστεί έπρεπε να ακολουθήσουν αρκετές κερδοφόρες χρονιές για την επιχείρηση, κάτι που δεν συνέβη. Από το 2004 οι εφημερίδες και τα περιοδικά του ΔΟΛ είχαν μετακομίσει από την «πατρική» Χρήστου Λαδά 3 στο κτίριο της Μιχαλακοπούλου 80, που είχε σαφώς μεγαλύτερα λειτουργικά έξοδα. Αλλά είμαστε στο 2005, η κρίση ακόμα αργεί...
Από την ΕΔΑ στον Αβέρωφ
Ο Ψυχάρης ξεκίνησε τη δημοσιογραφία το 1964 από τη «Δημοκρατική Αλλαγή». Ηταν μια απογευματινή εφημερίδα της ΕΔΑ, της νόμιμης έκφρασης της Αριστεράς εκείνη την εποχή, αφού το ΚΚΕ ήταν παράνομο. Ο αείμνηστος Κώστας Λουλές, ο πρώτος ευρωβουλευτής του ΚΚΕ, με 40 χρόνια από τα 82 που έζησε σε φυλακές, εξορίες και προσφυγιά, ήταν θείος του. Ωστόσο, η σχέση του με την Αριστερά έκλεισε νωρίς. Ηταν καραμανλικός και στη συνέχεια αβερωφικός, εξ ου και η στενή φιλική σχέση του με τον Αντώνη Σαμαρά, ενώ τα τελευταία χρόνια δήλωνε «πράσινος», είχε μάλιστα πάει να ψηφίσει στις εσωκομματικές εκλογές του 2017, όταν είχε εκλεγεί η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά. Ωστόσο, το 1981, δύο χρόνια προτού γίνει διευθυντής στο «Βήμα», είχε βρεθεί να είναι άτυπος σύμβουλος του Μένιου Κουτσόγιωργα, του πανίσχυρου υπουργού Προεδρίας στην κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου.
Ο Παπανδρέου είχε προηγούμενα με τον Λαμπράκη από την ταραγμένη εποχή του 1965 - και η αλήθεια είναι ότι προσπάθησε με επιμονή να αλλάξει το τοπίο στον Τύπο την πρώτη οκταετία της διακυβέρνησής του. Το «Συγκρότημα» βρέθηκε υποχρεωμένο να στηρίζει με τα πρωτοσέλιδά του μια κυβέρνηση που ήθελε να βάλει κάποιους άλλους να παίξουν τον ρόλο του Λαμπράκη!
Η πρώτη προσπάθεια έγινε με τον Θανάση Πώποτα, έναν επιτυχημένο εκδότη στη Μαγνησία, όπου εξέδιδε τον «Ταχυδρόμο του Βόλου». Το φθινόπωρο του 1983 -κατά σύμπτωση, ενώ ο Ψυχάρης αναλάμβανε τη διεύθυνση του «Βήματος»- ο Πώποτας εξέδωσε την «Ελεύθερη Γνώμη» και λίγο αργότερα τις «Ειδήσεις». Τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά από πλευράς κυκλοφορίας. Μάλιστα, ο Πώποτας κόντεψε να καταστραφεί: κατηγορήθηκε για κατάχρηση και έμεινε ένα μικρό διάστημα στη φυλακή.
Η δεύτερη απόπειρα ήταν το περιβόητο «σκάνδαλο Κοσκωτά», για το οποίο ο Παπανδρέου αντιμετώπισε -χωρίς απώλειες- το Ειδικό Δικαστήριο. Εχοντας πίσω του την Τράπεζα Κρήτης, ο Κοσκωτάς μπήκε στον χώρο των ΜΜΕ με ηχηρές δημοσιογραφικές μεταγραφές. Αγόρασε την «Καθημερινή» από την Ελένη Βλάχου, ενώ εξέδωσε και τις «24 Ωρες», για να αποδειχθεί στο τέλος ότι είχε καταχραστεί πάνω από 30 δισ. δραχμές από την Τράπεζα Κρήτης για να κάνει όσα έκανε.
Οι περισσότερες από τις εφημερίδες που στήριζαν έως τότε την κυβέρνηση Παπανδρέου άλλαξαν τη γραμμή τους - και όλες αντιμετώπισαν πρόβλημα κυκλοφορίας, καθώς η στήριξη των ψηφοφόρων στον Παπανδρέου δεν είχε σταματήσει, παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε και την ατμόσφαιρα διαφθοράς που κυριαρχούσε. Μόνο τα «Νέα» -και σε μικρότερο βαθμό το «Βήμα»- φρόντισαν να μη χτυπούν προσωπικά τον πρωθυπουργό, όπως και την κυβέρνηση στο σύνολό της, προκειμένου να μην αποκοπούν από το αναγνωστικό τους κοινό. Ο Ψυχάρης τότε είχε ταχθεί υπέρ της σκληρής γραμμής απέναντι στον Παπανδρέου - προφανώς για να ξεχαστεί η σχέση του με τον Κουτσόγιωργα, ο οποίος, όπως αποδείχθηκε, ήταν η «κολόνα» του Κοσκωτά στην κυβέρνηση. Ο Λαμπράκης, ωστόσο, επέλεξε τη θέση του Λέοντα Καραπαναγιώτη και του Πέτρου Ευθυμίου, ο οποίος ήδη από το 1986 ήταν στον ΔΟΛ, ότι αν «έσπαγε» η σχέση του «Συγκροτήματος» με τον Παπανδρέου το πρόβλημα θα το είχε το «μαγαζί». Εκ του αποτελέσματος, ήταν σωστή - τόσο το «Εθνος» όσο και η «Ελευθεροτυπία» αντιμετώπισαν σοβαρά κυκλοφοριακά προβλήματα στη συνέχεια.
«Κλωνισμός της πολιτικής»
Τον Μάρτιο του 1997 στο συνέδριο της Ν.Δ. ο Σταύρος Ψυχάρης προχώρησε σε μια παρέμβαση ασυνήθιστη για το ύφος που παραδοσιακά είχε το «Βήμα της Κυριακής»: ενώ οι σύνεδροι ψήφιζαν μεταξύ Κώστα Καραμανλή και Γιώργου Σουφλιά, το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας μιλούσε για «Κλωνισμό της πολιτικής», με μια φωτογραφία του Κώστα Καραμανλή δίπλα σε εκείνη της Ντόλι, του πρώτου κλωνοποιημένου πρόβατου.
Επρόκειτο για μια προσπάθεια απαξίωσης του νεότερου Καραμανλή, η οποία έπεσε στο κενό: στον β’ γύρο ο μετέπειτα πρωθυπουργός έλαβε 987 παραπάνω ψήφους, ενώ ο Σουφλιάς μόλις 10 σε σχέση με τον α’ γύρο.
Αργότερα, ο Ψυχάρης είχε μιλήσει για τη συμπάθεια που είχε για τον αείμνηστο Μιλτιάδη Εβερτ, τον οποίο μάλιστα είχε σπεύσει να αναγγείλει από τηλεοράσεως ως «διάδοχο του Ανδρέα Παπανδρέου στην πρωθυπουργία». Ωστόσο, ο Εβερτ είχε χάσει την ευκαιρία του από τον Κώστα Σημίτη στις εκλογές του ’96.
«Παραιτηθείτε, κύριε Πρόεδρε!»
Δέκα χρόνια αργότερα, το 2007, ο Γιώργος Παπανδρέου έχανε για δεύτερη φορά τις εκλογές από τον Κώστα Καραμανλή και ο Ευάγγελος Βενιζέλος έσπευδε στο Ζάππειο για να θέσει θέμα ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ. Πράγματι, τις πρώτες ώρες το κλίμα ήταν υπέρ του Βενιζέλου και τα περισσότερα στελέχη σκέφτονταν να τον στηρίξουν στην εκλογική διαδικασία που θα ακολουθούσε - και θα ήταν ανοιχτή εκλογή, σύμφωνα με το σύστημα που καθιερώθηκε στο κόμμα από το 2004, με μοναδικό υποψήφιο τον Γιώργο Παπανδρέου Την επομένη, το «Βήμα» είχε το εξής «χτύπημα» στην πρώτη του σελίδα: «Παραιτηθείτε, κύριε Πρόεδρε!» - ένα «χτύπημα» που έδωσε την ευκαιρία στον Παπανδρέου να μιλήσει για «οργανωμένα συμφέροντα που τον χτυπάνε». Η ατμόσφαιρα άρχισε σιγά-σιγά να μεταστρέφεται και στις εσωκομματικές κάλπες, στις οποίες συμμετείχαν πάνω από 750.000 άνθρωποι, ο Παπανδρέου κέρδισε καθαρά απέναντι σε Βενιζέλο και Κώστα Σκανδαλίδη.
Το «Παραιτηθείτε, κύριε Πρόεδρε!» ήταν κοινή απόφαση του Χρήστου Λαμπράκη και του Σταύρου Ψυχάρη. Μόνο τα «Νέα» πέτυχαν, διά του διευθυντή τους Παντελή Καψή, να παραμείνουν ουδέτερα σε εκείνη την εσωκομματική σύγκρουση.
Ο Ψυχάρης, πάντως, περίμενε τέσσερα χρόνια και κάποιους μήνες για να απαντήσει στις κατηγορίες του Παπανδρέου. Το έκανε στις 4 Ιανουαρίου του 2012, όταν η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε καταρρεύσει εν μέσω των μνημονίων μετά την ιδέα του δημοψηφίσματος.
Το κύριο άρθρο του «Βήματος» έγραφε μεταξύ άλλων: «Τότε ο κ. Παπανδρέου κατασκεύασε έναν εσωτερικό εχθρό και έχτισε μια θεωρία συνωμοσίας προκειμένου να κερδίσει τους αντιπάλους του. Τώρα πάλι τα ίδια κάνει. Δεν αναγνωρίζει τα λάθη του, δεν αποδέχεται τα όσα ζημιογόνα επέλεξε για τη χώρα και αποδίδει σε μας δήθεν υπονόμευση, όταν είναι σε όλους γνωστό ότι ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη στήριξε, επί ζημία του, την κυβέρνησή του και προσωπικά τον ίδιο, με μόνο γνώμονα τις παραδόσεις και τους ιστορικούς δεσμούς των εφημερίδων του Οργανισμού με τη δημοκρατική παράταξη».
Τότε ο Γιώργος Παπανδρέου είχε κατηγορήσει τον Σταύρο Ψυχάρη ότι άρχισε να επιτίθεται στην κυβέρνησή του όταν δεν έλαβε ένα νέο δάνειο από την Εθνική Τράπεζα. «Ανεπίσημα, η τράπεζα μας είπε ότι δεν ενέκρινε το δάνειο το Μαξίμου», είχε απαντήσει ο εκδότης δημοσιοποιώντας ότι είχε συναντήσει τον Παπανδρέου στο Μαξίμου κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του καλώντας τον να αποκαλύψει «τι του είχε ζητήσει». Αλλωστε, το μότο του Ψυχάρη ήταν «δεν υποβάλλω αιτήματα, δέχομαι αιτήματα».
Η «γάτα Ιμαλαΐων»
Τον Μάιο του 2014 έγιναν οι ευρωεκλογές που έδειξαν ότι το πολιτικό σκηνικό της χώρας είχε αλλάξει βαθιά λόγω των μνημονίων. Σχεδόν ένας στους δέκα που προσήλθε στην κάλπη επέλεξε τη Χρυσή Αυγή, που ήταν πια το τρίτο κόμμα, μπροστά από την Ελιά του Ευάγγελου Βενιζέλου. Αλλά η είδηση που είχε βάλει σε μαύρες σκέψεις τον Σταύρο Ψυχάρη ήταν η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ. Για πρώτη φορά κόμμα της Αριστεράς έπαιρνε την πρώτη θέση σε κάλπη, κάτι που έφερνε τον Αλέξη Τσίπρα πολύ κοντά στην πρωθυπουργία. Στη σύσκεψη που ακολούθησε στη Μιχαλακοπούλου, ο Ψυχάρης απέρριψε αμέσως κάποιες νύξεις στελεχών ότι εντέλει η διαφορά ΣΥΡΙΖΑ - Ν.Δ. δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. «Ποιος νίκησε στις εκλογές; Μη μου πείτε ότι νίκησε η Ν.Δ.», είπε με τον σαρκασμό που εξακολουθούσε να διατηρεί στο ακέραιο, παρά τα προβλήματα στην εκφορά του λόγου λόγω της ασθένειάς του.
Το είχε αποφασίσει, θα προσπαθούσε να βρει κάποια συνεννόηση με τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς είχε τη βεβαιότητα ότι το πράγμα δεν θα σταματούσε εκεί. Οτι είχε έρθει η ώρα της Αριστεράς. Ξεκίνησε μέσω αντιπροσώπων παρασκηνιακές επαφές ελπίζοντας ότι κάποια νεύματα προς την Κουμουνδούρου θα μπορούσαν να οδηγήσουν μετεκλογικά σε λύσεις για το πρόβλημα του δανεισμού του ΔΟΛ, που είχε αρχίσει να γίνεται αφόρητο.
Εκανε λάθος υπολογισμούς: η πολιτική κατάσταση είχε αλλάξει για τα καλά και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ γνώριζαν ότι δεν είχαν να κερδίσουν τίποτα με τη στήριξη του ΔΟΛ, που είχε στραφεί εναντίον των αναγνωστών του (δημόσιοι υπάλληλοι, ελεύθεροι επαγγελματίες) στην προσπάθεια στήριξης των μνημονίων. Αντίθετα, ο ΔΟΛ, όπως και ο Σταύρος Ψυχάρης προσωπικά, ήταν τα «ιδανικά θύματα». Η πτώση τους θα ήταν ένα μήνυμα ότι «η Αριστερά εννοεί αυτά που λέει» περί εκδοτικών συμφερόντων.
Οπως αποδείχθηκε με το δημοσίευμα περί «γάτας των Ιμαλαΐων» στα τέλη Φεβρουαρίου του 2016, ο Ψυχάρης είχε συναντήσει προεκλογικά τον Αλέξη Τσίπρα στο σπίτι μιας συνεργάτιδας του τελευταίου - και μάλιστα ο υποψήφιος πρωθυπουργός τού είχε φτιάξει και έναν εσπρέσο, όπως αυτούς που απολάμβανε, μαζί με άφθονο κουτσομπολιό, στο αγαπημένο του «Da Capo». Η δημοσιοποίηση από την πλευρά του Ψυχάρη ήταν μια απελπισμένη προσπάθεια να αλλάξει προειλημμένες αποφάσεις.
Το θαύμα του «Βήματος»
Η συνάντηση με την παρουσία της «γάτας Ιμαλαΐων» ήταν η τέταρτη -και τελευταία- συνάντηση του Ψυχάρη με τον Αλέξη Τσίπρα. Είχαν προηγηθεί άλλες τρεις στο σπίτι του αείμνηστου Βασίλη Μουλόπουλου, ο οποίος ήταν βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ από το 2009 έως το 2012.
Σπουδαγμένος στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, ο Μουλόπουλος δούλεψε από το 1985 ως αρχισυντάκτης και διευθυντής Σύνταξης δίπλα στον Σταύρο Ψυχάρη. Τα πολύ καλά ιταλικά του βοήθησαν το «Βήμα της Κυριακής». Αυτός ήταν που πήγε τη «Repubblica» στο ατελιέ της εφημερίδας, που χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό για την αναμόρφωσή της από τον Ψυχάρη, ο οποίος, κατά τα άλλα, πήρε πάνω του όλο τον σχεδιασμό, μέχρι τελευταίας γραμμής.
Ο Ψυχάρης δεν ήταν ένας διανοούμενος της αστικής τάξης, όπως ο Λαμπράκης και ο Καραπαναγιώτης. Ωστόσο, είχε μια αγάπη προς την αρχιτεκτονική και την τυπογραφία κι έτσι, χωρίς να έχει κάποια ειδική εκπαίδευση, μπόρεσε να φτάσει τον σχεδιασμό της εφημερίδας σε ένα επίπεδο που δεν είχε πλησιάσει έως τότε άλλο ελληνικό έντυπο. Με τη συμβολή του Χρήστου Λαμπράκη, που είχε την ιδέα για τις «Νέες Εποχές», διάφορα ένθετα προστέθηκαν στην εφημερίδα και καθώς η ώρα του Ιντερνετ δεν είχε φτάσει ακόμα, το «Βήμα της Κυριακής» έκανε τη διαφορά και στις κυκλοφορίες από τις αρχές της δεκαετίας του ’90.
Κατά έναν παράξενο τρόπο, ο Μουλόπουλος ήταν παρών και στις τελευταίες ημέρες του Σταύρου Ψυχάρη στη θέση του εκδότη: τον Ιανουάριο του 2017, λίγο πριν από την οριστική αποχώρησή του, ο Ψυχάρης ανακοίνωνε ότι είχε παρακαλέσει τον παλιό του διευθυντή Σύνταξης να συμβάλει στην επίλυση των οικονομικών και διαρθρωτικών προβλημάτων του Οργανισμού, κάτι που διαβάστηκε ως εκχώρηση του ΔΟΛ στον ΣΥΡΙΖΑ και προκάλεσε σοβαρές εσωτερικές αντιδράσεις, χωρίς να γίνει τελικά το παραμικρό.
Τι μένει απ’ όλα αυτά; Μια φράση του ίδιου του Ψυχάρη ένα βράδυ που είχε κέφια στο τεράστιο γραφείο του στη Μιχαλακοπούλου: «Γιατί βγάζουμε εφημερίδες;», αναρωτήθηκε ρητορικά, για να δώσει αμέσως την απάντηση: «Για να κάνουμε παιχνίδι». Ε, κάποτε τα παιχνίδια τελειώνουν...
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: EUROKINISSI, NDP
Ο «απόμακρος» Λαμπράκης
Στο δικό του κείμενο ο Ψυχάρης αναφέρεται στο συγκεκριμένο περιστατικό, στο στρατοδικείο, για να καταλήξει ωστόσο να μιλά για τη σχέση του με τον αείμνηστο Λέοντα Καραπαναγιώτη, τον διευθυντή του «Βήματος» και στη συνέχεια των «Νέων», υποστηρίζοντας ότι με δικές του εισηγήσεις προς τον Λαμπράκη (με τον οποίο ήταν παιδικοί φίλοι) έγινε ο ίδιος αρχικά διευθυντής του «Βήματος», αργότερα γενικός διευθυντής του ΔΟΛ και στο τέλος ιδιοκτήτης.
Μάλιστα, σε εκείνο το κείμενο ο Ψυχάρης δεν διστάζει να χαρακτηρίσει «απόμακρο» τον Χρήστο Λαμπράκη. Εως το 2009, οπότε τους χώρισε ο θάνατος του εκδότη, οι δυο τους θα βρίσκονταν σε εκατοντάδες συσκέψεις, στην αρχή στη Χρήστου Λαδά και από το 2004 στη Μιχαλακοπούλου, με τον Λαμπράκη στην κεφαλή του τραπεζιού και τον Ψυχάρη πρώτη καρέκλα δίπλα του να μιλά σπανιότατα.
Οι παλιότεροι στον ΔΟΛ έχουν να λένε ότι ο Ψυχάρης δεν μιλούσε ποτέ στον ενικό στον Λαμπράκη - όπως και ότι ποτέ δεν του αντιμιλούσε. Μάλιστα, τον είχαν δει να σηκώνεται σε στάση προσοχής όταν ο εκδότης έμπαινε απροειδοποίητα στο γραφείο του και να απαντά «μάλιστα» σε όλες τις ερωτήσεις του, σαν λοχίας μπροστά σε στρατηγό. Εκτός από την εποχή του Χρηματιστηρίου, όταν ο «λοχίας» παραλίγο και θα έμενε εκτός ΔΟΛ...
Χρηματιστηριακή τρέλα
Το 1998 ο ΔΟΛ μπήκε -με εξωπραγματικά ταχείες διαδικασίες- στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Λίγους μήνες αργότερα, η αποτίμηση της εταιρείας εκδόσεων που στις αρχές της δεκαετίας του ’90 απασχολούσε τρεις ανθρώπους στο λογιστήριό της είχε ξεπεράσει και εκείνη της... Εθνικής Τράπεζας. Εν ολίγοις, η μετοχή του ΔΟΛ ήταν μία «φούσκα» - που κάποια στιγμή θα έσκαγε.
Στο «Συγκρότημα», ωστόσο, οι οικονομικοί διευθυντές πίστευαν -και είχαν πείσει και τον Λαμπράκη ως προς αυτό- ότι είχαν βρει τη μαγική συνταγή για την επέκταση της επιχείρησης: θα προωθούσαν θυγατρικές εταιρείες στο Χρηματιστήριο. Τον Ιούνιο του 2000 τα «Νέα» είχαν αναγγείλει ότι ο ΔΟΛ θα εισήγαγε 11 εταιρείες στο Χρηματιστήριο - και μάλιστα, μία από όλες, την DOL Digital, σε εκείνο της Φρανκφούρτης!
Ο Ψυχάρης διαφωνούσε - και είχε τους λόγους του: ο βασικότερος -καθώς είχε πολύ υψηλό βαθμό εγωισμού- ήταν ο παραγκωνισμός του. Ο πανίσχυρος διευθυντής του «Βήματος» δεν είχε πια την αποκλειστική πρόσβαση στον εκδότη, αφού προηγούνταν οι οικονομικοί διευθυντές, οι οποίοι είχαν κάνει τον Λαμπράκη να πιστέψει ότι ήταν απολύτως λογικό να στήσουν μια εταιρεία ηλεκτρονικών υπηρεσιών που θα χρέωνε τις εργασίες που έκανε για το «Βήμα», τα «Νέα» και τα περιοδικά του ΔΟΛ σε αστρονομικές τιμές, προκειμένου να εμφανίσει έσοδα και κέρδη που θα της έδιναν το ελευθέρας για τη χρηματιστηριακή αγορά.
Ο δεύτερος λόγος ήταν ότι ο Ψυχάρης θεωρούσε ότι όλη εκείνη η χρηματιστηριακή τρέλα θα οδηγούσε σε κατάρρευση του «Συγκροτήματος» - και δικαιώθηκε: η εισαγωγή της DOL Digital στο Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης απορρίφθηκε μετ’ επαίνων από τις αρμόδιες αρχές και μία-μία οι εταιρείες-σαπάκια που θα έκαναν τον ΔΟΛ συγκρίσιμο με το ελληνικό ΑΕΠ άρχισαν να καταρρέουν.
Στη διάρκεια των μηνών που κράτησε εκείνη η απίθανη ιστορία, ο Ψυχάρης έλεγε δεξιά κι αριστερά ότι ήταν έτοιμος να αποχωρήσει από τον ΔΟΛ - και να στήσει απέναντι από το κτίριό του, στη Χρήστου Λαδά 2, μια νέα εφημερίδα, παίρνοντας μάλιστα πολλούς από τους εργαζομένους του «Συγκροτήματος» που θα προτιμούσαν να ακολουθήσουν τον διευθυντή τους παρά να παραμείνουν σε ένα «μαγαζί» που κλυδωνιζόταν.
Δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτε απ’ αυτά. Οι οικονομικοί διευθυντές ήταν τελικά αυτοί που είδαν την έξοδο και εκείνος έγινε γενικός διευθυντής του Οργανισμού. H κατάσταση είχε επανέλθει στα γνωστά: ο Ψυχάρης είχε και πάλι την πρώτη και την τελευταία λέξη για τις επαφές του εκδότη με τα στελέχη του ΔΟΛ, αλλά ο λογαριασμός της χρηματιστηριακής περιπέτειας ήταν πλέον δυσβάσταχτος. Μόνη λύση, ο νέος δανεισμός.
Στον αστερισμό του χρέους
Ο ΔΟΛ είχε μια μακρά δανειακή ιστορία, παρά το γεγονός ότι για δεκαετίες οι κυκλοφορίες ήταν πολύ μεγάλες, ενώ υπήρχε και το θησαυροφυλάκιο των μικρών αγγελιών. Μάλιστα, μεταξύ σοβαρού και αστείου κυκλοφορούσε ότι το μόνο που ενδιέφερε το «Συγκρότημα» στις αλλαγές των κυβερνήσεων ήταν να είναι φιλικός ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας. Η έννοια του οικονομικού ελέγχου ήταν κάτι άγνωστο στο «μαγαζί» - και οι υποψίες ότι κάποιοι έκλεβαν όπως και απ’ όπου μπορούσαν, πολλές. Αν τύχαινε κάποιος με πρόσβαση στον Ψυχάρη ή στον Λαμπράκη να αντιληφθεί κάτι, πήγαινε τις αποδείξεις σε αυτούς.
Το μόνο μέτρο που έπαιρναν κατά του κλέφτη ήταν η απόλυση - έτσι εξηγούνται κάποιες ξαφνικές αποχωρήσεις μεγαλόσχημων μετά το 2000. Ωστόσο, ήταν τέτοια η επιρροή του ΔΟΛ που όλα ξεπερνιόνταν με άλλο ένα δάνειο. Μετά την είσοδο στο Χρηματιστήριο, ο ΔΟΛ μπορούσε να δανειστεί με ενέχυρο μετοχές του, όπως ίσχυε για όλες τις εισηγμένες εταιρείες. Ωστόσο, αυτό άλλαξε την περίοδο των μνημονίων, οι τράπεζες ζητούσαν πλέον και εμπράγματες εγγυήσεις, οι μετοχές δεν αρκούσαν πια. Ο Ψυχάρης δεν δίστασε και ήταν κατά πάσα πιθανότητα ο μοναδικός που έχασε σπίτια στην προσπάθειά του να στηρίξει το «μαγαζί».
Από το 2018 έως το 2020 εκπλειστηριάστηκαν το σπίτι-παλάτι των 800 τ.μ. στη συμβολή Λυκαβηττού και Αναγνωστοπούλου, στο Κολωνάκι, όπου ο Ψυχάρης συνήθιζε να κάνει τα προεκλογικά «πάρτυ» την παραμονή των εκλογών με καλεσμένους πολιτικούς από τα μεγάλα κόμματα και δημοσιογράφους, η βίλα των 600 τ.μ. σε οικόπεδο 26 στρεμμάτων στο Πόρτο Χέλι, το «Besten», ένα υπερπολυτελές σκάφος Ferretti 27 μέτρων. Σπίτια και βίλες έχασαν επίσης τόσο η γυναίκα του όσο και ο γιος του Παναγιώτης λόγω της εμπλοκής του στον ΔΟΛ.
Το μοιραίο δάνειο
Στο μυαλό του Λαμπράκη είχε αρχίσει να ωριμάζει η ιδέα να τον χρίσει διάδοχό του στον ΔΟΛ μετά τη χρηματιστηριακή καταστροφή που οδήγησε στην αύξηση του δανεισμού της επιχείρησης. Ο εκδότης δεν είχε δική του οικογένεια και η «λύση Ψυχάρη» διασφάλιζε ότι θα είχε τον έλεγχο του Οργανισμού όσο ζούσε.
Η μέθοδος που από κοινού επέλεξαν για να γίνει αυτό -ένας δημοσιογράφος που ξεκίνησε φτωχός να γίνεται εν αναμονή ιδιοκτήτης του μεγαλύτερου εκδοτικού οργανισμού της χώρας- δεν ήταν και τόσο πρωτότυπη για το 2005, πέντε ολόκληρα χρόνια πριν από τα μνημόνια, όταν οι τράπεζες είχαν άφθονα κεφάλαια και κυνηγούσαν πελάτες: με εγγύηση τις μετοχές του Λαμπράκη, μια εταιρεία συμφερόντων Ψυχάρη πήρε δάνειο 50 εκατ. ευρώ και πλήρωσε τον εκδότη. Στη συνέχεια, ο ΔΟΛ αγόρασε την εταιρεία - επομένως αγόρασε και το δάνειό της. Ακούγεται απλό, αλλά ήταν μια σημαντική δανειακή επιβάρυνση για τον ΔΟΛ, που για να ξεπεραστεί έπρεπε να ακολουθήσουν αρκετές κερδοφόρες χρονιές για την επιχείρηση, κάτι που δεν συνέβη. Από το 2004 οι εφημερίδες και τα περιοδικά του ΔΟΛ είχαν μετακομίσει από την «πατρική» Χρήστου Λαδά 3 στο κτίριο της Μιχαλακοπούλου 80, που είχε σαφώς μεγαλύτερα λειτουργικά έξοδα. Αλλά είμαστε στο 2005, η κρίση ακόμα αργεί...
Από την ΕΔΑ στον Αβέρωφ
Ο Ψυχάρης ξεκίνησε τη δημοσιογραφία το 1964 από τη «Δημοκρατική Αλλαγή». Ηταν μια απογευματινή εφημερίδα της ΕΔΑ, της νόμιμης έκφρασης της Αριστεράς εκείνη την εποχή, αφού το ΚΚΕ ήταν παράνομο. Ο αείμνηστος Κώστας Λουλές, ο πρώτος ευρωβουλευτής του ΚΚΕ, με 40 χρόνια από τα 82 που έζησε σε φυλακές, εξορίες και προσφυγιά, ήταν θείος του. Ωστόσο, η σχέση του με την Αριστερά έκλεισε νωρίς. Ηταν καραμανλικός και στη συνέχεια αβερωφικός, εξ ου και η στενή φιλική σχέση του με τον Αντώνη Σαμαρά, ενώ τα τελευταία χρόνια δήλωνε «πράσινος», είχε μάλιστα πάει να ψηφίσει στις εσωκομματικές εκλογές του 2017, όταν είχε εκλεγεί η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά. Ωστόσο, το 1981, δύο χρόνια προτού γίνει διευθυντής στο «Βήμα», είχε βρεθεί να είναι άτυπος σύμβουλος του Μένιου Κουτσόγιωργα, του πανίσχυρου υπουργού Προεδρίας στην κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου.
Ο Παπανδρέου είχε προηγούμενα με τον Λαμπράκη από την ταραγμένη εποχή του 1965 - και η αλήθεια είναι ότι προσπάθησε με επιμονή να αλλάξει το τοπίο στον Τύπο την πρώτη οκταετία της διακυβέρνησής του. Το «Συγκρότημα» βρέθηκε υποχρεωμένο να στηρίζει με τα πρωτοσέλιδά του μια κυβέρνηση που ήθελε να βάλει κάποιους άλλους να παίξουν τον ρόλο του Λαμπράκη!
Η πρώτη προσπάθεια έγινε με τον Θανάση Πώποτα, έναν επιτυχημένο εκδότη στη Μαγνησία, όπου εξέδιδε τον «Ταχυδρόμο του Βόλου». Το φθινόπωρο του 1983 -κατά σύμπτωση, ενώ ο Ψυχάρης αναλάμβανε τη διεύθυνση του «Βήματος»- ο Πώποτας εξέδωσε την «Ελεύθερη Γνώμη» και λίγο αργότερα τις «Ειδήσεις». Τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά από πλευράς κυκλοφορίας. Μάλιστα, ο Πώποτας κόντεψε να καταστραφεί: κατηγορήθηκε για κατάχρηση και έμεινε ένα μικρό διάστημα στη φυλακή.
Η δεύτερη απόπειρα ήταν το περιβόητο «σκάνδαλο Κοσκωτά», για το οποίο ο Παπανδρέου αντιμετώπισε -χωρίς απώλειες- το Ειδικό Δικαστήριο. Εχοντας πίσω του την Τράπεζα Κρήτης, ο Κοσκωτάς μπήκε στον χώρο των ΜΜΕ με ηχηρές δημοσιογραφικές μεταγραφές. Αγόρασε την «Καθημερινή» από την Ελένη Βλάχου, ενώ εξέδωσε και τις «24 Ωρες», για να αποδειχθεί στο τέλος ότι είχε καταχραστεί πάνω από 30 δισ. δραχμές από την Τράπεζα Κρήτης για να κάνει όσα έκανε.
Οι περισσότερες από τις εφημερίδες που στήριζαν έως τότε την κυβέρνηση Παπανδρέου άλλαξαν τη γραμμή τους - και όλες αντιμετώπισαν πρόβλημα κυκλοφορίας, καθώς η στήριξη των ψηφοφόρων στον Παπανδρέου δεν είχε σταματήσει, παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε και την ατμόσφαιρα διαφθοράς που κυριαρχούσε. Μόνο τα «Νέα» -και σε μικρότερο βαθμό το «Βήμα»- φρόντισαν να μη χτυπούν προσωπικά τον πρωθυπουργό, όπως και την κυβέρνηση στο σύνολό της, προκειμένου να μην αποκοπούν από το αναγνωστικό τους κοινό. Ο Ψυχάρης τότε είχε ταχθεί υπέρ της σκληρής γραμμής απέναντι στον Παπανδρέου - προφανώς για να ξεχαστεί η σχέση του με τον Κουτσόγιωργα, ο οποίος, όπως αποδείχθηκε, ήταν η «κολόνα» του Κοσκωτά στην κυβέρνηση. Ο Λαμπράκης, ωστόσο, επέλεξε τη θέση του Λέοντα Καραπαναγιώτη και του Πέτρου Ευθυμίου, ο οποίος ήδη από το 1986 ήταν στον ΔΟΛ, ότι αν «έσπαγε» η σχέση του «Συγκροτήματος» με τον Παπανδρέου το πρόβλημα θα το είχε το «μαγαζί». Εκ του αποτελέσματος, ήταν σωστή - τόσο το «Εθνος» όσο και η «Ελευθεροτυπία» αντιμετώπισαν σοβαρά κυκλοφοριακά προβλήματα στη συνέχεια.
«Κλωνισμός της πολιτικής»
Τον Μάρτιο του 1997 στο συνέδριο της Ν.Δ. ο Σταύρος Ψυχάρης προχώρησε σε μια παρέμβαση ασυνήθιστη για το ύφος που παραδοσιακά είχε το «Βήμα της Κυριακής»: ενώ οι σύνεδροι ψήφιζαν μεταξύ Κώστα Καραμανλή και Γιώργου Σουφλιά, το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας μιλούσε για «Κλωνισμό της πολιτικής», με μια φωτογραφία του Κώστα Καραμανλή δίπλα σε εκείνη της Ντόλι, του πρώτου κλωνοποιημένου πρόβατου.
Επρόκειτο για μια προσπάθεια απαξίωσης του νεότερου Καραμανλή, η οποία έπεσε στο κενό: στον β’ γύρο ο μετέπειτα πρωθυπουργός έλαβε 987 παραπάνω ψήφους, ενώ ο Σουφλιάς μόλις 10 σε σχέση με τον α’ γύρο.
Αργότερα, ο Ψυχάρης είχε μιλήσει για τη συμπάθεια που είχε για τον αείμνηστο Μιλτιάδη Εβερτ, τον οποίο μάλιστα είχε σπεύσει να αναγγείλει από τηλεοράσεως ως «διάδοχο του Ανδρέα Παπανδρέου στην πρωθυπουργία». Ωστόσο, ο Εβερτ είχε χάσει την ευκαιρία του από τον Κώστα Σημίτη στις εκλογές του ’96.
«Παραιτηθείτε, κύριε Πρόεδρε!»
Δέκα χρόνια αργότερα, το 2007, ο Γιώργος Παπανδρέου έχανε για δεύτερη φορά τις εκλογές από τον Κώστα Καραμανλή και ο Ευάγγελος Βενιζέλος έσπευδε στο Ζάππειο για να θέσει θέμα ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ. Πράγματι, τις πρώτες ώρες το κλίμα ήταν υπέρ του Βενιζέλου και τα περισσότερα στελέχη σκέφτονταν να τον στηρίξουν στην εκλογική διαδικασία που θα ακολουθούσε - και θα ήταν ανοιχτή εκλογή, σύμφωνα με το σύστημα που καθιερώθηκε στο κόμμα από το 2004, με μοναδικό υποψήφιο τον Γιώργο Παπανδρέου Την επομένη, το «Βήμα» είχε το εξής «χτύπημα» στην πρώτη του σελίδα: «Παραιτηθείτε, κύριε Πρόεδρε!» - ένα «χτύπημα» που έδωσε την ευκαιρία στον Παπανδρέου να μιλήσει για «οργανωμένα συμφέροντα που τον χτυπάνε». Η ατμόσφαιρα άρχισε σιγά-σιγά να μεταστρέφεται και στις εσωκομματικές κάλπες, στις οποίες συμμετείχαν πάνω από 750.000 άνθρωποι, ο Παπανδρέου κέρδισε καθαρά απέναντι σε Βενιζέλο και Κώστα Σκανδαλίδη.
Το «Παραιτηθείτε, κύριε Πρόεδρε!» ήταν κοινή απόφαση του Χρήστου Λαμπράκη και του Σταύρου Ψυχάρη. Μόνο τα «Νέα» πέτυχαν, διά του διευθυντή τους Παντελή Καψή, να παραμείνουν ουδέτερα σε εκείνη την εσωκομματική σύγκρουση.
Ο Ψυχάρης, πάντως, περίμενε τέσσερα χρόνια και κάποιους μήνες για να απαντήσει στις κατηγορίες του Παπανδρέου. Το έκανε στις 4 Ιανουαρίου του 2012, όταν η κυβέρνηση Παπανδρέου είχε καταρρεύσει εν μέσω των μνημονίων μετά την ιδέα του δημοψηφίσματος.
Το κύριο άρθρο του «Βήματος» έγραφε μεταξύ άλλων: «Τότε ο κ. Παπανδρέου κατασκεύασε έναν εσωτερικό εχθρό και έχτισε μια θεωρία συνωμοσίας προκειμένου να κερδίσει τους αντιπάλους του. Τώρα πάλι τα ίδια κάνει. Δεν αναγνωρίζει τα λάθη του, δεν αποδέχεται τα όσα ζημιογόνα επέλεξε για τη χώρα και αποδίδει σε μας δήθεν υπονόμευση, όταν είναι σε όλους γνωστό ότι ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη στήριξε, επί ζημία του, την κυβέρνησή του και προσωπικά τον ίδιο, με μόνο γνώμονα τις παραδόσεις και τους ιστορικούς δεσμούς των εφημερίδων του Οργανισμού με τη δημοκρατική παράταξη».
Τότε ο Γιώργος Παπανδρέου είχε κατηγορήσει τον Σταύρο Ψυχάρη ότι άρχισε να επιτίθεται στην κυβέρνησή του όταν δεν έλαβε ένα νέο δάνειο από την Εθνική Τράπεζα. «Ανεπίσημα, η τράπεζα μας είπε ότι δεν ενέκρινε το δάνειο το Μαξίμου», είχε απαντήσει ο εκδότης δημοσιοποιώντας ότι είχε συναντήσει τον Παπανδρέου στο Μαξίμου κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του καλώντας τον να αποκαλύψει «τι του είχε ζητήσει». Αλλωστε, το μότο του Ψυχάρη ήταν «δεν υποβάλλω αιτήματα, δέχομαι αιτήματα».
Η «γάτα Ιμαλαΐων»
Τον Μάιο του 2014 έγιναν οι ευρωεκλογές που έδειξαν ότι το πολιτικό σκηνικό της χώρας είχε αλλάξει βαθιά λόγω των μνημονίων. Σχεδόν ένας στους δέκα που προσήλθε στην κάλπη επέλεξε τη Χρυσή Αυγή, που ήταν πια το τρίτο κόμμα, μπροστά από την Ελιά του Ευάγγελου Βενιζέλου. Αλλά η είδηση που είχε βάλει σε μαύρες σκέψεις τον Σταύρο Ψυχάρη ήταν η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ. Για πρώτη φορά κόμμα της Αριστεράς έπαιρνε την πρώτη θέση σε κάλπη, κάτι που έφερνε τον Αλέξη Τσίπρα πολύ κοντά στην πρωθυπουργία. Στη σύσκεψη που ακολούθησε στη Μιχαλακοπούλου, ο Ψυχάρης απέρριψε αμέσως κάποιες νύξεις στελεχών ότι εντέλει η διαφορά ΣΥΡΙΖΑ - Ν.Δ. δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. «Ποιος νίκησε στις εκλογές; Μη μου πείτε ότι νίκησε η Ν.Δ.», είπε με τον σαρκασμό που εξακολουθούσε να διατηρεί στο ακέραιο, παρά τα προβλήματα στην εκφορά του λόγου λόγω της ασθένειάς του.
Το είχε αποφασίσει, θα προσπαθούσε να βρει κάποια συνεννόηση με τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς είχε τη βεβαιότητα ότι το πράγμα δεν θα σταματούσε εκεί. Οτι είχε έρθει η ώρα της Αριστεράς. Ξεκίνησε μέσω αντιπροσώπων παρασκηνιακές επαφές ελπίζοντας ότι κάποια νεύματα προς την Κουμουνδούρου θα μπορούσαν να οδηγήσουν μετεκλογικά σε λύσεις για το πρόβλημα του δανεισμού του ΔΟΛ, που είχε αρχίσει να γίνεται αφόρητο.
Εκανε λάθος υπολογισμούς: η πολιτική κατάσταση είχε αλλάξει για τα καλά και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ γνώριζαν ότι δεν είχαν να κερδίσουν τίποτα με τη στήριξη του ΔΟΛ, που είχε στραφεί εναντίον των αναγνωστών του (δημόσιοι υπάλληλοι, ελεύθεροι επαγγελματίες) στην προσπάθεια στήριξης των μνημονίων. Αντίθετα, ο ΔΟΛ, όπως και ο Σταύρος Ψυχάρης προσωπικά, ήταν τα «ιδανικά θύματα». Η πτώση τους θα ήταν ένα μήνυμα ότι «η Αριστερά εννοεί αυτά που λέει» περί εκδοτικών συμφερόντων.
Οπως αποδείχθηκε με το δημοσίευμα περί «γάτας των Ιμαλαΐων» στα τέλη Φεβρουαρίου του 2016, ο Ψυχάρης είχε συναντήσει προεκλογικά τον Αλέξη Τσίπρα στο σπίτι μιας συνεργάτιδας του τελευταίου - και μάλιστα ο υποψήφιος πρωθυπουργός τού είχε φτιάξει και έναν εσπρέσο, όπως αυτούς που απολάμβανε, μαζί με άφθονο κουτσομπολιό, στο αγαπημένο του «Da Capo». Η δημοσιοποίηση από την πλευρά του Ψυχάρη ήταν μια απελπισμένη προσπάθεια να αλλάξει προειλημμένες αποφάσεις.
Το θαύμα του «Βήματος»
Η συνάντηση με την παρουσία της «γάτας Ιμαλαΐων» ήταν η τέταρτη -και τελευταία- συνάντηση του Ψυχάρη με τον Αλέξη Τσίπρα. Είχαν προηγηθεί άλλες τρεις στο σπίτι του αείμνηστου Βασίλη Μουλόπουλου, ο οποίος ήταν βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ από το 2009 έως το 2012.
Σπουδαγμένος στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης, ο Μουλόπουλος δούλεψε από το 1985 ως αρχισυντάκτης και διευθυντής Σύνταξης δίπλα στον Σταύρο Ψυχάρη. Τα πολύ καλά ιταλικά του βοήθησαν το «Βήμα της Κυριακής». Αυτός ήταν που πήγε τη «Repubblica» στο ατελιέ της εφημερίδας, που χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό για την αναμόρφωσή της από τον Ψυχάρη, ο οποίος, κατά τα άλλα, πήρε πάνω του όλο τον σχεδιασμό, μέχρι τελευταίας γραμμής.
Ο Ψυχάρης δεν ήταν ένας διανοούμενος της αστικής τάξης, όπως ο Λαμπράκης και ο Καραπαναγιώτης. Ωστόσο, είχε μια αγάπη προς την αρχιτεκτονική και την τυπογραφία κι έτσι, χωρίς να έχει κάποια ειδική εκπαίδευση, μπόρεσε να φτάσει τον σχεδιασμό της εφημερίδας σε ένα επίπεδο που δεν είχε πλησιάσει έως τότε άλλο ελληνικό έντυπο. Με τη συμβολή του Χρήστου Λαμπράκη, που είχε την ιδέα για τις «Νέες Εποχές», διάφορα ένθετα προστέθηκαν στην εφημερίδα και καθώς η ώρα του Ιντερνετ δεν είχε φτάσει ακόμα, το «Βήμα της Κυριακής» έκανε τη διαφορά και στις κυκλοφορίες από τις αρχές της δεκαετίας του ’90.
Κατά έναν παράξενο τρόπο, ο Μουλόπουλος ήταν παρών και στις τελευταίες ημέρες του Σταύρου Ψυχάρη στη θέση του εκδότη: τον Ιανουάριο του 2017, λίγο πριν από την οριστική αποχώρησή του, ο Ψυχάρης ανακοίνωνε ότι είχε παρακαλέσει τον παλιό του διευθυντή Σύνταξης να συμβάλει στην επίλυση των οικονομικών και διαρθρωτικών προβλημάτων του Οργανισμού, κάτι που διαβάστηκε ως εκχώρηση του ΔΟΛ στον ΣΥΡΙΖΑ και προκάλεσε σοβαρές εσωτερικές αντιδράσεις, χωρίς να γίνει τελικά το παραμικρό.
Τι μένει απ’ όλα αυτά; Μια φράση του ίδιου του Ψυχάρη ένα βράδυ που είχε κέφια στο τεράστιο γραφείο του στη Μιχαλακοπούλου: «Γιατί βγάζουμε εφημερίδες;», αναρωτήθηκε ρητορικά, για να δώσει αμέσως την απάντηση: «Για να κάνουμε παιχνίδι». Ε, κάποτε τα παιχνίδια τελειώνουν...
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: EUROKINISSI, NDP
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα