Μύκονος: Η μάχη Nammos με Principote για το Sea Satin και το Caprice
Μύκονος: Η μάχη Nammos με Principote για το Sea Satin και το Caprice
Απίστευτη ιστορία: Το ζεύγος των ιδιοκτητών των «θρυλικών» Caprice και Sea Satin πήρε διαζύγιο και η σύζυγος πούλησε τους τίτλους στο Nammos, ενώ ο σύζυγος έδωσε τα μαγαζιά (χωρίς τους τίτλους) στο Principote - Και τώρα τσακώνονται όλοι μαζί!
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ηταν ένα ζεστό βράδυ του Ιουλίου, πριν από λίγα χρόνια, γύρω στις 10.30 το βράδυ, όταν άντρες και γυναίκες ντυμένοι με κελεμπίες άρχισαν να φτάνουν στο «Sea Satin». Δεν επρόκειτο βέβαια για Αραβες, αλλά για το θεματικό πάρτυ για τα γενέθλια της Ευγενίας Νιάρχου που επέβαλε το συγκεκριμένο dress code, ενώ το προσωπικό του μαγαζιού ήταν υπ’ ατμόν με πρώτο και καλύτερο τον Νίκο Γρυπάρη, τον Μυκονιάτη που μαζί με την -πρώην πλέον- γυναίκα του Μέλπω Τσούκαλη έστησαν το «Sea Satin» στην Αλευκάντρα και το επίσης μυθικό «Caprice» στη Μικρή Βενετία.
Και ήταν αυτά τα δύο μαγαζιά που πρωταγωνίστησαν στο σκληρό διαζύγιο του ζευγαριού, πριν από οκτώ και πλέον χρόνια. Η διαμάχη τους έληξε με την πρώην σύζυγο να κερδίζει τη χρήση των δύο εμβληματικών τίτλων και τον Νίκο Γρυπάρη να συνεχίζει μόνος του να τα δουλεύει μέχρι το φετινό καλοκαίρι, όταν ήταν ήδη γνωστό σε λίγους ότι το «Nammos» των Ζαννή Φραντζέσκου και Σάμι Ιμπραήμ απέκτησε τα δικαιώματα των δύο ονομάτων και το μικρό μαγαζί των 150 τ.μ, πριν από την κύρια είσοδο του «Sea Satin». Ωστόσο ο διακαής τους πόθος ήταν το εμβληματικό εστιατόριο πάνω σχεδόν στη θάλασσα, από το οποίο έχουν περάσει όλοι, και οι τρελές ενίοτε βραδιές του που τελείωναν με κάμποσα τραπέζια να εκτοξεύονται στη θάλασσα!
Είχαν ήδη ξεκινήσει τις συζητήσεις για τη μίσθωση του ακινήτου για μία τουλάχιστον δεκαετία, όταν σύμφωνα με το παρασκήνιο ο Γρυπάρης άρχισε να συζητάει με την ιδιοκτησία του «Principote». Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε μια μάχη για το ποιος θα κλείσει το deal για το εμβληματικό εστιατόριο που θεωρείται, και όχι άδικα, ένα από τα καλύτερα «φιλέτα» της Χώρας.
Ο Γρυπάρης, που πλησιάζει τα 70 του χρόνια, συνομιλούσε και με τις δύο πλευρές μέχρι πριν από λίγες ημέρες, όταν η πλάστιγγα φέρεται ότι έγειρε οριστικά προς την πρόταση του «Principote». Οι υπογραφές δεν έχουν μπει ακόμη, αλλά είναι θέμα ημερών, σύμφωνα με τα ελάχιστα που διαρρέουν για τη «μάχη της Αλευκάντρας», όπως την ονόμασαν οι ντόπιοι.
Το διάσημο beach restaurant στον Πάνορμο φέρεται να έχει συμφωνήσει για τη μίσθωση του «Sea Satin» -που θα αλλάξει φυσικά όνομα αλλά δεν θα λέγεται «Principote»- για τα επόμενα 15 χρόνια.
Λεπτομέρειες για τις οικονομικές παραμέτρους του deal δεν έχουν γίνει γνωστές, αλλά οι φήμες που πάντοτε βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για να θεριέψουν στη Μύκονο κάνουν λόγο για ποσό που θα ξεπεράσει κατά τι τα 10 εκατ. ευρώ.
Προς το παρόν παραμένουν άγνωστες οι προθέσεις του διδύμου Φραντζέσκος - Ιμπραήμ, που κατέχουν το μικρό κτίσμα, για το τι θα πράξουν, αν και πώς θα το λειτουργήσουν και με τι όνομα, ειδικά από τη στιγμή που θα έχουν το δικαίωμα να βάλουν κάποια τραπέζια, όπως ακούγεται.
Αν γίνει αυτό θα γίνει στον εσωτερικό χώρο, αφού μια τεχνητή προβλήτα που υπήρχε γκρεμίστηκε, κάτι που μπορεί να οδηγήσει τις δύο πλευρές σε κουβέντα για το τι μέλλει γενέσθαι. Την ίδια στιγμή, όπως φημολογείται έντονα, το «Principote» κινείται για μισθώσει και το μυθικό «Caprice» στη Μικρή Βενετία, το μπαρ του Γρυπάρη που έγραψε Ιστορία για τα μυθικά sunset πάρτυ του. Τότε που ασφυκτιούσε από χαρούμενες φάτσες, γοητευτικές γυναίκες που έφταναν κατευθείαν από την παραλία φορώντας μαγιό και παρεό ενώ τα σφηνάκια έδιναν και έπαιρναν.
Η ταβέρνα που έγινε must
Και ήταν αυτά τα δύο μαγαζιά που πρωταγωνίστησαν στο σκληρό διαζύγιο του ζευγαριού, πριν από οκτώ και πλέον χρόνια. Η διαμάχη τους έληξε με την πρώην σύζυγο να κερδίζει τη χρήση των δύο εμβληματικών τίτλων και τον Νίκο Γρυπάρη να συνεχίζει μόνος του να τα δουλεύει μέχρι το φετινό καλοκαίρι, όταν ήταν ήδη γνωστό σε λίγους ότι το «Nammos» των Ζαννή Φραντζέσκου και Σάμι Ιμπραήμ απέκτησε τα δικαιώματα των δύο ονομάτων και το μικρό μαγαζί των 150 τ.μ, πριν από την κύρια είσοδο του «Sea Satin». Ωστόσο ο διακαής τους πόθος ήταν το εμβληματικό εστιατόριο πάνω σχεδόν στη θάλασσα, από το οποίο έχουν περάσει όλοι, και οι τρελές ενίοτε βραδιές του που τελείωναν με κάμποσα τραπέζια να εκτοξεύονται στη θάλασσα!
Είχαν ήδη ξεκινήσει τις συζητήσεις για τη μίσθωση του ακινήτου για μία τουλάχιστον δεκαετία, όταν σύμφωνα με το παρασκήνιο ο Γρυπάρης άρχισε να συζητάει με την ιδιοκτησία του «Principote». Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε μια μάχη για το ποιος θα κλείσει το deal για το εμβληματικό εστιατόριο που θεωρείται, και όχι άδικα, ένα από τα καλύτερα «φιλέτα» της Χώρας.
Ο Γρυπάρης, που πλησιάζει τα 70 του χρόνια, συνομιλούσε και με τις δύο πλευρές μέχρι πριν από λίγες ημέρες, όταν η πλάστιγγα φέρεται ότι έγειρε οριστικά προς την πρόταση του «Principote». Οι υπογραφές δεν έχουν μπει ακόμη, αλλά είναι θέμα ημερών, σύμφωνα με τα ελάχιστα που διαρρέουν για τη «μάχη της Αλευκάντρας», όπως την ονόμασαν οι ντόπιοι.
Το διάσημο beach restaurant στον Πάνορμο φέρεται να έχει συμφωνήσει για τη μίσθωση του «Sea Satin» -που θα αλλάξει φυσικά όνομα αλλά δεν θα λέγεται «Principote»- για τα επόμενα 15 χρόνια.
Λεπτομέρειες για τις οικονομικές παραμέτρους του deal δεν έχουν γίνει γνωστές, αλλά οι φήμες που πάντοτε βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για να θεριέψουν στη Μύκονο κάνουν λόγο για ποσό που θα ξεπεράσει κατά τι τα 10 εκατ. ευρώ.
Προς το παρόν παραμένουν άγνωστες οι προθέσεις του διδύμου Φραντζέσκος - Ιμπραήμ, που κατέχουν το μικρό κτίσμα, για το τι θα πράξουν, αν και πώς θα το λειτουργήσουν και με τι όνομα, ειδικά από τη στιγμή που θα έχουν το δικαίωμα να βάλουν κάποια τραπέζια, όπως ακούγεται.
Αν γίνει αυτό θα γίνει στον εσωτερικό χώρο, αφού μια τεχνητή προβλήτα που υπήρχε γκρεμίστηκε, κάτι που μπορεί να οδηγήσει τις δύο πλευρές σε κουβέντα για το τι μέλλει γενέσθαι. Την ίδια στιγμή, όπως φημολογείται έντονα, το «Principote» κινείται για μισθώσει και το μυθικό «Caprice» στη Μικρή Βενετία, το μπαρ του Γρυπάρη που έγραψε Ιστορία για τα μυθικά sunset πάρτυ του. Τότε που ασφυκτιούσε από χαρούμενες φάτσες, γοητευτικές γυναίκες που έφταναν κατευθείαν από την παραλία φορώντας μαγιό και παρεό ενώ τα σφηνάκια έδιναν και έπαιρναν.
Η ταβέρνα που έγινε must
Οταν άνοιξε, το «Sea Satin» κάτω από τους Μύλους στην Αλευκάντρα παρέπεμπε σε μια απλή νησιώτικη ταβέρνα, από αυτές που προσφέρουν τίμιο φαγητό. Μέχρι το 1991 είχε περάσει από διάφορες φάσεις αφού πούλαγε αναμνηστικά, σέρβιρε πρωινά, αλλά δεν... περπάταγε, μέχρι το 1997, όπου ένας άνθρωπος άλλαξε τη μοίρα του.
Ο Γρυπάρης, που έτρεχε και δεν έφτανε με τον χαμό στο «Caprice», έβαλε στο παιχνίδι τον Μίμη Φούκα, που έφερε ένα μεγάλο upgrade στην ταβέρνα, βάζοντας λουλούδια σε σαμπανιέρες, ενώ σέρβιρε τα φρέσκα ψάρια πάνω σε μάρμαρο ή σε τετράγωνο γυαλί που ακουμπούσε σε βάζα. Στην αρχή υπάρχουν 60 καρέκλες, σταδιακά ο Γρυπάρης λέει στον Φούκα να απλωθεί και το μπαμ δεν αργεί, αφού το εστιατόριο αρχίζει να μαζεύει γνωστά ονόματα του επιχειρείν.
Ο χαμός θα γίνει όταν ένα Πάσχα στα μέσα της Μεγάλης Εβδομάδας, ο Πέτρος Κωστόπουλος, που τρώει με την παρέα του στο μαγαζί, σηκώνεται και βλέπει κάτι CD ατάκτως ερριμμένα. «Να παίξω λίγο;» ρωτάει τον Μίμη που δεν έχει καμία αντίρρηση και ο Κωστόπουλος αρχίζει να μιξάρει ελληνικές επιτυχίες, ενώ φίλοι και γνωστοί που είναι εκεί τηλεφωνούν σε κόσμο και το «Sea Satin» γεμίζει ασφυκτικά. Από εκείνο το βράδυ αρχίζουν ουσιαστικά οι βραδιές με τον Πέτρο να ανεβαίνει στα decks λίγο μετά τις 12 παίζοντας Ρέμο, Βέρτη, Βίσση, Βανδή και άλλες επιτυχίες, εννοείται χωρίς αμοιβή.
Μάλιστα πλήρωνε πάντα το τραπέζι του, ενώ κάποιες βραδιές έγραψαν Ιστορία με επιχειρηματίες, εφοπλιστές, μοντέλα και κοσμικούς να διασκεδάζουν μέχρι το πρωί. Εχουν ακουστεί πολλά για νύχτες που εξελίχτηκαν σε αυτοσχέδια πάρτυ, με τραπέζια να εκσφενδονίζονται από επώνυμους στη θάλασσα πάνω στο τσακίρ κέφι.
Στα χρόνια που πέρασαν το «Sea Satin» έχτισε έναν μύθο που κρατάει ακόμη, αφού εκεί διασκέδασαν, μεταξύ άλλων, ο Τομ Χανκς, ο Χάρισον Φορντ, η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ και ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο.
Τον Μάιο του 2001 ο Ματ Ντέιμον περνάει την είσοδο ενός κατά τι διαφορετικού «Sea Satin» που έχει μεταμορφωθεί σε μαγαζί ενοικίασης σκούτερ, από την αγαπημένη του στο «Τhe Bourne Identity». Είναι η τελευταία σκηνή της ταινίας που εκτοξεύει ακόμη περισσότερο τη φήμη του μυκονιάτικου εστιατορίου στην Αλευκάντρα, απ’ όπου περνάνε όλοι.
Η επιτυχία του είναι τέτοια, που λίγα χρόνια μετά ανοίγει στο Κολωνάκι, σε έναν όμορφο χώρο στη Φωκυλίδου, μαζεύοντας πλήθη καθημερινά. Τα μεσημέρια του Σαββάτου, γίνεται το αδιαχώρητο ενώ ένα βράδυ Παρασκευής ο Θόδωρος με τη Γιάννα Αγγελοπούλου κερνάνε όλο το μαγαζί σφηνάκια. Στο peak του το μυκονιάτικο «Sea Satin» φιλοξενεί 700 άτομα, με τον Φούκα να τρέχει και να μη φτάνει. Ξαφνικά όμως θα λάβει ένα SMS από τον Νίκο Γρυπάρη, το οποίο περιλαμβάνει τέσσερις λέξεις: «Η συνεργασία μας τελείωσε». Ο Φούκας έφυγε με ένα παράπονο ότι έστησε ένα εστιατόριο και όταν όλα δούλευαν ρολόι, έφυγε χωρίς να καταλάβει το γιατί. Οσο για το δημιούργημά του;
Δείτε το βίντεο: Η τελική σκήνη του «Bourne Identity» γυρισμένη στη Μύκονο στο «Sea Satin»
Ο μύθος του δεν ξεθώριασε ακόμη και όταν ο Νίκος Γρυπάρης χώρισε με τη σύζυγό του Μέλπω, η οποία ήταν πανταχού παρούσα στα δύο μαγαζιά, κάτι που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου ανάμεσα στο πρώην ζευγάρι. Η δικαστική διαμάχη που ακολούθησε ήταν σκληρή, παρά το γεγονός ότι ο επιχειρηματίας φέρεται να έδωσε ουκ ολίγα ακίνητα στην πρώην σύζυγό του, η οποία όμως δεν έκανε πίσω. Διεκδίκησε τα ονόματα του «Sea Satin» και του «Caprice» και τελικά κατάφερε να τα πάρει απαγορεύοντας στον Γρυπάρη την επόμενη μέρα της απόφασης να τα χρησιμοποιεί.
Το «Caprice»
Για πολλούς παλιούς Μυκονιάτες η Μέλπω Τσούκαλη ήταν μια γυναίκα που συνέβαλε τα μέγιστα στον μύθο των δύο μαγαζιών που έστησε μαζί με τον Νίκο Γρυπάρη. Κι αν το «Sea Satin» ήταν η συνέχεια, το θρυλικό «Caprice» ήταν η αρχή, το μπαρ που αποτέλεσε σταθμό για τη Μύκονο όταν στήθηκε στη Μικρή Βενετία στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και δημιούργησε από την αρχή ένα τρελό success story.
Η διαφορετική mentalite, η διακόσμηση με τα φρέσκα λουλούδια και φυτά, οι περιζήτητοι καναπέδες του και ένα προσωπικό που κατέθετε ψυχή και δουλειά συνετέλεσαν τα μέγιστα στην επιτυχία του. Προσθέστε σε αυτό τις προσωπικές σχέσεις που αναπτύχθηκαν ανάμεσα σε μπάρμαν και σερβιτόρους με τους πελάτες, αφού ήξεραν τι πίνει ο καθένας και το ποτό ερχόταν σχεδόν πριν προλάβεις να παραγγείλεις. Τα ηλιοβασιλέματα παίρνουν άλλο χρώμα, οι μουσικές ξεσηκώνουν τους θαμώνες και κάθε μέρα, επτά ημέρες την εβδομάδα, γίνεται ο κακός χαμός με αρώματα θάλασσας, αντηλιακού και αλκοόλ να μπερδεύονται.
Λίγο πριν τις 6 το απόγευμα, το πλήθος που ενίοτε ξεπερνάει τα εκατό άτομα, περιμένει υπομονετικά να ανοίξουν οι πόρτες του «Caprice» για να μπει μέσα. Η Μέλπω στην αρχή έπαιζε μουσική, ο Νίκος καθόταν πίσω από τη μπάρα, απ’ όπου πέρασε δουλεύοντας ως μπάρμαν και ο Ζαννής Φραντζέσκος.
To στριμωξίδι μέσα είναι από αυτά που δεν αντέχονται, αλλά κανείς δεν φεύγει, αντίθετα μπαίνουν κι άλλοι, για να πιουν τα πολύχρωμα κοκτέιλ και τα σφηνάκια «καμικάζι» που φεύγουν ανά δεκάδες προς όλες τις κατευθύνσεις. Ανθρωποι κάθονται στα παράθυρα, γοητευτικές γυναίκες χορεύουν με τα μαγιό τους, πουκάμισα και παρεό χάνονται μέσα σε έναν χαμό, ενώ από τα καράβια κατεβαίνουν το απόγευμα πελάτες που δεν πράττουν το αυτονόητο, να κάνουν δηλαδή check in στο ξενοδοχείο ή στο δωμάτιό τους. Φορτωμένοι με βαλίτσες φτάνουν στο «Caprice», τα μπαγκάζια πάνε σε μια αποθήκη και αυτοί βυθίζονται στην ηδονική ατμόσφαιρα μιας άλλης Μυκόνου.
Ο Γρυπάρης επεκτείνει το μαγαζί νοικιάζοντας μέρος της διπλανής κατοικίας που ανήκει στην οικογένεια Ζησιμοπούλου, ενώ υπήρχαν πελάτες που δεν έφευγαν από το νησί αν δεν άφηναν και την τελευταία τους δραχμή ή ευρώ μετέπειτα στο μυθικό μπαρ, που το περιοδικό «Newsweek» το κατέταξε στα δέκα καλύτερα του κόσμου, στο οποίο ο Κέβιν Κόστνερ και η Τζίνα Ντέιβις ήταν τακτικοί θαμώνες πίνοντας παγωμένες μαργαρίτες. Το μπαρ-σήμα κατατεθέν της Μυκόνου άρχισε να φθίνει στα χρόνια της κρίσης, ενώ παράλληλα η οικογένεια Ζησιμοπούλου ήθελε το ακίνητο πίσω για να το εκμεταλλευτεί η ίδια, κάτι που γέννησε άλλη μια δικαστική διαμάχη με τον Νίκο Γρυπάρη.
Ο τελευταίος το πάλεψε όσο μπορούσε, έφτασε μέχρι τον Αρειο Πάγο, αλλά τελικά έχασε και στις 9 Ιουνίου του 2015 γράφτηκε ο επίλογος του «Caprice». Ηταν Τρίτη, μια όμορφη καλοκαιρινή μέρα, όταν ο Νίκος Γρυπάρης και το προσωπικό παρουσία δικαστικού κλητήρα παρέδωσαν τα κλειδιά στους συνεργάτες του Γιώργου Ζησιμόπουλου. Ενας εργάτης κατέβασε τις ταμπέλες με το όνομα του μπαρ που έγραψε τη δική του πολύ ξεχωριστή ιστορία στη Μύκονο και ο αποχαιρετισμός έγινε με ένα τελευταίο πάρτυ έξω από την είσοδο που πέρασαν χιλιάδες άτομα για να ζήσουν το ηλιοβασίλεμα της ζωής τους.
Ειδήσεις σήμερα:
«Βόλτα» με το συρμό του Μετρό στον Πειραιά λίγες ώρες πριν παραδοθεί στο επιβατικό κοινό - Δείτε βίντεο
Παναγιωτόπουλος από Κύπρο: Εξωφρενικό και αστείο το αφήγημα της Τουρκίας περί αποστρατιωτικοποίησης
Ο ΟΗΕ καταδικάζει τις «ειδεχθείς δολοφονίες» 15 μεταναστών στη Λιβύη
Ο Γρυπάρης, που έτρεχε και δεν έφτανε με τον χαμό στο «Caprice», έβαλε στο παιχνίδι τον Μίμη Φούκα, που έφερε ένα μεγάλο upgrade στην ταβέρνα, βάζοντας λουλούδια σε σαμπανιέρες, ενώ σέρβιρε τα φρέσκα ψάρια πάνω σε μάρμαρο ή σε τετράγωνο γυαλί που ακουμπούσε σε βάζα. Στην αρχή υπάρχουν 60 καρέκλες, σταδιακά ο Γρυπάρης λέει στον Φούκα να απλωθεί και το μπαμ δεν αργεί, αφού το εστιατόριο αρχίζει να μαζεύει γνωστά ονόματα του επιχειρείν.
Ο χαμός θα γίνει όταν ένα Πάσχα στα μέσα της Μεγάλης Εβδομάδας, ο Πέτρος Κωστόπουλος, που τρώει με την παρέα του στο μαγαζί, σηκώνεται και βλέπει κάτι CD ατάκτως ερριμμένα. «Να παίξω λίγο;» ρωτάει τον Μίμη που δεν έχει καμία αντίρρηση και ο Κωστόπουλος αρχίζει να μιξάρει ελληνικές επιτυχίες, ενώ φίλοι και γνωστοί που είναι εκεί τηλεφωνούν σε κόσμο και το «Sea Satin» γεμίζει ασφυκτικά. Από εκείνο το βράδυ αρχίζουν ουσιαστικά οι βραδιές με τον Πέτρο να ανεβαίνει στα decks λίγο μετά τις 12 παίζοντας Ρέμο, Βέρτη, Βίσση, Βανδή και άλλες επιτυχίες, εννοείται χωρίς αμοιβή.
Μάλιστα πλήρωνε πάντα το τραπέζι του, ενώ κάποιες βραδιές έγραψαν Ιστορία με επιχειρηματίες, εφοπλιστές, μοντέλα και κοσμικούς να διασκεδάζουν μέχρι το πρωί. Εχουν ακουστεί πολλά για νύχτες που εξελίχτηκαν σε αυτοσχέδια πάρτυ, με τραπέζια να εκσφενδονίζονται από επώνυμους στη θάλασσα πάνω στο τσακίρ κέφι.
Στα χρόνια που πέρασαν το «Sea Satin» έχτισε έναν μύθο που κρατάει ακόμη, αφού εκεί διασκέδασαν, μεταξύ άλλων, ο Τομ Χανκς, ο Χάρισον Φορντ, η Σάρα Τζέσικα Πάρκερ και ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο.
Τον Μάιο του 2001 ο Ματ Ντέιμον περνάει την είσοδο ενός κατά τι διαφορετικού «Sea Satin» που έχει μεταμορφωθεί σε μαγαζί ενοικίασης σκούτερ, από την αγαπημένη του στο «Τhe Bourne Identity». Είναι η τελευταία σκηνή της ταινίας που εκτοξεύει ακόμη περισσότερο τη φήμη του μυκονιάτικου εστιατορίου στην Αλευκάντρα, απ’ όπου περνάνε όλοι.
Η επιτυχία του είναι τέτοια, που λίγα χρόνια μετά ανοίγει στο Κολωνάκι, σε έναν όμορφο χώρο στη Φωκυλίδου, μαζεύοντας πλήθη καθημερινά. Τα μεσημέρια του Σαββάτου, γίνεται το αδιαχώρητο ενώ ένα βράδυ Παρασκευής ο Θόδωρος με τη Γιάννα Αγγελοπούλου κερνάνε όλο το μαγαζί σφηνάκια. Στο peak του το μυκονιάτικο «Sea Satin» φιλοξενεί 700 άτομα, με τον Φούκα να τρέχει και να μη φτάνει. Ξαφνικά όμως θα λάβει ένα SMS από τον Νίκο Γρυπάρη, το οποίο περιλαμβάνει τέσσερις λέξεις: «Η συνεργασία μας τελείωσε». Ο Φούκας έφυγε με ένα παράπονο ότι έστησε ένα εστιατόριο και όταν όλα δούλευαν ρολόι, έφυγε χωρίς να καταλάβει το γιατί. Οσο για το δημιούργημά του;
Δείτε το βίντεο: Η τελική σκήνη του «Bourne Identity» γυρισμένη στη Μύκονο στο «Sea Satin»
Ο μύθος του δεν ξεθώριασε ακόμη και όταν ο Νίκος Γρυπάρης χώρισε με τη σύζυγό του Μέλπω, η οποία ήταν πανταχού παρούσα στα δύο μαγαζιά, κάτι που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου ανάμεσα στο πρώην ζευγάρι. Η δικαστική διαμάχη που ακολούθησε ήταν σκληρή, παρά το γεγονός ότι ο επιχειρηματίας φέρεται να έδωσε ουκ ολίγα ακίνητα στην πρώην σύζυγό του, η οποία όμως δεν έκανε πίσω. Διεκδίκησε τα ονόματα του «Sea Satin» και του «Caprice» και τελικά κατάφερε να τα πάρει απαγορεύοντας στον Γρυπάρη την επόμενη μέρα της απόφασης να τα χρησιμοποιεί.
Το «Caprice»
Για πολλούς παλιούς Μυκονιάτες η Μέλπω Τσούκαλη ήταν μια γυναίκα που συνέβαλε τα μέγιστα στον μύθο των δύο μαγαζιών που έστησε μαζί με τον Νίκο Γρυπάρη. Κι αν το «Sea Satin» ήταν η συνέχεια, το θρυλικό «Caprice» ήταν η αρχή, το μπαρ που αποτέλεσε σταθμό για τη Μύκονο όταν στήθηκε στη Μικρή Βενετία στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και δημιούργησε από την αρχή ένα τρελό success story.
Η διαφορετική mentalite, η διακόσμηση με τα φρέσκα λουλούδια και φυτά, οι περιζήτητοι καναπέδες του και ένα προσωπικό που κατέθετε ψυχή και δουλειά συνετέλεσαν τα μέγιστα στην επιτυχία του. Προσθέστε σε αυτό τις προσωπικές σχέσεις που αναπτύχθηκαν ανάμεσα σε μπάρμαν και σερβιτόρους με τους πελάτες, αφού ήξεραν τι πίνει ο καθένας και το ποτό ερχόταν σχεδόν πριν προλάβεις να παραγγείλεις. Τα ηλιοβασιλέματα παίρνουν άλλο χρώμα, οι μουσικές ξεσηκώνουν τους θαμώνες και κάθε μέρα, επτά ημέρες την εβδομάδα, γίνεται ο κακός χαμός με αρώματα θάλασσας, αντηλιακού και αλκοόλ να μπερδεύονται.
Λίγο πριν τις 6 το απόγευμα, το πλήθος που ενίοτε ξεπερνάει τα εκατό άτομα, περιμένει υπομονετικά να ανοίξουν οι πόρτες του «Caprice» για να μπει μέσα. Η Μέλπω στην αρχή έπαιζε μουσική, ο Νίκος καθόταν πίσω από τη μπάρα, απ’ όπου πέρασε δουλεύοντας ως μπάρμαν και ο Ζαννής Φραντζέσκος.
To στριμωξίδι μέσα είναι από αυτά που δεν αντέχονται, αλλά κανείς δεν φεύγει, αντίθετα μπαίνουν κι άλλοι, για να πιουν τα πολύχρωμα κοκτέιλ και τα σφηνάκια «καμικάζι» που φεύγουν ανά δεκάδες προς όλες τις κατευθύνσεις. Ανθρωποι κάθονται στα παράθυρα, γοητευτικές γυναίκες χορεύουν με τα μαγιό τους, πουκάμισα και παρεό χάνονται μέσα σε έναν χαμό, ενώ από τα καράβια κατεβαίνουν το απόγευμα πελάτες που δεν πράττουν το αυτονόητο, να κάνουν δηλαδή check in στο ξενοδοχείο ή στο δωμάτιό τους. Φορτωμένοι με βαλίτσες φτάνουν στο «Caprice», τα μπαγκάζια πάνε σε μια αποθήκη και αυτοί βυθίζονται στην ηδονική ατμόσφαιρα μιας άλλης Μυκόνου.
Ο Γρυπάρης επεκτείνει το μαγαζί νοικιάζοντας μέρος της διπλανής κατοικίας που ανήκει στην οικογένεια Ζησιμοπούλου, ενώ υπήρχαν πελάτες που δεν έφευγαν από το νησί αν δεν άφηναν και την τελευταία τους δραχμή ή ευρώ μετέπειτα στο μυθικό μπαρ, που το περιοδικό «Newsweek» το κατέταξε στα δέκα καλύτερα του κόσμου, στο οποίο ο Κέβιν Κόστνερ και η Τζίνα Ντέιβις ήταν τακτικοί θαμώνες πίνοντας παγωμένες μαργαρίτες. Το μπαρ-σήμα κατατεθέν της Μυκόνου άρχισε να φθίνει στα χρόνια της κρίσης, ενώ παράλληλα η οικογένεια Ζησιμοπούλου ήθελε το ακίνητο πίσω για να το εκμεταλλευτεί η ίδια, κάτι που γέννησε άλλη μια δικαστική διαμάχη με τον Νίκο Γρυπάρη.
Ο τελευταίος το πάλεψε όσο μπορούσε, έφτασε μέχρι τον Αρειο Πάγο, αλλά τελικά έχασε και στις 9 Ιουνίου του 2015 γράφτηκε ο επίλογος του «Caprice». Ηταν Τρίτη, μια όμορφη καλοκαιρινή μέρα, όταν ο Νίκος Γρυπάρης και το προσωπικό παρουσία δικαστικού κλητήρα παρέδωσαν τα κλειδιά στους συνεργάτες του Γιώργου Ζησιμόπουλου. Ενας εργάτης κατέβασε τις ταμπέλες με το όνομα του μπαρ που έγραψε τη δική του πολύ ξεχωριστή ιστορία στη Μύκονο και ο αποχαιρετισμός έγινε με ένα τελευταίο πάρτυ έξω από την είσοδο που πέρασαν χιλιάδες άτομα για να ζήσουν το ηλιοβασίλεμα της ζωής τους.
Ειδήσεις σήμερα:
«Βόλτα» με το συρμό του Μετρό στον Πειραιά λίγες ώρες πριν παραδοθεί στο επιβατικό κοινό - Δείτε βίντεο
Παναγιωτόπουλος από Κύπρο: Εξωφρενικό και αστείο το αφήγημα της Τουρκίας περί αποστρατιωτικοποίησης
Ο ΟΗΕ καταδικάζει τις «ειδεχθείς δολοφονίες» 15 μεταναστών στη Λιβύη
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα